Ο Όσιος Κλήμης υπήρξε γόνος ευσεβών Χριστιανών που κατάγονταν από την Αθήνα. Ανατράφηκε με παιδεία και νουθεσία Κυρίου και από μικρή ηλικία εκκλησιαζόταν και μαθήτευε στο λόγο του Θεού και τις ψαλμωδίες.
Σε ηλικία τριάντα ετών εγκατέλειψε την ματαιότητα του κόσμου αυτού και ακολούθησε την οδό της μοναχικής πολιτείας, ασκητεύοντας στη μονή του Οσίου Μελετίου στον Κιθαιρώνα κοντά σε αυτό το μεγάλο Ασκητή. Εκεί διέλαμψε στη σιωπή, την υπακοή, την άσκηση και την προσευχή. Έλεγε την καρδιακή προσευχή, το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με» και η καρδία του γέμιζε από παρηγοριά και χάρη. Μέσα στις λίγες αυτές λέξεις συμπύκνωσε ολόκληρη τη θεώρηση του μυστηρίου της Θείας Οικονομίας. Όταν έβγαινε από τις Ακολουθίες που γίνονταν στο ναό, ήταν μεταμορφωμένος.
Ένας αδελφός της μονής, ο μοναχός Ιάκωβος, κάποιο βράδυ, είδε τον Όσιο να προσεύχεται και να στέκεται υψούμενος στον αέρα. Ολόκληρος ήταν λουσμένος στο φως. Ο Ιάκωβος κοίταζε και δεν χόρταινε να βλέπει το θείο θέαμα. Ένιωσε τέτοια συγκίνηση, που γύρισε πίσω στη μονή και μίλησε στους άλλους μοναχούς για την εμπειρία του και γι’ αυτό που είδε. Έτσι ο ισάγγελος Κλήμης, για να αποφύγει την δόξα και τον έπαινο των ανθρώπων, έφυγε από εκεί και ήρθε στο όρος του Σαγματά, που είναι κοντά στην πόλη των Θηβών και συνέχισε την άσκησή του σε ένα απόκρημνο σπήλαιο.
Μόλις ο Όσιος μπήκε στο σπήλαιο, έκανε το σημείο του Σταυρού και ευχαρίστησε τον Θεό που του χάρισε ένα αχειροποίητο κελί. Ο τόπος αυτός έγινε η γη των ασκητικών παλαισμάτων αυτού, δηλαδή των δακρύων, της ευχής, της νηστείας και της αυστηρής ασκήσεως. Εκεί έμεινε πολλά χρόνια και συγκέντρωσε γύρω του πλήθος μοναχών, τους οποίους καθοδηγούσε θεοφιλώς.
Έτσι, αφού έζησε κατά Θεόν, ο Όσιος Κλήμης κοιμήθηκε το έτος 1111 μ.Χ. με ειρήνη. Λίγο πριν παραδώσει την αγία του ψυχή στον Θεό, κάλεσε τους συμμοναστές του και τους είπε: «Σας χαιρετώ, αδελφοί μου. Σας αφήνω την ευλογία μου. Θα προσεύχομαι για τον καθένα από εσάς. Και ελπίζω σύντομα να συναντηθούμε. Συγχωρείστε με για ότι σας λύπησα. Προσευχηθείτε να δεχθεί ο Κύριος την ψυχή μου. Και να με αξιώσει να συναντήσω τον Όσιο Γέροντά μου, τον Μελέτιο και να του δώσω το φίλημα της αγάπης». Δεν μπορούσε να πει περισσότερα. Σήκωσε το χέρι και έκανε το σημείο του Τιμίου Σταυρού και βρέθηκε στην ανέσπερη λαμπρότητα της Βασιλείας του Θεού.
Η τίμια κάρα του Οσίου Κλήμεντος, αναβλύζουσα τη Χάρη και την ευωδία του Αγίου Πνεύματος, φυλάσσεται με ευλάβεια στην ιερά μονή Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Σαγματά Βοιωτίας.
Ἀπολυτίκιον
Ήχος α'.
Τον πλούτον και την δόξαν του ματαίου αιώνος εμίσησας θεόφρων, οσιώτατε Κλήμης, και όρος κατέλαβες τραχύ, εν ω προσομίλεις τω Θεώ, διά τούτο συνελθόντες, επαξίως ευφημούμεν σε: δόξα τω σε δοξάσαντι Χριστώ, δόξα τω σε στεφανώσαντι, δόξα τω ενεργούντι διά σου πάσι ιάματα.
Κοντάκιον
Ήχος πλ. δ'. Την Υπερμάχω Στρατηγώ
Τους εν ασκήσει φαεινούς και ουρανόφρονας, και του Χριστού ως αληθώς θείους θεράποντας, Κλήμεντα και Γερμανόν ανευφημήσωμεν, ούτοι γαρ ως ποταμούς ιάματα βρύουσι, τοις θερμώς τοις λειψάνοις αυτών πελάζουσι, και κραυγάζουσι, χαίρε ζεύγος αγιόλεκτον.
Ὁ Οἶκος
Άγγελοι τη ασκήσει, Θεοφόροι δειχθέντες, πορεύετε ημίν τας ελλάμψεις θεόθεν, και τας γε αειφώτους μαρμαρυγάς της αρετής, και του θείου φωτός την καλλονήν` διό και κραυγάζομεν, τοιαύτα μεγαλοφώνως:
Χαίρε Κλήμης, ασκητών καλλονή
Χαίρε Γερμανέ, φυτόν αειθαλές
Χαίρε μοναζόντων το εγκαλλώπισμα
Χαίρε Βοιωτίας το αγαλλίαμα
Χαίρετε φωσφόροι και λαμπτήρες αείφωτοι
Χαίρετε καλλονής Παραδείσου επόπται
Χαίρετε κρουνοί των θαυμάτων αέναοι
Χαίρετε φαιδροί μαργαρίται θείοι
Χαίρετε των εν βίω ακέστορες
Χαίρε ζεύγος αγιόλεκτον.
Σε ηλικία τριάντα ετών εγκατέλειψε την ματαιότητα του κόσμου αυτού και ακολούθησε την οδό της μοναχικής πολιτείας, ασκητεύοντας στη μονή του Οσίου Μελετίου στον Κιθαιρώνα κοντά σε αυτό το μεγάλο Ασκητή. Εκεί διέλαμψε στη σιωπή, την υπακοή, την άσκηση και την προσευχή. Έλεγε την καρδιακή προσευχή, το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με» και η καρδία του γέμιζε από παρηγοριά και χάρη. Μέσα στις λίγες αυτές λέξεις συμπύκνωσε ολόκληρη τη θεώρηση του μυστηρίου της Θείας Οικονομίας. Όταν έβγαινε από τις Ακολουθίες που γίνονταν στο ναό, ήταν μεταμορφωμένος.
Ένας αδελφός της μονής, ο μοναχός Ιάκωβος, κάποιο βράδυ, είδε τον Όσιο να προσεύχεται και να στέκεται υψούμενος στον αέρα. Ολόκληρος ήταν λουσμένος στο φως. Ο Ιάκωβος κοίταζε και δεν χόρταινε να βλέπει το θείο θέαμα. Ένιωσε τέτοια συγκίνηση, που γύρισε πίσω στη μονή και μίλησε στους άλλους μοναχούς για την εμπειρία του και γι’ αυτό που είδε. Έτσι ο ισάγγελος Κλήμης, για να αποφύγει την δόξα και τον έπαινο των ανθρώπων, έφυγε από εκεί και ήρθε στο όρος του Σαγματά, που είναι κοντά στην πόλη των Θηβών και συνέχισε την άσκησή του σε ένα απόκρημνο σπήλαιο.
Μόλις ο Όσιος μπήκε στο σπήλαιο, έκανε το σημείο του Σταυρού και ευχαρίστησε τον Θεό που του χάρισε ένα αχειροποίητο κελί. Ο τόπος αυτός έγινε η γη των ασκητικών παλαισμάτων αυτού, δηλαδή των δακρύων, της ευχής, της νηστείας και της αυστηρής ασκήσεως. Εκεί έμεινε πολλά χρόνια και συγκέντρωσε γύρω του πλήθος μοναχών, τους οποίους καθοδηγούσε θεοφιλώς.
Έτσι, αφού έζησε κατά Θεόν, ο Όσιος Κλήμης κοιμήθηκε το έτος 1111 μ.Χ. με ειρήνη. Λίγο πριν παραδώσει την αγία του ψυχή στον Θεό, κάλεσε τους συμμοναστές του και τους είπε: «Σας χαιρετώ, αδελφοί μου. Σας αφήνω την ευλογία μου. Θα προσεύχομαι για τον καθένα από εσάς. Και ελπίζω σύντομα να συναντηθούμε. Συγχωρείστε με για ότι σας λύπησα. Προσευχηθείτε να δεχθεί ο Κύριος την ψυχή μου. Και να με αξιώσει να συναντήσω τον Όσιο Γέροντά μου, τον Μελέτιο και να του δώσω το φίλημα της αγάπης». Δεν μπορούσε να πει περισσότερα. Σήκωσε το χέρι και έκανε το σημείο του Τιμίου Σταυρού και βρέθηκε στην ανέσπερη λαμπρότητα της Βασιλείας του Θεού.
Η τίμια κάρα του Οσίου Κλήμεντος, αναβλύζουσα τη Χάρη και την ευωδία του Αγίου Πνεύματος, φυλάσσεται με ευλάβεια στην ιερά μονή Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Σαγματά Βοιωτίας.
Ἀπολυτίκιον
Ήχος α'.
Τον πλούτον και την δόξαν του ματαίου αιώνος εμίσησας θεόφρων, οσιώτατε Κλήμης, και όρος κατέλαβες τραχύ, εν ω προσομίλεις τω Θεώ, διά τούτο συνελθόντες, επαξίως ευφημούμεν σε: δόξα τω σε δοξάσαντι Χριστώ, δόξα τω σε στεφανώσαντι, δόξα τω ενεργούντι διά σου πάσι ιάματα.
Κοντάκιον
Ήχος πλ. δ'. Την Υπερμάχω Στρατηγώ
Τους εν ασκήσει φαεινούς και ουρανόφρονας, και του Χριστού ως αληθώς θείους θεράποντας, Κλήμεντα και Γερμανόν ανευφημήσωμεν, ούτοι γαρ ως ποταμούς ιάματα βρύουσι, τοις θερμώς τοις λειψάνοις αυτών πελάζουσι, και κραυγάζουσι, χαίρε ζεύγος αγιόλεκτον.
Ὁ Οἶκος
Άγγελοι τη ασκήσει, Θεοφόροι δειχθέντες, πορεύετε ημίν τας ελλάμψεις θεόθεν, και τας γε αειφώτους μαρμαρυγάς της αρετής, και του θείου φωτός την καλλονήν` διό και κραυγάζομεν, τοιαύτα μεγαλοφώνως:
Χαίρε Κλήμης, ασκητών καλλονή
Χαίρε Γερμανέ, φυτόν αειθαλές
Χαίρε μοναζόντων το εγκαλλώπισμα
Χαίρε Βοιωτίας το αγαλλίαμα
Χαίρετε φωσφόροι και λαμπτήρες αείφωτοι
Χαίρετε καλλονής Παραδείσου επόπται
Χαίρετε κρουνοί των θαυμάτων αέναοι
Χαίρετε φαιδροί μαργαρίται θείοι
Χαίρετε των εν βίω ακέστορες
Χαίρε ζεύγος αγιόλεκτον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου