Παρασκευή 17 Ιανουαρίου 2014

Ο ΑΓ. ΝΕΟΜΑΡΤΥΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΕΝ ΙΩΑΝΝΙΝΟΙΣ «Χριστιανός εἶμαι· προσκυνῶ τὸν Χριστό μου καὶ τὴν Δέσποινά μου Θεοτόκο».

 Σύντομο χρονικό.
•    Έτος 1808: Ο Γεώργιος γεννήθηκε στο χωριό Τσούρφλι (σήμερα Άγιος Γεώργιος) της Επαρχίας Γρεβενών, από γονείς Χριστιανούς και Έλληνας.

•   Έτος 1822: Σε ηλικία 14 ετών προσλαμβάνεται σαν υποκόμος του, από τον Τούρκο αξιωματικό Αβδοϋλάχ. Μένει όμως πιστός στη Θρησκεία του.

•   Έτος 1824: Έρχεται στα Γιάννινα. Εξακολουθεί να εργάζεται σαν υποκόμος.

• Έτος 1836: Ενυμφεύθη την Γιαννιώτισσα Ελένη, πτωχή, αλλ’ ευσεβή κόρη. Έκανε χριστιανικό γάμο που προκάλεσε την αντίδραση του τουρκικού στοιχείου, που τον νόμιζε Τούρκο. Συλλαμβάνεται. Έπειτα από σωματική έρευνα κρίνεται από το δικαστήριο αθώος, ελεύθερος. Ήταν Χριστιανός. Μπορούσε να κάνει χριστιανικό γάμο.

•   Έτος 1837: Ακριβώς τις τελευταίες ημέρες του χρόνου γεννήθηκε απ’ την ευλογημένη αυτή συζυγία ένα αγοράκι.

•  Έτος 1838: Την ημέρα του Αγίου Ιωάννου (7 Ιανουαρίου), βάπτισαν το παιδί τους. Του έδωσαν το όνομα του Αγίου Προδρόμου. ΙΩΑΝΝΗΣ.

•   Έτος 1838: Ιανουαρίου δέκα τέσσερες (14). Ο Γεώργιος συλλαμβάνεται για δεύτερη φορά. Ανακρίνεται και φυλακίζεται. Στη φυλακή βασανίζεται για να αλλάξει την πίστη του. Εκείνος έμεινε σταθερός. Πάντοτε συνεσταλμένος και ολιγόλογος απαντούσε. «Είμαι Χριστιανός. Πιστεύω στο Χριστό μου και την κυρά την Παναγιά».

•   Έτος 1838: Ιανουαρίου δέκα πέντε (15). Νέα ανάκριση. Αποδεικνύεται αθώος. Για να ικανοποιηθεί όμως ο φανατισμός των Τούρκων κλίνεται και πάλι στη φυλακή.

Ιανουαρίου 16. Απόπειρα ν’ αποφυλακισθεί απ’ την Χριστιανική Εκκλησία και τους προκρίτους της πόλεως απέτυχεν. Η εύκολη εξαγορά των δεσμοφυλάκων και η δραπέτευση προς την Άρτα — όπου ήτο ήδη ελληνικό — βρίσκει αντίθετο το Γεώργιο που επιμένει: «Εγώ πεθαίνω για το Χριστό μου. Είμαι Χριστιανός».

•  Ιανουαρίου δέκα επτά (17). Περί το μεσημέρι στην κεντρική πλατεία του Κουρμανιού ο Γεώργιος δέχεται με χαρά το μαρτύριο για το Χριστό. Έδωσε την καλήν ομολογίαν ότι είναι Χριστιανός και πεθαίνει Χριστιανός. Τίποτε άλλο δεν θεωρεί πιο πάνω απ’ το Χριστό. «Μη οϋν προτιμήσεις τι τοϋ Θεοϋ».

Το σώμα του έμεινε εκεί κρεμασμένο τρείς μέρες και τρείς νύχτες. Τα βράδια το κεφάλι του στόλιζε ένα φωτοστέφανο. Όλοι πίστεψαν ότι ο Θεός δέχθηκε την προσφορά του και αγίασε. Απ’ την πρώτη στιγμή καθιερώθηκε στις ψυχές των Χριστιανών ως ο Άγιος και Μάρτυς, ως προστάτης της πόλεως.

•  Ιανουαρίου είκοσι (20). Την τρίτη ημέρα απ’ το φρικτό μαρτύριο του παρέλαβαν το σώμα του οι Χριστιανοί. Απ’ τα στενά δρομάκια της συνοικίας «Σιαράβα» το μετέφεραν στον Ιερό Ναό του Αγίου Αθανασίου. Εκεί παρουσία πολλών αρχιερέων έψαλλαν την ακολουθία της εξόδου του εκ του κόσμου τούτου και με βαθύ σεβασμό και ευλάβεια, ετάφη αριστερά του ιερού του ναού του Αγίου Αθανασίου.

Ένας τάφος απλός με ξύλινα κάγκελα κάλυψε το σκήνωμα του Αγίου μας.

•   Δέκα επτά (17) χρόνια απέριττος αλλ’ ιερός και άγιος ο τάφος του Αγίου. Χιλιάδες τον προσκυνούσαν. Πολλά, μεγάλα καθημερινά θαύματα. Τα ίδια θαύματα γινόταν και στο σπίτι του Αγίου, που απ’ την πρώτη στιγμή καθιερώθηκε σε ναό.

•   Έτος 1855: Έγινε ο περικαλής μαρμάρινος τάφος του Αγίου, τον οποίον μπορεί κάθε ευλαβής Χριστιανός να προσκυνηθεί και σήμερα.

Αργότερα — δεν γνωρίζομεν ακριβώς πότε — έγινε το σημερινό απέριττο κτίσμα που περικλείει και σκεπάζει τον τάφο του Αγίου. Ίσως το 1862.

Είναι δε πολύ χαρακτηριστικόν της ευλαβείας των Χριστιανών της εποχής εκείνης, το ότι δίπλα στον τάφο του Νεομάρτυρος Γεωργίου, έφτιαξαν και παρεκκλήσιον του Νεομάρτυρος Ιωάννου του εξ Ιωαννίνων, ώστε αδελφωμένοι οι δυό αθληταί νεομάρτυρες να τιμώνται από τους πιστούς.

Ὁ ἅγιος νεομάρτυς Γεώργιος ἐν Ἰωαννίνοις

ΑΓ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΝΕΟΜ. ΕΝ ΙΩΑΝ..

Ἔτος 1838. Ἦταν ἡ ἐποχὴ ποὺ ἕνα πρῶτο τμῆμα τοῦ Ἑλληνισμοῦ εἶχε ἀποτινάξει τὶς βαριὲς ἁλυσίδες τῆς σκλαβιᾶς καὶ ἀπολάμβανε τὸν ἀέρα τῆς ἐλευθερίας. Ὅμως τὸ μεγαλύτερο τμῆμα του ὑπέφερε φρικτὰ κάτω ἀπὸ τὴν τουρκικὴ τυραννία. Μέσα σ’ αὐτὴ τὴ σκλαβιὰ στέναζε καὶ ἡ ἄλλοτε ἔνδοξη πόλη τῶν Ἰωαννίνων. Δεκαέξι χρόνια πρὶν ἡ πόλη εἶχε καταστραφεῖ σχεδὸν ὁλόκληρη, ὅταν τὰ σουλτανικὰ στρατεύματα κατανίκησαν τὸν περίφημο Ἀλὴ πασὰ καὶ τὸν κατέσφαξαν. Ἀπὸ τότε ἡ πόλη ἔπεσε σὲ μαρασμό. Ἀναρχία, ληστρικὲς ἐπιδρομές, ἐξαθλίωση, καταπίεση, ἐξισλαμισμοί… αὐτὰ συνθέτουν τὴ σκοτεινὴ ἀτμόσφαιρα τῶν χρόνων ἐκείνων… Ξαφνικά, μέσα σ’ αὐτὸ τὸ πυκνὸ σκοτάδι ἔλαμψε σὰν ὁλόφωτος ἥλιος ὁ νεομάρτυς ἅγιος Γεώργιος, τὸ λαμπρότερο διαμάντι τῶν Ἰωαννίνων καὶ ἡ δόξα τῆς ἁγίας Ἐκκλησίας μας.
.           Ὁ ἅγιος Γεώργιος γεννήθηκε στὸ χωριὸ Τσούρχλι τοῦ νομοῦ Γρεβενῶν, ποὺ σήμερα πρὸς τιμήν του ὀνομάζεται Ἅγιος Γεώργιος. Εἶχε γονεῖς φτωχοὺς ἀλλὰ εὐσεβεῖς, τὸν Κωνσταντῖνο καὶ τὴν Βασίλω, οἱ ὁποῖοι ὅμως ἔφυγαν νωρὶς ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτὸ καὶ ἄφησαν τὸν Γεώργιο ὀρφανὸ σὲ ἡλικία μόλις 8 ἐτῶν. Πέντε χρόνια ἀργότερα, γιὰ νὰ μπορέσει νὰ ζήσει προσκολλήθηκε ὡς μισθωτὸς σὲ κάποιους ἀγάδες καὶ κατέληξε νὰ εἶναι ἱπποκόμος τοῦ Χατζῆ Ἀβδουλλάχ, ἑνὸς ἔμπιστου ἀξιωματικοῦ τοῦ Ἰμὶν πασᾶ, ποὺ ἦταν ὁ διοικητὴς τοῦ πασαλικιοῦ τῶν Ἰωαννίνων. Σ’ ὅλο τὸ διάστημα ποὺ ἐργαζόταν ἐκεῖ, οἱ ὑπόλοιποι Τοῦρκοι, γιὰ νὰ τὸν πιέσουν νὰ γίνει μουσουλμάνος, τὸν φώναζαν μὲ τὸ ὄνομα Χασάν. Ἔτσι ἄλλοι, μακρύτερα βρισκόμενοι, νόμιζαν ὅτι εἶναι Τοῦρκος. Αὐτὸ γινόταν ἐπίτηδες, γιὰ νὰ ἀναγκάζονται οἱ Χριστιανοὶ νὰ γίνονται μουσουλμάνοι. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ εἶχαν ἤδη πετύχει νὰ ἐξισλαμίσουν πολλούς.
.           Τὸ ἔτος 1836 ὁ Γεώργιος ἀρραβωνιάστηκε μία φτωχή, ὀρφανή, μὰ πολὺ ἐνάρετη Γιαννιωτοπούλα, τὴν Ἑλένη. Ὅταν τὸ γεγονὸς μαθεύτηκε, ἕνας φθονερὸς χότζας κατήγγειλε τὸν Γεώργιο ὡς δῆθεν προδότη τῆς μουσουλμανικῆς θρησκείας καὶ ὁ ἅγιος ὁδηγήθηκε μπροστὰ στὸν δικαστή. Ἡ ἀκλόνητη στάση του ἀλλὰ καὶ ἡ διαβεβαίωση τοῦ ἀφεντικοῦ του Ἀβδουλλάχ, ὅτι ὁ Γεώργιος δὲν ἦταν ποτὲ μουσουλμάνος ἀλλὰ  Χριστιανός, συνετέλεσαν, ὥστε σ’ αὐτὴ τὴν πρώτη δίκη νὰ ἀθωωθεῖ.
.           Λίγους μῆνες ἀργότερα ἔγινε ὁ γάμος του μὲ τὴν Ἑλένη καὶ στὶς 30 Δεκεμβρίου τοῦ 1837 γεννήθηκε τὸ παιδί τους, ποὺ 8 μέρες μετά, στὶς 7 Ἰανουαρίου, ἑορτὴ τοῦ Προδρόμου, βαπτίστηκε καί, λόγῳ τῆς ἡμέρας, ἔλαβε τὸ ὄνομα Ἰωάννης. Ὁ Γεώργιος ἦταν γεμάτος χαρὰ γιὰ τὸ γεγονός, ἀλλὰ δὲν πρόλαβε νὰ χαρεῖ πολύ.

Ἦταν ἡμέρα Τετάρτη, 12 Ἰανουαρίου. Τὸ πρωὶ ἑτοιμάζεται νὰ πάει στὴν ἀγορὰ μήπως βρεῖ κάποια ἐργασία. Παραδόξως ζητάει ἀπὸ τὴν σύζυγό του νὰ τοῦ δώσει τὰ καλά του ἐνδύματα. Πηγαίνει ὣς τὴν πόρτα, ἐκεῖ ὅμως κοντοστέκεται, γυρίζει καὶ κοιτάζει μὲ ἔκσταση τὴν Ἑλένη, τὸ παιδὶ καὶ τοὺς ἄλλους συγγενεῖς. Ἀποροῦν ὅλοι.

—Τί μᾶς θωρεῖς ἔτσι; τὸν ρωτοῦν.
—Τί σᾶς πειράζει; ἦταν ἡ ἀπάντησή του.
Κάνει νὰ φύγει, γυρίζει ὅμως πίσω καὶ ἀσπάζεται τρυφερὰ τὸ παιδί. Καὶ «ὡς νὰ ἐπήγαινεν εἰς ἀγύριστον ὁδόν», ξαναγυρίζει καὶ ἀσπάζεται γιὰ τρίτη καὶ τελευταία φορὰ τὸ παιδί του. Ἔφυγε. Εἶχε πάρει ἤδη τὸν δρόμο τοῦ μαρτυρίου…

.           Ἔφτασε στὴν ἀγορά, στὴν πλατεία τοῦ πλατάνου, ἐκεῖ ποὺ βρίσκεται σήμερα τὸ Γυαλὶ-καφενέ. Ὅμως νὰ ποὺ ξαναπαρουσιάστηκε ἐκείνη τὴν ὥρα μπροστά του ὁ φθονερὸς ἐκεῖνος χότζας, ὁ ὁποῖος σὰν τρελός, τὸν ἅρπαξε ἀπὸ τὸ γιλέκο καὶ ἄρχισε νὰ φωνάζει:
—Μπρέ, ὣς πότε θὰ ἐμπαίζεις τὴν πίστη μας; Ἢ Χριστιανὸς εἶσαι ἢ Τοῦρκος.

Συγκεντρώθηκε κόσμος πολύς, χριστιανοὶ καὶ μουσουλμάνοι, καὶ ἔγινε μεγάλη ὀχλαγωγία καὶ συμπλοκή. Ἕνα στρατιωτικὸ ἀπόσπασμα συνέλαβε τότε τὸν ἅγιο καὶ τὸν ὁδήγησαν ἀρχικὰ στὸν Νταοὺτ πασὰ καὶ κατόπιν στὸν Κατὴ μὲ τὴ γνωστὴ κατηγορία ὅτι ἦταν μουσουλμάνος καὶ ἔγινε χριστιανός.
Ὁ Γεώργιος δὲν δείλιασε. Ὅπου κι ἂν τὸν πήγαιναν, θαρραλέα ὁμολογοῦσε:
—Χριστιανός γεννήθηκα, Χριστιανὸς εἶμαι, Χριστιανὸς πεθαίνω.
Ὁ Κατὴς τὸν ἀπειλεῖ:
—Ἢ νὰ τουρκίσεις ἢ θὰ χαλαστεῖς!
—Ὅ,τι θέλεις κάμε! ἦταν ἡ ἀτρόμητη ἀπάντηση τοῦ ἁγίου.
Τὸν ὁδήγησαν στὴν φυλακή. Ἐν τῷ μεταξὺ γίνεται κινητοποίηση γιὰ νὰ τὸν ἐλευθερώσουν. Ὁ μητροπολίτης Ἰωαννίνων Ἰωακεὶμ πηγαίνει στὸ δικαστήριο καὶ στὸ διοικητήριο· παρὰ τὶς ἀκλόνητες ἀποδείξεις ὅμως, «οὐδὲν ἴσχυσε». Τὴν Πέμπτη τὸ πρωί, 13 Ἰανουαρίου, τὸν ὁδηγοῦν καὶ πάλι στὸ δικαστήριο. Ὁ ἅγιος μένει ἀκλόνητος:
—Χριστιανός εἶμαι, Χριστιανὸς πεθαίνω!

.             Πάλι στὴ φυλακὴ καὶ ἀρχίζουν τὰ βασανιστήρια: ἀκινητοποιοῦν τὰ πόδια του στὸ βασανιστικὸ ξύλο, τοῦ μπήγουν ἀγκάθια καὶ ἀκίδες στὰ νύχια, τὸν κατακαίουν μὲ ἀλειμματοκέρια σὲ εὐαίσθητα μέρη τοῦ σώματός του καὶ τέλος τοῦ βάζουν μία βαριὰ πλάκα 50 ὀκάδων ἐπάνω στὸ στῆθος. Οἱ συγκρατούμενοί του νομίζουν ὅτι θὰ πεθάνει. Ὅταν ξυπνοῦν τὸ πρωὶ καὶ τὸν ρωτοῦν πῶς πέρασε, ὁ ἅγιος τοὺς βεβαιώνει ὅτι εἶχε κοιμηθεῖ σὰν πουλάκι καὶ μάλιστα εἶχε δεῖ καὶ μία ὀπτασία· ἕναν ἀσπροφορεμένο νέο, ὁ ὁποῖος τοῦ εἶπε:
—Χαῖρε, μὴ φοβᾶσαι, Γεώργιε· ἐγὼ θὰ σοῦ δώσω γρήγορα τὴ σωτηρία.
Τὰ βασανιστήρια συνεχίστηκαν φοβερότερα. Καὶ τὸ Σάββατο ὁδηγεῖται ξανὰ στὸν Κατή. Αὐτὸς προσπαθεῖ νὰ τὸν δελεάσει μὲ ὑποσχέσεις γιὰ τιμὲς καὶ ἀξιώματα. Ὁ ἅγιος ἀκλόνητος.
—Τότε ἦρθε ἡ ὥρα νὰ χαλαστεῖς. Θὰ σὲ κάμω ἰλιάμι (δηλ. θὰ βγάλω θανατικὴ ἀπόφαση).
Ὁ ἅγιος ἦταν γενικὰ ὀλιγόλογος.
—Ὅ,τι θέλεις κάμε. Δὲν σὲ φοβοῦμαι τίποτες· ὄχι ἕνα ἰλιάμι, ἀλλὰ ἑκατόν! ἦταν ἡ θαρραλέα ἀπάντησή του.

.           Βλέποντας τὴ γενναιότητα τοῦ ἁγίου, ὁ Κατὴς σκέφθηκε νὰ τὸν ἀπολύσει. Ὅταν ὅμως αὐτὸ μαθεύτηκε, οἱ φανατικοὶ Τοῦρκοι ξεσηκώθηκαν καὶ ὁ Κατὴς ὑπέγραψε τὴ θανατικὴ καταδίκη τοῦ ἁγίου. Στὴ φυλακὴ δύο συγκρατούμενοι τοῦ ἁγίου, ὁ Γεώργιος καὶ ὁ Χαραλάμπης, θέλησαν νὰ τὸν ἐνισχύσουν, φοβούμενοι μήπως λιποψυχήσει. Ὀλιγόλογος ὅπως πάντα ὁ ἅγιος τοὺς καθησύχασε λέγοντας:
—Μὴ φοβάστε· ἐγὼ θὰ μαρτυρήσω γιὰ τὸν Χριστό μου προθυμότατα.

Οἱ δεσμοφύλακες τοῦ πρότειναν τότε νὰ ἀλλαξοπιστήσει εἰκονικὰ καὶ κατόπιν νὰ φύγει σὲ ἄλλο μέρος καὶ νὰ ζήσει ὡς Χριστιανός.
—Χριστιανός θὰ πεθάνω, ἦταν ἡ σταθερὴ ἀπάντησή του.

.           Δευτέρα 17 Ἰανουαρίου. 5 δήμιοι τὸν παίρνουν καὶ τὸν ὁδηγοῦν στὸν τόπο τοῦ μαρτυρίου, στὸ Κουρμανιό, κοντὰ στὴν κεντρικὴ πύλη τοῦ κάστρου. Ὁ Γεώργιος ἔλαμπε. Ἔτρεχε, δὲν περπατοῦσε.

—Ἄλλαξε, τοῦ λένε.
—Κρεμάστε με, ἀπάντησε.
Πρὶν τραβήξουν τὸ σχοινί, τὸν ρωτοῦν:
—Τί εἶσαι;
—Χριστιανός· προσκυνῶ τὸν Χριστό μου καὶ τὴ Δέσποινά μου Θεοτόκο.
Ἔκανε τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ, καὶ γυρίζοντας πρὸς τοὺς Χριστιανούς, ποὺ ἦσαν κοντά, εἶπε:
—Συγχωρήσατέ μοι, ἀδελφοί, καὶ ὁ Θεὸς νὰ σᾶς συγχωρήσει!
Ἔπειτα οἱ δήμιοι τράβηξαν τὸ σχοινὶ καὶ ὁ ἅγιος παρέδωσε τὸ πνεῦμα. Ἦταν μόλις 30 ἐτῶν.

.           Τρεῖς ἡμέρες ἔμεινε κρεμασμένος στὴν ἀγχόνη καὶ στὸ διάστημα αὐτὸ κάθε βράδυ ἕνα οὐράνιο φῶς ἔλαμπε στὸ κεφάλι του. Ἀπὸ τὴν ὥρα δὲ ἐκείνη ἕνας καταιγισμὸς θαυμάτων πλημμύρισε τὴνP1172148 πόλη. Πλῆθος παραλύτων καὶ πασχόντων ἀπὸ ποικίλες ἀσθένειες προστρέχοντας στὸν ἅγιο λάμβαναν τὴ θεραπεία τους. Ἀκόμη καὶ «μία Τούρκα (Τουρκάλα) ἅρπαξε τὴν κάλτσα ἀπὸ τὸ πόδι τοῦ ἁγίου καὶ ἔτρεξεν εἰς μίαν ἄρρωστη Τούρκα, ἥτις ἐθεραπεύθη ἀμέσως». Γι’ αὐτὸ καὶ στὶς εἰκόνες ὁ ἅγιος εἰκονίζεται κρεμασμένος καὶ φορώντας κάλτσα μόνο στὸ ἕνα πόδι, ἡ πρώτη μάλιστα εἰκόνα του φιλοτεχνήθηκε 13 μόλις ἡμέρες μετὰ τὸ μαρτύριό του.
.           Ἡ ταφὴ τοῦ ἱεροῦ λειψάνου ἔγινε μὲ τιμὲς μάρτυρος δίπλα ἀπὸ τὸ ἱερὸ Βῆμα τοῦ Μητροπολιτικοῦ Ναοῦ τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου καὶ 133 χρόνια ἀργότερα, τὸ ἔτος 1971, ἔγινε λαμπρὴ ἀνακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων καὶ τοποθέτησή τους μέσα σὲ ἀσημένια λειψανοθήκη στὸν νέο περικαλλῆ Ναὸ τοῦ ἁγίου.
.           Τὸ μαρτύριο τοῦ ἁγίου «ἔγινεν ἀνάστασις τῶν πιστῶν καὶ πτῶσις τῶν ἀπίστων», ὄχι μόνο διότι οἱ Χριστιανοὶ πῆραν θάρρος καὶ ἔπαυσε τὸ κύμα τοῦ ἐξισλαμισμοῦ, ἀλλὰ καὶ διότι οἱ Τοῦρκοι φοβήθηκαν καὶ ἔπαυσαν νὰ καταπιέζουν βάναυσα τοὺς Χριστιανούς. Καὶ ἡ πόλη τῶν Ἰωαννίνων ἄρχισε ἀπὸ τότε νὰ ξαναβρίσκει τὴν παλαιά της δόξα…

Βοηθήματα

Ἀρχιμ. Θεοδ. Μπεράτη, «ΑΘΛΗΤΑΙ ΣΤΕΦΑΝΗΦΟΡΟΙ», σελ. 318-325

Ἀσημίνας Δεδούση, «ΜΑΤΩΜΕΝΑ ΣΤΕΦΑΝΙΑ», σελ. 169-171

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου