Η ιδέα του θανάτου και της αιώνιας ζωής διαπερνά σαν ένα κατακόκκινο νήμα ολόκληρη τη Γραφή, τόσο την Παλαιά όσο και την Καινή Διαθήκη και ο θάνατος μας παρουσιάζεται σαν κάτι το παράλογο, το άσκοπο, κάτι το οποίο δε θα έπρεπε να υπάρχει. Ο Απ. Παύλος μας λέει (1 Κορ.15.26) ότι ο τελευταίος εχθρός ο οποίος θα καταργηθεί από τον Κύριο είναι ο θάνατος. Ομολογούμε ότι κατά την έσχατη μέρα θα γίνει η ανάσταση των νεκρών και αναμένουμε τη νίκη κατά του θανάτου. Και πραγματικά, ο Χριστός δε μας δίδαξε πως θα αγωνιζόμαστε γενναία εναντίον του θανάτου, ούτε και μας δίδαξε απλώς πως να τον αντιμετωπίζουμε άφοβα: μας έδειξε τη νίκη κατά του θανάτου.
Ο θάνατος δεν αρχίζει από τη στιγμή κατά την οποία η ψυχή χωρίζεται από το σώμα- μπορεί κατά τη διάρκεια μιας ζωής να υπάρξει ένας οποιοσδήποτε αριθμός θανατηφόρων, φονικών στιγμών είναι πάρα πολλές ζωές που βρήκαν το τέλος τους ενώ το πρόσωπο εξακολούθησε τη ζωή πάνω στη γη: φτάνει κάποιος να συνειδητοποιήσει η να φανταστεί ότι η ζωή του είναι άσκοπη, ότι κανείς δεν τον χρειάζεται, φτάνει να αισθανθεί ότι όλοι τον έχουν αποστραφεί, παραμελήσει, για να βρεθεί στη χώρα του θανάτου. Ο θάνατος στην πιο τρομακτική και αληθινά τελειωτική μορφή του δεν είναι η σωματική νέκρωσή μας αλλά ο χωρισμός ανάμεσα στις αποξενωμένες καρδιές: «είσαι ανεπιθύμητος, άχρηστος - είναι σαν να μην υπάρχεις πια». Αυτή είναι ίσως η πιο τρομακτική αμαρτία την οποία ένας άνθρωπος μπορεί να διαπράξει έναντι κάποιου άλλου, να τον κάνει να αισθανθεί με λόγια η ενέργειες ότι είναι περιττός και ανεπιθύμητος, ότι απλώς υπάρχει και θα έκανε το ίδιο αν δεν ήταν εκεί.
Θυμηθείτε τα φοβερά λόγια τα οποία ο άσωτος γιος λέει στον πατέρα του στην αρχή της παραβολής του Χριστού: «Δώσε μου τώρα το μερίδιο της κληρονομιάς το οποίο θα μου αναλογεί όταν θα έχεις πεθάνει» (Λκ. 15.12). Αυτό σημαίνει: «Δε με ενδιαφέρει το αν ζεις η αν έχεις πεθάνει και δε σε χρειάζομαι. Αυτό που θέλω είναι εκείνο που θα μου δοθεί όταν πια δε θα ζεις. Φύγε από το δρόμο μου, είσαι ανεπιθύμητος, στέκεσαι ανάμεσα σ' εμένα και την ελευθερία μου, την ικανοποίηση των επιθυμιών μου. Ας συμφωνήσουμε ότι δεν υπάρχεις πια, ότι έχεις θαφτεί ζωντανός». Τι φοβερά λόγια! Τα λόγια όμως αυτά τα επαναλαμβάνουμε η τα μεταδίδουμε στους γύρω μας έστω και χωρίς να τα προφέρουμε όταν τους προσπερνούμε σαν να μην υπάρχουν, η ακόμα χειρότερα σαν να μην έχουν το δικαίωμα να ζουν πάνω στη γη, σαν να αποτελούν εμπόδιο στο δρόμο μας.
Αυτή είναι ίσως η πιο τρομακτική άποψη στο καταστροφικό και εναγώνιο μυστήριο του θανάτου, και αυτό είναι κάτι το οποίο υπήρχε πριν από τον ερχομό του Χριστού. Αυτή είναι η κόλαση στην οποία κατέβηκε μετά το Σταυρικό Του θάνατο. Η κόλαση εκείνη δεν ήταν αυτή για την οποία μιλάμε σαν για τόπο βασανισμού, όσο φοβερός κι αν μπορεί να είναι αυτός, ήταν κάτι πολύ πιο τρομακτικό: ήταν ο τόπος όπου δεν ήταν ο Θεός, τόπος απόλυτου, τέλειου, ανέλπιδου χωρισμού από το Θεό και τόπος αποξένωσης του ανθρώπου από τον άλλο άνθρωπο. Αυτή ήταν η κόλαση στην οποία περιφρονημένος από τους ανθρώπους στη γη και αφού είχε ξαφνικά αισθανθεί πάνω στο σταυρό τον Εαυτό Του εγκαταλελειμμένο από το Θεό (Ματθ. 27.46), η κόλαση του απόλυτου χωρισμού. Όταν λέμε ότι ο Χριστός με το θάνατό Του πάτησε το θάνατο, ότι ο Άδης έχει κατατροπωθεί και κενωθεί εννοούμε ότι ο θάνατος εκείνος και η κόλαση εκείνη δεν υπάρχουν πια. Δεν υπάρχει πια χωρισμός από το Θεό: ο ίδιος ο Θεός έχει κατεβεί στον Άδη και δεν υπάρχει πια μέρος στο οποίο ο Θεός δεν είναι παρών μαζί με τα πλάσματά Του.
Ο Χριστός έχει κατεβεί και στην κόλαση των σκληρών επίγειων ανθρώπινων σχέσεων, το πεδίο της αμοιβαίας αποξένωσης και αποστροφής, της αλληλοκαταστροφής και του μίσους. Όταν λοιπόν κατεβαίνουμε σε μια τέτοια κόλαση η όταν σερνόμαστε μέσα της από ένα φρικιαστικό ανθρώπινο πεπρωμένο δεν είμαστε μόνοι: ο Κύριος είναι εκεί έχοντας εκούσια εισέλθει και καλεί εμάς τους Χριστιανούς να εισέλθουμε στα βάθη αυτά του Άδη θεληματικά, σαν άνθρωποι ζωντανοί, ανίκητοι και ακαταμάχητοι - όχι σαν νεκροί αλλά σαν άνθρωποι οι οποίοι ζουν με όλο το βάθος και τη δύναμη της αιώνιας ζωής.
Ο Χριστός, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Ευαγγελιστή Ιωάννη ( Ιω. 17.3), λέει ότι η αιώνια ζωή είναι η γνώση του Ουράνιου Πατέρα ως του μόνου ζωντανού Θεού και του Χριστού ως γιου Του και ως Σωτήρα. Αυτή είναι η κληρονομιά μας, αυτός είναι ο θησαυρός μας· μπορούμε να εισέλθουμε στα βάθη της κόλασης, να βυθιστούμε στο οποιοδήποτε σκοτάδι της γης η του Άδη χωρίς φόβο διότι ο Θεός όχι μόνο βρίσκεται κοντά μας αλλά και έχει κατεβεί εκεί πριν από μας· ο Θεός δεν είναι μόνο κοντά μας αλλά μέσω του βαπτίσματος, της δωρεάς του Αγίου Πνεύματος, της Θείας Κοινωνίας είναι μέσα μας κι εμείς μέσα σ' Εκείνον κι είμαστε φόβος και τρόμος για κείνες τις περιοχές.
Ο παροδικός θάνατος, όπως συχνά το λένε οι προσευχές και τα συγγράμματα της εκκλησίας είναι ένας ύπνος, ένας προσωρινός χωρισμός ο τελειωτικός όμως εκείνος χωρισμός ο οποίος αποτελούσε τον τρόμο του αρχαίου κόσμου δεν υπάρχει πια, δεν είναι ανάγκη να τον φοβούμαστε. Ο θάνατος δεν υπάρχει, έχει υπερνικηθεί από την αγάπη του Θεού. Όσο για το θάνατο για τον οποίο μίλησα προηγουμένως, τη ζωντανή νέκρωση του προσώπου που είναι ανεπιθύμητο, άχρηστο, αποδιωγμένο και ξεχασμένο, αυτή δεν πρέπει να υπάρχει και στο χέρι μας είναι να κάνουμε ώστε να μην υπάρχει στον κόσμο γύρω μας. Ας προσπαθήσουμε λοιπόν να δείχνουμε την ίδια προσοχή, την ίδια διαίσθηση και ευαισθησία που θα έδειχνε ο Χριστός και σε οποιονδήποτε πεθαίνει όχι μόνο με το σωματικό αλλά και με αυτό τον πνευματικό θάνατο ας δώσουμε τη μαρτυρία ότι θάνατος δεν υπάρχει, ότι έχει έλθει η Βασιλεία, ότι η αγάπη καθυπόταξε το θάνατο με τον αγώνα της πάνω στο Σταυρό και με τη νίκη της μέσα στις καρδιές μας.
Ο θάνατος δεν αρχίζει από τη στιγμή κατά την οποία η ψυχή χωρίζεται από το σώμα- μπορεί κατά τη διάρκεια μιας ζωής να υπάρξει ένας οποιοσδήποτε αριθμός θανατηφόρων, φονικών στιγμών είναι πάρα πολλές ζωές που βρήκαν το τέλος τους ενώ το πρόσωπο εξακολούθησε τη ζωή πάνω στη γη: φτάνει κάποιος να συνειδητοποιήσει η να φανταστεί ότι η ζωή του είναι άσκοπη, ότι κανείς δεν τον χρειάζεται, φτάνει να αισθανθεί ότι όλοι τον έχουν αποστραφεί, παραμελήσει, για να βρεθεί στη χώρα του θανάτου. Ο θάνατος στην πιο τρομακτική και αληθινά τελειωτική μορφή του δεν είναι η σωματική νέκρωσή μας αλλά ο χωρισμός ανάμεσα στις αποξενωμένες καρδιές: «είσαι ανεπιθύμητος, άχρηστος - είναι σαν να μην υπάρχεις πια». Αυτή είναι ίσως η πιο τρομακτική αμαρτία την οποία ένας άνθρωπος μπορεί να διαπράξει έναντι κάποιου άλλου, να τον κάνει να αισθανθεί με λόγια η ενέργειες ότι είναι περιττός και ανεπιθύμητος, ότι απλώς υπάρχει και θα έκανε το ίδιο αν δεν ήταν εκεί.
Θυμηθείτε τα φοβερά λόγια τα οποία ο άσωτος γιος λέει στον πατέρα του στην αρχή της παραβολής του Χριστού: «Δώσε μου τώρα το μερίδιο της κληρονομιάς το οποίο θα μου αναλογεί όταν θα έχεις πεθάνει» (Λκ. 15.12). Αυτό σημαίνει: «Δε με ενδιαφέρει το αν ζεις η αν έχεις πεθάνει και δε σε χρειάζομαι. Αυτό που θέλω είναι εκείνο που θα μου δοθεί όταν πια δε θα ζεις. Φύγε από το δρόμο μου, είσαι ανεπιθύμητος, στέκεσαι ανάμεσα σ' εμένα και την ελευθερία μου, την ικανοποίηση των επιθυμιών μου. Ας συμφωνήσουμε ότι δεν υπάρχεις πια, ότι έχεις θαφτεί ζωντανός». Τι φοβερά λόγια! Τα λόγια όμως αυτά τα επαναλαμβάνουμε η τα μεταδίδουμε στους γύρω μας έστω και χωρίς να τα προφέρουμε όταν τους προσπερνούμε σαν να μην υπάρχουν, η ακόμα χειρότερα σαν να μην έχουν το δικαίωμα να ζουν πάνω στη γη, σαν να αποτελούν εμπόδιο στο δρόμο μας.
Αυτή είναι ίσως η πιο τρομακτική άποψη στο καταστροφικό και εναγώνιο μυστήριο του θανάτου, και αυτό είναι κάτι το οποίο υπήρχε πριν από τον ερχομό του Χριστού. Αυτή είναι η κόλαση στην οποία κατέβηκε μετά το Σταυρικό Του θάνατο. Η κόλαση εκείνη δεν ήταν αυτή για την οποία μιλάμε σαν για τόπο βασανισμού, όσο φοβερός κι αν μπορεί να είναι αυτός, ήταν κάτι πολύ πιο τρομακτικό: ήταν ο τόπος όπου δεν ήταν ο Θεός, τόπος απόλυτου, τέλειου, ανέλπιδου χωρισμού από το Θεό και τόπος αποξένωσης του ανθρώπου από τον άλλο άνθρωπο. Αυτή ήταν η κόλαση στην οποία περιφρονημένος από τους ανθρώπους στη γη και αφού είχε ξαφνικά αισθανθεί πάνω στο σταυρό τον Εαυτό Του εγκαταλελειμμένο από το Θεό (Ματθ. 27.46), η κόλαση του απόλυτου χωρισμού. Όταν λέμε ότι ο Χριστός με το θάνατό Του πάτησε το θάνατο, ότι ο Άδης έχει κατατροπωθεί και κενωθεί εννοούμε ότι ο θάνατος εκείνος και η κόλαση εκείνη δεν υπάρχουν πια. Δεν υπάρχει πια χωρισμός από το Θεό: ο ίδιος ο Θεός έχει κατεβεί στον Άδη και δεν υπάρχει πια μέρος στο οποίο ο Θεός δεν είναι παρών μαζί με τα πλάσματά Του.
Ο Χριστός έχει κατεβεί και στην κόλαση των σκληρών επίγειων ανθρώπινων σχέσεων, το πεδίο της αμοιβαίας αποξένωσης και αποστροφής, της αλληλοκαταστροφής και του μίσους. Όταν λοιπόν κατεβαίνουμε σε μια τέτοια κόλαση η όταν σερνόμαστε μέσα της από ένα φρικιαστικό ανθρώπινο πεπρωμένο δεν είμαστε μόνοι: ο Κύριος είναι εκεί έχοντας εκούσια εισέλθει και καλεί εμάς τους Χριστιανούς να εισέλθουμε στα βάθη αυτά του Άδη θεληματικά, σαν άνθρωποι ζωντανοί, ανίκητοι και ακαταμάχητοι - όχι σαν νεκροί αλλά σαν άνθρωποι οι οποίοι ζουν με όλο το βάθος και τη δύναμη της αιώνιας ζωής.
Ο Χριστός, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Ευαγγελιστή Ιωάννη ( Ιω. 17.3), λέει ότι η αιώνια ζωή είναι η γνώση του Ουράνιου Πατέρα ως του μόνου ζωντανού Θεού και του Χριστού ως γιου Του και ως Σωτήρα. Αυτή είναι η κληρονομιά μας, αυτός είναι ο θησαυρός μας· μπορούμε να εισέλθουμε στα βάθη της κόλασης, να βυθιστούμε στο οποιοδήποτε σκοτάδι της γης η του Άδη χωρίς φόβο διότι ο Θεός όχι μόνο βρίσκεται κοντά μας αλλά και έχει κατεβεί εκεί πριν από μας· ο Θεός δεν είναι μόνο κοντά μας αλλά μέσω του βαπτίσματος, της δωρεάς του Αγίου Πνεύματος, της Θείας Κοινωνίας είναι μέσα μας κι εμείς μέσα σ' Εκείνον κι είμαστε φόβος και τρόμος για κείνες τις περιοχές.
Ο παροδικός θάνατος, όπως συχνά το λένε οι προσευχές και τα συγγράμματα της εκκλησίας είναι ένας ύπνος, ένας προσωρινός χωρισμός ο τελειωτικός όμως εκείνος χωρισμός ο οποίος αποτελούσε τον τρόμο του αρχαίου κόσμου δεν υπάρχει πια, δεν είναι ανάγκη να τον φοβούμαστε. Ο θάνατος δεν υπάρχει, έχει υπερνικηθεί από την αγάπη του Θεού. Όσο για το θάνατο για τον οποίο μίλησα προηγουμένως, τη ζωντανή νέκρωση του προσώπου που είναι ανεπιθύμητο, άχρηστο, αποδιωγμένο και ξεχασμένο, αυτή δεν πρέπει να υπάρχει και στο χέρι μας είναι να κάνουμε ώστε να μην υπάρχει στον κόσμο γύρω μας. Ας προσπαθήσουμε λοιπόν να δείχνουμε την ίδια προσοχή, την ίδια διαίσθηση και ευαισθησία που θα έδειχνε ο Χριστός και σε οποιονδήποτε πεθαίνει όχι μόνο με το σωματικό αλλά και με αυτό τον πνευματικό θάνατο ας δώσουμε τη μαρτυρία ότι θάνατος δεν υπάρχει, ότι έχει έλθει η Βασιλεία, ότι η αγάπη καθυπόταξε το θάνατο με τον αγώνα της πάνω στο Σταυρό και με τη νίκη της μέσα στις καρδιές μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου