Η εορτή της κατά σάρκα Γεννήσεως του Κυρίου μας ιησού Χριστού αποτελεί τη δεύτερη μεγάλη Δεσποτική εορτή του χριστιανικού εορτολογίου. Μέχρι τα μέσα του Δ΄ αιώνα η Εκκλησία της, καθ’ ημάς Ανατολής συνεόρταζε τη Γέννηση και τη Βάπτιση του Χριστού την 6η Ιανουαρίου, που ονοζόταν εορτή των Επιφανείων. Η εορτή, ως Χριστούγεννα, που εορτάζουμε την 25η Δεκεμβρίου εισήχθη στήν Ανατολή από τη Δύση, περί τα τέλη του Δ΄ αἰώνα.
Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, μιλώντας, για την εορτή των Χριστουγέννων, την ονομάζει «μητρόπολιν πασών τῶν ἑορτῶν» (PG 48, 752) και μας πληροφορεί, περί τό 386, ότι «ούπω δέκατόν εστιν έτος, εξ ου δήλη και γνώριμος ημίν αύτη η ημέρα γεγένηται» (PG 49, 351). Με τον διαχωρισμό της ως τότε, ενιαίας εορτής και την καθιέρωση τριών ξεχωριστών εορτών, α) τῆς Γεννήσεως την 25η Δεκεμβρίου, β) της Περιτομής την 1η Ιανουαρίου και γ) της Βαπτίσεως την 6η Ιανουαρίου, διαμορφώθηκε το λεγόμενο Δωδεκαήμερο, δηλαδή, το εόρτιο χρονικό διάστημα από τις 25 Δεκεμβρίου ως τίς 6 Ἰανουαρίου. Έτσι διασώθηκε η αρχαία ενότητα των δύο μεγάλων εορτών της Γεννήσεως και της Βαπτίσεως του Κυρίου.
Η μεγάλη σημασία που απέκτησε με την πάροδο του χρόνου στη συνείδηση της Εκκλησίας η νέα εορτή των Χριστουγέννων, αποτέλεσαν τις προϋποθέσεις, για την καθιέρωση της προ των Χριστουγέννων νηστείας, αλληλεπιδρώντας η ήδη υπάρχουσα τεσσαρακονθήμερη νηστεία της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, που προηγείτο του Πάσχα. Όπως η εορτή, έτσι και η νηστεία, ως προετοιμασία για την υποδοχή της Γεννήσεως του Σωτήρος, εμφανίστηκε αρχικά στη Δύση, όπου η νηστεία αυτή ονομαζόταν νηστεία του αγίου Μαρτίνου, επειδή άρχιζε από την εορτή του αγίου τούτου της Δυτικής Εκκλησίας. Το ίδιο επικράτησε και εν πολλοίς, σε εμάς στην Ανατολή, όπου κάποιοι, ακόμα και τώρα, τη νηστεία των Χριστουγέννων ονομάζουν, σαν τη νηστεία του αγίου Φιλίππου, επειδή προφανώς, αρχίζει την επομένη της μνήμης του Αποστόλου Φιλίππου.
Εκτός, λοιπόν, από τη νηστεία της Μεγάλης Τεσσαρακοστής η Αγία Εκκλησία, δια των αγίων Πατέρων, θέσπισε και τη νηστεία των Χριστουγέννων, η οποία διαρκεί και αυτή σαράντα ημέρες, χωρίς να έχει την αυστηρότητα της νηστείας της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Η νηστεία των Χριστουγέννων αρχίζει τη 15η Νοεμβρίου καί ολοκληρώνεται την 24η Δεκεμβρίου, παραμονή της εορτής της Γεννήσεως του Κυρίου.
Με τον όρο «νηστεία» δηλώνουμε κάθε αποχή από κάποια τρόφιμα, τα οποία έχει καθιερώσει η Ορθόδοξη Εκκλησία μας, με σκοπό να τιμήσει ένα συγκεκριμένο γεγονός του λειτουργικού κύκλου της και να προετοιμάσει τους πιστούς γι' αυτόν. Η νηστεία είναι προτροπή του ίδιου του Θεού και όχι εφεύρημα κάποιων ανθρώπων, που ήθελαν να διασκεδάσουν την πείνα των καταπιεσμένων, όπως κάποιοι, υποστηρίζουν. Ας μη μας διαφεύγει η προτροπή του Κυρίου, ο οποίος μας είχε διαβεβαιώσει, ότι το γένος των δαιμόνων δεν εκδιώκεται, παρά μόνο με νηστεία και προσευχή.
Οι πρώτες ιστορικές μαρτυρίες, που έχουμε για τη νηστεία προ των Χριστουγέννων, ανάγονται για τη Δύση, στον Ε' αιώνα και για την Ανατολή στον ΣΤ΄ αἰώνα. Από τους ανατολικούς συγγραφείς σ’ αυτήν αναφέρονται ο Αναστάσιος Σιναΐτης, ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Νικηφόρος ο Ομολογητής, ο άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης, καθώς επίσης και ο Πατριάρχης Αντιοχείας Θεόδωρος Βαλσαμών. Η νηστεία κατ’ αρχάς, καθώς φαίνεται, ήταν μικρής διάρκειας. Ο Θεόδωρος Βαλσαμών, που γράφει περί τον ΙΒ΄ αιώνα, μας πληροφορεί, για τα όσα ίσχυαν στην εποχή του και την ονομάζει «επταήμερον». Όμως υπό την επίδραση της νηστείας της Μεγάλης Τεσσαρακοστής επεξετάθη και αυτή σε σαράντα μέρες, χωρίς εν τούτοις, να προσλάβει την αυστηρότητα της πρώτης.
Ολόκληρη τη διάρκεια του σαρανταημέρου δεν καταλύουμε κρέας, γαλακτερά και αυγά. Αντίθετα, επιτρέπεται να καταλύουμε ψάρι όλες τις μέρες, εκτός Τετάρτης και Παρασκευής, από την αρχή μέχρι και τη 17η Δεκεμβρίου. Ψάρι καταλύουμε επίσης και κατά την εορτή των Εισοδίων της Θεοτόκου, οποιαδήποτε μέρα κι αν συμπέσει. Από τη 18η μέχρι και την 24η Δεκεμβρίου, παραμονή της εορτής, επιτρέπεται η κατάλυση οίνου και ελαίου μόνο, εκτός των ημερών Τετάρτης και Παρασκευής που θα παρεμβληθούν.
Ο Μέγας Βασίλειος, μιλώντας για τη νηστεία τη θεωρεί, ότι είναι πολύτιμο δώρο του Θεού, ένας θεσμός πανάρχαιος, που διατηρήθηκε σαν πατρική κληρονομιά κι έφτασε μέχρι τις μέρες μας. Συμβουλεύει δε, λέγοντας, να τη υποδεχθείτε με χαρά. «Δεχθείτε οι φτωχοί τη σύντροφό σας. Δεχθείτε οι υπηρέτες την ανάπαυσή σας. Δεχθείτε την οι πλούσιοι, γιατί σας σώζει από τον κίνδυνο του κορεσμού και νοστιμίζει όσα η συνεχής απόλαυση ανοσταίνει. Δεχθείτε την οι ασθενείς, σαν μητέρα της υγείας και οι υγιείς, σαν την εξασφάλιση της ευεξίας». Προτρέπει, επίσης, να αποφεύγουμε τον ισχυρισμό, ότι δεν μπορούμε να νηστέψουμε, φέρνοντας ως πρόφαση ασθένειες και σωματική αδυναμία, διότι το ίδιο ταλαιπωρείται το σώμα με την πολυφαγία. Άλλωστε, συνεχίζει ο Μ. βασίλειος, τι είναι ευκολότερο για το σώμα, να περάσει τη νύχτα μ’ ένα ελαφρό δείπνο ή να πέσει στο κρεβάτι βαρύ απ’ την πολυφαγία; Μπορεί ν’ αναπαυθεί έτσι ή θα στριφογυρίζει παραφορτωμένο και ταλαίπωρο; Ποιο πλοίο μπορεί να κυβερνήσει ευκολότερα ένας καπετάνιος και να το σώσει σε μια θαλασσοταραχή, το βαρυφορτωμένο ή εκείνο που έχει το κανονικό του φορτίο; Το βαρυφορτωμένο δεν θα το βυθίσει μια μικρή τρικυμία; Έτσι και τα σώματα, όταν ταλαιπωρούνται με την πολλή τροφή, εύκολα υποκύπτουν στις αρρώστιες. Ενώ όταν τρέφονται ελαφρά, διατηρούν την καλή τους υγεία.
Εις ό,τι αφορά την πνευματικότητα της νηστείας, ο Μ. Βασίλειος, διατυπώνει την άποψη, ότι η νηστεία ενισχύει την προσευχή και ότι είναι ισχυρό όπλο εναντίον των δαιμόνων. «Αυτό το δαιμονικό γένος δεν μπορεί να διωχθεί με κανένα άλλο μέσο, παρά μόνο με την προσευχή και τη νηστεία», είπε ο Κύριος στην περίπτωση του δαιμονισμένου νέου (Μάρκ. 9:29). Παράλληλα ο Μ. Βασίλειος διδάσκει, ότι δεν πρέπει να περιορίζουμε τη νηστεία μόνο στη δίαιτα, διότι αληθινή νηστεία, λέγει, δεν είναι μόνο η αποχή από ορισμένα φαγητά, αλλά «αλλοτρίωση των παθών», δηλαδή η αποξένωση από τα πάθη και τις αμαρτίες. Να συγχωρούμε τον πλησίον μας, για κάθε τη λύπη μας προξένησε ή για το κακό που σου έκανε. Διαφορετικά, μολονότι δεν τρως κρέας, τρως τον ίδιο τον αδελφό σου. Μολονότι εγκρατεύεσαι στο κρασί, δεν εγκρατεύεσαι στις κακολογίες. Μολονότι νηστεύεις ως το βράδυ, ξοδεύεις την ημέρα σου στα δικαστήρια.
Η Αγία Γραφή αναφέρει: «Ουαί …οἱ μεθύοντες ἄνευ οἴνου», δηλαδή, «Αλίμονο σ’ αυτούς που μεθάνε χωρίς κρασί» (Ησ. 28:1). Τέτοια μέθη είναι ο θυμός, που κάνει την ψυχή να παραφρονήσει. Είναι επίσης ο φόβος, που παραλύει τη διάνοια. Γενικά, κάθε πάθος που ζαλίζει το νου, είναι και μια μέθη. Αν λοιπόν θέλεις να νηστέψεις πραγματικά, παροτρύνει ο Μ. Βασίλειος, πρέπει ν’ αποφύγεις όλα τα πάθη.
Στη Φιλοκαλία ο Άγιος Κασσιανό ο Ρωμαίος, γράφει: «Πρώτα θα κάνω λόγο για την εγκράτεια στα φαγητά, η οποία είναι αντίθετη της γαστριμαργίας, και για τον τρόπο των νηστειών και την ποσότητα των φαγητών. Και αυτά, όχι από τον εαυτό μου, αλλά καθώς παραλάβαμε από τους Αγίους Πατέρες. Εκείνοι, λοιπόν, δεν έχουν παραδώσει ένα κανόνα νηστείας, ούτε έναν τρόπο της διατροφής, ούτε το ίδιο μέτρο, γιατί δεν έχουν όλοι την ίδια δύναμη, είτε λόγω ηλικίας, είτε ασθένειας, είτε καλύτερης συνήθειας του σώματος. Έχουν όμως παραδώσει σε όλους ένα σκοπό, να αποφεύγουμε την αφθονία και να αποστρεφόμαστε το χορτασμό της κοιλιάς». Ακόμη ο Άγιος λέγει ότι για την τέλεια καθαρότητα της ψυχής, δεν αρκεί μόνο η εγκράτεια στα φαγητά, άλλά και αποχή από την οργή, από τη λύπη, από την κενοδοξία, από την υπερηφάνεια, διότι αυτά επιφέρουν τη καθαρότητα της ψυχής».
Η νηστεία, όμως κατά την υπόδειξη του Κυρίου μας, δεν έχει νόημα, χωρίς ευχαριστιακή και λειτουργική ζωής. Έτσι, η εκκλησιαστικὴ παράδοση προβλέπει για την περίοδο αυτή την καθημερινή, τέλεση της Θείας Λειτουργίας. Είναι το λεγόμενο «σαρανταλείτουργο» που είναι μια θαυμάσια δυνατότητα για βίωση τὴς μυστηριακῆς καὶ λατρευτικῆς ζωῆς, γιὰ ἐπαφὴ μὲ τὸν πλοῦτο της υμνολογίας και της ακροάσεως των θείων Γραφών, για συχνότερη θεία κοινωνία, για συχνότερη συγκρότηση της εκκλησιαστικῆς κοινότητας.
Ο άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος λέγει, να πυκνώσουμε τις συνάξεις μας προς ευχαριστία Θεού και εις δόξαν Αυτού. «Όταν γαρ πυκνώς επί το αυτὸ γίνεσθε, καθαιρούνται οι δυνάμεις του σατανά και λύεται ο όλεθρος αυτού». Η δύναμη της Θείας Λειτουργίας δεν είναι μαγική. Είναι η δύναμη της αγάπης και της ενότητας, εν Χριστῷ. Η Θεία Λειτουργία μας μαθαίνει να συγχωρούμε, να αγαπούμε και να είμαστε ενωμένοι με όλους τους ἀνθρώπους.
Γι’ αυτό άλλωστε προσφέρουμε τα Δώρα μας στο Θεό, τον άρτο και τον οίνο, προσευχόμενοι για ζώντες και κεκοιμημένους αδελφούς μας. Η μνημόνευση των ονομάτων των ζώντων και των κεκοιμημένων προσώπων, είναι έργο πολὺ σημαντικὸ και ιερό, που θεσμοθετήθηκε απὸ τους αγίους Αποστόλους και επιτελείται αδιάλειπτα μέσα στους αιώνες.
Ο άγιοςΙωάννης της Κροστάνδης, λέγει ότι «στην Θεία Λειτουργία τελείται το μυστήριο της αγάπης. Και η αγάπη στην ουσία της είναι μεταδοτική. Η αγάπη, ιδιαίτερα η θεία, σπεύδει να σκορπίσει το φως της, τη χαρά της σε όλους», και συμπληρώνει: «ω αγάπη τελειότατη, που τα πάντα αγκαλιάζεις! Ω αγάπη ισχυρότατη, τί να προσφέρουμε σαν ευγνωμοσύνη στον Θεό για την αγάπη Του προς εμάς;» Η αγάπη αυτή βρίσκεται στην θυσία τού Χριστού, πού προσφέρεται για την άπελευθέρωσι όλων από κάθε κακία.
Νηστεύοντας με αυτό τον τρόπο, αποφεύγοντας, δηλαδή κάθε είδους αμαρτίας και πάθους, που ενεργούνται δια μέσου των αισθήσεών μας, η νηστεία μας, γίνεται ευπρόσδεκτη στο Θεό και θα φτάσουμε στην αγία ημέρα των Χριστουγέννων αναγεννημένοι, καθαροί και άξιοι της υποδοχής του Μεγάλου Μυστηρίου της Θείας Ενανθρωπίσεως του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου