Πρωτ. Γεωργίου Δορμπαράκη
῾Σύ δέ ὁ αὐτός εἶ καί τά ἔτη σου οὐκ ἐκλείψουσι᾽ (῾Εβρ. 1, 12)
α. ῾Η Κυριακή Β´ Νηστειῶν ἀποτελεῖ συνέχεια τῆς προηγουμένης, τῆς Κυριακῆς τῆς ᾽Ορθοδοξίας, πού σημαίνει ὅτι ἡ ᾽Εκκλησία μας στό πρόσωπο τοῦ μεγάλου Πατέρα της ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ εἶδε τήν συνέχεια τῆς νίκης τῆς ὀρθῆς πίστεως ἀπέναντι, αὐτήν τήν φορά, στούς νέους διαστρεβλωτές της, τόν δυτικοθρεμμένο φιλόσοφο Βαρλαάμ καί τούς ὁμόφρονές του, οἱ ὁποῖοι μέ ὅ,τι δίδασκαν συρρίκνωναν κατ᾽ οὐσίαν τήν πίστη τοῦ Χριστοῦ σέ ἕνα ξερό καί ἀπονευρωμένο ἀπό τήν χάρη τοῦ Θεοῦ ἀνθρώπινο κατασκεύασμα. ῾Ο ἅγιος Γρηγόριος ἦταν ἐκεῖνος πού μέ ἀφορμή τόν βαρλααμιτισμό ἐξέφρασε σύνολη τήν ὀρθόδοξη πίστη, ἀγωνιζόμενος νά κρατηθεῖ ἡ ᾽Εκκλησία σέ αὐτό πού ἀποκάλυψε ὁ Κύριος, κήρυξαν οἱ ἀπόστολοι, δίδαξαν οἱ προγενέστεροι αὐτοῦ Πατέρες τῆς ᾽Εκκλησίας, δηλαδή πάνω στήν χάρη τοῦ Θεοῦ, συνεπῶς ἔγινε μέτρο πίστεως καί ῾κήρυξ τῆς χάριτος᾽. Τό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα μάλιστα τῆς ἡμέρας τήν ἀνάγκη πιστότητας στόν λόγο τοῦ Χριστοῦ μεταξύ ἄλλων τονίζει, θεμέλιο τῆς ὁποίας εἶναι ἡ αἰωνιότητα τοῦ Θεοῦ καί τοῦ λόγου Του. ῾Κατ᾽ ἀρχάς σύ, Κύριε, τήν γῆν ἐθεμελίωσας, καί ἔργα τῶν χειρῶν σού εἰσιν οἱ οὐρανοί. Αὐτοί ἀπολοῦνται, σύ δέ διαμένεις καί πάντες ὡς ἱμάτιον παλαιωθήσονται...Σύ δέ ὁ αὐτός εἶ καί τά ἔτη σου οὐκ ἐκλείψουσι᾽.
β. 1. ῾Ο ἀπόστολος εἶναι σαφής: προβάλλει τήν αἰωνιότητα τοῦ Θεοῦ, τό ἄκτιστο καί ἄτρεπτο Αὐτοῦ ἐνόψει τοῦ τρεπτοῦ καί φθαρτοῦ τῆς κτιστῆς δημιουργίας. ῾Η Δημιουργία, καρπός τῆς ἐνέργειας τοῦ Θεοῦ, ἔχει ἀρχή καί τέλος, τό ὁποῖο (τέλος) νοεῖται ὄχι ὡς καταστροφή ἀλλά ὡς ἀλλαγή αὐτῆς (῾καί πάντες ὡς ἱμάτιον παλαιωθήσονται καί ἀλλαγήσονται᾽). Κι αὐτό θά πεῖ: ἀφενός κάθε τι στήν Δημιουργία ἔχει τήν σφραγίδα τοῦ Θεοῦ, περικλειόμενο μέσα στήν ἀγάπη Του, συνεπῶς κάθε δημιούργημα ἔχει μία ἰδιαίτερη ἱερότητα, κατεξοχήν ὁ ἄνθρωπος ὡς κατ᾽ εἰκόνα καί καθ᾽ ὁμοίωσιν Αὐτοῦ δημιουργημένος, λοιπόν τά πάντα ἔχουν ἀναγωγικό καί μυσταγωγικό χαρακτήρα πού παραπέμπουν σέ δοξολογία τοῦ Θεοῦ - ῾οἱ οὐρανοί διηγοῦνται δόξαν Θεοῦ, ποίησιν δέ χειρῶν Αὐτοῦ ἀναγγέλλει τό στερέωμα᾽· ἀφετέρου κάθε τι στήν Δημιουργία, ἐπειδή ἀκριβῶς ἕλκει τήν ὕπαρξή του ἀπό τόν Θεό καί εἶναι ἐκ φύσεως μέ ἡμερομηνία λήξεως, δέν μπορεῖ νά θεωρηθεῖ ὡς στήριγμα καί πηγή νοήματος γιά τόν ἄνθρωπο. ῾Η ἁμαρτία ὡς ἐπανάσταση τοῦ ἀνθρώπου ἀπέναντι στόν Δημιουργό του ἔφερε τήν ἀνατροπή καί τήν διαστροφή: νά διαγραφεῖ οὐσιαστικά ὁ Θεός καί νά θεωρηθεῖ ἡ κτίση ὡς ζωή καί νόημα αὐτῆς - ὅ,τι συνέβη μέ τόν προπάτορα ᾽Αδάμ πού μετά τήν ἁμαρτία στράφηκε στήν γυναίκα του Εὔα δίνοντάς της ἀκριβῶς τήν ἰδιότητα πού δέν εἶχε: Ζωή, Εὔα.
2. ῾Ο Θεός λοιπόν εἶναι ὁ αἰώνιος καί ἄκτιστος, ῾αὐτός διδούς πᾶσι ζωήν καί πνοήν καί τά πάντα᾽. Λόγω τῆς τελειότητάς Του ῾οὐκ ἔστιν ἐν αὐτῷ παραλλαγή ἤ τροπῆς ἀποσκίασμα᾽, ὅπως καί δέν ὑπάρχει σ᾽ αὐτόν τόπος καί χρόνος, τά σημάδια τῆς φθαρτότητας. Εἶναι πάντοτε ὁ ἴδιος - ῾σύ δέ ὁ αὐτός εἶ᾽ - καί ὁ μόνος πιστός. Κατά συνέπεια δέν ὑπάρχει σ᾽ Αὐτόν ἀλλαγή στήν ἐσωτερική Του ζωή, δέν ὑπάρχει ἀλλαγή στήν στάση Του ἔναντι τῶν δημιουργημάτων Του, δέν ὑπάρχει ἀλλαγή στόν λόγο Του:
῾Η ζωή Του εἶναι ἡ ζωή τῆς ἁγίας Τριάδος ὡς κοινωνίας ἀγάπης - δηλαδή τοῦ Πατρός ὡς ἀγεννήτου καί πηγῆς τῆς θεότητος, τοῦ Υἱοῦ ὡς γεννητοῦ πού σαρκώθηκε ἐν προσώπῳ ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ, τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος ὡς ἐκπορευτοῦ ἐκ μόνου τοῦ Πατρός πού ἀπεστάλη ἀπό τόν Χριστό γιά τήν λειτουργία τῆς ᾽Εκκλησίας - ἐνῶ δρᾶ πάντοτε ἑνιαῖα μέ τήν ἄκτιστη ἐνέργειά Του·
ἡ στάση Του ἔναντι τῶν δημιουργημάτων Του εἶναι πάντοτε στάση ἐλευθερίας καί ἀγάπης, πού σημαίνει ὅτι ἐνῶ δέν δεσμεύεται ἀπό κανέναν καί ἀπό τίποτε, στέκεται ἀγαπητικά μονίμως καί διαρκῶς ἀπέναντι σ᾽ αὐτά, ἀκόμη καί πρός ἐκεῖνα πού Τόν ἐχθρεύονται καί Τόν ῾πολεμοῦν᾽, προνοώντας γιά τά πλάσματά Του καί κατευθύνοντάς τα πρός τόν τελικό τους προορισμό. ῾Η πιστότητα αὐτή τῆς ἀγάπης Του μάλιστα ἐξηγεῖ καί τό γιατί δέν ὑφίσταται παράδεισος καί κόλαση ἀπό πλευρᾶς τοῦ Θεοῦ, καί στόν κόσμο τοῦτο καί μετέπειτα: ὁ Θεός ἀδιάκοπα ἀγαπᾶ καί ἡ ἀγάπη Του μεταποιεῖται θετικά (παράδεισος) ἤ ἀρνητικά (κόλαση) ἀνάλογα μέ αὐτό πού ἔχει καταστήσει περιεχόμενο τῆς καρδιᾶς του ὁ ἄνθρωπος·
ὁ λόγος Του τέλος παραμένει πάντοτε ὁ ἴδιος, αἰώνιος καί ἐπίκαιρος γιά κάθε ἐποχή, χωρίς ἀλλοιώσεις καί μεταποιήσεις. Τά πάντα μπορεῖ νά μεταβληθοῦν, τά πάντα μπορεῖ νά καταργηθοῦν, ὄχι ὅμως ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος συνιστᾶ στήν πραγματικότητα φανέρωση τῆς ἄκτιστης ἐνέργειάς Του καί ἄλλον τρόπο παρουσίας Του. Κατά τά ἀψευδῆ λόγια τοῦ ἴδιου τοῦ Κυρίου ῾ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ παρελεύσονται, οἱ δέ λόγοι μου οὐ μή παρέλθωσιν᾽. Γι᾽ αὐτό καί ὁ λόγος Του εἶναι παντοδύναμος πού καθιστᾶ δυνατό κάθε τι πού θεωρεῖται ἀδύνατο, μᾶλλον ὁ λόγος Του ἐκφερόμενος συνιστᾶ τήν ἴδια τήν δημιουργία. ῾Αὐτός εἶπε καί ἐγενήθησαν, Αὐτός ἐνετείλατο καί ἐκτίσθησαν᾽. Εἶναι αὐτονόητο ἔτσι ὅτι ὁποιαδήποτε ἀνθρώπινη προσπάθεια ἀλλοίωσης τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, παρερμηνείας, ἔκπτωσης ἤ ὑποβάθμισής του, πολλῷ δέ μᾶλλον κατάργησής του, συνιστᾶ βλασφημία πού ἀποκαλύπτει τήν ἀπιστία, τήν ἀθεΐα καί τόν δαιμονισμό τοῦ ἀνθρώπου. Μή ξεχνᾶμε ὅτι ὁ πρῶτος πού ἀποπειράθηκε νά διαστρεβλώσει τόν λόγο τοῦ Θεοῦ ἦταν ὁ ῾πεσών ἑωσφόρος᾽.
3. Μέ βάση τά παραπάνω εἶναι αὐτονόητο ὅτι ἡ αἰωνιότητα καί ἡ πιστότητα τοῦ Θεοῦ συνιστᾶ τό θεμέλιο τῆς ζωῆς καί τοῦ πιστοῦ ἀνθρώπου.
῎Εχει καταρχάς μία πίστη πού τήν παρέλαβε ἀπό τήν ἁγία ᾽Εκκλησία τήν ὥρα τῆς ἐνσωματώσεώς του σέ αὐτήν κατά τό ἅγιο βάπτισμα. Δέν ταλαιπωρεῖται ὁ πιστός μέ τήν ἀγωνία τοῦ ἀπίστου ἤ ἀθέου ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος ψάχνει νά βρεῖ ἐκεῖνο πού θά νοηματοδοτήσει τήν ἐπί γῆς ὕπαρξή του. ῾Η μόνη ἀγωνία του, ἄν εἶναι καλοπροαίρετος, εἶναι πῶς τήν παραληφθεῖσα πίστη ὡς μέλος Χριστοῦ νά τήν ἐνεργοποιεῖ στήν ζωή του, ὁπότε καί θά βλέπει τήν ἀλήθεια της καί τήν δυναμική της. ῾Μακάριος ἐν τῇ ποιήσει αὐτοῦ ἔσται᾽. Διότι δέν ἔχει καμμία σημασία ἀσφαλῶς νά ἀποδέχεται κανείς τήν πίστη του στήν ῾Αγία Τριάδα, στόν ᾽Ιησοῦ Χριστό, στήν ἁγία ᾽Εκκλησία, καί νά μένει αὐτή ἡ πίστη σέ ἕνα θεωρητικό ἐπίπεδο χωρίς νά ἀγγίζει τήν ζωή του. ῞Οπως ὅλοι γνωρίζουμε μία τέτοια πίστη ἀπορρίπτεται ὡς νεκρή καί δαιμονική. ῾Ο χριστιανός λοιπόν ἔχει μονίμως τήν ἀναφορά του στήν ᾽Εκκλησία καί τήν πίστη αὐτῆς στήν ῾Αγία Τριάδα. Τό Σύμβολο τῆς Πίστεως εἶναι τό καθημερινό μέτρο τῆς δικῆς του στερεότητας στόν κόσμο. Κι ἀκόμη: τό τρισάγιο πού λέει ἀποτελεῖ ἐπιβεβαίωση ὅτι ὁ κόσμος συνεχίζει νά ὑπάρχει μέ τόν κανονικό καί ὀρθό ρυθμό του.
῾Η ἀκλόνητη πεποίθηση ὅτι ὁ Θεός μας στέκεται πάντοτε μέ ἀγάπη καί ἐλευθερία ἀπέναντι στά πλάσματά Του ὁδηγεῖ τόν πιστό σέ ἀληθινή μετάνοια. ῾Τό χρηστόν τοῦ Θεοῦ εἰς μετάνοιαν ἄγει᾽. ῎Αν ὑπῆρχε ἀμφισβήτηση τῆς αἰώνιας ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, τί θά ἦταν ἐκεῖνο πού θά ἔσωζε τόν ἄνθρωπο; Πῶς θά κινεῖτο ὅ,τι βαθύτερο ὑπάρχει στήν ψυχή του, ἡ δική του ἀγάπη; ῾῾Ημεῖς ἀγαπῶμεν ὅτι Αὐτός πρῶτος ἠγάπησεν ἡμᾶς᾽. Τυχόν ταλάντευση πάνω στήν ἀλήθεια αὐτή δέν θά μᾶς ἔκανε νά λειτουργοῦμε σάν τούς πιστούς ἄλλων θρησκειῶν, οἱ ὁποῖοι παλεύουν νά ἐξευμενίσουν τούς θεούς τους, γιατί τούς ἔχουν κατανοήσει, μόνοι τους ἤ μέ παρακίνηση τοῦ Πονηροῦ, κατ᾽ εἰκόνα δική τους καί τῶν παθῶν τους; ῾Ο πιστός ὅμως γνωρίζει: καί στήν ἔσχατη κατάντια του, ὁ Θεός τόν περιμένει ἐν ἀγάπῃ. ῾Η ἐν μετανοίᾳ μάλιστα στροφή σέ Αὐτόν θά συναντήσει μόνον τήν ἀνοικτή ἀγκαλιά τοῦ Πατέρα του. ῾Καί δραμών (ὁ πατήρ αὐτοῦ) ἐπέπεσεν ἐπί τόν τράχηλον αὐτοῦ και κατεφίλησεν αὐτόν᾽.
Κι ἀκόμη: ῾Η πίστη στό ἀναλλοίωτο τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ καί ὅτι αὐτός ὁ λόγος συνιστᾶ ἄκτιστη ἐνέργεια τῆς Τριαδικότητάς Του καθιστοῦν τόν πιστό μέτοχο τῆς ἴδιας τῆς θεότητας. Θέλουμε νά ποῦμε ὅτι τά ἀψευδῆ λόγια τοῦ Κυρίου παρέχουν τήν διαβεβαίωση: ῾᾽Εάν τις ἀγαπᾷ με τόν λόγον μου τηρήσει καί ὁ Πατήρ μου ἀγαπήσει αὐτόν καί πρός αὐτόν ἐλευσόμεθα καί μονήν παρ᾽ αὐτῷ ποιήσομεν᾽. Καί: ῾῾Ο τηρῶν τάς ἐντολάς τοῦ Θεοῦ ἐν τῷ Θεῷ μένει καί ὁ Θεός ἐν αὐτῷ᾽. Δηλαδή: ὁ Θεός φανερώνεται μέσα ἀπό τόν λόγο Του, ὁ ὁποῖος λόγος γενόμενος ἀποδεκτός ἀπό τόν πιστό ἄνθρωπο καθιστᾶ αὐτόν κατοικητήριο τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ. ᾽Αποτέλεσμα μία τέτοιας θείας κοινωνίας εἶναι ἡ παντοδυναμία τοῦ ἀνθρώπου: ἔχοντας ὁ πιστός τήν χάρη τοῦ Θεοῦ ἐνεργοῦσα μέσα του ῾κατέχει᾽ καί τήν παντοδυναμία αὐτῆς. ῾᾽Εάν μείνητε ἐν ἐμοί καί τά ρήματά μου ἐν ὑμῖν μένει, ὅ ἐάν θέλητε αἰτήσασθε καί γενήσεται ὑμῖν᾽ (ὁ Κύριος). ῾Πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυμανοῦντί με Χριστῷ᾽ (ἀπ. Παῦλος). Καί πέραν αὐτοῦ: ἡ πιστότητα τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Κυρίου ὅτι ῾ἰῶτα ἕν ἤ μία κεραία᾽ δέν ὑπάρχει πού δέν πρόκειται νά μήν ἐκπληρωθεῖ δίνει τήν ὤθηση στόν πιστό νά προσδοκᾶ καί τήν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου. ῎Αν κάθε λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀληθινός καί κάθε ὑπόσχεσή Του ἤδη ἐκπληρώθηκε, εἴμαστε ἐντελῶς βέβαιοι καί ὅ,τι δέν ἔχει ἀκόμη ἐκπληρωθεῖ θά πραγματοποιηθεῖ. ᾽Αρκεῖ νά μένει κανείς πιστός στήν πιστότητα τοῦ Θεοῦ καί νά μή μετρᾶ τά γεγονότα μέ τήν δική του λογική. Κι αὐτό πού ἀκόμη στήν οὐσία δέν ἔχει πραγματοποιηθεῖ εἶναι ἡ τελευταία φάση τῶν ἐσχάτων, ἡ Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου καί ὅ,τι θά προηγηθεῖ αὐτῆς.
γ. ῾Η πορεία μας πάνω στήν γῆ ἐξαρτᾶται ἀπό τήν ματιά μας στόν κόσμο. ῎Αν ἡ ματιά μας πέφτει μόνο στήν φθαρτότητα τοῦ κόσμου, τότε πορευόμαστε ῾ὡς ἄθεοι ἐν τῷ κόσμῳ, ἐλπίδα μή ἔχοντες᾽. ῾Η τραγικότητα καί ἡ κόλαση γίνονται τά χαρακτηριστικά τῆς ζωῆς μας. ῎Αν ἡ ματιά μας ὑψώνεται ὑπεράνω τοῦ κόσμου καί προσβλέπουμε στόν αἰώνιο Κύριο καί τήν πίστη πού μᾶς ἀποκάλυψε, τότε πορευόμαστε ῾ὡς ἐν σαρκί περιπολοῦντες θεοί᾽ κατά τήν γνωστή ρήση ἐκκλησιαστικοῦ ἀνδρός. Τότε ἡ περπατησιά μας πράγματι εἶναι στέρεα, γιατί κατά πῶς τό λέει κι ὁ ποιητής ῾γιά νά πατᾶς στέρεα στή γῆ, πρέπει τό ἕνα πόδι σου νά εἶναι ἔξω ἀπό τή γῆ᾽ (᾽Ελύτης). Τότε ἑνωμένοι μέ τόν ἄκτιστο Θεό μας γινόμαστε κι ἐμεῖς ἄκτιστοι, ὅπως κήρυξε ὁ ἅγιος πού σήμερα ἑορτάζουμε.
῾Σύ δέ ὁ αὐτός εἶ καί τά ἔτη σου οὐκ ἐκλείψουσι᾽ (῾Εβρ. 1, 12)
α. ῾Η Κυριακή Β´ Νηστειῶν ἀποτελεῖ συνέχεια τῆς προηγουμένης, τῆς Κυριακῆς τῆς ᾽Ορθοδοξίας, πού σημαίνει ὅτι ἡ ᾽Εκκλησία μας στό πρόσωπο τοῦ μεγάλου Πατέρα της ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ εἶδε τήν συνέχεια τῆς νίκης τῆς ὀρθῆς πίστεως ἀπέναντι, αὐτήν τήν φορά, στούς νέους διαστρεβλωτές της, τόν δυτικοθρεμμένο φιλόσοφο Βαρλαάμ καί τούς ὁμόφρονές του, οἱ ὁποῖοι μέ ὅ,τι δίδασκαν συρρίκνωναν κατ᾽ οὐσίαν τήν πίστη τοῦ Χριστοῦ σέ ἕνα ξερό καί ἀπονευρωμένο ἀπό τήν χάρη τοῦ Θεοῦ ἀνθρώπινο κατασκεύασμα. ῾Ο ἅγιος Γρηγόριος ἦταν ἐκεῖνος πού μέ ἀφορμή τόν βαρλααμιτισμό ἐξέφρασε σύνολη τήν ὀρθόδοξη πίστη, ἀγωνιζόμενος νά κρατηθεῖ ἡ ᾽Εκκλησία σέ αὐτό πού ἀποκάλυψε ὁ Κύριος, κήρυξαν οἱ ἀπόστολοι, δίδαξαν οἱ προγενέστεροι αὐτοῦ Πατέρες τῆς ᾽Εκκλησίας, δηλαδή πάνω στήν χάρη τοῦ Θεοῦ, συνεπῶς ἔγινε μέτρο πίστεως καί ῾κήρυξ τῆς χάριτος᾽. Τό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα μάλιστα τῆς ἡμέρας τήν ἀνάγκη πιστότητας στόν λόγο τοῦ Χριστοῦ μεταξύ ἄλλων τονίζει, θεμέλιο τῆς ὁποίας εἶναι ἡ αἰωνιότητα τοῦ Θεοῦ καί τοῦ λόγου Του. ῾Κατ᾽ ἀρχάς σύ, Κύριε, τήν γῆν ἐθεμελίωσας, καί ἔργα τῶν χειρῶν σού εἰσιν οἱ οὐρανοί. Αὐτοί ἀπολοῦνται, σύ δέ διαμένεις καί πάντες ὡς ἱμάτιον παλαιωθήσονται...Σύ δέ ὁ αὐτός εἶ καί τά ἔτη σου οὐκ ἐκλείψουσι᾽.
β. 1. ῾Ο ἀπόστολος εἶναι σαφής: προβάλλει τήν αἰωνιότητα τοῦ Θεοῦ, τό ἄκτιστο καί ἄτρεπτο Αὐτοῦ ἐνόψει τοῦ τρεπτοῦ καί φθαρτοῦ τῆς κτιστῆς δημιουργίας. ῾Η Δημιουργία, καρπός τῆς ἐνέργειας τοῦ Θεοῦ, ἔχει ἀρχή καί τέλος, τό ὁποῖο (τέλος) νοεῖται ὄχι ὡς καταστροφή ἀλλά ὡς ἀλλαγή αὐτῆς (῾καί πάντες ὡς ἱμάτιον παλαιωθήσονται καί ἀλλαγήσονται᾽). Κι αὐτό θά πεῖ: ἀφενός κάθε τι στήν Δημιουργία ἔχει τήν σφραγίδα τοῦ Θεοῦ, περικλειόμενο μέσα στήν ἀγάπη Του, συνεπῶς κάθε δημιούργημα ἔχει μία ἰδιαίτερη ἱερότητα, κατεξοχήν ὁ ἄνθρωπος ὡς κατ᾽ εἰκόνα καί καθ᾽ ὁμοίωσιν Αὐτοῦ δημιουργημένος, λοιπόν τά πάντα ἔχουν ἀναγωγικό καί μυσταγωγικό χαρακτήρα πού παραπέμπουν σέ δοξολογία τοῦ Θεοῦ - ῾οἱ οὐρανοί διηγοῦνται δόξαν Θεοῦ, ποίησιν δέ χειρῶν Αὐτοῦ ἀναγγέλλει τό στερέωμα᾽· ἀφετέρου κάθε τι στήν Δημιουργία, ἐπειδή ἀκριβῶς ἕλκει τήν ὕπαρξή του ἀπό τόν Θεό καί εἶναι ἐκ φύσεως μέ ἡμερομηνία λήξεως, δέν μπορεῖ νά θεωρηθεῖ ὡς στήριγμα καί πηγή νοήματος γιά τόν ἄνθρωπο. ῾Η ἁμαρτία ὡς ἐπανάσταση τοῦ ἀνθρώπου ἀπέναντι στόν Δημιουργό του ἔφερε τήν ἀνατροπή καί τήν διαστροφή: νά διαγραφεῖ οὐσιαστικά ὁ Θεός καί νά θεωρηθεῖ ἡ κτίση ὡς ζωή καί νόημα αὐτῆς - ὅ,τι συνέβη μέ τόν προπάτορα ᾽Αδάμ πού μετά τήν ἁμαρτία στράφηκε στήν γυναίκα του Εὔα δίνοντάς της ἀκριβῶς τήν ἰδιότητα πού δέν εἶχε: Ζωή, Εὔα.
2. ῾Ο Θεός λοιπόν εἶναι ὁ αἰώνιος καί ἄκτιστος, ῾αὐτός διδούς πᾶσι ζωήν καί πνοήν καί τά πάντα᾽. Λόγω τῆς τελειότητάς Του ῾οὐκ ἔστιν ἐν αὐτῷ παραλλαγή ἤ τροπῆς ἀποσκίασμα᾽, ὅπως καί δέν ὑπάρχει σ᾽ αὐτόν τόπος καί χρόνος, τά σημάδια τῆς φθαρτότητας. Εἶναι πάντοτε ὁ ἴδιος - ῾σύ δέ ὁ αὐτός εἶ᾽ - καί ὁ μόνος πιστός. Κατά συνέπεια δέν ὑπάρχει σ᾽ Αὐτόν ἀλλαγή στήν ἐσωτερική Του ζωή, δέν ὑπάρχει ἀλλαγή στήν στάση Του ἔναντι τῶν δημιουργημάτων Του, δέν ὑπάρχει ἀλλαγή στόν λόγο Του:
῾Η ζωή Του εἶναι ἡ ζωή τῆς ἁγίας Τριάδος ὡς κοινωνίας ἀγάπης - δηλαδή τοῦ Πατρός ὡς ἀγεννήτου καί πηγῆς τῆς θεότητος, τοῦ Υἱοῦ ὡς γεννητοῦ πού σαρκώθηκε ἐν προσώπῳ ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ, τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος ὡς ἐκπορευτοῦ ἐκ μόνου τοῦ Πατρός πού ἀπεστάλη ἀπό τόν Χριστό γιά τήν λειτουργία τῆς ᾽Εκκλησίας - ἐνῶ δρᾶ πάντοτε ἑνιαῖα μέ τήν ἄκτιστη ἐνέργειά Του·
ἡ στάση Του ἔναντι τῶν δημιουργημάτων Του εἶναι πάντοτε στάση ἐλευθερίας καί ἀγάπης, πού σημαίνει ὅτι ἐνῶ δέν δεσμεύεται ἀπό κανέναν καί ἀπό τίποτε, στέκεται ἀγαπητικά μονίμως καί διαρκῶς ἀπέναντι σ᾽ αὐτά, ἀκόμη καί πρός ἐκεῖνα πού Τόν ἐχθρεύονται καί Τόν ῾πολεμοῦν᾽, προνοώντας γιά τά πλάσματά Του καί κατευθύνοντάς τα πρός τόν τελικό τους προορισμό. ῾Η πιστότητα αὐτή τῆς ἀγάπης Του μάλιστα ἐξηγεῖ καί τό γιατί δέν ὑφίσταται παράδεισος καί κόλαση ἀπό πλευρᾶς τοῦ Θεοῦ, καί στόν κόσμο τοῦτο καί μετέπειτα: ὁ Θεός ἀδιάκοπα ἀγαπᾶ καί ἡ ἀγάπη Του μεταποιεῖται θετικά (παράδεισος) ἤ ἀρνητικά (κόλαση) ἀνάλογα μέ αὐτό πού ἔχει καταστήσει περιεχόμενο τῆς καρδιᾶς του ὁ ἄνθρωπος·
ὁ λόγος Του τέλος παραμένει πάντοτε ὁ ἴδιος, αἰώνιος καί ἐπίκαιρος γιά κάθε ἐποχή, χωρίς ἀλλοιώσεις καί μεταποιήσεις. Τά πάντα μπορεῖ νά μεταβληθοῦν, τά πάντα μπορεῖ νά καταργηθοῦν, ὄχι ὅμως ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος συνιστᾶ στήν πραγματικότητα φανέρωση τῆς ἄκτιστης ἐνέργειάς Του καί ἄλλον τρόπο παρουσίας Του. Κατά τά ἀψευδῆ λόγια τοῦ ἴδιου τοῦ Κυρίου ῾ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ παρελεύσονται, οἱ δέ λόγοι μου οὐ μή παρέλθωσιν᾽. Γι᾽ αὐτό καί ὁ λόγος Του εἶναι παντοδύναμος πού καθιστᾶ δυνατό κάθε τι πού θεωρεῖται ἀδύνατο, μᾶλλον ὁ λόγος Του ἐκφερόμενος συνιστᾶ τήν ἴδια τήν δημιουργία. ῾Αὐτός εἶπε καί ἐγενήθησαν, Αὐτός ἐνετείλατο καί ἐκτίσθησαν᾽. Εἶναι αὐτονόητο ἔτσι ὅτι ὁποιαδήποτε ἀνθρώπινη προσπάθεια ἀλλοίωσης τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, παρερμηνείας, ἔκπτωσης ἤ ὑποβάθμισής του, πολλῷ δέ μᾶλλον κατάργησής του, συνιστᾶ βλασφημία πού ἀποκαλύπτει τήν ἀπιστία, τήν ἀθεΐα καί τόν δαιμονισμό τοῦ ἀνθρώπου. Μή ξεχνᾶμε ὅτι ὁ πρῶτος πού ἀποπειράθηκε νά διαστρεβλώσει τόν λόγο τοῦ Θεοῦ ἦταν ὁ ῾πεσών ἑωσφόρος᾽.
3. Μέ βάση τά παραπάνω εἶναι αὐτονόητο ὅτι ἡ αἰωνιότητα καί ἡ πιστότητα τοῦ Θεοῦ συνιστᾶ τό θεμέλιο τῆς ζωῆς καί τοῦ πιστοῦ ἀνθρώπου.
῎Εχει καταρχάς μία πίστη πού τήν παρέλαβε ἀπό τήν ἁγία ᾽Εκκλησία τήν ὥρα τῆς ἐνσωματώσεώς του σέ αὐτήν κατά τό ἅγιο βάπτισμα. Δέν ταλαιπωρεῖται ὁ πιστός μέ τήν ἀγωνία τοῦ ἀπίστου ἤ ἀθέου ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος ψάχνει νά βρεῖ ἐκεῖνο πού θά νοηματοδοτήσει τήν ἐπί γῆς ὕπαρξή του. ῾Η μόνη ἀγωνία του, ἄν εἶναι καλοπροαίρετος, εἶναι πῶς τήν παραληφθεῖσα πίστη ὡς μέλος Χριστοῦ νά τήν ἐνεργοποιεῖ στήν ζωή του, ὁπότε καί θά βλέπει τήν ἀλήθεια της καί τήν δυναμική της. ῾Μακάριος ἐν τῇ ποιήσει αὐτοῦ ἔσται᾽. Διότι δέν ἔχει καμμία σημασία ἀσφαλῶς νά ἀποδέχεται κανείς τήν πίστη του στήν ῾Αγία Τριάδα, στόν ᾽Ιησοῦ Χριστό, στήν ἁγία ᾽Εκκλησία, καί νά μένει αὐτή ἡ πίστη σέ ἕνα θεωρητικό ἐπίπεδο χωρίς νά ἀγγίζει τήν ζωή του. ῞Οπως ὅλοι γνωρίζουμε μία τέτοια πίστη ἀπορρίπτεται ὡς νεκρή καί δαιμονική. ῾Ο χριστιανός λοιπόν ἔχει μονίμως τήν ἀναφορά του στήν ᾽Εκκλησία καί τήν πίστη αὐτῆς στήν ῾Αγία Τριάδα. Τό Σύμβολο τῆς Πίστεως εἶναι τό καθημερινό μέτρο τῆς δικῆς του στερεότητας στόν κόσμο. Κι ἀκόμη: τό τρισάγιο πού λέει ἀποτελεῖ ἐπιβεβαίωση ὅτι ὁ κόσμος συνεχίζει νά ὑπάρχει μέ τόν κανονικό καί ὀρθό ρυθμό του.
῾Η ἀκλόνητη πεποίθηση ὅτι ὁ Θεός μας στέκεται πάντοτε μέ ἀγάπη καί ἐλευθερία ἀπέναντι στά πλάσματά Του ὁδηγεῖ τόν πιστό σέ ἀληθινή μετάνοια. ῾Τό χρηστόν τοῦ Θεοῦ εἰς μετάνοιαν ἄγει᾽. ῎Αν ὑπῆρχε ἀμφισβήτηση τῆς αἰώνιας ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, τί θά ἦταν ἐκεῖνο πού θά ἔσωζε τόν ἄνθρωπο; Πῶς θά κινεῖτο ὅ,τι βαθύτερο ὑπάρχει στήν ψυχή του, ἡ δική του ἀγάπη; ῾῾Ημεῖς ἀγαπῶμεν ὅτι Αὐτός πρῶτος ἠγάπησεν ἡμᾶς᾽. Τυχόν ταλάντευση πάνω στήν ἀλήθεια αὐτή δέν θά μᾶς ἔκανε νά λειτουργοῦμε σάν τούς πιστούς ἄλλων θρησκειῶν, οἱ ὁποῖοι παλεύουν νά ἐξευμενίσουν τούς θεούς τους, γιατί τούς ἔχουν κατανοήσει, μόνοι τους ἤ μέ παρακίνηση τοῦ Πονηροῦ, κατ᾽ εἰκόνα δική τους καί τῶν παθῶν τους; ῾Ο πιστός ὅμως γνωρίζει: καί στήν ἔσχατη κατάντια του, ὁ Θεός τόν περιμένει ἐν ἀγάπῃ. ῾Η ἐν μετανοίᾳ μάλιστα στροφή σέ Αὐτόν θά συναντήσει μόνον τήν ἀνοικτή ἀγκαλιά τοῦ Πατέρα του. ῾Καί δραμών (ὁ πατήρ αὐτοῦ) ἐπέπεσεν ἐπί τόν τράχηλον αὐτοῦ και κατεφίλησεν αὐτόν᾽.
Κι ἀκόμη: ῾Η πίστη στό ἀναλλοίωτο τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ καί ὅτι αὐτός ὁ λόγος συνιστᾶ ἄκτιστη ἐνέργεια τῆς Τριαδικότητάς Του καθιστοῦν τόν πιστό μέτοχο τῆς ἴδιας τῆς θεότητας. Θέλουμε νά ποῦμε ὅτι τά ἀψευδῆ λόγια τοῦ Κυρίου παρέχουν τήν διαβεβαίωση: ῾᾽Εάν τις ἀγαπᾷ με τόν λόγον μου τηρήσει καί ὁ Πατήρ μου ἀγαπήσει αὐτόν καί πρός αὐτόν ἐλευσόμεθα καί μονήν παρ᾽ αὐτῷ ποιήσομεν᾽. Καί: ῾῾Ο τηρῶν τάς ἐντολάς τοῦ Θεοῦ ἐν τῷ Θεῷ μένει καί ὁ Θεός ἐν αὐτῷ᾽. Δηλαδή: ὁ Θεός φανερώνεται μέσα ἀπό τόν λόγο Του, ὁ ὁποῖος λόγος γενόμενος ἀποδεκτός ἀπό τόν πιστό ἄνθρωπο καθιστᾶ αὐτόν κατοικητήριο τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ. ᾽Αποτέλεσμα μία τέτοιας θείας κοινωνίας εἶναι ἡ παντοδυναμία τοῦ ἀνθρώπου: ἔχοντας ὁ πιστός τήν χάρη τοῦ Θεοῦ ἐνεργοῦσα μέσα του ῾κατέχει᾽ καί τήν παντοδυναμία αὐτῆς. ῾᾽Εάν μείνητε ἐν ἐμοί καί τά ρήματά μου ἐν ὑμῖν μένει, ὅ ἐάν θέλητε αἰτήσασθε καί γενήσεται ὑμῖν᾽ (ὁ Κύριος). ῾Πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυμανοῦντί με Χριστῷ᾽ (ἀπ. Παῦλος). Καί πέραν αὐτοῦ: ἡ πιστότητα τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Κυρίου ὅτι ῾ἰῶτα ἕν ἤ μία κεραία᾽ δέν ὑπάρχει πού δέν πρόκειται νά μήν ἐκπληρωθεῖ δίνει τήν ὤθηση στόν πιστό νά προσδοκᾶ καί τήν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου. ῎Αν κάθε λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀληθινός καί κάθε ὑπόσχεσή Του ἤδη ἐκπληρώθηκε, εἴμαστε ἐντελῶς βέβαιοι καί ὅ,τι δέν ἔχει ἀκόμη ἐκπληρωθεῖ θά πραγματοποιηθεῖ. ᾽Αρκεῖ νά μένει κανείς πιστός στήν πιστότητα τοῦ Θεοῦ καί νά μή μετρᾶ τά γεγονότα μέ τήν δική του λογική. Κι αὐτό πού ἀκόμη στήν οὐσία δέν ἔχει πραγματοποιηθεῖ εἶναι ἡ τελευταία φάση τῶν ἐσχάτων, ἡ Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου καί ὅ,τι θά προηγηθεῖ αὐτῆς.
γ. ῾Η πορεία μας πάνω στήν γῆ ἐξαρτᾶται ἀπό τήν ματιά μας στόν κόσμο. ῎Αν ἡ ματιά μας πέφτει μόνο στήν φθαρτότητα τοῦ κόσμου, τότε πορευόμαστε ῾ὡς ἄθεοι ἐν τῷ κόσμῳ, ἐλπίδα μή ἔχοντες᾽. ῾Η τραγικότητα καί ἡ κόλαση γίνονται τά χαρακτηριστικά τῆς ζωῆς μας. ῎Αν ἡ ματιά μας ὑψώνεται ὑπεράνω τοῦ κόσμου καί προσβλέπουμε στόν αἰώνιο Κύριο καί τήν πίστη πού μᾶς ἀποκάλυψε, τότε πορευόμαστε ῾ὡς ἐν σαρκί περιπολοῦντες θεοί᾽ κατά τήν γνωστή ρήση ἐκκλησιαστικοῦ ἀνδρός. Τότε ἡ περπατησιά μας πράγματι εἶναι στέρεα, γιατί κατά πῶς τό λέει κι ὁ ποιητής ῾γιά νά πατᾶς στέρεα στή γῆ, πρέπει τό ἕνα πόδι σου νά εἶναι ἔξω ἀπό τή γῆ᾽ (᾽Ελύτης). Τότε ἑνωμένοι μέ τόν ἄκτιστο Θεό μας γινόμαστε κι ἐμεῖς ἄκτιστοι, ὅπως κήρυξε ὁ ἅγιος πού σήμερα ἑορτάζουμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου