Οι Άγιοι Θεόδουλος και Αγαθάπους κατάγονταν από τη Θεσσαλονίκη και έζησαν στα πρώτα χρόνια των διωγμών. Ο Άγαθάποδας ήταν γέροντας και νεώτερος ο Θεόδουλος. Αλλά η χριστιανική αγάπη τους ένωνε αδελφικότατα. Μελετούσαν μαζί τις Γραφές, εργάζονταν για την εξάπλωση του Ευαγγελίου και μοχθούσαν υπηρετώντας τους πάσχοντες και στερημένους αδελφούς τους. Κάποια νύχτα, όμως, συνέβη κάτι παράδοξο. Είδαν και οι δύο το ίδιο όνειρο. Ότι, δηλαδή, ταξίδευαν με πλοίο και ξαφνικά έγινε τρικυμία, και το πλοίο έσπασε στα δύο. Αυτοί, όμως, σώθηκαν και ανέβηκαν σ' ένα βουνό, που η κορυφή του έφθανε στον ουρανό. Την επομένη μέρα, το όνειρο έγινε πραγματικότητα. Τους συλλαμβάνουν και κατάλαβαν ότι τους περίμεναν κύματα θανάτου. Ο άρχοντας Φουστίνος ζήτα να αρνηθούν το Χριστό. Αυτοί, και οι δύο, Τον ομολογούν με θάρρος. Τότε, τους ρίχνουν στη θάλασσα. Στο βυθό της, βέβαια, πήγαν τα φθαρτά τους σώματα. Οι ψυχές τους, όμως, ανέβηκαν στο θρόνο του Θεού. Και αξιώθηκαν να φέρουν «επί τας κεφάλας αυτών στεφάνους χρυσούς» (Αποκάλυψη Ιωάννου, δ' 4). Να έχουν, δηλαδή, στα κεφάλια τους στεφάνια χρυσά, σύμβολα της νίκης και του ένδοξου θριάμβου τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου