ΑΓΙΩΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΙ ΕΛΕΝΗΣ: του Αρχιμ. Γρηγορίου Κωνσταντίνου Διδάκτωρος Θεολογίας
H εορτή των Αγίων Κωνσταντίνου και της μητέρας του Αγίας Ελένης συνθέτουν μια ποικιλία χαρισμάτων, αγιότητας βίου, πρακτικών σχέσεων στον τομέα της πολιτικής, κοινωνίας και πολιτισμού. Δικαίως η Εκκλησία τους απέδωσε τον τίτλο των «Ισαποστόλων». Ένα τίτλο βαρύνουσας σημασίας, για την πίστη και πράξη, για την συνέχεια της διακονίας, της ομολογίας του Χριστού, της διαφύλαξης και της μετάδοσης της πίστης των Αποστόλων.
Η Α´ Οικουμενική Σύνοδο στην οποία συμμετείχε ο Μ. Κωνσταντίνος, είναι το τρανό παράδειγμα του σεβασμού και της ελευθερίας της έκφρασης των Πατέρων της Συνόδου. Είναι αυτός που διαφύλαξε και διακήρυξε την πίστη της Νικαίας.
Ως ισαπόστολοι, Μητέρα και υιός προηγούνται της εξόδου της Εκκλησίας από την αφάνεια, μια ιδιωτική εν μέρη θρησκευτική κοινότητα, όπως κατανοούνταν την εποχή εκείνη, στη δημόσια εμφάνιση, ελευθερία μέσα στην βυζαντινή Αυτοκρατορία.
Η Εκκλησία του Χριστού απέκτησε μια θεσμική βάση και με την πίστη, την διδασκαλία και την ασκητική της πνευματικότητα κατόρθωσε να γίνει όχι μόνο ένας εκπολιτιστικός και πνευματικός πόλος έλξης γι’ αυτούς που δεν ήταν χριστιανοί, αλλά και να καταστεί στις συνειδήσεις των ανθρώπων μια σημαντική δύναμη. Η εύρεση του Τιμίου Σταυρού η οικοδόμηση των παναγίων προσκυνημάτων, ναών, μοναστηριών και εκκλησιών, είναι μέχρι και σήμερα πρότυπα σημαντικά προσφοράς και διακονίας. Η Κωνσταντινούπολη, η Νέα Ρώμη. Με την μεταφορά της πρωτεύουσας της Αυτοκρατορίας στην Νέα Ρώμη ή την του Κωνσταντίνου Πόλη, την Βασιλεύουσα, ο Μ. Κωνσταντίνος έθεσε τα θεμέλια της δημιουργίας του πρώτου σημαντικού κέντρου της ορθοδοξίας την Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως. Η Πόλης αυτή θα αποτελέσει το κέντρο της ιεραποστολής της Εκκλησίας, ειδικά στον βορρά.
Οι δύο Άγιοι μας φανερώνουν ακόμη ορισμένα σημαντικά πράγματα και για εμάς τους χριστιανούς, που ίσως να μην έχουμε την οικονομική, πολιτική, ή άλλη εξουσία. Αφ’ ενός πρέπει να προσευχόμαστε γι’ αυτούς που είναι στην εξουσία, και που μπορεί να μην είναι χριστιανοί, γιατί η Εκκλησία δεν συνδέεται με μια συγκεκριμένη πολιτική δομή. Συνάμα δεν υπάρχει κανένας διαχωρισμός ανάμεσα στην φυσική και πνευματική υπόσταση. Κανένας διαχωρισμός ως μέλη της Εκκλησίας και ως μέλη της Πολιτείας. Γιατί η ορθόδοξη πίστη δεν είναι μόνο μια προσωπική ομολογία άλλα και δημόσια πίστη. Τα έργα των Ισαποστόλων των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης μας δείχνουν ότι πολλά πράγματα στην σημερινή κοινωνία μπορούμε να τα βελτιώσουμε και να τα διορθώσουμε. Δυνάμεθα και εμείς οι ελάχιστοι να φέρουμε τις αξίες πίστης και διακονίας που είναι διαχρονικές, να εμπλουτίσουν κάθε πτυχή στην κοινωνική και πολιτική σφαίρα του σήμερα.
H εορτή των Αγίων Κωνσταντίνου και της μητέρας του Αγίας Ελένης συνθέτουν μια ποικιλία χαρισμάτων, αγιότητας βίου, πρακτικών σχέσεων στον τομέα της πολιτικής, κοινωνίας και πολιτισμού. Δικαίως η Εκκλησία τους απέδωσε τον τίτλο των «Ισαποστόλων». Ένα τίτλο βαρύνουσας σημασίας, για την πίστη και πράξη, για την συνέχεια της διακονίας, της ομολογίας του Χριστού, της διαφύλαξης και της μετάδοσης της πίστης των Αποστόλων.
Η Α´ Οικουμενική Σύνοδο στην οποία συμμετείχε ο Μ. Κωνσταντίνος, είναι το τρανό παράδειγμα του σεβασμού και της ελευθερίας της έκφρασης των Πατέρων της Συνόδου. Είναι αυτός που διαφύλαξε και διακήρυξε την πίστη της Νικαίας.
Ως ισαπόστολοι, Μητέρα και υιός προηγούνται της εξόδου της Εκκλησίας από την αφάνεια, μια ιδιωτική εν μέρη θρησκευτική κοινότητα, όπως κατανοούνταν την εποχή εκείνη, στη δημόσια εμφάνιση, ελευθερία μέσα στην βυζαντινή Αυτοκρατορία.
Η Εκκλησία του Χριστού απέκτησε μια θεσμική βάση και με την πίστη, την διδασκαλία και την ασκητική της πνευματικότητα κατόρθωσε να γίνει όχι μόνο ένας εκπολιτιστικός και πνευματικός πόλος έλξης γι’ αυτούς που δεν ήταν χριστιανοί, αλλά και να καταστεί στις συνειδήσεις των ανθρώπων μια σημαντική δύναμη. Η εύρεση του Τιμίου Σταυρού η οικοδόμηση των παναγίων προσκυνημάτων, ναών, μοναστηριών και εκκλησιών, είναι μέχρι και σήμερα πρότυπα σημαντικά προσφοράς και διακονίας. Η Κωνσταντινούπολη, η Νέα Ρώμη. Με την μεταφορά της πρωτεύουσας της Αυτοκρατορίας στην Νέα Ρώμη ή την του Κωνσταντίνου Πόλη, την Βασιλεύουσα, ο Μ. Κωνσταντίνος έθεσε τα θεμέλια της δημιουργίας του πρώτου σημαντικού κέντρου της ορθοδοξίας την Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως. Η Πόλης αυτή θα αποτελέσει το κέντρο της ιεραποστολής της Εκκλησίας, ειδικά στον βορρά.
Οι δύο Άγιοι μας φανερώνουν ακόμη ορισμένα σημαντικά πράγματα και για εμάς τους χριστιανούς, που ίσως να μην έχουμε την οικονομική, πολιτική, ή άλλη εξουσία. Αφ’ ενός πρέπει να προσευχόμαστε γι’ αυτούς που είναι στην εξουσία, και που μπορεί να μην είναι χριστιανοί, γιατί η Εκκλησία δεν συνδέεται με μια συγκεκριμένη πολιτική δομή. Συνάμα δεν υπάρχει κανένας διαχωρισμός ανάμεσα στην φυσική και πνευματική υπόσταση. Κανένας διαχωρισμός ως μέλη της Εκκλησίας και ως μέλη της Πολιτείας. Γιατί η ορθόδοξη πίστη δεν είναι μόνο μια προσωπική ομολογία άλλα και δημόσια πίστη. Τα έργα των Ισαποστόλων των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης μας δείχνουν ότι πολλά πράγματα στην σημερινή κοινωνία μπορούμε να τα βελτιώσουμε και να τα διορθώσουμε. Δυνάμεθα και εμείς οι ελάχιστοι να φέρουμε τις αξίες πίστης και διακονίας που είναι διαχρονικές, να εμπλουτίσουν κάθε πτυχή στην κοινωνική και πολιτική σφαίρα του σήμερα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου