1. Ἡ εὐλογία τοῦ Κυρίου
Τὸ Ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα ποὺ ἀκούσαμε σήμερα, μᾶς συνδέει μὲ τὸ γεγονὸς τῆς ἑορτῆς. «Χωρὶς πάσης ἀντιλογίας τὸ ἔλαττον ὑπὸ τοῦ κρείττονος εὐλογεῖται», ἀναφέρει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Δηλαδή, εἶναι ἀναντίρρητο καὶ ὁμολογημένο ὅτι τὸ μικρότερο καὶ κατώτερο εὐλογεῖται ἀπὸ τό μεγαλύτερο καὶ ἀνώτερο.
Πράγματι, αὐτὸ εἶναι τὸ σωστό: ὁ πατέρας νὰ δίνει τὴν εὐχή του στὰ παιδιά του, ὁ Πνευματικὸς στὰ πνευματικά του παιδιά, ὁ Ἐπίσκοπος νὰ εὐλογεῖ τὸ ποίμνιό του. Αὐτὸ συνέβη καὶ στὴ συνάντηση τοῦ Ἀβραὰμ μὲ τὸν ἱερέα τοῦ Θεοῦ Μελχισεδέκ, στὴν ὁποία ἀναφέρεται ἡ περικοπή. Στὴ συνάντηση ἐκείνη ὁ Μελχισεδέκ, ποὺ προτύπωνε τὸν αἰώνιο Ἀρχιερέα Ἰησοῦ Χριστό, εὐλόγησε τὸν Ἀβραάμ, ἐνῶ ὁ ἔνδοξος Πατριάρχης γιὰ νὰ τιμήσει τὸν Μελχισεδὲκ τοῦ χάρισε τὸ ἕνα δέκατο ἀπὸ τὰ πιὸ ἐκλεκτὰ λάφυρά του.
Μία ἀντίστοιχη σκηνὴ ἐκτυλίσσεται καὶ στὴ σημερινὴ ἑορτή. Ὁ αἰώνιος καὶ Μέγας Ἀρχιερέας Ἰησοῦς Χριστὸς ὡς τεσσαρακονθήμερο Βρέφος συναντᾶται στὸν Ναὸ μὲ τὸν πρεσβύτη Συμεών, καὶ ὅπως τότε ὁ Ἀβραὰμ εὐλογήθηκε ἀπὸ τόν Μελχισεδέκ, ἔτσι καὶ τώρα ὁ Συμεὼν εὐλογεῖται ἀπὸ τὸν Κύριο, καθὼς ἀξιώνεται νὰ Τὸν κρατήσει στὰ χέρια του. Γι᾿ αὐτὸ καὶ μὲ τόση προθυμία καὶ οὐράνιο πόθο Τὸν δέχεται στὴν ἀγκάλη του, ἀφοῦ κατανοεῖ ὅτι τὸ θεῖο αὐτὸ Βρέφος εἶναι τὸ «κρεῖττον», δηλαδὴ τὸ ἀνώτερο, ἐνῶ ὁ ἴδιος εἶναι τὸ «ἔλαττον», δηλαδὴ τὸ κατώτερο.
Πόσο εὐτυχισμένος θὰ ἔνιωσε ὁ Συμεὼν ποὺ ἀξιώθηκε αὐτῆς τῆς μεγάλης εὐλογίας ἀπὸ τὸν Θεό! Γιὰ νὰ λαμβάνουμε λοιπὸν κι ἐμεῖς τὴν εὐλογία Του, θὰ πρέπει μὲ τὸν ἴδιο πόθο ποὺ εἶχε ὁ Συμεὼν νὰ προσεγγίζουμε τὸν Κύριο. Μὲ τὴν ἴδια λαχτάρα νὰ μελετοῦμε τὰ θεῖα λόγια Του· μὲ ἀντίστοιχη προσμονὴ νὰ μετέχουμε στὴ θεία Λατρεία. Τὸ ἴδιο εὐτυχισμένοι καὶ μακάριοι θὰ εἴμαστε κάθε φορὰ ποὺ μὲ τὴν εὐλάβεια τοῦ Συμεὼν θὰ δεχόμαστε τὸν Κύριο τῆς δόξης, ὄχι ἁπλὰ στὴν ἀγκάλη μας, ἀλλὰ μέσα μας, ὅταν ἑνωνόμαστε μαζί Του διὰ τοῦ Μυστηρίου τῆς θείας Εὐχαριστίας.
2. Ὁ αἰώνιος Ἀρχιερέας Χριστὸς
Ποιὸς ἦταν ὅμως ὁ Μελχισεδὲκ καὶ γιατί προτυπώνει τὸν Ἰησοῦ Χριστό; Οἱ πληροφορίες ποὺ ἔχουμε γιὰ τὸ αἰνιγματικὸ αὐτὸ πρόσωπο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης εἶναι ἐλάχιστες. Δὲν γνωρίζουμε πότε γεννήθηκε, οὔτε ποιοὶ ἦταν οἱ γονεῖς του, οὔτε πότε πέθανε καὶ ἂν εἶχε ἀπογόνους. Τὸ μόνο ποὺ πληροφορούμαστε γι᾿ αὐτὸν εἶναι ὅτι ἦταν βασιλιὰς τῆς Σαλὴμ καὶ ἱερέας τοῦ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου. Τὸν βλέπουμε μία καὶ μοναδικὴ φορὰ στὴ συνάντηση ποὺ προαναφέραμε μὲ τὸν πατριάρχη Ἀβράαμ. Καμία ἄλλη ἀναφορὰ στὴ σπουδαία καὶ μυστηριώδη αὐτὴ προσωπικότητα.
Γι᾿ αὐτὸ καὶ χαρακτηρίζεται «ἀπάτωρ, ἀμήτωρ, ἀγενεαλόγητος, μήτε ἀρχὴν ἡμερῶν μήτε ζωῆς τέλος ἔχων,… μένει ἱερεὺς εἰς τὸ διηνεκές» (Ἑβρ. ζ΄ 3). Δηλαδή, ἐνῶ ἡ Ἁγία Γραφὴ μᾶς καθιστᾶ πάντοτε γνωστὴ τὴν καταγωγὴ καὶ τὴ γενεαλογία τῶν ἐπίσημων προσώπων, μνημονεύει μάλιστα καὶ τὸν θάνατό τους, ἐδῶ ἐπίτηδες ἀποσιωπᾶ καὶ τὴν καταγωγὴ καὶ τὸν θάνατο τοῦ Μελχισεδέκ. Κι ἔτσι παρουσιάζεται ὁ ἱερεὺς αὐτὸς τοῦ Θεοῦ, χωρὶς πατέρα, χωρὶς μητέρα, χωρὶς γενεαλογία. Σὰν νὰ μὴν ἔχει οὔτε ἀρχὴ ἡμερῶν οὔτε τέλος ζωῆς, ἀλλὰ ζεῖ αἰώνια.
Συνεπῶς, ὁ Μελχισεδὲκ προτυπώνει τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, ὁ Ὁποῖος εἶναι ἀπάτωρ ὡς ἄνθρωπος, διότι γεννήθηκε μόνο ἀπὸ τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο μὲ τὴν ἐπέλευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Εἶναι ἀμήτωρ ὡς Θεός, διότι γεννᾶται μόνο ἀπὸ τὸν Πατέρα. Εἶναι ἀγενεαλόγητος, διότι εἶναι Θεὸς Ἄναρχος, ὁ Ὁποῖος δὲν ἔχει δημιουργηθεῖ ἀπὸ κάποιον· δὲν ἔχει δηλαδὴ ἀρχή. Εἶναι ὅμως καὶ αἰώνιος Ἀρχιερέας, διότι μὲ τὴν ὑπέρτατη σταυρική Του θυσία καὶ τὴ διηνεκὴ μεσιτεία Του στὸν θρόνο τοῦ Πατέρα σώζει ὅλους ὅσοι πιστεύουν σὲ Ἐκεῖνον.
Δὲν ὑπάρχει, ἑπομένως, λόγος νὰ ἀπελπιζόμαστε, ὅσο μεγάλο κι ἂν εἶναι τὸ βάρος τῶν ἁμαρτιῶν μας. Τὸ ἔλεος τοῦ Κυρίου εἶναι ἀπείρως μεγαλύτερο! Ἀρκεῖ μόνο νὰ προστρέχουμε μὲ μετάνοια στὸν αἰώνιο Ἀρχιερέα Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ νὰ γινόμαστε κοινωνοὶ τῆς θυσίας Του, μετέχοντας στὸ φιλανθρωπότατο Μυστήριο τῆς ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως.
Τὸ Ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα ποὺ ἀκούσαμε σήμερα, μᾶς συνδέει μὲ τὸ γεγονὸς τῆς ἑορτῆς. «Χωρὶς πάσης ἀντιλογίας τὸ ἔλαττον ὑπὸ τοῦ κρείττονος εὐλογεῖται», ἀναφέρει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Δηλαδή, εἶναι ἀναντίρρητο καὶ ὁμολογημένο ὅτι τὸ μικρότερο καὶ κατώτερο εὐλογεῖται ἀπὸ τό μεγαλύτερο καὶ ἀνώτερο.
Πράγματι, αὐτὸ εἶναι τὸ σωστό: ὁ πατέρας νὰ δίνει τὴν εὐχή του στὰ παιδιά του, ὁ Πνευματικὸς στὰ πνευματικά του παιδιά, ὁ Ἐπίσκοπος νὰ εὐλογεῖ τὸ ποίμνιό του. Αὐτὸ συνέβη καὶ στὴ συνάντηση τοῦ Ἀβραὰμ μὲ τὸν ἱερέα τοῦ Θεοῦ Μελχισεδέκ, στὴν ὁποία ἀναφέρεται ἡ περικοπή. Στὴ συνάντηση ἐκείνη ὁ Μελχισεδέκ, ποὺ προτύπωνε τὸν αἰώνιο Ἀρχιερέα Ἰησοῦ Χριστό, εὐλόγησε τὸν Ἀβραάμ, ἐνῶ ὁ ἔνδοξος Πατριάρχης γιὰ νὰ τιμήσει τὸν Μελχισεδὲκ τοῦ χάρισε τὸ ἕνα δέκατο ἀπὸ τὰ πιὸ ἐκλεκτὰ λάφυρά του.
Μία ἀντίστοιχη σκηνὴ ἐκτυλίσσεται καὶ στὴ σημερινὴ ἑορτή. Ὁ αἰώνιος καὶ Μέγας Ἀρχιερέας Ἰησοῦς Χριστὸς ὡς τεσσαρακονθήμερο Βρέφος συναντᾶται στὸν Ναὸ μὲ τὸν πρεσβύτη Συμεών, καὶ ὅπως τότε ὁ Ἀβραὰμ εὐλογήθηκε ἀπὸ τόν Μελχισεδέκ, ἔτσι καὶ τώρα ὁ Συμεὼν εὐλογεῖται ἀπὸ τὸν Κύριο, καθὼς ἀξιώνεται νὰ Τὸν κρατήσει στὰ χέρια του. Γι᾿ αὐτὸ καὶ μὲ τόση προθυμία καὶ οὐράνιο πόθο Τὸν δέχεται στὴν ἀγκάλη του, ἀφοῦ κατανοεῖ ὅτι τὸ θεῖο αὐτὸ Βρέφος εἶναι τὸ «κρεῖττον», δηλαδὴ τὸ ἀνώτερο, ἐνῶ ὁ ἴδιος εἶναι τὸ «ἔλαττον», δηλαδὴ τὸ κατώτερο.
Πόσο εὐτυχισμένος θὰ ἔνιωσε ὁ Συμεὼν ποὺ ἀξιώθηκε αὐτῆς τῆς μεγάλης εὐλογίας ἀπὸ τὸν Θεό! Γιὰ νὰ λαμβάνουμε λοιπὸν κι ἐμεῖς τὴν εὐλογία Του, θὰ πρέπει μὲ τὸν ἴδιο πόθο ποὺ εἶχε ὁ Συμεὼν νὰ προσεγγίζουμε τὸν Κύριο. Μὲ τὴν ἴδια λαχτάρα νὰ μελετοῦμε τὰ θεῖα λόγια Του· μὲ ἀντίστοιχη προσμονὴ νὰ μετέχουμε στὴ θεία Λατρεία. Τὸ ἴδιο εὐτυχισμένοι καὶ μακάριοι θὰ εἴμαστε κάθε φορὰ ποὺ μὲ τὴν εὐλάβεια τοῦ Συμεὼν θὰ δεχόμαστε τὸν Κύριο τῆς δόξης, ὄχι ἁπλὰ στὴν ἀγκάλη μας, ἀλλὰ μέσα μας, ὅταν ἑνωνόμαστε μαζί Του διὰ τοῦ Μυστηρίου τῆς θείας Εὐχαριστίας.
2. Ὁ αἰώνιος Ἀρχιερέας Χριστὸς
Ποιὸς ἦταν ὅμως ὁ Μελχισεδὲκ καὶ γιατί προτυπώνει τὸν Ἰησοῦ Χριστό; Οἱ πληροφορίες ποὺ ἔχουμε γιὰ τὸ αἰνιγματικὸ αὐτὸ πρόσωπο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης εἶναι ἐλάχιστες. Δὲν γνωρίζουμε πότε γεννήθηκε, οὔτε ποιοὶ ἦταν οἱ γονεῖς του, οὔτε πότε πέθανε καὶ ἂν εἶχε ἀπογόνους. Τὸ μόνο ποὺ πληροφορούμαστε γι᾿ αὐτὸν εἶναι ὅτι ἦταν βασιλιὰς τῆς Σαλὴμ καὶ ἱερέας τοῦ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου. Τὸν βλέπουμε μία καὶ μοναδικὴ φορὰ στὴ συνάντηση ποὺ προαναφέραμε μὲ τὸν πατριάρχη Ἀβράαμ. Καμία ἄλλη ἀναφορὰ στὴ σπουδαία καὶ μυστηριώδη αὐτὴ προσωπικότητα.
Γι᾿ αὐτὸ καὶ χαρακτηρίζεται «ἀπάτωρ, ἀμήτωρ, ἀγενεαλόγητος, μήτε ἀρχὴν ἡμερῶν μήτε ζωῆς τέλος ἔχων,… μένει ἱερεὺς εἰς τὸ διηνεκές» (Ἑβρ. ζ΄ 3). Δηλαδή, ἐνῶ ἡ Ἁγία Γραφὴ μᾶς καθιστᾶ πάντοτε γνωστὴ τὴν καταγωγὴ καὶ τὴ γενεαλογία τῶν ἐπίσημων προσώπων, μνημονεύει μάλιστα καὶ τὸν θάνατό τους, ἐδῶ ἐπίτηδες ἀποσιωπᾶ καὶ τὴν καταγωγὴ καὶ τὸν θάνατο τοῦ Μελχισεδέκ. Κι ἔτσι παρουσιάζεται ὁ ἱερεὺς αὐτὸς τοῦ Θεοῦ, χωρὶς πατέρα, χωρὶς μητέρα, χωρὶς γενεαλογία. Σὰν νὰ μὴν ἔχει οὔτε ἀρχὴ ἡμερῶν οὔτε τέλος ζωῆς, ἀλλὰ ζεῖ αἰώνια.
Συνεπῶς, ὁ Μελχισεδὲκ προτυπώνει τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, ὁ Ὁποῖος εἶναι ἀπάτωρ ὡς ἄνθρωπος, διότι γεννήθηκε μόνο ἀπὸ τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο μὲ τὴν ἐπέλευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Εἶναι ἀμήτωρ ὡς Θεός, διότι γεννᾶται μόνο ἀπὸ τὸν Πατέρα. Εἶναι ἀγενεαλόγητος, διότι εἶναι Θεὸς Ἄναρχος, ὁ Ὁποῖος δὲν ἔχει δημιουργηθεῖ ἀπὸ κάποιον· δὲν ἔχει δηλαδὴ ἀρχή. Εἶναι ὅμως καὶ αἰώνιος Ἀρχιερέας, διότι μὲ τὴν ὑπέρτατη σταυρική Του θυσία καὶ τὴ διηνεκὴ μεσιτεία Του στὸν θρόνο τοῦ Πατέρα σώζει ὅλους ὅσοι πιστεύουν σὲ Ἐκεῖνον.
Δὲν ὑπάρχει, ἑπομένως, λόγος νὰ ἀπελπιζόμαστε, ὅσο μεγάλο κι ἂν εἶναι τὸ βάρος τῶν ἁμαρτιῶν μας. Τὸ ἔλεος τοῦ Κυρίου εἶναι ἀπείρως μεγαλύτερο! Ἀρκεῖ μόνο νὰ προστρέχουμε μὲ μετάνοια στὸν αἰώνιο Ἀρχιερέα Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ νὰ γινόμαστε κοινωνοὶ τῆς θυσίας Του, μετέχοντας στὸ φιλανθρωπότατο Μυστήριο τῆς ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου