Πέμπτη 2 Μαρτίου 2017

Ο Όσιος Ιωακείμ, κατά κόσμον Ιωάννης Πατρίκιος, εγεννήθηκε στον οικισμό Καλύβια της Ιθάκης από ευσεβείς και ενάρετους γονείς, τον Άγγελο και την Αγνή. Ο Ιωάννης σε μικρή ηλικία έχασε την μητέρα του. Ο πατέρας του ενυμφεύθηκε και πάλι, αλλά η μητριά του Ιωάννου τον εταλαιπωρούσε και τον εβασάνιζε . Ο Άγιος στα δύσκολα αυτά χρόνια, ασκήθηκε στην υπομονή και την ταπείνωση, βρίσκοντας καταφύγιο στην προσευχή, στο εκκλησάκι του Αγίου Σπυρίδωνος, και στην μελέτη των ιερών βιβλίων. Στην εφηβική του ηλικία εργάσθηκε ως ναυτικός στο καΐκι του πατέρα του, προκαλώντας τον σεβασμό και την εκτίμηση του πληρώματος για τις αρετές και το ήθος του. Σε κάποιο από τα ταξίδια του βρήκε καταφύγιο στο Άγιο Όρος. Εκεί, στη μεγίστη μονή Βατοπαιδίου κείρεται μοναχός και λαμβάνει το όνομα Ιωακείμ. Με την έναρξη της Ελληνικής Επαναστάσεως ο ηγούμενος της μονής επιλέγει τον Όσιο Ιωακείμ και τον αποστέλλει ιεροκήρυκα στην Πελοπόννησο. Εκεί, ο Άγιος διδάσκει, καθοδηγεί, στηρίζει και ενθαρρύνει τους Έλληνες. Επιπλέον, με το καΐκι του εκ Κεφαλληνίας παπα -Γιάννη Μακρή, μεταφέρει από την Πελοπόννησο στα Επτάνησα γέροντες και γυναικόπαιδα, σώζοντάς τους από τις επιδρομές του Ιμπραήμ. Περί το 1827 μ.Χ. ο Όσιος Ιωακείμ φθάνει στην αγγλοκρατούμενη πατρίδα του Ιθάκη. Για 49 χρόνια διακονεί μέσα στον κόσμο και προφυλάσσει από την αμαρτία, την πλάνη, την αίρεση. Αναφέρονται περιπτώσεις που ο Άγιος προσευχόταν και βρισκόταν επάνω από το έδαφος, πλημμυρισμένος από ουράνιο φως. Ο Θεός του χαρίζει το διορατικό χάρισμα κι έτσι γίνεται σύμβουλος, ο παιδαγωγός εις Χριστόν και ο ιατρός των Ιθακησίων. Έτσι αφού έζησε ο Όσιος Ιωακείμ, εκοιμήθηκε με ειρήνη το 1868 μ.Χ. Η επίσημη αναγνώρισή του ως Αγίου της εκκλησίας μας έγινε τον Μάρτιο του 1998 μ.Χ.

Κάποτε χριστιανοί μου κάποιος μοναχός, έφυγε από το κοινόβιο και την ευλογημένη υπακοή και πήγε στην έρημο να γίνει ησυχαστής. Ο λογισμός του απαιτούσε να αφοσιωθεί μέρα νύχτα στη μελέτη και θεωρία του ονόματος του Ιησού Χριστού και μάλιστα στο μυστήριο της Τριαδικότητος του Αγίου Θεού.
Έτσι πίστευε ότι θα μπορούσε μέσα στην ερημιά και στη γαλήνη της ησυχίας να ενωθεί με τον Θεόν χωρίς μέριμνες και χωρίς σκοτούρες.
Ύστερα όμως από δύο τρεις ημέρες, δεν μπορεί κανένας να αντέξει και παραπάνω εδώ που τα λέμε, σε κάποια στιγμή των ιερών του στοχασμών, αισθάνθηκε κοντά του την παρουσία κάποιου;
Τι ήταν; Ένα μικρό ποντίκι.
Είχε ανεβεί στην μπαλωμένη και τρύπια παντούφλα του, και μύριζε το μεγάλο δάκτυλο του ποδιού του. Έτσι αποσπάσθηκε η προσοχή του και ήταν αδύνατον να κρατήσει αμετακίνητό το νου του, στην ενθύμηση του Θεού και στην προσευχή του.
Το είδε και είπε μέσα του, τι είπε μέσα του τώρα,
«Εγώ άφησα τα πάντα για να επικοινωνώ αμέριμνα και σωστά με τον Θεόν και να έρχεται τώρα να μου την χάλασε ένας ποντικός. Ε, αυτό δα, παρατραβάει το κορδόνι, και λέγει νευριασμένος στο ποντίκι, δυνατά τώρα:
-«Γιατί βρε σιχαμένο μου διακόπτεις την προσευχή μου;»
-«Γιατί πεινάω, απάντησε το ποντίκι».
Και ο ησυχαστής ανταπάντησε με αγανάκτηση, χωρίς να αναρωτηθεί, πως το ποντίκι μίλησε με ανθρώπινη φωνή,
-«Φύγε από δω βρε μαγαρισμένο, εγώ προσπαθώ με χίλιους κόπους να δω πως θα ενωθώ με τον Θεό, και συ ήρθες να μου ζητήσεις να ασχοληθώ με την κοιλιά σου;» και φραπ, τίναξε το πόδι του και πέταξε τον ποντικό στην απέναντι γωνία της σπηλιάς του.
Και τότε το ποντίκι γυρίζει και με πολύ ηρεμία, αφού τον κοίταξε στα μάτια, του απάντησε, με ανθρώπινη γλώσσα:
- «Μάθε το μία για πάντα, πάτερ, αν δεν μπορέσεις με τους γύρω συνασκητάς σου και με τον γέρο Αββακούμ, που ψήνεται στον πυρετό, και πεθαίνει από την πείνα μέσα σε μία διπλανή σου σπηλιά, αλλά και με τον κάθε Αββακούμ, δηλαδή τον πλησίον σου, που πονάει και υποφέρει, που πεινάει και διψάει και κείται γυμνός και πληγιασμένος, και δεν τον συμπονέσεις, και δεν του σταθείς, στα προβλήματά του, τότε, ποτέ, μα ποτέ δεν θα μπορέσεις να ενωθείς με τον Θεόν της αγάπης και του ελέους. »
Και χάθηκε ο ποντικός.

  π. Στέφανος Αναγνωστόπουλος, από το Γεροντικό.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου