«Μόνος στή βροχή προχωρῶ…
Κανένας δέν θά μέ πάρει τηλέφωνο.
Κανείς δέν μέ περιμένει στό σπίτι.
Ἔφυγαν ὅλοι.
Ἔφυγε κι ἡ γυναίκα μου χρόνια πρίν.
Τά παιδιά σέ ἄλλες πόλεις παντρεμένα…
Δέν μποροῦμε «μπαμπά» νά ἔρθουμε γιά διακοπές, πολλά τά ἔξοδα…
Η εικόνα ίσως περιέχει: ένα ή περισσότερα άτομα και υπαίθριες δραστηριότητες
Βγῆκα νά πάρω λίγο ψωμάκι.
Βρέχει πολύ.
Δέν ἤθελα οὔτε ὀμπρέλα νά κρατήσω.
Δέν μέ βαστοῦν τά χέρια καί τά πόδια πια.
Κι εἶναι κι αὐτή ἡ μοναξιά ποὺ μέ τσακίζει.
Καί τό νά δῶ ἕνα παιδί μου.
Νά ἀγκαλιάσω τά ἐγγόνια μου.
Ἄς εἶναι Θεέ μου…
Μπορεῖ τό καλοκαίρι νά ἔρθουν.
Τουλάχιστον νά τά δῶ πρίν πεθάνω.
Θα πάω νά βράσω λίγο ρυζάκι.
Ἔχει καί λίγο κοτόπουλο.
Περάσαν κι οἱ γιορτές ἔτσι.
Κι εἶναι ἡ μοναξιά πιό φοβερή τότε.
Εὐτυχῶς ποὺ ὑπάρχεις κι ἐσύ Χριστέ μου καί λέμε καμιά κουβέντα…
Καί μέ καταλαβαίνεις.
Καί Σέ καταλαβαίνω τί πέρασες γιά μᾶς στό σταυρό.
Κι ἔτσι κι ἐγώ δέν παραπονιέμαι.
Λέω: Χριστέ μου, μιᾶς καί Σύ ποὺ Εἶσαι Θεός πέρασες τόσα, τί νά πῶ ἐγώ;;
Κι ἔτσι παρηγοριέμαι μέ τή δική Σου παρέα Χριστέ μου…
Νἆναι καλά καί ὁ παπα Νικόλας-γέρος κι αὐτός λευϊτης κουρασμένος καί ἅξιος…
Μοῦ σφίγγει τό χέρι καί μέ παίρνει καί μιάν ἀγκαλιά τίς Κυριακές σάν μέ βλέπει.
-Τί κάνεις κυρ Κώστα;; μου λέει μέ πλατύ χαμόγελο…
Νά, αὐτά ἔχω κι ἐγώ τώρα στό τέλος τῆς ζωῆς μου καί μέ στηρίζουν…
Άλήθεια σοῦ λέω, Χριστούλη μου, δέν ἔχω παράπονο ἀπό κανέναν…»
* Ἀληθινή διήγηση -κάποιων ἀφανῶν ἁγίων μέσα στίς ἀπρόσωπες πολυκατοικίες ποὺ ζωγραφίζουν μέ τή ζωή τους τον πολύ προσωπικό μας ΘΕΟ!!!
Κανένας δέν θά μέ πάρει τηλέφωνο.
Κανείς δέν μέ περιμένει στό σπίτι.
Ἔφυγαν ὅλοι.
Ἔφυγε κι ἡ γυναίκα μου χρόνια πρίν.
Τά παιδιά σέ ἄλλες πόλεις παντρεμένα…
Δέν μποροῦμε «μπαμπά» νά ἔρθουμε γιά διακοπές, πολλά τά ἔξοδα…
Η εικόνα ίσως περιέχει: ένα ή περισσότερα άτομα και υπαίθριες δραστηριότητες
Βγῆκα νά πάρω λίγο ψωμάκι.
Βρέχει πολύ.
Δέν ἤθελα οὔτε ὀμπρέλα νά κρατήσω.
Δέν μέ βαστοῦν τά χέρια καί τά πόδια πια.
Κι εἶναι κι αὐτή ἡ μοναξιά ποὺ μέ τσακίζει.
Καί τό νά δῶ ἕνα παιδί μου.
Νά ἀγκαλιάσω τά ἐγγόνια μου.
Ἄς εἶναι Θεέ μου…
Μπορεῖ τό καλοκαίρι νά ἔρθουν.
Τουλάχιστον νά τά δῶ πρίν πεθάνω.
Θα πάω νά βράσω λίγο ρυζάκι.
Ἔχει καί λίγο κοτόπουλο.
Περάσαν κι οἱ γιορτές ἔτσι.
Κι εἶναι ἡ μοναξιά πιό φοβερή τότε.
Εὐτυχῶς ποὺ ὑπάρχεις κι ἐσύ Χριστέ μου καί λέμε καμιά κουβέντα…
Καί μέ καταλαβαίνεις.
Καί Σέ καταλαβαίνω τί πέρασες γιά μᾶς στό σταυρό.
Κι ἔτσι κι ἐγώ δέν παραπονιέμαι.
Λέω: Χριστέ μου, μιᾶς καί Σύ ποὺ Εἶσαι Θεός πέρασες τόσα, τί νά πῶ ἐγώ;;
Κι ἔτσι παρηγοριέμαι μέ τή δική Σου παρέα Χριστέ μου…
Νἆναι καλά καί ὁ παπα Νικόλας-γέρος κι αὐτός λευϊτης κουρασμένος καί ἅξιος…
Μοῦ σφίγγει τό χέρι καί μέ παίρνει καί μιάν ἀγκαλιά τίς Κυριακές σάν μέ βλέπει.
-Τί κάνεις κυρ Κώστα;; μου λέει μέ πλατύ χαμόγελο…
Νά, αὐτά ἔχω κι ἐγώ τώρα στό τέλος τῆς ζωῆς μου καί μέ στηρίζουν…
Άλήθεια σοῦ λέω, Χριστούλη μου, δέν ἔχω παράπονο ἀπό κανέναν…»
* Ἀληθινή διήγηση -κάποιων ἀφανῶν ἁγίων μέσα στίς ἀπρόσωπες πολυκατοικίες ποὺ ζωγραφίζουν μέ τή ζωή τους τον πολύ προσωπικό μας ΘΕΟ!!!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου