π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Χριστούγεννα πάλι. Σε μία εποχή σύγχυσης και αποπροσανατολισμού, όπου οι άνθρωποι έχουν μείνει στο παρελθόν της ευμάρειας, θρηνούν για τους χαμένους παραδείσους της άνεσης, της κατανάλωσης, της απληστίας,
της ψεύτικης ισχύος, χωρίς να βλέπουν ότι όλα αυτά χάθηκαν γιατί απωλέσαμε το μέτρο, απωλέσαμε την πίστη, απωλέσαμε την διάθεση για κόπο συλλογικό. Σε μια εποχή όπου η αμαρτία θεωρείται δικαίωμα, όπου το χαμόγελο είναι προσποιητό και μένουμε κολλημένοι στις μικρότητές μας. Σε μία εποχή όπου η παιδεία δεν νοιάζεται για την καλλιέργεια χαρακτήρων, αλλά μόνο για γνώσεις, στείρες απομνημονεύσεις, όπου το όραμα είναι οι επαναστάτες χωρίς αιτία ή τα πειθήνια όργανα ενός συστήματος που δεν αγαπά.
Χριστούγεννα πάλι. Και θέλουμε ελπίδα. Θέλουμε νόημα. Θέλουμε κάτι για να ξυπνήσει τις καρδιές μας. Κάτι ή Κάποιον;
Χριστούγεννα πάλι. Θα στολίσουμε τα δέντρα μας, θα ανταλλάξουμε τα δώρα μας, θα πούμε τα κάλαντά μας, θα κάνουμε την ελεημοσύνη μας, θα ψωνίσουμε για να τονωθεί η αγορά, θα παρακολουθήσουμε τις εορταστικές εκδηλώσεις, θα ζητήσουμε από τα παιδιά να δώσουν ένα ίχνος χαράς στη ζωή μας. Μπορεί και το πρωί της μεγάλης μέρας, ακούγοντας την καμπάνα να χτυπά χαρούμενα, να νιώσουμε την ανάγκη να περάσουμε από το ναό της γειτονιάς μας, να ανάψουμε ένα κερί και να φάμε το χριστουγεννιάτικο τραπέζι σαν μία ξεχωριστή μέρα της ζωής μας.
Χριστούγεννα πάλι. Ναι, θέλουμε Κάποιον να μας δώσει ελπίδα. Ή να γίνει ο Ίδιος η ελπίδα.
Ο λόγος των Πατέρων της Εκκλησίας σήμερα είναι περισσότερο επίκαιρος από ποτέ. Μηνύματα που μαρτυρούν ένα πέρασμα από τη ζωή την δική μας, την καθημερινή, την ανθρώπινη, αυτή των επιθυμιών και των λογισμών, των ανεκπλήρωτων και των εκπληρούμενων, από τη ζωή της ανάγκης και της στόχευσης στον εαυτό μας, στη ζωή που βγαίνει από το εγώ και συναντά το εμείς, τον άλλο, αυτόν που καλούμαστε να βάλουμε στην καρδιά μας και να μπούμε στη δική του καρδιά, μα πρωτίστως την συνάντηση με Εκείνον τον Κάποιο που προσέλαβε τη ζωή μας για να γίνει η Ζωή μας.
Το ταπεινό νήπιο της Βηθλεέμ, το οποίο μπήκε στο χρόνο μας για να γίνει ο Χρόνος της αιωνιότητας για μας. Που μπήκε στον κόσμο από αγάπη και φανερώθηκε ως η Αγάπη. «Που έγινε άνθρωπος, για να λάβουμε από Εκείνον το δώρο να γίνουμε θεοί κατά χάριν»(Μέγας Αθανάσιος).
«Ο Θεός δεν εγκατέλειψε το δημιούργημά Του, το γένος των ανθρώπων, όταν αυτό βάδιζε στη φθορά. Αλλά με την προσφορά του δικού του σώματος εξαφάνισε τον επερχόμενο θάνατο. Διόρθωσε με την διδασκαλία του την αμέλεια των ανθρώπων και κατάφερε με τη δύναμή Του να επιτελέσει όλα τα ανθρώπινα» (Μέγας Αθανάσιος).
«Οι άνθρωποι νικημένοι από τις πρόσκαιρες ηδονές και τις δαιμονικές φαντασιώσεις και πλεκτάνες, δεν παραδέχτηκαν την αλήθεια. Γέμισαν την ψυχή τους με χίλιες δυο κακίες και αμαρτίες, ώστε από τη συμπεριφορά τους να μη θεωρούνται πλέον λογικοί αλλά ανόητοι. Τι έπρεπε λοιπόν να κάνει ο Θεός; Τι άλλο παρά ν’ ανανεώσει το κατ’ εικόνα, ώστε μέσω αυτού να μπορέσουν να τον γνωρίσουν και πάλι οι άνθρωποι;
Και πώς θα γινόταν αυτό, εκτός αν ερχόταν σε μας η εικόνα του Θεού, δηλαδή ο Σωτήρας μας Ιησούς Χριστός; Διότι όλοι οι άνθρωποι είχαν πληγωθεί και αναστατωθεί ψυχικά από τις δαιμονικές απάτες και τη ματαιότητα των ειδώλων. Πώς λοιπόν θα έπειθαν την ψυχή και το νου των συνανθρώπων τους για θέματα που ούτε οι ίδιοι μπορούν να δουν; Αυτό που δεν βλέπει κανείς, πώς θα το διδάξει και σ’ άλλους;
Ποιόν χρειαζόμασταν, λοιπόν, παρά το Λόγο του Θεού που βλέπει τη ψυχή και το νου μας, που κινεί όλη την κτίση και μέσω αυτών μας καθιστά γνωστό τον Πατέρα; Και το πιο παράδοξο είναι ότι ο Λόγος του Θεού, ενώ δίδαξε με πιο φτωχές λέξεις, επισκίασε τους μεγάλους σοφιστές· κατάργησε τις διδασκαλίες τους, όλους τους τράβηξε προς τον εαυτό του και γέμισε τις εκκλησίες του. Και το ακόμη πιο θαυμαστό είναι ότι με την κάθοδό του σαν άνθρωπος στον άδη κατάργησε τα μεγάλα λόγια των σοφών για τα είδωλα...
Αλλά για την έρευνα των Γραφών και την αληθινή γνώση τους χρειάζεται έντιμος βίος, καθαρή ψυχή και χριστιανική αρετή» (Μέγας Αθανάσιος).
Αυτά τα τελευταία λόγια μας δείχνουν ότι για να γιορτάσουμε τα Χριστούγεννα με Χριστό, χρειάζεται να ξαναβρούμε Ποιος είναι η Αλήθεια και τι είναι αληθινό στη ζωή μας. Να μη μείνουμε σε ό,τι μας ευχαριστεί, αλλά να αφήσουμε στην άκρη είδωλα, ψεύτικες ιδέες ευτυχίας, ψεύτικα πρότυπα, μεγάλα λόγια και να ξαναγίνουμε παιδιά του Θεού. Στις εκκλησιές μας, στο μυστήριο της Ευχαριστίας, στην ευγνωμοσύνη για Εκείνον που μας αγαπά τόσο ώστε να γίνει Ένας από μας. Να ξαναβρούμε τις αξίες της εντιμότητας στη ζωή, της καθαρής ψυχής και της χριστιανικής αρετής. Αυτές που η εποχή μας λησμόνησε.
Αυτές που ο Χριστός μας τις δίνει ως τον τρόπο της δωρεάς που μας οδηγεί στην Βασιλεία Του. Και να μεταμορφώσουμε κάθε έργο μας, την παιδεία μας, τις σχέσεις μας με τους άλλους, τον τρόπο της πολιτικής και της κοινωνίας, τον τρόπο του πολιτισμού ο καθένας με τον αγώνα του Εκείνος να είναι το νόημά μας.
Χριστούγεννα πάλι. Θα μείνουμε στον τρόπο της αμαρτίας, της αποτυχίας, θα μείνουμε στην όψη της γιορτής, ή θα ζήσουμε Εκείνον που έδωσε και έγινε η Ζωή μας;
Η απάντηση περνά από την Εκκλησία!
Χριστούγεννα πάλι. Σε μία εποχή σύγχυσης και αποπροσανατολισμού, όπου οι άνθρωποι έχουν μείνει στο παρελθόν της ευμάρειας, θρηνούν για τους χαμένους παραδείσους της άνεσης, της κατανάλωσης, της απληστίας,
της ψεύτικης ισχύος, χωρίς να βλέπουν ότι όλα αυτά χάθηκαν γιατί απωλέσαμε το μέτρο, απωλέσαμε την πίστη, απωλέσαμε την διάθεση για κόπο συλλογικό. Σε μια εποχή όπου η αμαρτία θεωρείται δικαίωμα, όπου το χαμόγελο είναι προσποιητό και μένουμε κολλημένοι στις μικρότητές μας. Σε μία εποχή όπου η παιδεία δεν νοιάζεται για την καλλιέργεια χαρακτήρων, αλλά μόνο για γνώσεις, στείρες απομνημονεύσεις, όπου το όραμα είναι οι επαναστάτες χωρίς αιτία ή τα πειθήνια όργανα ενός συστήματος που δεν αγαπά.
Χριστούγεννα πάλι. Και θέλουμε ελπίδα. Θέλουμε νόημα. Θέλουμε κάτι για να ξυπνήσει τις καρδιές μας. Κάτι ή Κάποιον;
Χριστούγεννα πάλι. Θα στολίσουμε τα δέντρα μας, θα ανταλλάξουμε τα δώρα μας, θα πούμε τα κάλαντά μας, θα κάνουμε την ελεημοσύνη μας, θα ψωνίσουμε για να τονωθεί η αγορά, θα παρακολουθήσουμε τις εορταστικές εκδηλώσεις, θα ζητήσουμε από τα παιδιά να δώσουν ένα ίχνος χαράς στη ζωή μας. Μπορεί και το πρωί της μεγάλης μέρας, ακούγοντας την καμπάνα να χτυπά χαρούμενα, να νιώσουμε την ανάγκη να περάσουμε από το ναό της γειτονιάς μας, να ανάψουμε ένα κερί και να φάμε το χριστουγεννιάτικο τραπέζι σαν μία ξεχωριστή μέρα της ζωής μας.
Χριστούγεννα πάλι. Ναι, θέλουμε Κάποιον να μας δώσει ελπίδα. Ή να γίνει ο Ίδιος η ελπίδα.
Ο λόγος των Πατέρων της Εκκλησίας σήμερα είναι περισσότερο επίκαιρος από ποτέ. Μηνύματα που μαρτυρούν ένα πέρασμα από τη ζωή την δική μας, την καθημερινή, την ανθρώπινη, αυτή των επιθυμιών και των λογισμών, των ανεκπλήρωτων και των εκπληρούμενων, από τη ζωή της ανάγκης και της στόχευσης στον εαυτό μας, στη ζωή που βγαίνει από το εγώ και συναντά το εμείς, τον άλλο, αυτόν που καλούμαστε να βάλουμε στην καρδιά μας και να μπούμε στη δική του καρδιά, μα πρωτίστως την συνάντηση με Εκείνον τον Κάποιο που προσέλαβε τη ζωή μας για να γίνει η Ζωή μας.
Το ταπεινό νήπιο της Βηθλεέμ, το οποίο μπήκε στο χρόνο μας για να γίνει ο Χρόνος της αιωνιότητας για μας. Που μπήκε στον κόσμο από αγάπη και φανερώθηκε ως η Αγάπη. «Που έγινε άνθρωπος, για να λάβουμε από Εκείνον το δώρο να γίνουμε θεοί κατά χάριν»(Μέγας Αθανάσιος).
«Ο Θεός δεν εγκατέλειψε το δημιούργημά Του, το γένος των ανθρώπων, όταν αυτό βάδιζε στη φθορά. Αλλά με την προσφορά του δικού του σώματος εξαφάνισε τον επερχόμενο θάνατο. Διόρθωσε με την διδασκαλία του την αμέλεια των ανθρώπων και κατάφερε με τη δύναμή Του να επιτελέσει όλα τα ανθρώπινα» (Μέγας Αθανάσιος).
«Οι άνθρωποι νικημένοι από τις πρόσκαιρες ηδονές και τις δαιμονικές φαντασιώσεις και πλεκτάνες, δεν παραδέχτηκαν την αλήθεια. Γέμισαν την ψυχή τους με χίλιες δυο κακίες και αμαρτίες, ώστε από τη συμπεριφορά τους να μη θεωρούνται πλέον λογικοί αλλά ανόητοι. Τι έπρεπε λοιπόν να κάνει ο Θεός; Τι άλλο παρά ν’ ανανεώσει το κατ’ εικόνα, ώστε μέσω αυτού να μπορέσουν να τον γνωρίσουν και πάλι οι άνθρωποι;
Και πώς θα γινόταν αυτό, εκτός αν ερχόταν σε μας η εικόνα του Θεού, δηλαδή ο Σωτήρας μας Ιησούς Χριστός; Διότι όλοι οι άνθρωποι είχαν πληγωθεί και αναστατωθεί ψυχικά από τις δαιμονικές απάτες και τη ματαιότητα των ειδώλων. Πώς λοιπόν θα έπειθαν την ψυχή και το νου των συνανθρώπων τους για θέματα που ούτε οι ίδιοι μπορούν να δουν; Αυτό που δεν βλέπει κανείς, πώς θα το διδάξει και σ’ άλλους;
Ποιόν χρειαζόμασταν, λοιπόν, παρά το Λόγο του Θεού που βλέπει τη ψυχή και το νου μας, που κινεί όλη την κτίση και μέσω αυτών μας καθιστά γνωστό τον Πατέρα; Και το πιο παράδοξο είναι ότι ο Λόγος του Θεού, ενώ δίδαξε με πιο φτωχές λέξεις, επισκίασε τους μεγάλους σοφιστές· κατάργησε τις διδασκαλίες τους, όλους τους τράβηξε προς τον εαυτό του και γέμισε τις εκκλησίες του. Και το ακόμη πιο θαυμαστό είναι ότι με την κάθοδό του σαν άνθρωπος στον άδη κατάργησε τα μεγάλα λόγια των σοφών για τα είδωλα...
Αλλά για την έρευνα των Γραφών και την αληθινή γνώση τους χρειάζεται έντιμος βίος, καθαρή ψυχή και χριστιανική αρετή» (Μέγας Αθανάσιος).
Αυτά τα τελευταία λόγια μας δείχνουν ότι για να γιορτάσουμε τα Χριστούγεννα με Χριστό, χρειάζεται να ξαναβρούμε Ποιος είναι η Αλήθεια και τι είναι αληθινό στη ζωή μας. Να μη μείνουμε σε ό,τι μας ευχαριστεί, αλλά να αφήσουμε στην άκρη είδωλα, ψεύτικες ιδέες ευτυχίας, ψεύτικα πρότυπα, μεγάλα λόγια και να ξαναγίνουμε παιδιά του Θεού. Στις εκκλησιές μας, στο μυστήριο της Ευχαριστίας, στην ευγνωμοσύνη για Εκείνον που μας αγαπά τόσο ώστε να γίνει Ένας από μας. Να ξαναβρούμε τις αξίες της εντιμότητας στη ζωή, της καθαρής ψυχής και της χριστιανικής αρετής. Αυτές που η εποχή μας λησμόνησε.
Αυτές που ο Χριστός μας τις δίνει ως τον τρόπο της δωρεάς που μας οδηγεί στην Βασιλεία Του. Και να μεταμορφώσουμε κάθε έργο μας, την παιδεία μας, τις σχέσεις μας με τους άλλους, τον τρόπο της πολιτικής και της κοινωνίας, τον τρόπο του πολιτισμού ο καθένας με τον αγώνα του Εκείνος να είναι το νόημά μας.
Χριστούγεννα πάλι. Θα μείνουμε στον τρόπο της αμαρτίας, της αποτυχίας, θα μείνουμε στην όψη της γιορτής, ή θα ζήσουμε Εκείνον που έδωσε και έγινε η Ζωή μας;
Η απάντηση περνά από την Εκκλησία!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου