Ἕνας γέροντας εἶπε, πὼς ἡ ταπείνωση εἶναι ἰσχυρότερη ἀπὸ κάθε δύναμη. Διηγήθηκε μάλιστα καὶ τοῦτο:
Δύο ἐπίσκοποι γειτονικῶν ἐπαρχιῶν εἶχαν κάποτε μεταξύ τους κάποια παρεξήγηση. Κι ὅταν ὃ ἕνας πλούσιος καὶ αὐταρχικός, ἐνῶ ὁ ἄλλος ταπεινός. Ὁ αὐταρχικὸς ζητοῦσε νὰ κάνει κακὸ στὸν ταπεινό. Τὸ ἄκουσε αὐτὸς κι ἔλεγε στοὺς κληρικούς του:
-Θὰ νικήσουμε, μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ.
-Ποιὸς μπορεῖ, δέσποτα, νὰ τὸν νικήσει αὐτόν; τοῦ ἔλεγαν οἱ κληρικοί.
-Κάνετε ὑπομονή, παιδιά μου, καὶ θὰ δεῖτε τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, τοὺς ἀπαντοῦσε ἐκεῖνος.
Περίμενε λοιπὸν τὴν κατάλληλη εὐκαιρία. Καὶ ὅταν ὁ ἄλλος ἐπίσκοπος εἶχε πανήγυρη κάποιων ἁγίων μαρτύρων, πῆρε τοὺς κληρικούς του καὶ κίνησε, λέγοντάς τους:
-Ἀκολούθησε μέ! Καὶ ὅ,τι μὲ βλέπετε νὰ κάνω, αὐτὸ νὰ κάνετε κι ἐσεῖς. Καὶ θὰ τὸν νικήσουμε!
Καθὼς λοιπὸν τὸν ἀκολουθοῦσαν, ἔλεγαν μεταξύ τους:
-Τί πρόκειται νὰ κάνει ἄραγε;
Φτάνοντας, βρῆκαν νὰ γίνεται λιτανεία. Κι ἦταν ἔκει συγκεντρωμένη ὅλη ἡ πόλη.
Τότε ὁ ἐπίσκοπος, μαζὶ μὲ τοὺς κληρικούς του, πέφτει στὰ πόδια ἐκείνου τοῦ αὐταρχικοῦ λέγοντας:
-Συγχώρα μας, δέσποτα, δοῦλοι σου εἴμαστε!
Ὁ ἄλλος, κατάπληκτος ἀπὸ τὸ γεγονός, συγκινήθηκε γιατί ὁ Θεὸς ἀλλοίωσε τὴν καρδιά του, ἐπίασε κι αὐτὸς τὰ πόδια του καὶ τοῦ εἶπε:
-Ἐσὺ εἶσαι δεσπότης καὶ πατέρα μου!
Ἀπὸ τότε δημιουργήθηκε μεγάλη ἀγάπη ἀνάμεσά τους.
Καὶ ἔλεγε στοὺς κληρικοὺς τοῦ ὁ ταπεινὸς ἐπίσκοπος:
-Δὲν σᾶς ἔλεγα, παιδιά μου, ὅτι θὰ νικήσουμε μὲ τὴν ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ; Kι ἐσεῖς λοιπόν, ὅταν ἔχετε ἔχθρα μὲ κάποιον, τὸ ἴδιο νὰ κάνετε, καὶ θὰ νικᾶτε μὲ τὴ χάρη του Kυρίου.
Δύο ἐπίσκοποι γειτονικῶν ἐπαρχιῶν εἶχαν κάποτε μεταξύ τους κάποια παρεξήγηση. Κι ὅταν ὃ ἕνας πλούσιος καὶ αὐταρχικός, ἐνῶ ὁ ἄλλος ταπεινός. Ὁ αὐταρχικὸς ζητοῦσε νὰ κάνει κακὸ στὸν ταπεινό. Τὸ ἄκουσε αὐτὸς κι ἔλεγε στοὺς κληρικούς του:
-Θὰ νικήσουμε, μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ.
-Ποιὸς μπορεῖ, δέσποτα, νὰ τὸν νικήσει αὐτόν; τοῦ ἔλεγαν οἱ κληρικοί.
-Κάνετε ὑπομονή, παιδιά μου, καὶ θὰ δεῖτε τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, τοὺς ἀπαντοῦσε ἐκεῖνος.
Περίμενε λοιπὸν τὴν κατάλληλη εὐκαιρία. Καὶ ὅταν ὁ ἄλλος ἐπίσκοπος εἶχε πανήγυρη κάποιων ἁγίων μαρτύρων, πῆρε τοὺς κληρικούς του καὶ κίνησε, λέγοντάς τους:
-Ἀκολούθησε μέ! Καὶ ὅ,τι μὲ βλέπετε νὰ κάνω, αὐτὸ νὰ κάνετε κι ἐσεῖς. Καὶ θὰ τὸν νικήσουμε!
Καθὼς λοιπὸν τὸν ἀκολουθοῦσαν, ἔλεγαν μεταξύ τους:
-Τί πρόκειται νὰ κάνει ἄραγε;
Φτάνοντας, βρῆκαν νὰ γίνεται λιτανεία. Κι ἦταν ἔκει συγκεντρωμένη ὅλη ἡ πόλη.
Τότε ὁ ἐπίσκοπος, μαζὶ μὲ τοὺς κληρικούς του, πέφτει στὰ πόδια ἐκείνου τοῦ αὐταρχικοῦ λέγοντας:
-Συγχώρα μας, δέσποτα, δοῦλοι σου εἴμαστε!
Ὁ ἄλλος, κατάπληκτος ἀπὸ τὸ γεγονός, συγκινήθηκε γιατί ὁ Θεὸς ἀλλοίωσε τὴν καρδιά του, ἐπίασε κι αὐτὸς τὰ πόδια του καὶ τοῦ εἶπε:
-Ἐσὺ εἶσαι δεσπότης καὶ πατέρα μου!
Ἀπὸ τότε δημιουργήθηκε μεγάλη ἀγάπη ἀνάμεσά τους.
Καὶ ἔλεγε στοὺς κληρικοὺς τοῦ ὁ ταπεινὸς ἐπίσκοπος:
-Δὲν σᾶς ἔλεγα, παιδιά μου, ὅτι θὰ νικήσουμε μὲ τὴν ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ; Kι ἐσεῖς λοιπόν, ὅταν ἔχετε ἔχθρα μὲ κάποιον, τὸ ἴδιο νὰ κάνετε, καὶ θὰ νικᾶτε μὲ τὴ χάρη του Kυρίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου