Κυριακή Ε΄ Νηστειών
Μάρκ. 10, 32-45
Αγαπητοί αδελφοί, ακούσαμε σήμερα στο ευαγγέλιο το Χριστό να μιλάει στους Μαθητές γι’ αυτά τα οποία θα συμβούν όταν θα φτάσουν στα Ιεροσόλυμα. Όπως ξέρετε, και τα τρία πρώτα Ευαγγέλια μιλάνε γι’ αυτό το μοναδικό ταξίδι του Χριστού από τη Γαλιλαία μέχρι τα Ιεροσόλυμα. Εγγίζοντας τώρα στα Ιεροσόλυμα, ο Χριστός υπενθυμίζει στους Μαθητές όσα τους είχε ήδη πει ότι θα συμβούν εκεί, και μάλιστα με περισσότερες λεπτομέρειες απ’ όσες τις άλλες φορές. Και τον παίρνουν κατά μέρος, όπως λέει ο ευαγγελιστής Μάρκος, οι υιοί Ζεβεδαίου, ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης, για να του υποβάλουν ένα αίτημα: Να τους βάλει, όταν πάει στα Ιεροσόλυμα και γίνει βασιλιάς, τον έναν εκ δεξιών του και τον άλλον εξ αριστερών του. Δηλαδή, να τους δώσει τις ανώτερες θέσεις στην κυβέρνηση. Και ο Χριστός τους απάντησε: «Δεν ξέρετε τι ζητάτε». Έχει σημασία η λεπτομέρεια που προσθέτει ένας άλλος ευαγγελιστής, ότι η μητέρα αυτών των δύο μίλησε στο Χριστό. Εκείνη ήταν που έθεσε πρώτη αυτό το αίτημα.
καινούργια οικογένεια
Βλέπετε, αδελφοί, ότι, ενώ ο Χριστός εξηγεί συνέχεια σ’ αυτούς για το Σταυρό, εκείνοι, δύο από τους πιο καλούς μαθητές του, δεν καταλαβαίνουν τίποτε. Θυμόσαστε ότι στο ευαγγέλιο της προηγούμενης Κυριακής, όταν ο Χριστός έμαθε ότι οι μαθητές του δεν μπόρεσαν να θεραπεύσουν το άρρωστο παιδί, είπε εκείνο το «Ω γενιά άπιστη, μέχρι πότε θα είμαι μαζί σας;», εννοώντας πάλι τους Μαθητές. Και τώρα έχει πάλι το ίδιο πρόβλημα σ’ ένα άλλο θέμα. Οι Μαθητές πάλι βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο. Εκεί ο Χριστός παραπονιέται, εκφράζει τη στενοχώρια που έχει μέσα του, ότι οι Μαθητές δεν πιστεύουν όσο θα έπρεπε να πιστεύουν. Τώρα έχει μπροστά του δύο ανθρώπους οι οποίοι δεν ξέρουν τι ακριβώς του ζητάνε. Στη συζήτηση που γίνεται παρακάτω, όπως μας την παραθέτει ο ευαγγελιστής Μάρκος, ο Χριστός, για να τους προσγειώσει στην πραγματικότητα, τους ρωτάει εάν μπορούν να πιούν το ποτήρι που αυτός πίνει και να βαπτιστούν το βάπτισμα που αυτός βαπτίζεται. Εννοώντας βέβαια το Σταυρό του, το μαρτύριό του. Αλλά έχει σημασία ότι ο ευαγγελιστής μας τα δίνει και τα δύο σε χρόνο ενεστώτα, ότι τώρα γίνονται. «Τὸ ποτήριον ὃ ἐγὼ πίνω καὶ τὸ βάπτισμα ὃ ἐγὼ βαπτίζομαι». Τώρα πίνω το ποτήρι και τώρα βαπτίζομαι. Γιατί βλέπετε ότι ο Σταυρός του Χριστού, στον οποίο είναι αφιερωμένη όλη η Σαρακοστή, δε συμβαίνει μόνο μια μέρα, τη Μεγάλη Παρασκευή, δεν είναι μόνο ότι ανέβηκε πάνω στο Σταυρό και καρφώθηκε και πέθανε εκεί. Είναι κι αυτό ο Σταυρός του Χριστού, αλλά όχι μόνο αυτό. Καθ’ όλη τη ζωή του ο Χριστός σήκωνε το Σταυρό του. «Μπορείτε να πιείτε το ποτήρι που εγώ πίνω τώρα και να βαπτιστείτε το βάπτισμα που εγώ βαπτίζομαι τώρα;» Ποιο ήταν το ποτήρι στη συγκεκριμένη στιγμή; Ήταν αυτή η ακατανοησία και η φοβερή δυσκολία των Μαθητών να καταλάβουν αυτά που τους έλεγε. Όπως λοιπόν και την προηγούμενή Κυριακή η απιστία των Μαθητών, έτσι και τώρα η φοβερή τους ακατανοησία είναι εκείνα που γίνονται Σταυρός του Χριστού. Και θα γίνονται πάντοτε και αυτή τη στιγμή συνεχίζουν να γίνονται. Αρκεί και μόνο να έχει κανείς στο μυαλό του ότι τη θέση των Μαθητών του Χριστού την έχουμε όλοι εμείς τώρα. Και δεν ήταν μόνο οι δύο Μαθητές που τα έλεγαν αυτά και η μητέρα τους, αλλά και οι άλλοι Μαθητές, όταν έμαθαν τι ζητούσαν οι υιοί Ζεβεδαίου, αγανάκτησαν, είχαν κι αυτοί τα ίδια προβλήματα, τις ίδιες επιθυμίες.
Αγαπητοί αδελφοί, έχει σημασία ότι σ’ αυτό το ταξίδι του Χριστού και των μαθητών του προς τα Ιεροσόλυμα, λίγο πιο πριν, οι υιοί Ζεβεδαίου του είχαν ζητήσει κάτι άλλο. Περνώντας από ένα χωριό της Σαμαρείας, όπου δεν έγιναν δεχτοί από τους κατοίκους και διώχτηκαν, είπαν στο Χριστό: «Θέλεις να προσευχηθούμε και να ρίξει φωτιά και να τους κάψει;» Και ο Χριστός πάλι τους είπε: «Δεν καταλαβαίνετε εσείς ποιού πνεύματος πρέπει να είστε, πώς πρέπει να σκέφτεστε;» Βλέπετε ότι οι Μαθητές αισθάνονταν πως ξεχωρίζουν από τους άλλους ανθρώπους, επειδή ακολούθησαν το Χριστό, από το γεγονός και μόνο ότι πήραν την απόφαση να γίνουν μαθητές του· αυτοί ήταν με το Θεό και οι άλλοι δεν ήταν. Και όπως ο κόσμος χωρίζει τους ανθρώπους σε εχθρούς και φίλους και προσπαθεί να καταστρέψει τους εχθρούς και να προστατέψει τους φίλους, έτσι και οι Μαθητές θέλουν να εκδικηθούν τους εχθρούς τους. Αυτοί ακολουθούν έναν δυνατότερο και άρα μπορούν να τους νικήσουν. Έδειξαν με αυτό τον τρόπο πόσο μακριά ήταν από τον τρόπο του Χριστού. Τώρα εμφανίζεται ένα άλλο σύμπτωμα. Επειδή τον ακολούθησαν, σκέφτηκαν ότι έπρεπε να πληρωθούν γι’ αυτό. Γι’ αυτό και ζήτησαν αυτά που ζήτησαν στο ευαγγέλιο που ακούσαμε σήμερα. Να καθίσουν εκ δεξιών ο ένας και εξ αριστερών ο άλλος. Να τιμηθούν κι αυτοί το ίδιο, να μοιραστούν την εξουσία μαζί του. Γιατί έπρεπε να πληρωθούν, αφού ακολουθούσαν το Χριστό. Ήθελαν να εξαργυρώσουν τη συμπόρευσή τους με το Χριστό με αξιώματα. Ήταν οι πιο κοντινοί του και ξεχώριζαν από τους άλλους Μαθητές, δεν έπρεπε να πάρουν τα πιο μεγάλα αξιώματα;
Βλέπετε ότι όλα τα παραπάνω γίνονται ο Σταυρός του Χριστού. Εδώ ο Σταυρός του Χριστού είναι η απόσταση που υπάρχει μεταξύ αυτού που θέλει ο Θεός και της κατάστασης στην οποία βρισκόμαστε εμείς. Οι Μαθητές σκέφτονταν με βάση τα οικογενειακά τους συμφέροντα. Η μάνα τους είχε μιλήσει στο Χριστό πρώτη, τα δυο αδέρφια ζητούσαν κάτι που το θεωρούσαν φυσικό. «Εμείς, οι πιο πιστοί, πρέπει να μοιραστούμε μαζί σου την εξουσία σου». Βλέπετε ότι ο άνθρωπος είναι πόσο στενά δεμένος με τη φυσική του οικογένεια, που μπερδεύει το ένστικτο της καταγωγής του και τα οικογενειακά του συμφέροντα με τα πράγματα του Θεού. Το να αγαπάει μία μάνα τα παιδιά της είναι το πιο φυσικό που μπορεί να γίνει, το να ενδιαφέρεται για το συμφέρον τους είναι το πιο λογικό. Όλοι οι άνθρωποι το αναγνωρίζουν και το καταλαβαίνουν.
Και εμείς στη θέση τους δε θα συμπεριφερόμασταν διαφορετικά. Σήμερα, όταν ακούμε το επεισόδιο με τους υιούς Ζεβεδαίου, αγαναχτούμε με τη συμπεριφορά τους. Αυτό συμβαίνει επειδή γνωρίζουμε τη συνέχεια της ιστορίας και η λογική μας δεν μπορεί να συμβιβάσει την απαίτηση των δύο αδελφών με το Σταυρό του Χριστού. Στην ουσία όμως σκεφτόμαστε με τον ίδιο τρόπο. Ζούμε μέσα στις συνθήκες της φυσικής μας οικογένειας. Είμαστε δεμένοι μαζί της με το ένστικτο της καταγωγής. Θεωρούμε συμφέρον μας ό,τι συμφέρει τους δικούς μας ανθρώπους και γνωρίζουμε ότι η κοινωνία σε όλα αυτά δεν είναι αντίθετη. Ο ίδιος ο Χριστός μεγάλωσε μέσα στα πλαίσια της φυσικής οικογένειας και ο νόμος του Θεού αναγνωρίζει τη μοναδική θέση που έχει στη ζωή των ανθρώπων. Ο ίδιος όμως ο Χριστός ίδρυσε μία άλλη οικογένεια, την οικογένεια των μαθητών του, την Εκκλησία, και μας κάλεσε να γίνουμε μέλη της. Σ’ αυτή μαθαίνουμε να ζούμε όχι με βάση το ένστικτο της καταγωγής μας και τα οικογενειακά μας συμφέροντα αλλά με βάση την ευθύνη ότι όλοι έχουμε κοινό πατέρα το Θεό. Εάν έχουμε πατέρα το Θεό, τότε μοναδικό συμφέρον μας είναι η σωστή σχέση με τους αδελφούς μας, που αρχίζει με την ανοχή και την κατανόηση και μπορεί να φτάσει μέχρι τη θυσία.
Η πορεία μας από τη φυσική οικογένεια προς την οικογένεια του Χριστού, την Εκκλησία, απαιτεί το Σταυρό του Χριστού. Δεν μπορούμε να γίνουμε μέλη αυτής της οικογένειας χωρίς να σηκώσουμε το σταυρό μας. Ο αποχωρισμός μας από τη φυσική οικογένεια έχει πόνο. Γι’ αυτό ο Χριστός ήταν τόσο ξεκάθαρος όταν μίλησε στους υιούς Ζεβεδαίου: «Μπορείτε να πιείτε το ποτήρι που εγώ πίνω και να βαπτιστείτε στο βάπτισμα που εγώ βαπτίζομαι; Μπορείτε να σηκώσετε το Σταυρό μου;».
Ο Χριστός μας έδειξε στο πρόσωπο των υιών Ζεβεδαίου ότι ο άνθρωπος μπορεί να φτάσει πιο ψηλά, να φύγει από τη φυσική του οικογένεια και να φτάσει στην οικογένεια που ήθελε ο Χριστός. Στην οικογένεια των μαθητών του Χριστού. Θα ακούσουμε τη Μεγάλη Εβδομάδα όλη την πορεία του Χριστού μέσα στα Ιεροσόλυμα μέχρι το Σταυρό. Και θα συναντήσουμε πάλι εκεί, τη Μεγάλη Παρασκευή, λίγο πριν πεθάνει ο Χριστός, τον ένα από τους υιούς Ζεβεδαίου, τον Ιωάννη, και την Παναγία, τη μητέρα του Χριστού, δίπλα στο Σταυρό. Εκεί όπου ο Χριστός θα πει στη μεν Παναγία Μητέρα του: «Αυτός είναι ο υιός σου», και στον Ιωάννη: «Αυτή είναι η μητέρα σου», και μάλιστα με τέτοιο τρόπο που δε σήκωνε συζήτηση. Όχι όπως ακούσαμε σήμερα, αλλά με τρόπο προστακτικό: «Αυτό που σας λέω είναι νόμος, είναι εντολή μου». Και ενώ όλα φαίνονταν ότι χάνονται κι ενώ πάνω στο Σταυρό ο Χριστός φαινόταν πλέον ότι πεθαίνει χωρίς απογόνους, λέει ο προφήτης: «Ποιοί είναι οι απόγονοί του; Υπάρχει κάποιος; Αυτός εξαφανίζεται και χάνεται, υπάρχει κάποιος που είναι συγγενής αυτού του ανθρώπου;», και συνεχίζει: «τὴν δὲ γενεὰν αὐτοῦ τίς διηγήσεται». Κι όμως, λέει, ενώ αυτός φεύγει, ενώ εξαφανίζεται από τον κόσμο, φτιάχνει μία πολύ μεγάλη γενιά, μια πολύ μεγάλη οικογένεια. Και πράγματι, αυτό ήθελε να πει ο Χριστός όταν όριζε τη Μητέρα του μητέρα όλων των μαθητών του και τους Μαθητές παιδιά της Μητέρας του, αδέρφια δικά του. Η καινούργια οικογένεια ιδρύθηκε πάνω στο Σταυρό του Χριστού. Σ’ αυτή την οικογένεια συμμετέχουν όχι όσοι έχουν κοινή καταγωγή εξ αίματος αλλά όσοι έχουν κοινή καταγωγή εκ πίστεως και αισθάνονται το Χριστό πρωτότοκο αδελφό τους. Αυτό που τους κρατάει ενωμένους δεν είναι το φυσικό ένστικτο άλλα ο κόπος και η χάρη του Σταυρού.
Αγαπητοί αδελφοί, οι μέρες της Μεγάλης Σαρακοστής τελειώνουν. Σε μία εβδομάδα θα γιορτάσουμε την πανηγυρική είσοδο του Χριστού στα Ιεροσόλυμα και στη συνέχεια βήμα βήμα την πορεία του και την άνοδο προς το Σταυρό και την Ανάσταση. Ας τη δούμε κι εμείς σαν μία δικιά μας πορεία, που μας παίρνει από τη φυσική οικογένεια στην οποία γεννηθήκαμε για να μας ανεβάσει εκεί που θέλει ο Χριστός. Σε μια άλλη οικογένεια, στην οικογένεια που ίδρυσε πάνω στο Σταυρό του, που έχει Μητέρα την Παναγία μας κι αδελφό μας τον ίδιο το Χριστό.
π. Πινακούλας, Αντώνιος, Το πηγάδι και η πηγή: Κηρύγματα στις Κυριακές της Μ. Σαρακοστής και του Πάσχα, 1η έκδ., Αθήνα, Εν πλω, 2008.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου