Α-Όταν το πρωί της 12ης Δεκεμβρίου 1994 ο Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης ΣΕΒΑΣΤΙΑΝΟΣ αναχωρούσε για την αιωνιότητα, έκλεινε ο κύκλος μιας πολυκύμαντης ζωής, αφιερωμένης στην Εκκλησία και στο Έθνος. Γι’ αυτό και ακριβώς είναι δύσκολο, πολύ δύσκολο να παρακολουθήση κανείς τα μεγάλα βήματα αυτού του δυνατού ανθρώπου · κι’ ακόμη πιο δύσκολο να επιχειρήση την σκιαγράφηση της προσωπικότητος του ιερού ανδρός. Όμως, πρέπει να γίνη αυτό, μιας και φέτος, στις 12 Δεκεμβρίου 2004, συμπληρώνεται δεκαετία από την οσιακή κοίμηση του μακαριστού Ιεράρχου. Κι’ αν υπάρξουν ατέλειες η παραλείψεις, ελπίζουμε να έχουμε την συγγνώμη του, ζητώντας, παράλληλα, και την ευχή του.
-B-
Ο Μητροπολίτης ΣΕΒΑΣΤΙΑΝΟΣ υπήρξε ένας σπάνιος κληρικός, που κάτω από τη πραότητα του ύφους και την άκρα ταπείνωσή του, έκρυβε μια λανθάνουσα δυναμικότητα, ατσάλινη θέληση και ανυποχώρητη αγωνιστικότητα, για θέματα που αφορούσαν στην Ορθοδοξία, στην Εκκλησία του Χριστού και στο Έθνος, ιδιαίτερα στην «εσταυρωμένη» Βόρειο Ήπειρο, για την οποία έδωσε και την ίδια την ζωή του.
Στην Καλαμάτα, όπου εργάσθηκε ως λαϊκός θεολόγος, στις αρχές της δεκαετίας του 1950, άφησε, κυριολεκτικά, εποχή με τα φλογερά κηρύγματά του, τα οποία πλήθη λαού έσπευδαν να τα παρακολουθήσουν. Αλλά και τα κατηχητικά μαθήματα, είλκυαν πολλούς νέους, που εύρισκαν σ’ αυτά σωστές και ξεκάθαρες απαντήσεις στους νεανικούς τους προβληματισμούς. Πέρασαν πάνω από 50 χρόνια από τότε. Όμως, ακόμη και τώρα, πολλοί Καλαματιανοί θυμούνται με νοσταλγία και αγάπη τον νεαρό θεολόγο Σωτήριο Οικονομίδη.
Αργότερα, τον τράβηξαν τα Γιάννινα. Εκάρη μοναχός στην Μονή Πετράκη και μετωνομάσθηκε από Σωτήριος σε ΣΕΒΑΣΤΙΑΝΟ, χειροτονήθηκε Διάκονος, Πρεσβύτερος (οπότε έλαβε και το οφφίκιο του αρχιμανδρίτου) και διωρίσθηκε Ιεροκήρυξ στην ιστορική Μητρόπολη Ιωαννίνων. Σιγά – σιγά , άρχισε να ξεδιπλώνη τα χαρίσματα που τούχε δώσει – σπάταλα, θα λέγαμε – ο Θεός : Το κήρυγμα, η κατήχηση, η διδασκαλία στην Ζωσιμαία Παιδαγωγική Ακαδημία και στο Ιεροδιδασκαλείο Βελλάς, οι αγιογραφικοί κύκλοι, η εξομολόγηση, η Θεία Λατρεία, οι τακτικές περιοδείες στα χωριά, ήταν τα πεδία, στα οποία έδινε τους αγώνες και τις μάχες του – πάντοτε με επιτυχία – ο νεαρός Ιεροκήρυξ. Ειδικώτερα, κατά τα έτη 1964 – 1965 – 1966, ο π. Σεβαστιανός εθηριομάχησε κυριολεκτικά εναντίον των διαφόρων υλιστικών ιδεών, που είχαν αρχίσει τότε να εισβάλουν ορμητικά, κυρίως στα Πανεπιστήμια. Με λόγο δυνατό, τεκμηριωμένο, πειστικό, κατετρόπωνε τα οχυρά της απιστίας, ενισχύοντας τους ολιγοψύχους και στηρίζοντας τους νέους, που στο πρόσωπό του έβλεπαν τον πνευματικό ταγό, τον οποίο μπορούσαν να εμπιστεύωνται. Γιατί, πραγματικά, αυτός ο τέλεια ακτήμων εργάτης του Ευαγγελίου, ο φλογερός αγωνιστής της αλήθειας, αυτός που κέντρο της ζωής του είχε τον Χριστό, γινόταν τώρα ο δυνατός μαγνήτης και ο πόλος έλξεως πολλών, πάρα πολλών νεανικών ψυχών. Αυτοί οι νέοι, αλλά και οι μεγαλύτερης ηλικίας άνθρωποι συνωστίζοντο στον Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Αθανασίου, για ν’ ακούνε τα θεσπέσια κηρύγματά του. Κι’ όπως ομολογούν αυτόπτες μάρτυρες, ο ευμεγέθης εκείνος ναός δεν χωρούσε τα πλήθη, ώστε πολλοί να μένουν στο προαύλιο (χειμώνα καιρό ! ) απ’ όπου παρακολουθούσαν την μετάδοση του θείου λόγου από τα μεγάφωνα.
-Γ-
Αλλά το 1967, το ερευνητικό χέρι του αρχιεπισκόπου Αθηνών Ιερωνύμου ανέσυρε τον π. Σεβαστιανό από την αφάνειά του και με τις ψήφους της Ιεράς Συνόδου τον ανέδειξε σε Μητροπολίτη Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης . Ο ΣΕΒΑΣΤΙΑΝΟΣ πόνεσε, η καρδιά του σπάραξε γι’ αυτό το ξερρίζωμα από τα Γιάννινα. Έπεσε στα γόνατα του Ιερωνύμου και με κλάματα παρεκάλεσε να μη προαχθή. Όμως η απόφαση του αρχιεπισκόπου ήταν αμετάκλητη. Έτσι την δέχθηκε σαν θέλημα Θεού και υποτάχθηκε στην βουλή του Υψίστου με ταπείνωση και υπακοή. Είναι δε χαρακτηριστικός και χαριτωμένος συνάμα ο διάλογος μεταξύ του Μητροπολίτου ΣΕΒΑΣΤΙΑΝΟΥ και του Αρχιεπισκόπου ΙΕΡΩΝΥΜΟΥ, όταν ο τελευταίος είχε επισκεφθή , το 1985, την ακριτική μας Επαρχία. Την ώρα που έτρωγαν, ήλθε ο λόγος για την εκλογή του ΣΕΒΑΣΤΙΑΝΟΥ, ο οποίος υπενθύμισε στον Αρχιεπίσκοπο την άρνησή του να δεχθή το αρχιερατικό αξίωμα. «Το θυμάμαι», είπε ο μακαριστός ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ. Και πρόσθεσε : «Ευτυχώς που δεν σ’ άκουσα»! Γιατί, πραγματικά, ο αείμνηστος Προκαθήμενος εκτιμούσε βαθύτατα τον ΣΕΒΑΣΤΙΑΝΟ και ανεγνώριζε το έργο του.
Έβαλε, λοιπόν, ο Δεσπότης μας «το χέρι στ’ αλέτρι». Κι’ άρχισε, με ζήλο ιεραποστολικό, να ωργώνη την Επαρχία του με περιοδείες συνεχείς, με κηρύγματα, κατηχητικά, αγιογραφικούς κύκλους, χειροτονίες καλών κληρικών κ.ο.κ. Ακόμη ίδρυσε Φιλανθρωπικά ιδρύματα και το «Ράδιο Δρυϊνούπολη», τον Ραδιοφωνικό Σταθμό της Μητροπόλεώς μας. Η ακριτική Επαρχία παρουσίαζε ένα πρωτοφανή πνευματικό και ιεραποστολικό οργασμό.
-Δ-
Όμως, εκεί που ο ΣΕΒΑΣΤΙΑΝΟΣ φάνηκε απαράμιλλος και σθεναρός αγωνιστής , ήταν το εθνικό θέμα της Βορείου Ηπείρου. Με την συμπαράσταση της Σ.Φ.Ε.Β.Α. και του ΠΑ.ΣΥ.Β.Α. περιώδευσε όλη την Ελλάδα, διαφωτίζοντας τον Ελληνικό λαό πάνω σ’ αυτό το λησμονημένο η άγνωστο για τους πολλούς ζήτημα. Βέβαια, είχε αντιδράσεις πολλές και λυσσώδη πολεμική από τους εν Ελλάδι φιλοαλβανούς. Αλλ’ εκείνος απτόητος συνέχιζε τον αγώνα του, φέρνοντάς τον, μάλιστα, και στο εξωτερικό : Στρασβούργο, Λονδίνο, Βρυξέλλες και αυτό το Κογκρέσσο των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής ήταν τα επίσημα «βήματα», από τα οποία ο μακαριστός Ιεράρχης μετέφερε «το κλάμα και το δράμα» του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού στους επισήμους κύκλους της Ευρώπης και της Αμερικής.
Τέλος, ο μακαριστός Ιεράρχης ωργάνωσε τα δύο επιστημονικά Συνέδρια για το ζήτημα της Βορείου Ηπείρου (1987 και 1990), τα οποία είχαν μεγάλη απήχηση στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.
-Ε-
Αλλ’ ενώ η πορεία του Μητροπολίτου ΣΕΒΑΣΤΙΑΝΟΥ διαγραφόταν λαμπρή, «άλλως έδοξε τω Κυρίω». Έπειτα από σύντομη ασθένεια, παρέδωσε το πνεύμα στον Κύριό του το πρωί της Δευτέρας, 12ης Δεκεμβρίου 1994, στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Ηπειρωτικής πρωτεύουσας. Το σκήνωμά του μετεφέρθη στον Μητροπολιτικό Ναό των Ιωαννίνων, όπου εξετέθη σε λαϊκό προσκύνημα, και στην συνέχεια στον Ι. Ναό Αγίου Κοσμά της Κονίτσης , μέχρι τις 14 του ίδιου μήνα, οπότε και έγινε η κηδεία του με την συμμετοχή πλειάδος Αρχιερέων, πολλών Κληρικών και χιλιάδων λαού. Η ταφή του, σύμφωνα με επιθυμία του, πραγματοποιήθηκε στην Ι. Μονή Μολυβδοσκέπαστης. Συγκλονιστική υπήρξε και η Διαθήκη του. Δεν είχε τίποτε το υλικό να διαθέση. Άφησε, όμως, μεγάλες πνευματικές υποθήκες στους Βορειοηπειρώτες , στους συνεργάτες του και στους χριστιανούς της Επαρχίας του. Η οδύνη για όλους μας ήταν μεγάλη. Όμως, «ησυχάσαμεν ειπόντες · το θέλημα του Κυρίου γινέσθω» (Πραξ. κα 14).
(αποσπάσματα της υπ’ αριθ. 94/2004 εγκυκλίου του Μητροπολίτου Κονίτσης κ. Ανδρέα για τη συμπλήρωση 10 ετίας από την κοίμηση του αοιδίμου κυρού Σεβαστιανού)
-B-
Ο Μητροπολίτης ΣΕΒΑΣΤΙΑΝΟΣ υπήρξε ένας σπάνιος κληρικός, που κάτω από τη πραότητα του ύφους και την άκρα ταπείνωσή του, έκρυβε μια λανθάνουσα δυναμικότητα, ατσάλινη θέληση και ανυποχώρητη αγωνιστικότητα, για θέματα που αφορούσαν στην Ορθοδοξία, στην Εκκλησία του Χριστού και στο Έθνος, ιδιαίτερα στην «εσταυρωμένη» Βόρειο Ήπειρο, για την οποία έδωσε και την ίδια την ζωή του.
Στην Καλαμάτα, όπου εργάσθηκε ως λαϊκός θεολόγος, στις αρχές της δεκαετίας του 1950, άφησε, κυριολεκτικά, εποχή με τα φλογερά κηρύγματά του, τα οποία πλήθη λαού έσπευδαν να τα παρακολουθήσουν. Αλλά και τα κατηχητικά μαθήματα, είλκυαν πολλούς νέους, που εύρισκαν σ’ αυτά σωστές και ξεκάθαρες απαντήσεις στους νεανικούς τους προβληματισμούς. Πέρασαν πάνω από 50 χρόνια από τότε. Όμως, ακόμη και τώρα, πολλοί Καλαματιανοί θυμούνται με νοσταλγία και αγάπη τον νεαρό θεολόγο Σωτήριο Οικονομίδη.
Αργότερα, τον τράβηξαν τα Γιάννινα. Εκάρη μοναχός στην Μονή Πετράκη και μετωνομάσθηκε από Σωτήριος σε ΣΕΒΑΣΤΙΑΝΟ, χειροτονήθηκε Διάκονος, Πρεσβύτερος (οπότε έλαβε και το οφφίκιο του αρχιμανδρίτου) και διωρίσθηκε Ιεροκήρυξ στην ιστορική Μητρόπολη Ιωαννίνων. Σιγά – σιγά , άρχισε να ξεδιπλώνη τα χαρίσματα που τούχε δώσει – σπάταλα, θα λέγαμε – ο Θεός : Το κήρυγμα, η κατήχηση, η διδασκαλία στην Ζωσιμαία Παιδαγωγική Ακαδημία και στο Ιεροδιδασκαλείο Βελλάς, οι αγιογραφικοί κύκλοι, η εξομολόγηση, η Θεία Λατρεία, οι τακτικές περιοδείες στα χωριά, ήταν τα πεδία, στα οποία έδινε τους αγώνες και τις μάχες του – πάντοτε με επιτυχία – ο νεαρός Ιεροκήρυξ. Ειδικώτερα, κατά τα έτη 1964 – 1965 – 1966, ο π. Σεβαστιανός εθηριομάχησε κυριολεκτικά εναντίον των διαφόρων υλιστικών ιδεών, που είχαν αρχίσει τότε να εισβάλουν ορμητικά, κυρίως στα Πανεπιστήμια. Με λόγο δυνατό, τεκμηριωμένο, πειστικό, κατετρόπωνε τα οχυρά της απιστίας, ενισχύοντας τους ολιγοψύχους και στηρίζοντας τους νέους, που στο πρόσωπό του έβλεπαν τον πνευματικό ταγό, τον οποίο μπορούσαν να εμπιστεύωνται. Γιατί, πραγματικά, αυτός ο τέλεια ακτήμων εργάτης του Ευαγγελίου, ο φλογερός αγωνιστής της αλήθειας, αυτός που κέντρο της ζωής του είχε τον Χριστό, γινόταν τώρα ο δυνατός μαγνήτης και ο πόλος έλξεως πολλών, πάρα πολλών νεανικών ψυχών. Αυτοί οι νέοι, αλλά και οι μεγαλύτερης ηλικίας άνθρωποι συνωστίζοντο στον Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Αθανασίου, για ν’ ακούνε τα θεσπέσια κηρύγματά του. Κι’ όπως ομολογούν αυτόπτες μάρτυρες, ο ευμεγέθης εκείνος ναός δεν χωρούσε τα πλήθη, ώστε πολλοί να μένουν στο προαύλιο (χειμώνα καιρό ! ) απ’ όπου παρακολουθούσαν την μετάδοση του θείου λόγου από τα μεγάφωνα.
-Γ-
Αλλά το 1967, το ερευνητικό χέρι του αρχιεπισκόπου Αθηνών Ιερωνύμου ανέσυρε τον π. Σεβαστιανό από την αφάνειά του και με τις ψήφους της Ιεράς Συνόδου τον ανέδειξε σε Μητροπολίτη Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης . Ο ΣΕΒΑΣΤΙΑΝΟΣ πόνεσε, η καρδιά του σπάραξε γι’ αυτό το ξερρίζωμα από τα Γιάννινα. Έπεσε στα γόνατα του Ιερωνύμου και με κλάματα παρεκάλεσε να μη προαχθή. Όμως η απόφαση του αρχιεπισκόπου ήταν αμετάκλητη. Έτσι την δέχθηκε σαν θέλημα Θεού και υποτάχθηκε στην βουλή του Υψίστου με ταπείνωση και υπακοή. Είναι δε χαρακτηριστικός και χαριτωμένος συνάμα ο διάλογος μεταξύ του Μητροπολίτου ΣΕΒΑΣΤΙΑΝΟΥ και του Αρχιεπισκόπου ΙΕΡΩΝΥΜΟΥ, όταν ο τελευταίος είχε επισκεφθή , το 1985, την ακριτική μας Επαρχία. Την ώρα που έτρωγαν, ήλθε ο λόγος για την εκλογή του ΣΕΒΑΣΤΙΑΝΟΥ, ο οποίος υπενθύμισε στον Αρχιεπίσκοπο την άρνησή του να δεχθή το αρχιερατικό αξίωμα. «Το θυμάμαι», είπε ο μακαριστός ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ. Και πρόσθεσε : «Ευτυχώς που δεν σ’ άκουσα»! Γιατί, πραγματικά, ο αείμνηστος Προκαθήμενος εκτιμούσε βαθύτατα τον ΣΕΒΑΣΤΙΑΝΟ και ανεγνώριζε το έργο του.
Έβαλε, λοιπόν, ο Δεσπότης μας «το χέρι στ’ αλέτρι». Κι’ άρχισε, με ζήλο ιεραποστολικό, να ωργώνη την Επαρχία του με περιοδείες συνεχείς, με κηρύγματα, κατηχητικά, αγιογραφικούς κύκλους, χειροτονίες καλών κληρικών κ.ο.κ. Ακόμη ίδρυσε Φιλανθρωπικά ιδρύματα και το «Ράδιο Δρυϊνούπολη», τον Ραδιοφωνικό Σταθμό της Μητροπόλεώς μας. Η ακριτική Επαρχία παρουσίαζε ένα πρωτοφανή πνευματικό και ιεραποστολικό οργασμό.
-Δ-
Όμως, εκεί που ο ΣΕΒΑΣΤΙΑΝΟΣ φάνηκε απαράμιλλος και σθεναρός αγωνιστής , ήταν το εθνικό θέμα της Βορείου Ηπείρου. Με την συμπαράσταση της Σ.Φ.Ε.Β.Α. και του ΠΑ.ΣΥ.Β.Α. περιώδευσε όλη την Ελλάδα, διαφωτίζοντας τον Ελληνικό λαό πάνω σ’ αυτό το λησμονημένο η άγνωστο για τους πολλούς ζήτημα. Βέβαια, είχε αντιδράσεις πολλές και λυσσώδη πολεμική από τους εν Ελλάδι φιλοαλβανούς. Αλλ’ εκείνος απτόητος συνέχιζε τον αγώνα του, φέρνοντάς τον, μάλιστα, και στο εξωτερικό : Στρασβούργο, Λονδίνο, Βρυξέλλες και αυτό το Κογκρέσσο των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής ήταν τα επίσημα «βήματα», από τα οποία ο μακαριστός Ιεράρχης μετέφερε «το κλάμα και το δράμα» του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού στους επισήμους κύκλους της Ευρώπης και της Αμερικής.
Τέλος, ο μακαριστός Ιεράρχης ωργάνωσε τα δύο επιστημονικά Συνέδρια για το ζήτημα της Βορείου Ηπείρου (1987 και 1990), τα οποία είχαν μεγάλη απήχηση στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.
-Ε-
Αλλ’ ενώ η πορεία του Μητροπολίτου ΣΕΒΑΣΤΙΑΝΟΥ διαγραφόταν λαμπρή, «άλλως έδοξε τω Κυρίω». Έπειτα από σύντομη ασθένεια, παρέδωσε το πνεύμα στον Κύριό του το πρωί της Δευτέρας, 12ης Δεκεμβρίου 1994, στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Ηπειρωτικής πρωτεύουσας. Το σκήνωμά του μετεφέρθη στον Μητροπολιτικό Ναό των Ιωαννίνων, όπου εξετέθη σε λαϊκό προσκύνημα, και στην συνέχεια στον Ι. Ναό Αγίου Κοσμά της Κονίτσης , μέχρι τις 14 του ίδιου μήνα, οπότε και έγινε η κηδεία του με την συμμετοχή πλειάδος Αρχιερέων, πολλών Κληρικών και χιλιάδων λαού. Η ταφή του, σύμφωνα με επιθυμία του, πραγματοποιήθηκε στην Ι. Μονή Μολυβδοσκέπαστης. Συγκλονιστική υπήρξε και η Διαθήκη του. Δεν είχε τίποτε το υλικό να διαθέση. Άφησε, όμως, μεγάλες πνευματικές υποθήκες στους Βορειοηπειρώτες , στους συνεργάτες του και στους χριστιανούς της Επαρχίας του. Η οδύνη για όλους μας ήταν μεγάλη. Όμως, «ησυχάσαμεν ειπόντες · το θέλημα του Κυρίου γινέσθω» (Πραξ. κα 14).
(αποσπάσματα της υπ’ αριθ. 94/2004 εγκυκλίου του Μητροπολίτου Κονίτσης κ. Ανδρέα για τη συμπλήρωση 10 ετίας από την κοίμηση του αοιδίμου κυρού Σεβαστιανού)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου