Κυριακή 3 Ιανουαρίου 2016

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ

Κυριακὴ πρὸ τῶν Φώτων,σήμερα,καὶ τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο μᾶς παρουσιάζει τὴν ἁγία μορφὴ τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου. Τὸν μέγιστον τῶν Προφητῶν. Δὲν τὸν χαρακτηρίζουμε ἐμεῖς μέγιστον. Τὸν ὀνόμασε ἔτσι ὁ Χριστός. Εἶπε δηλαδή, ὅτι ὁ Ἰωάννης εἶναι ὁ μεγαλύτερος τῶν προφητῶν, ὁ ἁγιότερος τῆς Π. Διαθήκης, ἀφοῦ «οὐκ ἐγήγερται ἐν γεννητοῖς γυναικῶν μείζων Ἰωάννου τοῦ βαπτιστοῦ» (Ματθ. ια΄ 11). Μεγίστη δόξα, θεία τιμή γιὰ τὸν Πρόδρομο. Καὶ συνεχίζει αὐτή τὴ δόξα καὶ τιμὴ πρὸς τὸν Πρόδρομο Ἰωάννη ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία. Πολλές ἑορτές καὶ πολλοὺς ναοὺς ἔχει εἰς μνήμην του. Τὸν μνημονεύει δεύτερον μετὰ τὴν Παναγία μας καὶ ἐπικαλεῖται τίς ἱκεσίες του κατὰ τὶς ἱερές της ἀκολουθίες. Στὸ τέμπλο δίπλα στὴν ἁγία του Κυρίου εἰκόνα, ἔχει τὴν εἰκόνα τὴν δική του. Καὶ κάθε Τρίτη τὸν ἑορτάζει καὶ πολλοὺς ὕμνους καί ἐγκώμια τοῦ ψάλλει. Καὶ τοῦ ἀξίζουν ὅλα αὐτὰ «τοῦ τιμίου, ἐνδόξου, προφήτου, Προδρόμου καὶ βαπτιστοῦ Ἰωάννου». Γιατί ὅμως ἀπολαμβάνει τέτοια τιμή καί δόξα ὁ Τίμιος Πρόδρομος;

Γιὰ τὸν μέγα ζῆλο του

Παραβάλλουν τὸν Πρόδρομον μὲ τὸν προφήτη Ἠλία. Καὶ γιατί λέμε τὸν παραβάλλουν;... Αὐτὴ ἡ ἁγία Γραφὴ τὸν προβάλλει ὡς δεύτερον Ἠλία. Ὁ ἀρχάγγελος Γαβριὴλ πρῶτα-πρῶτα εἶπε στὸν πατέρα τοῦ Προδρόμου Ζαχαρία, ὅταν τοῦ εὐαγγελιζόταν τὴν γέννησή του, ὅτι αὐτὸς, ὁ Ἰωάννης δηλαδὴ, θὰ προπορευθεῖ ἐνώπιον τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ «ἐν πνεύματι καὶ δυνάμει Ἠλιού» (Λουκ. α΄ 17). Μὲ τὸ ἴδιο προφητικὸ χάρισμα καὶ μὲ τὸν ἴδιο ἔνθεο καὶ ἅγιο ζῆλο ποὺ παρουσίασε ὁ προφήτης Ἠλίας. Καὶ ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ἀναφερόμενος στὴν προφητεία τοῦ προφήτου Μαλαχίου, ἡ ὁποία ἔλεγε «ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω τὸν ἄγγελόν μου πρὸ προσώπου σου, ὃς κατασκευάσει τὴν ὁδόν σου ἔμπροσθέν σου», ὅπως ἀκούσαμε στὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο, ἐλεγε στους Ἰουδαίους: Μὴ περιμένετε νὰ ἔλθει πάλιὁ προφήτης Ἠλίας. Ὁ Ἰωάννης εἶναι ὁ Ἠλίας ποὺ ἐπρόκειτο νὰ ἔρθει. Καὶ τὸν λέγει καὶ ὁ Κύριος τὸν Πρόδρομο Ἠλία, διότι εἶχε τὸν φλογερὸ πόθο τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ, ὅπως καὶ ὁ προφήτης Ἠλίας. Εἶχε τὸ ἄτρομο θάρρος καὶ τὴν κραταιὰ δύναμη ποὺ εἶχε καὶ ὁ θεσβίτης Ἠλίας νὰ ἐλέγχει τὴν ἀσέβεια καὶ κάθε παρανομία. Δὲν τρόμαξε μπροστὰ στὸν Ἀχαάβ ὁ Ἠλίας. Δὲν φοβήθηκε τὸν Ἡρώδη ὁ Ἰωάννης. Τὸν ἤλεγξε δριμύτατα. Βροντοφώνησε πρὸς τὸν ἔνοχο βασιλέα τὸ τρομερὸν «οὐκ ἔξεστί σοι». Γιατί; Διότι μισοῦσε τὴν παρανομία καὶ ζητοῦσε τὴν εὐνομία. Πόθος του φλογερός, ἅγιος, ἱερὸς πόθος ἦταν ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ ἐπικράτηση τοῦ ἁγίου θελήματός Του. Ἀγώνας του νὰ προπαρασκευάσει τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων γιὰ νὰ δεχθοῦν τὸν Μεσσία καὶ τὴν θεία του Βασιλεία. Στὸ ἔργο αὐτὸ εἶχε ἀφιερώσει ὅλη τὴ ζωὴ του ὁ Ἰωάννης. Πρῶτον, λοιπόν, ξεχωρίζει ὁ Τίμιος Πρόδρομος καὶ τιμᾶται ἰδιαιτέρως γιὰ τὸν ζῆλο του τὸν ἱερό.

Γιὰ τὸ πύρινο καὶ φλογερὸ κήρυγμά του

Ἀπὸ μικρὸς στὴν ἔρημο ἔφυγε, στὴν ἔρημο ἔζησε, στὴν ἔρημο ἄρχισε τὸ κήρυγμα καὶ τὸ βάπτισμά του. Ὁ προφήτης Ἠσαΐας τὸ προεῖδε καὶ τὸ προεῖπε: «φωνὴ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ, ἑτοιμάσατε τὴν ὁδὸν Κυρίου, εὐθείας ποιεῖτε τὰς τρίβους αὐτοῦ». Καὶ ἡ προφητεία αὐτὴ γιὰ τὸν Πρόδρομο ἦταν, καὶ ὅπως ἀκούσαμε σήμερα, σ’ αὐτὸν τὴν ἀναφέρει ὁ εὐαγγελιστὴς Μᾶρκος. Μᾶς λέγει: «ἐγένετο Ἰωάννης βαπτίζων ἐν τῇ ἐρήμῳ καὶ κηρύσσων βάπτισμα μετανοίας εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν». Εἴπαμε: κήρυγμα φλογερό, ἅγιο, πειστικό. Δὲν χαριζόταν ὁ Ἰωάννης, δὲν ζητοῦσε νὰ ἀρέσει στοὺς ἀνθρώπους. Ζητοῦσε νὰ σώσει τοὺς ἀνθρώπους. Νὰ τοὺς ἑτοιμάσει γιὰ τὸν Χριστὸ.

Καὶ οἱ ἄνθρωποι ἦταν ἁμαρτωλοί, ἦταν ἔνοχοι, ἦταν ἀσεβεῖς. Τί τοὺς ἦταν ἀναγκαῖο;... Ἡ μετάνοια, ἡ πλήρης καὶ ὁλόψυχος στὸν Θεὸ ἐπιστροφὴ καὶ ἀφοσίωση, ἡ τελεία ὑποταγὴ στὸ ἅγιο τοῦ Κυρίου θέλημα. Καὶ αὐτὸ ἔκανε ὁ Πρόδρομος. Τοὺς βάπτιζε στὸν Ἰορδάνη, γιὰ νὰ συναισθανθοῦν καὶ ἐξομολογηθοῦν τὶς ἁμαρτίες τους καὶ τοὺς κήρυττε τὸ κήρυγμα τῆς μετανοίας.

Ἄνθρωποι, τοὺς ἔλεγε, συνέλθετε. Ἁμαρτωλοί, μετανοῆστε, σταματῆστε τὶς πονηριὲς καὶ τὶς ἀδικίες ποὺ κάνετε, ἐργασθῆτε, γιὰ νὰ ζήσετε καὶ ἀρκεσθῆτε σὲ ὅσα σᾶς ἀποφέρει ὁ τίμιος ἱδρώτας σας. Βάπτισμα μετανοίας καὶ κήρυγμα μετανοίας ἦταν τὸ ἔργο τοῦ Προδρόμου. Τίποτε τὸ διαφορετικό, τίποτε τὸ θωπευτικό, τὸ ἀνθρωπάρεσκο, τὸ κολακευτικό. Δὲν φοβόταν ἂν θὰ προκαλοῦσε ἀντιδράσεις. Στὴν ὠφέλεια, τὴν μετάνοια ἀπέβλεπε. Καὶ μὲ αὐτὸ κέρδιζε. Τί γινόταν;...«Ἐξεπορεύετο πρὸς αὐτὸν πᾶσα ἡ Ἰουδαία χώρα καὶ οἱ Ἱεροσολυμῖται, καὶ ἐβαπτίζοντο πάντες ἐν τῷ Ἰορδάνῃ ποταμῷ ὑπ᾿ αὐτοῦ ἐξομολογούμενοι τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν». Πλῆθος μέγα, συναγερμὸς σωστός. Μεγάλοι καὶ μικροί, ἀριστοκράτες καὶ πτωχοὶ ὅλοι στὸν Ἰωάννη. Ἰδού τὸ μεγαλειῶδες κήρυγμα τοῦ θείου Βαπτιστοῦ. Καὶ αὐτό ἦταν τὸ δεύτερο σημεῖο ποὺ τὸν διέκρινε. Ὑπάρχει ὅμως καὶ ἕνα τρῖτο:

Γιὰ τὴν ἀσκητικὴ καὶ ἁγία ζωή του

Βέβαια, κατὰ τὴν κλήση καὶ ἀποστολὴ του ἔπρεπε νὰ ἦταν καὶ ἡ ζωή του. Μεγάλη, θεία κλήση ἀπαιτεῖ καὶ ἁγία, ἀγγελικὴ ζωήν. Καὶ τέτοια ζωὴ ἔζησε στὴν ἔρημο ὁ Πρόδρομος τοῦ Κυρίου. Ὁ Εὐαγγελιστὴς μᾶς λέγει:«ἦν δὲ ὁ Ἰωάννης ἐνδεδυμένος τρίχας καμήλου καὶ ζώνην δερματίνην περὶ τὴν ὀσφὺν αὐτοῦ, καὶ ἐσθίων ἀκρίδας καὶ μέλι ἄγριον». Τέλειος ἄσκητης, ἄγγελος ἐπίγειος, σὰν νὰ ἦταν ἄσαρκος. Ἕνα ἁπλὸ ροῦχο, μία πέτσινη ζώνη στὴ μέση του καὶ λίγες ἀκρίδες μὲ ἄγριο μέλι ὅλη του ἡ δίαιτα, ὅλη του ἡ πέραση, ὅλη του ἡ ζωή. Μακρυὰ ἡ ματαιότητα, μακρυὰ ἡ καλοπέραση καὶ μαλθακότητα. Ἐδῶ θαυμαστὴ ἁγνότητα, ἁγιότητα πολλὴ καὶ ταπείνωση μεγάλη. Οἱ ἄνθρωποι νόμισαν πῶς αὐτὸς ἦταν ὁ Χριστός. Ἀλλ’ ὁ Πρόδρομος τοὺς ἔλεγε: Δὲν εἶμαι ἐγὼ. «Ἐκήρυσσε λέγων· ἔρχεται ὁ ἰσχυρότερός μου ὀπίσω μου, οὗ οὐκ εἰμὶ ἱκανὸς κύψας λῦσαι τὸν ἱμάντα τῶν ὑποδημάτων αὐτοῦ. ἐγὼ μὲν ἐβάπτισα ὑμᾶς ἐν ὕδατι, αὐτὸς δὲ βαπτίσει ὑμᾶς ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ». Αὐτὴ ἦταν ἡ ἁγιότητα τοῦ Προδρόμου, τοῦ Βαπτιστοῦ ἡ ταπείνωση καὶ ὁσιότητα.

Γιὰ ὅλα αὐτὰ δικαίως λοιπὸν τιμᾶται καὶ δοξάζεται ὁ Τίμιος Πρόδρομος. Καὶ κυρίως δοξάστηκε γιὰ τὴν ἁγιότητα καὶ τὴν ταπείνωσή του. Δοξάστηκε ἀπὸ τὸν ἅγιο Θεό. Τώρα τὸν δοξάζουμε κι ἐμεῖς. Ἂς τὸν δοξάζουμε. Ἀλλὰ κι ἂς ἀγωνιζόμαστε νὰ τὸν μιμηθοῦμε στὴν ἁγιότητά του, τὴν ἀφοσίωσή του στὸν Θεό, τὴν ταπείνωσή του τὴν μεγάλη. Εἶναι καὶ γιὰ μᾶς χρήσιμα αὐτά. Ἂς τὰ μιμηθοῦμε. Τότε θὰ ἔχουμε τὴν χάρη τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ καὶ τὴν εὐλογία «τοῦ τιμίου,ἐνδόξου, προφήτου, Προδρόμου καὶ Βαπτιστοῦ Ἰωάννου».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου