Σάββατο 31 Δεκεμβρίου 2022

ΠΟΝΤΙΑΚΑ ΚΑΛΑΝΤΑ ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑΣ

Κάλαντα Ικαρίας Πρωτοχρονιάς

ΥΜΝΟΙ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ

Για μια καλή χρονιά

 Αγ. Ιωάννης Χρυσόστομος


Θα σου πάει καλά όλη η χρονιά, όχι αν μεθάς την πρώτη του μηνός, αλλά αν και την πρώτη του μηνός και κάθε μέρα κάνεις αυτά που αρέσουν στον Θεό. Διότι η ημέρα γίνεται κακή ή καλή όχι από τη δική της φύση, αφού δεν διαφέρει η μια μέρα από την άλλη, αλλά από τη δική μας επιμέλεια ή ραθυμία.


Αν κάνεις την αρετή, σου έγινε καλή η μέρα. Αν κάνεις την αμαρτία, έγινε κακή και γεμάτη κόλαση. Αν εμβαθύνεις σ’ αυτά κι έχεις αυτές τις διαθέσεις, θα ‘χεις καλή όλη τη χρονιά κάνοντας κάθε μέρα προσευχές, ελεημοσύνες. Αν όμως αμελείς την προσωπική σου αρετή κι εμπιστεύεσαι την ευφροσύνη της ψυχής σου στις αρχές των μηνών και στους αριθμούς των ημερών, θα ερημωθείς απ’ όλα τα αγαθά σου.


Αυτό, λοιπόν, επειδή το αντιλήφθηκε ο διάβολος κι επειδή φροντίζει να καταλύσει τους κόπους μας για την αρετή και να σβήσει την προθυμία της ψυχής, μας έμαθε να βάζουμε στις μέρες την ετικέτα της ευτυχίας ή της δυστυχίας. Ένας που έπεισε τον εαυτό του ότι η ημέρα είναι κακή ή καλή, ούτε στην κακή θα φροντίσει για καλά έργα, διότι τάχα άδικα τα κάνει όλα και χωρίς σε τίποτα να ωφελήσει, εξαιτίας της κακορρίζικης ημέρας· ούτε στην καλή πάλι θα το κάνει αυτό, διότι τάχα σε τίποτα δεν τον εμποδίζει η προσωπική του ραθυμία, εξαιτίας της καλορρίζικης ημέρας, κι έτσι και από τις δύο πλευρές θα προδώσει τη σωτηρία του. Κι άλλοτε μεν διότι δήθεν ανώφελα κοπιάζει, άλλοτε διότι δήθεν περιττά, θα ζήσει μέσα στην αργία και την πονηριά. Γνωρίζοντας, λοιπόν, αυτό πρέπει να αποφεύγουμε τις μεθοδείες του διαβόλου και να βγάλουμε από το νου μας αυτήν την ιδέα και να μη προσέχουμε τις μέρες ούτε να μισούμε τη μια και ν’ αγαπούμε την άλλη…


Ο χριστιανός δεν πρέπει να γιορτάζει μόνο μήνες ούτε πρωτομηνιές ούτε Κυριακές, αλλά σ’ όλη του τη ζωή να έχει τη γιορτή που του πρέπει. Και ποιά γιορτή του πρέπει; Ας ακούσουμε τον Παύλο που λέει· «Ώστε εορτάζωμεν μη εν ζύμη παλαιά, μηδέ εν ζύμη κακίας και πονηρίας, αλλ’ εν αζύμοις ειλικρινείας και αληθείας» (Α’  Κο. 5, 8).


Όταν λοιπόν έχεις καθαρή τη συνείδηση, έχεις πάντα γιορτή· τρέφεσαι με καλές ελπίδες και εντρυφάς στην προσδοκία των μελλόντων αγαθών· όπως, όταν δεν έχεις παρρησία κι έχεις πέσει σε πολλά αμαρτήματα, ακόμη κι αν είναι μύριες γιορτές και πανηγύρια δεν θα ‘σαι σε καθόλου καλύτερη θέση από εκείνους που πενθούν. Διότι, τί όφελος έχω εγώ από τη λαμπρή μέρα, όταν την ψυχή μου τη σκοτίζει η συνείδηση;


Αν λοιπόν θέλεις να ‘χεις και κάποιο κέρδος από την πρωτομηνιά, κάνε το εξής. Όταν βλέπεις ότι συμπληρώθηκε ο χρόνος, ευχαρίστησε τον Κύριο, διότι σε έβαλε σ’ αυτήν την περίοδο των ετών. Δημιούργησε κατάνυξη στην καρδιά σου, ξαναλογάριασε τον χρόνο της ζωής σου, πες στον εαυτό σου· Οι μέρες τρέχουν και περνούν, τα χρόνια συμπληρώνονται, πολύ μέρος του δρόμου προχωρήσαμε. Άραγε τι καλό κάναμε; Μήπως άραγε φύγουμε από δω άδειοι κι απογυμνωμένοι από κάθε αρετή; Το δικαστήριο είναι κοντά, η ζωή μας τρέχει προς το γήρας.


(Ιω. Χρυσοστόμου, Λόγος εν ταις Καλάνδαις, PG 48, 955-956)

Χριστούγεννα - Φανέρωση της απείρου αγάπης του Θεού

 Αρχιμανδρίτου Γεωργίου




Καθηγουμένου Ι.Μονής Οσίου Γρηγορίου








 








Τα Χριστούγεννα, που με την Χάρι του Θεού εορτάζουμε και φέτος, μας δίνουν την ευκαιρία να εμβαθύνουμε στο Μυστήριο της αγάπης του Θεού.








Πολλά και ανεκτίμητα είναι τα δώρα του Θεού σε μας. Το μεγαλύτερο όμως δώρο Του είναι η ενανθρώπηση του Μονογενούς Του Υιού, χωρίς την οποία θα είμεθα ακόμη απελπισμένοι αιχμάλωτοι του διαβόλου και του θανάτου.








Λέγει ο αγίος Γρηγόριος ο Παλαμάς: «Τι βάθος πλούτου και σοφίας και θείας φιλανθρωπίας! Έτσι γνωρίζει ο Θεός με την σοφία, τη δύναμη και την φιλανθρωπία Του τα ολισθήματα από την εκούσια παρεκτροπή μας να τα κατασκευάζει ασυγκρίτως προς το καλύτερο. Διότι αν ο Υιός του Θεού δεν κατέβαινε από τους ουρανούς, εμείς δεν θα είχαμε καμία ελπίδα να ανέβουμε στον ουρανό. Αν Αυτός δεν εσαρκώνετο, δεν έπασχε κατά σάρκα, δεν ανίστατο και ανελαμβάνετο για χάρι μας, δεν θα εγνωρίζαμε την υπερβολική αγάπη του Θεού προς εμάς» ( Ομιλ. ιστ’).








Τονίζει δε πάλιν ο άγιος Γρηγόριος ότι ο Χριστός εσαρκώθη «ίνα δείξη την του Θεού προς ημάς αγάπην».








Εμβαθύνοντας ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, ο σοφός και απλανής αυτός διδάσκαλος της Εκκλησίας μας, στις ευεργεσίες που προέκυψαν για τους ανθρώπους από την Σάρκωση του Χριστού και το απολυτρωτικό Του έργο, τονίζει ότι με αυτήν ο σακρωθείς Κύριος πρώτον μας ανεβάζει από το βαθύτατο χάος, στο οποίο είχαμε πέσει, και δεύτερον μας ανυψώνει σε θεϊκή δόξα. Μας ελευθερώνει δηλαδή από μία αδυσώπητη φυλακή και μας χαρίζει την θεώση..[…]








Πρέπει να ομολογήσουμε ότι ακόμη και αυτές τις άγιες ημέρες δεν ερχόμεθα σε συναίσθηση της απείρου προς εμάς αγάπης του Θεού. Δεν την ζούμε σαν το πιο συγκλονιστικό γεγονός στη ζωή του κόσμου και στην δική μας ζωή. Δεν ανταποδίδουμε στον αγαπήσαντα ημάς Κύριο την δική μας αγάπη.








Είναι ίσως η μεγαλύτερη αποτυχία της ζωής μας ότι δεν νοιώθουμε την αγάπη του Θεού σε μας και δεν Του ανταποδίδουμε την δική μας αγάπη. Έτσι και η χριστιανική μας ζωή φυτοζωεί, δεν είναι μέθεξις Θεού ούτε ανάκριση του κτιστού μας είναι με τον άκτιστο Θεό.








Όταν ζούμε το μυστήριο της αγάπης του Θεού, μπορούμε κατά βάθος να χαιρώμεθα και στις πιο αντίξοες περιστάσεις της ζωής μας και να αντιμετωπίσουμε τον ίδιο τον θάνατο με ελπίδα.








Οι άγιοι άνθρωποι όλων των αιώνων ένοιωσαν στο βάθος της υπάρξεώς τους πόσο τους αγαπά ο Θεός και αγάπησαν τον Θεό ολοκληρωτικά. Γι’ αυτό και υπέμειναν καρτερικά κάθε είδους πόνο, στέρηση, βάσανο, άσκηση και δοκιμασία για την αγάπη του Θεού.








Η προσευχή του Αποστόλου Παύλου για τους Εφεσίους είναι προσευχή όλων των Αγίων, ώστε όλοι οι Χριστιανοί να γνωρίσουν εν Χάριτι την αγάπη του Χριστού που υπερβάλλει κάθε ανθρώπινη γνώση: «Γι’ αυτόν τον λόγο γονατίζω προσευχόμενος προς τον Πατέρα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού… να σας δώσει κατά τον πλούτο της δόξης Του, να ενισχυθείτε με δύναμη δια του Πνεύματός Του στον εσωτερικό σας άνθρωπο, να κατοικήσει ο Χριστός δια της πίστεως στις καρδιές σας, να είσθε ριζωμένοι και θεμελιωμένοι στην αγάπη, για να μπορέσετε να καταλάβετε μαζί με όλους τους Αγίους ποιο είναι το πλάτος και μήκος και βάθος και ύψος, και να γνωρίσετε την αγάπη του Χριστού, η οποία ξεπερνά την γνώση, για να καταστείτε πλήρεις με όλη την πληρότητα του Θεού» (βλ. Εφ. γ’ 14-19).








Μακάρι να αξιωθούμε και εμείς με την Χάρι του Σαρκωθέντος Κυρίου μας και με την ευκαιρία των αγίων εορτών της ενανθρωπήσεώς Του να γνωρίσουμε, νοιώσουμε και βιώσουμε την αγάπη του Χριστού, ώστε όλος ο Θεός να κατοικήσει μέσα μας.








Το πλήρωμα αυτό του Θεού είναι το μόνο πλήρωμα που μπορεί να πληρώσει (γεμίσει), ανάπαυση και ξεδιψάσει το απροσμέτρητο βάθος κάθε ανθρώπινης ψυχής.








Από το βιβλίο του




Αρχιμανδρίτου Γεωργίου




Καθηγουμένου Ι.Μονής Οσίου Γρηγορίου




«Θεός Εφανερώθη εν σαρκί»




Εκδόσεις Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου




Άγιον Όρος

Ο χρόνος

 Ένα από τα μεγαλύτερα μυστήρια είναι ο χρόνος και ο άνθρωπος προσπάθησε να τον καταλάβει με πολλούς τρόπους.








Οι φιλόσοφοι, φιλοσοφικά








Οι μαθηματικοί, μαθηματικά








Οι ψυχολόγοι, ψυχολογικά και








Οι Άγιοι, αγιοπνευματικά.








Οι μόνοι όμως που έζησαν και ζουν βαθειά την έννοια του χρόνου είναι οι Άγιοι της Εκκλησίας.








Οι φιλόσοφοι, οι μαθηματικοί, οι ψυχολόγοι κ.α. μπορεί να είπαν σπουδαία πράγματα για το χρόνο, αλλά δεν μπορούν να συλλάβουν το βαθύτερο νόημά του.








Οι Άγιοι δεν κάνουν προσπάθεια για να κατανοήσουν το χρόνο, αλλά για να τον ζουν. Διότι τα μυστήρια βιώνονται και δεν ερμηνεύονται: «οὐ φέρει τό μυστήριο ἔρευναν». Οι Άγιοι και οι πιστοί ζώντας μέσα στην Εκκλησία βρίσκουν το μεγάλο μυστικό. Να ζουν το μυστήριο του χρόνου.








Πώς; Με το να τον υπερβαίνουν.








Ο πιστός, δια των Αγίων Μυστηρίων και της λειτουργικής ζωής, ζει πέρα από το χρόνο και με τη βίωσή του ζει την αιωνιότητα.








Έτσι: η Γέννηση του Χριστού, η Βάπτιση, η Σταύρωση, η Ανάσταση, για τον πιστό είναι γεγονότα που τα ζει κανείς ως παρόντα σε κάθε στιγμή. Κάποιες τομές μέσα στο ιστορικό χρόνο που τον αγκαλιάζει και τον κάνει αιωνιότητα.








Όλα όσα αφορούν τον Χριστό και την Εκκλησία έχουν ένα υπερχρονικό χαρακτήρα – ο Χριστός χθες και σήμερα είναι ο Ίδιος, αναλλοίωτος και υπερχρονικός.








Συνεπώς η χρονικότητα υπερβαίνεται με την αιωνιότητα, αρκεί να μπει μέσα στο χρόνο το στοιχείο της αιωνιότητας, ο Θεός.








Και ο Θεός είναι αγάπη.








Να ποιο είναι το μυστικό που μπορεί να μετατρέψει το χρόνο σε αιωνιότητα. Χωρίς την αγάπη, δεν υπάρχει Χριστός. Χωρίς αγάπη ο άνθρωπος είναι ξηρός, ένα νούμερο. Όποιος αγαπά είναι πάντα επίκαιρος, όπως ο Χριστός και οι Άγιοί του, διότι «ἡ ἀγάπη οὐδέποτε ἐκλείπει».








Αιώνες τώρα ο Μέγας Βασίλειος, που εορτάζει στην αρχή του νέου έτους, είναι και μένει αιώνιος. Μας δίνει τις πιο αληθινές απαντήσεις σε όλα τα θέματα. Μας λέγει:








Θέλετε να είστε πάντα νέοι; Έχετε αγάπη.








Θέλετε να είστε ευτυχείς και να ζήσετε αιώνια; Αγαπάτε.








Αντί λοιπόν της συμβατικής ευχής «καλή χρονιά» η «χρόνια πολλά», ας ευχηθούμε εις εαυτούς και αλλήλους:








Ν' αγαπάμε βαθειά και αληθινά για να ζήσουμε αιώνια. Μόνο οι σχέσεις της αληθινής αγάπης μας περνάνε από την χρονικότητα στην αιωνιότητα.








(Αρχιμ. Τιμοθέου Κιλίφη)

Γιὰ τὴν παραμονὴ τῆς Πρωτοχρονιᾶς

 Γιὰ μία ἀκόμη φορὰ ἕνας νέος χρόνος πλησιάζει. Ὅταν εἴμαστε νέοι ὑποδεχόμαστε τὸν καινούριο χρόνο μὲ ἀνοιχτὲς καρδιές, νομίζοντας πὼς ὅλα θὰ μᾶς εἶναι δυνατὰ κατὰ τὴ διάρκειά του. Τὸν βλέπουμε ν’ ἁπλώνεται μπροστὰ μας σὰν μία ἀτέλειωτη πεδιάδα καλυμμένη μὲ παρθένο χιόνι, ποὺ οὔτε μιὰ πατημασιὰ δὲν ἔχει ἀκόμη σημαδέψει τὴ λευκότητά της, τὰ πάντα εἶναι δυνατά, τὰ πάντα εἶναι ἁγνὰ καὶ φωτεινά. Στὴν προχωρημένη ἡλικία περιμένουμε τὸ νέο χρόνο μὲ ἕνα εἶδος ἐσωτερικῆς ὑπομονῆς, μὲ τὴν αἴσθηση πὼς θὰ εἶναι μιὰ ἁπλὴ ἐπανάληψη τοῦ παρελθόντος ἴσως νὰ μᾶς συμβοῦν ἄφθονα καινούρια περιστατικά, θὰ εἶναι ὅμως γνωστά, γήινα περιστατικὰ μὲ τὰ ὁποῖα γνωρίζουμε πῶς νὰ ζήσουμε. Καὶ στὶς δύο περιπτώσεις εἴμαστε λανθασμένοι








Ἡ νέα χρονιὰ πράγματι ἁπλώνεται μπροστὰ μας σὰν ἕνα ἀπάτητο ἀκόμη μονοπάτι, μιὰ πλατειὰ παρθένα πεδιάδα ποὺ θὰ πρέπει ν’ ἀνθίσει μ’ ἕνα πλοῦτο καλῶν ἀνθρώπινων πράξεων. Ὅποια κι ἂν εἶναι ἡ ἡλικία μας ἕνα μονοπάτι ἁπλώνεται μπροστά μας καὶ ἀπὸ μᾶς ἐξαρτᾶται ἂν θὰ τὸ κάνουμε «ὁδὸν Κυρίου» ἢ ὄχι. Ἀπὸ μᾶς ἐξαρτᾶται τὸ ἂν γιὰ τοὺς γύρω μας καὶ γιὰ τοὺς ἑαυτούς μας καὶ γιὰ τὶς ἑπόμενες γενιὲς θὰ φτιάξουμε δρόμο γιὰ τὸν Οὐρανὸ ἢ τὴν Κόλαση – τὴν αἰώνια Κόλαση, ἢ ἁπλῶς τὴ σκληρὴ ἀνθρώπινη κόλαση τῆς γῆς. Ταυτόχρονα, αὐτὸ ποὺ ἁπλώνεται μπροστὰ μας εἶναι, ὅπως τὸ βλέπει ἡ γεροντικὴ ἡλικία, τὸ συνηθισμένο καὶ τὸ οἰκεῖο, μόνο ποὺ δὲν ἔχει συμβεῖ ποτὲ πρὶν σ’ ἐμᾶς. Ἡ ζωὴ ἴσως νὰ μὴ φέρνει τὸ διαφορετικό, μπορεῖ ὅμως ἐμεῖς νὰ εἴμαστε διαφορετικοί, τὰ ἴδια περιστατικὰ μπορεῖ νὰ ξανασυμβοῦν καὶ νὰ εἶναι τελείως καινούρια, διότι ἐμεῖς θὰ ἔχουμε ἀλλάξει.








Μποροῦμε νὰ μποῦμε στὴ χρονιὰ αὐτὴ δημιουργικά, μόνο ὅμως μὲ τὴν προϋπόθεση ὅτι θὰ μποῦμε μὲ τὴν ἐλπίδα, μὲ τὴ βεβαιότητα ὅτι ὁ Κύριος βρίσκεται στὴ χρονιὰ αὐτή, ὅτι Ἐκεῖνος εἶναι ὁ Κύριος καὶ θὰ μᾶς ὁδηγήσει στὸ σωστὸ μέρος, μὲ τὴν πίστη ὅτι τίποτα δὲ θὰ συμβεῖ χωρὶς τὴ θέληση ἤ τὴ συγκατάθεση τοῦ Θεοῦ. Ἂν ἡ στάση μας εἶναι τέτοια θὰ δοῦμε πὼς τίποτα δὲν εἶναι τυχαῖο (αὐτὸς ποὺ πιστεύει στὴν τύχη δὲν πιστεύει στὸ Θεό), πὼς δὲν ὑπάρχουν ἄσκοπες συναντήσεις καὶ πὼς τὸ κάθε πρόσωπο μᾶς ἔχει σταλεῖ ἀπὸ τὸν Κύριο. Ἂν μποῦμε στὴ χρονιὰ αὐτὴ γνωρίζοντας ὅτι τὸ κάθε τι -φωτεινὸ καὶ σκοτεινό, καλὸ καὶ τρομακτικὸ – εἶναι ἕνα δῶρο ἀπὸ τὸ Θεὸ ποὺ μᾶς ἔρχεται ὥστε μέσα ἀπὸ μᾶς ἡ πίστη, ἡ ἐλπίδα, ἡ ἀγάπη, ἡ χαρὰ καὶ ἡ δύναμη τοῦ Κυρίου νὰ ἔλθουν στὸν κόσμο, ἂν ἔχουμε σταθερὴ πίστη πὼς τὸ κάθε πρόσωπο ποὺ ἔρχεται στὸ δρόμο μας μᾶς ἔχει σταλεῖ γιὰ νὰ τοῦ προσφέρουμε τὸ λόγο ἢ τὴν πράξη τοῦ Κυρίου ἢ γιὰ νὰ τὰ δεχτοῦμε ἀπὸ ἐκεῖνο, τότε ἡ ζωὴ θὰ εἶναι πλούσια καὶ θὰ ἔχει νόημα -διαφορετικὰ θὰ παραμείνει ἕνα παιγνίδι τῆς τύχης, μιὰ ἀτέλειωτη ἁλυσίδα τυχαίων περιστατικῶν.








Ἂς μποῦμε στὸν καινούριο χρόνο μ’ αὐτὴ τὴν πίστη καὶ τὴν ἐλπίδα καὶ μὲ τέτοια πνευματικὴ φλόγα, ἂς δεχτοῦμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο καὶ ὁποιονδήποτε ὁ Θεὸς μᾶς στείλει, μὲ τὸν τρόπο ποὺ ὁ Κύριος δέχεται ἐμᾶς στὴν πορεία μας κι ἂς δεχτοῦμε ὅ,τι καὶ ἂν μᾶς συμβεῖ σὰν ἀπὸ τὸ χέρι τοῦ Θεοῦ, καὶ σ’ ὅλες τὶς περιστάσεις ἂς συμπεριφερόμαστε σὰν Χριστιανοί· τότε ὅλα θὰ πᾶνε καλά








Ὁ παλιὸς χρόνος ἔχει φύγει καὶ πολλοὶ περιμένουν τώρα τὸν ἐρχομὸ τοῦ νέου χρόνου στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Γιὰ κείνους ἔχει τελειώσει ὁ ἀγώνας, ἐνῶ ἐμεῖς ζοῦμε ἀκόμα πάνω στὴ γῆ. Ἂς θυμηθοῦμε ὅσους ἔζησαν ἀνάμεσά μας, ἐκείνους ποὺ γνωρίζαμε κι ἀγαπούσαμε κι ἐκείνους ποὺ ἀπὸ ἀπροσεξία οὔτε κἄν παρατηρήσαμε. Ἂς θυμηθοῦμε τοὺς ἀμέτρητους ἀνθρώπους ποὺ πέθαναν φέτος δυστυχισμένοι ἀπὸ ἀρρώστιες, σὲ δυστυχήματα, σὲ πολέμους. Ἂς θυμηθοῦμε τοὺς πάντες χωρὶς ν’ ἀφήσουμε κανέναν ἔξω κι ἂς μποῦμε στὴν καινούρια χρονιὰ μὲ καρδιὰ ἀνοιχτὴ γιὰ τοὺς πάντες. Ἂς ψάλουμε «αἰωνία ἡ μνήμη» γιὰ ὅλους τοὺς κεκοιμημένους πρὶν χωριστοῦμε καὶ ἂς διατηρήσουμε αὐτὴ τὴν αἰωνία μνήμη στὶς καρδιές μας μὲ ἀγάπη καὶ εὐγνωμοσύνη γιὰ τὸ Θεὸ ποὺ ἔδωσε νὰ συναντήσουμε ἀνθρώπους τοὺς ὁποίους μπορέσαμε ν’ ἀγαπήσουμε καὶ νὰ σεβαστοῦμε, ἀνθρώπους τῶν ὀποίων τὸ παράδειγμα μπόρεσε νὰ μᾶς ἐμπνεύσει.








Εἴθε ὁ Θεὸς νὰ εὐλογήσει τὸ Νέο Ἔτος. Σᾶς εὔχομαι ἕναν εὐτυχισμένο καινούριο χρόνο, νὰ ζήσετε, ν’ ἀγαπᾶτε τὸ Θεό, ν’ ἀγαπᾶτε καὶ νὰ ἐξυπηρετεῖτε τοὺς ἀνθρώπους.








 








Ἀπό τό βιβλίο: Ἡμέρα Κυρίου, ἐκδ. Ἀκρίτας

ΤΟ ΠΛΗΡΩΜΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ

  Μια μικρή ελληνοπούλα..








Αγαπητοί μου Φίλοι!








   Αυτή η εικόνα της Παναγίας είναι η Πλατυτέρα, που βρίσκεται στην Αγιά- Σοφιά της Κωνσταντινούπολης! Δείτε ομορφιά!








   Αξιώθηκα πέρσι και πήγα προσκυνήτρια στην πόλη και παρακάλεσα τον εκεί φωτογράφο να μου τραβήξει αυτή την φωτογραφία. Η Παναγιά μας, που δεν α…ναφέρεται στο νέο βιβλίο των Θρησκευτικών της Β΄ Γυμνασίου. Διδάσκεται όμως η ενότητα, ΄΄Ο Ιησούς στο Κοράνι΄΄! Άκουσον άκουσον!




   Η Παναγιά μας, που τόσο πολύ πολεμάται και την βλασφημούν οι αντίχριστοι και αιρετικοί ότι δεν υπάρχει, εμείς θα ομολογούμε πάντοτε, «Συ υπάρχεις, Θεοτόκε, και Εσένα έχουμε μεσίτρια οι αμαρτωλοί προς τον Κύριον».




  Και ποιος ξέρει τι άλλα χτυπήματα ενάντια της Ορθοδοξίας μας ετοιμάζουν, εμείς όμως δεν θα αφήσουμε την Πίστη των προγόνων μας, την Ορθοδοξία μας! Πάντοτε θα πιστεύουμε στον μόνο αληθινό Θεό, τον Ιησού Χριστό μας, στην Παναγία μας και στους Αγίους μας.








   Για όσους δεν έχετε πάει στην Κων/πολη δεν μπορείτε να φανταστείτε την ομορφιά αυτής της Πόλης των Πόλεων! Κατ’ αρχήν, δεν ένιωθα ξένο έδαφος, ένιωθα ότι πατάω σε πάτρια εδάφη. Ένιωθα δέος. Σαν στάθηκα στο πάρκο που βρίσκεται εμπρός στην Αγιά-Σοφιά και την αντίκριζα, δεν μπορούσα να το πιστέψω ότι βρισκόμουν εκεί, σ’ αυτό το μεγαλείο της Ρωμηοσύνης, που τόσους αιώνες στέκει εκεί.








   Σαν μπήκαμε ύστερα μέσα στον ναό, αντίκρισα τόσες πολλές εικόνες ψηφιδωτών, μεγαλοπρεπέστατες! Θαύμασα! Γιατί νόμιζα πως δεν θα έβλεπα πολλές εικόνες επειδή οι Τούρκοι θα τις είχαν εξαφανίσει. Αλλά είναι αρκετές. Βγαίνουν τώρα ξανά. Πέφτουν οι σοβάδες που τις είχαν σοβατίσει οι Τούρκοι. Σε έναν από τους 4 αγγέλους έχει αποκαλυφθεί ολόκληρο το πρόσωπο, βγήκαν μεγάλοι σταυροί πάνω στους σοβάδες…




   Κοντεύει η Ώρα, το φωνάζουν και οι πέτρες και τα μάρμαρα της Μεγάλης εκκλησιάς!








   Βγαίνοντας, χτύπησα με το χέρι μου πάνω στην μαρμάρινη κολόνα της Αγια-Σοφιάς και της είπα: «Καλή λευτεριά σύντομα».








   Δεν υπάρχουν λόγια να περιγράψω την Κων/πολη. Όπως είναι όμως τώρα δεν είναι και τόσο ωραία γιατί είναι πολύ πυκνοκατοικημένη και μουσουλμανική και με πολλά τζαμιά. Δεν ήθελα όμως να φύγω από εκεί, το μυαλό μου και η καρδιά μου έχουν μείνει εκεί.








   Η Πόλις η Επτάλοφος, που είναι χτισμένη σε επτά λόφους, η μισή είναι στην ευρωπαϊκή πλευρά και η άλλη στην ασιατική. Η μια άκρη από την άλλη απέχει 140 χλμ! Φανταστείτε τι τεράστια πόλη είναι! Ο όμορφος Βόσπορος που έχει πολλές ορθόδοξες παλιές εκκλησίες. Τα συνδυάζει όλα αυτή η Πόλη, θάλασσα, βουνά…








   Αλλά οι κάτοικοι δεν της ταιριάζουν! Δεν της ταιριάζουν τα τζαμιά. Κάθε βήμα και τζαμί. Δεν της ταιριάζει να βγαίνει ο ιμάμης πολλάκις την ημέρα, από τα χαράματα ως το βράδυ και να φωνάζει τις μουσουλμανικές προσευχές. Είναι ψυχοπλακωτικό! Δεν τις ταιριάζουν οι κόκκινες τουρκικές σημαίες που είναι αναρτημένες παντού.








   Αυτή η Πόλη ταιριάζει να είναι μοναχά Ορθόδοξη, Ελληνική και να κατοικείται από Ορθόδοξους Χριστιανούς! Της ταιριάζει μονάχα η μεγαλοπρέπεια της Ορθοδοξίας και η αρχοντιά της! Της ταιριάζει να ηχούν χαρμόσυνα οι καμπάνες των εκκλησιών μας! Της ταιριάζει να κυματίζει μονάχα η Γαλανόλευκη σημαία με τον Τίμιο Σταυρό επάνω!




   Το βράδυ στάθηκα στο παράθυρο του ξενοδοχείου μου και την αγνάντευα έτσι όπως ήταν, με τα φώτα αναμμένα και σκέφτηκα: «Η Πόλη βρίσκεται υπό κατοχή! Τόσα χρόνια σκλαβωμένη και λαβωμένη από τις πληγές των δυναστών της… Κι όμως, στέκεται αγέρωχη στους αιώνες προσμένοντας την Λευτεριά!»… Και σαν να άκουγα τους βαριούς αναστεναγμούς της και την βαριά ανάσα της να μου ψιθυρίζει:








   «Έφτασε το πλήρωμα του χρόνου! Ετοιμαστείτε ωρέ!»

Εὐαγγέλιον Κυριακής ΚΑΤΑ ΣΑΡΚΑ ΠΕΡΙΤΟΜΗΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

 ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Β´ 20 - 21



20 καὶ ὑπέστρεψαν οἱ ποιμένες δοξάζοντες καὶ αἰνοῦντες τὸν Θεὸν ἐπὶ πᾶσιν οἷς ἤκουσαν καὶ εἶδον καθὼς ἐλαλήθη πρὸς αὐτούς. 21 Καὶ ὅτε ἐπλήσθησαν ἡμέραι ὀκτὼ τοῦ περιτεμεῖν τό παιδίον, καὶ ἐκλήθη τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦς, τὸ κληθὲν ὑπὸ τοῦ ἀγγέλου πρὸ τοῦ συλληφθῆναι αὐτὸν ἐν τῇ κοιλίᾳ.


ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Β´ 40 - 52



40 Τὸ δὲ παιδίον ηὔξανε καὶ ἐκραταιοῦτο πνεύματι πληρούμενον σοφίας, καὶ χάρις Θεοῦ ἦν ἐπ’ αὐτό. 41 Καὶ ἐπορεύοντο οἱ γονεῖς αὐτοῦ κατ’ ἔτος εἰς Ἱερουσαλὴμ τῇ ἑορτῇ τοῦ πάσχα. 42 καὶ ὅτε ἐγένετο ἐτῶν δώδεκα, ἀναβάντων αὐτῶν εἰς Ἱεροσόλυμα κατὰ τὸ ἔθος τῆς ἑορτῆς 43 καὶ τελειωσάντων τὰς ἡμέρας, ἐν τῷ ὑποστρέφειν αὐτοὺς ὑπέμεινεν Ἰησοῦς ὁ παῖς ἐν Ἱερουσαλήμ, καὶ οὐκ ἔγνω Ἰωσὴφ καὶ ἡ μήτηρ αὐτοῦ. 44 νομίσαντες δὲ αὐτὸν ἐν τῇ συνοδίᾳ εἶναι ἦλθον ἡμέρας ὁδὸν καὶ ἀνεζήτουν αὐτὸν ἐν τοῖς συγγενέσι καὶ τοῖς γνωστοῖς· 45 καὶ μὴ εὑρόντες αὐτόν ὑπέστρεψαν εἰς Ἱερουσαλὴμ ζητοῦντες αὐτόν. 46 καὶ ἐγένετο μεθ’ ἡμέρας τρεῖς εὗρον αὐτὸν ἐν τῷ ἱερῷ καθεζόμενον ἐν μέσῳ τῶν διδασκάλων καὶ ἀκούοντα αὐτῶν καὶ ἐπερωτῶντα αὐτούς· 47 ἐξίσταντο δὲ πάντες οἱ ἀκούοντες αὐτοῦ ἐπὶ τῇ συνέσει καὶ ταῖς ἀποκρίσεσιν αὐτοῦ. 48 καὶ ἰδόντες αὐτὸν ἐξεπλάγησαν, καὶ πρὸς αὐτὸν ἡ μήτηρ αὐτοῦ εἶπε· Τέκνον, τί ἐποίησας ἡμῖν οὕτως; ἰδοὺ ὁ πατήρ σου κἀγὼ ὀδυνώμενοι ἐζητοῦμέν σε. 49 καὶ εἶπεν πρὸς αὐτούς· Τί ὅτι ἐζητεῖτέ με; οὐκ ᾔδειτε ὅτι ἐν τοῖς τοῦ πατρός μου δεῖ εἶναί με; 50 καὶ αὐτοὶ οὐ συνῆκαν τὸ ῥῆμα ὃ ἐλάλησεν αὐτοῖς. 51 καὶ κατέβη μετ’ αὐτῶν καὶ ἦλθεν εἰς Ναζαρέτ, καὶ ἦν ὑποτασσόμενος αὐτοῖς. καὶ ἡ μήτηρ αὐτοῦ διετήρει πάντα τὰ ῥήματα ταῦτα ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτῆς. 52 Καὶ Ἰησοῦς προέκοπτε σοφίᾳ καὶ ἡλικίᾳ καὶ χάριτι παρὰ Θεῷ καὶ ἀνθρώποις.



Ερμηνευτική απόδοση


Καὶ ἐγύρισαν πίσω οἱ ποιμένες εἰς τὸ ποίμνιόν των καὶ ἐδόξαζον καὶ ὑμνολογοῦν τὸν Θεὸν δι’ ὅλα, ὅσα ἤκουσαν ἀπὸ τὸν ἄγγελον καὶ ὅσα εἶδον τὰ μάτια των, ὅταν ἐπῆγαν εἰς τὴν Βηθλεὲμ καὶ τὰ ὁποῖα ἦσαν ἀκριβῶς ὅπως τοὺς τὰ εἶπεν ὁ ἄγγελος. 21 Καὶ ὅταν συνεπληρώθησαν αἱ ὀκτὼ ἡμέραι διὰ νὰ γίνῃ εἰς τὸ παιδίον ἡ περιτομή, τὸ περιέτεμαν, ἵνα καὶ διὰ τῆς περιτομῆς ἐπιβεβαιωθῇ ὅτι ἦτο γνήσιος ἀπόγονος τοῦ Ἀβραάμ. Καὶ ἐκλήθη τὸ ὅνομά του Ἰησοῦς, ὄνομα ποὺ τὸ εἶχεν εἴπει ὁ ἄγγελος προτοῦ συλληφθῇ αὐτὸς εἰς τὴν κοιλίαν τῆς μητέρας του.





40 Τὸ δὲ παιδίον ἐμεγάλωνε κατὰ τὸ σῶμα καὶ ἐνισχύετο ἐκτάκτως κατὰ τὰς διανοητικὰς καὶ πνευματικὰς δυνάμεις. Καὶ ἡ θεότης, μὲ τὴν ὁποίαν ἦτο ἠνωμένον, καθ’ ὅσον ἡ ἡλικία τοῦ παιδίου ἐπροχώρει, μετέδιδεν εἰς αὐτὸ καὶ τὸ ἐγέμιζε σοφίαν. Καὶ χάρις Θεοῦ, ἡ ὁποία τὸ ἐνίσχυεν εἰς πᾶσαν ἀρετὴν καὶ τὸ ἐφύλαττεν ἀπὸ πᾶσαν ἁμαρτίαν, ἦτο ἐπ’ αὐτοῦ, διευθύνουσα τὴν ὁμαλὴν καὶ ἀπρόσκοπτον ἀνάπτυξιν καὶ ἠθικὴν πρόοδόν του. 41 Καὶ ἐπήγαιναν οἱ γονεῖς του κάθε χρόνον εἰς Ἱερουσαλὴμ διὰ τὴν ἑορτὴν τοῦ Πάσχα, ὅπως ὅλοι οἱ εὐσεβεῖς Ἰσραηλῖται. 42 Καὶ ἀφοῦ ἔγινε τὸ παιδίον δώδεκα ἐτῶν, ὅταν ἀνέβησαν αὐτοὶ εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα, σύμφωνα μὲ τὴν συνήθειαν ποὺ εἶχε καθιερωθῆ ὑπὸ τοῦ νόμου διὰ τὴν ἑορτήν, ἐπῆραν καὶ αὐτὸ μαζί των. 43 Καὶ ὅταν συνεπλήρωσαν τὰς ἡμέρας τῆς παραμονῆς των εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα, καὶ ἐγύριζαν αὐτοὶ εἰς τὴν πατρίδα των, ὁ παῖς Ἰησοῦς ἔμεινεν ὀπίσω εἰς Ἱερουσαλήμ. Καὶ δὲν ἀντελήφθησαν τοῦτο ὁ Ἰωσὴφ καὶ ἡ μητέρα τοῦ παιδίου. 44 Ἐπειδὴ δὲ τὸν ἐνόμισαν, ὅτι ἦτο εἰς τὸ καραβάνι τῶν προσκυνητῶν, ἐπροχώρησαν μιᾶς ἡμέρας δρόμον. Καὶ τὸ ἑσπέρας ἐζήτουν νὰ τὸν εὕρουν μεταξὺ τῶν συγγενῶν καὶ γνωστῶν. 45 Καὶ ἐπειδὴ δὲν τὸν εὗρον, ἐγύρισαν ὀπίσω εἰς τὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ εἰς τὸν δρόμον ἐζητοῦσαν νὰ τὸν εὕρουν ἐρωτῶντες καὶ τοὺς προσκυνητάς, τοὺς ὁποίους συνήντων. 46 Καὶ ὅταν ἐπέστρεψαν εἰς Ἱερουσαλὴμ μετὰ τρεῖς ἡμέρας, ἀφ’ ὅτου εἶχον ἀναχωρήσει ἐκεῖθεν χωρὶς τὸν Ἰησοῦν, συνέβη νὰ τὸν εὕρουν εἰς τὸν ἱερὸν περίβολον τοῦ ναοῦ νὰ κάθεται ἐν μέσῳ τῶν διδασκάλων καὶ νὰ ἀκούῃ αὐτοὺς καὶ νὰ τοὺς ἐρωτᾷ διὰ σπουδαία ζητήματα, ἀσυνήθη διὰ τὴν ἡλικίαν του. 47 Καὶ ἠπόρουν καὶ ἐθαύμαζαν ὅλοι ὅσοι τὸν ἤκουαν διὰ τὴν ἐξαιρετικὴν νοημοσύνην καὶ διὰ τὰς ἀπαντήσεις, ποὺ ἔδιδε. 48 Καὶ ὅταν ὁ Ἰωσὴφ καὶ ἡ Μαρία τὸν εἶδαν, κατελήφθησαν ἀπὸ ἔκπληξιν, διότι διὰ πρώτην φορὰν ὁ μικρὸς Ἰησοῦς παρουσιάζεται μὴ σκεπτόμενος τὴν ἀνησυχίαν, ποὺ θὰ τοὺς ἐπροκάλει ἡ καθυστέρησις αὐτή. Καὶ ἡ μητέρα του εἶπε πρὸς αὐτόν· Παιδί μου, διατὶ μᾶς ἔκαμες ἔτσι καὶ ἔμεινες ὀπίσω; Ἰδοὺ ὁ πατήρ σου καὶ ἐγὼ μὲ πόνον καὶ λαχτάραν σὲ ἐζητούσαμεν. 49 Καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· Διατὶ ἐζητεῖτε νὰ μὲ εὕρετε; Δὲν ἠξεύρατε, ὅτι εἰς τὰ οἰκήματα τοῦ πατρός μου πρέπει νὰ εἶμαι; Δὲν ἔπρεπε λοιπὸν νὰ ἀνησυχῆτε, οὔτε ὑπῆρχε λόγος νὰ μὲ ἀναζητῆτε ὡς χαμένον. 50 Καὶ αὐτοὶ δὲν ἐκατάλαβαν τὸν λόγον αὐτόν, ποὺ τοὺς εἶπε, διότι δὲν ἤξευραν ἀκόμη, ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἦτο καὶ φυσικὸς Υἱὸς τοῦ Θεοῦ καὶ συνεπῶς ἐδικαιοῦτο νὰ ἀποκαλέσῃ τὸν Ναὸν πατρικὴν κατοικίαν του. 51 Καὶ κατέβη μαζί τους ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα καὶ ἦλθεν εἰς Ναζαρέτ. Καὶ ἐξηκολούθει ὡς εὐπειθὴς υἱὸς νὰ ὑποτάσσεται εἰς αὐτούς. Καὶ ἡ μητέρα του διετήρει τὰ λόγια καὶ τὰ συμβάντα αὐτὰ εἰς τὴν μνήμην της, βαθεῖα χαραγμένα εἰς τὴν καρδίαν της. 52 Καὶ ὁ Ἰησοῦς βαθμηδὸν προώδευε κατὰ τὴν σοφίαν καὶ κατὰ τὴν αὔξηση τοῦ σώματος καὶ κατὰ τὴν χάριν τόσον παρὰ τῷ Θεῷ, ὁ ὁποῖος ὁλονὲν ἐξεδήλωνε πλουσιώτερον τὴν εὔνοιάν του εἰς αὐτὸν καὶ κατὰ τὸ μέτρον τῆς σωματικῆς καὶ πνευματικῆς αὐξήσεως καὶ ἀναπτύξεως τοῦ Ἰησοῦ ἐξέχυνεν ἐπὶ τὴν ἀνθρωπίνην φύσιν του πλουσιωτέραν τὴν ἐνίσχυσίν του καὶ τὴν εὐλογίαν του, ὅσον καὶ παρὰ τοῖς ἀνθρώποις, οἱ ὁποῖοι ἀνεύρισκον ἐν αὐτῷ ὁλονὲν καὶ περισσότερον ἔκτακτα καὶ ἀσυνήθη χαρίσματα σοφίας καὶ καλοσύνης καὶ ἀρετῆς.


Ἀπόστολος Κυριακής ΚΑΤΑ ΣΑΡΚΑ ΠΕΡΙΤΟΜΗΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

 ΠΡΟΣ ΚΟΛΟΣΣΑΕΙΣ Β´ 8 - 12



8 Βλέπετε μή τις ὑμᾶς ἔσται ὁ συλαγωγῶν διὰ τῆς φιλοσοφίας καὶ κενῆς ἀπάτης, κατὰ τὴν παράδοσιν τῶν ἀνθρώπων, κατὰ τὰ στοιχεῖα τοῦ κόσμου καὶ οὐ κατὰ Χριστόν· 9 ὅτι ἐν αὐτῷ κατοικεῖ πᾶν τὸ πλήρωμα τῆς θεότητος σωματικῶς, 10 καὶ ἐστὲ ἐν αὐτῷ πεπληρωμένοι, ὅς ἐστιν ἡ κεφαλὴ πάσης ἀρχῆς καὶ ἐξουσίας, 11 ἐν ᾧ καὶ περιτμήθητε περιτομῇ ἀχειροποιήτῳ ἐν τῇ ἀπεκδύσει τοῦ σώματος τῶν ἁμαρτιῶν τῆς σαρκός, ἐν τῇ περιτομῇ τοῦ Χριστοῦ, 12 συνταφέντες αὐτῷ ἐν τῷ βαπτίσματι, ἐν ᾧ καὶ συνηγέρθητε διὰ τῆς πίστεως τῆς ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ τοῦ ἐγείραντος αὐτὸν ἐκ τῶν νεκρῶν.



Ερμηνευτική απόδοση


 Προσέχετε μήπως σᾶς ἐξαπατήσῃ κανεὶς μὲ τὴν ψευδοφιλοσοφίαν καὶ τὴν ἀδειανὴν ἀπὸ ὠφέλιμον περιεχόμενον ἀπάτην, ποὺ στηρίζεται ὄχι εἰς θείαν ἀποκάλυψιν, ἀλλ’ εἰς τὴν παράδοσιν τῶν ἀνθρώπων καὶ εἶναι φτιασμένη σύμφωνα μὲ τὴν στοιχειώδη καὶ παιδαριώδη θρησκευτικὴν διδασκαλίαν τοῦ πλανωμένου κόσμου καὶ ὄχι σύμφωνα πρὸς τὴν διδασκαλίαν τοῦ Χριστοῦ 9 Μείνατε στερεοὶ εἰς τὴν διδασκαλίαν τοῦ Χριστοῦ, διότι ἐν αὐτῷ κατοικεῖ ὁλόκληρος ἡ θεότης ὄχι ἀσωμάτως, ὅπως πρὸ τῆς ἐνανθρωπήσεως, ἀλλὰ μέσα εἰς τὸ σῶμα καὶ τὴν ἀνθρωπίνην φύσιν, ποὺ διὰ τῆς σαρκώσεώς του προσέλαβε. 10 Καὶ διὰ τῆς ἑνώσεώς σας μὲ αὐτὸν εἶσθε καὶ σεῖς γεμᾶτοι ἀπὸ τὰς χαρίτας αὐτοῦ, ὁ ὁποῖος εἶναι ἡ κεφαλὴ καὶ ἡ αἰτία κάθε ἀρχῆς καὶ ἐξουσίας ἀγγέλων καὶ ἀνθρώπων. 11 Διὰ τῆς κοινωνίας σας μὲ αὐτὸν ἐπεριτμηθήκατε καὶ μὲ περιτομὴν πνευματικήν, ποὺ δὲν γίνεται ἀπὸ χέρι ἀνθρώπινον, ὅπως ἡ Ἰουδαϊκὴ περιτομή, ἀλλ’ ἐνεργεῖται ἀπὸ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα. Συνίσταται δὲ ἡ περιτομὴ αὐτὴ εἰς τὸ γδύσιμον καὶ τὴν ἀποβολὴν τοῦ σώματος, ποὺ ἐδούλευσεν εἰς τὰς ἁμαρτίας τῆς σαρκός. Καὶ τὸ γδύσιμον αὐτό, ποὺ ἔγινεν ὄχι διὰ τῆς κατακόψεως τοῦ σώματος, εἶναι ἡ περιτομή, ποὺ ἐλάβετε ἀπὸ τὸν Χριστόν, 12 ὅταν ἐθαφθήκατε μαζί του εἰς τὸ βάπτισμα. Καὶ δὲν ἐθαφθήκατε μόνον, ἀλλὰ καὶ ἀνεστηθήκατε μυστηριακῶς διὰ τοῦ βαπτίσματος μαζὶ μὲ τὸν Χριστόν. Καὶ ὅλα αὐτὰ ἔγιναν διὰ τῆς πίστεως εἰς τὴν ἐνέργειαν καὶ δύναμιν τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος ἀνέστησεν αὐτὸν ἐκ νεκρῶν. Ἐπιστεύσατε δηλαδή, ὅτι ὁ Θεὸς μὲ τὴν αὐτὴν ἐνέργειαν καὶ δύναμιν θὰ ἀναστήσῃ καὶ σᾶς ἐκ νεκρῶν.

Απόδοση της εορτής των Χριστουγέννων

 Ἀπολυτίκιον

Ἦχος δ’.

Ἡ γέννησίς σου Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, ἀνέτειλε τῷ κόσμῳ, τὸ φῶς τὸ τῆς γνώσεως· ἐν αὐτῇ γὰρ οἱ τοῖς ἄστροις λατρεύοντες, ὑπὸ ἀστέρος ἐδιδάσκοντο, σὲ προσκυνεῖν, τὸν Ἥλιον τῆς δικαιοσύνης, καὶ σὲ γινώσκειν ἐξ ὕψους ἀνατολήν, Κύριε δόξα σοι.


Κοντάκιον

Ἦχος γ’. Αὐτόμελον. Ποίημα Ῥωμανοὺ τοῦ Μελῳδοῦ.

Ἡ Παρθένος σήμερον, τὸν ὑπερούσιον τίκτει, καὶ ἡ γῆ τὸ Σπήλαιον, τῷ ἀπροσίτῳ προσάγει. Ἄγγελοι μετὰ Ποιμένων δοξολογοῦσι· Μάγοι δὲ, μετὰ ἀστέρος ὁδοιποροῦσι· δι᾽ ἡμᾶς γὰρ ἐγεννήθη, Παιδίον νέον, ὁ πρὸ αἰώνων Θεός.

Όσιος Θεοφύλακτος Βουλγαρίας ο Χαλκιδεύς

 Ο Όσιος Θεοφύλακτος γεννήθηκε στη Χαλκίδα και έζησε κατά τον 11ο αι. μ.Χ.


Ανεδείχθη Αρχιεπίσκοπος Αχρίδος και Βουλγαρίας και υπήρξε σημαντικός εκκλησιαστικός συγγραφέας, που ασχολήθηκε ιδιαιτέρως με την ερμηνεία της Αγίας Γραφής.

Άγιος Γεώργιος ο Θαυματουργός ο λεγόμενος μαχαιρωμένος

 Ο Άγιος Γεώργιος ο Μαχαιρωμένος είναι ένας Κύπριος Άγιος που σήμερα είναι άγνωστος στον περισσότερο κόσμο. Τον Άγιο αυτό τον αναφέρει ο Λεόντιος Μαχαιράς στο Χρονικό του: «Εις τον Αχλίοντα ο Άγιος Γεώργιος ο Μαχαιρωμένος τοπικός και θαυματουργός».


Ο Καταλιόντας ήταν ένας μικρός οικισμός, ένα χλμ. νοτιοανατολικά του χωριού Αναλιόντα. Η περιοχή υπάγεται διοικητικά στον Αναλιόντα. Στο μέσο περίπου του δρόμου που οδηγεί από το χωριό Αναλιόντας προς το χωριό Λυθροδόντας στην επαρχία Λευκωσίας, κοντά στον εγκαταλελειμένο οικισμό Καταλιόντα, υπάρχουν τα ερείπια της αρχαίας εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου του Μαχαιρωμένου. Ο Κύπριος εθνολόγος και λαογράφος, Νέαρχος Κληρίδης, αναφέρει ότι στα χρόνια της Φραγκοκρατίας, αλλά και τη Βυζαντινή περίοδο, το χωριό Αναλιόντας και η συγκεκριμένη εκκλησία ήταν ξακουστά για τα πολλά θαύματα του Αγίου Γεωργίου του Μαχαιρωμένου. Η φήμη της εκκλησίας αυτής συνδέεται με τη θαυματουργή εικόνα του Αγίου Γεωργίου του Μαχαιρωμένου, η οποία για αρκετά χρόνια κοσμούσε την κύρια εκκλησία του χωριού Αναλιόντας, την Αγία Μαρίνα. Στις μέρες μας, η εικόνα του Αγίου φυλάσσεται στην Αρχιεπισκοπή.


Ο Άγιος Γεώργιος ο Μαχαιρωμένος είναι πολύ πιθανό να ήταν ασκητής της περιοχής, διότι δίπλα από την ερειπωμένη εκκλησία του, στα νοτιοανατολικά, δεσπόζει λόφος που στην ανατολική του πλευρά υπάρχουν δύο σπηλιές, μια μικρή και μια μεγάλη, όπου πολύ πιθανόν ο Άγιος να ασκήτευσε σε μια από αυτές.


Η μνήμη του τέλος, αναφέρεται και στον Πατμιακό Κώδικα 266.

Άγιες Δέκα Παρθένες

 Οι Άγιες Δέκα Παρθένες μαρτύρησαν στη Νικομήδεια (ίσως επί Μαξιμιανού (286 - 305 μ.Χ.), τότε που πλήθος χριστιανών μαρτύρησε σ' αυτή την πόλη). Αυτές λοιπόν, αφού τις έβγαλαν τα μάτια, κατόπιν έγδαραν το σώμα τους και έτσι παρέδωσαν το πνεύμα τους στον Θεό.

Άγιος Ζωτικός ο Ορφανοτρόφος

 Ο Άγιος Ζωτικός ο Ορφανοτρόφος γεννήθηκε και ανατράφηκε στη Ρώμη, από ευγενή οικογένεια, με πολλή ευλάβεια και παιδεία. Τον στόλιζε πολλή φιλανθρωπία και τον διέκρινε η ειλικρινής προσπάθεια στο να υπηρετεί τον Χριστό, πράττοντας τις εντολές Του. Γι' αυτά του τα χαρίσματα, ο Ζωτικός ήταν πολύ αγαπητός στον Μεγάλο Κωνσταντίνο (330 μ.Χ.), ο οποίος, αφού έκτισε την Κωνσταντινούπολη και την ανέδειξε πρωτεύουσα του κράτους του, προσκάλεσε σ' αυτή τον Ζωτικό με άλλους ευσεβείς άνδρες, για να τους έχει εκεί πολύτιμους εργάτες της χριστιανικής αγάπης. Ο Άγιος Ζωτικός, διακρίθηκε κυρίως στην περιποίηση των λεπρών. Τους οποίους πλησίαζε χωρίς φόβο, δίνοντας σ' αυτούς βοηθήματα και παρηγορούσε τη δυστυχία τους με αδελφική αφοσίωση. Μετά το θάνατο του Μεγάλου Κωνσταντίνου, ο γιος του Κωνστάντιος, ακολούθησε άλλους δρόμους και κακομεταχειρίστηκε τον Ζωτικό. Με αποτέλεσμα ο φιλάνθρωπος αυτός άνδρας, να πεθάνει από τις κακουχίες και τις ταλαιπωρίες. Αλλά ο θάνατός του, κίνησε τη μετάνοια του Κωνσταντίου. Αφού μεταμελήθηκε, τίμησε τη μνήμη του κτίζοντας ένα λεπροκομείο για την περίθαλψη των λεπρών. Και το προίκισε με πολλά κτήματα και εισοδήματα. Από τότε, πολλοί αυτοκράτορες, όπως ο Κωνσταντίνος Ζ' ο Πορφυρογέννητος (945 μ.Χ.), ο Ιωάννης ο Τσιμισκής (963 - 976 μ.Χ.), ο Ρωμανός ο Γ' (1028 - 1034 μ.Χ.), εξασφάλιζαν την καλή λειτουργία του και εξυπηρετούσε πλήθος λεπρών, χάρη στην αρχική φιλανθρωπική ενέργεια του αγίου Ζωτικού.

Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

 


Οσία Μελάνη η Ρωμαία

 Η Οσία Μελάνη η Ρωμαία έζησε στα χρόνια πού βασιλιάς ήταν ο Ονώριος, δεύτερος γιος του Μεγάλου Θεοδοσίου. Οι γονείς της, ευγενείς και πλούσιοι, την πάντρεψαν σε μικρή ηλικία και απέκτησε δύο παιδιά.


Όμως μεγάλες δοκιμασίες την περίμεναν. Την μητρική της καρδιά σπάραξε ο θάνατος των δύο παιδιών της. Μετά από λίγο και εντελώς ξαφνικά, πέθανε ο σύζυγος της. Και για να γεμίσει το πικρό ποτήρι της λύπης, χάνει και τους γονείς της. Οι στιγμές δύσκολες. Ποιος θα την παρηγορήσει; Μα ποιος άλλος; Ο λόγος του Θεού, που λέει: «τη έλπίδι χαίροντες, τη θλίψει υπομένοντες, τη προσευχή προσκαρτεροϋντες» (Προς Ρωμαίους, ιθ' 12). Δηλαδή, η ακλόνητη ελπίδα σας στα μέλλοντα αγαθά, να σας γεμίζει χαρά και να σας ενισχύει για να δείχνετε υπομονή στη θλίψη. Και να επιμένετε στην προσευχή, συνεχίζει ο λόγος του Θεού, από την οποία θα λαμβάνετε σπουδαία βοήθεια στις δύσκολες περιστάσεις της ζωής σας. Έτσι και η Μελάνη, αδιάφορη για τις κοσμικές απολαύσεις, αποσύρθηκε σε ένα εξοχικό της κτήμα, όπου αφοσιώθηκε στη μελέτη και την προσευχή.


Εκεί επίσης καλλιγραφούσε Ιερά βιβλία και τα έδινε να τα διαβάζουν οι πιστοί. Διέθεσε όλη της την περιουσία για την ανακούφιση των φτωχών και ασθενών. Και αφού επισκέφθηκε πολλούς τόπους βοηθώντας τους πάσχοντες, κατέληξε στην Ιερουσαλήμ, όπου και πέθανε από πλευρίτιδα. O δε Σ. Ευστρατιάδης γράφει τα εξής για την Άγια αυτή: «...Αυτή ην επί της βασιλείας Ονωρίου (395 - 423) Ρωμαία πλούσια και εκ γένους περιφανούς και ενδόξου. Συζευχθείσα παρά την θέλησιν αυτής, απεσύρθη μετά τον θάνατον του ανδρός και των δύο αυτής τέκνων εις εν προάστειον της Ρώμης, επιμελουμένη των πτωχών, υποδεχόμενη τους ξένους, επισκεπτόμενη τους εξόριστους και εν φυλακαίς και θεραπεύουσα τους νοσούντας. Μετά την εκποίησιν των κτημάτων αυτής και διανομήν των προσόντων εις μονάς και εκκλησίας, δια της Αφρικής και Αλεξανδρείας κατέλαβε τα Ιεροσόλυμα και ενεκλείσθη εις πενιχρόν κελλίον εκεί έκτισε και μονήν εις ην συνήγαγεν ενενήκοντα παρθένους, εξ ιδίων δια την διατροφήν αυτών δαπανώσα· μικρόν ασθενήσασα εκ πλευρίτιδας, μετέλαβε των αχράντων μυστηρίων εκ των χειρών του επισκόπου Ελευθερουπόλεως και ανεπαύθη εν Κυρίω».



Ἀπολυτίκιον  

Ήχος δ'. Ταχύ προκατάλαβε.

Οσίως ανύσασα, των αρετών την οδόν, τω Λόγω νενύμφευσαι, ω Ανυσία σεμνή, και χαίρουσα ήθλησας, αίγλη δε απαθείας, λαμπρυνθείσα Μελάνη, ήστραψας εν τω κόσμω, αρετών λαμπηδόνας, και νυν ημίν ιλεούσθε, Χριστόν τον Κύριον.


Κοντάκιον

Ήχος δ’. Ο υψωθείς εν τω Σταυρώ.

Καταυγασθείσα την ψυχήν φρυκτωρίαις, του αναλάμψαντος ημίν εκ Παρθένου, εν αρεταίς διέλαμψας Πανεύφημε, πλούτον γάρ σκορπίσασα, επί γην εφθαρμένον, εναπεθησαύρισας, τον ουράνιον πλούτον, και εν ασκήσει έλαμψας φαιδρώς, Όθεν Μελάνη, σε πόθω.

Παρασκευή 30 Δεκεμβρίου 2022

Κάλαντα Χριστουγέννων Πελοπονήσσου

"Λύτρωσιν απέστειλε"

Τα Χριστούγεννα του Τεμπέλη

 Του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη


Στην ταβέρνα του Πατσοπούλου, ενώ ο βορράς εφύσα, και υψηλά εις τα βουνά εχιόνιζεν, ένα πρωί, εμβήκε να πίη ένα ρούμι να ζεσταθή ο μαστρο-Παύλος ο Πισκολέτος, διωγμένος από την γυναίκα του, υβρισμένος από την πενθεράν του, δαρμένος από τον κουνιάδον του, ξορκισμένος από την κυρά-Στρατίναν την σπιτονοικοκυράν του, και φασκελωμένος από τον μικρόν τριετή υιόν του, τον οποίον ο προκομμένος ο θείος του εδίδασκεν επιμελώς, όπως και οι γονείς ακόμη πράττουν εις τα "κατώτερα στρώματα", πως να μουντζώνη, να βρίζη, να βλασφημή και να κατεβάζη κάτω Σταυρούς, Παναγιές, κανδήλια, θυμιατά και κόλλυβα. Κι έπειτα, γράψε αθηναϊκά διηγήματα!


Ο προβλεπτικός ο κάπηλος, δια να έρχωνται ασκανδαλίστως να ψωμίζουν αι καλαί οικοκυράδες, αι γειτόνισσαι, είχε σιμά εις τα βαρέλια και τας φιάλας, προς επίδειξιν μάλλον, ολίγον σάπωνα, κόλλαν, ορύζιον και ζάχαριν, είχε δε και μύλον, δια να κόπτη καφέν. Αλλ' έβλεπέ τις, πρωί και βράδυ, να εξέρχωνται ατημέλητοι και μισοκτενισμένοι γυναίκες, φέρουσαι την μίαν χείρα υπό την πτυχήν της εσθήτος, παρά το ισχίον, και τούτο εσήμαινεν, ότι το οψώνιον δεν ήτο σάπων, ούτε ορύζιον ή ζάχαρις.


'Ηρχετο πολλάκις της ημέρας η γριά - Βασίλω, πτωχή, έρημη και ξένη στα ξένα, ήτις δεν είχε προλήψεις κι έπινε φανερά το ρούμι της. Ήρχετο και η κυρά-Κώσταινα η Κλησάρισσα, ήτις εβοηθούσε το κατά δύναμιν εις την εκκλησίανμ ισταμένη πλησίον του μανουαλίου, δια να κολλά τα κεριά, και όσας πεντάρας έπαιρνε την Κυριακήν, όλας τας έπινε, μετ' ευσυνειδήτου ακριβείας, την Δευτέραν, Τρίτην και Τετάρτην.


Ήρχετο κι η Στρατίνα, νοικοκυρά με δύο σπίτια, οπού εφώναζεν εις την αυλόπορταν, εις τον δρόμον και εις το καπηλείον όλα τα μυστικά της, δηλ. τα μυστικά των άλλων, και μέρος μεν αυτών έμενον εις την αυλήν, μέρος δε έπιπτον εις το καπηλείον, και τα περισσότερα εχύνοντο εις τον δρόμον, κι εξενομάτιζε τον κόσμον, ποία νοικάρισσα της καθυστερεί δύο νοίκια, ποίος οφειλέτης της χρεωστεί τον τόκον, ποία γειτόνισσα της επήρεν ένα είδος, δανεικόν κι αγύριστον.


Ο μαστρο-Δημήτρης ο φραγκορράφτης της εχρωστούσε τρία νοίκια, ο μαστρο-Παύλος ο Πισκολέτος πέντε, και τον μήνα που έτρεχεν, εξ. Η Λενιώ, η κουμπάρα της, της πέρασε δευτέραν υποθήκην με δόλον εις το σπίτι, και τώρα ήτον ανάγκη να τρέχη εις δικηγόρους και συμβολαιογράφους, δια να εξασφαλίση τα δίκαιά της. Η Κατίνα, η ανεψιά της από τον πρώτον άνδρα της, της είχεν αφήσει ένα αμανάτι δια να την δανείση δέκα δραχμάς, και τώρα, ακτά την εκτίμησιν δύο χρυσοχόων, απεδείχθη, ότι το ασημικόν ήτο κάλπικον και δεν ήξιζεν ούτε όσα ήξιζαν  τα δύο φυσέκια με τες σκουριασμένες μπακίρες - που, αφού, κατά την συνήθειάν της (αυτό δεν το έλεγεν, αλλά ήτο γνωστόν), έβγαλεν έξω το γερο-Στρατήν, τον άνδρα της, την κόρην της, την Μαργαρίταν και την εγγονήν της, την Λενούλαν, ήνοιξε την κρύπτην, απέθεσεν εκεί το ενέχυρον, έβγαλε το κομπόδεμα, έλαβε τα φυσέκια, και τα ενεχείρισε με τρόπον, οπού εσήμαινε να τα δώση και να μην τα δώση, κι εφαίνετο ως να εκολλούσαν τα χέρια της, εις την πτωχήν την Κατίναν.


Η Ασημίνα, η παλαιά νοικάρισσά της, τραγουδίστρα το επάγγελμα, όταν εξεκουμπίσθη κι έφυγε, της εχρωστούσε τρία μηνιάτικα και εννέα ημέρας. Και τα μεν έπιπλα, οπού έπρεπε κατά δίκαιον τρόπον να τα εκχωρήση εις την σπιτονοικοκυράν, τα παρέδωκεν εις τον κούκον της, τον τελευταίον αγαπητικόν της, που να τσάκιζε το πόδι της, να μην είχε σώσει ποτέ... Και εις αυτήν δεν έδωκεν άλλο τίποτε, παρά ένα παλιοφυλαχτόν εκεί, λιγδιασμένον, και της είπε μυστηριωδώς, ότι αυτό περιείχε Τίμιον Ξύλον... Σαν εκγρεμοτσακίσθη και έφυγε, το ανοίγει και αυτή εκ περιεργείας, και αντί Τιμίου Ξύλου, τί βλέπει;... κάτι κουρέλια, τρίχες, τούρκικα γράμματα, σκοντάματα, μαγικά, χαμένα πράματα... Τ' ακούτε σεις αυτά;


Εισήλθε, ριγών, ο μαστρο-Παυλάκης και εζήτησεν ένα ρούμι. Το παιδί του καπηλείου, οπού τον ήξευρε καλά, του είπε


-Έχεις πεντάρα;


Ο άνθρωπος έσεισε τους ώμους με τρόπον διφορούμενον.


-Βάλε συ το ρούμι, είπεν.


Πως να έχει πεντάρα; Καλά και τα λεπτά, καλή η δουλειά, καλό και το κρασί, καλή κι η κουβέντα, όλα καλά. Καλλίτερον απ' όλα η ραστώνη, το ντόλστσε φαρ νιένττε των αδελφών Ιταλών. Αν εις αυτόν ανετίθετο να συντάξη τον κανονισμόν της εβδομάδος, θα ώριζε την Κυριακήν δια σχόλην, την Δευτέραν δια χουζούρι, την Τρίτην δια σουλάτσο, την Τετάρτην, Πέμπτην και Παρασκευήν δι εργασίαν, και το Σάββατον δια ξεκούρασμα. Ποιός λέει, ότι αι εορταί είναι πάρα πολλαί δια τους ορθοδόξους Έλληνας, και αι εργάσιμοι είναι πολύ ολίγαι; Αυτά τα λέγουν όσοι δεν έκαμαν ποτέ σωματικήν εργασίαν και ηξεύρουν μόνον δια τους άλλους να θεσμοθετούν.


Ακριβώς την ώραν ταύτην ήλθεν απ' αντικρύ ο Δημήτρης ο φραγκορράφτης, δια να πίη το πρωινόν του. Μόνην παρηγορίαν είχε, να κάμνη αυτά τα συχνά ραξιδάκια, καθώς τα ωνόμαζε. Διέκοπτεν επί πέντε λεπτά την εργασίαν του, δέκα φοράς την ημέραν, και ήρχετο να πίνη ένα κρασί. Έπαιρνεν εργασίαν από τα μαγαζιά και εδούλευεν ως κάλφας εις το δωμάτιόν του.


Εισήλθε και παρήγγειλεν ένα κρασί. Είτα, ιδών τον Παύλον


-Βάλε και του μαστρο-Παυλάκη ένα ρούμι, είπεν.


Ως από Θεού σταλμένος, δια να λύση το ζήτημα της πεντάρας, μεταξύ του πελάτου και του υπηρέτου, εκάθισε πλησίον του Παύλου και ήρχισε τοιαύτην ομιλίαν, η οποία ήτο μεν συνέχεια των ιδίων λογισμών του, εις δε τον Παύλον εφάνη ως συνηγορία υπέρ των ιδικών του παραπόνων.


-Που σκόλη και γιορτή, μαστρο-Παυλέτο, φίλε μου, είπεν ούτε καθισιό, ούτε χουζούρι. Τ' Άη- Νικολάου δουλέψαμε, τ' Άη-Σπυρίδωνα δουλέψαμε, την Κυριακή προχθές δουλέψαμε. Έρχονται Χριστούγεννα, και θαρρώ, πως θα δουλεύουμε, χρονιάρα μέρα...


Ο Παύλος έσεισε την κεφαλήν.


-Θέλω κάτι να πω, αλλά δεν ξέρω για να τα σταμπάρω περί γραμμάτου μαστρο-Δημήτρη μου, είπε. Μου φαίνεται, πως αυτοί οι μαστόροι, αυτοί οι αρχόντοι, αυτή η κοινωνία πολύ κακά έχουνε διωρισμένα τα πράγματα. Αντί να είναι η δουλειά μοιρασμένη ίσια τις καθημερινές, πέφτει μονομιάς και μονομπάντα. Δουλεύουμε βιαστικά τις γιορτάδες, και ύστερα χασομερούμε εβδομάδες και μήνες τις καθημερινές.


-Είναι και η τεμπελιά εις το μέσο, είπε μετά πονηράς αυθαδείας το παιδί του καπηλείου, ωφεληθέν από μίαν στιγμήν, καθ' ην ο αφέντης του είχεν ομιλίαν εις το κατώφλιον της θύρας και δεν ηδύνατο ν' ακούση.


  -Ας είναι, τί να σου κάμη η προκομμάδα και η τεμπελιά; είπεν ο Δημήτρης. Το σωστό είναι, πολλά κεσάτια και ολίγη μαζωμένη δουλειά. Καλά λέει ο μαστρο-Παύλος. Άλλο αν είμαι ακαμάτης εγώ, ας πούμε, ή ο Παύλος, ή ο Πέτρος, ή ο Κώστας ή ο Γκίκας. Εμένα η φαμίλια μου δουλεύει, εγώ δουλεύω, ο γυιός μου δουλεύει, το κορίτσι πάει στη μοδίστρα. Και μ' όλα αυτά, δεν μπορούμε ακόμα να βγάλουμε τα νοίκια της κυρα-Στρατίνας. Δουλεύουμε για την σπιτονοικοκυρά, δουλεύουμε για τον μπακάλη, για τον μανάβη, για τον τσαγκάρη, για τον έμπορο. Η κόρη θέλει το λούσο της ο νέος θέλει το καφενείο του, το ρούχο του, το γλέντι του. Ύστερα, κάμε προκοπή.


-Υγρασία μεγάλη, μαστρο-Δημήτρη, είπεν ο Παυλέτος, αποκρινόμενος εις τους ιδίους στοχασμούς του. Υγρασία κάτω στα μαγαζιά, χαμηλό το μέρος, η δουλειά βαρειά, ρεματισμοί, κρυώματα. Ύστερα κόπιασε, αν αγαπάς, να αργάζης τομάρια. Το δικό μας το τομάρι άργασε πια, άργασε...


-Καλά αργασμένο το δικό σου, μαστρο-Παύλο, αυθαδίασε πάλιν ο υπηρέτης, αινιττόμενος ίσως τας μεταξύ του Παύλου και του γυναικαδέλφου του σκηνάς.


Είτα εισήλθεν ο κάπηλος. Ο μαστρο-Δημήτρης απήλθε, να επαναλάβη την εργασίαν του και η ομιλία έπαυσεν.


Ο μαστρο-Παύλος αφέθη εις τας φαντασίας του. Σάββατον σήμερον, μεθαύριον παραμονή, την άλλην Χριστούγεννα. Να είχε τουλάχιστον λεπτά δια να αγοράση ένα γαλόπουλο, να κάμη και αυτός Χριστούγεννα στο σπίτι του, καθώς όλοι! Μετενόει τώρα πικρώς, διότι δεν επήγε τας τελευταίας ημέρας εις τα βυρσοδεψεία να δουλεύση και να βγάλη ολίγα λεπτά, δια να περάση πτωχικά τας εορτάς. "Υγρασία μεγάλη, χαμηλό το μέρος, η δουλειά βαρειά. Κόπιασε να αργάζης τομάρια! Το σικό μας το τομάρι θέλει άργασμα!"


Είχεν ακούσει τον λαϊκόν μύθον δια τον τεμπέλην, οπού επήγαιναν να τον κρεμάσουν, και όστις συγκατένευσε να ζήση υπό τον όρον να είναι "βρεμένο το παξιμάδι". Εγνώριζε και την άλλην διήγησιν δια το τεμπελχανιό, το οποίον ίδρυσε, λέγουν, ο Μεχμέτ Αλής εις την πατρίδα του Καβάλαν. Εκεί, επειδή το κακόν είχε παραγίνει, ο επιστάτης εσοφίσθη να στρώνη μίαν ψάθαν, επί της οποίας ηνάγκαζε τους αέργους να εξαπλώνωνται. Είτα έβαζε φωτιάν εις την ψάθαν. Όποιος επροτίμα να καή, παρά να σηκωθή από την θέσιν του, ήτο σωστός τεμπέλης και εδικαιούτο να φάγη δωρεάν το πιλάφι. Όποιος εσηκώνετο και έφευγε το πυρ, δεν ήτο σωστός τεμπέλης και έχανε τα δικαιώματα. Τόσοι Βαλλιάνοι, τόσοι Αβέρωφ και Συγγροί, εσκέπτετο ο μαστρο-Παύλος, και κανείς εξ αυτών να μην ιδρύση παραπλήσιόν τι εις τας Αθήνας!


Ο μαστρο-Παυλάκης επεριδιάβασεν ακόμη δύο ημέρας και την άλλην ήτο παραμονή. Το γαλόπουλο δεν έπαυσε να το ονειροπολή και να το ορέγεται. Πώς να το προμηθευτή;


Αφού ενύκτωσε, διωγμένος καθώς ήτον από το σπίτι, απετόλμησε και ήλθεν από ένα πλάγιον δρομίσκον και ήτον έτοιμος να χωθή εις το καπηλείον. Ο νους του ήτο αναποσπάστως προσηλωμένος εις το γαλόπουλο. Θα εχρησίμευε τούτο, εάν το είχε, και ως μέσον συνδιαλλαγής με την γυναίκα του.


Εκεί, καθώς εστράφη να εμβή εις το καπηλείον, βλέπει εν παιδίον της αγοράς, με μίαν κοφίναν επ' ώμων, ήτις εφαίνετο ακριβώς να περικλείη ένα γάλον, αγριολάχανα, πορτοκάλια, ίσως και βούτυρον και άλλα καλά πράγματα, Το παιδίον εκοίταζε δεξιά και αριστερά και εφαίνετο να αναζητή οικίαν τινά. Ήτο έτοιμον να εισέλθη εις το καπηλείον δια να ερωτήση. Έπειτα είδε τον Παύλον και εστράφη προς αυτόν.


-Ξέρεις, πατριώτη, του λόγου σου, που είναι εδώ χάμου το σπίτι του κυρ-Θανάση του Μπελιοπούλου;


-Του κυρ-Θανάση του Μπε...


Αστραπή, ως ιδέα, έλαμψεν εις το πνεύμα του Παύλου.


-Μούπε τον αριθμό και το εξέχασα τώρα γρήγορα έπιασε σπίτι εδώ χάμου, σ' αυτόν το δρόμο... τον είχα μουστερή από πρώτα... μπροστήτερα καθότανε παρά πέρα, στο Γεράνι.


-- Του κυρ-Θανάση του Μπελιοπούλου! αυτοσχεδίασε ο μαστρο-Παύλος να, εδώ είναι το σπίτι του. Να φωνάξης την κυρα-Παύλαινα, μέσα στην κάτω κάμαρα, στο ισόγειο... αυτή είναι η νοικοκυρά του... πως να πώ; είναι η γενειά του... τη έχει λύσε-δέσε, σ' όλα τα πάντα... οικονόμισσα στο νοικοκυριό του... είναι κουνιάδα του... μαθές θέλω να πω, ανιψιά του... φώναξέ την και δώσε της τα ψώνια.


Και βαδίσας ο ίδιος πέντε βήματα, κατά την θύραν της αυλής, έκαμε πως φώναξε


-Κυρά-Παύλαινα, κόπιασ' εδώ να πάρης τα ψώνιαμ που σου στέλλει ο κύριος... ο αφέντης σου. Καλά ήλθαν τα πράγματα έως τώρα. Ο μαστρο-Παυλάκης έτριβε τας χείρας και ησθάνετο εις την ρίνα του την κνίσαν του ψητού κούρκου. Και δεν τον έμελλε τόσον δια τον κούρκον, αλλά θα εφιλιώνετο με τη γυναίκα του. Την νύκτα επέρασεν εις εν ολονύκτιον καφενείον και το πρωί επήγεν εις την εκκλησίαν.


Όλην την ημέραν προσεκολλήθη εις μίαν συντροφιάν, έπειτα εις μίαν άλλην παλαιών γνωρίμων του, εις το καπηλείον, όπου έμεινε τας περισσοτέρας ώρας ανοικτόν, με τα παράθυρα κλεισμένα, και επέρασε με ολίγους μεζέδες και με αρκετά κεράσματα.


Το βράδυ, αφού ενύκτωσε, επήγε με τόλμην από τας πολλάς σπονδάς και από την ενθύμησιν του κούρκου και έκρουε την θύραν της οικογενείας του. Η θύρα ήτο κλεισμένη έσωθεν.'


-Καλησπέρα, κυρα-Παύλαινα, εφώναξεν απ'έξω, χρόνους πολλούς. Πώς πήγε ο γάλος; Βλέπεις, εγώ πάλε;


Ουκ ην φωνή, ουδέ ακρόασις. Όλη η αυλή ήτο ήσυχος. Τα ισόγεια, αι τρώγλαι, τα κοτέτσια της κυρα-Στρατίνας, όλα εκοιμώντο. Ο σκύλος μόνον εγνώρισε τον μαστρο-Παύλον, έγρυξεν ολίγον και πάλιν ησύχασεν.


Υπήρχον εκεί εκτός από το ψυχομέτρι τριων ή τεσσάρων οικογενειών, οπού εκατοικούσαν εις τ' ανήλια δωμάτια, δύο γίδες, δώδεκα όρνιθες, τέσσαρες γάτοι, δύο ινδιάνοι και πολλά ζεύγη περιστερών. Αι δύο γίδες ανεχάραζαν βαθιά εις το σκεπασμένο μανδράκι τους, αι όρνιθες έκλωζον υποκώφως εις το κοτέτσια τους, τα περιστέρια είχαν μαζωχθή εις τους περιστερώνας περίτρομαα από το κυνήγι, οπού ήρχιζον εναντίον των την νύκτα οι γάτοι. Όλοι αυτοί οι μικροί θόρυβοι ήσαν το ροχάλισμα της αυλής κοιμωμένης.


Πάραυτα ηκούσθη κρότος βημάτων εις το σπίτι.


-Έ, μαστρο-Παύλε, είπε πλησιάσασα η κυρα-Στρατίνα, νάχουμε και καλό ρώτημα... Τί γάλος και γαλίζεις και γυαλίζεις και καλό να μούχης, ασίκη μου; Είδαμε κι επάθαμε να σκεπάσουμε το πράμα, να μη προσβαλθή το σπίτι... Εκείνος που ήτον δικός του ο γάλος, ήλθε μεσάνυκτα κι εφώναζε, έκανε το κακό, και μας φοβέριζεν όλους, κι η φαμίλια σου, επειδής τον είχε κόψει το γάλο, μαθές, και τον είχε βάλει στο τσουκάλι, βρέθηκε στα στενά... κλειδώθηκε μες στην κάμαρα, και δεν ήξευρε τι να κάμη... Είπε και ο κουνιάδος σου.. καλό κελεπούρι ήτανε κι αυτό, μαθές... και επέρασεν η φαμίλια σου όλην την ημέραν κλειδομανταλωμένη μέσα, από φόβον μην ξαναέλθη εκείνος πούχε το γάλο και μας φέρη και την αστυνομία... ήτον φόβος να μην προσβαλθή κι εμένα το σπίτι μου. Άλλη φορά, τέτοιαα αστεία να μην τα κάνης, μαστρο-Παυλάκη. Τέτοια προσβολή να λείπη από το σπίτι μου, εμένα, τ' ακουσες;


Ο μαστρο-Παύλος ηρώτησε δειλά


-Τώρα... είναι μέσα η φαμίλια μου;


-Είναι μέσα όλοι τους, κι έχουνε κλειδωμένα καλά, και το φως κατεβασμένο, δια τον φόβο των


Ιουδαίων. Κοίταξε, μη σε νοιώση από πουθενά, κείνος ο σκιάς ο κουνιάδος σου, πάλε...


-Είναι μέσα;


-'Η μέσα είναι, ή όπου είναι έφθασε... να, κάπου ακούω τη φωνή του.


Ηκούσθη, τω όντι, μία φωνή εκεί πλησίον, ήτις δεν υπέσχετο καλά δια τον νυκτερινόν επισκέπτην.


-Έ, μαστρο-Παυλίνε, έλεγε, καλός ήταν ο γάλος...


Ποίος ήτον ο ομιλήσας, άδηλον. Ίσως να ήτο ο μαστρο-Δημήτρης ο γείτων. Δυνατόν να ήτο και ο φοβερός γυναικάδελφος του μαστρο-Παύλου.


-Και να μην πάρω κι εγώ ένα μεζέ; παρεπονέθη ως τόσον ο άνθρωπός μας.


Τι σου χρειάζεται ο μεζές, μαστρο-Παυλάκη μου; επανέλαβεν η Στρατίνα. Τα πράματα είναι πολύ σκούρα. Άφσε τα αυτά. Δουλειά, δουλειά! Η δουλειά βγάζει παλληκάρια. Ό,τι έγινε-έγινε, να πας να δουλέψης, να μου φέρης εμένα τα νοίκια μου. Τ' ακούς;


-Τ' ακούω.


-Φέρε μου εσύ τον παρά, κι εγώ, με όλη τη φτώχεια, την θυσιάζω μια γαλοπούλα και τρώμε.


Ηκούσθη από μέσα βραχνός μορμυρισμός, είτα φωνή μικρού παιδιού είπε


-Την υγειά σου, μάτο-Πάλο, τεμελόκυλο, κακέ πατέλα. Τόνε φάαμε το λάλο. Να πάλε κι εσύ πέντε,


κι άλλε πέντε, δέκα!


Προφανώς ήτον μέσα ο φοβερός ο γυναικάδελφος, και είχε δασκαλέψει το παιδί να τα φωνάζη αυτά.


-Μη στέκεσαι στιγμή, μαστρο-Παυλέτο, είπεν η Στρατίνα το καλό που σου θέλω! Δρόμο τώρα, και μεθαύριο δουλειά, δουλειά!...


Ηκούσθη κρότος, ως να εσηκώθη τις από μέσα, και να επλησίαζε με βαρύ βήμα προς την θύραν.


-Δρόμιο, επανέλαβε μηχανικώς ο Παύλος, συμμορφούμενος εμπράκτως με την λέξιν... δρόμιο και δουλειά!

Θέλω κι εγώ να δω αυτό το φως…

 Ο Χριστός γεννήθηκε απαρατήρητος. Λαθών ετέχθης υπό το σπήλαιον... Έτσι ειπώθηκε χτες σ' ένα τροπάριο της γιορτής. Δεν τον είδαν ούτε οι γραμματείς ούτε οι φαρισαίοι ούτε οι επίσημοι ούτε οι διάσημοι εκείνης της εποχής. Ούτε και η πλειοψηφία. Δεν ήταν άξιοι... Ούτε, όμως, και θα το καταλάβαιναν ακόμα κι αν τον έβλεπαν...


Ο Χριστός γεννήθηκε απαρατήρητος. Στα κρυφά. Στη σιωπή. Στην ησυχία της νυχτιάς...


Στάσου, φίλε. Αφουγκράσου. Τον ακούς; Ακούς το μωρουδίστικο εκείνο θεϊκό χαμόγελο; Μπορείς να δεις το βλέμμα του το θεϊκό; Μέσα στη νύχτα ακούγεται πολύ σιγανά.


Κι εγώ; Εγώ τον ακούω; Ή είμαι απασχολημένος με χίλια άλλα δύο πράγματα; Τον ακούω; Ή μήπως η καρδιά μου είναι ανίκανη να δει πέρα απ' τον εγωισμό μου; Έχω γίνει ένα με την αμαρτία κι η καρδιά μου είναι δυσκίνητη. Είναι παγωμένη σαν την παγωνιά χειμερινής νύχτας.


Μα μπορώ να αλλάξω. Μπορώ, ναι! Μπορώ!


Κοίτα ψηλά τ' αστέρια, ψυχή μου. Κοίτα τα... Και σκέψου πως ανάμεσα σ' αυτά τ' αστέρια φάνηκε κι ένας μεγάλος αστέρας που φώτισε το δρόμο των μάγων. Ανάμεσα σ' όλα αυτά τ' αστέρια που τώρα βλέπεις κάποτε πέρασε κι ένα αστέρι ολόφωτο. Τύλιξε με το γλυκό του, παρηγορητικό φως την Ιουδαία...


Θέλω κι εγώ να δω αυτό το φως. Ναι... Το θέλω...

ΔΟΞΑ ΕΝ ΥΨΙΣΤΟΙΣ ΘΕΩ

 τοῦ π. Μαρτίνου Πέτζολτ


«Ἄγγελοι μετὰ ποιμένων δοξολογοῦσι», ψέλνει ο λαός στην εκκλησία το κοντάκιον των Χριστουγέννων. Και στις εικόνες της γεννήσεως του Χριστού είναι σε πλάγιες σκηνές απεικονισμένοι οι ποιμένες, οι οποίοι κοιτούν ψηλά τους αγγέλους, και πηγαίνουν προς το σπήλαιο. Το σπήλαιο που βρήκε ο Ιωσήφ στη Βηθλεέμ σαν καταφύγιο για την Θεοτόκο, όπως και η φάτνη, ανήκαν σε ποιμένες, καθώς και τα ζώα του σταύλου, το βόδι και το γαïδουράκι, τα οποία όμως δεν αναφέρονται στο Ευαγγέλιο, αλλά στις προφητείες του Ησαΐα (3,3).


Η γέννηση περιγράφεται στο κατά Ματθαίον και κατά Λουκάν Ευαγγέλιον πολύ απλά. Μάλιστα αναφέρεται σε μία φράση μόνο. Στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο αναφέρονται και το φάσκιωμα κι η φάτνη. Συνεχίζοντας όμως προς την επόμενη παράγφαρο των Ευαγγελίων των Χριστουγέννων, οι σκηνές περιγράφονται με περισσότερο χρώμα. Αφιερώνεται πολύ μεγάλο μέρος της διήγησης στους επισκέπτες της φάτνης. Αν και διαφέρουν οι επισκέπτες στους δύο ευαγγελιστές ως προς την ιεραρχική τάξη και την καταγωγή. Ενώ στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον περιγράφονται οι μάγοι από την μακρινή Ανατολή, οι οποίοι οδηγούνται από το μεγάλο αστέρι, στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιον αναφέρονται απλοί ποιμένες της περιοχής οι οποίοι έρχονται προς τη φάτνη. Και στους δύο ευαγγελιστές υπάρχει αλλαγή σκηνής των συμβάντων από το σπήλαιο προς τα χωράφια, ή την πόλη Ιερουσαλήμ. Και με την άφιξη των φιλοξενουμένων, η προσοχή στρέφεται και πάλι προς τη φάτνη.


Στο κατά Λουκάν ευαγγέλιον εμφανιζεται «άγγελος Κυρίου». Σ΄αυτό το σημείο θα σκεφτόταν κανείς τον αγγελιοφόρο του Θεού, τον αρχάγγελο Γαβριήλ, να διαλαλεί τη γέννηση του Σωτήρος, ακολουθούμενος από το μεγάλο πλήθος αγγέλων, οι οποίοι δοξολογούν το Θεό. Πίσω από αυτήν την φαινομενικά απλή διήγηση κρύβεται μεγάλη δραματική και θεολογική πυκνότητα. Όταν κάποιος ο οποίος είναι συνδεδεμένος με την Παλαιά Διαθήκη, ακούει πως η «δόξα Κυρίου περιέλαμψεν αὐτοὺς (τοὺς ποιμένες) καὶ ἐφοβήθησαν φόβον μέγαν» (Λκ 2,9), θα έπρεπε αμέσως να δώσει προσοχή. Γιατί φαίνεται πως οι ποιμένες τρομάζουν περισσότερο από τη «δόξα του Κυρίου» παρά από τον άγγελο, που θα ήταν περισσότερο κατανοητό. Εντυπωσιάζει το ότι οι ποιμένες δεν λαμπρύνονται από τη λάμψη του αγγέλου, ούτε κι από το φώς τού αστέρος της Βηθλεέμ, ή τη λάμψη της φάτνης, αλλά από την ίδια τη δόξα του Κυρίου, η οποία ακτινοβολεί πάνω τους. Η «δόξα του Κυρίου» είναι ειδικός και σταθερός όρος για το Θεό, και αφήνει να θυμηθεί κανείς ένα κεντρικό σημείο της Αγίας Γραφής, τη μεγάλη αποκάλυψη του Θεού στο Σινά. Εκεί η δόξα του Κυρίου διέλαμπε το όρος, όπου ανέβηκε ο Μωυσής για να παραλάβει τις δέκα εντολές (Εξ 24,16). Είναι κατανοητό πως τρομάζουν οι ποιμένες, διότι «τὸ δὲ εἶδος τῆς δόξης Κυρίου ὡσεὶ πῦρ φλέγον ἐπὶ τῆς κορυφῆς τοῦ ὄρους ἐναντίον τῶν υἱῶν Ἰσραήλ» (Εξ 24,17). Δεν είναι τυχαίος ο υπαινιγμός των λόγων αυτών, διότι αυτά τα γεγονότα έχουν σχέση μεταξύ τους. Ο Λόγος του Θεού ο οποίος αποκαλύπτεται στο Σινά, και στη Βηθλεέμ γίνεται ο ίδιος σάρκα, κι έτσι έγινε φανερός στους ανθρώπους. Ο Λόγος είναι η ίδια δόξα του Θεού, ο οποίος δεν μιλάει μόνο μέσα από το Λόγο, αλλά γίνεται άνθρωπος. Κι όπως λέει κι ο ευαγγελιστής Ιωάννης «Ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο» (Ιω 1,14). Έτσι, με τον υπαινιγμό της λάμψης της δόξας του Κυρίου πάνω στους ποιμένες, γίνεται μια σαφή ομολογία πίστεως, χωρίς να χρησιμοποιηθούν θεολογικοί όροι: Εκείνος ο οποίος βρίσκεται στη φάτνη είναι ο ίδιος ο Θεός της αποκαλύψεως, ο Λόγος του Θεού, ο οποίος όχι μόνο μιλά, αλλά έγινε και άνθρωπος.


Ο άγγελος εδώ εξηγεί πως δεν υπάρχει λόγος να φοβηθούν οι ποιμένες. Η δόξα του Θεού δεν είναι φλέγων πύρ, αλλά το παιδίον που βρίσκεται στη φάτνη με φασκιές. Είναι μεγάλη χαρά, κι όχι τρομακτικό γεγονός. Είναι ο ίδιος Κύριος: ο Κύριος στο όρος Σινά είναι κι ο Σωτήρας και Μεσσίας στη φάτνη. «Τοῦτο ὑμῖν το σημεῖον∙ εὑρήσετε βρέφος ἐσπαργανωμένον, κείμενον ἐν φάτνη» (Λκ 2,12). Εδώ διερωτἀται κανείς γιατί το παιδί μέσα στη φάτνη είναι ένα ασύγχυτο και σίγουρο σημείο του Μεσσία. Οι ποιμένες έβλεπαν το βρέφος, αλλά ήταν και ικανοί να καταλάβουν τον προκαθορισμό της Λυτρώσεως και το Θείον μέσα στη φάτνη; Όποιος πίστευε στην Παλαιά Διαθήκη όντως ήταν ικανός να δει και να καταλάβει το σημείο στο σπήλαιον της Βηθλεέμ, ενθυμούμενος τον προφήτη Ησαΐα, γνωρίζοντας πως η λύτρωση αρχίζει με το παιδίον «ὅτι παιδίον ἐγενήθη ἡμῖν, υἱὸς καὶ ἐδόθη ἡμῖν» (Ησ 9,6). Γι’ αυτό κι η εικόνα με την οποία ο ευαγγελιστής Ιωάννης περιγράφει την ενσάρκωση βρίσκεται λίγους στίχους πρωτύτερα στον προφήτη «ὁ λαὸς ὁ πορευόμενος ἐν σκότει, ἴδετε φῶς μέγα∙ οἱ κατοικοῦντες ἐν χώρᾳ καὶ σκιᾷ θανάτου, φῶς λάμψει ἐφ΄ὑμᾶς» (Ησ 9,2). Όταν οι ποιμένες στα χωράφια ξαφνικά διαλάμπονται από τη δόξα του Κυρίου, κι επιπλέον βλέπουν ουράνιο αγγελιοφόρο, κι ύστερα σταθούν μπροστά στο παιδί το οποίο λέγεται πως είναι ο Λυτρωτής και Μεσσίας, τότε γνωρίζουν, πως η προφητεία επαληθεύτηκε, κι η ελπίδα της σωτηρίας πραγματοποιείται. Η επιβεβαίωση όλων αυτών βρίσκεται στον ύμνο του πλήθους των αγγέλων, οι οποίοι επαναλαμβάνουν την ομολογία της δόξης του Κυρίου στη φάτνη της Βηθλεέμ: «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ, καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία.» Με αυτόν τον ύμνο των αγγέλων αρχίζει η δοξολογία.


Πράγματι οι άνθρωποι δεν πρέπει να φοβούνται τη δόξα, αλλά μάλλον να χαίρονται διότι φέρνει την ειρήνη για όλους όσοι δοξολογούν το Θεό και θέλουν να βρίσκονται υπό την ευσπλαχνία και χάρη Του. Οι ποιμένες, τους οποίους συνήθως συνδέει κανείς με ειρήνική εικόνα, ταιριάζουν καλά με την συνάρτηση της ιστορίας της λυτρώσεως. Διότι στην περιοχή τους γεννήθηκε ο Μεσσίας, ο άρχων της ειρήνης, κι εμφανίστηκε η δόξα του Κυρίου, όχι όμως ως τρομακτικό φλέγων πύρ, αλλά ως παιδίον εσπαργανωμένον.

ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΣΗΜΑΙΝΕΙ: ΘΕΑΝΘΡΩΠΟΣ

 Πολλοί άνθρωποι ομιλώντας για τα Χριστούγεννα λέγουν ότι είναι μία ευκαιρία να δούμε τις ανάγκες του συνανθρώπου μας, να σκύψουμε στις πληγές του διπλανού μας και να τον βοηθήσουμε, μιας και «οι ημέρες το απαιτούν».


Χριστούγεννα όμως δεν σημαίνει: άσκηση ελεημοσύνης. Χριστούγεννα δεν σημαίνει παρηγοριά στους πονεμένους και φτωχούς.


Χριστούγεννα σημαίνει: Γέννηση του Χριστού!


Άλλη μία φορά δυστυχώς ο σκοτισμένος λογισμός των ανθρώπων έχει μετατρέψει μία Σωτηριώδη Εορτή σε μία απλή ευκαιρία ελεημοσύνης.


Οι άνθρωποι λοιπόν, οι οποίοι τις πιο πολλές φορές έχουν ξεχάσει καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους τους συνανθρώπους τους, σαν να ξυπνούν από τον λήθαργο της αναισθησίας τους και μέσα στον συναισθηματικό βερμπαλισμό των εορτών προσπαθούν να αναπληρώσουν το χαμένο έδαφος της αδιαφορίας τους. Για να νιώσουν «το πνεύμα των Χριστουγέννων –όπως οι ίδιοι υποστηρίζουν- αρκούνται σε μία φιλανθρωπία, και έπειτα ξαναχώνονται μέσα στην ματαιόδοξη βιωτή τους.


Άνθρωποι της τηλεόρασης, τραγουδιστές, ποδοσφαιριστές, επιχειρηματίες και κάθε είδος διάττοντες αστέρες «συνωστίζονται» για να αποδείξουν ότι έχουν φιλάνθρωπα συναισθήματα, ότι ενδιαφέρονται για τους φτωχούς και τους αρρώστους, για τους ανθρώπους που κοιμούνται χωρίς θέρμανση, για τα παιδάκια που διαβάζουν δίπλα στην ξυλόσομπα κάτω από το φως ενός κεριού. Και δώσ’ του οι έπαινοι, και δώσ’ του οι προβολή, οι φωτογραφίες, οι συνεντεύξεις…και όλα αυτά….από ενδιαφέρον για τους συνανθρώπους, διότι «οι ημέρες το απαιτούν…».


Βεβαίως κανείς δεν μπορεί να πει ότι αυτό που γίνεται είναι κάτι το κακό. Όμως τελικά μήπως είναι άλλη μια φιέστα που χρησιμοποιεί για λόγους προβολής και διαφήμισης τον πόνο και την δυστυχία κάποιων; Μήπως τελικά όλα αυτά που γίνονται αυτές τις όντως ιερές ημέρες είναι μία μεγάλη υποκρισία; Μήπως τελικά η ματαιοδοξία (αν και Χριστούγεννα) θα μασκαρευτεί  σε εκδηλώσεις φιλανθρωπίας;


Διότι ακόμα κι αν όλα αυτά γίνονται γνήσια και μακριά από  ψεύτικους συναισθηματισμούς, τελικά…δεν αρκούν.


Γι’ αυτό και η Εκκλησία, δεν περιμένει αυτές τις ημέρες για να σκύψει πάνω στα προβλήματα του λαού. Η Εκκλησία δεν περιμένει τις εορτές των Χριστουγέννων για να δώσει ένα πιάτο φαΐ, για να πληρώσει το ρεύμα κάποιας οικογένειας, για να αγοράσει πετρέλαιο ή ξύλα για να ζεσταθεί κάποιος ανήμπορος, για να προμηθεύσει με φάρμακα κάποιους αρρώστους.


Η Εκκλησία δεν περιμένει τις εορτές για να επισκεφθεί κάποιους στο νοσοκομείο ή στην φυλακή. Η Εκκλησία δεν περιμένει όπως η ματαιοδοξία των ανθρώπων που περιμένουν τους φωτογράφους για να δώσουν ένα δέμα σε κάποιον άστεγο. Η Εκκλησία εργάζεται σιωπηλά και συνεχώς προσφέροντας ένα απίστευτο κοινωνικό έργο αν και είναι το πάρεργό της.


Η Εκκλησία δεν περιμένει επαίνους. Δεν περιμένει «ευχαριστώ». Γιατί; Διότι η Εκκλησία έχει Αγάπη. Και η αγάπη «ου ζητεί τα εαυτής».


Σε έναν κόσμο όπου ακόμα και η εορτή των Χριστουγέννων, η εορτή της Ταπείνωσης και της άκρας συγκατάβασης έχει εμπορευματοποιηθεί, έρχεται η Εκκλησία του Χριστού με το στόμα των Θεοφόρων Πατέρων της, με το στόμα των Μαρτύρων και των Οσίων της και μας τονίζει:


Χριστούγεννα δεν σημαίνει, φωτάκια, στολισμένα δέντρα, αγορές και παιχνίδια, κάλαντα και χιόνια, γιορτινά τραπέζια ή επανασύνδεση της οικογένειας.


Χριστούγεννα δεν σημαίνει απλά οι μάγοι με τα δώρα ή το φωτεινό άστρο ή η κρύα φάτνη. Χριστούγεννα δεν σημαίνει ότι γεννήθηκε κάποιος σπουδαίος άνθρωπος. Ακόμα, Χριστούγεννα δεν σημαίνει ότι ο άνθρωπος γίνεται Θεός. Έχουμε χάσει το νόημα των Χριστουγέννων, έχουμε χάσει εδώ και καιρό τον προσωπικό μας δρόμο προς της τελείωση.


Όχι, δεν είναι τα Χριστούγεννα κάποιος χοντρός ασπρογέννης με μεγάλη κοιλιά!


Χριστούγεννα σημαίνει: ΘΕΑΝΘΡΩΠΟΣ.


Γι’ αυτό χαιρόμαστε και εορτάζουμε…όχι μόνο αυτές τις ημέρες, αλλά συνεχώς… εδώ και 2000 και πλέον χρόνια.


Ο Χριστιανός ζει συνεχώς μία ζωή προσφοράς και θυσίας, ταπείνωσης και φιλανθρωπίας...δεν περιμένει το τέλος εκάστου έτους για να θυμηθεί ότι είναι άνθρωπος.


Ο Χριστιανός είναι ο όντως Άνθρωπος ο οποίος πλέον έχει την δυνατότητα να γίνει και κατά Χάριν θεάνθρωπος. Διότι ο Θεός μας είναι Θεάνθρωπος…άραγε το έχουμε καταλάβει;


αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος

Λόγος εις το Άχραντον και θείον Γενέθλιον του Μεγάλου Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού και εις το «ότι παιδίον εγεννήθη ημίν».

 ΑΓΙΟΥ ΝΕΟΦΥΤΟΥ ΤΟΥ ΕΓΚΛΕΙΣΤΟΥ


Γνωρίζουμε βεβαίως όλοι, γνωρίζουμε ότι αυτός ο αισθητός ήλιος φωτίζει όλη την υφήλιο, και «δεν υπάρχει κανείς που να μπορεί να κρυφτεί από τη θερμότητα» και την διαυγέστατη λαμπρότητά του. Αλλά πολλές φορές οι ολόλαμπρες ακτίνες του καλύπτονται από σύννεφα και ομίχλη ή από το φύλλωμα των δένδρων, αλλά και πάλι, η πνοή κάποιου ανέμου διαλύει εύκολα το κάλλυμα των συννέφων και την ομίχλη και επιτρέπει στις γεμάτες φως ακτίνες να ξαπλωθούν παντού. Τον νοητό δε «ήλιον της δικαιοσύνης», που προυπήρξε του φυσικού ήλιου, που γεννήθηκε σήμερα με παράδοξο τρόπο από την ανάλαφρη νεφέλη, από την φωτοφόρο και ηλιακή και πάναγνη κοιλιά, καλύπτει ως σύννεφο η «μορφή του δούλου»,… τα βρεφικά σπάργανα και το φτωχικό σπήλαιο, καί ωρισμένα άλλα σύμφωνα με το σχέδιο του Θεού, σύμβολα της φτώχειας και της ταπεινότητας.


Όπως είπαμε προηγουμένως, το φύσημα και η δύναμη του ανέμου διασκορπίζει το κάλλυμμα της ομίχλης και του σύννεφου και φανερώνει καθαρά τις ηλιακές ακτίνες· το ίδιο συμβαίνει και με τον «ήλιον της δικαιοσύνης», τον Θεό και Δεσπότη, που καλύπτεται με σπάργανα και κρύβεται σε σπήλαιο και φάτνη αλόγων ζώων για την πολλή συγκατάβαση και για την υπερβολική αγαθότητα του· το Πανάγιο Πνεύμα που συνεργάστηκε για την πραγματοποίση του μυστηρίου και η ευδοκία (αυτό που αρέσει) του Πατρός παρουσιάζει καθαρά, τον ήλιο και Θεό που κρύβεται στη φάτνη και σπρώχνει όλη την κτίση, ορατή και αόρατη, να τρέξει γρήγορα και να κηρύξει τον «βασιλέα της δόξης» και Δημιουργό των όλων, που κρύβεται σε σπήλαιο και φάτνη περιτυλιγμένος με τα σπάργανα.


Εκεί ήλθαν χωρίς δισταγμό και οι μάγοι από την ανατολή προσφέροντας πολυτελή δώρα προσκυνώντας τον με πίστη. Και όχι μόνον αυτοί, αλλά και άγγελοι κατέβηκαν από τον ουρανό και έψαλλαν μελωδικά πρός τον « εν υψίστοις Θεόν και επί γης ειρηνάρχην» για τη συμφιλίωση του Θεού με τους ανθρώπους, που πραγματοποίησε το θέλημα του Πατρός· του απένειμαν ως Βασιλέα τους την οφειλόμενη επευφημία και απεκάλυψαν πλήρως τον κρυπτόμενο ακόμη Βασιλέα και τον ανάγγειλαν ως «ποιμένα των προβάτων τον μέγαν» στους βοσκούς που ήταν εκεί κοντά. « Γιατί γεννήθηκε» λέει, « για χάρη σας σήμερα Σωτήρας, και αυτός είναι ο Χριστός, ο Κύριος στη πόλη του Δαβίδ. Και για να τον αναγνωρίσετε, τούτο είναι το σημάδι· θα βρείτε ένα βρέφος σπαργανωμένο και ξαπλωμένο μέσα σ’ ένα παχνί (φάτνη)». Όταν τα άκουσαν αυτά «οι βοσκοί είπαν μεταξύ τους: Ας πάμε λοιπόν ως τη Βηθλεέμ και ας δούμε αυτά που έγιναν και που μας έκανε γνωστά ο Κύριος. Τρέχοντας ήρθαν και βρήκαν τη Μαριάμ και τον Ιωσήφ και το βρέφος ξαπλωμένο στη φάτνη. Και όταν τους είδαν, διηγήθηκαν» στο λαό «και γύρισαν πίσω δοξάζοντας και υμνώντας το Θεό για όλα όσα άκουσαν και είδαν όπως τους είχαν ειπωθεί» ( Λουκ. 2, 15-17, 20).


Για ποιον λόγο διαφημίζεται και μεγαλύνεται από τον ουρανό και τη γη αυτός που κρύβεται ως νήπιο σε σπήλαιο και φάτνη; Είναι φανερό ότι αυτό γίνεται για να γίνει γνωστό «σ’ όλη τη κτίση» ότι το βρέφος αυτό εξουσιάζει όλα τα αόρατα και τα όρατα και ότι είναι ο βασιλιάς της δόξας…


«Ότι παιδίον εγεννήθη ημίν», (γιατί γεννήθηκε για χάρη σας ένα παιδί) σήμερα και σπαργανώθηκε, αυτός που σπαργάνωσε παλιά με ομίχλη τη θάλασσα. «Ότι παιδίον εγεννήθη ημίν», του οποίου η αρχή είναι άναρχος και δεν έχει τέλος.


«Ότι παιδίον εγεννήθη ημίν» το οποίο συγκρατεί, σάν δούλους του τα σύμπαντα· γι’ αυτό και σάν δούλοι το υπηρετούν και το επευφημούν και του προσφέρουν δώρα οι μάγοι και το άστρο, οι άγγελοι και οι βοσκοί, το σπήλαιο και η φάτνη, η Παρθένος μητέρα υπερφυώς ( με τρόπο θαυμαστό) και ο μνήστορας Ιωσήφ ο τεχνίτης, που φαινόταν ως πατέρας του δημιουργού των πάντων. Λείπει όμως η παρουσία των μαιών από τον τίμιο εκείνο και παράδοξο και παρθενικό τόκο· γιατί εκεί που υπάρχει μητέρα Παρθένος με την Δύναμη του Υψίστου, δε χρειάζονται μαίες. Αυτά λοιπόν και τα ισότιμα με αυτά φανέρωναν με σαφήνεια την θεαρχία και παντοκρατορία του νεογέννητου παιδιού.


«Ότι παιδίον εγεννήθη ημίν» από την αγία Παρθένο χωρίς πατέρα, αυτό που γεννήθηκε «εκ γαστρός πρό εωσφόρου», προαιωνίως, από τον Πατέρα χωρίς μητέρα.


«Ότι παιδίον εγεννήθη ημίν», κριτής ζώντων και νεκρών.


«Ότι παιδίον εγεννήθη ημίν» και φανέρωσε σήμερα το προαιώνιο μυστήριο, και έτσι ετελείωσε με τον καλλίτερο τρόπο εκείνο που «πολλές φορές και με ποικίλους τρόπους» (πολυμερώς και πολυτρόπως) διέδιδαν από παλιά οι Προφήτες· προέλεγαν δηλαδή ότι «εκ Σιών εξελεύσεται νόμος και λόγος Κυρίου εξ Ιερουσαλήμ» και ότι « ο Θεός από Θαιμάν ήξει» και ότι «εκ Σιών η ευπρέπεια της ωραιότητος αυτού (η ανθρώπινη φύση του)» και ότι «εξελεύσεται ράβδος εκ της ρίζης Ιεσσαί» και τα λοιπά.


«Ότι παιδίον εγεννήθη ημίν», που μυήθηκαν οι μάγοι για τη γέννηση του, οι βασιλείς των Περσών και ήλθαν με δώρα να το προσκυνήσουν με οδηγό το άστρο, αυτούς τους οποίους η Γραφή ονόμασε παλιότερα Σαβαΐτες, λέγοντας· «ότι άνδρες υψηλοί Σαβαΐται διαβήσονται προς σε και προσκυνήσουσι λέγοντες ότι εν σοί ο Θεός εστι και ουκ έστι Θεός πλήν σου». Αυτοί λοιπόν οι άνδρες ήλθαν και τον προσκύνησαν και θεολογώντας του πρόσφεραν δώρα· χρυσάφι επειδή είναι Βασιλιάς, λιβάνι επειδή είναι Θεός και σμύρνα για το άχραντο Πάθος…


«Ότι παιδίον εγεννήθη ημίν» και είναι τώρα ξαπλωμένο στη φάτνη, αυτό που κρατεί στο χέρι του τη σφαίρα της γής και συγκρατεί θεοπρεπώς και με άνεση όλη τη κτίση.


Και για να πώ συγκεφαλαιώνοντας το σπουδαιότερο παραλείποντας τα περισσότερα, «ότι παιδίον εγεννήθη ημίν», που είναι η σωτηρία του κόσμου, η ίαση των νοσημάτων, η εξαφάνιση των δαιμόνων, το καταλυτήριο των ειδωλικών ξοάνων και βωμών, η εξάλειψη των διαβολικών θυσιών και των ακαθάρτων κνισσών, το αιώνιο αλυσοδετήριο της διαβολικής αποστασίας και η αρχή της καθολικής αναστάσεως των νεκρών.


Ποιός είδε ή άκουσε ποτέ παρόμοιο παιδί…


Πώς ο απερίγραπτος Λόγος και Υιός του Θεού Πατρός περιορίστηκε εκούσια μέσα στη μορφή του δούλου; Πώς ο κατά φύση ασώματος ντύθηκε σώμα; Πώς φανερώθηκε αυτός που είναι αθέατος και στούς αγγέλους; Πώς ο δημιουργός των αθανάτων δυνάμεων καταδέχτηκε να φορέσει σάρκα θνητή; Πώς αυτός που έχει τον ασύγκριτο πλούτο της θεότητας και χαρίζει τα πλούσια δώρα έφθασε στην έσχατη φτώχεια; Πράγματι, τι φτωχότερο μπορεί να υπάρξει από τον σταύλο των βοδιών και τη φάτνη και το σπήλαιο; Πώς με παράδοξο τρόπο είδαν τα μάτια μας τον αόρατο; Πώς κατέβηκε στη γή ο Ύψιστος; Πώς αυτός που βρίσκεται πάνω από τους ουρανούς θέλησε να ζήσει μαζί με εμας που βρισκόμαστε κάτω στη γή; Πώς αυτός που περικυκλώνεται από στρατιές λαμπρότατων αγγέλων ήλθε να συναναστραφεί με τους ανθρώπους; Πώς αυτός που φορά σαν ένδυμα το φώς σπαργανώνεται με κουρέλια; Πώς ο υπέρκαθαρος κατέβηκε σε μας που βρισκόμαστε στο λάκκο και τη βρωμιά των καταστροφικών παθών;


Για ποιό λόγο, γιατί έγινε αυτή η ασύλληπτη και μεγάλη συγκατάβαση; Είναι βέβαια φανερό σε όσους θέλουν να ερευνήσουν τη δύναμη του μυστηρίου αλλά και εγώ θα το κάνω σαφές χρησιμοποιώντας μία εικόνα. Όπως κάποιος που έχει πέσει σε πολύ βαθύ και γεμάτο βόρβορο λάκκο δεν μπορεί να βγεί μόνος του από εκεί, αλλά χρειάζεται κάποιο χέρι από πάνω να τόν τραβήξει, κάτι παρόμοιο έπαθε και η φύση μας. Έγινε μεγάλο πτώμα από την πτώση στο βόρβορο της παραβάσεως και της αμαρτίας. Πεσμένη στο λάκκο του Άδη είχε ανάγκη από κάποιο χέρι παντοδύναμο για να την ανασύρει. Και επειδή κανενός συνανθρώπου χέρι δεν μπορούσε να το κάνει αυτό, απλώνεται από πάνω, από τα θεία υψώματα η παντοδύναμη δεσποτική δεξιά πρός τα κάτω, και όχι μόνο τράβηξε από το λάκκο εκείνο αυτούς που είχαν πέσει, αλλά και με τη μεγάλη δόξα και τη δύναμη της συνέτριψε τους αντιπάλους, όπως έχει γραφτεί, και μετέχοντας στη πεσμένη φύση μας θαυματουργικά, την οδήγησε ψηλά στους ουρανούς· και αφού την εκάθισε στο θρόνο εκ δεξιών του Πατρός την αξίωσε να προσκυνείται από όλη την κτίση, και προσκαλώντας εμάς εκεί έλεγε « ει τις εμοί διακονεί, εμοί ακολουθείτω, ίνα όπου ειμί εγώ, εκεί και ο διάκονος ο εμός έσται» ( όποιος θέλει να με υπηρετεί ας ακολουθεί το δικό μου δρόμο, κι όπου είμαι εγώ, εκεί θα είναι κι ο δικός μου υπηρέτης). Το ίδιο συνιστά και ο μακάριος Παύλος: «τα άνω ζητείν, τα άνω φρονείν, ένθα κάθηται Χριστός εκ δεξιών του Θεού Πατρός»…


( Αγίου Νεοφύτου του Εγκλείστου, ΣΥΓΓΡΑΜΜΑΤΑ, τ. Γ΄, Εκδ. Ι.Β.Σ Μ. Αγίου Νεοφύτου, Πάφος 1999, σ. 499 αποσπάσματα).

«Χριστὸς γεννᾶται. δοξάσατε· Χριστὸς ἐξ οὐρανῶν. ἀπαντήσατε»

 (Καταβασία Χριστουγέννων, ὠδὴ α’)


 Πρωτοπρ. Ἀθανασίου Μηνᾶ


 Τὸ παράπονο τοῦ Χριστοῦ μας, ὅπως κατεγράφη στὸ κατὰ Λουκᾶν Εὐαγγέλιον: «Ἄραγε, ὅταν θὰ ἔλθω, θὰ εὕρω τὴν πίστιν ἐπὶ τῆς γῆς;[1]«, πραγματώνεται στὶς ἡμέρες μας.


Μὲ πόνο, ἁγιορείτης γέροντας, πρὶν λίγες ἑβδομάδες τόνισε μὲ νόημα τὰ ἑξῆς:


«Σήμερα, οὔτε τὰ αὐτονόητα δὲν κηρύττουν  καὶ δὲν ὁμολογοῦν, αὐτοὶ ποὺ εἶναι ἐντεταλμένοι ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ ὀφείλουν νὰ τὸ κάνουν. Σίγησαν οἱ πολλοὶ καὶ συμβιβάσθηκαν. Ἀλλά, δόξα σοι ὁ  Θεός, ποὺ στὶς ἔσχατες ἡμέρες μας, ἀναδεικνύει κάποιους  ὁ  Θεός, οἱ ὁποῖοι, εὑρισκόμενοι στὴν πρώτη γραμμὴ τοῦ  πυρός, ὁμολογοῦν τὰ αὐτονόητα πάσῃ θυσίᾳ.


Ὡς καλοὶ ἀθλητὲς τοῦ Χριστοῦ, ἐφαρμόζουν πρῶτα οἱ ἴδιοι καὶ μετὰ διδάσκουν καὶ τούς ἄλλους τρεῖς βασικὲς ἐντολές Του:


1) «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αὐτοὺς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν…»(Ματθ.κη’,19-20),


 2)»ὁ πιστεύσας καὶ βαπτισθεὶς σωθήσεται, ὁ δὲ ἀπιστήσας κατακριθήσεται.»(Μάρκ., ιστ’,16), καὶ


 3) «…ἐὰν μὴ τίς γεννηθῇ ἐξ ὕδατος καὶ Πνεύματος, οὐ δύναται εἰσελθεῖν εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ.» (Ἰωάν.γ’, 5). »


Οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι εἶναι οἱ πρῶτοι ποὺ κατενόησαν σὲ ὅλο τὸ βάθος καὶ τὸ πλάτος τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ Ἰησοῦ. Στὴ συνέχεια ἀγωνίσθηκαν καὶ θυσιάστηκαν εἰς τέλος, δίνοντας τὸ παράδειγμα πρὸς μίμησιν γιὰ ὅλους, ἀλλὰ ἰδιαιτέρως γιὰ τοὺς Ἱερεῖς τοῦ  Ὑψίστου.Ἄς δοῦμε προσεκτικότερα τὴν ἀπολογία τοῦ Ἀποστόλου Παύλου ἐνώπιον τοῦ βασιλέως Ἀγρίππα:


«…Ἐγὼ δὲ εἶπον. Ποιὸς εἶσαι, Κύριε; Καὶ ἐκεῖνος εἶπεν. Ἐγὼ εἶμαι ὁ Ἰησοῦς, τὸν ὁποῖον ἐσὺ διώκεις. Ἀλλὰ σήκω καὶ στάσου ἐπὶ τοὺς πόδας σου, ἐπειδὴ διὰ τοῦτο ἐφάνην εἰς σέ, διὰ νὰ σὲ καταστήσω ὑπηρέτην καὶ μάρτυρα καὶ ὅσων εἶδες καὶ περὶ ὅσων θέλω φανερώση εἰς σέ, ἐκλέγων σὲ ἐκ τοῦ λαοῦ καὶ τῶν ἐθνῶν, εἰς τὰ ὁποῖα τώρα σὲ ἀποστέλλω διὰ νὰ  ἀνοίξῃς τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτῶν, ὥστε νὰ  ἐπιστρέψωσιν ἀπὸ  τοῦ σκότους εἰς τὸ φῶς καὶ ἀπὸ τῆς ἐξουσίας τοῦ Σατανᾶ  πρὸς τὸν Θεόν, διὰ  νὰ λάβωσιν ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καὶ κληρονομίαν μεταξὺ τῶν ἡγιασμένων διὰ τῆς εἰς ἐμὲ πίστεως. Ὅθεν, βασιλεῦ Ἀγρίππα δὲν ἔγινα ἀπειθὴς εἰς τὴν


Οὐράνιον   ὀπτασίαν, ἀλλ᾿  ἐκήρυττον πρῶτον εἰς τοὺς ἐν  Δαμασκῷ  καὶ Ἱεροσολύμοις καὶ εἰς πᾶσαν  τὴν γῆν τῆς Ἰουδαίας, καὶ ἔπειτα εἰς τὰ ἔθνη, νὰ  μετανοῶσι καὶ νὰ ἐπιστρεφῶσιν εἰς  τὸν Θεόν, πράττοντες ἔργα ἄξια τῆς μετανοίας».(Πράξ., κστ’,15-20).


Ἂς δοῦμε ἐπιπλέον τί λέει ὁ Πρωτοκορυφαῖος Ἀπόστολος Πέτρος στὴν Καθολικὴ Β΄Ἐπιστολή: «Διὸ οὐκ ἀμελήσω ἀεὶ ὑμᾶς ὑπομιμνήσκειν περὶ τούτων, καίπερ εἰδὸτας καὶ ἐστηριγμένους ἐν τῇ παρούσῃ ἀληθείᾳ. δίκαιον δὲ ἡγοῦμαι, ἐφ᾿ ὅσον εἰμὶ ἐν τούτῳ  τῷ σκηνώματι, διεγείρειν ὑμᾶς ἐν ὑπομνήσει…» (Β’Πέτρου, α’, 12-13).  


Ἐδῶ διακρίνουμε τὴν ἀγωνία, τὸν πόθο, τὴ λαχτάρα καὶ τὴν ἀνάγκη, ποὺ  ἔκλειναν στὶς καρδιὲς τους οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι, γιὰ τὸν εὐαγγελισμὸ τῶν ἀνθρώπων καὶ αὐτὸ τὸ ἔπρατταν σὲ δύσκολες συνθῆκες, μὲ συνεχῆ κίνδυνο τῆς ζωῆς τους. “…ἕνεκά Σου θανατούμεθα ὅλην τὴν ἡμέραν, ἐλογίσθημεν ὡς πρόβατα σφαγῆς” (Ρωμ.η’, 36).


Ἀλήθεια, ὕστερα ἀπ’ αὐτὰ  ποὺ ἔκαναν ὅλοι οἱ ἅγιοι, ποῦ βρισκόμαστε ἐμεῖς; Πόσοι θὰ βρεθοῦμε ἀναπολόγητοι κατὰ τὴν ὥρα καὶ ἡμέρα τῆς Κρίσεως, ποὺ ὄντως θὰ γίνει μὲ τὴν ἔλευση τοῦ Μεσσίου Χριστοῦ; Τότε τὸ αἷμα τῶν ψυχῶν τῶν ἀπωλεσθέντων ἀνθρώπων θὰ ζητήσει τὸ λόγο ἀπὸ τὰ χέρια ἐκείνων ποὺ συμβιβάσθηκαν καὶ δὲν ὁμολόγησαν ἐνώπιον ἡγεμόνων, βασιλέων καὶ ἀνθρώπων τὸν Χριστόν, ὡς Μοναδικὸν Σωτήρα καὶ Λυτρωτὴ καὶ τὴν Ἁγία Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν Του, ὡς τὴν μοναδικὴ κιβωτὸ τῆς σωτηρίας.


Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἶναι Ἄκτιστος καὶ Αἰώνιος, ἔχει δὲ κεφαλὴν τὸν Μεσσίαν Ἰησοῦν, τὸν Θεάνθρωπον, καὶ μέλη της ὅλους τοὺς ἀπ’ αἰῶνος Ἁγίους, ποὺ ὁ Τριαδικὸς Θεὸς τοὺς γνωρίζει ἀϊδίως μὲ τὰ ὀνόματά τους καὶ ὄχι μὲ ἀριθμούς. Εἶναι, λοιπόν, μεγάλη ἡ βλασφημία ὅταν δεχόμεθα καὶ διαδίδουμε συγκριτιστικὲς σκέψεις, συγκρίνοντας τὴ μοναδικὴ Οὐράνια Θρησκεία τῆς Θείας Ἀποκαλύψεως, τὴν Ὀρθοδοξία, μὲ ὅλα τὰ ἀνθρώπινα κατασκευάσματα, εἴτε αὐτὰ εἶναι θρησκεῖες, ἀκόμη καὶ μονοθεϊστικές, ὡς διατείνονται κάποιοι κατὰ κόρον, εἴτε αἱρέσεις.


Δὲν ἀλλάζει ἁπλὰ τὸ ὄνομα τοῦ ἑνὸς μοναδικοῦ Θεοῦ. Πρόκειται γιὰ ἑτέρους θεούς, ὅταν ἀναφερόμαστε σὲ θεοὺς ἄλλων θρησκειῶν. Πρόκειται, γιὰ νὰ μιλᾶμε ξεκάθαρα, γιὰ δαίμονες ποὺ ὑποδύονται τὸν ρόλο τοῦ Θεοῦ καὶ διδάσκουν ξένες διδασκαλίες καὶ φιλοσοφίες, ἄσχετες μὲ αὐτὲς τοῦ Εὐαγγελίου. «Πάντες οἱ Θεοὶ τῶν Ἐθνῶν δαιμόνια.»     (Ψαλμ.95, στίχος 5)


Ἀλήθεια, γνωρίζουμε πόσοι Ἅγιοι Πατέρες μας προσπάθησαν κατὰ καιροὺς νὰ ἐπαναφέρουν ἀλλόθρησκους ἢ αἱρετικοὺς στὸν εὐθὺ δρόμο τοῦ Θεοῦ καὶ ἔκλαψαν μπροστὰ στὸ  πεῖσμα καὶ στὴν πλάνη τους περνώντας πολλὲς φορὲς καὶ  ἀπὸ βασανιστήρια; Ἰδοὺ ὀλίγοι ἀπὸ αὐτούς: ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, ὁ Μέγας Φώτιος, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ὁ Ἅγιος Μάρκος ὁ Εὐγενικός, ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ὁ Παπουλάκος, ὁ Ἅγιος Νεκτάριος. Ἀλλὰ καὶ οἱ σύγχρονοι Ἅγιοί μας καὶ Πατέρες μας, Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης, Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης, Ἐφραὶμ ὁ Κατουνακιώτης, μὲ πόνο καὶ ἀγάπη, μίλησαν, ἔγραψαν καὶ κήρυξαν πανταχοῦ, ὅτι ἔξω ἀπὸ τὴν Ὀρθοδοξία ὑπάρχει μόνον σκοτάδι, μπέρδεμα καὶ πλάνη. Καὶ εἶπαν εὐθαρσῶς ὅτι τὸ Ὀρθόδοξον Πνεῦμα εἶναι τὸ μόνον Ἀληθές, Δημιουργικόν, Συνεκτικὸν καὶ Σωστικόν, Αὐτὸ ποὺ χαρίζει τὴν Ἄκτιστον Τριαδικὴν Χάριν καὶ μεταπλάθει τοὺς πιστούς, καθιστώντας τους Ἁγίους καὶ μέλη τίμια τοῦ Σώματος τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ.


Ἂν μὲ ταπείνωση ἄνοιγαν τὰ μάτια τῆς ψυχῆς τους ὅλοι οἱ ἐκτὸς Ὀρθοδοξίας, εἴτε ἀλλόθρησκοι εἴτε αἱρετικοί, θὰ διέκριναν τὴν Ἀλήθεια, τοῦ λόγου τὸ ἀληθές. Διότι ὁ Θεὸς ποὺ ἀγαπάει ὅλους καὶ θέλει πάντας ἀνθρώπους σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν, εὐεργετεῖ καθημερινὰ καὶ  ἀλλόθρησκους καὶ πλανεμένους, δίδοντας εὐκαιρίες μετανοίας σὲ ὅλους. Ἀλλὰ καὶ ὅτι κατὰ τὴν ὥρα τῆς Κρίσεως νὰ ὑπάρχει  ἀπόλυτη δικαιοσύνη, δηλαδὴ ὅτι ἄκουσαν τὸν λόγον καὶ πῆραν θέση εἴτε ὑπὲρ εἴτε ἐναντίον.


Εἶναι τοῖς πᾶσι γνωστόν: ὁ Ἅγιος Γεώργιος στὴ Λύδδα, ἐπιτελεῖ θαύματα σὲ ἀλλόθρησκους μὲ ἀποτέλεσμα, μετὰ ἀπὸ τὰ θαυμαστὰ σημεῖα καὶ τὴν εὐεργεσία, πολλοὶ ἀπὸ αὐτοὺς πίστεψαν, ἐβαπτίσθησαν καὶ κάποιοι ἔφθασαν ἀκόμη καὶ στὸ μαρτύριο. Ἀλλὰ καὶ πολλοὶ αἱρετικοί, παπικοὶ καὶ προτεστάντες, δέχθηκαν εὐεργεσίες, μετενόησαν καὶ ἀφοῦ πρῶτα ἀρνήθηκαν τὴν πλάνη τους, στὴ συνέχεια ἐβαπτίσθησαν Ὀρθόδοξοι.Εἶναι ἀξιοσημείωτο τὸ γεγονὸς τῆς σωτηρίας τῆς πόλεως τοῦ Ὀρχομενοῦ ἀπὸ τὴν Παναγία μας, θαῦμα ποὺ ὁμολόγησε ὁ ἴδιος ὁ ἀρχηγὸς τῆς γερμανικῆς φάλαγγας Χόφμαν, ὅταν εἶδε τὴν σώτειρα τοῦ ἔθνους μας  Ἀειπάρθενον Θεοτόκον Μαρία νὰ στέκεται μπροστὰ στὰ γερμανικὰ τάνκς ἐμποδίζοντας τὴν προέλασή τους πρὸς τὴν πόλη.(10 Σεπτεμβρίου 1943), ὅπως ἐπίσης καὶ ἡ διάσωση τῶν Φιλιατρῶν ἀπὸ τὸν Ἅγιο Χαράλαμπο (19 Ἰουλίου 1944).


Ἀλλὰ καὶ ἀπὸ ἐκείνους ποὺ βεβήλωσαν τὴν Διαθήκη τοῦ Μεσσίου Ἰησοῦ καὶ ἀρνήθηκαν τὸν Ἀληθινὸν Πατέρα τοῦ Ἀβραὰμ καὶ δέχθηκαν ἕτερο «πατέρα» τὸν σατανά[2], πολλοί, βλέποντες διαχρονικὰ τὰ θαυμαστὰ ποὺ συμβαίνουν στὸν Πανάγιο Τάφο, ὁμολόγησαν τὴν Ὀρθοδοξία καὶ πίστεψαν  ἱκανοὶ τὸν ἀριθμό.  Ὄντως, μεγάλη ἡ εὐλογία!!!


Σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ στοὺς παπικοὺς καὶ στοὺς προτεστάντες, ποὺ  ἀκόμη καὶ σήμερα προπαγανδίζουν τὸ πρωτεῖο ἐξουσίας καὶ τὸ ἀλάθητο καὶ ὅτι εἶναι δῆθεν ἐκκλησία, ἂς ἐρμηνεύσουν μὲ πνεῦμα ταπεινώσεως, τὴν στάση καὶ τὸ ἤθος τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου, ὅταν ἐβάπτισε τὸν Κορνήλιο, πῶς ἀπολογήθηκε μὲ πνεῦμα μαθητείας καὶ ἰσότητος πρὸς τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας τῶν Ἱεροσολύμων, ὅταν τοῦ ζητήθηκαν ἐξηγήσεις: « ἀρξάμενος δὲ ὁ Πέτρος ἐξετίθετο αὐτοῖς καθεξῆς λέγων·… ἐμνήσθην δὲ τοῦ ῥήματος Κυρίου ὡς ἔλεγεν· Ἰωάννης μὲν ἐβάπτισεν ὕδατι, ὑμεῖς δὲ βαπτισθήσεσθε ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ.εἰ οὖν τὴν ἴσην δωρεὰν ἔδωκεν αὐτοῖς ὁ Θεὸς ὡς καὶ ἡμῖν, πιστεύσασιν ἐπὶ τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, ἐγὼ δὲ τίς ἤμην δυνατὸς κωλῦσαι τὸν Θεόν; ἀκούσαντες δὲ ταῦτα ἡσύχασαν καὶ ἐδόξαζον τὸν Θεὸν…» (Πράξ. ια’, 1-18). Ὅντως τὸ γεγονὸς αὐτὸ εἶναι θαυμαστὸν, γιατὶ ἐκεῖ διακρίνουμε καθαρὰ τὸ μεγαλεῖο τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ.


Ὅπως, ἐπίσης, καὶ τίνι τρόπῳ δέχθηκε τὴν ἐπίπληξη τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ὅταν ὁ τελευταῖος διέγνωσε ἴχνη ὑποκρισίας στὴ στάση τοῦ Πρωτοκορυφαίου: « Ὅτε δὲ ἦλθε Πέτρος εἰς Ἀντιόχειαν, κατὰ πρόσωπον αὐτῷ ἀντέστην, ὅτι κατεγνωσμένος ἦν. πρὸ τοῦ γὰρ ἐλθεῖν τινας ἀπὸ Ἰακώβου μετὰ τῶν ἐθνῶν συνήσθιεν· ὅτε δὲ ἦλθον, ὑπέστελλε καὶ ἀφώριζεν ἑαυτόν, φοβούμενος τοὺς ἐκ περιτομῆς. καὶ συνυπεκρίθησαν αὐτῷ καὶ οἱ λοιποὶ Ἰουδαῖοι, ὥστε καὶ Βαρνάβας συναπήχθη αὐτῶν τῇ ὑποκρίσει. ἀλλ’ ὅτε εἶδον ὅτι οὐκ ὀρθοποδοῦσι πρὸς τὴν ἀλήθειαν τοῦ εὐαγγελίου, εἶπον τῷ Πέτρῳ ἔμπροσθεν πάντων· εἰ σὺ Ἰουδαῖος ὑπάρχων ἐθνικῶς ζῇς καὶ οὐκ ἰουδαϊκῶς, τί τὰ ἔθνη ἀναγκάζεις ἰουδαΐζειν; » (Γαλ.β΄, 11-14).


Ἀλλὰ καὶ στὴν πρώτη Ἀποστολικὴ Σύνοδο, ὁ ἐπίσκοπος Ἱεροσολύμων εἶπε τὸν τελευταῖο λόγο, σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ στὴν ἐπιστολὴ ποὺ ἐστάλη στὶς ἐκκλησίες.(Πράξ.ιε΄, 13-20).


Ἀπὸ τὰ παραπάνω φαίνεται καθαρὰ πόσο ἀνόητο καὶ βλάσφημο εἶναι νὰ ἰσχυρίζεται οἱοσδήποτε ἄνθρωπος ἐπὶ τῆς γῆς ὅτι κατέχει τὸ πρωτεῖο ἐξουσίας καὶ τὸ ἀλάθητο στὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Σὲ ὅ,τι δὲ ἀφορᾶ  στὴν πλάνη τοῦ φιλιόκβε, ἂς μελετήσουν τὸ λόγο τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ ποὺ εἶπε  ὅτι μόνον ἀπὸ τὸν Πατέρα ἐκπορεύεται ὁ Παράκλητος (Ἰωάν., ιε΄, 26).


Ἄς συνέλθουμε, λοιπόν, ἀδελφοί μου καὶ οἱ ἐγγὺς καὶ οἱ μακράν. Ἐσχάτη  ὥρα  ἐστι. Πολὺς ὁ πόνος, τὸ αἷμα καὶ  ἡ δυστυχία σὲ ὅλο τὸν πλανήτη ἐξαιτίας τῆς ἀποστασίας. Ὁ γλυκύτατος Ἰησοῦς, ὁ Μεσσίας, μὲ ἀνοιχτές τὶς ἀγκάλες ἀναμένει τὴν ἐπιστροφὴ ὅλων καὶ τὴ μετάνοιά μας. Στὸν φρικτὸ Γολγοθὰ ἔδωσε τὸ αἷμα Του γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας καὶ λίγο πιὸ πέρα στὸν κῆπο (στὸν Πανάγιο Τάφο) ἀναστήθηκε γιὰ τὴν δικαίωσή μας. Ἑκατομμύρια ἄνθρωποι κάθε χρόνο προσκυνοῦν τὸν Φρικτὸ Γολγοθὰ καὶ τὸν Πανάγιο Τάφο. Ἄς γινόταν ὅλοι αὐτοί, ἀφοῦ πιστέψουν στὸν Ἰησοῦ, νὰ βαπτιστοῦν ὀρθοδόξως καὶ νὰ τύχουν τῆς Σωτηρίας…Τί χαρά, εἰρήνη καὶ ἀγαλλίαση!!!


 Ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ καὶ ὁ υἱὸς τῆς Παρθένου, ὁ Θεάνθρωπος Μεσσίας, μὲ πολὺ ἀγάπη καὶ σεβασμὸ στὴν προσωπική μας ἐλευθερία, ἀναμένει νὰ ἀνοίξουμε τὶς καρδιές μας γιὰ νὰ φανερώσει σὲ ὅλους τὸ ἀπ᾿  αἰῶνος μυστήριο τῆς σωτηρίας μας. “Σήμερον τῆς σωτηρίας ἡμῶν τὸ κεφάλαιον, καὶ τοῦ ἀπ᾿ αἰῶνος μυστηρίου ἡ  φανέρωσις. ὁ  Υἱὸς τοῦ Θεοῦ  υἱὸς τῆς Παρθένου γίνεται.“(Ἀπολυτίκιον τοῦ Εὐαγγελισμοῦ).


 Τότε καὶ μόνον τότε, σ’ αὐτὴν τὴν ἑνότητα τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως καὶ στὴν κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὡς μία ποίμνη μὲ Ἕναν Ποιμένα, τὸν Χριστό μας, ἡ γῆ σιγὰ-σιγὰ θὰ καταστεῖ ἐπίγειος παράδεισος, ἀφοῦ ὅλοι θὰ νοιώθουμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον ἀδελφό μας καὶ θὰ βαστάζουμε ὁ ἕνας τὰ  βάρη τοῦ ἄλλου ὡς μέλη τοῦ ἰδίου Σώματος, ὥστε  ὁ κοινὸς Πατέρας μας, ὁ Δημιουργὸς Τριαδικὸς Θεός, καὶ  ὁ Σωτήρας μας Μεσσίας Ἰησοῦς Χριστός, θὰ δέχονται ἔτι καὶ ἔτι τὸ πανηγύρι τῶν ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων, ποὺ ἀκαταπαύστως γίνεται στὸν οὐρανό, ἐξαιτίας τῆς σωτηρίας τῶν ἐπὶ γῆς ἀδελφῶν τους ἀνθρώπων δηλαδὴ ὅλων ἡμῶν.


 Γένοιτο Κύριε. Ἀμήν.  

Συνοδοιπόροι με τους σοφούς μάγους της ανατολής Προσκυνητές του θαύματος στη Βηθλεέμ

 Στα μεγάλα και σπουδαία γεγονότα που εορτάζουμε τα Χριστούγεννα, ανάμεσα σ’ εκείνους που από τους πρώτους αξιώθηκαν να προσκυνήσουν το θείο Βρέφος, μετά την Μητέρα του Υπεραγία Θεοτόκο, μετά τον μνήστορα Ιωσήφ, τον προστάτη της Μητέρας και του Βρέφους, μετά τους απλοϊκούς ποιμένες που έβοσκαν τα πρόβατά τους στα περίχωρα της Βηθλεέμ, έρχονται στον νεογέννητο Κύριο, ως εκπρόσωποι όλης της ανθρωπότητος, που μέσα από τους αιώνες προσδοκά τον εναθρωπήσαντα Σωτήρα, οι σοφοί Μάγοι εξ Ανατολών.












Οι Μάγοι αναφέρονται στη διήγηση του ευαγγελιστή Ματθαίου, στο β΄κεφάλαιο του ευαγγελίου του. Πολλές και ενδιαφέρουσες επιστημονικές θεωρίες ανεπτύχθησαν, ήδη από τους πρώτους μεταχριστιανικούς αιώνες, γύρω από το γεγονός της προσκυνήσεως των Μάγων, οι οποίοι διήνυσαν μία πολύ μεγάλη απόσταση, χρονοβόρα, με πολλούς κινδύνους και περιπέτειες.




Στη Δύση η λέξη «μάγος» χρησιμοποιήθηκε πάντοτε με κακή και αρνητική σημασία, δηλώνοντας τον απατεώνα και τον αγύρτη, ή τον άνθρωπο που συμμάχησε με τον διάβολο και με σατανικούς κυριολεκτικά τρόπους προσπαθεί να επιφέρει κακό και συμφορά στους συνανθρώπους του. Στην Ανατολή η λέξη «μάγος» δεν είχε πάντα κακή σημασία. Κατά τον μεγάλο ιστορικό της αρχαιότητος Ηρόδοτο οι μάγοι ήσαν ιδιαίτερο ιερατικό γένος των Μήδων και αργότερα των Περσών. Ο Ζωροάστρης και ο Ναβουχοδονόσωρ τους αναγνωρίζουν και τους τιμούν. Κατά μία ερμηνεία η λέξη «μάγος» ενδεχομένως προέρχεται από την ιρανική λέξη «magus» ή από την ασσυριακή διάλεκτο ή ακόμη και να είναι ελληνική και να πρόκειται για παραφθορά της λέξης «μέγας». Στην Ανατολή –και κατά την αρχαιότητα- η λέξη σημαίνει πολλά και διαφορετικά, σημαίνει τον σοφό, τον διδάσκαλο, τον ιατρό, τον μελετητή των ιερών γραφών αλλά και των φαινομένων της κτίσης, τον αστρονόμο μελετητή του ουρανού, τον γνώστη των θρησκευτικών και φιλοσοφικών επιστημών, στην παρακμή του σημαίνει ακόμη και τον μάντη, τον ασχολούμενο με αποκρυφιστικές τέχνες ή τον ερμηνευτή των ονείρων.




Τι από όλα αυτά ήσαν οι μάγοι του ευαγγελίου; Πρόκειται για σοφούς και έμπειρους αστρονόμους της Ανατολής, που μελέτησαν τους χρησμούς και τις προφητείες του προχριστιανικού κόσμου, και οδηγηθέντες από την υπερφυσική λάμψη του αστέρα έρχονται να προσκυνήσουν «τον τεχθέντα βασιλέα». Κατά τον φιλόσοφο και μάρτυρα Ιουστίνο ήσαν σοφοί αστρονόμοι και προέρχονταν από την Αραβία. Κατά τον Ωριγένη προέρχονται από τη Χαλδαία (την άποψη αυτή ενστερνίζεται ο ποιητής του Ακαθίστου Ύμνου: «Ίδον παίδες Χαλδαίων, εν χερσί της Παρθένου, τον πλάσαντα χειρί τους ανθρώπους...»). Κατά τον ιερό Χρυσόστομο προέρχονται από την Περσία (τα παιδιά θα μας πουν σε λίγες μέρες στα κάλαντα: «εκ της Περσίας έρχονται τρεις μάγοι με τα δώρα»). Άλλοι εκκλησιαστικοί συγγραφείς θεωρούν πως πρόκειται για βαβυλώνιους ιερείς, οι οποίοι ασχολούνται με την κίνηση των αστέρων. Ο Τερτυλλιανός αναφέρει ότι είναι και βασιλείς στην περιοχή τους. Εκείνο που θεωρείται βέβαιο είναι πως πρόκειται για εθνικούς, δηλ. δεν είναι Ιουδαίοι (γι’ αυτό και ρωτούν: «Πού εστιν ο τεχθείς βασιλεύς των Ιουδαίων;»).




Ο Χριστός είναι, κατά την προσφιλή έκφραση του βιβλίου της Γενέσεως, «η προσδοκία των εθνών». Η νοσταλγία των ανθρώπων για τη σωτηρία είναι έντονη σε κάθε εποχή, σε κάθε γεωγραφικό πλάτος. Ο Θεός δεν άφησε τον άνθρωπο «καταποθήναι τη απωλεία», αλλά επέτρεψε να φανούν ψήγματα της χριστονοσταλγικής προσμονής σε όλους σχεδόν τους αρχαίους λαούς. Οι βαβυλώνιοι πιστεύουν ότι σε χώρα που βρίσκεται δυτικά από τη δική τους θα εμφανιστεί ένας Θεός ως άνθρωπος, που θα φέρει στον κόσμο τη δικαιοσύνη και τη χαρά. Οι μήδοι και οι πέρσες μελετούν στα ιερά κείμενα τους «Αβέστα» πως θα γεννηθεί θεός και άνθρωπος από παρθένο και την έλευση του θα αναγγείλει το δικό του υπέρλαμπρο αστέρι. Παρόμοια προσδοκία μπορούμε να συναντήσουμε στους έλληνες, τους κινέζους, τους κέλτες, τους ρωμαίους, τους βουδιστές και τους ινδούς, εξαιρετικά δε στους ισραηλίτες και στις προφητείς της Παλαιάς Διαθήκης.




Οι χρησμοί και οι προφητείς συγκλίνουν πως έφθασε το πλήρωμα του χρόνου. Οι πλέον μορφωμένοι και σοφοί του λαού το γνωρίζουν αυτό. Και οι μάγοι του Ευαγγελίου, έχοντας σαφείς ενδείξεις, για το πρόσωπο, τον τόπο και τον χρόνο, ξεκινούν το περιπετειώδες ταξίδι τους... Φαίνεται δε πως στην ίδια ακριβώς περίοδο και άλλοι «μάγοι», μελετητές των διαφόρων θρησκευτικών παραδόσεων, αναζητούν τον σωτήρα του κόσμου. Δεν έρχονται όμως όλοι στην Παλαιστίνη. Κατά τον ρωμαίο ιστορικό Σουετώνιο κάποιος Τιριδάτης με τους μάγους του -από λανθασμένους υπολογισμούς- φθάνουν στη Νάπολη της Ιταλίας, πιστεύοντας ότι εκεί θα βρούν και θα προσκυνήσουν, μάταια φυσικά, τον αναμενόμενο Λυτρωτή.




Ένα ενδιαφέρον ερώτημα, εκτός από το τι ήσαν οι μάγοι, είναι και το πόσοι ήσαν! Μη σας φανεί παράξενο αυτό! Στη βιβλική διήγηση του Ματθαίου δεν αναγράφεται ο αριθμός τους («Του δε Ιησού γεννηθέντος εν Βηθλεέμ της Ιουδαίας εν ημέραις Ηρώδου του βασιλέως, ιδού μάγοι από ανατολών παραγένοντο εις Ιεροσόλυμα»). Η παράδοση όμως -ήδη από τον β΄ αι. και τον Ωριγένη- ταύτισε τον αριθμό των δώρων με τον αριθμό των μάγων. Προσφέρουν στον νεογέννητο Χριστό χρυσό (που δηλώνει το βασιλικό αξίωμα του Χριστού, δηλ. ότι είναι ο δημιουργός και κυβερνήτης του κόσμου), λίβανο (που προσφέρουμε μόνο στον Θεό, και ο Ιησούς που προσκυνούν είναι ο Θεός) και σμύρνα (δηλ. άρωμα με το οποίο αλείφουν τους νεκρούς, σημείο ότι ο Ιησούς είναι Θεός αλλά και άνθρωπος, που θα φθάσει εκουσίως μέχρι τον θάνατο και τον άδη για τη σωτηρία του ανθρώπινου γένους). Τρία λοιπόν τα δώρα, τρείς και οι μάγοι. Σε ένα χειρόγραφο του 8ου αι. που φυλάσσεται στην Παρισινή Βιβλιοθήκη αναφέρονται τα ονόματα τους: Γάσπαρ (ή Βιθισαρεά), Μελχιώρ και Βαλτάσαρ (ή Γαθασπά).




Οι μάγοι φθάνουν στα Ιεροσόλυμα και ρωτούν «Πού εστιν ο τεχθείς βασιλεύς των Ιουδαίων;». Δεν ρωτούν αν γεννήθηκε. Είναι βέβαιοι ότι γεννήθηκε, είναι βέβαιοι ότι γεννήθηκε τώρα κοντά, είναι βέβαιοι πως πρόκειται για βασιλέα. Το μόνο που τους απασχολεί είναι το «Πού». Όλα τα υπόλοιπα τα γνωρίζουν. Άλλωστε, όπως διαβεβαιώνουν «είδομεν αυτού τον αστέρα εν τη ανατολή».




Για το αστέρι των μάγων πολλοί έγραψαν πολλά και ενδιαφέροντα. Στίς αρχές του 17ου αι. ο Κέπλερ θεώρησε πως πρόκειται για σύνοδο των πλανητών Δία και Κρόνου στην περίοδο του αστερισμού των Ιχθύων, ένα σπανιότατο φαινόμενο που συμβαίνει κάθε 800 χρόνια. Προκαλεί όμως εντύπωση ότι κανείς στα Ιεροσόλυμα δεν γνωρίζει κάτι γι’ αυτό το εξαιρετικό ουράνιο φαινόμενο. Τον αστέρα τον βλέπουν οι μάγοι και μόνο αυτοί, κανείς άλλος. Κατά τον ιερό Χρυσόστομο, και άλλους Πατέρες της Εκκλησίας μας, φαίνεται πως δεν είναι ακριβώς κάποιο αστέρι, αλλά δύναμη αόρατη πού μετασχηματίζεται σε υπέρλαμπρη λάμψη για να τους οδηγήσει από την πατρίδα τους μέχρι τον τελικό τους προορισμό. Φέγγει και την ημέρα, κυρίως την ημέρα πού οι μάγοι ταξιδεύουν, παρά τη λαμπρότητα του ήλιου. Κινείται παράξενα, αλλόκοτα. Είναι Άγγελος Κυρίου, λένε άλλοι Πατέρες της Εκκλησίας, μια φωτεινή λάμψη που κινείται κατά την πορεία των μάγων και σταματά όταν εκείνοι αναπαύονται. Τους οδηγεί αδιάψευστα «έως ελθών έστη επάνω ου ην το παιδίον», δίνοντας την ευκαιρία και σ’ εκείνους αλλά και σε μας να συνειδητοποιήσουμε πως το νεογέννητο Βρέφος της Βηθλεέμ δεν είναι κάποιος κοινός άνθρωπος, αλλά ο ίδιος ο Θεός.




Η βιβλική διήγηση μας αναφέρει ότι οι Μάγοι «ελθόντες εις την οικίαν είδον το παιδίον μετά Μαρίας της μητρός αυτού». Η προσκύνηση λοιπόν δεν έγινε στη φάτνη, όπου γεννήθηκε ο Χριστός. Φαίνεται πως ο Ιωσήφ, μετά τη γέννηση του Ιησού, κατόρθωσε να βρει κάποια στέγη στη Βηθλεέμ. Μάλιστα οι μάγοι έρχονται αρκετές ημέρες μετά, έχει εν τω μεταξύ συμβεί η περιτομή και η υπαπαντή, δηλ. η ευλογία του Βρέφους από τον δίκαιο Συμεών στα Ιεροσόλυμα και η αγία Οικογένεια έχει επιστρέψει και πάλι στη Βηθλεέμ. Ενδεχομένως η προσκύνηση γίνεται καθώς το παιδίον Ιησούς διανύει και το δεύτερο έτος της ηλικίας του, γι’ αυτό και ο Ηρώδης «ανείλε πάντας τους παίδας ... από διετούς και κατωτέρω, κατά τον χρόνον όν ηκρίβωσε παρά των μάγων». Ο Ηρώδης υπολόγισε ότι αν το φαινόμενο του αστέρος συνέπιπτε με τη σύλληψη του παιδιού θα έπρεπε να φονεύση τα παιδιά από ενός έτους και κάτω. Αν όμως το φαινόμενο του αστέρος συνέπιπτε με τη γέννηση του παιδιού θα έπρεπε να φονεύση τα παιδιά από δύο ετών και κάτω. Για λόγους ... ασφαλείας λοιπόν(!), ο Ηρώδης διατάζει να φονευθούν τα άρρενα τέκνα των Βηθλεεμιτών «από διετούς και κατωτέρω».




Η προσκύνηση των μάγων σήμερα τιμάται από την Εκκλησία μας. Η πορεία τους περιγράφεται στην εικόνα της Γεννήσεως του Χριστού, ενώ έχει φιλοτεχνηθεί και ειδική ιερά εικόνα πού παρουσιάζει την προκύνηση των μάγων. Τους συναντούμε στην υμνολογία των Χριστουγέννων, αλλά και σε τρείς από τους Οικους των Χαιρετισμών: στα γράμματα Θ, Ι και Κ.




Ο Ματθαίος, όπως γνωρίζουμε, απευθύνει το ευαγγέλιο του κατ΄ αρχήν στους εβραίους. Αναφέροντας όμως το γεγονός των μάγων υπογραμμίζει ότι τον νεογέννητο Μεσσία έσπευσαν να προσκυνήσουν όχι μόνο εκπρόσωποι του περιούσιου λαού του Ισραήλ, αλλά και οι ειδωλαλάτρες μάγοι, καταδεικνύοντας ότι ο Χριστός είναι ο Μεσσίας που ανέμενε ολόκληρη η ανθρωπότητα, είναι ο σωτήρας όλου του ανθρώπινου γένους, κάθε λαού, τόσο των ιουδαίων όσο και των εθνικών. Το γεγονός καταδεικνύει ακόμη ότι προσκυνητές του Χριστού δεν μόνο οι απλοϊκοί ποιμένες της Βηθλεέμ, αλλά και οι σοφοί της Ανατολής, θυμίζοντας μας τον λόγο του αποστόλου Παύλου «Ουκ ένι Ιουδαίος, ουδέ Έλλην, ουκ ένι δούλος ουδέ ελεύθερος, ουκ ένι άρσεν και θήλυ• πάντες γαρ υμείς εις εστε εν Χριστώ Ιησού».




Στο σημείο αυτό, μετά τις ιστορικές μας καταγραφές, δεν είναι δύσκολο –είναι μάλιστα και πολύ ωφέλιμο- να επιχειρήσουμε ορισμένους ποιοτικούς, πνευματικούς παραλληλισμούς ανάμεσα στο τότε και στο τώρα. Η Εκκλησία μας, και σ’ άλλες περιπτώσεις, είδε μεγάλους ποιοτικούς συμβολισμούς με σπουδαία πνευματικά μηνύματα σε πορείες που αναφέρονται στα ιερά κείμενα και έχουν αντίκρισμα στη ζωή των πιστών. Για παράδειγμα, η σαραντάχρονη πορεία των ισραηλιτών από την Αίγυπτο, τη γη της δουλείας, στη γη της επαγγελίας συνηθέστατα παραλληλίζεται με την ασκητική πορεία των χριστιανών κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, που είναι και αυτή μία ακόμη πορεία από τη δουλεία των παθών στο σταυρώσιμο βίωμα και την αναστάσιμη χαρά της εν Χριστώ ελευθερίας. Αλλά και καθώς αντικρίζουμε τη θυσιαστική πορεία του Κυρίου μας προς τα Πάθη και τον Σταυρό, πόσες φορές η υμνολογία της Εκκλησίας μας δεν μας προσκαλεί «Δεύτε ουν και ημείς ... συμπορευθώμεν Αυτώ και συσταυρωθώμεν και νεκρωθώμεν δι’ Αυτόν ταις του βίου ηδοναίς, ίνα και συζήσωμεν Αυτώ»;




Καιρός, λοιπόν, να δούμε τις ομοιότητες που μπορεί και πρέπει να έχει η δική μας προσωπική πορεία προς την προσκύνηση του Νεογέννητου Εμμανουήλ με την πορεία των σοφών μάγων της Ανατολής μέχρι τη Βηθλεέμ της Ιουδαίας.




Όπως το ταξίδι των μάγων, έτσι και το δικό μας είναι μια περιπέτεια, μια θαυμαστή περιπέτεια. Κι αν των μάγων η πορεία είχε διάρκεια, σύμφωνα με κάποιες θεωρίες, 3 ή 6 ή και 10 χρόνια, η δική μας προπαρασκευαστική πορεία, όπως η Εκκλησία την έχει ορίσει, διαρκεί 40 ημέρες. Πρόκειται για τη Σαρακοστή των Χριστουγέννων, την οποία διανύουμε, μια πορεία παράξενη και ριψοκίνδυνη στην εποχή μας, καθώς κοντεύουμε να χάσουμε τελείως το αληθινό νόημα των ημερών που έρχονται, και μοιάζει μ’ ένα μεγάλο αλλά απαραίτητο ρίσκο η προσπάθειά μας να ξεφύγουμε από τη συνήθεια και τη μελαγχολία των εορτών και να τολμήσουμε τη συγκλονιστική βίωση του κορυφαίου γεγονότος της θείας οικονομίας. Οδεύουμε πρός τη Βηθλεέμ κι είναι οι μέρες τούτες καθοριστικές της πνευματικής μας προετοιμασίας, που ευχόμεθα σε όλους να είναι γεμάτες αγωνιστικό φρόνημα και διάθεση ψυχικής ανάτασης.




Οι μάγοι μελέτησαν, έμαθαν, γνώρισαν ποιόν πρόκειται να συναντήσουν. «Δεύτε ίδωμεν πιστοί πού εγεννήθη ο Χριστός» ψάλλει η Εκκλησία μας. Ας ακολουθήσουμε τις συμβουλές της για να αξιωθούμε τα Χριστούγεννα να προσκυνήσουμε όχι τα είδωλα της εποχής μας, ούτε το άμετρο καταναλωτικό πνεύμα των δυτικών κοινωνιών μας, αλλά να προσκυνήσουμε τον ίδιο τον Θεό που δέχεται να γίνει άνθρωπος, να προσκυνήσουμε –κατά τον λόγο του ιερού Χρυσοστόμου- «τον Παλαιό των ημερών που έγινε Βρέφος για χάρη μας, τον καθήμενο σε ουράνιο θρόνο ψηλό που βρέθηκε σε φάτνη, Εκείνον που έσπασε τα δεσμά της αμαρτίας και τώρα τυλίγεται με σπάργανα, επειδή αυτή είναι η θέλησή Του».




Ξεκίνησαν για να προσκυνήσουν τον βασιλιά των ιουδαίων και όλης της κτίσης, «ήλθομεν προσκυνήσαι αυτώ». Οι μάγοι εδώ μας διδάσκουν ότι σκοπός των εορταστικών ημερών δεν είναι τα ρεβεγιόν, ούτε μιά επιδερμική διάθεση φιλανθρωπίας χωρίς ουσιαστικό περιεχόμενο. Σκοπός των ημερών που έρχονται είναι να ξαναβρούμε και πάλι το υπερούσιο νόημα του μυστηρίου της αγάπης του Θεού, να γίνουμε προσκυνητές της θεϊκής αγάπης, να γιορτάσουμε αληθινά Χριστούγεννα, κι έτσι να μεταμορφωθούμε προσωπικά. Να ταπεινωθούμε για να ανυψωθούμε, να αγαπήσουμε τον Θεό για να αγαπήσουμε και την εικόνα του Θεού, τον άνθρωπο, να εισέλθουμε στό θεόκτιστο σπήλαιο και να εξέλθουμε αναγεννημένοι.




Ο Θεός στέλνει βοήθεια στους περιπλανώμενους μάγους, στέλνει το άστρο για να τους οδηγήσει στον σωστό προορισμό ενώ, όταν χρειάζεται, «χρηματισθέντες κατ΄ όναρ» αναχωρούν για τη χώρα τους, δηλ. λαμβάνουν από τον Θεό σχετική οδηγία για τον τρόπο της επιστροφής των. Έτσι συμβαίνει και στη δική μας πορεία. Ο Θεός δεν εγκαταλείπει αβοήθητο τον αγωνιστή χριστιανό. Η περίοδος που διανύουμε είναι σημαντική, κατά την οποία η Εκκλησία ως σοφή και άριστη παιδαγωγός μας χειραγωγεί με τη νηστεία, την καθημερινή τέλεση της Θείας Λειτουργίας, τις μνήμες των Αγίων και των προφητών, τη φιλανθρωπία, τη μετάνοια και με κάθε πνευματικό μέσο στην προσωπική προσμονή της μεγάλης εορτής. Ας εκμεταλευτούμε με τον καλύτερο τρόπο αυτά τα μέσα. Ας αντικρύσουμε, με βλέμμα καθαρό, το δικό μας αστέρι, τον άγγελο Κυρίου να μας καθοδηγεί με σιγουριά στον τελικό μας προορισμό.




Και τέλος, οι μάγοι έφεραν μαζί τους δώρα και προσέφεραν στον νεογέννητο Χριστό. Σήμερα, καθώς τιμούμε Χριστού τα γενέθλια ας μήν προσέλθουμε στη μεγάλη γιορτή με άδεια χέρια. Ναι, ο Χριστός θέλει τα δώρα μας. Το αποκάλυψε σε έναν Άγιο Του. Ο Χριστός θέλει να Του προσφέρουμε τις αμαρτίες μας και να μας χαρίσει ως αντίδωρο τη συγνώμη, την ανακαίνιση, την αθανασία. Τελικά είναι τα δώρα της αγάπης μας προς τον Χριστό που τα έχουμε εμείς περισσότερο ανάγκη.

Ἀπὸ τὴν Ἐδὲμ εἰς τὴν Βηθλεέμ

  Ἀπορία ἀληθῶς καὶ κατάπληξις θὰ κατέλαβε τὰς οὐρανίας δυνάμεις ἄνωθεν τοῦ κήπου τῆς Ἐδέμ, ὅταν κατὰ τὴν ὥραν τῆς παραβάσεως ἔβλεπον τὸ ὑπεροχώτερον τῶν ἐπὶ γῆς δημιουργημάτων τοῦ Θεοῦ νὰ ὑποχωρῇ εἰς τοῦ πονηροῦ ὄφεως τὰς εἰσηγήσεις καὶ νὰ διολισθαίνῃ ἀπὸ τοῦ θείου του ὕψους εἰς τὴν σκοτεινὴν τῆς καταστροφῆς ἄβυσσον. Τὸ ἀριστούργημα λοιπὸν αὐτὸ τῶν χειρῶν τοῦ Πλάστου, ἡ θαυμασία καὶ λογικὴ εἰκὼν Αὐτοῦ κατεστράφη λοιπὸν; Καὶ ἠδυνήθη ὁ πανοῦργος ὄφις νὰ ματαιώσῃ τὴν βουλὴν τοῦ Ὑψίστου Θεοῦ καὶ νὰ ἐκμηδενίσῃ τὸ μέγα σχέδιον, τὸ ὁποῖον ἐν μεγάλῃ ἀγαθότητι καὶ εὐδοκίᾳ πρὸς τὸν ἄνθρωπον προέθετο πρὸ τῶν αἰώνων ὁ Θεός; Καὶ ἐστάθη ἰσχυρότερος καὶ ἱκανώτερος ὁ ὄφις, ὥστε τὴν γῆν, τὴν ὁποίαν ὡς κατοικητήριον εἰρήνης προηυτρέπιζεν ὁ Ὕψιστος, νὰ μεταβάλῃ διὰ μιᾶς εἰς θέατρον αἱματηρῶν συγκρούσεων καὶ ἀκαταπαύστου ταραχῆς καὶ ἀδιαλλάκτων διχονοιῶν;




Ἀναμφιβόλως αἱ οὐράνιαι Δυνάμεις οὐδαμῶς ἐκλονίσθησαν οὐδ’ ἐταλαντεύθησαν ἔστω καὶ πρὸς στιγμὴν ἐν τῇ πρὸς τὸν Πανάγαθον καὶ Παντοδύναμον Θεὸν πεποιθήσει καὶ ἐλπίδι των. Καὶ δὲν ἐκλονίσθησαν, καθόσον ἐνόησαν ὅτι τὸ γεγονὸς τῆς Ἐδέμ θὰ διήνοιγεν ἐνώπιον αὐτῶν νέους ὁρίζοντας, εἰς τοὺς ὁποίους θὰ ἐσπούδαζον ἀκόμη περισσότερον τὰ ἀνεξερεύνητα τῆς θείας Σοφίας καὶ τῆς θείας Ἀγαθότητος βάθη. Τί λοιπὸν θὰ ἐκαμνε τώρα ὁ Θεός; Καὶ πῶς τῆς τρομερᾶς ἀβύσσου, ἥτις ἠνοίχθη εἰς τὴν γῆν ἐξ αἰτίας τῆς παραβάσεως τοῦ Ἀδάμ, θὰ ἐκαλύπτετο τὸ ζοφῶδες χάσμα; Οἱ ἄγγελοι σιγῶσιν εὐλαβῶς. Συνέχουσι τὴν ἀπορίαν αὑτῶν ἐν πίστει πρὸς τὴν πανσοφίαν καὶ ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ καὶ ἀναμένουν.




Καὶ ἰδού, ἐφίσταται καιρός, καθ’ ὃν ὑπεράνω μιᾶς μικρᾶς τῆς Ἰουδαίας πόλεως οἱ ἄγγελοι θαμβοῦνται. Τί θὰ ᾐσθάνεσο σύ, ἀναγνῶστα μου, ἐὰν εἰσαγόμενος ἐν λαμπροτάτῃ τινὶ μοναδικοῦ μουσείου αἰθούσῃ, ὅπου τὰ σπανιώτερα τῆς ἀνθρωπίνης τέχνης ἀριστουργήματα ἐπιδείκνυνται, καθ’ ἣν στιγμὴν κατάπληκτος ἐνώπιον τοῦ ὑπεροχωτέρου ἐξ αὐτῶν θ’ ἀπεθαύμαζες τὴν τελειότητά του, ἔβλεπες αἰφνιδίως καὶ διὰ μιᾶς αὐτὸ ὑπὸ βασκάνου χειρὸς ὑπούλως προσωθούμενον καὶ ἀπὸ τοῦ ὕψους αὐτοῦ ἐπὶ τοῦ ἐδάφους εἰς μύρια συντρίμματα καταθρυμματιζόμενον; Ἀλλὰ καὶ τί θὰ ἐδοκίμαζες πάλιν, ἐὰν ὁ ὑπέροχος τοῦ καταφθαρέντος ἐκείνου ἀριστουργήματος καλλιτέχνης περισυλλέγων ἀπὸ γῆς τὰ συντρίμματα αὐτοῦ παρῆγεν ἐκ τοῦτων πρὸ τῶν ὀμμάτων σου διὰ τέχνης ἀγνώστου εἰς ἀνθρώπους, διὰ μεθόδων καταπλησσουσῶν, νέον τέχνης ἀριστούργημα πολὺ ὑπεροχώτερον τοῦ συντριβέντος; Ἰδοὺ τί ᾐσθάνθησαν οἱ ἄγγελοι ἄνωθεν τῆς Ἐδέμ ἰδόντες τὴν πτώσιν καὶ συντριβὴν τοῦ Ἀδὰμ καὶ ἰδοὺ τί δοκιμάζουσι τώρα οἱ αὐτοὶ ἄγγελοι ὑπεράνω τῆς Βηθλεέμ, βλέποντες τὸν νέον Ἀδάμ, τὸν Χριστόν, βρέφος γεννώμενον διὰ νὰ ἀνεγείρῃ καὶ ἀνυψώσῃ τὸν πεσόντα καὶ συντριβέντα Ἀδάμ.




Ἀπὸ τὴν Ἐδὲμ εἰς τὴν Βηθλεέμ




Ἐκεῖ, εἰς τῆν Ἐδέμ, ἀποροῦσιν. Ἐδῶ, εἰς τὴν Βηθλεέμ, θαυμάζουσιν. Ἐκεῖ καταπλήττονται. Ἐδῶ θαμβοῦνται. Ἐκεῖ θλίβονται, ἐδῶ ἀγάλλονται καὶ σκιρτῶσιν. Ἐκεῖ βλέπουν τὴν καταστροφὴν μιᾶς λαμπρᾶς δημιουργίας· ἐδῶ χαιρετίζουσιν ἐνθουσιωδῶς τὴν ἐμφάνισιν μιᾶς ἄλλης λαμπροτέρας καὶ ἐνδοξοτέρας κτίσεως. Πλῆρες ζόφου διηνοίγετο παρὰ τὴν πύλην τῆς Ἐδὲμ τὸ μέλλον τῆς ἀνθρωπότητος. Γεμάτη ἀπὸ παρηγόρους καὶ γλυκείας ἐλπίδας ἀνοίγει τώρα παρὰ τὸ σπήλαιον τῆς Βηθλεέμ ἡ νέα ἱστορία τοῦ κόσμου. Ἐὰν τότε ἡ ἄβυσσος τοῦ φθόνου καὶ τῆς κακουργίας τοῦ ὄφεως, τοῦ Πονηροῦ, ὑπερεκχειλίσασα κατεπλημμύρει τὴν γῆν, τώρα ὁ ζωογόνος ἥλιος τῆς θείας ἀγαθότητος καὶ σοφίας ἐκχύνει πλουσίως τὰς ἀκτίνας του καθ’ ὅλην τὴν οἰκουμένην.




Οἱ Ἄγγελοι τὸ βλέπουν, τὸ μελετοῦν, τὸ ἀντιλαμβάνονται. Καὶ θαμβούμενοι λοιπὸν καὶ καταπληττόμενοι καὶ θαυμάζοντες ἀνοίγουσι τὰ στόματα αὐτῶν καὶ τονίζουσιν ἐνθουσιωδῶς πρὸς τὸν Πανάγαθον Θεὸν ὕμνον δοξολογίας. Ἀπὸ ὁλόκληρον τὴν ἀναρίθμητον ἐκείνην στρατιάν, ἥτις κατὰ τὴν εἰρηνικὴν νύκτα τῆς γεννήσεως τοῦ ἀναμενομένου Παιδίου διασχίζει ἔκθαμβος τὸν οὐρανόν, τίποτε ἄλλο δὲν ἀκούεται παρὰ μόνον ἡ αντήχησις τοῦ χαρμοσύνου τούτου ὕμνου: «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία».




Τρεμπέλας Π. Ν., (1991). Χριστός γεννάται, δοξάσατε, Αθήνα, εκδόσεις Ο ΣΩΤΗΡ.