Η ονομασία Μετέωρα δεν συναντιέται στους αρχαίους χρόνους. Για πρώτη φορά χρησιμοποιείται από τον κτήτορα της Ιεράς Μονής Μεταμορφώσεως Όσιο Αθανάσιο τον Μετεωρίτη, ο οποίος το 1344 μ.Χ. ονόμασε Μετέωρα τον «Πλατύ Λίθο», ονομασία που επικράτησε λίγο αργότερα και δήλωνε ανάλογα το βράχο ή τους βράχους των σημερινών Μετεώρων.
Πότε ακριβώς πρωτοκατοικήθηκαν από μοναχούς τα Μετέωρα είναι άγνωστο. Τα ιστορικά στοιχεία και οι άλλες μαρτυρίες που υπάρχουν εμφανίζουν οργανωμένο τον μοναχισμό σε σκήτες από τον 9ο ακόμη αιώνα μ.Χ. Δημιουργώντας στην αρχή μικρούς χώρους προσευχής, τα λεγόμενα «προσευχάδια», πήγαιναν κάθε Κυριακή στο Κυριακό, μια κοινή δηλαδή εκκλησία, για να τελέσουν τη Θεία Λειτουργία. Έτσι, δημιουργήθηκε ο ασκητικός μοναχισμός στα Μετέωρα. Άλλες πάλι πληροφορίες αναφέρουν ως πρώτο ασκητή κάποιο Βαρνάβα, ο οποίος το 950-965 μ.Χ ίδρυσε τη Σκήτη του Αγίου Πνεύματος. Λίγο αργότερα, γύρω στα 1020 μ.Χ. συνεχίζει η παράδοση, ο μοναχός Ανδρόνικος από την Κρήτη έκτισε ασκητήριο στο σημερινό βράχο της Μεταμορφώσεως, ενώ άλλοι μοναχοί ίδρυσαν τη Σκήτη των Σταγών, που την ονόμασαν Δούπιανη γύρω στο 1160 μ.Χ. Διακόσια περίπου χρόνια αργότερα ο μοναχός Βαρλαάμ ιδρύει το μοναστήρι των Τριών Ιεραρχών και των Αγίων Πάντων, ενώ άλλοι μοναχοί την ίδια περίπου εποχή ιδρύουν μονές και κατοικούν σε αυτές.
Η μοναστική πολιτεία με την πάροδο του χρόνου μεγαλώνει, τα μοναστήρια γίνονται 24 και ενισχύονται από διάφορες δωρεές και προνόμια που δίνονται από άρχοντες, ηγεμόνες, Πατριάρχες και αυτοκράτορες σε διάφορες εποχές. Μεγάλη άνθηση ο μοναχισμός είχε τον 17ο αιώνα, ενώ σήμερα λειτουργούν 6 μοναστήρια, όπου λίγοι μοναχοί αγωνίζονται για την επιβίωση και την ανασυγκρότησή τους.
Ο σκοπός των μοναχών
Λίγο αν καθίσει ο επισκέπτης – προσκυνητής με τους μοναχούς και συζητήσει μαζί τους θα διαπιστώσει μεγάλες αλήθειες. Οι προσευχές, οι νηστείες, οι αγρυπνίες, οι ελεημοσύνες και οι άλλες χριστιανικές αρετές δεν αντιπροσωπεύουν μόνες τους τον σκοπό της ορθόδοξης Χριστιανικής ζωής. Είναι μόνο απαραίτητα μέσα, ισχυρίζεται ένας Μετεωρίτης μοναχός, εφόσον γίνονται εν ονόματι του Χριστού για την επιτυχία του σκοπού αυτού. Γιατί αληθινός σκοπός της ορθόδοξης χριστιανικής ζωής είναι η απόκτηση του Αγίου Πνεύματος. Κι ο μοναχός δεν κάνει τίποτε άλλο. Ζει σε μια συνεχή προσπάθεια προσεγγίσεως με τον Θεό. Ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακας (7ος αιώνας) επιγραμματικά λέει, «μοναχός εστίν βία φύσεως διηνεκής και φυλακή αισθήσεων ανελλιπής». Αν πρέπει, συνεχίζει ο μοναχός, η καρδιά του μοναχού να είναι «ζέουσα», το πνεύμα πρέπει να παραμένει απαθές, γιατί το πνεύμα αγρυπνεί επί της καρδιάς. Επομένως η καρδιά σύμφωνα με την ορθόδοξη διδασκαλία μας είναι το κέντρο του ανθρωπίνου βίου, η πηγή των ενεργητικών του δυνάμεων, τόσο στην διάνοια, όσο και στη θέληση. Είναι τι σημείο απ΄ όπου προέρχεται και όπου τείνει ολόκληρη η πνευματική ζωή. Η καρδιά κατά τον Μακάριο τον Αιγύπτιο είναι το «εργαστήριο της δικαιοσύνης και αδικίας». Είναι το δοχείο που περιέχει όλες τις κακίες, αλλά και συγχρόνως βρίσκεται «εκεί ο Θεός, εκεί οι άγγελοι, εκεί η ζωή και βασιλεία, εκεί το Φως και οι Απόστολοι, εκεί οι θησαυροί της χάριτος».
Η μετάνοια των μοναχών
Η μετάνοια για τον μοναχό δεν είναι στιγμή μεταβατική ή προσωρινή βαθμίδα, αλλά κατάσταση που διαρκεί πάντοτε, όπως λέει ένας μοναχός στα Μετέωρα. Είναι μια δεύτερη γέννηση που ο Θεός παρέχει μετά το βάπτισμα, μια δυνατότητα επιστροφής προς τον Πατέρα. Έτσι, όσο ο μοναχός ενώνεται με τον Θεό, τόσο περισσότερο γνωρίζει την αγνωσία του, τόσο περισσότερο τελειοποιείται και γνωρίζει τη δική του ατέλεια. Αποτέλεσμα της μετάνοιας είναι η εσωτερική συντριβή, τα δάκρυα. Είναι συγχρόνως και μια αρχή για την αιώνια ζωή. Τα δάκρυα εξαγνίζουν τη φύση, γιατί η μετάνοια δεν είναι μόνο δική μας προσπάθεια στους πόνους μας, αλλά και η φωτεινή δωρεά του Αγίου Πνεύματος που διεισδύει και μεταμορφώνει την καρδιά μας. Η προσευχή του μοναχού είναι η κινητήρια δύναμη όλων των προσπαθειών του στην πραγματική ζωή. Γι’ αυτό η ένωση με τον Θεό δεν είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί, παρά μόνον με την προσευχή, γιατί η προσευχή είναι η προσωπική σχέση του ανθρώπου με τον Θεό και μέσα σε αυτήν συναντάται προσωπικά ο άνθρωπος με τον Θεό, κατά τον Ισαάκ τον Σύρο. Εκεί Τον γνωρίζει και Τον αγαπά. Η γνώση και η αγάπη είναι συνδεδεμένη στον ορθόδοξο μοναχισμό.
Οι προσευχές των μοναχών
Δεν είναι δύσκολο να διαπιστωθεί ότι ο μοναχός προσεύχεται συνεχώς στις σκοτεινές γωνιές του νάρθηκα ή της Λητής παρακολουθώντας τις πολύωρες ακολουθίες. Μοναδικό όπλο, αλλά και σύντροφος το κομβοσχοίνι και η ασταμάτητη προσευχή. Το περιβάλλον τον υποβάλλει. Οι σιγανές ψαλμωδίες τον καθοδηγούν. Τα επιχρυσωμένα τέμπλα των ναών, οι βαριές αργυρές «ακοίμητες» καντήλες, οι επιβλητικές εικόνες και οι εικονιζόμενες μορφές αντιφεγγίζουν στις τρεμάμενες φλόγες των κεριών και σκορπούν αρίθμητους ιριδισμούς. Ο Κανονάρχης με τη μεγαλοπρεπή αμφίεσή του, που θυμίζει άφταστη δωρική απλότητα, είναι η μόνη κινούμενη σκιά ανάμεσα στα πνεύματα και στις σκιές μέσα στο κατανυκτικό μισόφωτο. Βηματίζει αθόρυβα από τον ένα ψάλτη στον άλλο για να κανοναρχήσει. Και οι ψάλτες με τη σειρά τους ψάλλουν αβίαστα και κατανυκτικά. Κι αυτό το τυπικό ακολουθείται περισσότερο από οκτακόσια χρόνια σε όλες τις εκδηλώσεις της μοναχικής θρησκευτικής ζωής με αποτέλεσμα η λειτουργική αυτή γλώσσα να γίνει όργανο καθαρμού και νίψεως. Με τη συνεχή λειτουργική ζωή, ο μοναχός υψώνεται υπεράνω του κτιστού κόσμου, εγκαταλείπει κάθε επαφή με τα δημιουργήματα και έρχεται σε ένωση με την ακτίνα της θεότητος, κατά τον Διονύσιο τον Αεροπαγίτη. Καθένας ανάλογα με το μέτρο της προσωπικής του ανυψώσεως διαλύει τα σκότη του θανάτου, το φόβο της κρίσεως, την άβυσσο της κολάσεως και κατευθύνει τα βλέμματά του αποκλειστικά στον «ερχόμενον μετά δόξης Κύριον». Συνέχεια ο ορθόδοξος μοναχός βλέπει μπροστά του τον Θεό σαν εκπρόσωπο άπειρης αγάπης και σαν μάρτυρα της σταυρικής θυσίας για το χατίρι του ανθρώπινου γένους. Γι΄ αυτό η προσευχή του αρχίζει με αιτήσεις. Είναι ικετήρια προσευχή, ανήσυχη, γεμάτη μέριμνες και φόβους. Κι αυτό δεν είναι τίποτα άλλο, παρά μια προετοιμασία για την αληθινή «πνευματική προσευχή». Είναι, θα λέγαμε, μια βαθμιαία άνοδος προς τον Θεό, μια προσπάθεια προσεγγίσεως, μια αναζήτηση πνευματική. Σιγά σιγά η ψυχή συγκεντρώνεται, περισυλλέγεται, οι ιδιαίτερες αιτήσεις εξαφανίζονται, φαίνονται άχρηστες, γιατί ο Θεός απαντά στις προσευχές εκδηλώνοντας την πρόνοιά Του, που πάντα Τον περιβάλλει. Παύει να ζητά ο μοναχός, γιατί εμπιστεύεται απόλυτα τη βουλή του Θεού. Η κατάσταση αυτή καλείται «καθαρή προσευχή».
Πότε ακριβώς πρωτοκατοικήθηκαν από μοναχούς τα Μετέωρα είναι άγνωστο. Τα ιστορικά στοιχεία και οι άλλες μαρτυρίες που υπάρχουν εμφανίζουν οργανωμένο τον μοναχισμό σε σκήτες από τον 9ο ακόμη αιώνα μ.Χ. Δημιουργώντας στην αρχή μικρούς χώρους προσευχής, τα λεγόμενα «προσευχάδια», πήγαιναν κάθε Κυριακή στο Κυριακό, μια κοινή δηλαδή εκκλησία, για να τελέσουν τη Θεία Λειτουργία. Έτσι, δημιουργήθηκε ο ασκητικός μοναχισμός στα Μετέωρα. Άλλες πάλι πληροφορίες αναφέρουν ως πρώτο ασκητή κάποιο Βαρνάβα, ο οποίος το 950-965 μ.Χ ίδρυσε τη Σκήτη του Αγίου Πνεύματος. Λίγο αργότερα, γύρω στα 1020 μ.Χ. συνεχίζει η παράδοση, ο μοναχός Ανδρόνικος από την Κρήτη έκτισε ασκητήριο στο σημερινό βράχο της Μεταμορφώσεως, ενώ άλλοι μοναχοί ίδρυσαν τη Σκήτη των Σταγών, που την ονόμασαν Δούπιανη γύρω στο 1160 μ.Χ. Διακόσια περίπου χρόνια αργότερα ο μοναχός Βαρλαάμ ιδρύει το μοναστήρι των Τριών Ιεραρχών και των Αγίων Πάντων, ενώ άλλοι μοναχοί την ίδια περίπου εποχή ιδρύουν μονές και κατοικούν σε αυτές.
Η μοναστική πολιτεία με την πάροδο του χρόνου μεγαλώνει, τα μοναστήρια γίνονται 24 και ενισχύονται από διάφορες δωρεές και προνόμια που δίνονται από άρχοντες, ηγεμόνες, Πατριάρχες και αυτοκράτορες σε διάφορες εποχές. Μεγάλη άνθηση ο μοναχισμός είχε τον 17ο αιώνα, ενώ σήμερα λειτουργούν 6 μοναστήρια, όπου λίγοι μοναχοί αγωνίζονται για την επιβίωση και την ανασυγκρότησή τους.
Ο σκοπός των μοναχών
Λίγο αν καθίσει ο επισκέπτης – προσκυνητής με τους μοναχούς και συζητήσει μαζί τους θα διαπιστώσει μεγάλες αλήθειες. Οι προσευχές, οι νηστείες, οι αγρυπνίες, οι ελεημοσύνες και οι άλλες χριστιανικές αρετές δεν αντιπροσωπεύουν μόνες τους τον σκοπό της ορθόδοξης Χριστιανικής ζωής. Είναι μόνο απαραίτητα μέσα, ισχυρίζεται ένας Μετεωρίτης μοναχός, εφόσον γίνονται εν ονόματι του Χριστού για την επιτυχία του σκοπού αυτού. Γιατί αληθινός σκοπός της ορθόδοξης χριστιανικής ζωής είναι η απόκτηση του Αγίου Πνεύματος. Κι ο μοναχός δεν κάνει τίποτε άλλο. Ζει σε μια συνεχή προσπάθεια προσεγγίσεως με τον Θεό. Ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακας (7ος αιώνας) επιγραμματικά λέει, «μοναχός εστίν βία φύσεως διηνεκής και φυλακή αισθήσεων ανελλιπής». Αν πρέπει, συνεχίζει ο μοναχός, η καρδιά του μοναχού να είναι «ζέουσα», το πνεύμα πρέπει να παραμένει απαθές, γιατί το πνεύμα αγρυπνεί επί της καρδιάς. Επομένως η καρδιά σύμφωνα με την ορθόδοξη διδασκαλία μας είναι το κέντρο του ανθρωπίνου βίου, η πηγή των ενεργητικών του δυνάμεων, τόσο στην διάνοια, όσο και στη θέληση. Είναι τι σημείο απ΄ όπου προέρχεται και όπου τείνει ολόκληρη η πνευματική ζωή. Η καρδιά κατά τον Μακάριο τον Αιγύπτιο είναι το «εργαστήριο της δικαιοσύνης και αδικίας». Είναι το δοχείο που περιέχει όλες τις κακίες, αλλά και συγχρόνως βρίσκεται «εκεί ο Θεός, εκεί οι άγγελοι, εκεί η ζωή και βασιλεία, εκεί το Φως και οι Απόστολοι, εκεί οι θησαυροί της χάριτος».
Η μετάνοια των μοναχών
Η μετάνοια για τον μοναχό δεν είναι στιγμή μεταβατική ή προσωρινή βαθμίδα, αλλά κατάσταση που διαρκεί πάντοτε, όπως λέει ένας μοναχός στα Μετέωρα. Είναι μια δεύτερη γέννηση που ο Θεός παρέχει μετά το βάπτισμα, μια δυνατότητα επιστροφής προς τον Πατέρα. Έτσι, όσο ο μοναχός ενώνεται με τον Θεό, τόσο περισσότερο γνωρίζει την αγνωσία του, τόσο περισσότερο τελειοποιείται και γνωρίζει τη δική του ατέλεια. Αποτέλεσμα της μετάνοιας είναι η εσωτερική συντριβή, τα δάκρυα. Είναι συγχρόνως και μια αρχή για την αιώνια ζωή. Τα δάκρυα εξαγνίζουν τη φύση, γιατί η μετάνοια δεν είναι μόνο δική μας προσπάθεια στους πόνους μας, αλλά και η φωτεινή δωρεά του Αγίου Πνεύματος που διεισδύει και μεταμορφώνει την καρδιά μας. Η προσευχή του μοναχού είναι η κινητήρια δύναμη όλων των προσπαθειών του στην πραγματική ζωή. Γι’ αυτό η ένωση με τον Θεό δεν είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί, παρά μόνον με την προσευχή, γιατί η προσευχή είναι η προσωπική σχέση του ανθρώπου με τον Θεό και μέσα σε αυτήν συναντάται προσωπικά ο άνθρωπος με τον Θεό, κατά τον Ισαάκ τον Σύρο. Εκεί Τον γνωρίζει και Τον αγαπά. Η γνώση και η αγάπη είναι συνδεδεμένη στον ορθόδοξο μοναχισμό.
Οι προσευχές των μοναχών
Δεν είναι δύσκολο να διαπιστωθεί ότι ο μοναχός προσεύχεται συνεχώς στις σκοτεινές γωνιές του νάρθηκα ή της Λητής παρακολουθώντας τις πολύωρες ακολουθίες. Μοναδικό όπλο, αλλά και σύντροφος το κομβοσχοίνι και η ασταμάτητη προσευχή. Το περιβάλλον τον υποβάλλει. Οι σιγανές ψαλμωδίες τον καθοδηγούν. Τα επιχρυσωμένα τέμπλα των ναών, οι βαριές αργυρές «ακοίμητες» καντήλες, οι επιβλητικές εικόνες και οι εικονιζόμενες μορφές αντιφεγγίζουν στις τρεμάμενες φλόγες των κεριών και σκορπούν αρίθμητους ιριδισμούς. Ο Κανονάρχης με τη μεγαλοπρεπή αμφίεσή του, που θυμίζει άφταστη δωρική απλότητα, είναι η μόνη κινούμενη σκιά ανάμεσα στα πνεύματα και στις σκιές μέσα στο κατανυκτικό μισόφωτο. Βηματίζει αθόρυβα από τον ένα ψάλτη στον άλλο για να κανοναρχήσει. Και οι ψάλτες με τη σειρά τους ψάλλουν αβίαστα και κατανυκτικά. Κι αυτό το τυπικό ακολουθείται περισσότερο από οκτακόσια χρόνια σε όλες τις εκδηλώσεις της μοναχικής θρησκευτικής ζωής με αποτέλεσμα η λειτουργική αυτή γλώσσα να γίνει όργανο καθαρμού και νίψεως. Με τη συνεχή λειτουργική ζωή, ο μοναχός υψώνεται υπεράνω του κτιστού κόσμου, εγκαταλείπει κάθε επαφή με τα δημιουργήματα και έρχεται σε ένωση με την ακτίνα της θεότητος, κατά τον Διονύσιο τον Αεροπαγίτη. Καθένας ανάλογα με το μέτρο της προσωπικής του ανυψώσεως διαλύει τα σκότη του θανάτου, το φόβο της κρίσεως, την άβυσσο της κολάσεως και κατευθύνει τα βλέμματά του αποκλειστικά στον «ερχόμενον μετά δόξης Κύριον». Συνέχεια ο ορθόδοξος μοναχός βλέπει μπροστά του τον Θεό σαν εκπρόσωπο άπειρης αγάπης και σαν μάρτυρα της σταυρικής θυσίας για το χατίρι του ανθρώπινου γένους. Γι΄ αυτό η προσευχή του αρχίζει με αιτήσεις. Είναι ικετήρια προσευχή, ανήσυχη, γεμάτη μέριμνες και φόβους. Κι αυτό δεν είναι τίποτα άλλο, παρά μια προετοιμασία για την αληθινή «πνευματική προσευχή». Είναι, θα λέγαμε, μια βαθμιαία άνοδος προς τον Θεό, μια προσπάθεια προσεγγίσεως, μια αναζήτηση πνευματική. Σιγά σιγά η ψυχή συγκεντρώνεται, περισυλλέγεται, οι ιδιαίτερες αιτήσεις εξαφανίζονται, φαίνονται άχρηστες, γιατί ο Θεός απαντά στις προσευχές εκδηλώνοντας την πρόνοιά Του, που πάντα Τον περιβάλλει. Παύει να ζητά ο μοναχός, γιατί εμπιστεύεται απόλυτα τη βουλή του Θεού. Η κατάσταση αυτή καλείται «καθαρή προσευχή».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου