Δευτέρα 1 Ιανουαρίου 2024

Ἡ μεταμόρφωση τοῦ χρόνου

 π. Βασίλειος Ι. Καλλιακμάνης


α) Σὲ κάθε ἐποχὴ ὁ ἄνθρωπος ἐπιθυμεῖ νὰ μετρήσει, νὰ ἐλέγξει καὶ νὰ προσδιορίσει τὴν ἀξία τοῦ χρόνου ἀλλὰ καὶ νὰ ὑπερβεῖ, ἐὰν εἶναι δυνατόν, τὰ ὅριά του.


Αὐτὸ φαίνεται ἀπὸ τὰ μνημεῖα τοῦ παγκόσμιου πολιτισμοῦ, καθὼς καὶ ἀπὸ διάφορες ἀντιλήψεις ποὺ διατυπώθηκαν γι’ αὐτόν. Στοὺς ἐξωβιβλικοὺς λαοὺς καὶ τὶς κοσμικὲς θρησκεῖες ἀναπτύχθηκαν μυθολογικὲς ἀπόψεις γιὰ τὴν ἱερότητα καὶ τὴν ἀνακύκληση τοῦ χρόνου. Ἔτσι προέκυψε ἡ ἀντίληψη, ὅτι ὁ χρόνος ἀνακυκλώνεται. Ἡ θέση αὐτὴ εἶχε ἐπικρατήσει καὶ στὴν ἀρχαιοελληνικὴ σκέψη.


β) Κατὰ τὴν προχριστιανικὴ περίοδο δημιουργήθηκαν διάφοροι ἑορταστικοὶ κύκλοι. Ἡ πρώτη ἑκάστου μηνός, ἡ πρώτη του ἔτους, οἱ ἰσημερίες, τὰ ἡλιοστάσια ἢ διάφορα σημαντικὰ γεγονότα γίνονταν ἀφορμὴ ἑορτασμῶν. Στὴν Παλαιὰ Διαθήκη λ.χ. τὸ Σάββατο συνδέθηκε μὲ τὴν ἕβδομη ἡμέρα τῆς δημιουργίας καὶ ὡς ἡμέρα καταπαύσεως τοῦ Θεοῦ «ἀπὸ πάντων τῶν ἔργων αὐτοῦ» προσέλαβε βαθὺ ἑορταστικὸ συμβολισμό. Ὁ ἀριθμὸς ἑπτὰ θεωρούμενος ἐντός του ἑβδομαδιαίου κύκλου, συμβολίζει τὴν πληρότητα τῆς δημιουργίας καὶ συγχρόνως τὸν κοσμικὸ χρόνο τῆς ἑβδομάδος.


γ) Ὅμως, ἡ θρησκευτικὴ τυποποίηση τῆς ἀργίας τοῦ Σαββάτου καθὼς καὶ τῶν ἄλλων ἑορτῶν τὶς ἀπομάκρυνε ἀπὸ τὸ ἀνθρωπιστικό τους περιεχόμενο. Ἔτσι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ διὰ τοῦ προφήτου γίνεται ἐπιτιμητικός: «Τὰ νουμηνίας καὶ τὰ Σάββατα ὑμῶν μισεῖ ἡ ψυχή μου… Μάθετε τὸ καλὸ νὰ κάνετε, τὴ δικαιοσύνη ἐπιδιῶξτε, τὸν καταπιεσμένο βοηθῆστε» (Ἤσ. 1, 13 κ.ε.). Ἡ Ἐκκλησία, μεταθέτοντας τὸ κέντρο βάρους ἀπὸ τὸ Σάββατο στὴν Κυριακή, ἡ ὁποία εἶναι ταυτόχρονα ἡ πρώτη καὶ ὄγδοη ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος, διανοίγει τὸ χῶρο τῆς χάριτος καὶ τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ἡ Κυριακὴ ὡς κατεξοχὴν ἀναστάσιμη ἡμέρα γίνεται τὸ ἑβδομαδιαῖο Πάσχα.


δ) Γιὰ τοὺς χριστιανοὺς οἱ μῆνες, οἱ χρόνοι, οἱ αἰῶνες καὶ οἱ χιλιετίες βρίσκονται στὰ χέρια τοῦ Κυρίου Παντοκράτορος. Ἐκεῖνος ἐξουσιάζει τὸ χρόνο καὶ ἀνάγει στὴν αἰωνιότητα, ἀφοῦ εἶναι ἄναρχος καὶ αἰώνιος. «Κατ’ ἀρχὰς σύ, Κύριε τὴν γῆν ἐθεμελίωσας καὶ ἔργα τῶν χειρῶν σου εἰσὶν οἱ οὐρανοί», διδάσκει ἡ Γραφὴ καὶ συνεχίζει: «Αὐτοὶ θὰ ἐξαφανιστοῦν, ἐνῶ ἐσὺ θὰ παραμένεις. Τὰ πάντα θὰ παλιώσουν σὰν ροῦχο… Ἐσὺ ὅμως παραμένεις ὁ ἴδιος, τὰ χρόνια σου ποτὲ δὲν θὰ τελειώσουν» (Ἑβρ. 1, 10-12).


ε) Στὸ ἑορτολόγιο τῆς Ἐκκλησίας μὲ τὴν καλλιέργεια τῆς μνήμης προβάλλονται ὡς παρόντα ὅλα ἐκεῖνα τὰ σωστικὰ γεγονότα, ποὺ ὁ Θεὸς μετέρχεται ἐντός της ἱστορίας γιὰ τὴ λύτρωση τοῦ ἀνθρώπου. Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, Περιτομή, Ὑπαπαντή, Βάπτιση, Μεταμόρφωση, Σταύρωση, Ἀνάσταση καὶ Ἀνάληψη βιώνονται ὡς γεγονότα τοῦ παρόντος. Ἑορτάζεται ἀκόμη ἡ μνήμη τῶν φίλων του Θεοῦ, τῶν ἁγίων, τῶν δικαίων, τῶν προφητῶν, τῶν ἀποστόλων, τῶν μαρτύρων, τῶν ἱεραρχῶν, τῶν ὁμολογητῶν, τῶν ὁσίων, ἀλλὰ καὶ τῶν νεομαρτύρων ποῦ εὐαρέστησαν τὸ Θεὸ καὶ ἀγάπησαν τὸν συνάνθρωπο σὲ καιροὺς χαλεπούς.


στ) Στὴν Ἐκκλησία φανερώνεται, τί ἔκαμε ὁ Θεὸς γιὰ τὸ πλάσμα του, ἀλλὰ καὶ τί μπορεῖ νὰ ἐπιτύχει ὁ ἄνθρωπος, ὅταν φωτίζεται ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ ἐμπνέεται ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Οἱ χριστιανοὶ ἂν καὶ εὔχονται τὰ ἔτη νὰ εἶναι πολλά, καλὰ καὶ εἰρηνικά, δὲν θεωροῦν τὸ χρόνο ὡς ὑπέρτατο ἀγαθό. Τὸν θεωροῦν ὡς καιρὸ ἀγῶνος καὶ ἀσκήσεως πνευματικῆς, ἀφοῦ προσεύχονται «τὸν ὑπόλοιπον χρόνον τῆς ζωῆς τους νὰ διέρχονται ἐν εἰρήνη καὶ μετανοία».


ζ) Στὸν παρόντα χρόνο προετοιμάζεται μὲ τὴ συνεργία τοῦ Παρακλήτου ἡ συμμετοχὴ στὸν Παράδεισο τῆς θείας ἀγάπης. Ὅποιος καταθέτει τὴ ζωή του στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ καὶ τηρεῖ τὶς ἐντολές του, δὲν φοβᾶται τὸ μέλλον. Ἐμπνέεται ἀπὸ τὴν πίστη τῶν προφητῶν, τῶν ἀποστόλων καὶ τῶν ἁγίων του παρελθόντος, ἀγωνίζεται γιὰ τὴ βίωση τῆς ἀγάπης στὸ παρὸν καὶ διατηρεῖ ζωντανὴ τὴν ἐλπίδα μετοχῆς στὴ μέλλουσα βασιλεία καὶ δόξα. Τότε μπορεῖ νὰ ἀπευθύνεται σὲ Ἐκεῖνον ποὺ εἶναι «τὸ Α καὶ τὸ Ω, ὁ πρῶτος καὶ ὁ ἔσχατος, ἀρχὴ καὶ τέλος», καὶ νὰ τοῦ λέγει: «Ναὶ ἔρχου Κύριε Ἰησοῦ» (Ἀποκ. 22,13).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου