Παρασκευή 31 Μαΐου 2024

Όταν μας έρχεται νύστα στο Ναό!

  Μοῦ ἔγραψες ὅτι νυστάζεις μέσα στὴν ἐκκλησία. Αν πηγαίνης στὴν ᾿Ακολουθία, καὶ δὲν στέκεσαι εὐθυτενής ἐπάνω στὸ στασίδι, ἀλλὰ γέρνης το κεφάλι σου πότε δεξιὰ καὶ πότε ἀριστερά, και στηρίζεσαι ἄλλοτε στὸ ἕνα πόδι καὶ ἄλλοτε στὸ ἄλλο, τότε πρόκειται πράγματι περὶ ἀκηδίας.


Ὅταν παρακολουθῆς τὴν ᾿Ακολουθία στὴν ἐκκλησία, νὰ στέκεσαι εὐθυτενής, σὰν τὸν στρατιώτη στην παράταξη. Θὰ σὲ βοηθήση νὰ διώξης τὴν ἀπροθυμία τὸ νὰ κοιτᾶς προσεκτικὰ μιὰ Εἰκόνα στὸ εἰκονοστάσι, εἴτε τοῦ Χριστοῦ, εἴτε τῆς Παναγίας. Νὰ τὴν κοιτᾶς συνέχεια συνέχεια, καὶ τίποτε νὰ μὴ σκέπτεσαι. Να διώχνης ἀπὸ τὸν νοῦ σου κάθε φαντασία, καὶ νὰ ἀρχίσης νὰ ἐπαναλαμβάνης μὲ ἐπιμονὴ τὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με».


Από το βιβλίο: «Ο Γέρων Γερμανός Σταυροβουνώτης σελ. 234». Εκδόσεις: Ιεράς Μονής Σταυροβουνίου Ἔκδοσις πρώτη 1997.

....τότε κατάλαβα γιατί του έβαλα εδαφιαία μετάνοια....

 Ήταν τέτοιες μέρες του Μαίου του 2005, κάτω στην Δάφνη του Αγίου Όρους αμέτρητος κόσμος, ο καιρός βοηθούσε τους επισκέπτες. Όλοι μαζεμένοι στο καφενείο για λιγο νερό, σκιά και κάνα κάφε.

Άλλοι έβγαιναν από το Όρος, κι άλλοι έμπαιναν. Εγώ με καλή παρέα έφευγα από το Όρος μετά από ένα μικρό αλλά απερίγραπτο διήμερο. Αυτός έμπαινε. Ξαφνικά ο φίλος μου λέει στο αυτί : "Ο Σιατίστης, πάμε να πάρουμε την ευλογία του". Πήγα από πίσω μη γνωρίζοντας πολλά. Όταν έφτασα μπροστά του αντί για ευλογία του έβαλα εδαφιαία μετάνοια, δεν ξέρω γιατί, σαν να μην το έκανα εγώ, πρώτη φορά στην ζωή μου έκανα τέτοιο πράγμα σε άνθρωπο. 

Φεύγοντας μου λέει πάλι ο φίλος : "Τι έκανες ρε;", 

"Δεν ξέρω πως το έκανα" του απήντησα.

Αργότερα έμαθα για τα γεγονότα στην συνάντηση της φωτογραφίας. Άλλος φίλος ήταν παρόν και μας τα είπε όλα. Εκεί που συναντιούνται οι Άγιοι δεν ευλόγησε ο Θεός να είμαι μπροστά.

Ήταν το τελευταίο του καλοκαίρι επί γης και η πρώτη και τελευταία φορά που τον συνάντησα.

Εν καιρώ έμαθα και ποιος ήταν ο Αντώνιος Σιατίστης, και τότε κατάλαβα γιατί του έβαλα εδαφιαία μετάνοια....Άγιος.......


Άγιος Κρήσκης ο Μάρτυρας

 Ο Άγιος Μάρτυς Κρήσκης καταγόταν από την πόλη Σάρραρι της Σαρδηνίας και μαρτύρησε το 130 μ.Χ., κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Αδριανού (117-138 μ.Χ.).

Άγιος Πασχάσιος

 Ο Άγιος Πασχάσιος έζησε τον 5ο και 6ο αιώνα μ.Χ. και ήταν διάκονος της Εκκλησίας της Ρώμης. Συνέγραψε πολλά θεολογικά έργα, τα οποία όμως δεν διασώθηκαν. Κοιμήθηκε με ειρήνη το 512 μ.Χ. και αναφέρεται από τον Άγιο Γρηγόριο τον Διάλογο, Επίσκοπο Ρώμης 

Άγιος Ιερόθεος ο Νέος ο Ιερομάρτυρας

 Ο Άγιος Ιερομάρτυς Ιερόθεος ο Νέος, Επίσκοπος Νικόλσκ, γεννήθηκε περί το 1891 μ.Χ. Έφθασε, ως Επίσκοπος, στο Νικόλσκ την Κυριακή των Βαΐων του 1923 μ.Χ. Εκεί διακόνησε την Εκκλησία με ένθεο ζήλο και αυταπάρνηση. Το 1927 μ.Χ. μετετέθη στην Επισκοπή Βελίκυ Ούστιουνγκ, κοντά στην περιοχή Βολογκντά. Αυτή την περίοδο αρνήθηκε να υπογράψει δήλωση του Μητροπολίτου Σεργίου περί υποταγής της Εκκλησίας στην κρατική εξουσία. Για τον λόγο αυτό οι άνδρες της μυστικής ασφαλείας, κατά την περίοδο του Σοβιετικού καθεστώτος, τον κάλεσαν για ανάκριση αρκετές φορές. Τελικά τον συνέλαβαν, ενώ είχε πάει να λειτουργήσει σε κωμόπολη της επαρχίας του. Οι άνθρωποι έκλαιγαν και φώναζαν, γιατί ένιωθαν ότι έχαναν τον πνευματικό τους πατέρα. Τό ατμόπλοιο έφθασε σύντομα στην πόλη Ούστγιουγκ. Επειδή ήταν ασθενής, τον οδήγησαν στο νοσοκομείο. Εκεί ο Άγιος Ιερόθεος κοιμήθηκε οσίως το 1928 μ.Χ. Αλλά η μνήμη του δεν εξαφανίσθηκε. Έγινε το αλάτι της ευσέβειας και ελπίδας του Ρωσικού λαού.

Άγιος Φιλόσοφος ο Ιερομάρτυρας και οι συν αυτώ Βόρις και Νικόλαος οι Μάρτυρες

 Ο Άγιος Ιερομάρτυς Φιλόσοφος (Νικολάγιεβιτς Ορνάτσκιυ) έζησε το 19ο και 20ο αιώνα μ.Χ. Το 1885 μ.Χ. τελείωσε τη θεολογική ακαδημία της Αγίας Πετρουπόλεως και νυμφεύθηκε την Ελένη Ζαοζέρκοϋ. Χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και εργάσθηκε ποιμαντικά αναπτύσσοντας ένα τεράστιο φιλανθρωπικό και ιεραποστολικό έργο. Συνδέθηκε πνευματικά με τον Πατριάρχη Τύχωνα και κατά την διάρκεια του πρώτου παγκοσμίου πολέμου στάθηκε στο πλευρό των τραυματισμένων στρατιωτών και των οικογενειών τους. Ο υιός του Νικόλαος υπηρετούσε με ανώτερο βαθμό στο 9ο τάγμα του Ρωσικού και ο υιός του Boris είχε διορισθεί ως αρχηγός της 23ης ταξιαρχίας πυροβολικού και πολέμησε ηρωικά στο αυστρο-ουγγρικό μέτωπο.


Μετά την επανάσταση του 1917 μ.Χ., ο Άγιος Ιερομάρτυς Φιλόσοφος συνελήφθη, στις 9 Αυγούστου 1918 μ.Χ., μαζί με τους υιούς του από άνδρες της κρατικής ασφάλειας, που τους μετέφεραν στις φυλακές της Κροστάνδης. Εκτελέσθηκαν διά τουφεκισμού, δίδοντας έτσι τη μαρτυρία της πίστεώς τους στον Κύριο και Θεό μας.

Αγία Πετρονίλα

 Η Αγία Μάρτυς Πετρονίλα έζησε τον 1ο ή 3ο αιώνα μ.Χ. Στο κοιμητήριο της Δομιτίλλης, στη Ρώμη, υπάρχει μία νωπογραφία, η οποία χρονολογείται από τον 4ο αιώνα μ.Χ., και στην οποία απεικονίζεται το μαρτύριο της Αγίας Πετρονίλης.


Η Αγία καταγόταν από ευγενή οικογένεια, ήταν Χριστιανή και αρνήθηκε να νυμφευθεί έναν ευγενή, ονομαζόμενο Φλάσσο, επειδή ήθελε να αφιερωθεί στο Νυμφίο της Χριστό. Για τον λόγο αυτό συνελήφθη και τελειώθηκε μαρτυρικά.


Η παράδοση θεωρεί, λόγω του ονόματός της, ότι ήταν θυγατέρα του Αποστόλου Πέτρου ή αφοσιωμένη μαθήτρια του Αποστόλου, που τον βοηθούσε στο έργο του. Όμως η παράδοση αυτή αναφέρεται σε διάφορα βιβλία των Γνωστικών του 6ου αιώνος μ.Χ. και οι περισσότεροι μελετητές - αγιολόγοι δεν αποδέχονται την άποψη αυτή.

Άγιος Μάγος

 Ο Άγιος αυτός Μάρτυς, του οποίου το όνομα δεν γνωρίζουμε, ήταν αυτός, που έδωσε διάφορα δηλητήρια στον Άγιο Ερμεία (31 Μαΐου), αλλά ο Άγιος τον έκανε με τη θεία χάρη να πιστέψει στον Χριστό και στη συνέχεια αποκεφαλίστηκε μαζί μ' αυτόν, αφού ομολόγησε την πίστη του.

Άγιος Ευστάθιος Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης

 Ο Άγιος Ευστάθιος είναι άγνωστος στους Συναξαριστές και τα Μηναία. Η μνήμη του αναφέρεται στο Κώδικα 426 του Αγιοταφικού Μετοχίου (βλέπε Γεδεών, Βυζαντινόν Εορτολόγιο, σελ. 109). Κατ' αυτό, ο Άγιος ήταν πρωτοπρεσβύτερος του παλατιού και ανήλθε στον πατριαρχικό θρόνο το 1019 μ.Χ. και διαδέχθηκε τον θανόντα Πατριάρχη Σέργιο Β' (999 - 1019 μ.Χ.). Αφού ποίμανε την Εκκλησία θεοφιλώς, κοιμήθηκε με ειρήνη, το Νοέμβριο ή Δεκέμβριο του 1025 μ.Χ.

Άγιοι Ευσέβιος και Χαράλαμπος

 Οι Άγιοι Μάρτυρες Ευσέβιος και Χαράλαμπος κατάγονταν από τη Νικομήδεια και είναι άγνωστο πότε μαρτύρησαν. Επειδή ήταν Χριστιανοί συνελήφθησαν και, αρνούμενοι να θυσιάσουν στα είδωλα, υπέστησαν μαζί με τους Αγίους Μάρτυρες Ρωμανό, Τελέτιο ή Μελέτιο και Χριστίνα (τιμούνται 30 Μαΐου), τον επί της πυράς μαρτυρικό θάνατο.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

 


Άγιος Ερμείας

 Ο Άγιος Μάρτυς Ερμείας, ζούσε στα Κόμανα της Καππαδοκίας την εποχή του αυτοκράτορα των Ρωμαίων Αντωνίνου Πίου. Είχε από νεαρή ηλικία ενταχθεί στα στρατεύματα του Καίσαρα και γρήγορα ξεχώρισε για την γενναιότητα, την ανδρεία και το αγωνιστικό του φρόνημα, τα οποία αντλούσε από την πίστη του στον Ιησού Χριστό.


Την περίοδο της βασιλείας του Μάρκου Αυρήλιου (138 - 161 μ.Χ.) ξέσπασε μεγάλος διωγμός κατά των χριστιανών, μεταξύ δε των πρώτων που συνέλαβαν, ήταν και ο Ερμείας, αγνοώντας και τις μεγάλες του υπηρεσίες στην πατρίδα αλλά και τα σεβάσμια γηρατειά του. Οδηγήθηκε μπροστά στο Δούκα Σεβαστιανό, ο οποίος τον διέταξε να θυσιάσει τα είδωλα. Ο Άγιος όμως ακλόνητος και ακατάβλητος, αρνήθηκε να προδώσει τον Κύριό του και να θυσιάσει στα μιαρά ειδωλολατρικά ξόανα. Με τη γλυκύτητα δε πού τον διέκρινε, απάντησε στις προτροπές των τυράννων: «Θα ήταν πολύ ανόητο σεβαστέ άρχοντά μου να αφήσω το φως και να προτιμήσω το σκοτάδι, να εγκαταλείψω την αλήθεια και να ασπασθώ το ψέμα, να παραιτηθώ από τη ζωή και να προτιμήσω το θάνατο. Θα ήταν λοιπόν παράλογο στο τέλος της ζωής μου να χάσω αυτά τα πολύτιμα αγαθά».


Τότε εξοργισμένος ο άρχοντας, διέταξε, αφού τον βασανίσουν σκληρά, να τον ρίξουν στην πυρά. Με την επέμβαση όμως και τη χάρη του Θεού, ο Άγιος εξήλθε σώος και αβλαβής από όλα τα φρικτά βασανιστήρια. Τελικά τον αποκεφάλισαν χαρίζοντας του το στέφανο της δόξας το 160 μ.Χ.



Ἀπολυτίκιον  

Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Χριστῷ στρατευσάμενος, τῷ Βασιλεῖ τοῦ παντός, γενναίως διέκοψας, τὰς παρατάξεις ἐχθρῶν. Ἑρμεία πανένδοξε· σὺ γὰρ ἐγκαρτερήσας, πολυτρόποις αἰκίαις, ἤθλησας ἐν τῷ γήρᾳ, ὡς τοῦ Λόγου ὁπλίτης· ὧ πρέσβευε Ἀθλοφόρε, σώζεσθαι ἅπαντας.


Έτερον Ἀπολυτίκιον

Ἦχος δ´

Ὁ Μάρτυς σου Κύριε, ἐν τῇ ἀθλήσει αὐτοῦ, τὸ στέφος ἐκομίσατο τῆς ἀφθαρσίας, ἐκ σοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν· ἔχων γὰρ τὴν ἰσχύν σου, τοὺς τυράννους καθεῖλεν ἔθραυσε καὶ δαιμόνων τὰ ἀνίσχυρα θράση. Αὐτοῦ ταῖς ἱκεσίαις Χριστὲ ὁ Θεός, σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.


Κοντάκιον

Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.

Τοῦ Χριστοῦ τὸ ὄνομα, ὁμολογήσας εὐτόνως, καὶ σφοδρῶν κολάσεων, ὑπενεγκὼν τὰς ὀδύνας, ᾔσχυνας, τῶν παρανόμων τὰς ἐπινοίας· ἔδειξας, τῆς εὐσεβείας πᾶσι τὸ κράτος· διὰ τοῦτό σε Ἑρμεία, ὁ Ἀθλοθέτης Λόγος ἐδόξασε.


Μεγαλυνάριον

Ὄπλοις ἀληθείας περιφραχθείς, κάθεῖλες τοῦ ψεύδους, Ἀθλοφόρε τὸν εὑρετήν, ἐν γήρᾳ νεάζον, ψυχῆς φρόνημα φέρων, καὶ ἤθλησας νομίμως, Ἑρμεία ἔνδοξε.


Πέμπτη 30 Μαΐου 2024

Όταν κοινωνής όχι μόνον παίρνεις δύναμη...

 Όταν κοινωνής όχι μόνον παίρνεις δύναμη, άλλά φωτίζεσαι, βλέπεις ορίζοντας ευρείς, αισθάνεσαι χαράν... διαφορετικά νοιώθει ο καθένας, ανάλογα με την διάθεση και την φλόγα της ψυχής του. Άλλος αισθάνεται χαρά και ξεκούραση, άλλος ειρήνη, άλλος πνεύμα αφοσιώσεως και άλλος μίαν ανέκφραστη αγάπη προς πάντας. Ένοιωθα πολλές φορές κουρασμένος αλλά μετά την θεία Κοινωνία αισθανόμουν τον εαυτό μου σαν να μην είχα τίποτα.


Άγιος Αμφιλόχιος Πάτμου

Ο «Μπαμπάς» Άγιος Ιωάννης Ρώσος..!

 Έχω Έναν Πατέρα Θεό!

Έναν Πατέρα Τριαδικό Θεό, Του οποίου Παιδιά είμαστε όλοι μας, μικροί μεγάλοι, μωρά, νέοι, ηλικιωμένοι, παππούδες και γιαγιάδες, όλοι χωρίς ηλικίες και χρώμα δέρματος. Αδύνατοι, κανονικοί, «γεματούτσικοι», υπέρβαροι, κοντοί, ψηλοί, «χαζούληδες» και «ξύπνιοι», πλούσιοι και φτωχοί. Όλοι. Η Ψυχή δεν τα κοιτά αυτά. Ούτε ο Πατέρας Θεός! Αυτά τα κοιτούν μόνο οι άνθρωποι.

Αυτός «Ελέγχει» μόνο την Ψυχούλα αυτή που κουβαλά το Χ σώμα.



Πάμε 50 χρόνια πίσω…

Αξημέρωτα ακόμα σχεδόν, 4ης Ιουνίου του ‘74 μικρό παιδάκι, κάτι συνέβη που με έκανε να μην ξυπνήσω ξανά για τις επόμενες ημέρες. Ίσως άλλο ένα όνειρο, από αυτά που για καλό δεν έβλεπα ποτέ όσο θυμάμαι από δύο ετών τον εαυτό μου. Ίσως. Ίσως και για να γίνει και να αλλάξει την ζωή όλων γύρω μου… με πρώτη την δική μου…

Η μητέρα μου παλεύει να με ξυπνήσει χωρίς αποτέλεσμα. Γονατισμένη κάτω προσπαθεί να με σηκώσει, με γυρίζει προς το μέρος της και κάνω εμετό πάνω της χωρίς αισθήσεις.



Στο Παίδων η Διάγνωση ήταν σαφής. Κλινικά Νεκρή. Ένα Εγκεφαλικό, στον ύπνο, που θα μου στερούσε να ξαναδώ το φως της ημέρας, τους αγαπημένους μου. Για τρία μερόνυχτα ένα μηχάνημα προσπαθούσε να κρατήσει έναν ασθενικό παλμό στην καρδιά. Τα ζωτικά όργανα όμως έπαυαν να είναι «ζωτικά».

Από ψηλά έβλεπα την μητέρα μου να βάζει το χέρι της μέσα από μία στρογγυλή τρύπα που είχε το «πλαστικό» που κάλυπτε όλο το κρεββάτι μου και μου παρείχε παράλληλα οξυγόνο. Άλλα χρόνια τότε. Προσπαθούσε να μου χαϊδεύει το πρόσωπο, να μου κρατά το χέρι όσο άντεχε. Ελπίδα καμία. Έχανε το παιδί της, που όπως της έλεγε και ο τότε γιατρός μου κ. Δοξιάδης (μετέπειτα Υπουργός Υγείας), «το παιδί σας το έχετε χάσει. Και αυτή τη στιγμή που του μιλάτε, μιλάτε σε ένα φυτό». Ποιά Μάνα όμως χάνει την ελπίδα της…

Την επομένη το πρωί, μπαίνει στο δωμάτιο ο κ. Δοξιάδης. Προσπαθεί να της πει πως θα πρέπει να «αδειάσουμε» το κρεββάτι, θα κλείσει το μηχάνημα και να με πάρουν για τα «διαδικαστικά»…



Η μαμά μου πέφτει στα πόδια του. Στα γόνατα τον Ικετεύει δείχνοντας του με τα δάχτυλα της να της δώσει ΜΙΣΗ ελπίδα να κρατηθεί.

Της απαντά: «Μην έχετε Αυταπάτες κυρία μου. Αυτό το παιδί δεν έχει ζωή μέσα του. Θέλετε ένα παιδί φυτό να το κάνετε τι;» και φεύγει…

Οι γονείς μου δεν ήταν ποτέ άνθρωποι της εκκλησίας. Όμως στην Απόγνωση της θυμάται τον Άγιο μας, τον Άγιο στα μέρη μας, τον Άγιο στον οποίο βαπτίστηκα. Τον Άγιο Ιωάννη το Ρώσο.




«Άγιε μου, άρχισε να εκλιπαρεί, πάρτο εσύ το παιδί μου και κάνε ότι θέλεις με αυτό. Εγώ στο δίνω, δικό σου. Αν αποφασίσεις να μου το αφήσεις στην ζωή, εγώ θα το φέρνω κάθε χρόνο στην Χάρη σου την ίδια ημέρα του Εγκεφαλικού, και θα κάνουμε λειτουργία στον Ναό σου. Αν είναι να φύγει, ας είναι μαζί σου. Εγώ στο δίνω»! Κλαίει, Θρηνεί… Όχι ότι είχε ποτέ ελπίδα να ζήσει πολλά χρόνια το παιδί της, πολλά τα υποκείμενα νοσήματα, αλλά δεν περίμενε τόσο ξαφνικά, τόσο μικρό…

Ανάμεσα στους λυγμούς της ακούει πιο δυνατούς παλμούς. Γυρίζει και με βλέπει να προσπαθώ να ανασηκωθώ, μα με εμπόδιζαν τα τόσο σφιχτά σεντόνια πιασμένα γύρω γύρω. Αρχίζει να φωνάζει σαν τρελή, «το παιδί μου, το παιδί μου, το Βασάκι μου». Τρέχοντας καταφθάνουν όλοι, νοσοκόμες, προϊσταμένη, και ο μεγαλογιατρός.


Εγώ έχω ήδη ανοίξει τα μάτια μου και τους κοιτάζω κατάματα.

Μη δίνοντας μου καμία σημασία ο γιατρός δίνει «διαταγή» να κρατάνε την μητέρα μου. «Προθανάτια Αναλαμπή», από στιγμή σε στιγμή τελειώνει…

Μα τι λέτε γιατρέ; λέει η μητέρα μου. Το Βασάκι μας Συνήλθε!

«Κυρία μου, όλοι οι Μελλοθάνατοι πριν, έχουν μία αναλαμπή. Μην έχετε αυταπάτες. ΑΝ αυτό το παιδί ζήσει, εγώ θα κάψω τα πτυχία μου»!

Βάζει τις νοσοκόμες να αφαιρέσουν το πλαστικό και να κλείσουν και την παροχή οξυγόνου και φεύγει.

Εγώ ελαφρά ανασηκωμένη την κοιτάζω χαμογελαστή.

«Μαμά μου; …

Πεινάω…

Και μας Περιμένει και ο Άγιος»!

Βγαίνει έξω η μητέρα μου αλλά αρνούνται να μου δώσουν εξιτήριο. Προθανάτια Αναλαμπή επιμένουν.

Καλεί ταξί και φεύγουμε για τον Άγιο Ιωάννη τον Ρώσο.



Μία Προθανάτια Αναλαμπή 50 ετών φέτος.

Τρία Τέσσερα χρόνια μετά το Θαυματουργό αυτό Γεγονός, βρισκόμαστε στον παλιό ξενώνα του Αγίου, παραμονή της Επετείου. Στο μικρό δωματιάκι που εκεί συνήθως έμεναν οι Επισκέπτες Ιερείς. Η μαμά μου με μαλώνει Άδικα. Κλαίω, αλλά η μαμά αρνείται ότι εκείνη έχει το άδικο. Έτσι και κοιμήθηκα με το μαξιλάρι βρεγμένο από τα δάκρυα. Μας χτυπούν 6 το πρωί την πόρτα να ξυπνήσουμε να ετοιμαστούμε, ώστε να πάω να ανοίξω την εκκλησία.

Εγώ ήρεμη πια και η μαμά αυτή τη φορά με δάκρυα.

Της λέω, «μαμά, είδα τον Άγιο. Να σου πω»…

Όχι, όχι, εγώ θα σου πω…

Είχε Εμφανιστεί Ένστολος ο Άγιος μέσα στο μικρό δωματιάκι, με το Ξίφος του, Αυστηρός και σαν θυμωμένος της έλεγε δυνατά και κοφτά.

«Αυτό το παιδί είναι δικό μου! Εσύ μου το έδωσες! Σου το έχω αφήσει ΜΟΝΟ να το Επιτηρείς. Αν δεν μπορείς να το κάνεις σωστά ΘΑ ΣΤΟ ΠΑΡΩ. Μην το μαλώσεις ξανά άδικα, να φανείς Αντάξια αυτού του Έργου. Εγώ είμαι ο Πατέρας της, εγώ Αποφασίζω γι’ αυτή»!

Η μαμά μου προσπαθούσε να δικαιολογηθεί και έκλαιγε, αλλά ο Άγιος Ανένδοτος!

Έτσι και ξύπνησε κλαίγοντας.

Βλέπαμε το ίδιο «όνειρο», μόνο που εγώ που το κρεββατάκι μου ήταν από την πλευρά της πόρτας, έβλεπα τον Άγιο μπροστά στην κλειστή μπαλκονόπορτα, Πανέμορφο μέσα στη λαμπερή στολή του και Αγέρωχο, ενώ η μητέρα μου κάτω στα πόδια του.

«Συγγνώμη παιδάκι μου, Συγγνώμη», έλεγε και ξανάλεγε η μαμά.

Χαρά εγώ τότε. Τρέχω να ανοίξω την εκκλησία του φωνάζοντας «Μπαμπά μου, Μπαμπά μου, ευχαριστώ που με Υπερασπίστηκες»!



Σε όλα αυτά τα 50 χρόνια, αν κάποια φορά η μαμά ξέχναγε το τάμα της να με πηγαίνει στον Άγιο «Μπαμπά μου» και να κάνουμε λειτουργία εκείνη την ημέρα, πάλι του θανατά εγώ, μέχρι να καταλάβει ότι είχε περάσει η ημερομηνία. Άλλες φορές δεν με πήγαινε για να πιστέψουν οι φίλες της, και πάλι «κάτω» εγώ.

Κάπως έτσι αποκτήσαμε μία σχέση «Μπαμπά/Παιδιού» που δύσκολα καταλαβαίνει κάποιος αν δεν το ζήσει. Πόσες φορές πήγα με παράπονα, με πόνο, με θυμό. Ναι, και με θυμό.

Όταν Κοιμήθηκε ο Άγιος παππούλης Σίμων πήγα και του παραπονέθηκα. «Έφυγε» το Στήριγμα μου.

Όταν έχασα τον βιολογικό μπαμπά μου πήγα και του φώναζα «Ζηλιάρη… δεν θέλεις να λέω κανέναν άλλο μπαμπά»!

Άλλες φορές που με αδικούσαν πήγαινα κλαίγοντας και του φώναζα, «εσύ λες και ξαναλές πως δεν θα αφήνεις να με αδικούν. Αφού το επιτρέπεις, έλα και Πάρε με! Πάρε με, γιατί δεν το αντέχω. Δεν θέλω να ζω έτσι, σ’ αυτόν τον κόσμο»!!!

Όμως ο Θεός και οι Άγιοι μας που είναι Ολοζώντανοι Δίπλα μας, δεν έχουν την δική μας «λογική»! Θα περάσεις και Δια Πυρός και Σιδήρου, θα περάσεις και Στιγμές Ανείπωτες. Και θα πονέσεις, θα πληγωθείς, θα ταπεινωθείς, και θα Ανταμοιφθείς με άλλων ειδών «στέφανα»… Όπως έλεγε και ο παππούς Παΐσιος: «Αν δεν χτυπηθείς σαν το χταπόδι, πως θα φύγουν τα μελάνια σου»;



Έχουμε λοιπόν Επέτειο 50 ετών, Μπαμπά Άγιε Ιωάννη εκ’ Ρωσίας και Οφείλω να Ομολογώ την Αγιότητα σου προς Δόξαν Θεού. Ποτέ δεν με άφησες. Ποτέ. Όπως πρόπερσι που ερχόμενη προς Πευκί, μετά την Διασταύρωση Β. Εύβοιας και Ψαχνών μέσα σε δευτερόλεπτα με τύλιξε μία πυκνή ομίχλη που δεν έβλεπα ούτε χιλιοστό έξω από το παρμπρίζ του αυτοκινήτου, που ήμουν, αν ήμουν πάνω στο δρόμο ή όχι, αν είχε στροφή, δέντρο, αμάξι, άνθρωπο μπροστά μου μέσα στην νύχτα. Να σταματήσω; Που; Τι υπήρχε κάτω ή δίπλα από το αμάξι. Και τότε σου είπα «Αν θέλεις να φτάσω μέχρι το Σπίτι σου πάρε εσύ το τιμόνι, εγώ δεν βλέπω την τύφλα μου. Όπου θέλεις πήγαινε με. Είμαι έτοιμη για όπου θέλεις εσύ», και σταύρωσα τα χέρια μπροστά στο στήθος.



Τότε ήταν που άρχισε το τιμόνι να κινείται μόνο του, δεξιά αριστερά χωρίς να κάνω τίποτα απολύτως, εκτός από το να Χαμογελώ Γλυκέ μου Άγιε Μπαμπά! Και με έφτασες μέχρι έξω από την πόρτα του Οίκου σου. Του Ναού σου.

Πόσο Ευγνώμων είμαι…Πόσο Ευγνώμων…….



Όλους τους Αγίους τους Αγαπώ. Όλους! Μαζί με τον Άγιο Παππούλη Σίμων Αρβανίτη και όλους τους Αγίους Γέροντες που μου γνωρίσατε. Αλλά, μία Αδυναμία Άγιε μου σου την έχω. Γιατί είσαι Άγιος. Αλλά είσαι και Μπαμπάς…

Πως να «αποδεσμευτώ» από εσένα; 

Χίλιες Δόξες στον Τριαδικό Θεό μας και τους Αγίους Του! 

Βάλια Αλεξίου

Όσιος Βενάνδιος

 Ο Όσιος Βενάνδιος γεννήθηκε στη Γαλλία και έζησε τον 4ο και 5ο αιώνα μ.Χ. Συνδέθηκε πνευματικά με τον Όσιο Καρπάσιο (τιμάται 1 Ιουνίου) και τον Άγιο Ονωράτο (τιμάται 16 Ιανουαρίου) και μαζί ξεκίνησαν προσκυνηματικό ταξίδι στα μοναστήρια της Ανατολής.


Ο Όσιος Βενάνδιος κοιμήθηκε με ειρήνη στην Ελλάδα.

Αγία Εμμελεία

 Η Οσία Εμμελεία καταγόταν από ευσεβή οικογένεια της Καισαρείας της Καππαδοκίας. Ο πατέρας αυτής αναδείχθηκε σε Μάρτυρα κατά τους τελευταίους διωγμούς. Ο βίος της Αγίας είναι η αγαθή ρίζα από την οποία βλάστησαν γλυκύτατοι καρποί, τα παιδιά της, τα οποία ανεδείχθησαν εξέχοντα μέλη της κοινωνίας και τα περισσότερα Άγιοι της Εκκλησίας, όπως ο Μέγας Βασίλειος, ο Γρηγόριος Νύσσης, ο Πέτρος Σεβαστείας, η μοναχή Μακρίνα και ο μοναχός Ναυκράτιος. Από αγία ρίζα προήλθαν αγιασμένοι βλαστοί, δηλαδή από αγίους γονείς προήλθαν ευλογημένα και άγια τέκνα.


Η Οσία Εμμελεία δοκίμασε στη ζωή της, όπως συμβαίνει συνήθως με τους εκλεκτούς, πολλές θλίψεις. Ο θάνατος των γονέων της, πριν ακόμα νυμφευθεί, ο θάνατος του συζύγου της, μόλις γεννήθηκε ο υιός τους Πέτρος και ο πρόωρος θάνατος του υιού της Ναυκρατίου, αλλά και το να αναθρέψει μόνη της με παιδεία και νουθεσία Κυρίου, από ένα σημείο και μετά, τα τέκνα της, ήταν μερικές από αυτές. Τις αντιμετώπισε όμως με υποδειγματική πίστη, ανδρεία και υπομονή. Δίδασκε τα παιδιά της κυρίως με το παράδειγμά της. Τους έδωσε, μαζί με το δικό της γάλα, το ανόθευτο γάλα της πίστεως και τους δίδαξε το μυστήριο της Εκκλησίας.


Τελείωσε τη ζωή της ως μοναχή με ηγουμένη τη θυγατέρα της Οσία Μακρίνα.



Ἀπολυτίκιον

Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Σωφρόνως τὸν βίον σου κατ' ἐναντίον Θεοῦ, ἐτέλεσας πρότερον σὺν Βασιλείω σεμνῶ, Ἐμμέλεια πάνσεμνε, εἴτα δὲ ἐν ἐρήμῳ, ἀναβάσεις διέθου ἅμα τοὶς σοὶς ἐκγόνοις, ὡς τὰ ἄνω ποθοῦσα, διὸ σὲ ὁ Χριστὸς πανοικοί, ὑπερεδόξασε.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

 


Όσιος Ισαάκιος ο Ομολογητής ηγούμενος Μονής Δαλμάτων

 Ο Όσιος Ισαάκιος καταγόταν από την Συρία και έζησε στα χρόνια του βασιλιά Ουάλη (364 μ. Χ.), που ήταν υποστηρικτής των Αρειανών. Κάποτε οι Οστρογότθοι, παρά την απαγόρευση της κυβέρνησης, κατασκήνωσαν στη Θράκη και απειλούσαν την Κωνσταντινούπολη. Τότε ο Ουάλης αναγκάσθηκε να βαδίσει εναντίον τους. Ο Ισαάκιος, που ήταν ηγούμενος στη Μονή Δαλμάτων, βγήκε και συνάντησε τον πολέμιο των ορθοδόξων Ουάλη, και αφού έπιασε από τα χαλινάρια το άλογο του, του είπε: «Άπόδος ταις ποίμναις τους αρίστους νομέας και λήψη την νίκην άπονητί ει δε τούτων μηδέν δεδρακώς παρατάξαιο, μαθήσει τη πείρα ότι σκληρόν το προς κέντρα λακτίζειν ούτε γαρ έπανήξεις και προσαπολέσεις την στρατιάν» (Πράξεις των Αποστόλων, κστ' 14). Δηλαδή, δώσε στά ποίμνια τους άριστους ποιμένες και χωρίς κόπους θα πάρεις τη νίκη. Αν, όμως, δεν αποδεχθείς αυτά που σου λέω και δε συμφωνήσεις μαζί τους, θα μάθεις από την πείρα ότι είναι σκληρό πράγμα να κλωτσάς στα καρφιά. Διότι ούτε εσύ πρόκειται να γυρίσεις από τον πόλεμο, και σύντομα θα χάσεις και το στράτευμα. Ο Ουάλης όχι μόνο δεν πείσθηκε από τα λόγια του ηγουμένου, αλλά αφού τον ειρωνεύθηκε, τον έριξε μέσα σε ένα κρημνώδες φαράγγι. Ο Ισαάκιος από θαύμα δεν έπαθε απολύτως τίποτα. Ο δε Ουάλης έπαθε αυτά που προφήτευσε ο Άγιος ηγούμενος.


Στις 9 Αυγούστου του 378 μ.Χ., διεξήχθη γύρω από την Αδριανούπολη σφοδρή μάχη, κατά την οποία ο αυτοκρατορικός στρατός κατατροπώθηκε, αφού φονεύθηκαν πολλοί από τους άριστους στρατηγούς του. Ο Ουάλης, καταφεύγοντας εντός αχυρώνος, για να σωθεί, κάηκε ζωντανός, μαζί με τον αρχιστράτηγό του.


Ως ηγούμενος παρευρέθηκε στη Β' Οικουμενική Σύνοδο, που συνήλθε στην Κωνσταντινούπολη το 381 μ.Χ., συντελώντας τα μέγιστα στην επιτυχία αυτής.


Προαισθανόμενος το τέλος του, αφού διόρισε διάδοχό του τον Όσιο Δαλμάτιο (τιμάται 3 Αυγούστου), κοιμήθηκε με ειρήνη σε βαθύ γήρας το 396 μ.Χ.


Η μνήμη του Οσίου Ισαάκιου επαναλαμβάνεται και στις 3 Αυγούστου.



Ἀπολυτίκιον  

Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.

Τύπος πέφηνας, τῆς ἐγκρατείας, καὶ ἑδραίωμα, τῆς Ἐκκλησίας, Ἰσαάκιε Πατέρων ἀγλάϊσμα· ἐν ἀρεταῖς γὰρ φαιδρύνας τὸν βίον σου, Ὀρθοδοξίας τὸν λόγον ἐτράνωσας. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαο ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.


Κοντάκιον

Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Ὡς τῶν Ὁσίων ἀκριβέστατον ὑπόδειγμα· καὶ εὐσεβείας πρακτικώτατον ἐκφάντορα· ἀνυμνοῦμέν σε οἱ δούλοι σου θεοφόρε. Ἀλλ’ ὡς χάριτος τῆς θείας καταγώγιον, ναοὺς ἔργασθαι ἡμᾶς φωτὸς τοῦ Πνεύματος, τοὺς βοῶντάς σοι, χαίροις Πάτερ Ἰσαάκιε.


Μεγαλυνάριον

Χαίροις Μοναζόντων ὑπογραμμός, καὶ Μονῆς Δαλμάτων, κυβερνήτης ὁ ἀπλανής· χαίροις χαρισμάτων, ταμεῖον θεοβρύτων, Ἰσαάκιε παμμάκαρ, Ἀγγέλων σύσκηνε.

Τετάρτη 29 Μαΐου 2024

Δοξαστικό Αίνων Μεσοπεντηκοστής

Καταβασιες της Μεσοπεντηκοστής

ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ ΜΕΣΟΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ

 Σέ λίγους πιστούς εἶναι γνωστή ἡ ἑορτή, μέ τήν ὁποία θά ἀσχοληθοῦμε τώρα. Ἐκτός ἀπό τούς ἱερεῖς καί μερικούς ἄλλους χριστιανούς, πού ἔχουν ἕνα στενότερο σύνδεσμο μέ τήν Ἐκκλησία μας, οἱ περισσότεροι δέν γνωρίζουν κἄν τήν ὕπαρξί της. Λίγοι εἶναι ἐκεῖνοι πού ἐκκλησιάζονται κατ᾽ αὐτή καί περισσότεροι δέν ὑποπτεύονται κἄν ὅτι τήν Τετάρτη μετά τήν Κυριακή τοῦ Παραλύτου πανηγυρίζει ἡ Ἐκκλησία μία μεγάλη δεσποτική ἑορτή, τήν ἑορτή τῆς Μεσοπεντηκοστῆς. Καί ὅμως κάποτε ἡ ἑορτή τῆς Μεσοπεντηκοστῆς ἦταν ἡ μεγάλη ἑορτή τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως καί συνέτρεχαν κατ᾽ αὐτή στόν μεγάλο ναό πλήθη λαοῦ.








Δέν ἔχει κανείς παρά νά ἀνοίξῃ τήν Ἔκθεσι τῆς Βασιλείου Τάξεως (Κεφ. 26) τοῦ Κωνσταντίνου Πορφυρογεννήτου γιά νά ἰδῇ τό ἐπίσημο τυπικό τοῦ ἑορτασμοῦ, ὅπως ἐτελεῖτο μέχρι τήν Μεσοπεντηκοστή τοῦ ἔτους 903 στόν ναό τοῦ ἁγίου Μωκίου στήν Κωνσταντινούπολι, μέχρι δηλαδή τήν ἡμέρα πού ἔγινε ἡ ἀπόπειρα κατά τῆς ζωῆς τοῦ αὐτοκράτορος Λέοντος ΣΤ’ τοῦ Σοφοῦ (11 Μαΐου 903).








Ἐκεῖ ὑπάρχει μία λεπτομερής περιγραφή τοῦ λαμπροῦ πανηγυρισμοῦ, πού καταλαμβάνει ὁλόκληρες σελίδες καί καθορίζει μέ τήν γνωστή παράξενη βυζαντινή ὁρολογία, πῶς ὁ αὐτοκράτωρ τό πρωΐ τῆς ἑορτῆς μέ τά ἐπίσημα βασιλικά του ἐνδύματα καί τήν συνοδεία του ξεκινοῦσε ἀπό τό ἱερό παλάτιο γιά νά μεταβῇ στόν ναό τοῦ ἁγίου Μωκίου, ὅπου θά ἐτελεῖτο ἡ θεία λειτουργία. Σέ λίγο ἔφθανε ἡ λιτανεία μέ ἐπί κεφαλῆς τόν πατριάρχη, καί βασιλεύς καί πατριάρχης εἰσήρχοντο ἐπισήμως στόν ναό. Ἡ θεία λειτουργία ἐτελεῖτο μέ τήν συνήθη στίς μεγάλες ἑορτές βυζαντινή μεγαλοπρέπεια. Μετά ἀπό αὐτήν ὁ αὐτοκράτωρ παρέθετε πρόγευμα, στό ὁποῖο παρεκάθητο καί ὁ πατριάρχης. Καί πάλι ὁ βασιλεύς ὑπό τίς ἐπευφημίες τοῦ πλήθους «Εἰς πολλούς καί ἀγαθούς χρόνους ὁ Θεός ἀγάγει τήν βασιλείαν ὑμῶν» καί μέ πολλούς ἐνδιαμέσους σταθμούς ἐπέστρεφε στό ἱερό παλάτιο.








Ἀλλά καί στά σημερινά μας λειτουργικά βιβλία, στό Πεντηκοστάριο, βλέπει κανείς τά ἴχνη τῆς παλαιᾶς της λαμπρότητος. Παρουσιάζεται σάν μία μεγάλη δεσποτική ἑορτή, μέ τά ἐκλεκτά της τροπάρια καί τούς διπλοῦς της κανόνες, ἔργα τῶν μεγάλων ὑμνογράφων, τοῦ Θεοφάνους καί τοῦ Ἀνδρέου Κρήτης, μέ τά ἀναγνώσματά της καί τήν ἐπίδρασί της στίς πρό καί μετά ἀπό αὐτήν Κυριακές καί μέ τήν παράτασι τοῦ ἑορτασμοῦ της ἐπί ὀκτώ ἡμέρες κατά τόν τύπο τῶν μεγάλων ἑορτῶν τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους.








Ποιό ὅμως εἶναι τό θέμα τῆς ἰδιορρύθμου αὐτῆς ἑορτῆς; Ὄχι πάντως κανένα γεγονός τῆς εὐαγγελικῆς ἱστορίας. Τό θέμα της εἶναι καθαρά ἑορτολογικό καί θεωρητικό. Ἡ Τετάρτη τῆς Μεσοπεντηκοστῆς εἶναι ἡ 25η ἀπό τοῦ Πάσχα καί ἡ 25η πρό τῆς Πεντηκοστῆς ἡμέρα. Σημειώνει τό μέσον τῆς περιόδου τῶν 50 μετά τό Πάσχα ἑορτασίμων ἡμερῶν. Εἶναι δηλαδή ἕνας σταθμός, μία τομή. Ὡραῖα τό τοποθετεῖ τό πρῶτο τροπάριο τοῦ ἑσπερινοῦ τῆς ἑορτῆς:








«Πάρεστιν ἡ μεσότης ἡμερῶν, τῶν ἐκ σωτηρίου ἀρχομένων ἐγέρσεως Πεντηκοστῇ δέ τῇ θείᾳ σφραγιζομένων, καί λάμπει τάς λαμπρότητας ἀμφοτέρωθεν ἔχουσα καί ἑνοῦσα τάς δύο καί παρεῖναι τήν δόξαν προφαίνουσα τῆς δεσποτικῆς ἀναλήψεως σεμνύνεται».








Χωρίς δηλαδή νά ἔχῃ δικό της θέμα ἡ ἡμέρα αὐτή συνδυάζει τά θέματα, τοῦ Πάσχα ἀφ᾽ ἑνός καί τῆς ἐπιφοιτήσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀφ᾽ ἑτέρου, καί «προφαίνει» τήν δόξαν τῆς ἀναλήψεως τοῦ Κυρίου, πού θά ἑορτασθῇ μετά ἀπό 15 ἡμέρες. Ἀκριβῶς δέ αὐτό τό μέσον τῶν δύο μεγάλων ἑορτῶν ἔφερνε στό νοῦ καί ἕνα ἑβραϊκό ἐπίθετο τοῦ Κυρίου, τό «Μεσσίας». Μεσσίας στά ἑλληνικά μεταφράζεται Χριστός. Ἀλλά ἠχητικά θυμίζει τό μέσον. Ἔτσι καί στά τροπάρια καί στό συναξάριο τῆς ἡμέρας ἡ παρετυμολογία αὐτή γίνεται ἀφορμή νά παρουσιασθῇ ὁ Χριστός σάν Μεσσίας – μεσίτης Θεοῦ καί ἀνθρώπων, «μεσίτης καί διαλλάκτης ἡμῶν καί τοῦ αἰωνίου αὐτοῦ Πατρός». «Διά ταύτην τήν αἰτίαν τήν παροῦσαν ἑορτήν ἑορτάζοντες καί Μεσοπεντηκοστήν ὀνομάζοντες τόν Μεσσίαν τε ἀνυμνοῦμεν Χριστόν», σημειώνει ὁ Νικηφόρος Ξανθόπουλος στό συναξάριο.








 Σ᾽ αὐτό βοήθησε καί ἡ εὐαγγελική περικοπή, πού ἐξελέγη γιά τήν ἡμέρα αὐτή (Ἰω. 7, 14-30). Μεσούσης τῆς ἑορτῆς τοῦ Ἰουδαϊκοῦ Πάσχα ὁ Χριστός ἀνεβαίνει στό ἱερό καί διδάσκει. Ἡ διδασκαλία Του προκαλεῖ τόν θαυμασμό, ἀλλά καί ζωηρά ἀντιδικία μεταξύ αὐτοῦ καί τοῦ λαοῦ καί τῶν διδασκάλων. Εἶναι Μεσσίας ὁ Ἰησοῦς ἤ δέν εἶναι; Εἶναι ἡ διδασκαλία τοῦ Ἰησοῦ ἐκ Θεοῦ ἤ δέν εἶναι; Νέο λοιπόν θέμα προστίθεται: ὁ Χριστός εἶναι διδάσκαλος. Αὐτός πού ἐνῷ δέν ἔμαθε γράμματα κατέχει τό πλήρωμα τῆς σοφίας, γιατί εἶναι ἡ Σοφία τοῦ Θεοῦ ἡ κατασκευάσασα τόν κόσμον. Ἀκριβῶς ἀπό αὐτόν τόν διάλογο ἐμπνέεται μεγάλο μέρος τῆς ὑμνογραφίας τῆς ἑορτῆς.








Ἐκεῖνος πού διδάσκει στόν ναό, στό μέσον τῶν διδασκάλων τοῦ Ἰουδαϊκοῦ λαοῦ, στό μέσον τῆς ἑορτῆς, εἶναι ὁ Μεσσίας, ὁ Χριστός, ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ. Αὐτός πού ἀποδοκιμάζεται ἀπό τούς δῆθεν σοφούς τοῦ λαοῦ Του εἶναι ἡ τοῦ Θεοῦ Σοφία. Ἐκλέγομε ἕνα ἀπό τά πιό χαρακτηριστικά τροπάρια, τό δοξαστικό τῶν ἀποστίχων τοῦ ἑσπερινοῦ τοῦ πλ. δ΄ ἤχου:








Μεσούσης τῆς ἑορτῆς διδάσκοντός σου, Σωτήρ, ἔλεγον οἱ Ἰουδαῖοι· Πῶς οὗτος οἶδε γράμματα, μή μεμαθηκώς; ἀγνοοῦντες ὅτι σύ εἶ ἡ Σοφία ἡ κατασκευάσασα τόν κόσμον. Δόξα σοι».








Λίγες σειρές πιό κάτω στό Εὐαγγέλιο τοῦ Ἰωάννου, ἀμέσως μετά τήν περικοπή πού περιλαμβάνει τόν διάλογο τοῦ Κυρίου μέ τούς Ἰουδαίους «Τῆς ἑορτῆς μεσούσης», ἔρχεται ἕνας παρόμοιος διάλογος, πού ἔλαβε χώραν μεταξύ Χριστοῦ καί τῶν Ἰουδαίων «τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ τῇ μεγάλῃ τῆς ἑορτῆς», δηλαδή κατά τήν Πεντηκοστή. Αὐτός ἀρχίζει μέ μία μεγαλήγορο φράσι τοῦ Κυρίου.«Ἐάν τις διψᾷ, ἐρχέσθω πρός με καί πινέτω.ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, καθώς εἶπεν ἡ γραφή, ποταμοί ἐκ τῆς κοιλίας αὐτοῦ ρεύσουσιν ὕδατος ζῶντος» (Ἰω. 7, 37-38). Καί σχολιάζει ὁ Εὐαγγελιστής.«Τοῦτο δέ εἶπε περί τοῦ Πνεύματος, οὗ ἔμελλον λαμβάνειν οἱ πιστεύοντες εἰς αὐτόν» (Ἰω. 7, 39). Δέν ἔχει σημασία ὅτι οἱ λόγοι αὐτοί τοῦ Κυρίου δέν ἐλέχθησαν κατά τήν Μεσοπεντηκοστή, ἀλλά λίγες ἡμέρες ἀργότερα.








Ποιητικῇ ἀδείᾳ μπῆκαν στό στόμα τοῦ Κυρίου στήν ὁμιλία Του κατά τήν Μεσοπεντηκοστή. Ταίριαζαν ἐξ ἄλλου τόσο πολύ μέ τό θέμα τῆς ἑορτῆς. Δέν μποροῦσε νά βρεθῇ πιό παραστατική εἰκόνα γιά νά δειχθῇ ὁ χαρακτήρ τοῦ διδακτικοῦ ἔργου τοῦ Χριστοῦ. Στό διψασμένο ἀνθρώπινο γένος ἡ διδασκαλία τοῦ Κυρίου ἦλθε σάν ὕδωρ ζῶν, σάν ποταμός χάριτος πού ἐδρόσισε τό πρόσωπο τῆς γῆς.








Ὁ Χριστός εἶναι ἡ πηγή τῆς χάριτος, τοῦ ὕδατος τοῦ ἁλλομένου εἰς ζωήν αἰώνιον, πού ξεδιψᾷ καί ἀρδεύει τίς συνεχόμενες ἀπό βασανιστική δίψα ψυχές τῶν ἀνθρώπων. Πού μεταβάλλει τούς πίνοντας σέ πηγές. «Ποταμοί ἐκ τῆς κοιλίας αὐτοῦ ρεύσουσι ὕδατος ζῶντος» (Ἰω. 7, 38). «Καί γενήσεται αὐτῷ πηγή ὕδατος ἁλλομένου εἰς ζωήν αἰώνιον», εἶπε στήν Σαμαρείτιδα (Ἰω. 4, 14). Πηγή πού μετέτρεψε τήν ἔρημο τοῦ κόσμου σέ θεοφύτευτο παράδεισο ἀειθαλῶν δένδρων φυτευμένων παρά τάς διεξόδους τῶν ὑδάτων τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Τό γόνιμο αὐτό θέμα ἔδωσε νέες ἀφορμές στήν ἐκκλησιαστική ποίησι καί στόλισε τήν ἑορτή τῆς Μεσοπεντηκοστῆς μέ ἐξαιρέτους ὕμνους. Διαλέγομε τρεῖς, τούς πιό χαρακτηριστικούς: Τό κάθισμα τοῦ πλ. δ΄ ἤχου πρός τό «Τήν Σοφίαν καί Λόγον», πού ψάλλεται μετά τήν γ΄ ᾠδή τοῦ κανόνος στήν ἀκολουθία τοῦ ὄρθρου:








«Τῆς σοφίας τό ὕδωρ καί τῆς ζωῆς ἀναβρύζων τῷ κόσμῳ, πάντας, Σωτήρ, καλεῖς τοῦ ἀρύσασθαι σωτηρίας τά νάματα· τόν γάρ θεῖον νόμον σου δεχόμενος ἄνθρωπος, ἐν αὐτῷ σβεννύει τῆς πλάνης τούς ἄνθρακας. Ὅθεν εἰς αἰῶνας οὐ διψήσει, οὐ λήξει τοῦ κόρου σου δέσποτα, βασιλεῦ ἐπουράνιε. Διά τοῦτο δοξάζομεν τό κράτος σου, Χριστέ ὁ Θεός, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν αἰτούμενοι καταπέμψαι πλουσίως τοῖς δούλοις σου».








Τό ἀπολυτίκιο καί τό κοντάκιο τῆς ἑορτῆς, τό πρῶτο τοῦ πλ. δ΄ καί τό δεύτερο τοῦ δ΄ ἤχου:








«Μεσούσης τῆς ἑορτῆς διψῶσάν μου τήν ψυχήν εὐσεβείας πότισον νάματα· ὅτι πᾶσι, Σωτήρ ἐβόησας· Ὁ διψῶν ἐρχέσθω πρός με καί πινέτω. Ἡ πηγή τῆς ζωῆς, Χριστέ ὁ Θεός, δόξα σοι».








«Τῆς ἑορτῆς τῆς νομικῆς μεσαζούσης ὁ τῶν ἁπάντων ποιητής καί δεσπότης πρός τούς παρόντας ἔλεγες, Χριστέ ὁ Θεός· Δεῦτε καί ἀρύσασθαι ὕδωρ ἀθανασίας. Ὅθεν σοι προσπίπτομεν καί πιστῶς ἐκβοῶμεν· Τούς οἰκτιρμούς σου δώρησαι ἡμῖν, σύ γάρ ὑπάρχεις πηγή τῆς ζωῆς ἡμῶν».








Καί τέλος τό ἀπαράμιλλο ἐξαποστειλάριο τῆς ἑορτῆς:








«Ὁ τόν κρατῆρα ἔχων τῶν ἀκενώτων δωρεῶν, δός μοι ἀρύσασθαι ὕδωρ εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν· ὅτι συνέχομαι δίψῃ, εὔσπλαγχνε μόνε οἰκτίρμον».








Αὐτή μέ λίγα λόγια εἶναι ἡ ἑορτή τῆς Μεσοπεντηκοστῆς. Ἡ ἔλλειψις ἱστορικοῦ ὑποβάθρου τῆς στέρησε τόν ἀπαραίτητο ἐκεῖνο λαϊκό χαρακτῆρα, πού θά τήν ἔκανε προσφιλῆ στόν πολύ κόσμο. Καί τό ἐντελῶς θεωρητικό της θέμα δέν βοήθησε τούς χριστιανούς, πού δέν εἶχαν τίς ἀπαραίτητες θεολογικές προϋποθέσεις, νά ξεπεράσουν τήν ἐπιφάνεια καί νά εἰσδύσουν στήν πανηγυριζόμενη δόξα τοῦ διδασκάλου Χριστοῦ, τῆς Σοφίας καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, τῆς πηγῆς τοῦ ἀκενώτου ὕδατος.








Συνέβη μέ αὐτή κάτι ἀνάλογο μέ ἐκεῖνο πού συνέβη μέ τούς περιφήμους ναούς τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίας, πού ἀντί νά τιμῶνται στό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ ὡς Σοφίας τοῦ Θεοῦ, πρός τιμήν τοῦ ὁποίου ἀνηγέρθησαν, κατήντησαν, γιά τούς ἰδίους λόγους, νά πανηγυρίζουν στήν ἑορτή τῆς Πεντηκοστῆς ἤ τοῦ ἁγίου Πνεύματος ἤ τῆς ἁγίας Τριάδος ἤ τῶν Εἰσοδίων ἤ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου ἤ καί αὐτῆς τῆς μάρτυρος Σοφίας καί τῶν τριῶν θυγατέρων της Πίστεως, Ἐλπίδος καί Ἀγάπης.

Τί είναι η Μεσοπεντηκοστή

 Την Τετάρτη μετά την Κυριακή του Παραλύτου πανηγυρίζει η Εκκλησία μία μεγάλη δεσποτική εορτή, την εορτή της Μεσοπεντηκοστής.








Τα βυζαντινά χρόνια, η εορτή για τη Μεσοπεντηκοστή ήταν η μεγάλη εορτή της Μεγάλης Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως και συνέτρεχαν κατ’ αυτή στον μεγάλο ναό πλήθη λαού. Δεν έχει κανείς παρά να ανοίξει την Έκθεση της Βασιλείου Τάξεως (Κεφ. 26) του Κωνσταντίνου Πορφυρογεννήτου για να δει το επίσημο τυπικό του εορτασμού, όπως ετελείτο μέχρι την Μεσοπεντηκοστή του έτους 903 μ.Χ. στον ναό του Αγίου Μωκίου στην Κωνσταντινούπολη, μέχρι δηλαδή την ημέρα που έγινε η απόπειρα κατά της ζωής του αυτοκράτορα Λέοντα ΣΤ’ του Σοφού (11 Μαΐου 903 μ.Χ.).








Εκεί υπάρχει μία λεπτομερής περιγραφή του λαμπρού πανηγυρισμού, που καταλαμβάνει ολόκληρες σελίδες και καθορίζει με την γνωστή παράξενη βυζαντινή ορολογία, πως ο αυτοκράτωρ το πρωί της εορτής με τα επίσημα βασιλικά του ενδύματα και την συνοδεία του ξεκινούσε από το ιερό παλάτι για να μεταβεί στον ναό του αγίου Μωκίου, όπου θα ετελείτο η θεία λειτουργία.








Σε λίγο έφθανε η λιτανεία με επί κεφαλής τον πατριάρχη, και βασιλεύς και πατριάρχης εισήρχοντο επισήμως στον ναό. Η θεία λειτουργία ετελείτο με την συνήθη στις μεγάλες εορτές βυζαντινή μεγαλοπρέπεια. Μετά από αυτήν ο αυτοκράτωρ παρέθετε πρόγευμα, στο οποίο έπαιρνε μέρος και ο πατριάρχης.








Και πάλι ο βασιλεύς υπό τις επευφημίες του πλήθους «Εἰς πολλούς καί ἀγαθούς χρόνους ὁ Θεός ἀγάγει τήν βασιλείαν ὑμῶν» και με πολλούς ενδιαμέσους σταθμούς επέστρεφε στο ιερό παλάτι.








Αλλά και στα σημερινά μας λειτουργικά βιβλία, στο Πεντηκοστάριο, βλέπει κανείς τα ίχνη της παλαιάς της λαμπρότητας. Παρουσιάζεται σαν μία μεγάλη δεσποτική εορτή, με τα εκλεκτά της τροπάρια και τους διπλούς της κανόνες, έργα των μεγάλων υμνογράφων, του Θεοφάνους και του Ανδρέου Κρήτης, με τα αναγνώσματά της και την επίδραση της στις προ και μετά από αυτήν Κυριακές και με την παράταση του εορτασμού της επί οκτώ ημέρες κατά τον τύπο των μεγάλων εορτών του εκκλησιαστικού έτους.








Ποιό όμως είναι το θέμα της ιδιορρύθμου αυτής εορτής; Όχι πάντως κανένα γεγονός της ευαγγελικής ιστορίας. Το θέμα της είναι καθαρά εορτολογικό και θεωρητικό. Η Τετάρτη της Μεσοπεντηκοστής είναι η 25η από του Πάσχα και η 25η προ της Πεντηκοστής ημέρα. Σημειώνει το μέσον της περιόδου των 50 μετά το Πάσχα εορτάσιμων ημερών. Είναι δηλαδή ένας σταθμός, μία τομή.








Χωρίς δηλαδή να έχει δικό της θέμα η ημέρα αυτή συνδυάζει τα θέματα, του Πάσχα αφ’ ενός και της επιφοιτήσεως του Αγίου Πνεύματος αφ’ ετέρου, και «προφαίνει» την δόξα της αναλήψεως του Κυρίου, που θα εορτασθεί μετά από 15 ημέρες. Ακριβώς δε αυτό το μέσον των δύο μεγάλων εορτών έφερνε στο νου και ένα εβραϊκό επίθετο του Κυρίου, το «Μεσσίας». Μεσσίας στα ελληνικά μεταφράζεται Χριστός. Αλλά ηχητικά θυμίζει το μέσον.

Τι είναι η Μεσοπεντηκοστή και πως νηστεύουμε

 Σύμφωνα με τους Ιερούς Κανόνες της Εκκλησίας μας μόνο την πρώτη Εβδομάδα μετά το Πάσχα (Εβδομάδα της Διακαινησίμου) και την Εβδομάδα μετά την Πεντηκοστή, δεν νηστεύουμε τις Τετάρτες και τις Παρασκευές.








Ωστόσο την Τετάρτη της Μεσοπεντηκοστής (25 ημέρες μετά το Πάσχα, φέτος πέφτει 13 Μαίου), καθώς και την Τετάρτη της Αποδόσεως της Εορτής του Πάσχα (39 ημέρες μετά το Πάσχα), έχουμε κατάλυση ιχθύος, δηλαδή τρώμε ψάρι.








Στον υπολογισμό των ημερών περιλαμβάνεται και η Ημέρα του Πάσχα. Όμως δεν επιτρέπεται να φάμε γαλακτοκομικά, τυροκομικά, κρέας και αυγά.








Η Μεσοπεντηκοστή είναι Δεσποτική εορτή της Ορθοδόξου Εκκλησίας, η οποία τελείται 25 ημέρες μετά Πάσχα, ήτοι την Τετάρτη μετά την Κυριακή του Παραλύτου, σε ανάμνηση της διδασκαλίας του Ιησού Χριστού στον Ναό του Σολομώντος (Ιω. ζ14).








Συμπίπτει με το μέσο του χρονικού διαστήματος, το οποίο μεσολαβεί μεταξύ δύο σημαντικών εορτών της χριστιανοσύνης, του Πάσχα και της Πεντηκοστής.








Η καθιέρωση της εορτής στα χρόνια του Βυζαντίου έγινε λόγω παρερμηνείας της ανωτέρω ευαγγελικής περικοπής, που περιλαμβάνει τη φράση «...της εορτής μεσούσης...» κι ενώ αναφέρεται στην εβραϊκή εορτή της Σκηνοπηγίας, που γιορτάζεται τον Σεπτέμβριο με Οκτώβριο, θεωρήθηκε ότι έχει σχέση με την εορτή της Πεντηκοστής.








Την εορτή της Μεσοπεντηκοστής την εορτάζουμε για την τιμή των δύο μεγάλων εορτών, δηλαδή του Πάσχα και της Πεντηκοστής, επειδή αυτή και ενώνει και συνδέει τις δύο αυτές εορτές.








Η εορτή της Μεσοπεντηκοστής θεσπίστηκε για τον εξής λόγο: Μετά το υπερφυές θαύμα που έκαμε ο Χριστός στο παράλυτο, οι Ιουδαίοι, σκανδαλισμένοι δήθεν για το Σαββάτου (διότι πράγματι, Σάββατο θεράπευσε ο Κύριος τον παράλυτο), Τον καταδίωκαν και ζητούσαν να τον σκοτώσουν.




Για το λόγο αυτό ο Ιησούς έφυγε από τα Ιεροσόλυμα και πήγε στη Γαλιλαία, όπου και διέμενε στα όρη της περιοχής εκείνης με τους μαθητές Του. Εκεί έκανε το υπερφυές θαύμα του πολλαπλασιασμού των πέντε άρτων και των δύο ιχθύων, και έφαγαν και χόρτασαν πέντε χιλιάδες άνδρες, χωρίς να υπολογίζονται στον αριθμό αυτό γυναίκες και παιδιά.








Μετέπειτα, κατά την εορτή της Σκηνοπηγίας (ήταν δε και αυτή μεγάλη εορτή των Ιουδαίων), ο Ιησούς ανέβηκε και πάλι στα Ιεροσόλυμα και περπατούσε στα κρυφά. Στο μέσο όμως της εορτής ανέβηκε στο Ναό και δίδασκε και όλοι έμεναν έκπληκτοι από τη διδαχή Του. Αλλά, επειδή Τον φθονούσαν, έλεγαν: «Πώς αυτός ξέρει γράμματα, ενώ δεν έχει σπουδάσει;».








Αλλά ο Ιησούς, όντας πράγματι νέος Αδάμ, όπως εκείνος ο πρώτος ήταν κατάμεστος από σοφία, έτσι και Αυτός, όντας επιπλέον και Θεός, ήταν παντογνώστης (που βέβαια ο πρώτος Αδάμ δεν ήταν). Γόγγυζαν λοιπόν όλοι κατά του Χριστού και επιδίωκαν να Τον σκοτώσουν οπωσδήποτε. Εκείνος δε, ελέγχοντάς τους ότι μάχονταν δήθεν υπέρ του Σαββάτου, είπε: «Γιατί ζητάτε να με σκοτώσετε;».








Και στρέφοντας τη σκέψη των Ιουδαίων στο μωσαϊκό Νόμο, τους είπε επιπρόσθετα ότι δεν είχαν κανένα λόγο να θυμώνουν εναντίον του, επειδή θεράπευσε κατά την ημέρα του Σαββάτου τον παράλυτο, διότι και ο Μωυσής έχει νομοθετήσει ότι το Σάββατο μπορεί να καταλύεται, στη περίπτωση που πρόκειται για περιτομή, (όταν η όγδοη ημέρα από τη γέννηση του αρσενικού παιδιού, κατά την οποία έπρεπε αυτή να γίνει, συνέπιπτε με την ημέρα του Σαββάτου.








Και συνεχίζοντας ο Κύριος, είπε: «Αν ένας άνθρωπος περιτέμνεται το Σάββατο, για να μην παραβιαστεί ο Νόμος του Μωυσή, εσείς θυμώνετε εναντίον μου, επειδή θεράπευσα έναν ολόκληρο άνθρωπο κατά την ημέρα του Σαββάτου;»). Και βέβαια ο Κύριος έκαμε διάλογο πολλή ώρα με τους Ιουδαίους περί του θέματος αυτού και τους τόνισε ότι δοτήρας του Νόμου ήταν αυτός ο ίδιος και ότι ήταν ίσος προς τον Πατέρα.








Και αυτό το τόνισε ιδιαίτερα κατά την τελευταία και πιο επίσημη ημέρα της εορτής (λέγοντας τους: «Εάν κανείς διψάει, ας έλθει σ' εμένα και ας πιει»). Μετά ο Ιησούς τους είπε και πάρα πολλά άλλα, και ιδιαίτερα βαρυσήμαντα. Τότε εκείνοι πήραν στα χέρια τους πέτρες, για να τις ρίξουν καταπάνω Του, πλην όμως πέτρα δεν Τον άγγιξε ούτε κατ; ελάχιστον. Και τούτο, διότι ο Ιησούς χάθηκε θαυματουργικά από τα μάτια τους και, περνώντας από ανάμεσά τους απαρατήρητος, έφυγε από το Ναό. Φεύγοντας δε από εκεί ο Κύριος και διαβαίνοντας από το μέσο της πόλεως, είδε κάποιον που είχε γεννηθεί τυφλός και τον θεράπευσε, κάνοντας τα μάτια του να βλέπουν.




Πρέπει δε να ξέρουμε ότι οι μέγιστες εορτές των Ιουδαίων είναι τρεις: Πρώτη είναι η εορτή του Πάσχα, η οποία τελείται κατά τον πρώτο μήνα, προς ανάμνηση της διάβασης της Ερυθράς θάλασσας.








Δεύτερη είναι η Πεντηκοστή, η οποία θεσπίστηκε προς ανάμνηση της παραμονής τους στην έρημο επί πενήντα ημέρες, μετά τη διάβαση της Ερυθράς θάλασσας -πενήντα ημέρες, πράγματι, πέρασαν από τη διάβαση της Ερυθράς μέχρι που έλαβαν το μωσαϊκό Νόμο. (Συνολικά βέβαια στην έρημο έμειναν σαράντα χρόνια).








Η εορτή αυτή γίνεται και προς τιμήν του αριθμού εφτά, ο οποίος θεωρείται από αυτούς ιερός. Τρίτη είναι η εορτή της Σκηνοπηγίας, η οποία θεσπίστηκε προς ανάμνηση της σκηνής, την οποία ο Μωυσής κατασκεύασε και έστησε με αρχιτέκτονα τον Βεσελεήλ και έχοντας ως πρότυπο τη σκηνή που είδε (που του περιέγραψε ο Θεός) στη νεφέλη στο όρος Σινά.








Η εορτή αυτή διαρκεί εφτά ημέρες και, εκτός από τον παραπάνω λόγο, θεσπίστηκε και προς ανάμνηση της επί σαράντα χρόνια παραμονής των Εβραίων στην έρημο. Αλλά και με τη συγκομιδή των καρπών σχετίζεται η εορτή της Σκηνοπηγίας. Τότε, λοιπόν, ενώ τελούνταν η εορτή αυτή, στάθηκε όρθιος ο Χριστός και έκραξε με φωνή μεγάλη: «Εάν τις διψά, ερχέσθω προς με και πινέτω». Εάν δηλαδή κάποιος αισθάνεται πόθο και δίψα, όχι για αγαθά υλικά και φθαρτά, αλλά για την εσωτερική γαλήνη και τη μακαριότητα της θείας ζωής, ας έρχεται προς έμενα διά της πίστεως και ας πίνει ελεύθερα. Πλησίον μου θα ικανοποιηθούν όλοι οι ευγενείς του πόθοι και θα βρει ανάπαυση η ψυχή του.








Επειδή λοιπόν με τη διδασκαλία Του αυτή ο Χριστός απέδειξε ότι είναι Μεσσίας (δηλαδή χρισμένος από το Θεό Πατέρα βασιλέας και λυτρωτής), αφού έγινε μεσίτης και συμφιλιωτής των ανθρώπων και του αιώνιου Πατέρα Του, γι' αυτήν ακριβώς την αιτία, εορτάζοντας την εορτή αυτή και ονομάζοντάς την Μεσοπεντηκοστή, ανυμνούμε και τον Μεσσία Χριστό, αλλά συνάμα δηλώνουμε και τη μεγάλη σημασία που έχει η εορτή αυτή ευρισκόμενη στο μέσο μεταξύ των δύο μεγάλων εορτών της Εκκλησίας μας, δηλαδή του Πάσχα και της Πεντηκοστής.








Νομίζω δε ότι για το λόγο αυτό θεσπίστηκε να γίνεται μετά την εορτή αυτή η εορτή της Σαμαρείτιδας, διότι και σ' εκείνη την εορτή γίνεται λόγος για το Μεσσία Χριστό και περί ύδατος και δίψας, όπως και κατά την παρούσα εορτή της Μεσοπεντηκοστής. Πέραν δε τούτου, κατά τον ευαγγελιστή Ιωάννη, ο διάλογος με τη Σαμαρείτιδα έγινε αρκετά πριν από τη θεραπεία του εκ γενετής τυφλού.








Με το άπειρο Σου έλεος , Χριστέ ο Θεός , ελέησέ μας .Αμήν.

Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου «η Εγγύηση των Αμαρτωλών»

 Η ιερά εικόνα της Παναγίας «Η των Αμαρτωλών Εγγύησις» βρισκόταν παλαιότερα στη μονή του Ορντίσκ της επαρχίας Ορλώφ, όπου και έγινε ονομαστή για τα θαύματα που επιτελούσε.


Ένα αντίγραφό αυτής της ιεράς εικόνος φυλασσόταν στο ναό του Αγίου Νικολάου Χαμώνβικ της Μόσχας. Η εικόνα κάθε βράδυ ακτινοβολούσε από θεϊκό φως. Είναι χαρακτηριστική η επιγραφή που είχε χαραχθεί στην εικόνα: «Εγώ είμαι η εγγύηση των αμαρτωλών προς τον Υιό».


Η Εικόνα της Παναγίας εορτάζει, επίσης, στις 7 Μαρτίου.

Άγιος Μαξιμίνος Επίσκοπος Τρεβήρων

 Ο Άγιος Μαξιμίνος γεννήθηκε στο χωριό Σίλλυ κοντά στην πόλη Πουατιέ της Γαλλίας και καταγόταν από αρχοντική οικογένεια. Το 332 μ.Χ. έγινε Επίσκοπος Τρεβήρων και αναδείχθηκε πολέμιος του Αρειανισμού. Ο Άγιος υποδέχθηκε και περιέθαλψε τον Μέγα Αθανάσιο και τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Παύλο. Έλαβε μέρος στη Σύνοδο της Σαρδικής το 343 μ.Χ., μαζί με τον Πάπα Ιούλιο Α' και τον Κορδούης Όσιο και υποστήριξε με ζήλο την Ορθοδοξία.


Ο Άγιος πρέπει να παραιτήθηκε από τον επισκοπικό θρόνο, αφού το 347 μ.Χ. τον είχε διαδεχθεί ο Παυλίνος.


Ο Άγιος Μαξιμίνος κοιμήθηκε με ειρήνη το 352 μ.Χ. και ο Άγιος Ιερώνυμος τον περιγράφει ως έναν από τους θαρραλέους Επισκόπους του καιρού του.


Άγιος Σισίννιος ο Ιερομάρτυρας και οι συν αυτόν Μαρτύριος και Αλέξανδρος οι Μάρτυρες

 Οι Άγιοι Μάρτυρες Σισίννιος ο διάκονος, Μαρτύριος και Αλέξανδρος, μαρτύρησαν το 397 μ.Χ., στο Μιλάνο της Ιταλίας από τους ειδωλολάτρες. Περί του μαρτυρίου αυτών αναφέρει ο Άγιος Αμβρόσιος, Επίσκοπος Μεδιολάνων και ο Άγιος Ιερώνυμος.


Άγιος Ethelbert ο βασιλεύς

 Ο Άγιος Ethelbert (Εθελμπέρτος) έζησε τον 8ο αιώνα μ.Χ., ήταν ευσεβέστατος βασιλέας και ανατράφηκε με παιδεία και νουθεσία Κυρίου. Πολύ νέος διαδέχθηκε τον πατέρα του στον θρόνο και βασίλευσε επί σαράντα τέσσερα έτη. Διακήρυττε ότι, όσο υψηλότερα βρίσκεται κάποιος, τόσο ταπεινότερος πρέπει να είναι, και την πεποίθηση αυτή εφάρμοζε ως κανόνα και τρόπο βίου. Επιθυμώντας να εξασφαλίσει διαδοχή, ζήτησε να νυμφευθεί την Αλφρέδα, θυγατέρα του βασιλέα της Μερσία, Όφφα. Φιλοξενήθηκε λίγες ημέρες στην αυλή του μέλλοντος πεθερού του, δολοφονήθηκε όμως το 794 μ.Χ., πριν το γάμο, από ανθρώπους της βασίλισσας, η οποία φιλοδοξούσε να προσαρτήσει το βασίλειό του στο δικό τους.


Ο Άγιος Εθελμπέρτος ενταφιάσθηκε σε άγνωστο τόπο, ο τάφος του όμως αποκαλύφθηκε διά ουρανίου φωτός.

Άγιος Ιωάννης ο διά Χριστόν σαλός

 Ο Άγιος Ιωάννης γεννήθηκε τον 15ο αιώνα μ.Χ. στο χωριό Πούκχοβο στη περιοχή του Ούστγιουγκ από ευσεβείς και φιλόθεους γονείς, τον Σάββα και τη Μαρία. Από την παιδική του ηλικία διακρίθηκε για την ασκητικότητα του βίου του και την αυστηρή τήρηση της νηστείας. Την Τετάρτη και την Παρασκευή δεν έτρωγε τίποτα, παρά μόνο λίγο ψωμί και έπινε λίγο νερό.


Μετά τον θάνατο του πατέρα του, η μητέρα του Αγίου Ιωάννου εγκαταβίωσε στη μονή της Αγίας Τριάδος του Ορλέτσκ και έγινε μοναχή. Ο νεαρός Ιωάννης άρχισε την άσκηση με τη σιωπή και τη σαλότητα και διήλθε το υπόλοιπο του βίου του με αδιάλειπτη προσευχή ζώντας σε μία καλύβα του Ούστγιουγκ.


Κοιμήθηκε με ειρήνη το 1494 μ.Χ. και ενταφιάσθηκε κοντά στον καθεδρικό ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου.

Άγιος Ευθύμιος ο Ιερομάρτυρας Επίσκοπος Ζήλων

 Ο Άγιος Ιερομάρτυς Ευθύμιος, κατά κόσμον Ευστράτιος Αγρίτης ή Αγριτέλλης, γεννήθηκε στις 6 Ιουλίου 1876 μ.Χ. στα Παράκουλα της Λέσβου. Σε ηλικία μόλις εννέα ετών, ο Ευστράτιος εισέρχεται στην ιερά μονή Λειμώνος, όπου ο ηγούμενος, αρχιμανδρίτης Άνθιμος Γεωργιέλλης, του έδωσε το όνομα Ευθύμιος.


Το 1889 μ.Χ. γράφεται στη Λειμωνιάδα Σχολή και για ένδεκα χρόνια παρακολουθεί τα μαθήματα και τη χριστομάθεια του υποδειγματικού αυτού αρρεναγωγείου. Το 1892 μ.Χ. αποφοιτά από τη Σχολή παίρνοντας το απολυτήριο με άριστα, πράγμα που του έδωσε την ευκαιρία να εγγραφεί το 1900 μ.Χ. στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης ως υπότροφος της μονής Λειμώνος. Το 1906 μ.Χ. χειροτονείται διάκονος στη μονή Χάλκου από τον Μητροπολίτη Γρεβενών Αγαθάγγελο και την επόμενη χρονιά υποβάλλει στη Σχολή για την απόκτηση του πτυχίου του διδακτορική διατριβή με θέμα: «Σκοπός του Μοναχικού βίου στην Ανατολή μέχρι τον 9ο αιώνα μ.Χ.».


Αφού παίρνει το πτυχίο του με άριστα, επιστρέφει στη μονή Λειμώνος στη Λέσβο και διορίζεται ιεροκήρυκας από τον Μητροπολίτη Μηθύμνης Στέφανο (Σουλίδη). Από την θέση αυτή διακρίνεται για τη ρητορική του δεινότητα, το πλούσιο περιεχόμενο του λόγου του και επισκέπτεται τα χωριά και τις κωμοπόλεις της επαρχίας, ευαγγελίζοντας τον Χριστό και κηρύττοντας την αγάπη για την Πατρίδα. τον ίδιο χρόνο διορίζεται Σχολάρχης στη Σκόπελο, όπου και παραμένει ένα έτος.


Το 1910 μ.Χ. χειροτονείται πρεσβύτερος και αργότερα αναλαμβάνει πρωτοσύγκελλος της Ιεράς Μητροπόλεως Μηθύμνης. Το 1911 μ.Χ. χειροτονείται στην Κωνσταντινούπολη Επίσκοπος και αναλαμβάνει να διαποιμάνει τη Επισκοπή Ζήλων. Από την Αμισό (Σαμψούντα), όπου εγκαθίσταται, επιδίδεται σε έναν ευγενή και σπάνιο αγώνα για την μόρφωση των Ελλήνων της περιοχής, έχοντας στην ευθύνη του 340 περίπου ενορίες και 150.000 Έλληνες. Το 1913 μ.Χ. ο Επίσκοπος Ευθύμιος τοποθετείται στην επαρχία Πάφρας. σε διάρκεια δέκα ετών, σημειώνει λαμπρή πνευματική τροχιά και ηγετική πορεία, κτίζοντας στην Πάφρα και σε πολλά χωριά, σχολεία, αρρεναγωγεία και παρθεναγωγεία και εκκλησίες, φροντίζοντας για την τοποθέτηση δασκάλων και ιερέων, απαραίτητων για την εθνική και πνευματική ανάπτυξη της περιοχής.


Το 1914 μ.Χ. πολλοί Παφρηνοί, με την προτροπή του Ευθυμίου, αρνήθηκαν να καταταγούν στον Τουρκικό στρατό και βγήκαν στα βουνά ως φυγόστρατοι, όπου αρχίζουν να δημιουργούνται τα πρώτα αντάρτικα τμήματα. Φοβερή γενοκτονία ξεσπά, ιδιαίτερα στην περιοχή της Πάφρας και Σαμψούντας, μεταβάλλοντας την δράση του Επισκόπου Ευθυμίου από προσπάθεια αναπτύξεως σε προσπάθεια περισσυλογής. Το 1917 μ.Χ. αναλαμβάνει ηγετικό ρόλο σε ένοπλες ομάδες ανταρτών κατευθύνοντάς τις κατά του Τουρκικού στρατού και των άλλων ενόπλων, που δρούσαν ως έμμισθοι των Τούρκων κατά των Ελλήνων.


Την περίοδο 1914 - 1916 μ.Χ. και 1918 - 1919 μ.Χ., με την υπογραφή της ανακωχής, παρότρυνε όλα τα σχολεία και τον λαό του Πόντου να παραστούν σύσσωμοι στην ετήσια τελετή της αναπαραστάσεως της αυτοκτονίας των τριάντα και πλέον νεαρών κοριτσιών του Ασάρ της Πάφρας. Η τελετή αυτή πραγματοποιείτο κατά την επέτειο της 25ης Μαρτίου, ως ανάμνηση της αυτοθυσίας των νεαρών κοριτσιών, που έπεσαν το 1860 μ.Χ. από το κάστρο του Άλυ και αυτοκτόνησαν, για να μην πέσουν στα χέρια των Τούρκων.


Τον Απρίλιο του 1917 μ.Χ., μεγάλη δύναμη του Τουρκικού στρατού περικυκλώνει στο βουνό Νελτές τη μονή της Παναγίας, της Μάαρα, κλείνοντας 650 γυναικόπαιδα και 60 ένοπλους αντάρτες. Μετά από εξαήμερη αντίσταση, οι περισσότεροι έγκλειστοι σκοτώνονται ή αυτοκτονούν. Το 1919 μ.Χ., σε ανταπόδοση των προηγουμένων, ανήμερα της Παναγίας, ο Ευθύμιος συγκεντρώνει 12.000 αντάρτες έξω από την κωμόπολη Τσασούρ με γενικό αρχηγό τον Κυριάκο Παπαδόπουλο με αποτέλεσμα την ολοσχερή καταστροφή της πόλεως και τον αφανισμό των Τούρκων ενόπλων. Από εκείνη την ημέρα οι Τούρκοι καταζητούν τον Ευθύμιο, θεωρώντας τον επίσημο αρχηγό των ανταρτών του Δυτικού Πόντου.


Το 1921 μ.Χ., με απόφαση της Κεμαλικής κυβερνήσεως, όλοι οι Μητροπολίτες, οι Επίσκοποι και οι αρχιμανδρίτες του Πόντου όφειλαν να εγκαταλείψουν τον Πόντο και να φύγουν από τις έδρες τους. Οι μόνοι που δεν υπάκουσαν στην εντολή αυτή ήσαν ο Μητροπολίτης Τραπεζούντος Χρύσανθος, ο Επίσκοπος Ευθύμιος και ο Αρχιμανδρίτης Αμασείας πρωτοσύγκελλος Πλάτων Αϊβαζίδης. Στις 21 Ιανουαρίου του ίδιου έτους, οι Κεμαλικοί συλλαμβάνουν τον Ευθύμιο, τον Αρχιμανδρίτη Αϊβαζίδη μαζί με προύχοντες της πόλης. Ο Άγιος Ευθύμιος οδηγείται στην Αμάσεια, όπου καταδικάζεται σε θάνατο και κλείνει στις φυλακές Σούγια της Αμασείας, που έχουν μετατραπεί σε τόπο κολάσεως από τις οδύνες και τον πόνο των βασανιστηρίων, ο Άγιος Ιερομάρτυς Ευθύμιος υποκύπτει από το βάρος των πληγών του το 1921 μ.Χ. και λαμβάνει τον αμαράντινο στέφανο του μαρτυρίου.


Το 1992 μ.Χ. ο Ευθύμιος κατατάσσεται στη χορεία των Αγίων από την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος. Το 1998 μ.Χ. ανοικοδομείται παρεκκλήσιο προς τιμήν του Αγίου στη μονή Λειμώνος, στην Ιερά Μητρόπολη Μηθύμνης.


Η μνήμη του εορτάζεται, επίσης, την Κυριακή προ της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού.

Άγιος Ανδρέας ο Αργέντης

 Ο Άγιος Νεομάρτυς Ανδρέας ο Αργέντης καταγόταν από την Χίο και υπέστη μαρτυρικό θάνατο στην Κωνσταντινούπολη το 1465 μ.Χ., συγκαταλεγόμενος έτσι μεταξύ των πρώτων Νεομαρτύρων, οι οποίοι θανατώθηκαν από τους Τούρκους μετά την άλωση της Πόλεως. Μαρτύριο του Αγίου συνέγραψε ο Γεωργός Τραπεζούντιος.

Άγιος Ιωάννης ο Νάννος από τη Θεσσαλονίκη

 Ο Άγιος Νεομάρτυς Ιωάννης ή Νάννος συνεπαρμένος από την μελέτη των Βίων των Αγίων και Μαρτύρων και κυριευμένος από ενθουσιασμό, που ενισχυόταν από το νεαρό της ηλικίας του, θέλησε να εισέλθει και αυτός στο χορό των Μαρτύρων. Ο μόνος τρόπος για την πραγματοποίηση της επιθυμίας του ήταν να αρνηθεί την πίστη του και κατόπιν να αποπλύνει την άρνησή του με τί αίμα του, καθιστώντας με αυτό τον ιδιότυπο τρόπο τον εαυτό του εξ αρνησιχρίστων Νεομάρτυρα.


Ο πατέρας του, που ονομαζόταν και αυτός Ιωάννης, καταγόταν από το Γυναικόκαστρο, χωριό που βρίσκεται στην κοιλάδα του Αξιού, ενώ η μητέρα του Θωμαΐδα από το χωριό Κολόβι, που βρίσκεται κοντά στον Πολύγυρο της Χαλκιδικής. Kαι οι δύο όμως ζούσαν στη Θεσσαλονίκη, όπου νυμφεύθηκαν και έφεραν στον κόσμο τα δυο τους παιδιά, τον Θεόδωρο και τον Ιωάννη, που έλαβε αυτό το όνομα, διότι γεννήθηκε την παραμονή της εορτής του Γενεθλίου του Τιμίου Προδρόμου· για να διακρίνεται όμως από τον πατέρα του, τον φώναζαν Νάννο.


Ο πατέρας του Νάννου λοιπόν ήταν υποδηματοποιός. Προς εξοικονόμηση των αναγκαίων πραγμάτων έφυγε από την Θεσσαλονίκη και εγκαταστάθηκε στη Σμύρνη. Όταν αργότερα οι δύο υιοί του μεγάλωσαν, τους πήρε κοντά του και τους έμαθε την τέχνη του.


Στη Σμύρνη ο νεαρός και ευσεβής Ιωάννης περνούσε τις ημέρες του εργαζόμενος, ενώ τον ελεύθερο χρόνο του τον αφιέρωνε, με την βοήθεια του αδελφού του, γιατί ο ίδιος ήταν αγράμματος, στην μελέτη της αγίας Γραφής και βίων Αγίων και Μαρτύρων, με αποτέλεσμα να ανάψει μέσα στην καρδιά του ο πόθος του μαρτυρίου. Παρακινούμενος από αυτή του την επιθυμία προσποιήθηκε ότι θέλει να προσέλθει στο Μωαμεθανισμό, έχοντας ως απώτερο σκοπό το μαρτύριο. Έτσι, εντελώς ξαφνικά, στις 3 Μαΐου του 1802 μ.Χ., χωρίς να φανερώσει τίποτε σε κανέναν και ενώ είχε σταλεί από τον πατέρα του σε κάποια δουλειά, πήγε και παρουσιάσθηκε ενώπιον των Τούρκων και δήλωσε ότι θέλει να προσχωρήσει στη θρησκεία τους. Ο πατέρας του, ανησυχώντας για την αργοπορία του υιού του και φοβούμενος μήπως του συνέβη κάποιο κακό, άρχισε να τον αναζητά μαζί με μερικούς συγγενείς του, οπότε και πληροφορήθηκαν την εξωμοσία του. Έσπευσαν τότε όλοι μαζί να τον εύρουν, για να πληροφορηθούν τον λόγο που τον οδήγησε σ' αυτήν την πράξη και να προσπαθήσουν να τον μεταπείσουν.


Δυστυχώς όμως μάταια κόπιασαν, διότι ούτε καν μπόρεσαν να τον πλησιάσουν, αφού οι Τούρκοι που τον περιτριγύριζαν, μόλις τους είδαν, τους απομάκρυναν βίαια από κοντά του. Ο Ιωάννης, του οποίου η σκέψη από την αρχή ήταν προσηλωμένη στο μαρτύριο, θεωρώντας την άρνηση ως το μόνο μέσο για την επίτευξη του σκοπού του, προσπάθησε επανειλημμένα να γνωστοποιήσει την πρόθεσή του στους συγγενείς του, χωρίς όμως να το καταφέρει, αφού αυτοί τον απέφευγαν πλέον ως αρνησίθρησκο. Όταν τέλος, μετά από πολλές προσπάθειες, ο πατέρας του πληροφορήθηκε κάποιες δηλώσεις του και κατάλαβε ότι σκόπευε να μαρτυρήσει, του έστειλε μήνυμα πως η δύναμη του Σταυρού αρκεί για να τον ενδυναμώσει στο έργο του.


Ύστερα από αυτό το περιστατικό, στις 25 Μαΐου και ημέρα Κυριακή, ενδύθηκε με χριστιανικά ενδύματα, φόρεσε στο κεφάλι του το τούρκικο κάλυμμα και παρουσιάσθηκε και πάλι στο κριτήριο των Τούρκων, για να ομολογήσει πλέον αυτή τη φορά τη Χριστιανική του ιδιότητα και ότι το όνομά του είναι Ιωάννης και όχι Μεχμέτ. Οι Τούρκοι έμειναν έκπληκτοι από τις δηλώσεις του και προσπάθησαν να τον μεταπείσουν. του παρουσίασαν μάλιστα για να τον δελεάσουν μία πολύτιμη στολή και πολλά χρήματα, που θα γίνονταν δικά του, εάν ομολογούσε τον Μωάμεθ ως Θεό. Έφθασαν δε στο σημείο να του προτείνουν να δηλώσει ενώπιόν τους πως παραμένει Τούρκος και κατόπιν ήταν ελεύθερος να φύγει και να πάει όπου θέλει πιστεύοντας οτιδήποτε ήθελε. Γι' αυτούς αρκούσε μόνο να εξέλθει από το δικαστήριο ως Μεχμέτης και όχι ως Ιωάννης. Παρ' όλες όμως τις ελκυστικές προτάσεις που του έκαναν, δεν κατάφεραν να κλονίσουν το γενναίο του φρόνημα και να τον παρασύρουν στη γνώμη τους.


Κάποιος Τούρκος αγάς, βλέποντας την υπομονή του Ιωάννου, πρότεινε κάποια λύση, σύμφωνα με την οποία ο Ιωάννης θα παρέμενε Τούρκος είτε το ήθελε, είτε όχι· πρότεινε λοιπόν να τον στείλουν στο Αλγέρι μ' ένα πλοίο, το πλήρωμα του οποίου αποτελείτο μόνο από Τούρκους. Ο Ιωάννης, ακούγοντας αυτήν την εκδοχή και φοβούμενος μήπως ματαιωθεί κατ' αυτό τον τρόπο το μαρτύριο που τόσο επιθυμούσε, προφασίσθηκε ότι επιθυμεί να του δοθούν δύο ημέρες διορία, για να σκεφθεί τις προτάσεις τους. Οι Τούρκοι, πιστεύοντας πως τελικά θα υποχωρούσε ο Ιωάννης, του παραχώρησαν την διορία που τους ζήτησε για να αποφασίσει, χωρίς όμως να σκεφθούν ότι έτσι θα έχαναν και την ευκαιρία να τον στείλουν με το πλοίο στο Αλγέρι.


Μετά το τέλος της δεύτερης ημέρας τον κάλεσαν να παρουσιασθεί στη συνέλευσή τους, για να δώσει την τελική απάντηση. Ο Ιωάννης, ο οποίος είχε βεβαιωθεί νωρίτερα για την αναχώρηση του πλοίου, δήλωσε πως όχι μόνο δεν είχε μετανιώσει, αλλά επιθυμούσε τώρα ακόμα περισσότερο το μαρτύριο. μη έχοντας πλέον άλλη εκλογή οι Τούρκοι, αποφάσισαν να τον θανατώσουν. Πριν όμως από αυτό θέλησαν να επιχειρήσουν άλλη μία φορά να τον μεταπείσουν. Γι' αυτό κάλεσαν τον πατέρα του, ο οποίος, επειδή φοβόταν, αρνήθηκε να παρουσιασθεί, λέγοντας πως δεν είχε πλέον καμία σχέση μαζί του.


Έτσι, στις 29 Μαΐου του 1802 μ.Χ. και ημέρα Πέμπτη, ο Ιωάννης οδηγήθηκε στο Σοάν Παζάρι, τόπο των θανατικών εκτελέσεων. Πλήθος λαού είχε συγκεντρωθεί, για να παρακολουθήσει το μαρτύριό του, όχι μόνο Χριστιανοί αλλά και πολλοί Τούρκοι, Φράγκοι και Αρμένιοι, που έμειναν έκπληκτοι από τη γενναιότητα και το θάρρος του Μάρτυρος.


Μετά τον αποκεφαλισμό του πολλοί Χριστιανοί προσπάθησαν να εξαγοράσουν κάτι δικό του, για να το έχουν ως φυλακτό. Κατ' αυτό τον τρόπο οι Τούρκοι συγκέντρωσαν πάνω από 3.000 γρόσια· έφθασαν μάλιστα στο σημείο να θέλουν να ακρωτηριάσουν τον Μάρτυρα, για να κερδίσουν περισσότερα. Τότε κάποιος ευλαβής Χριστιανός από την Μόσχα, ονομαζόμενος Παναγιώτης Παναγιωτόπουλος, για να αποφευχθεί η κατατεμάχιση του τιμίου λειψάνου του Νεομάρτυρος, επιχείρησε να το εξαγοράσει, πράγμα που κατόρθωσε δωροδοκώντας τον κριτή, που ήταν φίλος του, και τον έπαρχο, και έτσι του επέτρεψαν να παραλάβει το ιερό λείψανο και να το ενταφιάσει.


Μαρτύριο του Αγίου αυτού, συνέγραψε ο Ιερομόναχος Νικηφόρος ο Χίος.

Άγιος Ολβιανός επίσκοπος Ανέων και οι αυτού μαθητές

 Ο Άγιος Ολβιανός ήταν από τους επισκόπους, που ποίμαναν το ποίμνιο τους με πολλή στοργή και επιμέλεια. Συγχρόνως υπεράσπιζε την πίστη του Ευαγγελίου κατά των προσβολών των Ιουδαίων και των ειδωλολατρών. Στο διωγμό, κατά της Εκκλησίας, που έκανε ο αυτοκράτορας Διοκλητιανός, ο επίσκοπος Ανέων Ολβιανός συνελήφθη και μετά από ανάκριση, υποβλήθηκε σε σειρά σκληρών βασανιστηρίων. Αλλά όλα αυτά δεν κατάφεραν να νικήσουν τη θερμότητα του ζήλου του. Τελευταία τον έριξαν μαζί με τους μαθητές του μέσα στη φωτιά, όπου βρήκαν το θάνατο, και αξιώθηκαν του μαρτυρικού στεφάνου.

Οσία Υπομονή

 Η Αγία Υπομονή, κατά κόσμον Ελένη Δραγάση, και αργότερα, ως σύζυγος του Μανουήλ Β' Παλαιολόγου, «Ελένη η εν Χριστώ τω Θεώ αυγούστα και αυτοκρατόρισσα των Ρωμαίων η Παλαιολογίνα», ήταν θυγατέρα του Κωνσταντίνου Δραγάση, ενός από τους πολλούς ηγεμόνες - κληρονόμους του μεγάλου Σέρβου κράλη (βασιλιά) Στεφάνου Δουσάν. Καταγόταν από βασιλική και ευλογημένη γενιά. Στους προγόνους της συγκαταλέγονται άνθρωποι που αγίασαν όπως ο Στέφανος Νεμάνια, σέρβος βασιλέας που μόνασε με το όνομα Συμεών και ήταν κτίτορας της Ιεράς Μονής Χιλανδαρίου του Αγίου Όρους . Ο Κωνσταντίνος Δραγάσης ανέλαβε την ηγεμονία του σημερινού βουλγαρικού τμήματος της βόρειο - ανατολικής Μακεδονίας, στην περιοχή μεταξύ των ποταμών Αξιού και Στρυμώνος.


Η γέννησή της τοποθετείται στα αμέσως μετά τον θάνατο το Δουσάν χρόνια. Η ανατροφή, η μόρφωση, η αγωγή της, ήταν διαποτισμένα με ό,τι ανώτερο υπαγόρευε το βυζαντινό ιδεώδες, διότι οι Σέρβοι είχαν επηρεαστεί πολύ από τον βυζαντινό πολιτισμό. Ένοιωθε τον εαυτό της περισσότερο ταυτισμένο με τον πολιτισμό και κυρίως με την εθνική συνείδηση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Συναισθηματικά και ουσιαστικά έρεπε μάλλον προς το Βυζάντιο, του οποίου επέπρωτο να γίνει Αυγούστα και Αυτοκρατόρισσα, περά προς την γενέθλιο σερβική πατρίδα.


Κοντά σ' αυτά και πάνω απ' αυτά, γαλουχήθηκε με την πατροπαράδοτη στην οικογένειά της, ακράδαντη ορθόδοξη πίστη στο Θεό. Αυτή η πίστη είναι που θα την οδηγεί, θα την φωτίζει, και θα την εμπνέει στην πολυτάραχη γεμάτη θλίψεις και δοκιμασίες ζωή της.


Υπολογίζεται να ήταν 19 περίπου χρονών όταν παντρεύτηκε τον Μανουήλ Β' Παλαιολόγο (τέλη του 1390 μ.Χ.), λίγους μήνες πριν γίνει Αυτοκράτορας.


Η καινούργια ζωή της Ελένης - αγίας Υπομονής, από την αρχή της έδειξε ότι θα ήταν Γολγοθάς. Πολλές ήταν οι φορές που χρειάστηκε να πιει το ποτήρι της προσβολής και του εξευτελισμού στο πλευρό του συζύγου της όχι μόνο από τους αλλόθρησκους, αλλά και από τα κατ' όνομα χριστιανικά κράτη της Δύσεως, στην απεγνωσμένη προσπάθειά του να βρει τρόπους σωτηρίας της ετοιμοθάνατης Αυτοκρατορίας.


Η Ελένη - αγία Υπομονή απεδείχθη εξαιρετικός άνθρωπος που συγκέντρωνε πολλές και μεγάλες αρετές, και ψυχική δύναμη. Έδειξε ότι είχε απόλυτη συναίσθηση τόσο της θέσης της και των περιστάσεων, όσο και του ρόλου που αυτές της υπαγόρευαν, σε όλα τα επίπεδα.


Αγαπούσε το λαό. Ήταν η μεγάλη μάνα που ο καθένας μπορούσε να προστρέξει. Συμμεριζόταν τις αγωνίες του και ανησυχίες του ενώπιον των φοβερών εθνικών κινδύνων και προσπαθούσε πάντοτε με την προσευχή, με την πραότητά της και με γλυκά και παρηγορητικά της λόγια να τον ενισχύσει. Είναι πολύ χαρακτηριστικά και εύγλωττα μέσα στην λακωνικότητά της τα όσα γράφει για την Αυτοκρατόρισσα, ο σύγχρονός της φημισμένος φιλόσοφος Γεώργιος Γεμιστός - Πλήθων: «Η Βασιλίς αύτη με πολλήν ταπείνωσιν και καρτερικότητα εφαίνετο να αντιμετωπίζει και τας δύο μορφάς της ζωής. Ούτε κατά τους καιρούς των δοκιμασιών απεγοητεύετο, ούτε όταν ευτυχούσε επανεπαύετο, αλλά εις κάθε περίπτωσιν έκανε το πρέπον. Συνεδύαζε την σύνεσιν με την γενναιότητα, περισσότερον από κάθε άλλην γυναίκα. Διεκρίνετο δια την σωφροσύνην της. Την δε δικαιοσύνην την είχε εις τελειότατον βαθμόν. Δεν εμάθαμε να κάμνει κακόν εις ουδένα, ούτε μεταξύ των ανδρών, ούτε μεταξύ των γυναικών. Αντιθέτως εγνωρίσαμε να κάμνει πολλά καλά και εις πολλούς. Με ποίον άλλον τρόπον δύναται να φανεί εμπράκτως η δικαιοσύνη, εκτός από το γεγονός του να μη κάμνει κανείς ποτέ θεληματικά και σε κανέναν κακό, αλλά μόνον το αγαθόν σε πολλούς;»


Στάθηκε αντάξια του φιλόσοφου και φιλόχριστου συζύγου της Μανουήλ. Στάθηκε άξια δίπλα του για 35 χρόνια, «συνευδοκόντας», σύμφωνα με σύγχρονή τους μαρτυρία, δηλ. όλα γινόντουσαν με συμφωνία, ομόνοια, συναπόφαση, εν πνεύματι Χριστού και αγωνιστική αγιότητα. Κατόρθωναν να τιμούν την αρετή με λόγια και έργα. «Λόγω μεν διδάσκοντας το πρακτέον, έργω δε γενόμενοι πρότυπα και εικόνες εφηρμοσμένης αγάπης».


Στο ευλογημένο ζευγάρι ο Θεός χάρισε οκτώ παιδιά. Έξι αγόρια από τα οποία τα δύο ανέβηκαν στον αυτοκρατορικό θρόνο, ο Ιωάννης Η' (1425 - 1448 μ.Χ.) και ο Κωνσταντίνος ΙΑ', ο τελευταίος θρυλικός αυτοκράτορας (1448 - 29 Μαΐου 1453 μ.Χ.- μαύρη ήμερα αλώσεως της Βασιλεύουσας). Ο Θεόδωρος, ο Δημήτριος και ο Θωμάς διετέλεσαν δεσπότες του Μυστρά, και ο Ανδρόνικος της Θεσσαλονίκης. Και δύο κορίτσια, τα οποία όμως πέθαναν σε μικρή ηλικία. Η πολύτεκνη και φιλότεκνη μητέρα γαλούχησε τα παιδιά της με τα νάματα της πίστεως και τη γλυκύτατη διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας, τα οδηγούσε σε ιερά προσκυνήματα και σεβάσμια Μοναστήρια της Βασιλεύουσας, και επιζητούσε υπέρ αυτών τις ευχές των αγίων ασκητών και Γερόντων. Τα ανέθρεψε «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου», και ποτέ δεν «έπαυσε μετά δακρύων προσευχής και αγάπης να νουθετή ένα έκαστον».Με υπομονή και επιμονή, με προσοχή και προσευχή σμίλεψε τους χαρακτήρες τους, τους έδωσε μαζί με το «ζην»και το «εύ ζην». Έτσι, κατάφερε, μεταξύ άλλων, να θέσει τέρμα στις επί 90 περίπου χρόνια συγκρούσεις μεταξύ των μελών της αυτοκρατορικής οικογένειας για την εξουσία που είχαν εξαντλήσει την αυτοκρατορία. Οι όποιες διαφορές απόψεων η διενέξεις παρουσιάζονταν (μετά το θάνατο του Μανουήλ), ξεπερνιόνταν ήσυχα με το κύρος της μητρικής της παρέμβασης και της προσευχής της.


Ιδιαίτερη ήταν η αγάπη της για τα Μοναστήρια. Εκεί αναπαυόταν, ξεκουραζόταν η ψυχή της, αντλούσε δύναμη και κουράγιο για τη συνέχεια. Αυτό, το ενέπνευσε σε όλη την οικογένειά της. Ο σύζυγός της αφού παρέδωσε τον θρόνο στον πρωτότοκο Ιωάννη, δύο μήνες πριν τον θάνατό του (29 Μαρτίου 1425 μ.Χ.), απεσύρθη στη Μονή του Παντοκράτορος στην Κωνσταντινούπολη, όπου εκάρη μοναχός με το όνομα Ματθαίος. Η ίδια, μετά το θάνατο του συζύγου της έγινε μοναχή (1425 μ.Χ.) στη Μονή της κυράς Μάρθας, με το όνομα Υπομονή. Και τρία από τα παιδιά τους επίσης έγιναν μοναχοί, ο Θεόδωρος και ο Ανδρόνικος (μ. Ακάκιος) στη Μονή του Παντοκράτορος, και ο Δημήτριος (μ. Δαυίδ) στο Διδυμότειχο. Επίσης, η πενθερά της και η κουνιάδα της ετελείωσαν την ζωή τους ως Μοναχές. Το ίδιο και η εγγονή της, κόρη του γιου της Θωμά, Ελένη, που έγινε Μοναχή με το όνομα Υπομονή στη Λευκάδα.


Ακόμα, εν όσω βρισκόταν στην πατρίδα της, μαζί με τον πατέρα της έκτισαν την Ι.Μ. Παναγίας Παμμακαρίστου στο Πογάνοβο της πόλης Δημήτροβγκραντ της Ν.Α. Σερβίας. Στην Κωνσταντινούπολη είχε συνδεθεί με την Ι. Μ. του Τιμίου Προδρόμου της Πέτρας, όπου φυλαγόταν το ιερό λείψανο του οσίου Παταπίου του θαυματουργού , στον οποίο η αγία Υπομονή έτρεφε ιδιαίτερη ευλάβεια. Η Μονή είχε ιδρυθεί από τον συνασκητή του οσίου Παταπίου στην Αίγυπτο, όσιο Βάρα, έξω από την πύλη του Ρωμανού πριν από το 450 μ.Χ. Με την συμβολή της αγίας ιδρύθηκε στη Μονή γυναικείο γηροκομείο με την επωνυμία «Η ελπίς των απηλπισμένων». Η ευλάβειά της προς τον όσιο Πατάπιο φαίνεται από το γεγονός ότι ο αγιογράφος του σπηλαίου του οσίου Παταπίου στα Γεράνεια όρη της Κορινθίας θεώρησε απαραίτητο να ιστορήσει την αγία Υπομονή δίπλα από το σκήνωμα του οσίου.


Άνθρωπος φωτεινός και φωτισμένος η αγία Υπομονή, προικισμένη με πολλά τάλαντα, που τα «εμπορεύθηκε» με σύνεση και σωφροσύνη και τα πολλαπλασίασε, κατάφερε με την αρετή, την άσκηση και την καρτερία της να φθάσει σε δυσανάβατα μέτρα αρετής. Μια σημαντική φυσιογνωμία εκείνης της εποχής ο Γεννάδιος Σχολάριος, ο πρώτος Οικουμενικός Πατριάρχης μετά την άλωση, στον Παραμυθητικό του Λόγο προς τον Βασιλέα Κωνσταντίνο ΙΑ', «Επί τη κοιμήσει της μητρός Αυτού αγίας Υπομονής», αναφέρει χαρακτηριστικά τα εξής:


«Την μακαρίαν εκείνην Βασίλισσαν όταν την επεσκέπτετο κάποιος σοφός, έφευγεν κατάπληκτος από την ιδικήν της σοφίαν. Όταν την συναντούσε κάποιος ασκητής, αποχωρούσε, μετά την συνάντηση, ντροπιασμένος δια την πτωχείαν της ιδικής του αρετής, συγκρινομένης προς την αρετήν εκείνης. Όταν την συναντούσε κάποιος συνετός, προσέθετεν εις την ιδικήν του περισσοτέραν σύνεσιν. Όταν την συναντούσε κάποιος νομοθέτης, εγινόταν προσεκτικώτερος. Όταν συνομιλούσε μαζί της κάποιος δικαστής, διεπίστωνε ότι έχει ενώπιόν του έμπρακτον Κανόνα Δικαίου. Όταν κάποιος θαρραλέος (τη συναντούσε), ένοιωθε νικημένος, αισθανόμενος έκπληξιν από την υπομονήν, την σύνεσιν και την ισχυρότητα του χαρακτήρος της. Όταν την επλησίαζε κάποιος φιλάνθρωπος, αποκτούσε εντονώτερο το αίσθημα της φιλανθρωπίας. Όταν την συναντούσε κάποιος φίλος των διασκεδάσεων, αποκτούσε σύνεσιν, και, γνωρίζοντας την ταπείνωσιν εις το πρόσωπόν της, μετανοούσε. Όταν την εγνώριζε κάποιος ζηλωτής της ευσεβείας, αποκτούσε μεγαλύτερον ζήλον. Κάθε πονεμένος με τη συνάντηση μαζί της, καταλάγιαζε τον πόνο του. Κάθε αλαζόνας αυτοτιμωρούσε την υπερβολικήν του φιλαυτίαν. Και γενικά κανένας δεν υπήρξε, που να ήλθεν εις επικοινωνίαν μαζί της και να μην έγινε καλύτερος».


Ο Θεός ευδόκησε να μην ζήσει τις τελευταίες τραγικές στιγμές της Αυτοκρατορίας. Την κάλεσε κοντά Του στις 13 Μαρτίου 1450 μ.Χ., έχοντας διανύσει 35 χρόνια ως Αυτοκρατόρισσα και 25 ως ταπεινή μοναχή. Ο σύγχρονός της διάκονος Ιωάννης Ευγενικός, αδελφός του Μάρκου του Ευγενικού Αρχιεπισκόπου Εφέσου, στον Παραμυθητικό του Λόγο προς τον Κωνσταντίνον Παλαιολόγον επί τη κοιμήσει της Μητρός του αγίας Υπομονής συνοψίζει:


«Ως προς δε την αοίδιμον, εκείνην Δέσποινα Μητέρα σου, τα πάντα εν όσω ζούσε, ήσαν εξαίρετα, η πίστις, τα έργα, το γένος, ο τρόπος, ο βίος, ο λόγος και όλα μαζί ήσαν σεμνά και επάξια της θείας τιμής και, όπως έζησε μέτοχος της θείας Προνοίας, έτσι και ετελεύτησεν».


Η «Αγία Δέσποινα»,όπως την ονομάζει ο Γεώργιος Φραντζής, συνέδεσε την έννοια του μοναχικού της ονόματος (Υπομονή) με τον τρόπον αντιμετωπίσεως και των ευτυχών στιγμών και των απείρων δυσκολιών της όλης ζωής της. Υπομονή κατά βίον, πράξιν και μοναχικό όνομα. «Τη υπομονή αυτής εκτήσατο την ψυχήν αυτής».


Σύγχρονο θαύμα της Αγίας


Είναι αρκετές οι εμφανίσεις της αγίας Υπομονής τα τελευταία χρόνια σε ευσεβείς και μη χριστιανούς. Επιλεκτικά καταχωρούμε ένα συμβάν που περιγράφει την θαυμαστή εμφάνισί της και θεραπεία κάποιου ασθενή.


«Η αγία Υπομονή εμφανίσθηκε ως μοναχή σε κάτοικο των Αθηνών που εργαζόταν σε ταξί. Το σταμάτησε και ζήτησε να κατευθυνθεί προς το Λουτράκι. Ο ταξιτζής είχε καρκίνο του δέρματος στα χέρια του και βρισκόταν σε μεγάλη απελπισία.


Καθ' οδόν η μοναχή που φορούσε ένα κουκούλι με κόκκινο σταυρό τον ρώτησε: «Γιατί είσαι μελαγχολικός;» και εκείνος δεν δίστασε να ομολογήσει όλη την αλήθεια. Μετά τον ρώτησε αν θέλει να τον σταυρώσει για να γίνει καλά και εκείνος δέχθηκε. Σε λίγο όμως τον έπιασε υπνηλία και παρεκάλεσε την μοναχή να σταθούνε λίγο για να μην σκοτωθούνε. Είχαν φθάσει κοντά στα διόδια και εύκολα θα έβρισκαν άλλο ταξί αν εκείνη βιαζόταν. Κάθισε στην άκρη του δρόμου και τον πήρε ο ύπνος. Όταν ξύπνησε διαπίστωσε ότι τα χέρια του είχαν γίνει καλά, αλλά η μοναχή είχε εξαφανιστεί. Ρώτησε τους ανθρώπους των διοδίων μήπως είδανε καμιά μοναχή εκεί κοντά, αλλά κανείς δεν την είχε δει. Τότε συγκλονισμένος γύρισε στο ταξί του και κατάλαβε ότι κάποια αγία ήταν κι' έγινε άφαντη. Κατευθύνθηκε μετά στον γιατρό του και του διηγήθηκε το περιστατικό. Την στιγμή εκείνη έπεσε το μάτι του σε μια εικόνα που ήταν κρεμασμένη στον τοίχο του ιατρείου. Πετάχτηκε απ' το κάθισμά του και φώναξε: «Αυτή ήταν».


Σημειωτέον ότι η εικόνα ήταν της αγίας Υπομονής. Έτσι έμαθε ποια ήταν εκείνη που τον θεράπευσε και τον γλύτωσε και απ' την απελπισία. Το κουκούλι με τον κόκκινο σταυρό έδειχνε την καταγωγή πριν γίνει αυτοκρατόρισσα του Βυζαντίου και με αυτό το μοναχικό σχήμα τελείωσε και την επίγεια ζωή της. Εκ των υστέρων γίνηκε γνωστό ότι η ημέρα που γίνηκε το θαύμα ήταν 13 Μαρτίου, ημέρα που η αγία γιορτάζει».


Εικόνα της ευρίσκεται στην Ιερά Μονή οσίου Παταπίου στο Λουτράκι Κορινθίας και η Εκκλησία τιμά την μνήμη της Οσίας Υπομονής, επίσης, στις 13 Μαρτίου.



Ἀπολυτίκιον

Ήχος πλ. α'. Τον συνάναρχον Λόγον.

Την κλεινήν βασιλίδα έγκωμιάοωμεν, Υπομονήν την οσίαν, περιστεράν ευλαβή εκ του κόσμου πετασθείσαν της συγχύσεως προς τας σκηνάς του ουρανού εν αγάπη ακλινεί, ασκήσει και ταπεινώσει βοώντες' Μήτερ, λιταίς σου θραϋσον ημών της αμαρτίας δεσμούς.


Κοντάκιον

Ήχος πλ. δ'. Τη Υπερμάχω.

Υπομονής θεοστηρίκτου την ομώνυμον και βασιλίδων θεοσόφων την υπέρτιμον, την εκλάμψασαν ως άστρον εν Βυζαντίω και χορούς μοναζουσών καταπυρσεύσασαν, ταπεινώσεως βολαίς ανευφημήσωμεν, πόθω κράζοντες. Χαίροις, Μήτερ πανεύφημε.


Μεγαλυνάριον

Χαίροις εκμαγείον υπομονής, στήλη σωφροσύνης, αδιάσειστον αρετών, τείχος και ταμείον, Υπομονή, αγάπης, ενθέων βασιλίδων κέρας περίδοξον.


Άγιος Αλέξανδρος Πατριάρχης Αλεξανδρείας

 Είναι άγνωστος ο τόπος καταγωγής του Αγίου Αλεξάνδρου. Έζησε κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου του Μεγάλου (306 - 337 μ.Χ.). Διαδέχθηκε τον Αρχιεπίσκοπο Αλεξανδρείας Αχιλλά και υπήρξε πνευματικός πατέρας του Μεγάλου Αθανασίου, του και διαδόχου αυτού στον αρχιεπισκοπικό θρόνο της Αλεξανδρινής Εκκλησίας. Στον αρχιεπισκοπικό θρόνο ανήλθε το 313 μ.Χ. και διακρινόταν για τη βαθιά θεολογική μόρφωση, την πραότητα του χαρακτήρος και τις λοιπές αρετές του. Όταν το 319 μ.Χ. ο Άρειος δίδαξε για πρώτη φορά την αίρεσή του, ο Άγιος Αλέξανδρος προσπάθησε πατρικά να τον πείσει να μην διαδίδει τις πλανεμένες του δοξασίες, πλην όμως ο Άρειος, συνεπικουρούμενος και από άλλους ομόφρονές του, εξακολουθούσε να υποστηρίζει αυτές με τα δαιμονικά σοφίσματά του. Κατόπιν τούτου, αφού κλήθηκε δύο φορές σε απολογία ενώπιον του κλήρου της Αλεξανδρείας και δεν συμμορφώθηκε, αποκόπηκε από το σώμα της Εκκλησίας και αποκηρύχθηκε ως ασεβής και βλάσφημος.


Παρακάθισε ο Άγιος Αλέξανδρος, παρά το γήρας του, στην Α' Οικουμενική Σύνοδο, που συνήλθε στη Νίκαια της Βιθυνίας το 325 μ.Χ., κατακεραύνωσε τον Άρειο διά των λόγων του, υπέγραψε με τους άλλους Πατέρες την καταδίκη αυτού.


Αφού επέστρεψε στην Αλεξάνδρεια, εξακολούθησε να αγωνίζεται για τη στερέωση της Ορθοδόξου πίστεως μέχρι της κοιμήσεώς του το 326 μ.Χ., κατόπιν γονίμου και θεοφιλούς ποιμαντορίας δεκατριών ετών και αφού επέβαλε ως διάδοχό του τον μαθητή και συμμαχητή του, Μέγα Αθανάσιο (τιμάται 18 Ιανουαρίου).

Αγία Θεοδοσία η Οσιομάρτυς η Κωνσταντινουπολίτισσα

 Η Αγία Οσιομάρτυς Θεοδοσία καταγόταν από την Κωνσταντινούπολη και γεννήθηκε από γονείς πλουσίους και ευσεβείς στα χρόνια του αυτοκράτορα Θεοδοσίου του Αδραμυττηνού. Σε ηλικία επτά ετών, αφού έμεινε ορφανή από πατέρα, εισήλθε σε μοναστήρι, όπου μετά από λίγο εκάρη μοναχή. Μετά το θάνατο και της μητέρας της, αφού πούλησε και διαμοίρασε στους φτωχούς τα υπάρχοντά της και απαλλάχτηκε έτσι από τις γήινες φροντίδες, επιδόθηκε με μεγαλύτερο ζήλο στην απόκτηση της τελειότητας και των μοναχικών αρετών, ασκούμενη στη μονή που βρισκόταν κοντά στο «Σκοτεινόν φρέαρ» και ονομαζόταν «Άσπαρον στέρνην».


Όταν ανήλθε στο θρόνο ο Λέων ο Ίσαυρος (717 - 741 μ.Χ.), εξαπολύθηκε άγριος διωγμός εναντίον των εικονόφιλων και των ιερών εικόνων, ο δε πατριάρχης Γερμανός, στερεός προμαχώνας της Ορθοδοξίας, εκδιώχθηκε και αντικαταστάθηκε από τον εικονομάχο Αναστάσιο. Κατά την έναρξη του διωγμού διατάχθηκε η καθαίρεση και καταστροφή της εικόνας του Χριστού, η οποία βρισκόταν επί τής Χαλκής Πύλης.


Τότε η Θεοδοσία, επικεφαλής καλογραιών και άλλων γυναικών, όρμησαν και κατέρριψαν από την κινητή σκάλα το σπαθάριο που ανέβηκε, για να καταστρέψει την εικόνα, και με πέτρες και ξύλα επιτέθηκαν κατά τού Πατριαρχείου. Μπροστά σε αυτή την κατάσταση ο Πατριάρχης Αναστάσιος αναγκάσθηκε να εγκαταλείψει το Πατριαρχείο. Η στρατιωτική δύναμη που επενέβη, άλλες μεν από τις γυναίκες φόνευσε, άλλες δε, μεταξύ των οποίων και την Θεοδοσία, συνέλαβε. Και από τις συλληφθείσες άλλες ελευθέρωσαν, άλλες έκλεισαν στις φυλακές ή εξαπέστειλαν στην εξορία. Την δε Θεοδοσία, αφού την κακοποίησαν, την οδήγησαν στην τοποθεσία του Βοός και την κατέσφαξαν, αφού διαπέρασαν το λαιμό της με κέρατο κριού (730 μ.Χ.). Το τίμιο λείψανό της περισυνελλέγει και ενταφιάσθηκε στη μονή Δεξιοκράτους, πολλά δε θαύματα επιτελούσε στους πιστούς, που προσέρχονταν με πίστη και ευλάβεια.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

 


Αγία Θεοδοσία η Παρθένος

 Η Αγία Θεοδοσία καταγόταν από την Τύρο της Φοινίκης και δεν είχε μόνο παρθενικό σώμα, αλλά και παρθενική ψυχή. Από ηλικία 18 χρονών, έλαμπε για το ζήλο και τη θερμή της πίστη, ανάμεσα στις νεαρές ειδωλολάτρισσες γυναίκες. Αυτό καταγγέλθηκε στον άρχοντα Ουρβανό, που με κάθε δελεαστικό τρόπο προσπάθησε να την πείσει να αρνηθεί το Χριστό. Όμως η παρθένος Θεοδοσία έμεινε αμετακίνητη στο Ιερό της πιστεύω. Ο Ουρβανός, βλέποντας την αδάμαστη επιμονή της, εξοργίστηκε και με θηριώδη τρόπο έσπασε τα κόκκαλά της και πριόνισε τις σάρκες της. Έπειτα, την πλησίασε και της πρότεινε να αλλαξοπιστήσει, έστω και την τελευταία στιγμή, και αυτός θα θεράπευε αμέσως τις πληγές της. Η Θεοδοσία μισοπεθαμένη απάντησε: «Είμαι χριστιανή». Τότε ο τύραννος διέταξε και την έριξαν στη θάλασσα, οπού και παρέδωσε το πνεύμα της.



Ἀπολυτίκιον  

Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Ὡς δόσιν θεόσδοτον, τὴν παρθενίαν τὴν σήν, ἀγῶσιν ἀθλήσεως, Θεοδοσία σεμνή, τῷ Λόγῳ προσήγαγες· ὅθεν πρὸς ἀθανάτους, μεταστᾶσα νυμφῶνας, πρέσβευε Ἀθληφόρε, τῷ Δεσπότῃ τῶν ὅλων, ῥυσθῆναι ἐκ πολυτρόπων, ἡμᾶς συμπτώσεων.


Κοντάκιον

Ἦχος ὁ αὐτὸς. Ἐπεφάνης σήμερον.

Ὡς παρθένος ἄμωμος καὶ ἀθληφόρος, νοερῶς νενύμφευσαι, τῷ Βασιλεῖ τῶν οὐρανῶν, Θεοδοσία πανεύφημε· ὃν ἐκδυσώπει, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.


Μεγαλυνάριον

Δόσει λαμπρυνθεῖσα παρθενικῇ, δόσιν εὐσεβείας, διαυγάζεις ἀθλητικῶς, ὦ Θεοδοσία, Χριστοῦ Παρθενομάρτυς· διὸ κἀμοὶ μετάδος, ἐκ τῶν σῶν δόσεων.

Μεσοπεντηκοστή

 Την Τετάρτη μετά την Κυριακή του Παραλύτου πανηγυρίζει η Εκκλησία μας μία μεγάλη δεσποτική εορτή, την εορτή της Μεσοπεντηκοστής. Τα βυζαντινά χρόνια, η εορτή της Μεσοπεντηκοστής ήταν η μεγάλη εορτή της Μεγάλης Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως και συνέτρεχαν κατ’ αυτή στον μεγάλο ναό πλήθη λαού. Δεν έχει κανείς παρά να ανοίξει την Έκθεση της Βασιλείου Τάξεως (Κεφ. 26) του Κωνσταντίνου Πορφυρογεννήτου για να δει το επίσημο τυπικό του εορτασμού, όπως ετελείτο μέχρι την Μεσοπεντηκοστή του έτους 903 μ.Χ. στον ναό του Αγίου Μωκίου στην Κωνσταντινούπολη, μέχρι δηλαδή την ημέρα που έγινε η απόπειρα κατά της ζωής του αυτοκράτορα Λέοντα ΣΤ’ του Σοφού (11 Μαΐου 903 μ.Χ.). Εκεί υπάρχει μία λεπτομερής περιγραφή του λαμπρού πανηγυρισμού, που καταλαμβάνει ολόκληρες σελίδες και καθορίζει με την γνωστή παράξενη βυζαντινή ορολογία, πως ο αυτοκράτωρ το πρωί της εορτής με τα επίσημα βασιλικά του ενδύματα και την συνοδεία του ξεκινούσε από το ιερό παλάτι για να μεταβεί στον ναό του αγίου Μωκίου, όπου θα ετελείτο η θεία λειτουργία. Σε λίγο έφθανε η λιτανεία με επί κεφαλής τον πατριάρχη, και βασιλεύς και πατριάρχης εισήρχοντο επισήμως στον ναό. Η θεία λειτουργία ετελείτο με την συνήθη στις μεγάλες εορτές βυζαντινή μεγαλοπρέπεια. Μετά από αυτήν ο αυτοκράτωρ παρέθετε πρόγευμα, στο οποίο έπαιρνε μέρος και ο πατριάρχης. Και πάλι ο βασιλεύς υπό τις επευφημίες του πλήθους «Εἰς πολλούς καί ἀγαθούς χρόνους ὁ Θεός ἀγάγει τήν βασιλείαν ὑμῶν» και με πολλούς ενδιαμέσους σταθμούς επέστρεφε στο ιερό παλάτι.


Αλλά και στα σημερινά μας λειτουργικά βιβλία, στο Πεντηκοστάριο, βλέπει κανείς τα ίχνη της παλαιάς της λαμπρότητας. Παρουσιάζεται σαν μία μεγάλη δεσποτική εορτή, με τα εκλεκτά της τροπάρια και τους διπλούς της κανόνες, έργα των μεγάλων υμνογράφων, του Θεοφάνους και του Ανδρέου Κρήτης, με τα αναγνώσματά της και την επίδραση της στις προ και μετά από αυτήν Κυριακές και με την παράταση του εορτασμού της επί οκτώ ημέρες κατά τον τύπο των μεγάλων εορτών του εκκλησιαστικού έτους.


Ποιό όμως είναι το θέμα της ιδιορρύθμου αυτής εορτής; Όχι πάντως κανένα γεγονός της ευαγγελικής ιστορίας. Το θέμα της είναι καθαρά εορτολογικό και θεωρητικό. Η Τετάρτη της Μεσοπεντηκοστής είναι η 25η από του Πάσχα και η 25η προ της Πεντηκοστής ημέρα. Σημειώνει το μέσον της περιόδου των 50 μετά το Πάσχα εορτάσιμων ημερών. Είναι δηλαδή ένας σταθμός, μία τομή. Ωραία το τοποθετεί το πρώτο τροπάριο του εσπερινού της εορτής:




«Πάρεστιν ἡ μεσότης ἡμερῶν,

τῶν ἐκ σωτηρίου ἀρχομένων ἐγέρσεως

Πεντηκοστῇ δέ τῇ θείᾳ σφραγιζομένων,

καί λάμπει τάς λαμπρότητας

ἀμφοτέρωθεν ἔχουσα

καί ἑνοῦσα τάς δύο

καί παρεῖναι τήν δόξαν προφαίνουσα

τῆς δεσποτικῆς ἀναλήψεως σεμνύνεται».



Χωρίς δηλαδή να έχει δικό της θέμα η ημέρα αυτή συνδυάζει τα θέματα, του Πάσχα αφ’ ενός και της επιφοιτήσεως του Αγίου Πνεύματος αφ’ ετέρου, και «προφαίνει» την δόξα της αναλήψεως του Κυρίου, που θα εορτασθεί μετά από 15 ημέρες. Ακριβώς δε αυτό το μέσον των δύο μεγάλων εορτών έφερνε στο νου και ένα εβραϊκό επίθετο του Κυρίου, το «Μεσσίας». Μεσσίας στα ελληνικά μεταφράζεται Χριστός. Αλλά ηχητικά θυμίζει το μέσον. Έτσι και στα τροπάρια και στο συναξάρι της ημέρας η παρετυμολογία αυτή γίνεται αφορμή να παρουσιασθεί ο Χριστός σαν Μεσσίας - μεσίτης Θεού και ανθρώπων, «μεσίτης καί διαλλάκτης ἡμῶν καί τοῦ αἰωνίου αὐτοῦ Πατρός». «Διά ταύτην τήν αἰτίαν τήν παροῦσαν ἑορτήν ἑορτάζοντες καί Μεσοπεντηκοστήν ὀνομάζοντες τόν Μεσσίαν τε ἀνυμνοῦμεν Χριστόν», σημειώνει ο Νικηφόρος Ξανθόπουλος στο συναξάρι. Σ’ αυτό βοήθησε και η ευαγγελική περικοπή, που εξελέγη για την ημέρα αυτή (Ιω. 7, 14-30). Μεσούσης της εορτής του Ιουδαϊκού Πάσχα ο Χριστός ανεβαίνει στο ιερό και διδάσκει. Η διδασκαλία Του προκαλεί τον θαυμασμό, αλλά και ζωηρά αντιδικία μεταξύ αυτού και του λαού και των διδασκάλων. Είναι Μεσσίας ο Ιησούς η δεν είναι; Είναι η διδασκαλία του Ιησού εκ Θεού ή δεν είναι; Νέο λοιπόν θέμα προστίθεται: ο Χριστός είναι διδάσκαλος. Αυτός που ενώ δεν έμαθε γράμματα κατέχει το πλήρωμα της σοφίας, γιατί είναι η Σοφία του Θεού η κατασκευάσασα τον κόσμο. Ακριβώς από αυτόν τον διάλογο εμπνέεται μεγάλο μέρος της υμνογραφίας της εορτής. Εκείνος που διδάσκει στον ναό, στο μέσον των διδασκάλων του Ιουδαϊκού λαού, στο μέσον της εορτής, είναι ο Μεσσίας, ο Χριστός, ο Λόγος του Θεού. Αυτός που αποδοκιμάζεται από τους δήθεν σοφούς του λαού Του είναι η του Θεού Σοφία. Εκλέγομε ένα από τα πιο χαρακτηριστικά τροπάρια, το δοξαστικό των αποστίχων του εσπερινού του πλ. δ’ ήχου:


«Μεσούσης τῆς ἑορτῆς

διδάσκοντός σου, Σωτήρ,

ἔλεγον οἱ Ἰουδαῖοι·

Πῶς οὗτος οἶδε γράμματα, μή μεμαθηκώς;

ἀγνοοῦντες ὅτι σύ εἶ ἡ Σοφία

ἡ κατασκευάσασα τόν κόσμον.

Δόξα σοι».



Λίγες σειρές πιο κάτω στο Ευαγγέλιο του Ιωάννου, αμέσως μετά την περικοπή που περιλαμβάνει τον διάλογο του Κυρίου με τους Ιουδαίους «Τῆς ἑορτῆς μεσούσης», έρχεται ένας παρόμοιος διάλογος, που έλαβε χώρα μεταξύ Χριστού και των Ιουδαίων «τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ τῇ μεγάλῃ τῆς ἑορτῆς», δηλαδή κατά την Πεντηκοστή. Αυτός αρχίζει με μία μεγαλήγορο φράση του Κυρίου.« Ἐάν τις διψᾷ, ἐρχέσθω πρός με καί πινέτω.ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, καθώς εἶπεν ἡ γραφή, ποταμοί ἐκ τῆς κοιλίας αὐτοῦ ρεύσουσιν ὕδατος ζῶντος» (Ιω. 7, 37-38). Και σχολιάζει ο Ευαγγελιστής.« Τοῦτο δέ εἶπε περί τοῦ Πνεύματος, οὗ ἔμελλον λαμβάνειν οἱ πιστεύοντες εἰς αὐτόν» (Ιω. 7, 39). Δεν έχει σημασία ότι οι λόγοι αυτοί του Κυρίου δεν ελέχθησαν κατά την Μεσοπεντηκοστή, αλλά λίγες ημέρες αργότερα. Ποιητική αδεία μπήκαν στο στόμα του Κυρίου στην ομιλία Του κατά την Μεσοπεντηκοστή. Ταίριαζαν εξ’ άλλου τόσο πολύ με το θέμα της εορτής. Δεν μπορούσε να βρεθεί πιο παραστατική εικόνα για να δειχθεί ο χαρακτήρας του διδακτικού έργου του Χριστού. Στο διψασμένο ανθρώπινο γένος η διδασκαλία του Κυρίου ήλθε σαν ύδωρ ζων, σαν ποταμός χάριτος που δρόσισε το πρόσωπο της γης. Ο Χριστός είναι η πηγή της χάριτος, του ύδατος του αλλομένου εις ζωήν αιώνιον, που ξεδιψά και αρδεύει τις συνεχόμενες από βασανιστική δίψα ψυχές των ανθρώπων. Που μεταβάλλει τους πίνοντας σε πηγές.« Ποταμοί ἐκ τῆς κοιλίας αὐτοῦ ρεύσουσι ὕδατος ζῶντος» (Ιω. 7, 38). «Καί γενήσεται αὐτῷ πηγή ὕδατος ἁλλομένου εἰς ζωήν αἰώνιον», εἶπε στήν Σαμαρείτιδα» (Ιω. 4, 14). Που μετέτρεψε την έρημο του κόσμου σε θεοφύτευτο παράδεισο αειθαλών δένδρων φυτεμένων παρά τας διεξόδους των υδάτων του αγίου Πνεύματος. Το γόνιμο αυτό θέμα έδωσε νέες αφορμές στην εκκλησιαστική ποίηση και στόλισε την εορτή της Μεσοπεντηκοστής με εξαίρετους ύμνους. Διαλέγομε τρεις, τους πιο χαρακτηριστικούς: Το κάθισμα του πλ. δ’ ήχου προς το «Τήν Σοφίαν καί Λόγον», που ψάλλεται μετά την γ’ ωδή του κανόνος στην ακολουθία του όρθρου:


«Τῆς σοφίας τό ὕδωρ καί τῆς ζωῆς

ἀναβρύζων τῷ κόσμῳ, πάντας, Σωτήρ,

καλεῖς τοῦ ἀρύσασθαι

σωτηρίας τά νάματα·

τόν γάρ θεῖον νόμον σου

δεχόμενος ἄνθρωπος,

ἐν αὐτῷ σβεννύει

τῆς πλάνης τούς ἄνθρακας.

Ὅθεν εἰς αἰῶνας

οὐ διψήσει, οὐ λήξει

τοῦ κόρου σου δέσποτα, βασιλεῦ ἐπουράνιε.

Διά τοῦτο δοξάζομεν

τό κράτος σου, Χριστέ ὁ Θεός,

τῶν πταισμάτων ἄφεσιν αἰτούμενοι

καταπέμψαι πλουσίως

τοῖς δούλοις σου».



Το απολυτίκιο και το κοντάκιο της εορτής, το πρώτο του πλ. δ’ και το δεύτερο του δ’ ήχου:


«Μεσούσης τῆς ἑορτῆς

διψῶσάν μου τήν ψυχήν

εὐσεβείας πότισον νάματα·

ὅτι πᾶσι, Σωτήρ ἐβόησας·

Ὁ διψῶν ἐρχέσθω πρός με καί πινέτω.

Ἡ πηγή τῆς ζωῆς, Χριστέ ὁ Θεός, δόξα σοι».


«Τῆς ἑορτῆς τῆς νομικῆς μεσαζούσης

ὁ τῶν ἁπάντων ποιητής καί δεσπότης

πρός τούς παρόντας ἔλεγες, Χριστέ ὁ Θεός·

Δεῦτε καί ἀρύσασθαι ὕδωρ ἀθανασίας.

Ὅθεν σοι προσπίπτομεν καί πιστῶς ἐκβοῶμεν·

Τούς οἰκτιρμούς σου δώρησαι ἡμῖν,

σύ γάρ ὑπάρχεις πηγή τῆς ζωῆς ἡμῶν».



Και τέλος το απαράμιλλο εξαποστειλάριο της εορτής:


«Ὁ τόν κρατῆρα ἔχων

τῶν ἀκενώτων δωρεῶν,

δός μοι ἀρύσασθαι ὕδωρ

εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν·

ὅτι συνέχομαι δίψῃ,

εὔσπλαγχνε μόνε οἰκτίρμον».



Αυτή με λίγα λόγια είναι η εορτή της Μεσοπεντηκοστής. Η έλλειψη ιστορικού υποβάθρου της στέρησε τον απαραίτητο εκείνο λαϊκό χαρακτήρα, που θα την έκανε προσφιλή στον πολύ κόσμο. Και το εντελώς θεωρητικό της θέμα δεν βοήθησε τους χριστιανούς, που δεν είχαν τις απαραίτητες θεολογικές προϋποθέσεις, να ξεπεράσουν την επιφάνεια και να εισδύσουν στην πανηγυριζόμενη δόξα του διδασκάλου Χριστού, της Σοφίας και Λόγου του Θεού, της πηγής του ακενώτου ύδατος. Συνέβη με αυτή κάτι ανάλογο με εκείνο που συνέβη με τους περίφημους ναούς της του Θεού Σοφίας, που αντί να τιμώνται στο όνομα του Χριστού ως Σοφίας του Θεού, προς τιμήν του οποίου ανεγέρθησαν, κατήντησαν, για τους ιδίους λόγους, να πανηγυρίζουν στην εορτή της Πεντηκοστής η του αγίου Πνεύματος η της αγίας Τριάδος η των Εισοδίων η της Κοιμήσεως της Θεοτόκου η και αυτής της μάρτυρος Σοφίας και των τριών θυγατέρων της Πίστεως, Ελπίδος και Αγάπης.




Ἀπολυτίκιον

Ἦχος πλ. δ’.

Μεσούσης τῆς ἑορτῆς διψῶσάν μου τήν ψυχήν εὐσεβείας πότισον νάματα· ὅτι πᾶσι, Σωτήρ ἐβόησας· Ὁ διψῶν ἐρχέσθω πρός με καί πινέτω. Ἡ πηγή τῆς ζωῆς, Χριστέ ὁ Θεός, δόξα σοι.


Κοντάκιον

Ἦχος δ’.

Τῆς ἑορτῆς τῆς νομικῆς μεσαζούσης ὁ τῶν ἁπάντων ποιητής καί δεσπότης πρός τούς παρόντας ἔλεγες, Χριστέ ὁ Θεός· Δεῦτε καί ἀρύσασθαι ὕδωρ ἀθανασίας. Ὅθεν σοι προσπίπτομεν καί πιστῶς ἐκβοῶμεν· Τούς οἰκτιρμούς σου δώρησαι ἡμῖν, σύ γάρ ὑπάρχεις πηγή τῆς ζωῆς ἡμῶν.


Μεγαλυνάριον

Μεσούσης ἐπέστης τῆς ἑορτῆς, Οἰκτίρμων διδάσκων, ἐν τῷ μέσῳ τοῦ Ἱεροῦ, δεῦτε οἱ διψῶντες, προσέλθετε καὶ ὕδωρ, ἐκ τῆς πηγῆς τῶν ὅλων, πάντες ἀρύσασθε.

Τρίτη 28 Μαΐου 2024

ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ ΣΤΟΝ ΟΣΙΟ ΑΝΔΡΕΑ ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΑΛΟ

Ο Θεός,δε θα επιτρέψει σε κανέναν πειρασμό να ξεπεράσει τις δυνάμεις σας...

 Οι πειρασμοί που αντιμετωπίσατε ως τώρα δεν ήταν παρά στα ανθρώπινα μέτρα σας.

Κι ο Θεός, που κρατάει τις υποσχέσεις του, δε θα επιτρέψει σε κανέναν πειρασμό να ξεπεράσει τις δυνάμεις σας· αλλά, όταν έρθει ο πειρασμός,θα δώσει μαζί και τη διέξοδο, ώστε να μπορέσετε να τον αντέξετε...

(Α' Κορ. ι' 13)

Μια μέρα, που σκέψεις πικρίας με κατέκλυζαν για κάποιους ανθρώπους...

 Όλοι γνωρίζουμε τον πόλεμο των λογισμών, τον οποίο μας κάμνει ο διάβολος.

Όταν, λοιπόν, κάποια φορά ρωτήσαμε για το πρόβλημα αυτό τον Γέροντα Πορφύριο, μας είπε:

"Εσείς προχωράτε στο δρόμο σας. Ο διάβολος έρχεται με τους λογισμούς και σας τραβά από το μανίκι, για να σας αποπροσανατολίσει. Εσείς να μη γυρίζετε να πιάνετε κουβέντα μαζί του η ν' αντιδικείτε μαζί του. Εσείς να προχωράτε στο δρόμο σας. Αυτός θα σας τραβά από το μανίκι, αλλά εσείς να προχωράτε στο δρόμο σας και κάπου θα βαρεθεί και θα σας αφήσει".


Μια μέρα, που σκέψεις πικρίας με κατέκλυζαν για κάποιους ανθρώπους, που με κατέκριναν αδίκως, ο Γέροντας έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου για την επιθετική μου, όπως είπε, στάση. Του αντέτεινα, ότι ούτε είπα, ούτε έκανα οτιδήποτε εναντίον των επικριτών μου, αλλά μόνο σκεπτόμουν αρνητικά, χωρίς να εξωτερικεύομαι και, γι' αυτό, χωρίς να θίγω κανέναν.

Τότε ο Γέροντας, μου φανέρωσε ακόμη ένα μυστικό του πνευματικού αγώνος, λέγοντάς μου:

"Για οποιαδήποτε άδικη κατηγορία εις βάρος σου να μην αγανακτείς, ούτε από μέσα σου. Είναι κακό! Το κακό αρχίζει από τις κακές σκέψεις. Όταν πικραίνεσαι και αγανακτείς, έστω μόνο με τη σκέψη, χαλάς την πνευματική ατμόσφαιρα. Εμποδίζεις το Άγιο Πνεύμα να ενεργήσει και επιτρέπεις στο διάβολο να μεγαλώσει το κακό. Εσύ πάντοτε να προσεύχεσαι, να αγαπάς και να συγχωρείς, διώχνοντας από μέσα σου κάθε κακό λογισμό".


Δίδασκε δηλαδή ο Γέροντας Πορφύριος ότι η κακή σκέψη μας για κάποιο συνάνθρωπό μας από τη μια μεριά μολύνει την ψυχή μας ως αμαρτία, από την άλλη μεριά κάνει η μπορεί να κάνει κακό σ' αυτόν.

Η κακή σκέψη εκπέμπει μία κακή δύναμη, που επηρεάζει τον άλλον, όπως η προσευχή τον βοηθά. 


Βέβαια όλα αυτά πρέπει να κατανοηθούν σωστά μέσα στη διδασκαλία της Εκκλησίας για την ύπαρξη πονηρών και αγαθών πνευμάτων και το έργο τους, που είναι για τα πονηρά μεν η διαβολή, το ψεύδος, η ταραχή, η διχόνοια κ.λπ., για τα αγαθά δε η διακονία εκείνων που μέλλουν να κληρονομήσουν τη βασιλεία του Θεού.

Η κακή σκέψη δεν κρύβεται. Επηρεάζει δυσμενώς για μας εκείνον για τον οποίον σκεπτόμαστε άσχημα, ακόμη και από μακριά, ακόμη και όταν δεν συνειδητοποιεί αυτός το λόγο για τον οποίο έρχεται σε αντίθεση μαζί μας.

Οφείλουμε, λοιπόν, να είμεθα "καθαροί τη καρδία", καθαροί όχι μόνο από κακά έργα, αλλά και από κακές σκέψεις, ιδιαίτερα δε από τη μνησικακία ή την πίκρα.


Άγιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης

Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου εν Γκαλίτς της Ρωσίας

 Η ιερή εικόνα της Θεομήτορος εμφανίσθηκε το 1350 μ.Χ., στον Όσιο Αβράμιο του Γκαλίτς.


Όταν ο Όσιος στεκόταν προσευχόμενος στις ακτές της λίμνης Γκαλίτς, κοντά στο βουνό, είδε ξαφνικά μέσα στο πυκνό δάσος ένα υπέρλαμπρο φώς και άκουσε την φωνή του Κυρίου, ο Οποίος τον καλούσε να ανέλθει στο όρος και να βρει την εικόνα της Παναγίας Μητέρας Του. Πράγματι ο Όσιος ανήλθε στο όρος, όπου βρήκε την εικόνα της Παναγίας με τον Χριστό στην τρυφερή αγκάλη της. με συγκίνηση και ευλάβεια ο Όσιος παρέλαβε την εικόνα και φρόντισε να ανεγερθεί στον ιερό εκείνο τόπο της ευρέσεως ένας μικρός ναός.


Όπως αναφέρεται στα Χρονικά, ο πρίγκιπας Δημήτριος Θεοδώροβιτς ζήτησε να δει τον Όσιο και την εικόνα της Παναγίας. Ο Όσιος με θαυματουργικό τρόπο διέσχισε την λίμνη του Γκαλίτς και μετέφερε την εικόνα στην πόλη. Εκείνη την ημέρα τελέσθηκαν πολλά θαύματα και ο πρίγκιπας βοήθησε τον Όσιο στην ανέγερση μονής προς τιμήν της Θεοτόκου.


Η Εκκλησία τιμά, επίσης, την εικόνα της Παναγίας του Γκαλίτς στις 15 Αυγούστου.

Οσία Έλενα του Ντιβέεβο

 Η Έλενα Βασίλιεβνα Μαντούροβα, με την ευλογία του Αγίου Σεραφείμ  συνέχισε την παράδοση της Μοναχής Αλεξάνδρας .


Όταν ήταν μικρή «είχε εύθυμο χαρακτήρα, αγάπη για τα εγκόσμια και την έλκυαν οι διασκεδάσεις». Ενώ ήταν έτοιμη να παντρευτεί απέρριψε χωρίς κάποιον συγκεκριμένο λόγο τον γαμπρό. Μετά απ' αυτό είδε ένα όραμα όπου ένα τεράστιο φίδι προσπαθούσε να την καταπιεί, αλλά την έσωσε η Παναγία. Τότε η Έλενα Βασίλιεβνα υποσχέθηκε να πάει στο μοναστήρι. Απαρνήθηκε εντελώς τα εγκόσμια, άρχισε να διαβάζει τα έργα των Αγίων Πατέρων, να προσεύχεται και να εργάζεται. Τρία χρόνια την προετοίμαζε ο Άγιος Σεραφείμ για να γίνει μέλος της μοναστικής αδελφότητας. Αυτό συνέβη το 1825 μ.Χ. Ο άγιος προφήτεψε τον δρόμο που θα ακολουθήσει και την προέτρεψε να μιμηθεί τη ζωή της Αγίας Αλεξάνδρας. Ζούσε εν προσευχή και σιωπή.


Η επίγεια ζωή της έλαβε τέλος κατά θαυμαστό τρόπο. Κάνοντας υπακοή στον Άγιο Σεραφείμ πέθανε στη θέση του αδελφού της Μιχάι Βασίλιεβιτς Μαντούροβ. Πριν την κοίμηση της αξιώθηκε να δει σε όραμα τον Κύριο σαν να ήταν φωτιά μαζί με την Παναγία, η οποία της έδειξε την τότε την προηγούμενη και την μέλλουσα αδελφότητα του Ντιβέεβο. Εκοιμήθη εν Κυρίω στις 28 Μαΐου 1832 μ.Χ. Ο Άγιος Σεραφείμ «έλαβε» την «πληροφορία» ότι η μοναχή Έλενα βρίσκονταν κοντά στο θρόνο της Αγίας Τριάδος και ότι βρίσκονταν στον ουράνιο χορό των παρθένων της Βασιλείας των Ουρανών. Το λείψανό της παρέμεινε άφθορο.

Άγιος Αλέξανδρος Επίσκοπος Θεσσαλονίκης

 Ο Άγιος Αλέξανδρος, Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, έζησε τον 3ο και 4ο αιώνα μ.Χ. και συμμετείχε στην Α' Οικουμενική Σύνοδο, η οποία συνήλθε το 325 μ.Χ. στη Νίκαια της Βιθυνίας, για να καταδικάσει τις αιρετικές δοξασίες του Αρείου και διεδραμάτισε σημαίνοντα ρόλο «ἀπολαύων ἰδιαιτέρας τιμῆς καὶ κύρους ὡς ἡγέ­της, ἐκπρόσωπος τῆς ᾿Εκκλησίας τοῦ ᾿Ανατολικοῦ ᾿Ιλλυρικοῦ».


Σύμφωνα με τον Γελάσιο Κυζίκου, ο Άγιος Αλέξανδρος υπογράφει στη Σύνοδο της Νικαίας ως «Ἀλέξανδρος Θεσσαλονίκης διὰ τῶν ὑπ’ αὐτῶν τελούντων, ταῖς κατὰ Μακεδονίαν πρώτην καὶ δευτέραν σὺν τῇ Ἑλλάδι, τὴν τε Εὐρώπην πᾶσαν, Σκυθίαν ἑκατέραν, καὶ ταῖς κατὰ τὸ Ἰλλυρικὸν ἅπασαις, Θεσσαλίαν τε καὶ Ἀχαΐαν»(PG 85, 1312A).


Στο έργο του Μεγάλου Αθανασίου, «Απολογητικός κατά Αρειανών», συμπεριλαμβάνονται δύο επιστολές που ανήκουν στον Επίσκοπο Αλέξανδρο, όπως πιστοποιεί ο ίδιος ο Μέγας Αθανάσιος («ἵνα μὴ ταῖς παρὰ τῶν πολλῶν γραφείσαις ἐπιστολαῖς χρήσομαι, ἀρκεῖ μόνον τὴν ᾿Αλεξάνδρου τοῦ ἐπισκόπου Θεσσαλονίκης παραθέσθαι»). Πρόκειται α) για μία επιστολή που απέστειλε στον Μέγα Αθανάσιο το 322 μ.Χ. («Κυρίῳ ἀγαπητῷ υἱῷ καὶ ὁμοψύχῳ συλλειτουργῷ Ἀθανασίῳ Ἀλεξανδρείας»), στην οποία εκφράζει τη χαρά του, διότι οι κατηγορίες ότι ο Μέγας Αθανάσιος υπήρξε ο ηθικός αυτουργός για τη δολοφονία του μελιτιανού Επισκόπου Αρσενίου αποδείχθηκαν ψευδείς, και β) για μια επιστολή προς τον αυτοκρατορικό επίτροπο κόμητα Διονύσιο («Ταῦτα δεξάμενος Ἀλέξανδρος ὁ ἐπίσκοπος τῆς Θεσσαλονίκης, ἔγραψε Διονυσίῳ τῷ κόμητι ταῦτα»), στην οποία καταγγέλλει τις σκευωρίες των αιρετικών Επισκόπων που συμμετείχαν στη Σύνοδο της Τύρου (335 μ.Χ.) κατά του Μεγάλου Αθανασίου. Στο ίδιο έργο του ο Μέγας Αθανάσιος ψέγει τους Αρειανούς, οι οποίοι προσπαθούσαν να εμφανίσουν τον Αλέξανδρο ως συναυτουργό σε εγκληματικές ενέργειες που είχαν διαπράξει ομόφρονές τους: «Ταῦτα καὶ ᾿Αλέξανδρος ἐν νῷ λαβὼν ὁ τῆς Θεσσαλονίκης ἐπίσκοπος, γράφει πρὸς τοὺς ἐκεῖ μείναντας τὴν σκευωρίαν ἐλέγχων, καὶ τὴν ἐπιβουλὴν μαρτυρόμενος ὃν κἂν συναριθμῶσιν ἑαυτοῖς, καὶ τῆς ἐπιβουλῆς μετρῶσιν ἕνα, οὐδὲν ἄλλο ἢ κατ᾿ ἐκεῖνον τὴν βίαν δεικνύουσι».


Τη συμμετοχή του Αλεξάνδρου Θεσσαλονίκης στη σύνοδο της Τύρου, αλλά και στα εγκαίνια του ναού της Αναστάσεως στα Ιεροσόλυμα στις 17 Σεπτεμβρίου 335 μ.Χ., επιβεβαιώνει έμμεσα και ο Ευσέβιος Καισαρείας στο Βίο του Μ. Κωνσταντίνου (4, 23): «Μακεδόνες τὸν παρ᾿ αὐτοῖς μητροπόλεως παρέπεμπον».


Σχετικά με την οικουμενικών διαστάσεων δραστηριότητα του επισκόπου Αλεξάνδρου, πρέπει να σημειωθεί και η άποψη ορισμένων ερευνητών ότι η επιστολή του Αλεξάνδρου Αλεξανδρείας, την οποία συμπεριέλαβε ο Θεοδώρητος Κύρου στην Εκκλησιαστική Ιστορία του, και στην οποία στιγματίζεται η αίρεση του Αρειανισμού, απευθύνεται στο Αλέξανδρο Θεσσαλονίκης και όχι στον Αλέξανδρο Κωνσταντινουπόλεως.


Τέλος, δύο ιδιαίτερα σημαντικές από αγιολογικής πλευράς πληροφορίες σχετίζονται με την επισκοπική δράση του Αλεξάνδρου στη Θεσσαλονίκη: στη Διήγηση του ηγουμένου της μονής Ακαπνίου, Ιγνατίου, για το περίφημο ψηφιδωτό του Σωτήρος Χριστού στη μονή Λατόμου, εξιστορείται διεξοδικώς η κατήχηση και η βάπτιση της Θεοδώρας, κόρης του Μαξιμιανού από τον επίσκοπο της πόλεως Αλέξανδρο («Ετελεῖτο δὲ τότε ἄρα τῷ ἀρχιερεῖ τῶν πιστῶν ᾿Αλέξανδρος δὲ οὗτος ἦν ὁ ἱερός- θυσία ἡ ἀναίμακτος»).


Η δεύτερη μαρτυρία προέρχεται από το συναξάριο της αγίας μάρτυρος Ματρώνης της εν Θεσσαλονίκη (τιμάται 27 Μαρτίου), που περιλαμβάνεται στο Κωνσταντινουπολιτικό Συναξάριο, αλλά και σε άλλα βυζαντινά συναξάρια. Μετά το τέλος των διωγμών, ο επίσκοπος Θεσσαλονίκης Αλέξανδρος, πρώτος επίσκοπος της Εκκλησίας της Θεσσαλονίκης μετά το διάταγμα των Μεδιολάνων (313 μ.Χ.), μετέφερε το μαρτυρικό της λείψανο μέσα στην πόλη και «ἐκκλησίαν κτίσας ἐκεῖσε ἀπέ­θετο τὴν μακαρίαν καὶ ἀοίδιμον ὁσίως καὶ εὐσεβῶς».


Ο Άγιος Αλέξανδρος, αφού έζησε κατά Θεόν και αγωνίσθηκε σθεναρά για την Ορθόδοξη πίστη, κοιμήθηκε με ειρήνη.

Άγιος Σενατόρος Επίσκοπος Μιλάνου

 Ο Άγιος Σενατόρος καταγόταν από το Μιλάνο της Ιταλίας και παρακολούθησε ως Πρεσβύτερος, τις εργασίες της Δ' Οικουμενικής Συνόδου, που συνήλθε στη Χαλκηδόνα το 451 μ.Χ.


Εξελέγη Επίσκοπος του Μιλάνου και κοιμήθηκε με ειρήνη το 480 μ.Χ.

Οσία Φιλοθέα η Παρθενομάρτυρας

 Η Οσιοπαρθενομάρτυς Φιλοθέα, γεννήθηκε στο Μολύβοτο της Παμφυλίας στη Μικρά Ασία. Οι γονείς της, πατρίκιος Ιωάννης και Ειρήνη, της έδωσαν Χριστιανική ανατροφή. στη σπουδή των ιερών γραμμάτων σημείωσε μεγάλη πρόοδο και είχε αποστηθίσει την Αγία Γραφή. Από την παιδική της ηλικία επιδόθηκε στον ασκητικό βίο και την άσκηση. Όταν έγινε δέκα τεσσάρων ετών υποχρεώθηκε, χωρίς την θέλησή της, να νυμφευθεί κάποιον δεκαεπταετή που ονομαζόταν Κωνσταντίνος. Κατόρθωσε όμως να πείσει το σύζυγό της να διατηρήσουν την αγνότητά τους και μέσα στο γάμο, μιμούμενοι το παράδειγμα του Οσίου Αμμούν (τιμάται 4 Οκτωβρίου) και της συζύγου του.


Η Φιλοθέα έχασε νωρίς τους γονείς της, τη μητέρα της σε ηλικία τριών ετών και τον πατέρα της λίγο καιρό μετά τον γάμο της. Ο σύζυγός της χειροτονήθηκε πρεσβύτερος, αλλά και αυτός πέθανε μετά από έξι έτη έγγαμου βίου. Η Φιλοθέα, αφού απελευθέρωσε τους δούλους της οικογένειας και διαμοίρασε τα πλούτη σε φτωχούς, εκκλησίες και μοναστήρια, μαζί με μία δούλη της αποσύρθηκε σε ένα νησί της λίμνης, που βρισκόταν κοντά στο Μολύβοτο.


Καθημερινές της ενασχολήσεις ήταν η νηστεία, η αγρυπνία και η προσευχή. Η φήμη των αρετών και της θεοφιλούς βιοτής της διαδόθηκε στις γύρω περιοχές. Η Οσία ανέλαβε ακόμη και το έργο της στηρίξεως των Χριστιανών και της κατατροπώσεως των ειδωλολατρών, όταν επανήλθαν στο προσκήνιο η ειδωλολατρία και οι διωγμοί. Ο Θεός της δώρισε το θαυματουργικό χάρισμα.


Η Οσία, τέσσερις ημέρες πρό της κοιμήσεώς της, κάλεσε τους ιερείς της περιοχής και τους έδωσε τις τελευταίες υποθήκες της. Κοιμήθηκε με ειρήνη και το ιερό λείψανο αυτής ενταφιάσθηκε στο ναό της Υπεραγίας Θεοτόκου, που ήταν γνωστός και ως Αγία Σοφία. Τα ιερά λείψανα της Οσίας μετακομίσθηκαν από την Ανατολική Θράκη στο Τύρνοβο, την πρωτεύουσα του Β' Βουλγαρικού Κράτους, με πρωτοβουλία του βασιλέως Ιωαννικίου ή Καλοϊωάννου (1197 - 1207 μ.Χ.), ο οποίος εκμεταλλεύθηκε τη δεινή θέση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας μετά την Δ' Σταυροφορία και κατέλαβε αρκετά εδάφη της. Τα ιερά λείψανα τα συνόδευσε τιμητικό στρατιωτικό άγημα και τα υποδέχθηκε ο τότε Αρχιεπίσκοπος Τυρνόβου. Στην πορεία έγιναν πολλές θαυματουργικές θεραπείες ασθενών. Θεραπεύθηκε και ο επικεφαλής του αγήματος αξιωματικός Θεόδωρος. τα ιερά λείψανα τοποθετήθηκαν στο ναό της Υπεραγίας Θεοτόκου, της καλουμένης Τέμνισκας, μέσα στο Τύρνοβο.


Μετά την άλωση του Τυρνόβου (1393 μ.Χ.) από τους Οθωμανούς Τούρκους, οι Βούλγαροι του Βιδυνίου ενδιαφέρθηκαν να μεταφέρουν τα ιερά λείψανα της Οσίας Φιλοθέας από το Τύρνοβο στην πρωτεύουσα του κρατιδίου τους, αφού στη βασιλεύουσα πόλη, το Τύρνοβο, δεν υπήρχε ούτε πολιτική ούτε πνευματική ηγεσία των Βουλγάρων. Ο τελευταίος Πατριάρχης της Εκκλησίας της Βουλγαρίας Ευθύμιος, είχε υποχρεωθεί να πάρει τον δρόμο της εξορίας. το γεγονός της μετακομιδής έλαβε χώρα δύο έτη μετά την άλωση του Τυρνόβου, δηλαδή το 1395 μ.Χ. Η μετακομιδή των λειψάνων έγινε με πανηγυρικό τρόπο και η Οσία Φιλοθέα από την στιγμή εκείνη κατέστη προστάτιδα και μεσίτρια των Βουλγάρων πιστών του βασιλείου του Βιδυνίου.


Το 1396 μ.Χ. υπήρξε μοιραίο και για το Βιδύνιο. Οι Οθωμανοί Τούρκοι κατόρθωσαν να καταλύσουν και το τελευταίο αυτό βασίλειο των Βουλγάρων και να κυριαρχήσουν σε όλη την έκταση της Βουλγαρίας. Μέσα στη δίνη και το χαλασμό της αλώσεως χάθηκαν και τα ίχνη των ιερών λειψάνων της Οσίας Φιλοθέας για μεγάλο χρονικό διάστημα. Τα ανακαλύπτουμε με βεβαιότητα στο δεύτερο ήμισυ του 16ου αιώνος μ.Χ. στην πόλη Άρτζες της Ουγγροβλαχίας.