Τρίτη 14 Ιουλίου 2015

H ακτημοσύνη των μοναχών και η άγια φιλαργυρία των μοναστηριών.

 «Με τα λεφτά, αγοράζεις το δικαίωμα. Η κοινωνία που έχουμε φτιάξει, επιτρέπει να θεωρούμε τα χρήματα ως κάτι σπουδαιότερο απο ότι είναι. Και αυτό τα κάνει σπουδαιότερο απο ότι είναι στην πραγματικότητα».

Σκέφτηκα, λοιπόν, να σταθώ για λίγο στο εν πρώτοις παράδοξο φαινόμενο από τη μια πλευρά της προσωπικής απάρνησης από τον μοναχό κάθε ιδιοκτησίας και από την άλλη της συσσώρευσης απίστευτων κεφαλαίων στη μονή που εγκαταβιώνει.




Το γάλα των πτωχών

Ο μοναχός υπόσχεται στην κουρά τρία πράγματα: υπακοή, παρθενία, ακτημοσύνη. Πίσω από τις τρεις αρχές ζωής κρύβεται η θανάτωση του εγώ και η βεβαιότητα ότι είμαστε πάροικοι στον κόσμο αυτό.  Στην πράξη και οι τρεις αυτές αρχές ζωής είναι αιτήματα προς εκπλήρωση, αν και φαίνεται ότι η ακτημοσύνη υλοποιείται ευκολότερα, εάν σκεφτώ ένα μοναστήρι τροφό που εξασφαλίζει τα πάντα στον νεοεισερχόμενο καλογέρι. Όπως ένα στρατόπεδο ικανοποιεί τις βασικές ανάγκες των στρατιωτών του, σε στέγη, ένδυση και φαγητό.

Ο Μηνιάτης ανατρέπει τα δεδομένα. Θέτει την προσκόλληση στο χρήμα το πλέον δυσκολότερο κομμάτι αυτού του βίου. Μιλώντας εμπειρικά, μας πείθει ότι ο μοναχός μπορεί να έχει κατακτήσει τα πάντα, ευσέβεια, καλές πράξεις, ηθική αλλά εάν είναι κολλημένος στα αργύρια είναι βαρύς «δεν έχει συντροφίαν και συνοδίαν Χριστού». Δεν μπορεί να αγαπά και τα αργύρια και την ψυχή του, είναι αδύνατον, διότι είναι πράγματα αντίθετα, όπως θα πει επικαλούμενος τη μαρτυρία του Χρυσόστομου. Μάλιστα, μιλώντας για τον πλούτο ξεκαθαρίζει τα όρια διαχείρισής του: ο καθένας οφείλει να δίνει σε όσους έχουν ανάγκη αλλά αυτός που έχει και κατέχει οφείλει να δώσει πολύ στους αδελφούς του. Επιπλέον χαρακτηρίζει εύστοχα τον πλούτο ως το γάλα των πτωχών. Έχει δοθεί στους κατέχοντες για να τρέφει τους αδύναμους, όπως η μητέρα προσφέρει το γάλα του μαστού της στο αδύναμο βρέφος για να ζήσει.

Τα μοναστήρια καστροπολιτείες

Ειρωνικά, ο Η. Μηνιάτης, αποκαλεί τον ευσεβή, πλην φιλοχρήματο, ως «άγιο φιλάργυρο». Και, ναι, θα μπορούσε όταν κάποιος ζη κατά μόνας, στη σκήτη του, σε ένα κελάκι ή σε έναν μικρό σχηματισμό αδελφών, εκείνος που έχει το δικό του κομπόδεμα να έχει το ίδιο ελάττωμα που περιέγραψε υπέροχα ο Μολιέρος στον δικό του Φιλάργυρο. Τί συμβαίνει όμως όταν το μικρό σχήμα της αδελφότητας λαμβάνει τη μορφή ενός πολυάριθμου κοινοβίου; Όταν δηλαδή ατομική περιουσία δεν υφίσταται, και όλα περνούν στην κυριότητα της μονής;


Βλέποντας και θαυμάζοντας τα αγιορείτικα μοναστήρια, με την αρχιτεκτονική μορφή που έφτασαν στις μέρες μας, διαπιστώνουμε ότι είναι κάστρα, μικρές πόλεις που συντηρούν τους κατοίκους τους παρέχοντας όσα χρειάζονται και οι μοναχοί με τα διακονήματά τους υπηρετούν τους άλλους αδελφούς. Μάλιστα, στην ησυχαστική παράδοση η σχέση ηγούμενου μοναχών σημαίνεται με μία θεολογική τυπολογία: ο γέροντας μυσταγωγεί ψυχές, εκπροσωπεί τον Ιησού, εφόσον το μοναστήρι είναι ένα μυστήριο που φανερώνει την κοινωνία της Εκκλησίας και των αγἰων. Ο ηγούμενος είναι ο κρίκος μεταξύ Θεού και μοναχών.

Είναι γνωστό, ότι αφετηριακά ο μοναχισμός λειτούργησε ως μια αντίδραση στην κατάπτωση της πίστης στα αστικά κέντρα, ήταν μια προσπάθεια επαναπροσδιορισμού της προσωπικής σχέσης με τον Θεό, μακριά από τη βουή του κόσμου. Το θέμα εδώ, είναι ότι σε όλους αυτούς τους σχηματισμούς που υπηρέτησαν ιδεολογικά τη βυζαντινή αυτοκρατορία, ενισχύθηκαν από βασιλείς, σουλτάνους και ισχυρούς πολιτικούς, και μέχρι σήμερα τους παρέχεται μια ειδική μεταχείριση ως αυτοδιοίκητο τμήμα του ελληνικού κράτους, βρίσκουμε μεταλλαγμένη την αρχική ιδέα του αναχωρητισμού που ήταν αυτό ακριβώς που υπόσχεται και ο μοναχός στην κουρά του: ακτημοσύνη. Εάν λοιπόν μέσα στις μονές δεν μπορούν ατομικά οι καλόγεροι να συσσωρεύσουν χρήματα, η αγία φιλαργυρία μπορεί να ξεμυτίσει στα ίδια τα μοναστήρια.

Καθαρά πράγματα: Ο καλόγερος όταν οφείλει να είναι φιλόπτωχος, το μοναστήρι μπορεί να είναι φιλόπλουτο.

Σήμερα, τα μοναστήρια, όπως και παλαιότερα συνιστούν πόλεις κράτη, νησίδες στον κοινωνικό ιστό, που αντιγράφουν την πρακτική και τα ήθη του κόσμου. Και δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς, εφόσον έχουν ιδιοκτησία, κάνουν επενδύσεις, αξιοποιούν εκτάσεις, αγοράζουν και πωλούν κατά το δοκούν συμφέρον των διαχειριστών τους, δηλαδή του ηγουμένου και των συμβούλων του μοναχών, ή και λαϊκών εφόσον είναι χρήσιμοι στις επιχειρηματικές δράσεις, όπως και με υψηλά ιστάμενα πρόσωπα που ακούγονται αυτές τις ημέρες. Πάντοτε για το συμφέρον της μονής… Μόνο που δίπλα στη συσσώρευση πλούτου, παραμονεύει η αχορταγία και η απληστία, η διαμόρφωση ενός ήθους που δεν έχει σχέση με τον πτωχό Ιησού και το πνεύμα του αναχωρητισμού.

Τα ερείπια της Αθωνιάδας σχολής που λαμψε στα Βαλκάνια του 18ου αι. με την παρουσία του Ευγνιου Βούλγαρη. Οι ίντριγκες των μοναχών και η κομματικοποίηση των σπουδαστών οδήγησαν τον Βούλγαρη στην αποχώρηση από τη σχολή.

Τα ερείπια της Αθωνιάδας σχολής που έλαμψε στα Βαλκάνια του 18ου αι. με την παρουσία του Ευγένιου Βούλγαρη. Οι ίντριγκες των μοναχών και η κομματικοποίηση των σπουδαστών οδήγησαν τον Βούλγαρη στην αποχώρηση από τη σχολή.

Κάποτε, εκεί γύρω στα 1750 στα όρια του Βατοπεδίου εγκαινιάστηκε η λειτουργία της Αθωνιάδας, ό,τι πιο νεωτερικό είχε να δείξει η εποχή στην εκπαίδευση αφού ο «κλεινός» Ευγένιος Βούλγαρις κλήθηκε να διδάξει και να οργανώσει τη Σχολή. Η ίδρυση της Αθωνιάδας ήταν μια προσφορά στο Γένος. Εύλογα, σήμερα αναρωτιέται κανείς για τα ανθηρά οικονομικά των μονών, για τον πολλαπλασιασμό των χρημάτων που δεν διαμοιράζονται σε όσους έχουν ανάγκη ή δεν επενδύονται σε έργα υποδομής για το ευρύτερο σύνολο. Σκέφτομαι ξανά τον Μηνιάτη: η πρόφαση ότι τα χρειάζονται για την κυβέρνηση του οίκου δεν πείθει. Σχεδόν κανέναν…

Όποιος θέλει να περάση εκείθεν πρέπει να είναι άδειος και γυμνός

Είναι σαφές ότι ο Μηνιάτης διαγράφει ένα πλαίσιο κοινωνικής δικαιοσύνης για ορφανά, κόρες που κατέφευγαν στην πορνεία, πένητες που πέθαιναν από το κρύο ή την αφαγία, έστω και μέσα από την πρακτική της ελεημοσύνης. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι αμφισβητεί τη σωτηρία του πλούσιου, επομένως η λύση είναι: πέταξε ό,τι σε κάνει να μη μπορείς να μοιραστείς, δηλαδή να μη μπορείς να αγαπήσεις. Πέταξε το δικαίωμα που σου δίνει ο πλούτος να είσαι εξουσία.

Δυστυχώς, για όσους δυσκολεύονται να κατανοήσουν τον μοναχισμό ο αναχωρητισμός δεν εξαντλείται στην επιλογή της μοναστηριακής ζωής, αλλά επεκτείνεται σε πάμπολλες μορφές που επιβιώνουν στον Άθωνα. Από την άκρα ταπείνωση και φτώχεια των καθισμάτων έως τη χλιδή και την σκανδαλώδη πολυτέλεια ο καθένας μπορεί στον τόπο της μετανοίας του να αναζητήσει τον θεό και να συγκατοικήσει μαζί του. Το άθλημα είναι επίπονο προϋποθέτει ελεύθερη συγκατάβαση και για να θυμηθούμε τον Μηνιάτη η ανάβαση στον ουρανό με ρούχα, δηλαδή με πλούτη και υπάρχοντα, δύσκολα γίνεται.





Αλλά τούτος δεν είναι εκείνος ο καλός, και αγαθός άνθρωπος, οπού δεν επεθύμησε την γυναίκα κανενός; οπού δεν επήρε κανενός το πράγμα ή την τιμήν; οπού εφύλαξεν ακριβέστατα τον νόμον, οπού εις τον νόμον είναι άγιος; ναι. Μα τούτος ο άγιος είναι φιλάργυρος. Στοχασθήτε, όταν είναι λόγος περί χρημάτων, δεν είναι άλλο. Αχ κατηραμένη φιλαργυρία, και πόσον κυριεύεις τας ανθρωπίνας ψυχάς! οπού θέλει να ειπή: αληθινά εκείνος ο καλός δούλος του Θεού έχει πολλάς και μεγάλας αρετάς. Αυτός να κλέψη; αυτός να ψευδομαρτυρήση; μη γένοιτο. «Ταύτα πάντα (ημπορεί να ειπή) εφυλαξάμην εκ νεότητός μου». Αυτός φυλάττει σωφροσύνην, αυτός κάνει προσευχήν, αυτός κρατεί νηστείαν, αυτός είναι αληθινά εις τον Κόσμον, αλλά αρνήθη τον Κόσμον, αυτός εσφαλισμένος μέσα εις μίαν κέλλαν ή έξω εις μίαν έρημον, απεστράφη παντελώς και τας συνομιλίας των ανθρώπων, και τας ταραχάς της αγοράς, και του αιώνος τας ματαιότητας. και ξεφάντωσες.

Ἐκείνος στέκει ενασχολούμενος εις έργα αρετής, μόνος μόνῳ Θεῴ προσευχόμενος. Εις την όψιν, εις το σχήμα, εις τα φορέματα τα τρίχινα, εις όλον τον βίον, και πολιτείαν ένας ασκητής. Αλλά ωϊμέ! Τούτος ο ασκητής είναι φιλάργυρος. Νηστευτής, μα φιλάργυρος. Θαυματουργός, μα φιλάργυρος έτι εν λείπει. Όλα τα καλά έχει, ένα πράγμα του λείπει δια να τον κανονίσωμεν δια τέλειον άγιον. Πώς αγαπά ο πτωχός τα αργύρια. Ό,τι άλλο θέλεις. Θέλεις να νηστεύση; δεν τρώγει κρέας εις όλην του την ζωήν. Θέλεις να προσευχηθή; κάνει ολονυχτίας. Θέλεις να κάμη σκληραγωγίας; ευχαριστείται να περιπατή με τα πόδια γυμνά και φορτωμένος σίδηρα. Όλα μετά χαράς τα κάνει. μα μη του εγγίσης το γλωσσόκομον, διατί τον χάνεις. Όλα τα άλλα κάνει μετά χαράς, τούτο μόνον τον λυπεί, τον πικραίνει, και απέρχεται λυπούμενος. Τόσον είναι αληθινόν, πως ένας κάποιος ημπορεί να φθάση με πολλάς αρετάς να είναι άγιος, μα τούτος ο άγιος ημπορεί να είναι φιλάργυρος. Τόσον είναι αληθινόν, πως η φιλαργυρία κρατεί, και κυριεύει τας ψυχάς και εκείνων, οπού ημείς προσκυνούμεν ωσάν αγίους.

Αλλ᾽ εγώ ερωτώ: ένας τέτοιος άγιος φιλάργυρος, ημπορεί να είναι μαθητής και Απόστολος του Χριστού; Όχι. Ας το μαρτυρήση ο σημερινός φιλάργυρος άνθρωπος του Ευαγγελίου. Όταν ο Χριστός του είπε πάντα όσα έχεις πώλησον, και διάδος πτωχοίς, οπού θέλει να ειπή: ἀφες ολότελα την φιλαργυρίαν και αποδέξου την φιλοπτωχίαν. Και δεύρο, ακολούθει μοι. Έλα να μου είσαι μαθητής και Απόστολος, αυτός εμίσευσε λυπούμενος. «Και απήλθε λυπούμενος».

ΗΛΙΑΣ ΜΗΝΙΑΤΗΣ

«Κυριακή ΙΓ´, Λουκά. Τρόπος του κληρονομήσαι ζωήν αιώνιον», Διδαχαί εις την Aγίαν και Mεγάλην Tεσσαρακοστήν… Eκ της Eλληνικής Tυπογραφίας του Φοίνικος,

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου