Υπάρχουν άνθρωποι που βλέπουνε την Εκκλησία σαν show. Κοιτάνε αριστερά-δεξιά τι φοράει ο ένας και ο άλλος, αν τ’ άμφια του παπά είναι ακριβά, αν έχει πολύ κόσμο στη λειτουργία.
Υπάρχουν άνθρωποι που παν την Κυριακή στην Εκκλησία από συνήθεια, επειδή έτσι μας το παραδώσανε το πράγμα, να πηγαίνουμε στο ναό, να προσφέρουμε λουλούδια να στολιστούνε οι εικόνες ή ακόμα και χρήματα πια ώστε να ρθει το ανθοπωλείο να στολίσει βαρύτιμα τα εικονίσματα, κι οι προσφορές να ‘ναι μόνο αυτές: στολίζουμε την εικόνα με λουλούδια και σ’ αυτήν ούτε ένα δάκρυ δεν αφήσαμε ποτέ, ούτ’ ένα ευχαριστώ μα κι ούτ’ ένα συγγνώμη. Στολίζουμε τις εικόνες να γίνονται ‘φαντεζί’ κι έπειτα θα περάσουνε μέρες και τα λουλούδια του ανθοπωλείου θα βρωμίσουν, ετοιματζίδικα μες τα φυτοφάρμακα δείχνουν πόσο φαρμάκι έχουμε μέσα μας εμείς, πόσο φτηνές είν’ οι θυσίες μας εμπρός στου Θεού τα μάτια.
Ξέρω ανθρώπους λοιπόν, τους έζησα από κοντά, που πιστεύουν ότι ο Θεός θέλει τέτοιες θυσίες και μόνο.
Κάποτε, βρέθηκα σ’ ένα χωριό κι ο παπάς είχε παραγγείλει ορχιδέες απ’ την πόλη να στολίσει την εικόνα. Όταν μια γιαγιά έφερε λουλούδια απ’ το σπίτι της, ο νεαρός ιερέας της είπε «τι ‘ναι αυτά; Εγώ έχω τα καλύτερα». Κι όμως η γιαγιά του χωριού μεγάλωσε τα λουλούδια στο παρτέρι για την Παναγία, κι η θυσία της εφάνη στον Θεό ανώτερη απ’ όλα τα διαμάντια.
Βλέπω ανθρώπους, δυστυχώς πολλούς, που βλέπουνε την Εκκλησία σαν να ‘ναι κοινωνικό club.
Είδα όμως κι άλλους, λιγότερους, που κάθονται σε μια γωνιά στη λειτουργία και προσευχόμενοι κλαιν. Σαν τον τελώνη. Αυτές οι προσευχές διαλύουν το φαρμάκι. Αυτές οι προσευχές μας δίνουν δύναμη, μας κάνουνε να ζούμε όντως, να θυμόμαστε καθημερινά «τι είναι Εκκλησία».
Υπάρχουν άνθρωποι που παν την Κυριακή στην Εκκλησία από συνήθεια, επειδή έτσι μας το παραδώσανε το πράγμα, να πηγαίνουμε στο ναό, να προσφέρουμε λουλούδια να στολιστούνε οι εικόνες ή ακόμα και χρήματα πια ώστε να ρθει το ανθοπωλείο να στολίσει βαρύτιμα τα εικονίσματα, κι οι προσφορές να ‘ναι μόνο αυτές: στολίζουμε την εικόνα με λουλούδια και σ’ αυτήν ούτε ένα δάκρυ δεν αφήσαμε ποτέ, ούτ’ ένα ευχαριστώ μα κι ούτ’ ένα συγγνώμη. Στολίζουμε τις εικόνες να γίνονται ‘φαντεζί’ κι έπειτα θα περάσουνε μέρες και τα λουλούδια του ανθοπωλείου θα βρωμίσουν, ετοιματζίδικα μες τα φυτοφάρμακα δείχνουν πόσο φαρμάκι έχουμε μέσα μας εμείς, πόσο φτηνές είν’ οι θυσίες μας εμπρός στου Θεού τα μάτια.
Ξέρω ανθρώπους λοιπόν, τους έζησα από κοντά, που πιστεύουν ότι ο Θεός θέλει τέτοιες θυσίες και μόνο.
Κάποτε, βρέθηκα σ’ ένα χωριό κι ο παπάς είχε παραγγείλει ορχιδέες απ’ την πόλη να στολίσει την εικόνα. Όταν μια γιαγιά έφερε λουλούδια απ’ το σπίτι της, ο νεαρός ιερέας της είπε «τι ‘ναι αυτά; Εγώ έχω τα καλύτερα». Κι όμως η γιαγιά του χωριού μεγάλωσε τα λουλούδια στο παρτέρι για την Παναγία, κι η θυσία της εφάνη στον Θεό ανώτερη απ’ όλα τα διαμάντια.
Βλέπω ανθρώπους, δυστυχώς πολλούς, που βλέπουνε την Εκκλησία σαν να ‘ναι κοινωνικό club.
Είδα όμως κι άλλους, λιγότερους, που κάθονται σε μια γωνιά στη λειτουργία και προσευχόμενοι κλαιν. Σαν τον τελώνη. Αυτές οι προσευχές διαλύουν το φαρμάκι. Αυτές οι προσευχές μας δίνουν δύναμη, μας κάνουνε να ζούμε όντως, να θυμόμαστε καθημερινά «τι είναι Εκκλησία».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου