Ο Άγιος Νικήτας, γεννήθηκε στην κωμόπολη Μανδράκι της Νισύρου το 1716, από πλούσιους γονείς. Ο πατέρας του ήταν δημογέροντας του νησιού, έπεσε όμως στη δυσμένεια των Τούρκων και για να αποφύγει τις τιμωρίες, εξισλαμίσθηκε με όλη του την οικογένεια και μετακόμισε στη Ρόδο. Εκεί ο μικρότερος γιος, ο Μεχμέτ, πληροφορήθηκε ότι κάποτε ήταν χριστιανός και τον έλεγαν Νικήτα. Αμέσως μετά, σε ηλικία 14 ετών ο Νικήτας πήγε στη Νέα Μονή της Χίου όπου στον ηγούμενο εξομολογήθηκε την περίπτωσή του. Ο ηγούμενος τον παρέπεμψε στον εφησυχάζοντα πρώην Θηβών Μακάριο, ο οποίος τον μύρωσε και του έδωσε χρήσιμες συμβουλές. Ο Νικήτας παρέμεινε στη Μονή κατηχούμενος και εκεί τον κατέλαβε ο πόθος τού μαρτυρίου και με τις συμβουλές του περίφημου ασκητή Ανθίμου Αγιοπατερίτη και την ευχή και την ευλογία των άλλων πατέρων, αναχώρησε για τη Χίο. Όταν έφθασε του ζητήθηκε από τούς Τούρκους ο κεφαλικός φόρος τον οποίο ο Νικήτας δεν μπορούσε να καταβάλλει.
Τον παρέλαβε ο υπάλληλος Τούρκος, Κριμλής ονομαζόμενος για να τον οδηγήσει στη φυλακή στη θέση Βουνάκι. Τη στιγμή εκείνη, πέρασε από εκεί κάποιος Ιερέας, Δανιήλ ονομαζόμενος, χαιρέτησε τον Νικήτα με το όνομα Μεχμέτ. Ο Κριμλής όταν το άκουσε, έμαθε περί τίνος πρόκειται και τον οδήγησε στον Αγά. Εκεί ο Νικήτας ομολόγησε με πολύ θάρρος την πίστη του στον Χριστό. Οι Τούρκοι, με υποσχέσεις και κολακείες προσπάθησαν να συγκρατήσουν τον μάρτυρα στη θρησκεία τους. Επειδή όμως δεν μπόρεσαν να το καταφέρουν, τον υπέβαλαν σε φρικτά βασανιστήρια, που διήρκησαν δέκα ημερόνυκτα. Κατόπιν τον έσυραν σε κάποια άκρη της πόλης, «Κάτω Γιαλό» ονομαζόμενη, όπου οι δήμιοι τον έστησαν κάτω από το Ιβηρίτικο Μετόχι και άρχισαν πάλι με κολακείες και υποσχέσεις, μήπως μπορέσουν και τον μεταπείσουν. Αλλά ο Άγιος απάντησε: «Χριστιανός είμαι, Νικήτας ονομάζομαι και Νικήτας θα πεθάνω». Τότε τον αποκεφάλισε ο ίδιος ο Κριμλής στις 21 Ιουνίου 1732, σε ηλικία 17 χρονών στη Χίο. Οι Τούρκοι, για να μη πάρουν οι χριστιανοί κάτι από το Ιερό του λείψανο, αφού το άλειψαν με ακαθαρσίες το πέταξαν στη θάλασσα. Σήμερα στη γενέτειρα του Αγίου, το Μανδράκι της Νισύρου, υψώνεται βυζαντινός ναός, πού τιμάται στη μνήμη του Αγίου Νικήτα.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ΄. Ἀσκητικῶς προγυμνασθείς.
Ἀκαταγώνιστος ὀφθεὶς Ἀθλοφόρε, τῶν ἐκ τῆς Ἄγαρ μηχανὰς ἐτροπώσω, καὶ ἐναθλήσας ἔνδοξε στεῤῥότατα, ξίφος κατεπάλαισας, δυσμενῶν ἀοράτων, ὅθεν τὸ διάδημα, ἀνεπλέξω τῆς νίκης, ὑπὲρ ἡμῶν ἱκέτευε Χριστὸν, νέε Νικήτα τῶν πίστει τιμώντων σε.
Κοντάκιον
Ἦχος δ΄. Ὁ Ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Νεοφανὴς ὥσπερ ἀστὴρ ἀθλοφόρε, ἐξανατείλας τῇ σεπτῇ Ἐκκλησίᾳ, τῶν εὐσεβῶν κατηύγασας τὰ πρόσωπα, πόθῳ εὐφημούντων σε, καὶ τελούντων Νικήτα, σῆς στεῤῥᾶς ἀθλήσεως, τὴν ὑπέρλαμπρον μνήμην, καὶ ἐκβοώντων· δόξα σοι Χριστὲ, τῷ τὸν ὁπλίτην τὸν σὸν στεφανώσαντι.
Κάθισμα
Ἦχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε.
Μαρτῦρων ἐν αἵματι, καλλωπιζόμενος, Κυρίῳ παρίστασαι τῷ τοῦ παντὸς βασιλεῖ, Νικήτα πανεύφημε, ὅθεν ἐν εὐφροσύνῃ τὴν ἁγίαν σου μνήμην, σήμερον ἐκτελοῦμεν, ὀφλημάτων τὴν λύσιν, αἰτούμενοι, εὑρεῖν διὰ σοῦ, καὶ μέγα ἔλεος.
Ὁ Οἶκος
Τοῦ ἀθλοφόρου τὴν ὑπέρλαμπρον μνήμην, δεῦτε πάντες τῶν ὕμνων τοῖς στεφάνοις λαμπρῶς καταστέψωμεν, καὶ γὰρ οὗτος ὁ τῆς ἐπουρανίου νίκης φερώνυμον κλῆσιν πλουτῶν, τὸν παλαιὸν πτερνιστὴν ἐν ἀπαλῷ κομιδῇ τῷ σώματι ἐκνικήσας, ὀμβρίζει ἀντὶ αἱμάτων ἱερῶν, ἰαμάτων τὰ ῥεύματα, σὺν τούτοις δὲ πᾶσι χαίρει Χριστῷ, καὶ δίδωσιν εἰρήνην ἀνέκλειπτον, τοῖς ἐκ πόθου βοῶσι· δόξα σοι Χριστὲ, τῷ τὸν ὁπλίτην τὸν σὸν στεφανώσαντι.
Μεγαλυνάριον
Μάρτυς ἀθλοφόρε ταῖς πρὸς Θεὸν, ἱεραὶς εὐχαῖς σου, διατήρει τοὺς εὐλαβῶς, τῇ σῇ θείᾳ σκέπῃ, προσφεύγοντας ἐκ πάντων, παθῶν τε καὶ κινδύνων, ψυχῆς καὶ σώματος.
Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Νίκης διαδήματι κατ’ ἐχθρῶν, ἐστέφθης Νικήτα, φερωνύμως παρὰ Χριστοῦ, καὶ νῦν σὺν Μαρτύρων τοῖς δήμοις Ἀθλοφόρε, γηθόμενος ἀφράστως, Αὐτῷ παρίσταται.
Τον παρέλαβε ο υπάλληλος Τούρκος, Κριμλής ονομαζόμενος για να τον οδηγήσει στη φυλακή στη θέση Βουνάκι. Τη στιγμή εκείνη, πέρασε από εκεί κάποιος Ιερέας, Δανιήλ ονομαζόμενος, χαιρέτησε τον Νικήτα με το όνομα Μεχμέτ. Ο Κριμλής όταν το άκουσε, έμαθε περί τίνος πρόκειται και τον οδήγησε στον Αγά. Εκεί ο Νικήτας ομολόγησε με πολύ θάρρος την πίστη του στον Χριστό. Οι Τούρκοι, με υποσχέσεις και κολακείες προσπάθησαν να συγκρατήσουν τον μάρτυρα στη θρησκεία τους. Επειδή όμως δεν μπόρεσαν να το καταφέρουν, τον υπέβαλαν σε φρικτά βασανιστήρια, που διήρκησαν δέκα ημερόνυκτα. Κατόπιν τον έσυραν σε κάποια άκρη της πόλης, «Κάτω Γιαλό» ονομαζόμενη, όπου οι δήμιοι τον έστησαν κάτω από το Ιβηρίτικο Μετόχι και άρχισαν πάλι με κολακείες και υποσχέσεις, μήπως μπορέσουν και τον μεταπείσουν. Αλλά ο Άγιος απάντησε: «Χριστιανός είμαι, Νικήτας ονομάζομαι και Νικήτας θα πεθάνω». Τότε τον αποκεφάλισε ο ίδιος ο Κριμλής στις 21 Ιουνίου 1732, σε ηλικία 17 χρονών στη Χίο. Οι Τούρκοι, για να μη πάρουν οι χριστιανοί κάτι από το Ιερό του λείψανο, αφού το άλειψαν με ακαθαρσίες το πέταξαν στη θάλασσα. Σήμερα στη γενέτειρα του Αγίου, το Μανδράκι της Νισύρου, υψώνεται βυζαντινός ναός, πού τιμάται στη μνήμη του Αγίου Νικήτα.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ΄. Ἀσκητικῶς προγυμνασθείς.
Ἀκαταγώνιστος ὀφθεὶς Ἀθλοφόρε, τῶν ἐκ τῆς Ἄγαρ μηχανὰς ἐτροπώσω, καὶ ἐναθλήσας ἔνδοξε στεῤῥότατα, ξίφος κατεπάλαισας, δυσμενῶν ἀοράτων, ὅθεν τὸ διάδημα, ἀνεπλέξω τῆς νίκης, ὑπὲρ ἡμῶν ἱκέτευε Χριστὸν, νέε Νικήτα τῶν πίστει τιμώντων σε.
Κοντάκιον
Ἦχος δ΄. Ὁ Ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Νεοφανὴς ὥσπερ ἀστὴρ ἀθλοφόρε, ἐξανατείλας τῇ σεπτῇ Ἐκκλησίᾳ, τῶν εὐσεβῶν κατηύγασας τὰ πρόσωπα, πόθῳ εὐφημούντων σε, καὶ τελούντων Νικήτα, σῆς στεῤῥᾶς ἀθλήσεως, τὴν ὑπέρλαμπρον μνήμην, καὶ ἐκβοώντων· δόξα σοι Χριστὲ, τῷ τὸν ὁπλίτην τὸν σὸν στεφανώσαντι.
Κάθισμα
Ἦχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε.
Μαρτῦρων ἐν αἵματι, καλλωπιζόμενος, Κυρίῳ παρίστασαι τῷ τοῦ παντὸς βασιλεῖ, Νικήτα πανεύφημε, ὅθεν ἐν εὐφροσύνῃ τὴν ἁγίαν σου μνήμην, σήμερον ἐκτελοῦμεν, ὀφλημάτων τὴν λύσιν, αἰτούμενοι, εὑρεῖν διὰ σοῦ, καὶ μέγα ἔλεος.
Ὁ Οἶκος
Τοῦ ἀθλοφόρου τὴν ὑπέρλαμπρον μνήμην, δεῦτε πάντες τῶν ὕμνων τοῖς στεφάνοις λαμπρῶς καταστέψωμεν, καὶ γὰρ οὗτος ὁ τῆς ἐπουρανίου νίκης φερώνυμον κλῆσιν πλουτῶν, τὸν παλαιὸν πτερνιστὴν ἐν ἀπαλῷ κομιδῇ τῷ σώματι ἐκνικήσας, ὀμβρίζει ἀντὶ αἱμάτων ἱερῶν, ἰαμάτων τὰ ῥεύματα, σὺν τούτοις δὲ πᾶσι χαίρει Χριστῷ, καὶ δίδωσιν εἰρήνην ἀνέκλειπτον, τοῖς ἐκ πόθου βοῶσι· δόξα σοι Χριστὲ, τῷ τὸν ὁπλίτην τὸν σὸν στεφανώσαντι.
Μεγαλυνάριον
Μάρτυς ἀθλοφόρε ταῖς πρὸς Θεὸν, ἱεραὶς εὐχαῖς σου, διατήρει τοὺς εὐλαβῶς, τῇ σῇ θείᾳ σκέπῃ, προσφεύγοντας ἐκ πάντων, παθῶν τε καὶ κινδύνων, ψυχῆς καὶ σώματος.
Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Νίκης διαδήματι κατ’ ἐχθρῶν, ἐστέφθης Νικήτα, φερωνύμως παρὰ Χριστοῦ, καὶ νῦν σὺν Μαρτύρων τοῖς δήμοις Ἀθλοφόρε, γηθόμενος ἀφράστως, Αὐτῷ παρίσταται.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου