Πρωτ. π. Γεωργ. Δορμπαράκη
Κυριακή τῶν Βαΐων σήμερα καί ἡ ᾽Εκκλησία μας ἑορτάζει τή θριαμβευτική εἴσοδο τοῦ ᾽Ι. Χριστοῦ στά ᾽Ιεροσόλυμα. Πολύς κόσμος εἶχε μαζευτεῖ στήν πόλη, ὄχι μόνο γιά νά δοῦν τόν
Χριστό, ἀλλά καί τό φίλο Του
Λάζαρο, πού τόν εἶχε ἀναστήσει πρίν ἀπό λίγες ἡμέρες. Κρατώντας στά χέρια κλαδιά ἀπό φοίνικες, ρίχνοντας κάτω τά ροῦχα τους Τόν ἐπευφημοῦσαν κατά τήν εἴσοδό Του, καθισμένο πάνω σέ πουλάρι καί προπορευόμενο τῶν μαθητῶν Του, μέ τά λόγια: ῾᾽Ωσαννά τῷ Υἱῷ Δαυΐδ. Εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου᾽! Ἡ πόλη πράγματι σείστηκε ἀπό τόν παλμό καί τό πλῆθος τῶν συγκεντρωμένων, μεγάλων καί μικρῶν, ἀνδρῶν, γυναικῶν καί παιδιῶν. ᾽Αλλά τό γεγονός αὐτό δημιουργεῖ καί προβλήματα καί ἀπορίες, δύο ἀπό τίς ὁποῖες θά δοῦμε καί θά σχολιάσουμε:
1. Τό πλῆθος πού σήμερα ἐπευφημεῖ τόν Κύριο καί Τόν δοξολογεῖ, τό ἴδιο σέ λίγες ἡμέρες θά καταφέρεται ἐναντίον Του καί θά κραυγάζει μανιασμένο, καθοδηγούμενο βεβαίως ἀπό τούς ἀρχιερεῖς τῶν ᾽Ιουδαίων καί τούς ἐγκαθέτους τους :῾ἆρον, ἆρον, σταύρωσον Αὐτόν!᾽ Κι αὐτό θά πεῖ: δέν μπορεῖ κανείς νά ἔχει μεγάλη ἐμπιστοσύνη στίς ἐκδηλώσεις τοῦ πλήθους. Τό πλῆθος εὔκολα παρασύρεται, γινόμενο ὄχλος, ὅταν εὑρεθοῦν κάποιοι ἐπιτήδειοι λαοπλάνοι. Κι αὐτό γιατί δυστυχῶς γνώρισμα τοῦ πλήθους - ὄχλου εἶναι ἡ ἀκρισία. Οἱ πολλοί, μαζεμένοι καί φανατισμένοι συνήθως, δέν θέτουν σέ λειτουργία τό νοῦ καί τό μυαλό τους. ᾽Αφήνονται στούς λίγους πού ἔχουν σκοπό τήν καθοδήγησή τους καί πού γνωρίζουν πολύ καλά νά ἐξάπτουν τά συναισθήματα καί τίς πιό σκοτεινές παρορμήσεις τους. Γι᾽ αὐτό καί ὁ Κύριος δέν ἔδωσε – καί δέν ἔδινε γενικότερα - ἰδιαίτερη σημασία στίς ἐκδηλώσεις αὐτές θριάμβου τοῦ πλήθους ἀπέναντί Του. ῾Οὐκ ἐπίστευεν ἑαυτόν αὐτοῖς, διά τό Αὐτόν γινώσκειν πάντα. Αὐτός γάρ ἐγίνωσκε τί ἦν ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτῶν᾽!
2. Τό πλῆθος πού ζητωκραύγαζε, ἀποθέωνε κάποιον πού ἡ ἀληθινή εἰκόνα Του δέν ἦταν αὐτή πού εἶχε κατά νοῦ ἐκεῖνο. Τί θέλουμε νά ποῦμε; Οἱ ᾽Ιουδαῖοι τῶν δύο κυρίως τελευταίων αἰώνων πρό Χριστοῦ, ἑπομένως καί ὅλοι οἱ συγκεντρωμένοι, ἀκόμη καί οἱ ἴδιοι οἱ μαθητές τοῦ Χριστοῦ, προσδοκοῦσαν ἕνα Μεσσία πού θά ἐρχόταν ὡς θριαμβευτής, ὡς βασιλιάς δυνατός, κατεβαίνοντας ἀπό τούς οὐρανούς καί φέρνοντας μαζί του δυνάμεις καί πλούτη πολλά, διώχνοντας μάλιστα καί τίς ξενικές δυνάμεις κατοχῆς, ἐν προκειμένῳ τούς Ρωμαίους. Τίς προφητεῖες τῶν προφητῶν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἰδίως τοῦ Ἡσαΐα, περί τοῦ Μεσσία ὡς ῾τοῦ πάσχοντος δούλου τοῦ Θεοῦ᾽,ὡς ἐκείνου πού θά ὑφίστατο δεινά ἀπό τούς ἀνθρώπους, τίς εἶχαν ξεχάσει, μᾶλλον τίς εἶχαν διαστρεβλώσει. Ἕνας Μεσσίας πάσχων ἐθεωρεῖτο πιά ὡς σκάνδαλο καί ὡς βλασφημία. ᾽Αντέβαινε προφανῶς καί στή λογική τῆς παντοδυναμίας τοῦ Θεοῦ. ῎Επρεπε κανείς νά ἀλλάξει ριζικά, νά μετανοήσει, νά μπεῖ στό χῶρο τῆς χάρης τῆς κλήσεως τοῦ Χριστοῦ, γιά νά Τόν δεῖ ὅπως πράγματι εἶναι: ὡς τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ πού ἔγινε ἄνθρωπος καί ῾ἔδει παθεῖν᾽προκειμένου νά σώσει τήν πεσμένη στήν ἁμαρτία ἀνθρωπότητα. ῞Ενας Θεός ἀδύναμος καί πάνω στόν Σταυρό δέν μπορεῖ νά σταθεῖ στήν λογική τοῦ ὅποιου ἀνθρώπου, ἀκόμη καί τοῦ ᾽Ιουδαίου. Θά παραμένει πάντοτε ῾᾽Ιουδαίοις μέν σκάνδαλον, ῞Ελλησι δέ μωρία᾽.
3. Τά παραπάνω σημεῖα πού πράγματι προβληματίζουν λειτουργοῦν παραδειγματικά καί σέ μᾶς: Καί ὡς πρός τό πρῶτο: Κριτήριο πάντοτε στή ζωή μας δέν πρέπει νά ἔχουμε τή γνώμη τῶν πολλῶν, ὅταν μάλιστα αὐτοί οἱ πολλοί κινοῦνται στό ἐπίπεδο τοῦ ὄχλου, διότι δυστυχῶς τίς περισσότερες φορές ἀκολουθοῦν῾τήν πλατεῖαν ὁδόν, τήν ἀπάγουσαν εἰς τήν ἀπώλειαν᾽. Ὁ Θεός καί τό ἅγιο θέλημά Του εἶναι τό ρυθμιστικό στοιχεῖο τῆς ζωῆς τοῦ Χριστιανοῦ , ὅταν μάλιστα αὐτό τό θέλημά Του εἶναι γνωστό καί ἀπό τήν πρώτη ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ, στό χῶρο τῆς Π. Διαθήκης, πολύ περισσότερο ὅμως μετά τόν ἐρχομό τοῦ ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ, τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Θεοῦ μας. ῾Συνιέντες τί τό θέλημα τοῦ Κυρίου᾽ μᾶς προτρέπει ὁ ἀπ. Παῦλος, ἀκολουθώντας βεβαίως αὐτό πού ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ἔλεγε:῾γενηθήτω τό θέλημά Σου᾽ καί ῾Μακάριοι οἱ ἀκούοντες τόν λόγον τοῦ Θεοῦ καί φυλάσσοντες αὐτόν᾽. Στήν περίπτωση αὐτή ὁ Χριστιανός γίνεται ἀληθῶς ἀκόλουθος τοῦ Χριστοῦ, κι αὐτό θά πεῖ ὅτι εἶναι ἕτοιμος νά συγκρουστεῖ μέ τόν πεσμένο στήν ἁμαρτία καί ὑποταγμένο στό διάβολο κόσμο, συνεπῶς θά πρέπει νά εἶναι ἕτοιμος καί νά ἀνέβει μαζί μέ ᾽Εκεῖνον στόν σταυρό. ῾Εἰ ἐμέ ἐδίωξαν, καί ὑμᾶς διώξουσι᾽. ῾Πάντοτε οἱ θέλοντες εὐσεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ ᾽Ιησοῦ διωχθήσονται᾽. Καί ὡς πρός τό δεύτερο: Θά πρέπει πάντοτε νά προβληματιζόμαστε, ἄν ἡ εἰκόνα τοῦ ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ πού ἔχουμε ἐμεῖς πιά οἱ Χριστιανοί εἶναι πράγματι αὐτή πού φανέρωσε ὁ ᾽Ιησοῦς Χριστός. Καί τοῦτο γιατί πολύ συχνά ἡ εἰκόνα αὐτή διαστρεβλώνεται ἀπό δικές μας ἀπόψεις. Δέν εἶναι λίγες δυστυχῶς οἱ φορές πού τό προσωπικό μας στοιχεῖο εἶναι αὐτό πού ἔχει τήν προτεραιότητα, κάτι πού τό βλέπουμε κάθε φορά στήν τραγική ἱστορία τῶν αἱρέσεων. Οἱ διάφοροι αἱρετικοί ἀνά τούς αἰῶνες αὐτό ἀκριβῶς ἔκαναν: ἔθεταν ὑπό τή δική της κρίση αὐτό πού ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἀποκάλυπτε. Κι ἀντί νά κρίνονται ἀπό τό λόγο τοῦ Θεοῦ, ἔκριναν ἐκεῖνοι αὐτόν. ῎Ετσι τόν διαστρέβλωναν, πού σημαίνει ὅτι ὁ Χριστός ἦταν γιά ἐκείνους περισσότερο μιά ἰδέα τοῦ μυαλοῦ τους καί ὄχι ἡ ἱστορική πραγματικότητα. Ὁ ἀρειανισμός, ὁ νεστοριανισμός, ὁ μονοφυσιτισμός, ἀκόμη οἱ εἰκονομάχοι εἶναι κλασικά δείγματα ἱστορικῶν ἀποκλίσεων ἀπό τήν ἀλήθεια τοῦ προσώπου τοῦ Χριστοῦ. Τί εἶναι αὐτό πού διαφυλάσσει τήν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ καί μᾶς κρατάει ἑπομένως ῾ἀνοιχτούς᾽ στήν πραγματικότητα τῆς σχέσης Του; Μόνον ἡ ᾽Εκκλησία καί ἡ παραμονή ἐν τῇ ᾽Εκκλησίᾳ. ᾽Εκείνη ὡς τό ζωντανό σῶμα Του κρατάει ἀνόθευτη τήν εἰκόνα Του καί μᾶς Τόν προσφέρει ὅπως φανερώθηκε. Κι αὐτό σημαίνει: κάθε φορά πρέπει νά ἐπιβεβαιώνουμε τή χριστιανοσύνη μας μέ τό βαθμό τῆς ἐκκλησιαστικότητάς μας. Ἡ ζωή στήν ᾽Εκκλησία, ἡ ἔνταξή μας στό ρυθμό της μέσα ἀπό τίς ἅγιες ἀκολουθίες της καί ἡ μίμηση τῶν κατεξοχήν ἐκκλησιαστικῶν ἀνθρώπων, τῶν ἁγίων, εἶναι ἐκεῖνο πού πρέπει ν᾽ ἀποτελεῖ τή διαρκή ἔγνοια μας. Τελικά, δέν ἀρκεῖ - δέν χρειάζεται καθόλου - νά ζητωκραυγάζουμε (γιά) τόν Χριστό, ἀλλά νά ἔχουμε τήν ἀγωνία νά ἀφουγκραζόμαστε τήν ἀλήθεια τῆς ζωῆς Του. Κι αὐτό παραπέμπει σ᾽ ἕνα ἐντελῶς διαφορετικό ὕφος καί ἦθος: παραπέμπει σέ ἀπόφαση θανάτου τοῦ ἐγωϊσμοῦ μας, γιά νά μετάσχουμε στό Σταυρό Του, πού θά πεῖ νά ἀναστηθοῦμε καί μαζί Του, ἤδη ἀπό τό ἐδῶ καί τό τώρα.
Χριστό, ἀλλά καί τό φίλο Του
Λάζαρο, πού τόν εἶχε ἀναστήσει πρίν ἀπό λίγες ἡμέρες. Κρατώντας στά χέρια κλαδιά ἀπό φοίνικες, ρίχνοντας κάτω τά ροῦχα τους Τόν ἐπευφημοῦσαν κατά τήν εἴσοδό Του, καθισμένο πάνω σέ πουλάρι καί προπορευόμενο τῶν μαθητῶν Του, μέ τά λόγια: ῾᾽Ωσαννά τῷ Υἱῷ Δαυΐδ. Εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου᾽! Ἡ πόλη πράγματι σείστηκε ἀπό τόν παλμό καί τό πλῆθος τῶν συγκεντρωμένων, μεγάλων καί μικρῶν, ἀνδρῶν, γυναικῶν καί παιδιῶν. ᾽Αλλά τό γεγονός αὐτό δημιουργεῖ καί προβλήματα καί ἀπορίες, δύο ἀπό τίς ὁποῖες θά δοῦμε καί θά σχολιάσουμε:
1. Τό πλῆθος πού σήμερα ἐπευφημεῖ τόν Κύριο καί Τόν δοξολογεῖ, τό ἴδιο σέ λίγες ἡμέρες θά καταφέρεται ἐναντίον Του καί θά κραυγάζει μανιασμένο, καθοδηγούμενο βεβαίως ἀπό τούς ἀρχιερεῖς τῶν ᾽Ιουδαίων καί τούς ἐγκαθέτους τους :῾ἆρον, ἆρον, σταύρωσον Αὐτόν!᾽ Κι αὐτό θά πεῖ: δέν μπορεῖ κανείς νά ἔχει μεγάλη ἐμπιστοσύνη στίς ἐκδηλώσεις τοῦ πλήθους. Τό πλῆθος εὔκολα παρασύρεται, γινόμενο ὄχλος, ὅταν εὑρεθοῦν κάποιοι ἐπιτήδειοι λαοπλάνοι. Κι αὐτό γιατί δυστυχῶς γνώρισμα τοῦ πλήθους - ὄχλου εἶναι ἡ ἀκρισία. Οἱ πολλοί, μαζεμένοι καί φανατισμένοι συνήθως, δέν θέτουν σέ λειτουργία τό νοῦ καί τό μυαλό τους. ᾽Αφήνονται στούς λίγους πού ἔχουν σκοπό τήν καθοδήγησή τους καί πού γνωρίζουν πολύ καλά νά ἐξάπτουν τά συναισθήματα καί τίς πιό σκοτεινές παρορμήσεις τους. Γι᾽ αὐτό καί ὁ Κύριος δέν ἔδωσε – καί δέν ἔδινε γενικότερα - ἰδιαίτερη σημασία στίς ἐκδηλώσεις αὐτές θριάμβου τοῦ πλήθους ἀπέναντί Του. ῾Οὐκ ἐπίστευεν ἑαυτόν αὐτοῖς, διά τό Αὐτόν γινώσκειν πάντα. Αὐτός γάρ ἐγίνωσκε τί ἦν ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτῶν᾽!
2. Τό πλῆθος πού ζητωκραύγαζε, ἀποθέωνε κάποιον πού ἡ ἀληθινή εἰκόνα Του δέν ἦταν αὐτή πού εἶχε κατά νοῦ ἐκεῖνο. Τί θέλουμε νά ποῦμε; Οἱ ᾽Ιουδαῖοι τῶν δύο κυρίως τελευταίων αἰώνων πρό Χριστοῦ, ἑπομένως καί ὅλοι οἱ συγκεντρωμένοι, ἀκόμη καί οἱ ἴδιοι οἱ μαθητές τοῦ Χριστοῦ, προσδοκοῦσαν ἕνα Μεσσία πού θά ἐρχόταν ὡς θριαμβευτής, ὡς βασιλιάς δυνατός, κατεβαίνοντας ἀπό τούς οὐρανούς καί φέρνοντας μαζί του δυνάμεις καί πλούτη πολλά, διώχνοντας μάλιστα καί τίς ξενικές δυνάμεις κατοχῆς, ἐν προκειμένῳ τούς Ρωμαίους. Τίς προφητεῖες τῶν προφητῶν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἰδίως τοῦ Ἡσαΐα, περί τοῦ Μεσσία ὡς ῾τοῦ πάσχοντος δούλου τοῦ Θεοῦ᾽,ὡς ἐκείνου πού θά ὑφίστατο δεινά ἀπό τούς ἀνθρώπους, τίς εἶχαν ξεχάσει, μᾶλλον τίς εἶχαν διαστρεβλώσει. Ἕνας Μεσσίας πάσχων ἐθεωρεῖτο πιά ὡς σκάνδαλο καί ὡς βλασφημία. ᾽Αντέβαινε προφανῶς καί στή λογική τῆς παντοδυναμίας τοῦ Θεοῦ. ῎Επρεπε κανείς νά ἀλλάξει ριζικά, νά μετανοήσει, νά μπεῖ στό χῶρο τῆς χάρης τῆς κλήσεως τοῦ Χριστοῦ, γιά νά Τόν δεῖ ὅπως πράγματι εἶναι: ὡς τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ πού ἔγινε ἄνθρωπος καί ῾ἔδει παθεῖν᾽προκειμένου νά σώσει τήν πεσμένη στήν ἁμαρτία ἀνθρωπότητα. ῞Ενας Θεός ἀδύναμος καί πάνω στόν Σταυρό δέν μπορεῖ νά σταθεῖ στήν λογική τοῦ ὅποιου ἀνθρώπου, ἀκόμη καί τοῦ ᾽Ιουδαίου. Θά παραμένει πάντοτε ῾᾽Ιουδαίοις μέν σκάνδαλον, ῞Ελλησι δέ μωρία᾽.
3. Τά παραπάνω σημεῖα πού πράγματι προβληματίζουν λειτουργοῦν παραδειγματικά καί σέ μᾶς: Καί ὡς πρός τό πρῶτο: Κριτήριο πάντοτε στή ζωή μας δέν πρέπει νά ἔχουμε τή γνώμη τῶν πολλῶν, ὅταν μάλιστα αὐτοί οἱ πολλοί κινοῦνται στό ἐπίπεδο τοῦ ὄχλου, διότι δυστυχῶς τίς περισσότερες φορές ἀκολουθοῦν῾τήν πλατεῖαν ὁδόν, τήν ἀπάγουσαν εἰς τήν ἀπώλειαν᾽. Ὁ Θεός καί τό ἅγιο θέλημά Του εἶναι τό ρυθμιστικό στοιχεῖο τῆς ζωῆς τοῦ Χριστιανοῦ , ὅταν μάλιστα αὐτό τό θέλημά Του εἶναι γνωστό καί ἀπό τήν πρώτη ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ, στό χῶρο τῆς Π. Διαθήκης, πολύ περισσότερο ὅμως μετά τόν ἐρχομό τοῦ ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ, τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Θεοῦ μας. ῾Συνιέντες τί τό θέλημα τοῦ Κυρίου᾽ μᾶς προτρέπει ὁ ἀπ. Παῦλος, ἀκολουθώντας βεβαίως αὐτό πού ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ἔλεγε:῾γενηθήτω τό θέλημά Σου᾽ καί ῾Μακάριοι οἱ ἀκούοντες τόν λόγον τοῦ Θεοῦ καί φυλάσσοντες αὐτόν᾽. Στήν περίπτωση αὐτή ὁ Χριστιανός γίνεται ἀληθῶς ἀκόλουθος τοῦ Χριστοῦ, κι αὐτό θά πεῖ ὅτι εἶναι ἕτοιμος νά συγκρουστεῖ μέ τόν πεσμένο στήν ἁμαρτία καί ὑποταγμένο στό διάβολο κόσμο, συνεπῶς θά πρέπει νά εἶναι ἕτοιμος καί νά ἀνέβει μαζί μέ ᾽Εκεῖνον στόν σταυρό. ῾Εἰ ἐμέ ἐδίωξαν, καί ὑμᾶς διώξουσι᾽. ῾Πάντοτε οἱ θέλοντες εὐσεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ ᾽Ιησοῦ διωχθήσονται᾽. Καί ὡς πρός τό δεύτερο: Θά πρέπει πάντοτε νά προβληματιζόμαστε, ἄν ἡ εἰκόνα τοῦ ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ πού ἔχουμε ἐμεῖς πιά οἱ Χριστιανοί εἶναι πράγματι αὐτή πού φανέρωσε ὁ ᾽Ιησοῦς Χριστός. Καί τοῦτο γιατί πολύ συχνά ἡ εἰκόνα αὐτή διαστρεβλώνεται ἀπό δικές μας ἀπόψεις. Δέν εἶναι λίγες δυστυχῶς οἱ φορές πού τό προσωπικό μας στοιχεῖο εἶναι αὐτό πού ἔχει τήν προτεραιότητα, κάτι πού τό βλέπουμε κάθε φορά στήν τραγική ἱστορία τῶν αἱρέσεων. Οἱ διάφοροι αἱρετικοί ἀνά τούς αἰῶνες αὐτό ἀκριβῶς ἔκαναν: ἔθεταν ὑπό τή δική της κρίση αὐτό πού ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἀποκάλυπτε. Κι ἀντί νά κρίνονται ἀπό τό λόγο τοῦ Θεοῦ, ἔκριναν ἐκεῖνοι αὐτόν. ῎Ετσι τόν διαστρέβλωναν, πού σημαίνει ὅτι ὁ Χριστός ἦταν γιά ἐκείνους περισσότερο μιά ἰδέα τοῦ μυαλοῦ τους καί ὄχι ἡ ἱστορική πραγματικότητα. Ὁ ἀρειανισμός, ὁ νεστοριανισμός, ὁ μονοφυσιτισμός, ἀκόμη οἱ εἰκονομάχοι εἶναι κλασικά δείγματα ἱστορικῶν ἀποκλίσεων ἀπό τήν ἀλήθεια τοῦ προσώπου τοῦ Χριστοῦ. Τί εἶναι αὐτό πού διαφυλάσσει τήν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ καί μᾶς κρατάει ἑπομένως ῾ἀνοιχτούς᾽ στήν πραγματικότητα τῆς σχέσης Του; Μόνον ἡ ᾽Εκκλησία καί ἡ παραμονή ἐν τῇ ᾽Εκκλησίᾳ. ᾽Εκείνη ὡς τό ζωντανό σῶμα Του κρατάει ἀνόθευτη τήν εἰκόνα Του καί μᾶς Τόν προσφέρει ὅπως φανερώθηκε. Κι αὐτό σημαίνει: κάθε φορά πρέπει νά ἐπιβεβαιώνουμε τή χριστιανοσύνη μας μέ τό βαθμό τῆς ἐκκλησιαστικότητάς μας. Ἡ ζωή στήν ᾽Εκκλησία, ἡ ἔνταξή μας στό ρυθμό της μέσα ἀπό τίς ἅγιες ἀκολουθίες της καί ἡ μίμηση τῶν κατεξοχήν ἐκκλησιαστικῶν ἀνθρώπων, τῶν ἁγίων, εἶναι ἐκεῖνο πού πρέπει ν᾽ ἀποτελεῖ τή διαρκή ἔγνοια μας. Τελικά, δέν ἀρκεῖ - δέν χρειάζεται καθόλου - νά ζητωκραυγάζουμε (γιά) τόν Χριστό, ἀλλά νά ἔχουμε τήν ἀγωνία νά ἀφουγκραζόμαστε τήν ἀλήθεια τῆς ζωῆς Του. Κι αὐτό παραπέμπει σ᾽ ἕνα ἐντελῶς διαφορετικό ὕφος καί ἦθος: παραπέμπει σέ ἀπόφαση θανάτου τοῦ ἐγωϊσμοῦ μας, γιά νά μετάσχουμε στό Σταυρό Του, πού θά πεῖ νά ἀναστηθοῦμε καί μαζί Του, ἤδη ἀπό τό ἐδῶ καί τό τώρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου