Τετάρτη 27 Ιουλίου 2016

Ἅγιος Νικόλαος Πλανᾶς : Ἐμφάνιση τῶν ἄγ. Ἰωάννου καὶ Παντελεήμονος

Κατὰ τὸ ἔτος 1923 ἕνα πνευματικοπαίδι τοῦ ἑξαιρετικῶς ἀγαπημένο ἀπὸ τὸν γέροντα, ἄνθρωπος γεμάτος ἀπὸ ὑγεία καὶ δράση, ἔπαθε διάρρηξη σκωληκοειδίτιδος καὶ ἔζησε ὀκτὼ ἡμέρες. Μέσα σ’ αὐτὲς τὶς λίγες ἡμέρες ὁ ἄγ. Νικόλαος «κατέβασε» τὸν οὐρανὸ στὴ γῆ, ἀπὸ τὴν ἀδιάκοπη καὶ ἐγκάρδια προσευχὴ γιὰ νὰ ζήσει τὸ ἀγαπημένο τοῦ παιδί. Τὸ βράδυ, ὅταν πῆγε στὸ σπίτι του, λέει καταλυπημένος στοὺς δικούς του: «Ὁ Ἠλίας θὰ πεθάνει, μοῦ τὸ εἶπαν ὁ ἄγ. Ἰωάννης καὶ ὁ ἄγ. Παντελεήμων».
Πέρασαν τρεῖς μῆνες, ὥσπου νὰ μπορέσει ἡ ἀδελφή του θανόντος -λόγω τοῦ πένθους- νὰ τὸν ρωτήσει πῶς ἀκριβῶς εἶδε τὴν ὀπτασία. Τῆς λέγει, λοιπόν, ὅτι «τὴν ὥρα ποῦ λειτουργοῦσα, εἶδα ἀπέναντι, ὄπισθέν της ἄγ. Τραπέζης, τὸν ἄγ. Ἰωάννη καὶ τὸν ἄγ. Παντελεήμονα καὶ μοῦ εἴπανε: “Διαβιβάσαμε τὴν αἴτησή σου στὸν Δεσπότη Χριστό, ὁ Ὁποῖος μᾶς εἶπε ὅτι θὰ πεθάνει”. Ἀνωτέρα διαταγή, μοῦ εἴπανε».


Μὲ τὴν μεγάλη ἁπλότητα ποὺ τὸν διέκρινε, διηγόταν: “Μιὰ βραδυὰ χειμωνιάτικη, ποὺ καθόμασταν στὸ τζάκι εἶπα στὸν πατέρα μου: “Πατέρα, αὐτὴ τὴν στιγμὴ ἐβυθίσθη τὸ καΐκι μᾶς τὸ “Εὐαγγελίστρια” ἔξω ἀπὸ τὴν Πόλη”. Ἔντρομος ὁ πατέρας μας, λέγει στὴν μητέρα μου: “Γυναίκα, τί λέγει τὸ παιδί”; Καὶ ὄντως, αὐτὴ τὴ στιγμὴ ἐπνίγη τὸ καΐκι μας…”. Καὶ γιὰ νὰ ἀποφύγη τὸν θαυμασμὸ τῶν ἄλλων, ἀλλὰ καὶ τὸν πειρασμὸ τῆς ὑπερηφανείας ἔλεγε, ὅτι “ὅλα τα παιδιὰ εἶναι προορατικά”.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου