Κυριακή 26 Φεβρουαρίου 2023

«Μή φανῇς...» (Ματθ. 6, 18)

 Βρισκόμαστε σήμερα στό κατώφλι τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Ἀπό αὔριο ξεκινᾶμε τήν ὄμορφη καί εὐλογημένη περίοδο τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα τῆς νηστείας, ἡ ὁποία θά μᾶς ὁδηγήσει στον λαμπροφόρο καί ζωηφόρο Τάφο τοῦ Νικητῆ τοῦ θανάτου τό βράδυ τῆς Ἀνάστασης. Ἀνοίγεται μπροστά μας τό μονοπάτι τῆς προσπάθειας, μέ τήν ὁποία θά δείξουμε στόν Θεό πόσο Τόν ἀγαπᾶμε. Ἀρχίζει ἡ φιλότιμη μετάνοια, μέσῳ τῆς ὁποίας θά ἀπολαύσουμε τή θεϊκή υἱοθεσία καί τήν Πατρική ἀγκαλιά, πού πάντοτε μᾶς περιμένει. 


Στό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα ὁ Χριστός μᾶς δίνει μία ὁδηγία ἀποφασιστικῆς σημασίας, γιά νά εἶναι ὁ πνευματικός μας ἀγώνας σωστός καί καρποφόρος. Μᾶς ὁμιλεῖ γιά τή συγχώρεση, τή νηστεία καί τήν ἀφιλαργυρία, ἀλλά ἡ σημαντική ὁδηγία πού μᾶς δίνει εἶναι τό «μή φανῇς»!


Γιά τόν Χριστό ὅλη ἡ πνευματική ζωή ἔχει ἀξία καί περιεχόμενο ὅταν γίνεται μυστικά καί ἀθόρυβα. Μᾶς λέγει σήμερα νά μήν ἀνάψουμε τούς προβολεῖς τῆς ἔπαρσης καί διαφημίσουμε τόν ἑαυτό μας. Μᾶς καλεῖ νά κρύψουμε τήν πνευματική μας προσπάθεια. Θέλει νά κινηθοῦμε στή σκιά καί στό παρασκήνιο τοῦ θεάτρου. Μήν ἐπιχειρήσουμε νά εἴμαστε οἱ πρωταγωνιστές οὔτε ἀκόμη καί οἱ κομπάρσοι. 


Μᾶς θέλει, ἐάν εἶναι δυνατόν, νά εἴμαστε ἀόρατοι. Νά δώσουμε τόν ἀγώνα μας τόσο συγκεκαλυμμένα καί τόσο μυστικά, πού κανείς νά μήν τό καταλάβει. Μάλιστα ὄχι μόνον αὐτό, ἀλλά νά κρύψουμε τόσο πολύ τά πνευματικά μας παλαίσματα, ὥστε νά φαινόμαστε μᾶλλον ὡς θεατές παρά ὡς ἀθλητές. Μᾶς καλεῖ νά παρουσιαζόμαστε ὡς ἀμελεῖς, ἐνῶ εἴμαστε ἐπιμελεῖς. Μᾶς προτρέπει νά δείχνουμε χοϊκοί, ἐνῶ εἴμαστε οὐράνιοι. Μᾶς ὠθεῖ στό νά προκαλέσουμε τήν περιφρόνηση καί τήν ἀδιαφορία τῶν ἄλλων καί ὄχι τόν θαυμασμό τους. Δέν τά λέγει αὐτά ὁ Χριστός γιά νά μᾶς ἐμπνεύσει τήν ὑποκρισία καί τό ψέμα. Τά λέγει γιά νά μᾶς ἐμπνεύσει τήν ταπείνωση καί τή μετριοπάθεια. Νά ἀποστραφοῦμε τήν ἔπαρση, τήν αὐτοδιαφήμιση, τήν αὐτοεκτίμηση, τήν ἀλαζονεία καί τόν ἐγωισμό. Νά φύγουμε μακριά ἀπό τήν προσοχή τῶν ἀνθρώπων, γιά νά προσελκύσουμε τήν προσοχή καί τήν ἐκτίμηση τοῦ Θεοῦ.


Τό «μή φανῇς» ἀκούγεται δύσκολο καί ἀνέφικτο σέ ἕναν κόσμο πού ζεῖ γιά τή διαφήμιση καί ἱκανοποιεῖται ἀπό τήν προβολή. Τό «μή φανῇς» φαίνεται ἄδικο, ὅταν κάνεις τόσο κόπο καί καταβάλλεις μεγάλη προσπάθεια, τήν ὁποία δέν σοῦ ἀφήνει τό περιθώριο ὁ Χριστός νά τήν ἐκτιμήσουν οἱ ἄνθρωποι. Τό «μή φανῇς» φαίνεται καί ἀντιφατικό, ὅταν ὁ ἴδιος ὁ Χριστός μᾶς λέγει πώς εἴμαστε τό λυχνάρι πού φωτίζει τό δωμάτιο, ἡ πόλη πού χτίστηκε πάνω στό βουνό, τό ἁλάτι πού νοστιμίζει τόν κόσμο, τό προζύμι πού φουσκώνει ὅλο τό ζυμάρι. Φαίνεται ἀκατόρθωτο καί ἀντιφατικό νά εἴμαστε τά παραδείγματα τῶν ἄλλων, ἐνῶ ταυτόχρονα πρέπει νά μένουμε στήν ἀφάνεια καί στό παρασκήνιο. Πῶς μποροῦμε νά γίνουμε τό παράδειγμα, ὅταν ὁ ἄλλος δέν γνωρίζει γιά μᾶς;


Αὐτό εἶναι τό μυστήριο τῆς ταπείνωσης, πού δέν μπορεῖ νά συλλάβει καί νά κατανοήσει ὁ κόσμος. Ὁ χριστιανός γίνεται τό παράδειγμα γιά τούς ἄλλους, χωρίς νά τό ἐπιχειρήσει ὁ ἴδιος. Γίνεται ὁδηγός, χωρίς νά τό ζητήσει. Γίνεται σημεῖο ἀναφορᾶς καί ὁδοδείκτης, χωρίς νά κάνει εἰδική προσπάθεια γιά τήν προβολή τοῦ ἑαυτοῦ του. Τόν ταπεινό ἀγωνιστή ἀναλαμβάνει νά τόν προβάλλει ὁ Θεός τόσο ὅσο πρέπει καί ὅσο εἶναι χρήσιμο γιά τήν Ἐκκλησία. Ὅπως ὁ ἀθλητής ἀθλεῖται γιά νά γυμνάσει τόν ἑαυτό του καί ἐπειδή ἀγαπάει τόν ἀθλητισμό καί ὄχι γιά τήν προβολή καί τή διαφήμισή του, ἔτσι καί ὁ ἀγωνιστής τῆς ἀρετῆς ἀγωνίζεται ἐπειδή ἀγαπάει τόν Χριστό καί ὄχι γιά τή δημόσια προβολή του. Ἡ νηστεία, ἡ ἐλεημοσύνη, ἡ ἀγάπη, ἡ συγχώρεση, ἡ προσευχή γίνονται μυστικά καί ἀθόρυβα, καρποφοροῦν γλυκά καί πλούσια, αὐξάνονται κατά τή φιλοτιμία τοῦ πιστοῦ πού τά ἀσκεῖ.


Δέν προβάλλονται ἀπό τόν ἴδιο. Δέν διαδίδονται ἀπό κανέναν. Δέν φαίνονται δημόσια.


Ὅταν ὁ Θεός ἀποφασίσει νά οἰκοδομήσει τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας Του, Ἐκεῖνος θά προβάλλει τά κατορθώματα τῶν παιδιῶν Του, ὄχι γιά τό δικό τους ἔπαινο οὔτε γιά τή δική τους προβολή ἀλλά γιά τήν ὠφέλεια καί τόν παραδειγματισμό τῶν πιό μικρῶν καί τῶν πιό ράθυμων. Οἱ ταπεινοί ἀγωνιστές τῆς πίστης κρύβονται κάτω ἀπό τό ροῦχο τῆς ταπείνωσης, ὅπως κρύβει ὁ καλογυμνασμένος ἀθλητής τό σῶμα του κάτω ἀπό τά ροῦχα τῆς σωφροσύνης καί τῆς εὐπρέπειας.


Σ’ αὐτή τήν ἐποχή πού οἱ ἄνθρωποι ἐκτιμοῦν μόνον ὅ,τι κάνει ὑπερβολικό θόρυβο, ὁ Χριστός μᾶς καλεῖ νά περπατήσουμε τό μονοπάτι τῆς νηστείας ἀθόρυβα. Δέν πρέπει κανείς νά καταλάβει τή δουλειά πού κάνουμε γιά τήν πνευματική μας συγκρότηση. Ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο θά κατορθώσουμε νά παραμείνουμε ἀφανεῖς καί ἀόρατοι θά μᾶς ὑποδειχθεῖ ἀπό τόν πνευματικό ὁδηγό καί πατέρα. Εἶναι ἀδιανόητο νά ἐπιδοθοῦμε στά πνευματικά ἀθλήματα τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, χωρίς νά ἔχουμε ἐπαφή μέ τόν πνευματικό. Στό πετραχήλι του δέν θά σβήσουμε μόνο τά λάθη μας. Θά ἐκμυστηρευτοῦμε τίς ἰδιαιτερότητές μας καί θά ζητήσουμε συγκεκριμένες ὁδηγίες, ἔτσι ὥστε ἡ προσπάθεια τῆς νηστείας νά εἶναι καρποφόρα ἀλλά καί ἀθόρυβη. Εἶναι πολύ δύσκολο ἤ μᾶλλον ἀκατόρθωτο νά ἀσκηθοῦμε, νά νηστέψουμε, νά προσευχηθοῦμε, νά ἐλεήσουμε, νά καλλιεργηθοῦμε, νά μετέχουμε στά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας καί νά μήν πέσουμε στήν ἔπαρση καί στόν ἐγωισμό. Ἐάν συλλάβουμε τόν ἑαυτό μας νά ὁμιλεῖ γιά τίς ἐπιδόσεις του καί γιά τίς καλές του πράξεις, τότε νά ξέρουμε ὅτι πέσαμε στήν ἔπαρση. Ἐάν ἔχουμε τήν τάση νά περιαυτολογοῦμε, νά ξέρουμε ὅτι χάσαμε τό μονοπάτι τοῦ Θεοῦ καί βαδίζουμε στή λεωφόρο τοῦ πονηροῦ. Ἐάν χαμογελᾶμε ὅταν ἀκοῦμε τόν ἔπαινο τῶν ἀνθρώπων, τότε πρέπει νά κλάψουμε, διότι χάσαμε τόν ἔπαινο τοῦ Θεοῦ.


Ἀπό αὔριο ξεκινάει ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Ἄς ριχτοῦμε στήν παλαίστρα της μέ θέληση, φιλότιμο, ὁρμή καί μαχητικότητα. Ἄς εἰσέλθουμε στόν στίβο της μέ τίς ὁδηγίες τοῦ πνευματικοῦ μας προπονητῆ. Ἄς ἀνέβουμε τά σκαλοπάτια της μετρημένα, ἀθόρυβα καί ταπεινά. Τότε θά ἔχουμε ἥσυχη τή συνείδησή μας ὅτι εἴμαστε τίμιοι μέ τόν Χριστό πού ἀγαπᾶμε. Τότε θά εἴμαστε καί ἄξιοι νά ἀκούσουμε ἀπό τό Θεανδρικό στόμα Του τή μεγάλη ὑπόσχεση, πού εἶναι ἡ ἀναφαίρετη καί παντοτινή μας ἐλπίδα: «ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοι ἐν τῷ φανερῷ». Μακάρι αὐτῆς τῆς ὑπόσχεσης νά εἴμαστε ἄξιοι ἀποδέκτες. Ἀμήν.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου