Σάββατο 31 Ιουλίου 2021

Εὐαγγέλιον Κυριακής

 ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ Θ´ 1 - 8



1 Καὶ ἐμβὰς εἰς πλοῖον διεπέρασεν καὶ ἦλθεν εἰς τὴν ἰδίαν πόλιν. 2 Καὶ ἰδοὺ προσέφερον αὐτῷ παραλυτικὸν ἐπὶ κλίνης βεβλημένον. καὶ ἰδὼν ὁ Ἰησοῦς τὴν πίστιν αὐτῶν εἶπεν τῷ παραλυτικῷ· Θάρσει, τέκνον· ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου. 3 καὶ ἰδού τινες τῶν γραμματέων εἶπον ἐν ἑαυτοῖς· Οὗτος βλασφημεῖ. 4 καὶ εἰδὼς ὁ Ἰησοῦς τὰς ἐνθυμήσεις αὐτῶν εἶπεν· Ἵνα τί ὑμεῖς ἐνθυμεῖσθε πονηρὰ ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν; 5 τί γάρ ἐστιν εὐκοπώτερον, εἰπεῖν, ἀφέωνταί σου αἱ ἁμαρτίαι, ἢ εἰπεῖν, ἔγειρε καὶ περιπάτει; 6 ἵνα δὲ εἰδῆτε ὅτι ἐξουσίαν ἔχει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπὶ τῆς γῆς ἀφιέναι ἁμαρτίας – τότε λέγει τῷ παραλυτικῷ· Ἐγερθεὶς ἆρόν σου τὴν κλίνην καὶ ὕπαγε εἰς τὸν οἶκόν σου. 7 καὶ ἐγερθεὶς ἀπῆλθεν εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ. 8 ἰδόντες δὲ οἱ ὄχλοι ἐθαύμασαν καὶ ἐδόξασαν τὸν Θεὸν τὸν δόντα ἐξουσίαν τοιαύτην τοῖς ἀνθρώποις.



Ερμηνευτική απόδοση


Καὶ ἀφοῦ ἐμβῆκεν εἰς τὸ πλοῖον, ἐπέρασε διὰ μέσου τῆς λίμνης εἰς τὸ ἀπέναντι μέρος, καὶ ἦλθεν εἰς τὴν ἰδικήν του πόλιν, τὴν Καπερναούμ. 2 Καὶ ἰδοὺ ἔφεραν πρὸς αὐτὸν ἕνα παραλυτικόν, τὸν ὁποῖον εἶχαν βάλει ἐπάνω εἰς κρεββάτι.Καὶ ὁ Ἰησοῦς ὅταν εἶδε τὴν πίστιν, ποὺ εἶχαν καὶ ὁ παραλυτικὸς καὶ ἐκεῖνοι, ποὺ τὸν ἔφεραν, εἶπεν εἰς τὸν παραλυτικόν, ὁ ὁποῖος εὑρίσκετο εἰς ἀνησυχίαν, μήπως αἱ ἁμαρτίαι του γίνουν ἐμπόδιον εἰς τὴν θεραπείαν του· Ἔχε θάρρος, παδί μου· σοῦ ἔχουν συγχωρηθῇ αἱ ἁμαρτίαι σου. 3 Καὶ ἰδοὺ μερικοὶ ἀπὸ τοὺς γραμματεῖς εἶπαν μέσα τους· Αὐτὸς βλασφημεῖ σφετεριζόμενος δικαίωμα, τὸ ὁποῖον μόνον ὁ Θεὸς ἔχει. 4 Καὶ ὁ Ἰησοῦς τὴν ἰδίαν στιγμὴν εἶδε εἰς τὰ βάθη τῶν καρδιῶν των τοὺς διαλογισμούς των καὶ εἶπε· Διατὶ διαλογίζεσθε μέσα εἰς τὰς καρδίας σας σκέψεις κακοπροαιρέτους; 5 Εἶναι δὲ πράγματι αἱ σκέψεις σας κακόγνωμοι καὶ κακοπροαίρετοι, διότι, τί εἶναι εὐκολώτερον; Νὰ εἴπῃ, κανείς· Εἶναι συγχωρημέναι αἱ ἁμαρτίαι σου, ἢ νὰ εἴπῃ, σήκω ὄρθιος καὶ περιπάτει; Σεῖς θεωρεῖτε δυσκολώτερον τὸ τελευταῖον τοῦτο. 6 Διὰ νὰ μάθετε λοιπὸν τώρα, ὅτι ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, ὁ Μεσσίας, ὁ ἐκπρόσωπος τῆς ἀνθρωπότητος καὶ ἔνδοξος Κριτὴς αὐτῆς κατὰ τὴν δευτέραν παρουσίαν του, ἔχει ἐξουσίαν νὰ συγχωρῇ ἐπὶ τῆς γῆς ἁμαρτίας - τότε λέγει εἰς τὸν παραλυτικόν· Σήκω ὄρθιος καὶ πάρε εἰς τοὺς ὤμους σου τὸ κρεββάτι σου καὶ πήγαινε εἰς τὸ σπίτι σου. 7 Καὶ πράγματι ἐκεῖνος ἐσηκώθη καὶ ἐπῆγεν εἰς τὸ σπίτι του. 8 Ὅταν δὲ τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ εἶδαν αὐτό, ποὺ ἔγινεν, ἐθαύμασαν καὶ ἐδόξασαν τὸν Θεόν, ὁ ὀποῖος ἔδωκε διὰ τοῦ Χριστοῦ εἰς τοὺς ἀνθρώπους τέτοιαν ἐξουσίαν, τοῦ νὰ συγχωροῦνται αἱ ἁμαρτίαι, συγχρόνως δὲ νὰ ἰατρεύωνται μὲ ἔνα λόγον ἁσθένειαι τοῦ σώματος ἀθεράπευτοι.

Ἀπόστολος Κυριακής

 ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ ΙΒ´ 6 - 14



6 ἔχοντες δὲ χαρίσματα κατὰ τὴν χάριν τὴν δοθεῖσαν ἡμῖν διάφορα, εἴτε προφητείαν, κατὰ τὴν ἀναλογίαν τῆς πίστεως, 7 εἴτε διακονίαν, ἐν τῇ διακονίᾳ, εἴτε ὁ διδάσκων, ἐν τῇ διδασκαλίᾳ, 8 εἴτε ὁ παρακαλῶν, ἐν τῇ παρακλήσει, ὁ μεταδιδοὺς, ἐν ἁπλότητι, ὁ προϊστάμενος, ἐν σπουδῇ, ὁ ἐλεῶν, ἐν ἱλαρότητι. 9 Ἡ ἀγάπη ἀνυπόκριτος. ἀποστυγοῦντες τὸ πονηρόν, κολλώμενοι τῷ ἀγαθῷ, 10 τῇ φιλαδελφίᾳ εἰς ἀλλήλους φιλόστοργοι, τῇ τιμῇ ἀλλήλους προηγούμενοι, 11 τῇ σπουδῇ μὴ ὀκνηροί, τῷ πνεύματι ζέοντες, τῷ Κυρίῳ δουλεύοντες, 12 τῇ ἐλπίδι χαίροντες, τῇ θλίψει ὑπομένοντες, τῇ προσευχῇ προσκαρτεροῦντες, 13 ταῖς χρείαις τῶν ἁγίων κοινωνοῦντες, τὴν φιλοξενίαν διώκοντες. 14 εὐλογεῖτε τοὺς διώκοντας ὑμᾶς, εὐλογεῖτε καὶ μὴ καταρᾶσθε.



Ερμηνευτική απόδοση

Ἔχοντες δὲ διαφόρους ἱκανότητας ἀνάλογα μὲ τὴν χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ ὁποία μᾶς ἐδόθη, ἂς ἀρκούμεθα εἰς αὐτὰς καὶ ἂς μὴ ζητοῦμεν ἐγωϊστικῶς ἐκεῖνα, ποὺ δὲν μᾶς ἔδωκε τὸ Πνεῦμα. Εἴτε δηλαδὴ ἔχομεν προφητείαν, ἂς προφητεύωμεν ἀνάλογα μὲ τὸν βαθμὸν τοῦ χαρίσματος, τὸ ὁποῖον ἐδόθη εἰς ἕκαστον προφητεύοντα σύμφωνα μὲ τὸν βαθμὸν τῆς πίστεώς του. 7 Εἴτε ἔχομεν χάρισμα ἐκκλησιαστικῆς διακονίας, ἂς μένωμεν εἰς τὸ χάρισμα τοῦτο τῆς διακονίας· εἴτε κανεὶς εἶναι διδάσκαλος τῶν θείων ἀληθειῶν, ἂς μένῃ ἐν τῇ διδασκαλίᾳ καὶ ἂς ἀρκῆται νὰ ἐξηγῇ τὰς ὑπὸ τῶν προφητῶν ἀποκαλυπτομένας καὶ εἰς τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ περιλαμβανομένας ἀληθείας. 8 Καὶ ἐκεῖνος ποὺ ἔχει τὸ χάρισμα νὰ προτρέπῃ εἰς τὴν ἀρετὴν καὶ εἰς τὴν ἐφαρμογὴν τῶν θείων ἀληθειῶν, τὰς ὁποίας ἀποκαλύπτει μὲν ὁ προφήτης, ἐξηγεῖ δὲ ὁ διδάσκαλος, ἂς μένῃ εἰς τὸ ἔργον τῆς προτροπῆς. Ἐκεῖνος ποὺ ἔχει κλίσιν νὰ μοιράζῃ ἀπὸ τὰ ἀγαθά του εἰς τοὺς πτωχούς, ἂς πράττῃ τοῦτο μὲ ἀφέλειαν, χωρὶς ἐπίδειξιν ἢ ἄλλα ἐγωϊστικὰ ἐλατήρια. Ἐκεῖνος, εἰς τὸν ὁποῖον ἀνετέθη ἡ ἐπιστασία καὶ φροντὶς καὶ ἐπιμέλεια ὁποιουδήποτε καλοῦ ἔργου, ἂς ἐπιστατῇ μὲ προθυμίαν καὶ δραστηριότητα. Καὶ ἐκεῖνος ποὺ κάνει ἐλεημοσύνην, ἂς ἐλεῇ μὲ χαρὰν καὶ προσήνειαν. 9 Ἡ ἀγάπη ἂς εἶναι εἰλικρινὴς καὶ ἐλευθέρα ἀπὸ ὑποκρισίαν. Νὰ ἀποστρέφεσθε μὲ ὅλην σας τὴν δύναμιν τὸ πονηρὸν καὶ να εἶσθε προσκολλημένοι εἰς τὸ ἀγαθόν. 10 Διὰ τῆς φιλαδελφίας νὰ γίνεσθε φιλόστοργοι μεταξύ σας. Νὰ προλαμβάνῃ ὁ καθένας τοὺς ἄλλους εἰς τὸ νὰ τοὺς ἀποδίδῃ τὴν τιμήν. 11 Εἰς τὴν προθυμίαν καὶ τὸν ζῆλον, ποὺ ἀπαιτεῖται διὰ κάθε ἔργον θεάρεστον, νὰ μὴ εἶσθε δυσκίνητοι καὶ ὀκνηροί. Αἱ ἐσωτερικαί σας πνευματικαὶ δυνάμεις νὰ εἶναι γεμᾶται ἀπὸ θερμὴν ἀφοσίωσιν καὶ πάντοτε ζεσταὶ ἀπὸ τὴν πνευματικὴν φλόγα τοῦ Πνεύματος. Δι’ ὅλων δὲ αὐτῶν νὰ ὑπηρετῆτε ὡς ἀφωσιωμένοι δοῦλοι τὸν Κύριον. 12 Ἡ ἀκλόνητος ἐλπίς σας εἰς τὰ μέλλοντα ἀγαθὰ νὰ σᾶς γεμίζῃ χαρὰν καὶ νὰ σᾶς ἐνισχύῃ, διὰ νὰ δεικνύετε ὑπομονὴν εἰς τὴν θλῖψιν. Καὶ νὰ ἐπιμένετε εἰς τὴν προσευχήν, ἀπὸ τὴν ὁποίαν θὰ λαμβάνετε σπουδαίαν βοήθειαν δι’ ὅλας αὐτὰς τὰς ἀρετάς, καθὼς καὶ εἰς τὰς δυσκόλους τοῦ βίου περιστάσεις. 13 Νὰ γίνεσθε συμμέτοχοι καὶ βοηθοὶ εἰς τὰς ἀνάγκας τῶν Χριστιανῶν καὶ νὰ ἐπιδιώκετε τὴν φιλοξενίαν, χωρὶς νὰ περιμένετε οἱ ξενητευμένοι ἀδελφοὶ νὰ σᾶς ζητήσουν αὐτήν. 14 Νὰ εὔχεσθε δι’ ἐκείνους, ποὺ σᾶς καταδιώκουν· νὰ εὔχεσθε καὶ νὰ λέγετε καλὰ δι’ ὅλους καὶ ποτὲ νὰ μὴ καταρᾶσθε.

Άγιος Ανώνυμος Κρητικός Νεομάρτυρας

 Ο Νεομάρτυρας αυτός ήταν από την Κρήτη και γεννήθηκε από γονείς ευσεβείς. Είκοσι χρονών βρέθηκε στη δούλεψη ενός Τούρκου στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου.


Κάποια νύκτα, ο Τούρκος αυτός, θέλησε να εκμεταλλευτεί τον νεαρό. Τότε ο ευσεβής νέος αρνήθηκε και πάνω στην απελπισία του μαχαίρωσε τον Τούρκο με αποτέλεσμα αυτός να πεθάνει.


Την επομένη μέρα οι φίλοι του σκοτωμένου Τούρκου, μόλις άκουσαν το γεγονός, συνέλαβαν τον νεαρό χριστιανό και τον πήγαν στον δικαστή. Αλλά επειδή δεν υπήρχε μαρτυρία σε βάρος του τον άφησαν ελεύθερο.


Μετά δύο μέρες όμως, τον συνέλαβαν πάλι και αφού τον βασάνισαν σκληρά, ομολόγησε όλη την αλήθεια. Τότε ο δικαστής του πρότεινε, για να σώσει τη ζωή του, ν' αρνηθεί τον Χριστό και να γίνει μουσουλμάνος. Ο Νεομάρτυρας απέρριψε την πρόταση του δικαστή και με θάρρος ομολόγησε πως γεννήθηκε, είναι και θέλει να πεθάνει χριστιανός. Τότε μια από τις μέρες του Ιουλίου το 1811 μ.Χ., τον θανάτωσαν με απαγχονισμό. Δύο μέρες έμεινε το τίμιο λείψανο του στην κρεμάλα, κατόπιν το κατέβασαν και το έχωσαν στην άμμο.

Ανακομιδή Ιερών Λειψάνων του Αγίου Φιλίππου του Αποστόλου

 Το Άγιο λείψανό του μετακομίστηκε από την Ιεράπολη στην Πάφο της Κύπρου, και συγκεκριμένα σ' ένα χωριό κοντά σ' αυτή, Αρσινόη ή Άρσος λεγόμενο. Εκεί οικοδομήθηκε Ναός στο όνομα του Αποστόλου Φιλίππου, που σώζεται μέχρι σήμερα. Στο Ναό αυτό κατέθεσαν το άγιο λείψανο του Αγίου, που μέχρι και σήμερα επιτελεί θαύματα, σ' όσους προσέρχονται με πίστη.


Ανάμνηση Εγκαινίων του Ναού της Θεοτόκου στις Βλαχερναίς και Προεόρτια Προόδου Τιμίου Σταυρού

 Ο Σ. Ευστρατιάδης για το γεγονός αυτό γράφει τα έξης: «Κατὰ τὴν ἡμέραν ταύτην ἐξήγετο ἐκ τοῦ σκευοφυλακίου τῆς μεγάλης ἐκκλησίας ὁ τίμιος σταυρός, περιήγετο ἀνὰ τὴν πόλιν καὶ ἐξετίθετο εἰς διαφόρους ναοὺς πρὸς προσκύνησιν καὶ ἁγιασμὸν τῶν πιστῶν καὶ πάλιν ἀπετίθετο εἰς τὸ σκευοφυλάκιον.


Εἰς τοὺς κώδικας τὰ τοῦ τιμίου σταυροῦ προεόρτια ἀναγράφονται καὶ ἄρχονται ἀπὸ τῆς πρώτης Αὐγούστου, ἡ δὲ κατὰ τὴν προεόρτιον ταύτην ἀνάμνησιν ὑμνογραφία εἶναι πλούσια καὶ κεῖται ἀνέκδοτος εἰς πολλοὺς Κώδικας καὶ ἶνα μόνον εἰς τοὺς κατ' αὐτὴν συντεθέντας Κανόνας περιορισθῶ, σημειῶ Κανόνα τοῦ Θεοφάνους (ἐν τοὶς Κώδ. 368 φ. 3636,1568 φ. 3α Παρισίων καὶ Ω 147 Λαύρας), τοῦ Γεωργίου Νικομήδειας (ἐν τοὶς Κωδ. 1567 φ. 240 6,13φ 351 α’ Παρισίων καὶ Θ 32 φ. 344α, Δ 12 φ. 273α, 1135 φ. 333α καὶ Ω 147 φ. 368α Λαύρας), ἕτερον τοῦ αὐτοῦ Γεωργίου Νικομήδειας φέροντα ἀκροστιχίδα "Σταυρῶ γεγηθῶς ἐξάδω θεῖον μέλος Γεώργιος" (ἐν τῷ Παρισινῷ Κωδ. 13 φ. 352 6 καὶ τῷ τῆς Λαύρας Θ 33 φ. 5). Εἰς τοὺς αὐτοὺς δὲ Κώδικας καὶ ἄλλους Στιχηρὰ πολλά, Ἰδιόμελα, Καθίσματα κλπ.».





Ἀπολυτίκιον

Ἦχος α’. Χορὸς Ἀγγελικός.

Τὸν Τίμιον Σταυρόν, τὸ σωτήριον ὅπλον, δεξώμεθα πιστοί, καθαρὰ διανοί, προέρχεσθαι μέλλει γάρ, θείαν χάριν δωρούμενος, καὶ ἰώμενος, ψυχῶν ὁμοῦ καὶ σωμάτων, τὰ νοσήματα, διὰ ἐνεργείας ἀρρήτου, Χριστοῦ τοῦ θεοῦ ἠμῶν.


Έτερον Ἀπολυτίκιον

Ἦχος α’.

Σῶσον Κύριε τὸν λαόν σου, καὶ εὐλόγησον τὴν κληρονομίαν σου, νίκας τοῖς βασιλεύσι κατὰ βαρβάρων δωρούμενος, καὶ τὸ σὸν φυλάττων, διὰ τοῦ Σταυροῦ σου πολίτευμα.



Άγιος Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας

 Ο Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας ήταν μέλος του ιουδαϊκού συνεδρίου της Ιερουσαλήμ (βουλευτής), φίλος και κρυφός μαθητής του Ιησού Χριστού ο οποίος καταγόταν από την Αριμαθαία, μια μικρή πόλη ΒΔ΄ της Ιερουσαλήμ.


Ο Ιωσήφ πήγε στον Πιλάτο και του ζήτησε να κηδέψει το σώμα του Ιησού Χριστού. Αφού έλαβε την άδεια του, μαζί με τον Νικόδημο το κατέβασαν από το σταυρό το σώμα του Κυρίου, το περιέβαλαν σε σινδόνια μαζί με εκλεκτά αρώματα, το τοποθέτησαν σε λαξευτό μνημείο κι' έβαλαν μεγάλη πέτρα πάνω στη θύρα του μνημείου (Ματθ. κζ' 57 - 60, Μαρ. ιε' 42 - 46, Λουκ. κγ' 50 - 53 και Ιω. ιθ' 38 - 42).


Ο Άγιος Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας απεβίωσε ειρηνικά (κατά πάσα πιθανότητα στην Αγγλία).

Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

 


Όσιος Ευδόκιμος ο Δίκαιος

 Ο Όσιος Ευδόκιμος γεννήθηκε στη Καππαδοκία και έδρασε κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Θεόφιλου (829 - 842 μ.Χ.). Οι γονείς του Βασίλειος και Ευδοκία ήταν άνθρωποι πλούσιοι και ευσεβείς. Η ορθόδοξη οικογένειά του τον ανέθρεψε σύμφωνα με τις επιταγές του Ευαγγελίου και γρήγορα ο Ευδόκιμος διακρίθηκε για το ήθος και τις αρετές του.


Ο ηθικός βίος του και η φιλάνθρωπη δράση του εκτιμήθηκαν από τον αυτοκράτορα Θεόφιλο, ο οποίος τον διόρισε στρατοπεδάρχη της Καππαδοκίας αρχικά και αργότερα όλης της αυτοκρατορίας. Κατά την τέλεση των καθηκόντων του ο Ευδόκιμος ήταν πάντα δίκαιος και ταπεινόφρων, ενώ δεν σταμάτησε στιγμή να επιδίδεται στο φιλάνθρωπο έργο του.


Ενώ βρισκόταν στο 33ο έτος της ηλικίας του ο Ευδόκιμος προσβλήθηκε από βαριά σωματική ασθένεια. Όταν παρέδωσε το πνεύμα του στο Κύριο, η χριστιανική κοινότητα βυθίστηκε σε θλίψη και ενταφίασε το τίμιο σώμα του ευλαβώς.


Κατά την Ανακομιδή το Ιερό Λείψανο του Οσίου Ευδοκίμου βρέθηκε «φαιδρόν καί ἀνθηρόν, χαριέστατον μέ ὅλους τούς χαρακτῆρας, μέ τά ἐνδύματα ἀνέπαφα» και μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη, την 6η Ιουλίου 831 μ.Χ. Δεν είναι γνωστό πότε και κάτω από ποιες συνθήκες το Λείψανο διαλύθηκε.





Ἀπολυτίκιον  

Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Ἐκ γῆς ὁ καλέσας σε, πρὸς αἰωνίους μονάς, τηρεῖ καὶ μετὰ θάνατον ἀδιαλώβητον, τὸ σῶμά σου, Ἅγιε, σὺ γὰρ ἐν σωφροσύνῃ, καὶ σεμνῇ πολιτείᾳ, μάκαρ ἐπολιτεύσω, μὴ μολύνας τὴν σάρκα· διὸ ἐν παῤῥησίᾳ Χριστῷ, πρέσβευε σωθῆναι ἡμᾶς.


Κοντάκιον

Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.

Ἡ σεπτή σου σήμερον, ἡμᾶς συνήθροισε μνήμη, ἐν τῇ θείᾳ λάρνακι, τῶν ἱερῶν σου λειψάνων· πάντες οὖν, οἱ προσιόντες καὶ προσκυνοῦντες, ἅπασαν, δαιμόνων βλάβην ἀποσοβοῦνται, καὶ ποικίλων νοσημάτων, λυτροῦνται τάχος μάκαρ Εὐδόκιμε.


Μεγαλυνάριον

Εὐδόκιμος πέφηνας τῷ Θεῷ, ἐν δικαιοσύνῃ, τὸν σὸν βίον διαδραμών· ὃ λαθὼν γὰρ ἔσχες, ἐγνώσθη μετὰ τέλος, Εὐδόκιμε θεόφρον, πρὸς θείαν αἴνεσιν.


Κάθισμα

Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.

Εὐδοκιμήσας ἀγαθαῖς ἐργασίαις, ἐδοκιμάσθης ὡς χρυσὸς ἐν καμίνῳ, τοῖς πειρασμοῖς Εὐδόκιμε ἀοίδιμε· ὅθεν μετὰ θάνατον, ἀναβλύζεις πλουσίως, θαύματα ὡς νάματα, καὶ νοσήματα παύεις, ὑπὲρ ἡμῶν ἀεὶ ἐκδυσωπῶν, ὅπως πταισμάτων συγχώρησιν λάβωμεν.


Παρασκευή 30 Ιουλίου 2021

ΑΓΙΟΣ ΙΟΥΣΤΙΝΟΣ ΠΟΠΟΒΙΤΣ: ΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΣ ΝΟΥΣ ΧΩΡΙΣ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ;

  Χωρίζεται ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὸν Χριστό; Τότε χωρίζεται ἀπὸ τὴν μοναδικὴ λογικὴ ἔννοια τοῦ «ὄντος» του, τῆς ζωῆς του, τῆς ὑπάρξεώς του. Χωριζόμενος ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὸν Χριστό, χωρίζεται καὶ ἀπὸ τὴν μόνη λογικὴ ἔννοια τῆς ψυχῆς του, τοῦ «νοός» του, τῆς συνειδήσεώς του, τοῦ θελήματός του, τοῦ σώματός του.

 Τί εἶναι ὁ ἀνθρώπινος νοῦς χωρὶς τὸν Χριστό;

 Είναι ἕνας μαρτυρικός, βασανιστικὸς θρῆνος. Τί εἶναι ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου χωρὶς τὸν Χριστό; Εἶναι ἕνα ὁμιλούμενο σκιάχτρο. Τί εἶναι ἡ συνείδησή του, ἢ βούλησή του; Εἶναι ἕνας ἀπελπισμένος τυφλός. Τί εἶναι τὸ σῶμα τοῦ χωρὶς τὸ Χριστό; Εἶναι ἕνα ἀηδιαστικό, σιχαμερὸ σκουλήκι. Τί εἶναι τὸ θέλημά του; Εἶναι ἕνας ἀβοήθητος ἐγκληματίας. Τί εἶναι γενικὰ ὁ ἄνθρωπος χωρὶς τὸν Χριστό; Εἶναι ἕνα φοβερὸ ἐξωτερικὸ θέαμα. Ἔτσι καὶ κάθε ἄλλο δημιούργημα, ἀπὸ τὸν ἄγγελο μέχρι καὶ τὸ πιὸ ἀσήμαντο ὅν, χάνει κάθε λογικὴ ἔννοια τῆς ὑπάρξεώς του, ἂν δὲν διατηρήσει στὸ «εἶναι» του, τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό.

Ἡ ἁμαρτία εἶναι ἡ μοναδικὴ διασπαστικὴ δύναμη, ποὺ χωρίζει καὶ διακόπτει κάθε δεσμὸ μὲ τὸν Θεό. Χωρίζει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸν Θεό, χωρίζει τὸν ἄγγελο καὶ κάθε ἄλλο ὅν. Ἔτσι, ἀπομακρύνοντας ἡ ἁμαρτία τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸν Θεό, τὸν καταβυθίζει στὴ μωρία, στὴν χωρὶς νόημα κατάσταση, στὸ θάνατο, στὸ διαβολισμὸ (στὸ κράτος τοῦ διαβόλου). Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ φιλάνθρωπος Κύριος, ὁ Θεὸς Λόγος ἔγινε ἄνθρωπος καὶ μὲ τὴν ἕνωση στὸν Ἑαυτό Του, τῆς Θείας καὶ ἀνθρώπινης φύσεως, «ἀσυγχύτως καὶ ἀδιαιρέτως», καθάρισε τὴν φύση μας ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, τὴν παραφροσύνη, τὸν θάνατο καὶ τὸν διάβολο.

 Έτσι ὁ Θεάνθρωπος Κύριος πέρασε στὴ γῆ ὅλα τα μαρτύριά μας, ἔζησε ὅλες μας τὶς θλίψεις, καὶ σ’ ἐμᾶς τοὺς «πολύπλευρα νεκροὺς» ξανάδωσε ζωή, μᾶς ἀναβίωσε ἀπὸ τὶς «θνητότητές» μας, μᾶς ἀνέστησε ἀπὸ τοὺς τάφους μας καὶ μᾶς ἀναβίβασε στὰ οὐράνια (Ἐφεσ. 2, 6-8).

 Με τὴν Θεανθρώπινη ζωή Του καὶ τὴν ὁλόπλευρη Θεανθρώπινη «οἰκονομία» τῆς σωτηρίας, ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς ἔδωσε τὶς Θεοχαριτωμένες δυνάμεις, μὲ τὶς ὁποῖες οἱ ἄνθρωποι γίνονται «οἰκεῖοι του Θεοῦ», γίνονται «γεγεννημένοι ἐκ τοῦ Θεοῦ καὶ σὺν Θεῶ», περιτειχίζονται στὴν ἁγία ἐκκλησία καὶ φθάνουν στὸ πλήρωμα τῆς ζωῆς καὶ τῆς αἰωνιότητας, διαμέσου τῆς εὐλογημένης Θεανθρωπότητας (Ἐφεσ. 2, 10-22). Σύμφωνα μὲ τὸν προαιώνιο προορισμὸ τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν Θεό, ὅλοι εἶναι δημιουργημένοι γιὰ τὸν ἴδιο σκοπό, ὅλοι εἶναι κάτω ἀπὸ τὸν ἴδιο Κύριο καὶ Θεό, εἶναι κάτω ἀπὸ τὴν αἰώνια θεϊκὴ Ἀλήθεια, τὴν δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἀγαθότητά Του, ὅλοι εἶναι προορισμένοι «εἰς υἱοθεσίαν διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ εἰς αὐτόν, κατὰ τὴν εὐδοκίαν τοῦ θελήματος αὐτοῦ» (Ἔφεσ. 1, 4-5).

 Γι’ αὐτὸ σ’ ὅλους τους ἀνθρώπους εἴτε εἶναι Ἰουδαῖοι, εἴτε εἶναι Ἕλληνες, δοῦλοι ἢ ἐλεύθεροι, δόθηκε ἕνας, ὁ ἴδιος Σωτήρας καὶ μία, ἡ ἴδια σωτηρία, τὰ ἴδια μέσα καὶ οἱ ἴδιες δυνάμεις σωτηρίας, ἕνα καὶ τὸ ἴδιο Εὐαγγέλιο.

 Η σωτηρία ἐπιτυγχάνεται διαμέσου τῆς εὐλογημένης, χαριτωμένης ψυχικῆς ἑνώσεως μὲ τὸν Σωτήρα Χριστό.

 Και μετὰ τὴν κοινωνία τῶν ἀνθρώπων μὲ τὶς οὐράνιες σωτηριώδεις δυνάμεις, ποὺ ἐπιτυγχάνεται μὲ τὸ Εὐαγγέλιο, γίνονται κοινωνοὶ καὶ μὲ ὅλες τὶς Θεανθρώπινες λυτρωτικὲς δυνάμεις, οἱ ὁποῖες τοὺς καθαρίζουν ἀπὸ κάθε κακία καὶ ἁμαρτία καὶ τοὺς πληρώνουν, τοὺς γεμίζουν καὶ μὲ ὅλα τα «ἔνθεα καλὰ» (Ἐφεσ. 3, 6-7).



 Και αὐτὸ συντελεῖται στὸ Θεανθρώπινο σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, στὴν ὁποία βρίσκεται ὅλη ἡ Θεανθρώπινη οἰκονομία τῆς σωτηρίας, ἡ «οἰκονομία τοῦ μυστηρίου» τοῦ Θεοῦ, σὲ σχέση μὲ τὸ ἀνθρώπινο γένος καὶ μὲ ὅλα τα ὄντα γενικά. Αὐτὸ τὸ πᾶν-θαυμαστὸ καὶ πᾶν-θαυματουργὸ μυστήριο τῆς ἐκκλησίας, θαυμάζεται ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ καὶ ἀποκαλύπτεται καὶ σ’ αὐτούς, διαμέσου τῆς ἐκκλησίας, ἡ «πολυποίκιλος σοφία τοῦ Θεοῦ» καὶ μαζὶ μὲ τοὺς ἀνθρώπους μαθαίνουν καὶ αὐτοὶ τὴν ἀνείπωτη καὶ ἀπερινόητη σοφία καὶ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ (Ἐφεσ. 3, 9-10).

ANTHONY BLOOM: "ΕΣΥ ΕΙΣΑΙ Η ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ!"

 Όσο η Θυσία δεν είναι παρούσα στο μυστήριο της αγάπης, κάτι ουσιαστικό λείπει, κάτι ουσιαστικό είναι απόν από αυτή και η αγάπη είναι καταδικασμένη στην καταστροφή.

   Θυσία σημαίνει να είσαι φτιαγμένος άγια, να κομίζεις τον εαυτό σου ως μία προσφορά προκειμένου οι άλλοι να πληρωθούν μέσα σε τέλεια αμοιβαία ενατένιση. Αυτό ακριβώς πραγματώνεται μέσα στην ενδοτριαδική σχέση του Θεού μας (μεταξύ Πατρός, Υιού και Αγίου Πνεύματος).

    Αυτό μας δίνει ένα εκπληκτικά δυναμικό όραμα του Θεού μας, ενός Θεού που είναι ζωντανός όχι επειδή είναι φτιαγμένος κατ’ αυτόν τον τρόπο και ανίκανος για οτιδήποτε άλλο από το θριαμβικό Του Φως, αλλά ενός Θεού που είναι αγάπη, ενός Θεού θυσιαστικής αγάπης, τέτοιας που σημάδεψε τον Σταυρό, ενός Θεού που αποδέχεται, καταφάσκει και επιλέγει τον θάνατο ως μία έκφραση αγάπης, ενός Θεού στον οποίο είναι εγγενές το μυστήριο της Ανάστασης, της νίκης καταπάνω στον θάνατο.

Όταν η αγάπη κάνει την εμφάνισή της, ο πόθος του ανθρώπου να επιβεβαιώσει τον εαυτό του παραμένει στο ξεκίνημα ακόμα δυνατός. Λέμε «εσύ είσαι η αγάπη μου» και τονίζουμε τρομερά τη λέξη «μου» εκλαμβάνοντας το «εσύ» σαν αντικείμενο και χρησιμοποιώντας τη λέξη «αγάπη» όχι ως όνομα ζωογόνου δυναμικής αλλά σαν έναν απλό και σκέτο σύνδεσμο που συνδέει το «εσύ» με το «μου».

    Όταν όμως η αγάπη προκόβει, όταν ανακαλύπτοντας τον άλλο, αυξάνεται ο θαυμασμός, η εκστατικότητα, η λατρεία και ο σεβασμός του προσώπου του, τότε το «μου» αρχίζει να συρρικνώνεται, το «εσύ» να αποκτά ολοένα και μεγαλύτερη σημασία και η σχέση μεταξύ των δύο δεν είναι πια μία απλή σχέση συνδέσμου αλλά γίνεται μία σχέση αληθινά δυναμική. Σ’ αυτή τη σχέση ο άλλος αποκτά μία ολοένα μεγαλύτερη σημασία και ταυτόχρονα η δική μου σημασία γίνεται ολοένα και λιγότερη, έτσι ώστε σταδιακά το αγαπημένο πρόσωπο να σημαίνει τα πάντα και το «εγώ» να μη σημαίνει τίποτα πια για μένα.


Αυτό εννοούσε και ο Χριστός όταν έλεγε πως κανείς δεν έχει μεγαλύτερη αγάπη από αυτόν που είναι πρόθυμος να θυσιάσει τη ζωή του για τον αγαπημένο του, τον πλησίον του.


π. Αντώνιος Μπλούμ  Μητροπολίτης Σουρόζ Γαλλίας


Αγία Ιουλίττη από την Καισαρεία

 Η Αγία Ιουλίττη έζησε στην Καισαρεία της Καππαδοκίας στα χρόνια του Μεγάλου Βασιλείου, ο όποιος έτρεφε μεγάλη υπόληψη προς αυτή, λόγω της ευσέβειας και των πολλών αρετών της.


Η Ιουλίττη είχε μεγάλη περιουσία και πολεμήθηκε από κάποιο πλεονέκτη και άρπαγα ισχυρό, που την έμπλεξε σε δίκες και κίνησε εναντίον της ψευδομάρτυρες. Η Ιουλίττη, παρακάλεσε τον Μέγα Βασίλειο να την προστατέψει. Αυτός, γνωρίζοντας το δίκιο της, δέχτηκε και έγραψε στον Παλλάδιο, άνδρα χρηστό και θεοφοβούμενο, να συνηγορήσει υπέρ της Ιουλίττης στον έπαρχο. Στην ίδια δε γράφει, για να την ενδυναμώσει, ότι «δυνατὸς δὲ ὁ ἅγιος (θεός) διαγαγεὶν σὲ πάσης θλίψεως, μόνον ἐὰν ἀληθινὴ καὶ γνησία καρδία ἐλπίσωμεν ἐπ’ αὐτόν».


Τελικά ο αντίδικος της Ιουλίττης, την κατάγγειλε ότι έβριζε τα - υπέρ της ειδωλολατρίας - διατάγματα του Ιουλιανού. Όταν ρωτήθηκε γι' αυτό η Ιουλίττη, απάντησε ότι καταδικάζει την ειδωλολατρία και καθήκον της είναι να ενισχύει τους χριστιανούς στην αληθινή πίστη. Για την ομολογία της αυτή, καταδικάστηκε και ρίχτηκε στη φωτιά. Το σώμα της ωστόσο, έμεινε ακέραιο και έβρισκαν σε αυτό παρηγοριά και ίαση οι πιστοί Χριστιανοί.

Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

 


Άγιοι Σίλας, Σιλουανός, Επαινετός, Κρήσκης και Ανδρόνικος οι Απόστολοι

 Οι Άγιοι Σίλας, Σιλουανός, Επαινετός, Κρήσκης και Ανδρόνικος, ήταν πέντε από τούς εβδομήκοντα μαθητές του Κυρίου. Όλοι υπηρέτησαν το Ευαγγέλιο του Χριστού «ἐν κόπῳ καὶ μόχθω, ἐν ἀγρυπνίαις πολλάκις, ἐν λιμῷ καὶ δίψει, ἐν νηστείαις πολλάκις, ἐν ψύχει καὶ γυμνότητι» (Β' προς Κορινθίους, ια - 27). Δηλαδή, υπηρέτησαν τον Κύριο με κόπο και μόχθο, με αγρυπνίες πολλές φορές, με πείνα και δίψα στις μακρινές οδοιπορίες, με νηστείες, με ψύχος και γυμνότητα.


Ο Σίλας φυλακίστηκε μαζί με τον Παύλο στους Φιλίππους της Μακεδονίας (Πραξ. ιστ 25-39). Μετά από πολλούς μόχθους και αφού ακολούθησε τον Παύλο σε πολλές περιοδείες του, έγινε επίσκοπος Κορίνθου.


Ο Σιλουανός, από το αξίωμα του επισκόπου Θεσσαλονίκης, αγωνίσθηκε και βασανίστηκε για την πίστη του στον Κύριο.


Ο Επαινετός, από το αξίωμα του επισκόπου Καρθαγένης, αγωνίσθηκε και βασανίστηκε για την πίστη του στον Κύριο.


Ο Ανδρόνικος αγωνίστηκε και βασανίστηκε για την πίστη του στο Ευαγγέλιο του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.


Ο Κρήσκης, τέλος, έγινε επίσκοπος Καρχιδονίας και από την θέση αυτή μόχθησε και υπηρέτησε το Θείο Ευαγγέλιο.




Ἀπολυτίκιον 

Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Οἱ θεῖοι Ἀπόστολοι, ὡς οὐρανοὶ λογικοί, τὴν δόξαν ἀστράψαντες, τοῦ κενωθέντος ἐν γῇ, συμφώνως ὑμνείσθωσαν, Κρήσκης Σιλουναὸς τέ, καὶ ὁ ἔνθεος Σίλας, ἅμα σὺν Ἀνδρονίκω, Ἐπαινετὸς ὁ θεόφρων Χριστὸν γὰρ ἰκετεύουσι, σώζεσθαι ἅπαντας.


Έτερον Ἀπολυτίκιον

Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.

Συνοδίτης τοῦ Παύλου γεγονὼς καὶ συνέκδημος, τὴν Νεάπολιν μάκαρ καὶ Φιλίππους ἐφώτισας, τῆς θείας ἐπιγνώσεως φωτί, Ἀπόστολε Σίλα ἱερέ. Ἀλλὰ φύλαττε καὶ σκέπε πάντας ἡμᾶς, ἐν πίστει ἐκβοῶντάς σοι· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐκπληροῦντι διὰ σοῦ, ἡμῶν τὰ αἰτήματα.


Κοντάκιον

Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου.

Εἰς τὰ τοῦ κόσμου δραμόντες πληρώματα, θεογνωσίας τὸν λόγον ἐσπείρατε· καὶ στάχυν πολύχουν δρεψάμενοι, τῷ Βασιλεῖ τῶν ἁπάντων προσήξατε, Ἀπόστολοι Χριστοῦ παναοίδιμοι.


Έτερον Κοντάκιον

Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.

Ἐορτάζει σήμερον ἐν εὐφροσύνῃ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου, ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, καὶ ἐκβοᾷ σοι Ἀπόστολε· χαῖρε ὦ Σίλα τοῦ Παύλου συνόμιλε.


Μεγαλυνάριον

Χαίρετε Ἀπόστολοι τοῦ Χριστοῦ, Ἀνδρόνικε Σίλα, καὶ θεόφρον Σιλουανέ, σὺν Ἐπαινετῷ τε, καὶ Κρήσκεντι τῷ θείῳ, τῆς ἀληθοῦς σοφίας ἐνδιαιτήματα.


Έτερον Μεγαλυνάριον

Χαίροις εὐσεβείας θεῖος πυρσός, Ἀπόστολε Σίλα, καὶ τῆς χάριτος θησαυρός· χαίροις ὁ τῷ Παύλῳ, πιστῶς διακονήσας, αἰτούμενος δὲ πᾶσιν, ἡμῖν τὰ κρείττονα.


Κάθισμα

Ἦχος δ'. Ἐπεφάνης σήμερον.

Ὡς ἀστέρες μέγιστοι τὴν οἰκουμένην, εὐσεβείας λάμψεσι, φωταγωγοῦντες εὐσεβῶς, εἰς τὸν αἰῶνα δοξάζεσθε, θαυματοφόροι Κυρίου Ἀπόστολοι.


Πέμπτη 29 Ιουλίου 2021

ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ...

 Μελετώντας κανείς τη ζωή του Κυρίου μας μέσα άπο τις σελίδες της Αγίας Γραφής διαπιστώνει πως ύπαρχουν κάποια μικρά σημεία, κάποιες λεπτομέρειες, που εκ πρώτης όψεως μπορεί να φαίνονται ασήμαντες, αν όμως τις έξετάσει προσεκτικότερα, θα δει πως και αύτές οι λεπτομέρειες έχουν τη θέση τους, την σημασία, την άξια τους.

Μια τέτοια συγκλονιστική λεπτομέρεια μας περιγράφει ο ιερός ευαγγελιστής Λουκάς.

Μεσάνυχτα Πέμπτης προς Παρασκευή ο Κύριος βρίσκεται ενώπιον των αρχιερέων Άννα και Καϊάφα. Μόνος. Χωρίς τη συνοδεία, τη συμπαράσταση των μαθητών, την υποστήριξη του Πέτρου, την οποία λίγο πριν Του είχε υποσχεθεί.

Την ίδια ώρα, στον Ιδιο τόπο, μπροστά σε μια δούλη αυτός ο μαθητής, ο Πέτρος, θα αρνηθεί τον Κύριο τρεις φορές. Και μάλιστα με όρκους και αναθεματίζοντας και καταρώμενος τον έαυτό του, είπε ότι δεν γνωρίζει τον Κύριό του! Ο πειρασμός ήταν μεγάλος και το αμάρτημα βαρύ. Εκείνη τη στιγμή ακούστηκε το λάλημα του πετεινού. Ήταν το σημάδι που είχε βάλει ο Κύριος για να τον ξυπνήσει. «Ου φωνήσει σήμερον αλέκτωρ πριν η τρις απαρνήση μη ειδέναι με» του είχε πει (Λουκ. κβ' 34).

Την ίδια στιγμή ο Κύριος, είτε από την ανοικτή πόρτα της αίθουσας όπου δικαζόταν, είτε από κάποιο παράθυρο του διαδρόμου άπ’ όπου Τον οδήγησαν στην επίσημη αίθουσα του συνεδρίου, έριξε ένα βλέμμα στον Πέτρο γεμάτο πόνο και συμπάθεια. «Ενέβλεψε τω Πέτρω», σημειώνει ο ευαγγελιστής Λουκάς. Βρισκόταν ενώπιον των παρανόμων δικαστών, δεν λησμόνησε όμως τον μαθητή του. Θα μπορούσε, σημειώνει ο αείμνηστος καθηγητής Παναγιώτης Τρεμπέλας, «να του στρέψη οριστικούς τα νώτα και να μη ρίψη πλέον κανένα βλέμμα εις αυτόν. Καίτοι δε ο Πέτρος είναι ήδη ένοχος βαρέος εγκλήματος, εν τούτοις ο Ιησούς αποφεύγει να τον εκθέση και να τον καταισχύνη. Δεν του φωνάζει, αλλά ρίπτει βλέμμα επ’ αυτού, την σημασίαν του οποίου μόνος ο Πέτρος ηδύνατο να εννοήση».


Βλέμμα πόνου. Αυτό το βλέμμα ήταν ένας πολύ δυνατός λόγος προς τον μαθητή. Μιλούσε για τον πόνο που του προξένησε η αμαρτία του Πέτρου. Έλεγε ότι πονάει και λυπάται βαθύτατα ο Κύριος για το κατάντημα του μαθητή.

Αλλά είναι και βλέμμα εκπλήξεως και ελέγχου. Σαν να του έλεγε: Εσύ, Πέτρε, δεν με γνωρίζεις; Εσύ που ήσουν τρία ολόκληρα χρόνια μαζί μου; Εσύ του οποίου πριν από λίγο έπλυνα τα πόδια και έδωσα το Σώμα και το Αίμα μου; Εσύ που με διαβεβαίωσες για τη μέχρι θανάτου αφοσιωσή σου; Πέτρε! Πόσο ασυνεπής φάνηκες! Δεν μπόρεσες να κρατήσεις το λόγο σου! Πόσο χαμηλά έπεσες εσύ ο γενναίος!

Ήταν όμως και βλέμμα γεμάτο στοργή και συμπάθεια. Και στην πτώση σου είμαι κοντά σου, Πέτρε, του έλεγε. Και προηγουμένως προσευχήθηκα να μη χαθείς. Και τώρα όμως στην ώρα της αδυναμίας σου δεν σε απορρίπτω. Είμαι κοντά σου.

Ήταν τέλος και βλέμμα καθοδηγήσεως. Του έλεγε: Θυμήσου, Πέτρε, την κλίση σου. Θυμήσου τότε που περπάτησες πάνω στα κύματα και, όταν άρχισες να βυθίζεσαι, φώναξες «Κύριε, σώσον με». Τότε άπλωσα το χέρι μου και σ’ έσωσα. Τώρα τα χέρια μου είναι αλυσοδεμένα. Και ο κίνδυνος στον οποίο βρίσκεσαι, είναι ασυγκρίτως μεγαλύτερος. Απλώνω λοιπόν το βλέμμα μου, για να σε βοηθήσω να σηκωθείς από τη φοβερή πτώση σου. Στο βάθος της ψυχής σου γνωρίζω ότι συνεχίζεις να με άγαπας. Γι' αυτό και σε καλώ να επιστρέψεις.

Αυτό το βλέμμα ήταν μια δυνατή πρόσκληση μετάνοιας στον Πέτρο. Αυτό το βλέμμα έμεινε χαραγμένο για πάντα στην καρδιά του μαθητή. Κι εκείνος το δέχθηκε. Αμέσως συναισθάνθηκε το αμάρτημά του, συναισθάνθηκε το βάθος στο οποίο τον έριξε η αυτοπεποίθηση του «και εξελθών έξω έκλαυσε πικρώς» (Ματθ. κς' 75). Μετανόησε, έχυσε πικρά, καυτά δάκρυα συντριβής, ολοκληρωτικής μετάνοιας.

Ίσως κάποιες φορές βρισκόμαστε και μεις στη θέση αυτή του Πέτρου. 

Βρισκόμαστε:

-Όταν παραβαίνουμε τις εντολές του Θεού και τις υποσχέσεις που δώσαμε.

-Όταν γεμίζουμε με απροσεξίες τη ζωή μας μ’ αυτά που λέμε, που ακούμε, που βλέπουμε, που κάνουμε.

-Όταν αμφιβολίες, ολιγοπιστίες και διλήμματα γεμίζουν το εσωτερικό μας μπροστά στις δοκιμασίες, στις θλίψεις και στα προβλήματα της ζωής.

Τότε το βλέμμα του Κυρίου στρέφεται και σε μας. Είτε μέσα από την εικόνα Του, είτε από τον αιώνιο Λόγο Του, είτε από τη συμβουλή του Πνευματικού μας, είτε από τη φωνή της συνειδήσεώς μας. Αισθανόμαστε το βλέμμα του με την ίδια αγάπη και στοργή να μας καλεΐ ξανά κοντά του, να μας δυναμώνει και να μας στηρίζει για να βρούμε πάλι το σωστό δρόμο, την ορθή πορεία μας κοντά του, παιδιά δικά του αγαπημένα, ξανά μαθητές του.


Αρκεί να το βλέπουμε, να Τον πιστεύουμε και να μετανοούμε.

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: «ΑΝ ΤΑ ΥΛΙΚΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΔΕ ΜΟΙΡΑΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ, ΘΑ ΜΟΙΡΑΣΤΟΥΝ ΜΕ ΤΟ ΜΑΧΑΙΡΙ»

 Μία φορά σκανδαλισμένος με έναν πνευματικό που ήθελε να επιβάλει τις πολιτικές του πεποιθήσεις σ’ ένα πνευματικοπαίδι του, πήγα να ρωτήσω σχετικά το γέροντα. 

Για μένα χέρι που δεν κάνει το σταυρό, είτε «δεξιό» είτε  «αριστερό»… το ΙΔΙΟ είναι. Δεν έχουν καμία διαφορά.

Να κοιτάτε να μαθαίνετε ποιοί είναι τίμιοι άνθρωποι, δίκαιοι και αυτούς να ψηφίζετε. Σήμερα έχουμε ανάγκη όχι από έξυπνους αλλά από τίμιους ανθρώπους.

Εγώ, αν οι κομμουνιστές δεν ήταν άθεοι, και δεν κυνηγούσαν τον Χριστό, θα συμφωνούσα μαζί τους.Καλό είναι τα χωράφια, τα εργοστάσια να ανήκουν σε όλους…

Όχι κάποιος να πεινάει και κάποιος να πετάει.

Αν τα υλικά πράγματα δε μοιράζονται με το Ευαγγέλιο, στο τέλος θα μοιραστούν με το μαχαίρι.



Απόσπασμα από το βιβλίο:  «Ο πατήρ Παϊσιός μου είπε» του Αθ. Ρακοβαλή, Εκδόσεις «Ορθόδοξος Κυψέλη», σελ.  84 – 89

Άγιος Ιωάννης ο στρατιώτης

 Ο Άγιος Ιωάννης έζησε στα χρόνια του Ιουλιανού του Παραβάτη (361) και ήταν στρατιώτης «εις τα νούμερα των καλουμένων Ταϊφάλων». Αυτός λοιπόν, είχε σταλεί μαζί με άλλους στρατιώτες να καταδιώξει χριστιανούς. Φαινομενικά τους καταδίωκε, ενώ στα κρυφά τους βοηθούσε να διαφύγουν, να αντέχουν τα βασανιστήρια, να έχουν τα στοιχειώδη για την αντιμετώπιση των ασθενειών τους και άλλα. Έτσι θεάρεστα αφού πέρασε τη ζωή του ο Ιωάννης, αναπαύθηκε ειρηνικά και τάφηκε στον Πανδέκτη, τόπο που και οι ξένοι ενταφιάζονταν. Η δε σύναξη του γινόταν στον πρώτο αποστολικό ναό του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου.

Άγιος Κωνσταντίνος, Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης

 Πρόκειται για τον Πατριάρχη Κωνσταντίνο τον Α', που διαδέχτηκε τον Ιωάννη τον Ε' το έτος 674. Είχε κάνει προηγούμενα διάκονος και σκευοφύλακας. Πατριάρχευσε δύο χρόνια και τρεις μήνες. Δεν έχουμε πολλά βιογραφικά του στοιχεία. Βέβαιο είναι όμως, ότι διακρινόταν για το αυστηρά Ορθόδοξο φρόνημα του, τον ζήλο για την υπεράσπιση της Εκκλησίας κατά των κακοδόξων, των μονοθελητών, επίσης για τον άφιλοχρήματο και φιλόπτωχο χαρακτήρα του.


Ο Σ. Ευστρατιάδης όμως, έχει άλλη άποψη περί του Αγίου αυτού και εικάζει ότι πρόκειται περί του Αγίου Κωνσταντίνου Γ' του Λειχούδη, γράφοντας περί αυτού τα έξης: «Ο Νικόδημος και κατ' αυτόν και ο Γεδεών αποδέχονται ότι ούτος είναι ο Κωνσταντίνος Α' ο πατριαρχεύσας από του 674-676 ο από διακόνου και σκευοφύλακος της μεγάλης εκκλησίας εις τον πατριαρχικόν θρόνον αναβάς εις διαδοχήν Ιωάννου του Ε'. Αλλά εν τω Συναξαριστή Delehaye "μνήμη Κωνσταντίνου του νέου πατριάρχου Κωνσταντιπόλεως"· γίνεται λοιπόν διάκρισις μεταξύ παλαιοτέρου ομωνύμου πατριάρχου και νεωτέρου και ως τοιούτον θα δεχθώμεν Κωνσταντίνον τον Γ' (ο Β' ην εικονομάχος) τον Λειχούδην, Ιερατεύσαντα από του 1059-1063, τον άλλοτε πρωτοβεστιάριον και πρόεδρον της συγκλήτου, και είτα εύνούχον και μοναχόν, τον διαδεχθέντα Μιχαήλ τον Κηρουλλάριον. Υπήρξεν ενάρετος και Ιδρυτής μονής της Θεοτόκου εν Κωνσταντινοπόλει, ως μαρτυρεί ο Ψελλός εν τω προς τον πατριάρχην επιταφίω αυτού λόγω (ιδ. Σάθα, Μεσαίων. Βιβλ. Δ', σ. 445} και επομένως δικαιολογείται η μετά των οσίων κατάταξις αυτού».

Άγιος Θεοδόσιος ο Νέος (ή Μικρός) ο Ευσεβής Βασιλιάς

 Ο Βασιλιάς Θεοδόσιος Β' βασίλευσε το έτος 408 σε ηλικία μόλις επτά χρονών, διάδοχος του πατέρα του Αρκαδίου. Ονομάστηκε Μικρός για να διακρίνεται από τον παππού του τον Μεγάλο. Του μετέδωσε τη χριστιανική ευσέβεια η αδελφή του Πουλχερία και έτσι έτρεφε μεγάλη ευλάβεια και αφοσίωση στην ορθόδοξη πίστη. Όταν ο Θεοδόσιος ο Μικρός ανέλαβε το βασιλικό σκήπτρο, με τη βοήθεια της αδελφής του Πουλχερίας, υποστήριξε θερμά την αλήθεια της Ορθόδοξης Πίστης και την ασφάλεια του συμβόλου της. Έτσι, με βασιλικό θέσπισμα της 19ής Νοεμβρίου του 430, συνήλθε την 22α Ιουνίου του 431 στην Έφεσο η Γ' Οικουμενική Σύνοδος, που καταδίκασε τις αιρετικές δοξασίες του Νεστορίου. Η Εκκλησία, για τη θερμή ευσέβεια και την σπουδαία αυτή υπηρεσία του Θεοδοσίου Β' προς την Ορθοδοξία, τον κατάταξε στον χορό των Αγίων της.

Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

 


Αγία Θεοδότη και τα τρία παιδιά της

 Η Αγία Θεοδότη καταγόταν από τη Νίκαια της Βιθυνίας. Από μικρή τηρούσε στην ζωή της με μεγάλη συνέπεια τις εντολές του Θεού κάτι το οποίο προσπαθούσε να περάσει και στα παιδιά της. Λόγω της χριστιανικής της πίστης συνελήφθη από τον άρχοντα Λευκάδιο, (ο οποίος την είχε ζητήσει σε γάμο, αλλά εκείνη του το είχε αρνηθεί) και αυτός την παρέδωσε στον άρχοντα της Βιθυνίας, Νικήτιο. Εκείνος, σκληρός και κακεντρεχής όπως ήταν, έριξε την Θεοδότη και τα τρία παιδιά της μέσα σε πυρακτωμένη κάμινο, όπου παρέδωσαν την ψυχή τους στον Θεό, για να λάβουν το στέφανο της αιωνίου ζωής.


Η μνήμη της Αγίας Θεοδότης και των τριών παιδιών της επαναλαμβάνεται και την 22α Δεκεμβρίου με παρόμοια βιογραφικά στοιχεία.


Ἀπολυτίκιον  

Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτὴρ.

Ὡς δῶρον ἐκλεκτόν, Θεοδότη θεόφρον, προσήγαγες Θεῷ, τοὺς ἐνθέους βλαστούς σου, σὺν τούτοις γὰρ ἠγώνισαι, ἱερῶς ἐναθλήσασα, μεθ’ ὧν πρέσβευε, ὑπὲρ ἡμῶν τῷ Κυρίῳ, δοῦναι ἄφεσιν, ἁμαρτιῶν ἡμῖν πᾶσι, καὶ βίου διόρθωσιν.

Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

 


Άγιος Καλλίνικος

 Ο Άγιος Καλλίνικος κατάγονταν από την Κιλικία. Ήταν ευσεβής και ενάρετος και είχε σαν έργο ζωής την κατήχηση των εθνικών με σκοπό τη σωτηρία τους. Όταν έφθασε στην Αίγυπτο, φανατικοί ειδωλολάτρες εξεγέρθηκαν εναντίον του, τον συνέλαβαν και τον οδήγησαν στον ηγεμόνα Σακέρδωνα. Αυτός, υποκρινόμενος, έδειξε ότι λυπάται, και για να κάμψει το φρόνημα του Καλλινίκου, ανέφερε δήθεν περιστατικά πρώην γενναίων χριστιανών, που όταν αντίκρισαν τα σκληρά βάσανα, αρνήθηκαν την πίστη τους. Ο Καλλίνικος, αντιλαμβανόμενος την υποκρισία του ηγεμόνα, μειδίασε και του είπε: «Μην αναβάλλεις, έπαρχε, να λάβεις πείρα της δύναμης με την οποία ο Χριστός οπλίζει τους γνήσιους πιστούς Του. Γρήγορα ετοίμασε όλα σου τα κολαστήρια όργανα, φωτιά, ξίφη, τροχούς, μαχαίρια, μαστίγια και ό,τι άλλο σκληρό μαρτύριο έχεις. Όλα αυτά και άλλα περισσότερα και σκληρότερα βασανιστήρια ποθώ για την αγάπη του Χριστού». Πράγματι, ο έπαρχος τον μαστίγωσε σκληρά. Του φόρεσε παπούτσια, τα οποία είχαν καρφιά και τον ανάγκασε να τρέχει μέχρι την πόλη της Γάγγρας σε απόσταση ογδόντα στάδια. Έσκισε τις σάρκες του με σιδερένια νύχια και όπως ήταν μισοπεθαμένος, τον έδεσε πίσω από ένα άγριο άλογο, που τον έσυρε για πολλά χιλιόμετρα. Τόση ήταν η λύσσα του έπαρχου, που πρίν ο Καλλίνικος αφήσει την τελευταία του πνοή, τον έριξε μέσα στη φωτιά. Έτσι ένδοξα πήρε το στεφάνι του μαρτυρίου. Η δε σύναξη του γινόταν κοντά στην γέφυρα του Iουστινιανού, και κοντά σε κάποιο μέρος που λεγόταν Πετρίον.


Ἀπολυτίκιον  

Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.

Κλῆσιν σύνδρομον, ἔχων τῷ βίῳ, νίκος καλλίστον, ἤρας ἐν ἄθλοις, καταλλήλως γεγονῶς ὁ προκέκλησαι, σὺ γὰρ καλῶς τὸν ἀγῶνα τελέσας σου, ὡς νικητὴς ἐδοξάσθης Καλλίνικε. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.


Κοντάκιον

Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.

Τὰ ἄνω τερπνά, ἀξίως νῦν κεκλήρωσαι· Χριστοῦ γὰρ σφοδρῶς, τῷ πόθῳ πυρακτούμενος, τοῦ πυρὸς Καλλίνικε, δι᾽ αὐτοῦ ἀνδρείως κατετόλμησας· ᾧ καὶ νῦν παριστάμενος, μὴ παύσῃ πρεσβεύων, ὑπὲρ τῶν πάντων ἡμῶν.


Τετάρτη 28 Ιουλίου 2021

«Ο ταπεινός δεν φοβάται να πέσει, γιατί είναι χάμω. Και από το χάμω πιο χάμω δεν έχει!»

 Κάποτε, όταν ήταν στο Κελλί, ο Γέροντάς του τον έσπρωξε κι έπεσε κάτω. Ξαφνιασμένος ο π. Γεώργιος τον ρώτησε γιατί τον έσπρωξε. Εκείνος τον ρώτησε αν πόνεσε με την πτώση του. 

Η απάντηση του π. Γεωργίου ήταν αρνητική. 

Ο Γέροντάς του τού είπε: «Έτσι θα είναι και η ζωή σου. Όσο πιο χαμηλά ζεις, όταν πέσεις δεν θα κτυπήσεις πολύ, εάν πέσεις από ψηλά τότε θα κτυπήσεις άσχημα...». 

Κι ένας άλλος Γέ­ροντας έλεγε: «Ο ταπεινός δεν φοβάται να πέσει, γιατί είναι χάμω. Και από το χάμω πιο χάμω δεν έχει!»

Μοναχός Γεώργιος Βατοπαιδινός

ΑΒΒΑΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ: ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΛΟΓΟΙ ΤΩΝ ΠΕΙΡΑΣΜΩΝ

 Πρέπει να πιστεύουμε ακράδαντα ότι κανείς δεν πειράζεται από τους δαίμονες χωρίς την παραχώρηση του Θεού και, επιπλέον, ότι καθετί, το οποίο προς στιγμήν μας φαίνεται θλιβερό η δυσάρεστο, μας έχει σταλεί από έναν στοργικό Πατέρα, από έναν σπλαχνικό Γιατρό. Κι αυτό, αποκλειστικά και μόνο για την ωφέλειά μας.  


Έτσι, οι πειρασμοί συμβαίνουν στους ανθρώπους:

α) για να δοκιμαστούν, ώστε να λάμψει η αρετή τους, όπως συνέβη με τους πειρασμούς του Αβραάμ, του Ιώβ και πολλών άλλων δικαίων·

β) για να καθαριστούν από όλα τα στίγματα των αμαρτιών τους η, όπως λέει ο προφήτης Ησαΐας, από όλες τις σκουριές που ο Θεός βλέπει ότι υπάρχουν μέσα στο βάθος της ψυχής των παιδιών του (βλ. Ησ. 1:25), ώστε την ημέρα της Κρίσεως να εμφανιστούν μπροστά Του σαν καθαρό χρυσάφι·


γ) για να “τιμωρηθούν” παιδαγωγικά εξαιτίας των αμαρτιών τους, όπως διαβάζουμε στους Ψαλμούς: «Πολλές είναι οι συμφορές, με τις οποίες μαστιγώνει ο Κύριος τον αμαρτωλό» (Ψαλμ. 31:10).

Όσιος Παύλος ο Ξηροποταμινός

 Ο Όσιος Παύλος έζησε τον 10ο αιώνα μ.Χ. και ήταν υιός ευσεβών βυζαντινών αρχόντων, κατά τον βίο του «ύπατος των φιλοσόφων», που από νωρίς ασπάσθηκε την αρετή.


Ως επαίτης αναχωρεί από την Κωνσταντινούπολη κι έρχεται αγνώριστος στο αγιώνυμο Όρος. Κοντά στη σημερινή μονή του Ξηροποτάμου, της οποίας υπήρξε κτήτορας, έστησε την ασκητική του καλύβη, έχοντας για στρώμα τη γη και για προσκέφαλο μια πέτρα. Η αρετή του τον έκανε θαυμαστό και οι άνθρωποι έρχονταν από παντού να τον γνωρίσουν. Στην πατρίδα του, όπου για λίγο επιστρέφει, γίνεται πηγή ωφέλειας μεγάλης.


Ο πόθος μεγαλύτερης ησυχίας τον απομακρύνει από τη μονή του Ξηροποτάμου και τον φέρνει στους πρόποδες του Άθω, όπου και αναγκάζεται από τους πολλούς μαθητές του να κτίσει νέα μονή, προς τιμή του Αγίου Γεωργίου, γνωστή σήμερα ως του Αγίου Παύλου. Προγνώρισε το τέλος του πριν από αρκετό καιρό και ετοιμάσθηκε για την αναχώρηση διδάσκοντας τους μαθητές του: «έχετε, τέκνα και αδελφοί, την αγάπην, την ευχήν, την ταπείνωσιν και την υπακοήν διότι όποιος μοναχός δεν έχη αυτάς τας αρετάς, δεν πρέπει να λέγεται μοναχός, αλλά κοσμικός».


Κείμενα του Οσίου Παύλου, σώζονται στη Μονή Ξηροποτάμου, εκ των οποίων έξι Κανόνες στους Αγίους 40 μάρτυρες, κανόνας ιαμβικός στον τίμιο σταυρό και λόγος στα Εισόδια της Θεοτόκου.


Νεώτερη ακολουθία συνέθεσε ο μοναχός Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης.


Ἀπολυτίκιον

Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.

Βασιλείου ἀξία ἀνταλλαξάμενος, τὸν θεούφαντον τρίβωνα τῆς ὅσιας ζωῆς, ὡς ἀστὴρ ἑωθινὸς ἐν Ἄθῳ ἔλαμψας, καὶ ὁδηγεῖς φωτιστικῶς, Μοναζόντων τοὺς χορούς, πρὸς κτῆσιν τὴν τῶν κρειττόνων, Παῦλε Πατέρων ἄκρατης, καὶ πρεσβευτὰ ἠμῶν πρὸς Κύριον.


Κοντάκιον

Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.

Ὡς ἀνάκτων βλάστημα, Παῦλε θεόφρον, κληρονόμος ἄξιος, καὶ υἱὸς ὤφθης εὐκλεής, τοῦ οὐρανίου Παντάνακτος, δι’ ἰσαγγέλου ζωῆς Πάτερ Ὅσιε.


Μεγαλυνάριον

Ὤφθης βασιλείας τῶν οὐρανῶν, ὡς ἀνάκτων γόνος, κληρονόμος δι’ ἀρετῶν· σὺ γὰρ Πάτερ Παῦλε, ἀγγελικῶς βιώσας, τῆς ὑπὲρ νοῦν εὐκλείας, λαμπρῶς ἠξίωσαι.

Άγιος Ακάκιος

 Ο Άγιος Ακάκιος, καταγόταν από την Απολλωνία και μαρτύρησε στα χρόνια του βασιλιά Λικίνιου. Ήταν ένθερμος υποστηρικτής του Ευαγγελίου και δεινός κήρυκάς του. Λόγω του έργου του καταγγέλθηκε και βασανίστηκε. όμως με τη θεία επέμβαση, βγήκε αλάβωτος από τα βασανιστήρια. Έτσι δεν έπαθε τίποτα όταν τον έριξαν μέσα σε καζάνι με βραστό νερό και διασώθηκε από την αγριότητα πεινασμένου λιονταριού. Βλέποντας αυτά τα θαύματα ο έπαρχος Τερέντιος, τον άφησε ελεύθερο.


Στη συνέχεια ο Άγιος μετέβη στην Μίλητο, όπου και συνέχισε το κήρυγμα του Ευαγγελίου και της μιας αληθινής πίστης του Κυρίου. Εκεί ο Άγιος συνελήφθη και οδηγήθηκε στον ναό των ειδώλων και με την απειλή των βασανιστηρίων, θέλησαν οι ειδωλολάτρες να τον κάνουν να θυσιάσει στα είδωλα. Ο Άγιος Ακάκιος όμως με την δύναμη της προσευχής του και μόνο, μπόρεσε να συντρίψει τα αγάλματα των ειδώλων. Για αυτή του την πράξη αποκεφαλίστηκε.


Το άγιο λείψανό του, το παρέλαβε ο Πρεσβύτερος Λεόντιος και αφού το άλειψε με μύρα, το εναπόθεσε στην πόλη των Συνάδων.

Άγιος Ευστάθιος που μαρτύρησε στην Άγκυρα

 Ο Άγιος Ευστάθιος γεννήθηκε στην πόλη Άγκυρα και είναι από τα λαμπρά στολίσματα της Εκκλησίας.


Θαρραλέος κήρυκας του Ευαγγελίου και ακούραστος εργάτης των εντολών του, καταγγέλθηκε στον έπαρχο Κορνήλιο. Στην ανάκριση που του έκαναν, επέμεινε στην ομολογία του Χριστού και καταδικάστηκε στην πιο βάρβαρη ποινή. Του τρύπησαν δηλαδή τους αστραγάλους, έπειτα, αφού τον έδεσαν από τις τρύπες των πληγών του με σχοινί, τον έσυραν στον ποταμό Σάγαρι, στα νερά του οποίου τον έριξαν. Διασώθηκε όμως από τη θεία χάρη και βγήκε έξω.


Μετά από λίγες μέρες, όταν το έμαθε αυτό ο έπαρχος, ντροπιασμένος σκότωσε τον Ευστάθιο με το δικό του μαχαίρι. Έτσι ο Ευστάθιος, παρέδωσε την αγία του ψυχή, στεφανωμένος με το στεφάνι του μαρτυρίου

Άγιοι Πρόχορος, Νικάνωρ, Τίμων και Παρμένας οι Απόστολοι και Διάκονοι

 «Ὃς ἐὰν θέλῃ ἐν ὑμῖν μέγας γενέσθαι, ἔσται ὑμῶν διάκονος» (Κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγέλιο, κ΄ 26). Όποιος, δηλαδή, θέλει να γίνει μέγας μεταξύ σας, είπε ο Κύριος, ας είναι υπηρέτης σας και ας μαθαίνει να γίνεται εξυπηρετικός στους άλλους. Σ’ αυτήν την κατηγορία ανθρώπων ανήκαν και οι απόστολοι (από τους 70 μαθητές του Κυρίου) Πρόχορος, Νικάνωρ, Τίμων και Παρμένος. Αυτοί ήταν μεταξύ των επτά εκλεγμένων διακόνων της πρώτης χριστιανικής Εκκλησίας των Ιεροσολύμων (Πράξ. στ' 5). Το έργο τους ήταν να υπηρετούν και να επιστατούν στη διατροφή των απόρων μελών της Εκκλησίας, ιδιαίτερα των ορφανών και των χηρών. Αλλά υπηρετούσαν και στη διάδοση του θείου λόγου.


Έτσι αργότερα, ο μεν Πρόχορος ακολούθησε τον ευαγγελιστή Ιωάννη στη Μικρά Ασία, όπου έγινε επίσκοπος Νικομήδειας και αναδείχθηκε τέλειος διάκονος του επισκοπικού καθήκοντος, ο δε Τίμων υπέστη μαρτυρικό θάνατο στη Βόστρα της Αραβίας, όπου είχε σταλεί να υπηρετήσει το Ευαγγέλιο. Οι άλλοι δύο, ο Νικάνωρ και ο Παρμενάς, πέθαναν στην Ιερουσαλήμ, εκτελώντας το διακονικό τους έργο. Κηδεύθηκαν από τους ίδιους τους Αποστόλους, κάτω από το πένθος όλης της Εκκλησίας, την οποία υπηρέτησαν με τόσο ζήλο και επιτυχία. Έτσι, ο καθένας χωριστά, αναδείχθηκε «πιστὸς διάκονος ἐν Κυρίῳ» (Επιστολή προς Έφεσίους, στ' 21). Δηλαδή πιστός διάκονος στο έργο του Κυρίου.



Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς θεῖοι συνέκδημοι, τῶν Ἀποστόλων Χριστοῦ, θεόθεν ἐκρίθητε διακονεῖν εὐσεβῶς, τῷ θείῳ πληρώματι, Πρόχορε θεηγόρε, σὺν Νικάνορι ἅμα, Τίμων ὁ θεοκήρυξ. Παρμενᾶς τε ὁ θεῖος, πρεσβεύοντες τῷ Κυρίῳ, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Έτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’.
Ἀπόστολοι Ἅγιοι, πρεσβεύσατε τῷ ἐλεήμονι Θεῷ , ἵνα πταισμάτων ἄφεσιν, παράσχῃ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.

Κοντάκιον
Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτὴρ.
Διάκονοι σεπτοί, καὶ αὐτόπται τοῦ Λόγου, καὶ σκεύη ἐκλογῆς, ἀνεδείχθητε πίστει, Νικάνορ καὶ Πρόχορε, Παρμενᾶ, Τίμων ἔνδοξε· ὅθεν σήμερον, τὴν ἱερὰν ὑμῶν μνήμην, ἑορτάζομεν, ἐν εὐφροσύνῃ καρδίας, ὑμᾶς μακαρίζοντες.

Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

 


Οσία Ειρήνη η Χρυσοβαλάντου

 Η Οσία Ειρήνη έζησε στα χρόνια της βασίλισσας Θεοδώρας, που αναστήλωσε τις άγιες εικόνες.


Η Ειρήνη καταγόταν από την Καππαδοκία και διακρινόταν όχι μόνο για την ευσέβειά της, αλλά και για την σωματική ωραιότητά της και για την ευγενή ανατροφή της. Είχε ζητηθεί λοιπόν σε γάμο, από διακεκριμένο άνδρα του παλατιού και ξεκίνησε για το Βυζάντιο. Στη διαδρομή όμως, πέρασε από τη Μονή του Χρυσοβαλάντου και τόσο ελκύστηκε από τη συναναστροφή των καλογριών, ώστε πήρε τη μεγάλη απόφαση να παραμείνει μαζί τους. Έτσι απέρριψε τις κοσμικές δόξες, γύρισε στην πατρίδα της, πούλησε τα υπάρχοντά της, βοηθώντας πολλούς φτωχούς και τα υπόλοιπα χρήματα τα εναπόθεσε στη Μονή. Έγινε μοναχή και η ζωή της μέσα στο μοναστήρι υπήρξε πολύ ασκητική και αγία.


Όταν πέθανε η ηγουμένη, η Ειρήνη, παρά την άρνηση της, ορίστηκε διάδοχος της. Από τη νέα της θέση, επετέλεσε τα καθήκοντα της άριστα. Ο Θεός μάλιστα, την προίκισε με το προφητικό και θαυματουργικό χάρισμα. Έτσι διά της προσευχής της, απάλλαξε πολλούς από τα δαιμόνια. Προαισθάνθηκε τον θάνατο της και απεβίωσε ειρηνικά, γεμάτη χαρά για το ευχάριστο ουράνιο ταξίδι της.






Ἀπολυτίκιον  

Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.

Βασιλείας γήινους πάλαι οὐκ ἔτυχες, ἀλλ' ἄφθάρτων στεφάνων νῦν σὲ ἠξίωσεν, ὁ Νυμφίος σου Χριστὸς ὁ ὡραιότατος, ᾧ καθιέρωσας σαυτήν, ὅλῃ καρδίᾳ καὶ ψυχῇ, Εἰρήνη Ὁσία Μῆτερ, Χρυσοβαλάντου ἡ δόξα, ἡμῶν δὲ προσφυγὴ καὶ βοήθεια.


Τρίτη 27 Ιουλίου 2021

Παρακλητικός Κανών στον Άγιο Παντελεήμονα

Το ευχέλαιο έχει τέτοια δύναμη, που εκείνη τη στιγμή ο άνθρωπος γίνεται σαν μικρό παιδί.

 Τι δύναμη έχει, Γέροντα, το ευχέλαιο;

- Το ευχέλαιο έχει τέτοια δύναμη, που εκείνη τη στιγμή ο άνθρωπος γίνεται σαν μικρό παιδί. Αν ο άνθρωπος είναι υγιής και δεν έχει ανάγκη, τότε το ευχέλαιο δεν κάνει να γίνεται παραπάνω από δύο φορές το χρόνο. Είναι μεγάλο μυστήριο.


Αγιος Γαβριηλ Ο Δια Χριστον Σαλος Και Ομολογητης

Διότι τα της προσευχής μόνο δια της προσευχής μαθαίνονται...

 Μου ρωτάει κάποιος (με διάθεση πολεμικής και όχι για να μάθει βέβαια... συνήθης συμπεριφορά του ναρκισσισμού της εποχής μας) τι είναι η προσευχή. 

Και του απαντώ πως αυτό μπορεί να το μάθει μόνο αν αρχίσει να προσεύχεται ο ίδιος. Διότι τα της προσευχής μόνο δια της προσευχής μαθαίνονται. Δεν υπάρχει άλλη δίοδος να μαθευτούν.Είναι σαν να σου ζητάει κανείς να του φέρεις κάποιο μακρινό βουνό για να πιστέψει ότι υπάρχει. Τα βουνά δεν μεταφέρονται. Πρέπει να κάνει την διαδρομή ο ίδιος μπρος τα εκεί για να βεβαιωθεί για την ύπαρξή του.

Άγιος Χριστόδουλος ο εκ Kασσάνδρας που μαρτύρησε στη Θεσσαλονίκη

 Ο νεομάρτυρας Χριστόδουλος γεννήθηκε σ' ένα χωριό της Κασσάνδρας, που ονομαζόταν Βαλτά. Σε νεαρή ηλικία ήλθε στη Θεσσαλονίκη, όπου έκανε το επάγγελμα του ράφτη.


Όταν πληροφορήθηκε ότι κάποιος χριστιανός Βούλγαρος, ετοιμαζόταν ν' αρνηθεί τον Χριστό προμηθεύτηκε έναν μικρό σταυρό και πήγε στο καφενείο, όπου θα γινόταν η περιτομή του αρνησίχριστου. Διέσχισε το πλήθος των γενιτσάρων, και ενώ χτυπούσαν τα τύμπανα, πλησίασε τον αρνησίχριστο, παρουσίασε τον σταυρό και του είπε: «Αδελφέ τι έπαθες, να η πίστη μας, να ο Χριστός, που σταυρώθηκε για την αγάπη μας, συ γιατί αφήνεις τον Χριστό τον σωτήρα σου και γίνεσαι Τούρκος;». Εξαγριωμένοι οι Τούρκοι, όρμησαν και συνέλαβαν τον Χριστόδουλο και με χτυπήματα τον οδήγησαν στον κριτή, όπου απαίτησαν τον θάνατο του. Στην προτροπή του κριτή ν' αρνηθεί τον Χριστό, ο Μάρτυρας με θάρρος απάντησε: «... και συ άφησε τον μωαμεθανισμό και γίνε Χριστιανός». Αποδεικνύοντας έτσι την ακλόνητη πίστη του, παραδόθηκε στους δήμιους, οι οποίοι τον κρέμασαν κοντά στον ναό του Αγίου Μηνά στη Θεσσαλονίκη. Το λείψανο του αγίου με καρφωμένο τον σταυρό στην πλάτη του, παρέμεινε γυμνό κρεμασμένο για δύο μέρες. Κατόπιν οι Χριστιανοί, αγόρασαν το λείψανο του αντί 600 γροσιών και το έθαψαν με τιμές.

Οσία Ανθούσα η ομολογήτρια

 Η Οσία Ανθούσα η ομολογήτρια έζησε στα χρόνια του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου του Κοπρώνυμου (741 μ. Χ.). Οι γονείς της, Στρατήγιος και Φεβρωνία, διακρίνονταν για την ευσέβεια τους και με όμοιο τρόπο ανέθρεψαν και τη θυγατέρα τους.


Η Ανθούσα παρ' όλες τις προτάσεις για γάμο που είχε, έμεινε παρθένος. Και όταν πέθαναν οι γονείς της, δεν μετέβαλλε την απόφαση της και αφιέρωσε την πατρική περιουσία της σε φιλανθρωπικούς και ιερούς σκοπούς. Στην Ανθούσα, οφείλεται η ανέγερση δύο μονών. Αυτή του Μαντινέου με ναό αφιερωμένο στην Αγία Άννα, και αυτή των αγίων Αποστόλων, που χρησιμοποιήθηκε σα γυναικεία Μονή.


Όταν από τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Κοπρώνυμο διατάχθηκε σκληρός διωγμός κατά των αγίων εικόνων και των υποστηρικτών τους, το μοναστήρι της Όσιας Ανθούσας, υπήρξε από τα πιο ένθερμα κέντρα της Ορθοδοξίας. Γι' αυτό και η Οσία στην αρχή βασανίστηκε. Αλλά όταν προέβλεψε ότι η άρρωστη βασίλισσα θα διέφευγε το θάνατο και θα γεννούσε δίδυμα, τότε αγαπήθηκε πολύ απ' αυτή και υποστήριξε ποικιλοτρόπως το μοναστήρι της Οσίας Ανθούσας, η οποία αδιατάρακτη πλέον έπειτα, πέθανε ειρηνικά.

Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

 


Άγιος Παντελεήμων ο Μεγαλομάρτυς και Ιαματικός

 Ο Άγιος Παντελεήμων (Παντελέων το πρότερον όνομα) καταγόταν από τη Νικομήδεια της Μικράς Ασίας και έζησε στα χρόνια του Μαξιμιανού (286 - 305 μ.Χ.). Πατέρας του ήταν ο Ευστόργιος, ο οποίος ήταν εθνικός και μετά τις νουθεσίες του γιου του έγινε χριστιανός. Μητέρα του ήταν η Ευβούλη, η οποία προερχόταν από χριστιανική οικογένεια . Εκπαιδεύτηκε στην ιατρική από τον Ευφρόσυνο και κατηχήθηκε στη χριστιανική πίστη και βαπτίσθηκε από τον πρεσβύτερο Ερμόλαο (βλέπε 26 Ιουλίου) που ήταν ιερέας της Εκκλησίας της Νικομήδειας.


Κάποια στιγμή όταν οχιά δάγκωσε έναν νεαρό και ουσιαστικά τον θανάτωσε ο Άγιος Παντελεήμονας επικαλούμενος τον Χριστό τον ανάστησε.


Αφορμή του μαρτυρίου του στάθηκε ένα ακόμα θαύμα του Αγίου. Κάποτε είχε θεραπεύσει έναν τυφλό, ο οποίος και ανέφερε το γεγονός της θεραπείας του στον βασιλιά, λέγοντάς του ότι τον θεράπευσε ο Παντελέων στο όνομα του Χριστού, στον οποίο και ο ίδιος πλέον πίστευε. Ο βασιλιάς αφού τον άκουσε, αμέσως διέταξε και τον αποκεφάλισαν. Ο ίδιος ο Παντελέων προσήχθη στον βασιλιά, ο οποίος διέταξε τον βασανισμό του με σκοπό την άρνηση της πίστεώς του.


Ο Άγιος βασανίσθηκε σκληρά με διάφορους τρόπους, όμως δεν υπέκυψε στις πιέσεις αφού ο Κύριος εμφανίσθηκε μπροστά του με τη μορφή του πνευματικού του Ερμόλαου και του έδωσε θάρρος. Τέλος διατάχθηκε ο αποκεφαλισμός του και τότε ακούστηκε φωνή από τον ουρανό που τον καλούσε όχι ως Παντελέοντα αλλά ως Παντελεήμονα. Μόλις όμως ο δήμιος άπλωσε το χέρι του για να κόψει με το σπαθί του το κεφάλι του Αγίου, το σπαθί λύγισε και το σίδερο έλιωσε σαν κερί. Μπροστά σε τέτοιο θαύμα και οι παραβρισκόμενοι στρατιώτες έγιναν χριστιανοί. Τότε ο Άγιος εκουσίως παραδόθηκε στο μαρτύριο. Λέγεται ότι από τη πληγή του δεν έτρεξε αίμα αλλά γάλα και το δέντρο της ελιάς, στο οποίο τον είχαν δέσει καρποφόρησε ξαφνικά.


Ἀπολυτίκιον  

Ἦχος γ’.

Ἀθλοφόρε Ἅγιε, καὶ ἰαματικὲ Παντελεῆμον, πρέσβευε τῷ ἐλεήμονι Θεῷ, ἵνα πταισμάτων ἄφεσιν, παράσχῃ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.


Κοντάκιον

Ἦχος πλ. α’.

Μιμητὴς ὑπάρχων τοῦ ἐλεήμονος, καὶ ἰαμάτων τὴν χάριν παρ᾽αὐτοῦ κομισάμενος, ἀθλοφόρε καὶ Μάρτυς Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, ταῖς εὐχαῖς σου τὰς ψυχικὰς ἡμῶν νόσους θεράπευσον, ἀπελαύνων τοῦ ἀεί, πολεμίου τὰ σκάνδαλα, ἐκ τῶν βοώντων ἀπαύστως· Σῶσον ἡμᾶς Κύριε.


Μεγαλυνάριον

Ῥεῖθρα ἰαμάτων ὡς ἐκ πηγῆς, χάριτι θαυμάτων, βρύει χρῄζουσι δωρεάν, ὁ Παντελεήμων, ὁ πάνσοφος ἀκέστωρ· οἱ ῥώσεως διψῶντες δεῦτε ἀρύσασθε σε.


Ὁ Οἶκος

Τοῦ Ἀναργύρου τὴν μνήμην, τοῦ γενναίου τὴν ἄθλησιν, τοῦ πιστοῦ τὰς ἰατρείας, εὐσεβῶς ὑμνήσωμεν φιλόχριστοι, ἵνα λάβωμεν ἔλεος, μάλιστα οἱ βορβορώσαντες, ὡς κἀγώ, τοὺς ἑαυτῶν ναούς· ψυχῶν γὰρ καὶ σωμάτων ὁμοῦ τὴν θεραπείαν περέχει. Σπουδάσωμεν οὖν, ἀδελφοί, ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν ἔχειν τοῦτον ἀσφαλῶς, τόν ῥυόμενον ἐκ πλάνης τοὺς βοῶντας ἀπαύστως· Σῶσον ἡμᾶς Κύριε.


Κάθισμα

Ἦχος πλ. δ'. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.

Μαρτυρήσας γενναίως ὑπὲρ Χριστοῦ, καὶ τὴν πίστιν κηρύξας τῷ σῷ πατρί, ἀνείλκυσας πανεύφημε, τοῦ βυθοῦ τῆς ἀγνοίας, καὶ τυράννων μὴ πτήξας, τὸ ἄθεον φρόνημα, τῶν δαιμόνων κατῄσχυνας, τὸ ἀνίσχυρον θράσος· ὅθεν καὶ τὴν χάριν, ἐκ Θεοῦ ἐκομίσω, ἰᾶσθαι νοσήματα, τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος, Παντελεῆμον πανεύφημε. Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.

Δευτέρα 26 Ιουλίου 2021

ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ

ΘΑ ΣΕ ΠΡΟΣΚΥΝΗΣΟΥΝ ΚΑΙ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΣ .. ΚΑΙ ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ.. ΚΑΙ ΕΠΙΣΗΜΑ ΠΡΟΣΩΠΑ....(Η Αγ.Παρασκευή και ο Όσιος Ιάκωβος)

 ....Μικρό παιδάκι έφευγε από το χωριό του και πήγαινε σ' ένα εξωκκλήσι της Αγίας Παρασκευής, στο χωριό του και έκανε όλη νύχτα μετάνοιες, όπως είχε διδαχθεί από την μάνα του.Και, κάποια μέρα, όπως βγήκε, είδε την Αγία μαυροφορεμένη, να στέκεται κάτω από ένα δένδρο και του φώναξε:

-Ελα Ιάκωβε, παιδί μου , έλα.Ελα να σου πω ό, τι θέλεις , να μου το ζητήσεις.

ΕΙΜΑΙ Η ΑΓΙΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ, η σπιτονοικοκυρά εδώ του σπιτιού μου, που έρχεσαι , που το καθαρίζεις, που το συντηρείς, έλα να μου ζητήσεις ό,τι θέλεις.

Κι εκείνος της είπε :

- Θα ρωτήσω την μητέρα μου, εγώ δεν ξέρω, μικρό παιδί είμαι.

Πήγε στη μητέρα του και εκείνη τον συμβούλευσε να της ζητήσει να του πει την τύχη του. Κι έτσι έγινε και η Αγία του απάντησε:

- Η τύχη σου παιδί μου θα είναι μεγάλη.Θα σε προσκυνήσουν και Πατριάρχες και Αρχιερείς και επίσημα πρόσωπα.

Θα περάσουν από τα χέρια σου πολλά εκατομμύρια, αλλά εσύ δεν θα τα αγγίξεις, όλα θα πάνε προς ενίσχυση των αναγκεμένων.

Και, όπως τα είπε η Αγία, έτσι και έγινε..."

( Απόσπ. από ομιλία του Ηγουμένου της Μονής Οσίου Δαυίδ Γέροντος Γαβριήλ, στα Παύλεια 2013, στην Βέροια, για τον Όσιο Ιάκωβο)

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΑΪΣΙΟΣ:EΞΟΜΟΛΟΓΩ ΤΟΝ ΚΗΠΟ ΜΟΥ!

 Κάποτε περνούσε κάποιος μοναχός έξω από το κελί του γέροντος Παϊσίου και τον είδε να βρίσκεται στον κήπο του.

-Τι κάνεις γέροντα; Ρώτησε.

- Τι να κάνω; Εξομολογώ τον κήπο μου…

- Μα τι λες γέροντα; Θέλει ο κήπος εξομολόγηση;


- Πως δεν θέλει… εάν δεν βγάλεις όλα τα τριβόλια και τα αγριόχορτα από μέσα του δεν θα μπορέσει να καρποφορήσει ότι και να βάλεις μέσα. Θα το πνίξουν τα αγκάθια. Δεν θα πάρεις σοδιά.

Ότι είναι (ζιζάνια) το ξεριζώνω, μια και καλή, δεν τα κόβω γιατί θα ξαναβγούν με την πρώτη ευκαιρία….εξομολόγησή σου λέω...


Ο μοναχός ενώ πήγε να κοροϊδέψει τον γέροντα Παΐσιο στην αρχή, τώρα γεμάτος κατάνυξη έβαλε μετάνοια στον γέροντα και συνέχισε τον δρόμο του…

Όσιος Γερόντιος ο Αγιορείτης

 Ο Όσιος Γερόντιος ήταν ηγούμενος της παλιάς Μονής των Βουλευτηρίων του Αγίου Όρους. Αλλά επειδή η Μονή αυτή ήταν παραλιακή και δεχόταν πολλές επιδρομές βαρβάρων, εγκαταλείφθηκε από τους μοναχούς, που πήγαν σ' άλλα δυσπρόσιτα μέρη του Αγίου Όρους. Έτσι και ο όσιος Γερόντιος, μαζί με έναν υποτακτικό του, εγκαταστάθηκε στο πάνω μέρος της Σκήτης της Αγίας Άννας, όπου έκτισε ησυχαστήριο με εκκλησία στο όνομα του Αγίου Παντελεήμονα. Έτσι ο Όσιος Γερόντιος είναι ο πρώτος, που δημιούργησε τη Σκήτη της Αγίας Άννας. Εκεί κοντά μάλιστα, ο Όσιος δια αποκαλύψεως της Παναγίας, βρήκε νερό (ενώ ο τόπος εκεί ήταν εντελώς άνυδρος), που και σήμερα αναβλύζει και οι μοναχοί το χρησιμοποιούν σαν άγιασμα.


Ο Όσιος Γερόντιος έζησε μια υπερθαύμαστη ζωή και κοιμήθηκε σε μεγάλη ηλικία. Συνδέονταν με πνευματική φιλία με τον Όσιο Μάξιμο τον Καυσοκαλύβη , καθώς φαίνεται στον βίο του. Η σκήτη που ίδρυσε ανέδειξε περί τους δεκαπέντε γνωστούς αγίους και πολλούς μεγάλης αρετής πατέρες. Ασματική ακολουθία συνέθεσε ο μοναχός Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης.


Ἀπολυτίκιον

Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.

Γέρας πέφηνας τῆς ἐγκράτειας, γέρας εἴληφας, τῆς ἀφθαρσίας, φερωνύμως θεοφόρε Γερόντιε, ἀσκητικαὶς ἀρεταὶς γὰρ κοσμούμενος, Βουλευτηρίων Μονῆς ὤφθης πρότυπον. Πάτερ Ὅσιε Χριστὸν τὸν θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.


Κοντάκιον

Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.

Μοναστῶν ὑπόδειγμα ὤφθης ἐν Ἄθῳ, ὡς θεράπων ἔνθεος, τοῦ σὲ δοξάσαντος Χριστοῦ, ᾧ καὶ προσάγοις ἑκάστοτε, τοὺς σὲ τιμῶντας, Γερόντιε Ὅσιε.


Μεγαλυνάριον

Ὤφθης ἀρχηγέτης καὶ καλλονή, τῆς ἐν Ἄθῳ Σκήτης, τῆς Προμήτορος τοῦ Χριστοῦ, ὡς Βουλευτηρίων, Μονῆς κανὼν καὶ τύπος, Γερόντιε παμμάκαρ, Ἀγγέλων σύσκηνε.

Αγία Ιερουσαλήμ

 Η Αγία Ιερουσαλήμ ήταν φίλη της Αγίας Ωραιοζήλης (26 Ιουλίου) και σύνοικος. Είχε επίσης θερμή ευσέβεια και άλλες αρετές, και τη βοηθούσε στη διάδοση του Ευαγγελίου στην πόλη του Βυζαντίου. Οπότε συνελήφθη και αυτή μαζί με την συναθλήτριά της.


Ο κριτής προσπάθησε να την ελκύσει προτείνοντας της να την παντρέψει με ωραιότατο ειδωλολάτρη αξιωματικό. Αλλά η πιστή παρθένος το απέρριψε και έτσι αποκεφαλίστηκε, παίρνοντας το αμάραντο στεφάνι του μαρτυρίου.

Αγία Ωραιοζήλη

 Η Αγία Ωραιοζήλη έζησε τον 1ο αιώνα μ.Χ. Είχε πατρίδα το Βυζάντιο και οι γονείς της ήταν Έλληνες ειδωλολάτρες. Στην αρχή ήταν και αυτή ειδωλολάτρισσα, κατόπιν όμως έγινε χριστιανή από το κήρυγμα του Αποστόλου Ανδρέα. Επειδή η Ωραιοζήλη ήταν μορφωμένη γυναίκα, μπόρεσε και έμαθε σωστά όλες τις αλήθειες του Ευαγγελίου, έτσι ώστε να τις διδάσκει και σ' άλλες γυναίκες και κατόρθωσε να ελκύσει πολλές απ' αυτές στον Χριστό.


Όταν επί αυτοκράτορα Δομιτιανού κινήθηκε διωγμός κατά των Χριστιανών, η Αγία Ωραιοζήλη συνελήφθη και επειδή έμεινε πιστή στην αγάπη του Χριστού, αποκεφαλίστηκε και κατατάχθηκε στο σεμνό χορό των Μαρτύρων. Το δε νεκρό της σώμα το έριξαν στη φωτιά.

Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

 


Άγιοι Ερμόλαος, Έρμιππος και Ερμοκράτης

 Άνηκαν και οι τρεις στον Ιερό κλήρο της εκκλησίας, στη Νικομήδεια.


Όταν ο Άγιος Παντελεήμων  ανακρινόταν, και ρωτήθηκε από ποιόν διδάχτηκε την χριστιανική πίστη, απάντησε, ότι την διδάχτηκε από τον Ιερέα Ερμόλαο. Αυτό ήταν αρκετό, για να σταλούν αμέσως στρατιώτες και να συλλάβουν τον Ερμόλαο. Με τη θέληση τους, ακολούθησαν αυτόν μπροστά στον κριτή της Νικομήδειας, οι φίλοι και συνεργάτες του Ιερείς Έρμιππος και Ερμοκράτης.


Ο δικαστής, αφού εξέτασε πρώτα τον Ερμόλαο, ρώτησε έπειτα τους άλλους δύο τι ζητούσαν και ήλθαν σ' αυτόν. Εκείνοι αποκρίθηκαν, ότι ήταν στρατιώτες του Ερμολάου κάτω από τη σημαία του Χριστού, και ότι τον παρακαλούσαν να έχουν όλοι κοινό θάνατο, όπως είχαν και κοινή αδελφική ζωή. Η απάντηση αυτή, αντί να κινήσει το θαυμασμό του δικαστή, άναψε περισσότερο το θυμό του. Καταδίκασε λοιπόν και τους τρεις σε θάνατο. Έτσι με τη θυσία των κεφαλών τους, κέρδισαν τα αθάνατα βραβεία των αθλητών της πίστης και της αγάπης του Χρίστου.


Ἀπολυτίκιον  

Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.

Ἱερατεύσαντες, γνησίως Ἅγιοι, τῷ πρυτανεύσαντι, ἡμῖν τὰ κρείττονα, τοῦ μαρτυρίου τὴν ὁδόν, ἠνύσατε γηθοσύνως, Ἱερὲ Ἑρμόλαε, σὺν Ἑρμίππω Ἑρμόκρατες, τρίστυλον ἑδραίωμα, Ἐκκλησίας γενόμενοι, διὸ ἐκδυσωπεῖτε ἀπαύστως, σώζεσθαι πάντας πάσης βλάβης.


Έτερον Ἀπολυτίκιον

Ἦχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.

Οἱ Μάρτυρές σου Κύριε, ἐν τῇ ἀθλήσει αὐτῶν, τὸ στέφος ἐκομίσαντο τῆς ἀφθαρσίας, ἐκ σοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν· σχόντες γὰρ τὴν ἰσχύν σου, τοὺς τυράννους καθεῖλον· ἔθραυσαν καὶ δαιμόνων τὰ ἀνίσχυρα θράση. Αὐτῶν ταῖς ἱκεσίαις Χριστὲ ὁ Θεός, σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.


Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

 


Αγία Παρασκευή η Οσιομάρτυς

 Η Αγία Παρασκευή γεννήθηκε στη Ρώμη στα χρόνια του αυτοκράτορα Αντωνίνου (138 - 160 μ.Χ.). Ήταν κόρη των ευσεβών Χριστιανών, Αγάθωνα και Πολιτείας, οι οποίοι φρόντισαν για την χριστιανική αγωγή της, όπως είχαν υποσχεθεί στο Θεό στην περίπτωση που θα τους έδινε ένα παιδί. Επειδή το παιδί γεννήθηκε ημέρα Παρασκευή έλαβε αυτό το όνομα.


Μετά το θάνατο των γονέων της, η Παρασκευή μοίρασε όλη την περιουσία της στους φτωχούς και ανέπτυξε ιεραποστολική δραστηριότητα στην Ρώμη και στα περίχωρα της πόλης, κηρύσσοντας το λόγο του Χριστού. Η δράση της προκάλεσε τον ειδωλολάτρη αυτοκράτορα Αντωνίνο, ο οποίος την συνέλαβε και της υποσχέθηκε υλικά αγαθά στην περίπτωση που θα θυσίαζε στα είδωλα. Βλέποντας όμως πως η Αγία παρέμενε σταθερή στην πίστη της, την υπέβαλε στο βασανιστήριο της πυρακτωμένης περικεφαλαίας, το οποίο υπέμεινε με καρτερικότητα. Τότε ο Αντωνίνος διέταξε και την έβαλαν σε ένα λέβητα με καυτό λάδι και πίσσα. Επειδή όμως είδε την Αγία άθικτη, πλησίασε το πρόσωπο του στον λέβητα - καθώς δεν μπορούσε να εξηγήσει πώς η αγία είχε μείνει ανέπαφη - για να δοκιμάσει αν πράγματι είναι καυτό, και αμέσως τυφλώθηκε. Η Αγία με προσευχή έδωσε στον Αντωνίνο το φως του, με αποτέλεσμα να πιστέψει στο Χριστό ή κατ' άλλους να σταματήσει τους διωγμούς εναντίον τους. Ελευθέρωσε πάντως την Αγία Παρασκευή, η οποία συνέχισε να κηρύττει το Ευαγγέλιο σε άλλα μέρη, μέχρι που έφτασε στην Ελλάδα.


Στα Τέμπη ένας ειδωλολάτρης άρχοντας την υπέβαλε σε φρικτά βασανιστήρια, τα οποία υπέμεινε καρτερικά, για να τελειωθεί με δια αποκεφαλισμού θάνατο.


Ἀπολυτίκιον  

Ἦχος α’.

Τὴν σπουδήν σου τῇ κλήσει κατάλληλον, ἐργασαμένη φερώνυμε, τὴν ὁμώνυμόν σου πίστιν εἰς κατοικίαν κεκλήρωσαι, Παρασκευὴ ἀθλοφόρε· ὅθεν προχέεις ἰάματα, καὶ πρεσβεύεις ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.


Κοντάκιον

Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.

Τὸν ναόν σου πάνσεμνε, ὡς ἱατρεῖον ψυχικὸν εὑράμενοι, ἐν τούτῳ πάντες οἱ πιστοί, μεγαλοφώνως τιμῶμέν σε, Ὁσιομάρτυς Παρασκευὴ ἀοίδιμε.

Κυριακή 25 Ιουλίου 2021

Η παράκληση της αγίας Άννας

Στή χώρα τῶν Γεργεσηνῶν

 1. Ὁ διάβολος δὲν ἔχει ἐξουσία


Ἡ Εὐαγγελικὴ περικοπὴ ποὺ ἀκούσαμε σήμερα μᾶς περιγράφει τὴν ἐπίσκεψη τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ στὴ χώρα τῶν Γεργεσηνῶν καὶ τὰ ὅσα παράδοξα συνέβησαν ἐκεῖ: Μόλις ὁ Κύριος διέσχισε τὴ λίμνη Γεννησαρὲτ καὶ ἀποβιβάσθηκε ἀπὸ τὸ πλοιάριο, τὸν συν­άντησαν δύο δαιμονισμένοι ποὺ ἔβγαιναν ἀπὸ τὰ μνήματα. Ἦταν γενικὰ τόσο ἐπιθετικοὶ καὶ ἐπικίνδυνοι, ὥστε κανεὶς ἀπὸ τοὺς κατοίκους τῆς πόλεως νὰ μὴν τολμᾶ νὰ τοὺς πλησιάσει.


Ἀντικρίζοντας ὅμως τὸν Χριστό, κραύγασαν ἀπὸ τὸν φόβο τους: Ποιὰ σχέση ὑπάρχει ἀνάμεσα σὲ μᾶς καὶ σ᾿ Ἐσένα, Ἰησοῦ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ; Ἦλθες ἐδῶ πρόωρα, γιὰ νὰ μᾶς βασανίσεις; Στὸ μεταξὺ ἔβοσκε στὴν περιοχή τους ἕνα κοπάδι χοίρων. Οἱ δαίμονες τότε ἄρχισαν νὰ παρακαλοῦν τὸν Χριστό: «Εἰ ἐκβάλλεις ἡμᾶς, ἐπίτρεψον ἡμῖν ἀπελθεῖν εἰς τὴν ἀγέλην τῶν χοίρων». Δηλαδή, ἐὰν πρόκειται νὰ μᾶς ἐκδιώξεις ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, δῶσε μας τὴν ἄδεια νὰ μποῦμε μέσα στὸ κοπάδι αὐτὸ τῶν χοίρων.


Ἀξιοπρόσεκτο τὸ γεγονός. Αὐτοὶ ποὺ ἦταν ὁ φόβος καὶ ὁ τρόμος τῶν ἀνθρώπων τῆς περιοχῆς, μπροστὰ στὸν Χριστὸ χάνουν τὴν ἐξουσία τους, τὴ δύναμή τους καὶ κυριεύονται ἀπὸ φόβο. Γιατὶ γνωρίζουν καλὰ ὅτι ἀπέναντί τους ἔχουν τὸν παντοδύναμο Θεό, τὸν Δημιουργὸ καὶ κυβερνήτη τοῦ κόσμου. Ἀναγνωρίζουν τὴν ἀπόλυτη ἐξουσία ποὺ Ἐκεῖνος ἔχει ἐπάνω τους, γι᾿ αὐτὸ καὶ ζητοῦν τὴν ἄδειά του ἀκόμη καὶ γιὰ νὰ εἰσέλθουν σ᾿ ἕνα κοπάδι χοίρων.


Ἡ δύναμη καὶ ἡ ἐξουσία τοῦ διαβόλου εἶναι ἑπομένως περιορισμένη. Χωρὶς τὴν ἄδεια τοῦ Χριστοῦ κανένα κακὸ δὲν μπορεῖ νὰ ἐπιφέρει. Γιὰ κάθε πειρασμὸ στὸν ὁποῖο μᾶς ὑποβάλλει, γιὰ κάθε συμφορὰ καὶ ἀναστάτωση ποὺ φέρνει στὴ ζωή μας ἔχει πάρει ἔγκριση ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Θεό. Γι᾿ αὐτὸ ἂς μὴ φοβόμαστε τὸν διάβολο. Δὲν ἔχει καμία ἰσχὺ ἀπέναντί μας, οὔτε αὐτὸς οὔτε τὰ δαιμονικὰ τεχνάσματα τῶν ἀνθρώπων του, ὅπως ἡ μαγεία. Δὲν μποροῦν νὰ μᾶς βλάψουν, ἂν δὲν τὸ ἐπιτρέψει ὁ παντοκράτορας Κύριος κι ἂν ἐμεῖς βέβαια δὲν δώσουμε ἀφορμὲς μὲ τὴν ἀπρόσεκτη ζωή μας.


2. Νὰ μὴ διώχνουμε τὸν Χριστὸ


Ἐξίσου ἐντυπωσιακὴ εἶναι καὶ ἡ συνέχεια τῆς περικοπῆς: Ἐπειδὴ αὐτοὶ ποὺ ἔτρεφαν τὸ κοπάδι τῶν χοίρων, παρέβαιναν μὲ τὴν πράξη τους αὐτὴ τὸν Μωσαϊ­κὸ Νόμο, ποὺ ἀπαγόρευε ὡς ἀκάθαρτο τὸ χοιρινὸ κρέας, ὁ Κύριος, γιὰ νὰ τοὺς παιδαγωγήσει, ἐπέτρεψε στοὺς δαίμονες νὰ εἰσέλθουν στοὺς χοίρους. Καὶ τότε συνέβη τὸ ἑξῆς παράδοξο: Οἱ δαίμονες βγῆκαν ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους καὶ μπῆκαν στοὺς χοίρους· ὁπότε ξαφνικὰ ὅλο τὸ κοπάδι τῶν χοίρων ὅρμησε μὲ μανία στὸν γκρεμό, ἔπεσε στὴ θάλασσα καὶ πνίγηκε στὰ νερὰ τῆς λίμνης.


Συγκλονισμένοι ἐκεῖνοι ποὺ ἔβοσκαν τοὺς χοίρους ἔφυγαν, ἀφοῦ δὲ πῆγαν στὴν πόλη, ἀνήγγειλαν ὅλα ὅσα ἔγιναν, καὶ ἰδιαιτέρως τὸ τί συνέβη μὲ τοὺς δαιμονισμένους. Ὅλοι οἱ κάτοικοι τῆς πόλεως βγῆκαν τότε γιὰ νὰ συναντήσουν τὸν Ἰησοῦ Χριστό. Ὄχι ὅμως γιὰ νὰ Τοῦ ἐκφράσουν τὴν εὐγνωμοσύνη τους καὶ νὰ Τὸν εὐχαριστήσουν ἢ νὰ Τὸν προσκυνήσουν ὡς ἀπεσταλμένο τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἔκαναν πολλοὶ ἄλλοι ἄνθρωποι ποὺ ἔβλεπαν τὰ ἐντυπωσιακὰ θαύματα ποὺ Ἐκεῖνος ἐπιτελοῦσε. Ἀντίθετα, αὐτοὶ «ἰδόντες αὐτὸν παρεκάλεσαν ὅπως μεταβῇ ἀπὸ τῶν ὁρίων αὐτῶν». Δηλαδή, Τὸν ἀναζήτησαν γιὰ νὰ Τὸν παρακαλέσουν νὰ φύγει ἀπὸ τὴν περιοχή τους. Τὸν ἔδιωξαν! Ὁ Κύριος λοιπὸν σεβόμενος τὴν ἐπιθυμία τους μπῆκε σ᾿ ἕνα πλοῖο, πέρασε στὴν ἀπέναν­τι ὄχθη τῆς λίμνης καὶ ἦλθε στὴν Καπερναούμ.


Εἶναι ὄντως τραγικό: ὁ μικρὸς καὶ πεπερασμένος ἄνθρωπος νὰ διώχνει τὸν ἴδιο τὸν Δημιουργό του, τὸν Εὐεργέτη του, τὸν Λυτρωτή του· νὰ διώχνει τὸν ἄπειρο Θεό! Ἐκεῖνον ποὺ ἔγινε ἄνθρωπος γιὰ νὰ σώσει τὸν ἄνθρωπο καὶ νὰ τὸν ἐλευθερώσει ἀπὸ τὸν θάνατο· Ἐκεῖνον ποὺ θυσιάσθηκε γιὰ νὰ τὸν ὁδηγήσει στὴν ἀθανασία, στὴν αἰώνια χαρὰ καὶ εὐτυχία.


Τὸ ἀκόμη τραγικότερο εἶναι ὅτι δὲν ἔδιωξαν τὸν Χριστὸ ἀπὸ τὰ σύνορά τους μόνο οἱ Γεργεσηνοὶ ποὺ ἀκούσαμε στὴν περικοπή. Αἰῶνες τώρα οἱ ἀνθρώπινες κοινωνίες διώχνουν τὸν Χριστό. Τὸ βλέπουμε καὶ στὴν ἐποχή μας, ἀκόμη καὶ στὴν Ὀρθόδοξη πατρίδα μας. Μήπως δὲν διώχνουμε τὸν Χριστὸ μὲ τοὺς ἀσεβεῖς καὶ ἀνήθικους νόμους ποὺ ψηφίζονται, μὲ τὴν ἐφαρμογὴ σχολικῶν προγραμμάτων ποὺ ἀπροκάλυπτα ἀποχριστιανίζουν τὴ νεολαία, μὲ τὴν κατασυκοφάντηση τῆς Ἐκκλησίας;


Ὅσο ὅμως θὰ ἀπομακρύνουμε τὸν Χριστὸ ἀπὸ τὴν κοινωνία μας, τόσο αὐτὴ θὰ ἐκβαρβαρίζεται, τὰ ἐγκλήματα θὰ ἐξ­απλώνονται καὶ ἡ κακία θὰ ὀργιάζει· τόσο περισσότερο θὰ αὐξάνεται ἡ ταλαιπωρία καὶ ὁ σπαραγμὸς τῶν ἀνθρώπων. Ἂς ξυπνήσουμε λοιπόν, πρὶν εἶναι πολὺ ἀργά!

ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ-Η εξουσία των παθών

 Την παλιά εποχή προσπαθώντας οι άνθρωποι να εξηγήσουν την ύπαρξη του κακού στον κόσμο, πίστευαν ότι υπάρχουν δύο παγκόσμιες αρχές, αντίθετες μεταξύ τους που μάχονται η μία την άλλη. Η αρχή του καλού και η αρχή του κακού, ή αλλιώς, ο θεός του καλού και ο θεός του κακού. Θεωρούσαν πως ο άνθρωπος βρίσκεται ανάμεσα σε αυτές τις δύο δυνάμεις και επηρεάζεται πότε από τη μία και πότε από την άλλη. Την άποψη αυτή δέχονται και σήμερα αρκετοί άνθρωποι και ας είναι χριστιανοί, πιστεύουν πως η αρχή του κακού είναι ο διάβολος.


 Στην χριστιανική πίστη αυτό δεν ισχύει. Η Εκκλησία μας διδάσκει πως υπάρχει μόνο μία αρχή, ο Τριαδικός Θεός που είναι πηγή του καλού. Το κακό δεν υφίσταται σαν οντότητα, αλλά σαν αποτέλεσμα της απομάκρυνσης από τον Θεό. Ο Θεός από πολλή αγάπη, δημιούργησε με τις άκτιστες ενέργειές του όλα όσα υπάρχουν, ορατά και αόρατα. Τα λογικά όντα, οι άνθρωποι και οι άγγελοι, πήραν από το Θεό τη δυνατότητα επιλογής, ώστε να τον πλησιάζουν παίρνοντας από αυτόν ζωή, αιωνιότητα και ευτυχία, ή να απομακρύνονται από κοντά του, οδηγούμενοι όμως στη δυστυχία, τη φθορά και το θάνατο. Κάποιοι άγγελοι κινούμενοι από εγωισμό, απομακρύνθηκαν από την πηγή της ζωής, τον Θεό. Αυτοί είναι δυστυχισμένα πλάσματα, που έχουν κάποιες υπερφυσικές δυνατότητες, αφού είναι άγγελοι, αλλά το τέλος τους θα είναι η αιώνια δυστυχία. Αυτοί ονομάζονται δαίμονες, διάβολοι ή σατανάδες.


Στην καταστροφική επιλογή τους θέλουν να παρασύρουν και τους ανθρώπους, που και αυτοί πλάστηκαν ελεύθεροι έχοντας το αυτεξούσιο, ώστε να τους οδηγήσουν μακριά από τον Θεό, στον αιώνιο θάνατο. Οι δαίμονες δεν είναι θεοί, αλλά δημιουργήματα. Γνωρίζουν την άσχημη κατάσταση στην οποία βρίσκονται, δεν θέλουν όμως να ταπεινωθούν και να επιστρέψουν με μετάνοια στον Θεό, μολονότι ξέρουν ότι τους περιμένει η αιώνια κόλαση κατά την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού μας.


 Αυτό το βλέπουμε στην σημερινή Ευαγγελική περικοπή που αναφέρει ότι, «ὃταν (ο Ιησούς) ήλθε εις την απέναντι παραλία, εις την χώρα των Γεργεσηνών, τον απάντησαν δύο δαιμονιζόμενοι, που έβγαιναν από τα μνημεία και οι οποίοι ήταν άγριοι και επιθετικοί, ώστε να μην μπορεί να περάσει κανείς από τον δρόμο εκείνο. Όταν τον αντίκρισαν, έκραξαν με μεγάλη φωνή και είπαν· «τι κοινόν υπάρχει μεταξύ ημών και σου, Ιησού Υιέ του Θεού; Ήλθες εδώ να μας βασανίσεις, πριν έλθει ο προκαθορισμένος καιρός της κρίσεως και της τιμωρίας μας;». 

 Οι δαίμονες που βρίσκονταν μέσα σε αυτά τα δυστυχισμένα ανθρώπινα πλάσματα, αναγνωρίζουν ότι ο Ιησούς είναι ο Υιός του Θεού, και φοβόνται μην τους τιμωρήσει πριν την καθορισμένη ημέρα της κρίσεως. «Ευρίσκετο δε μακριά από αυτούς ένα κοπάδι από χοίρους, που έβοσκαν. Οι δαίμονες τον παρακαλούσαν και έλεγαν· εάν θα μας διώξεις από αυτούς τους ανθρώπους, δώσε μας την άδεια να πάμε στους χοίρους».


 Οι Πατέρες της Εκκλησίας αναφέρουν ότι είναι τόσο αδύναμοι οι δαίμονες, ώστε χωρίς την έγκριση του Θεού δεν μπορούσαν να πάνε ούτε στους χοίρους. Όταν εγκρίθηκε το αίτημά τους, βγήκαν από τους ανθρώπους, μπήκαν στους χοίρους και το κοπάδι έπεσε στη λίμνη και πνίγηκε. Όπου πηγαίνουν οι δαίμονες μόνο την καταστροφή φέρνουν. Αν δεν τους είχε εμποδίσει η αγάπη του Θεού, θα είχαν σκοτώσει τους δύο ταλαίπωρους ανθρώπους. Όταν πληροφορήθηκαν αυτά τα γεγονότα οι άνθρωποι της πόλεως εκείνης, ζήτησαν από τον Ιησού να φύγει από την περιοχή τους.


Σχολιάζοντας την Ευαγγελική αυτή περικοπή, οι Πατέρες λένε ότι όταν επιτρέπουμε στα πάθη να αποκτήσουν ισχύ πάνω μας, δεν διαφέρουμε από τους δαιμονισμένους. Υπό την εξουσία των παθών, είμαστε καταδικασμένοι να καταστραφούμε, όπως αυτό το κοπάδι πού οδηγήθηκε στο χαμό. Ο ιερός Χρυσόστομος τονίζει «όταν κάποιος είναι ακόλαστος κι επιθυμεί σφόδρα όλα τα σώματα, σε τίποτα δεν διαφέρει από δαιμονισμένο… Τέτοιος δε είναι κι ο φιλάργυρος…» και συνεχίζει με άλλα πάθη. Όταν επιτρέψουμε στα πάθη να κυριαρχήσουν στην ζωή μας, παύουμε να είμαστε ελεύθεροι και βρισκόμαστε κάτω από την απόλυτη εξουσία τους.


 Εντύπωση προξενεί και η στάση των κατοίκων της περιοχής, που λόγω της οικονομικής ζημιάς, ζητούν από τον Ιησού να φύγει από την χώρα τους. Μήπως τους μοιάζουμε; Και εμείς μέσα στην καθημερινότητα βγάζουμε το Θεό από τη ζωή μας, γιατί δεν ταιριάζει με τις επιλογές μας. Είναι καιρός να επιλέξουμε με τίνος το μέρος θέλουμε να βρισκόμαστε, με του Θεού ή με του Διαβόλου. Ο Θεός να μας βοηθήσει. Αμήν.

ΜΑΝΑ ΚΑΙ ΚΟΡΗ(Εορτή της Κοιμήσεως της Αγίας Άννας)

 Ἡ εὐκλεέστατος καὶ ἀξιέπαινος, Ἄννα ἡ ἔνθεος, καὶ πανσεβάσμιος, γῆθεν ἀρθεῖσα ἐκ ζωῆς, προσκαίρου διαιωνίζει, εἰς ζωὴν ἀθάνατον, μετ’ Ἀγγέλων χορεύουσα, σὺν τῇ θυγατρὶ αὐτῆς, καὶ ἀχράντῳ Μητρὶ τοῦ Θεοῦ, πρεσβεύουσα ἀπαύστως σωθῆναι, τοὺς πίστει ταύτην μακαρίζοντας” (Κάθισμα του Όρθρου της εορτής της Κοιμήσεως της Αγίας Άννης)

“Η πλέον δοξασμένη και η άξια μεγίστου επαίνου, η Άννα που ήταν γεμάτη από Θεό, αυτή που αξίζει και τον σεβασμό από όλους, έφυγε από την επίγεια και πρόσκαιρη ζωή και πορεύεται προς την αιώνια και αθάνατη ζωή, χορεύοντας μαζί με τους Αγγέλους και με την κόρη της και άχραντη Μητέρα του Θεού, και πρεσβεύει αδιάκοπα να σωθούνε όσοι την μακαρίζουν με πίστη στον Θεό”.


 “Η Αγία Άννα, η μητέρα της Υπεραγίας Θεοτόκου, καταγόταν από τη φυλή του Λευί. Ο πατέρας της, που ήταν ιερέας, ονομαζόταν Ματθάν και ιεράτευε την εποχή της βασιλείας της Κλεοπάτρας. Τη δε μητέρα της, την έλεγαν Μαρία. Η Άννα είχε και δύο αδελφές, την ομώνυμη με τη μητέρα της Μαρία και τη Σοβήν. Και η μεν Μαρία, που παντρεύτηκε στην Bηθλεέμ, είχε κόρη τη Σαλώμη την μαία, η δε Σοβή, που παντρεύτηκε και αυτή στην Bηθλεέμ, την Ελισάβετ. Τέλος, η Αγία Άννα που παντρεύτηκε στην Γαλιλαία τον Ιωακείμ, γέννησε σε μεγάλη ηλικία την Παρθένο Μαρία, την μητέρα του Σωτήρα του κόσμου. Αφού η Αγία Άννα απογαλάκτισε τη Θεοτόκο και την αφιέρωσε στο Θεό στην εορτή των Εισοδίων, πέρασε την υπόλοιπη ζωή της με νηστείες, προσευχές και ελεημοσύνες προς τους φτωχούς. Τέλος, ειρηνικά παρέδωσε στο Θεό τη δίκαια ψυχή της, κληρονομώντας τα αιώνια αγαθά. Περικαλλή ναό προς τιμήν της αγίας Άννας έκτισε στην Κωνσταντινούπολη περί το 550 μ.Χ. ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός. Λείψανο της Αγίας υπάρχει στην αγιορείτικη σκήτη της Αγίας Άννας. Η Εκκλησία εορτάζει την μνήμη της στις 9 Δεκεμβρίου και την Κοίμησή της στις 25 Ιουλίου κάθε χρόνο” (εκ του Διαδικτύου)




  Η Εκκλησία μας, τιμώντας την προμήτορα Άννα, την μητέρα της Υπεραγίας Θεοτόκου, μας προτρέπει να δούμε τις οικογενειακές σχέσεις μέσα από μίαν άλλη προοπτική. Οι άνθρωποι τιμούμε την κατά σάρκα συγγένεια ως διαιώνιση της φύσης μας, αλλά και του προσώπου μας. Οι γονείς βλέπουμε στα παιδιά την συνέχεια της ύπαρξής μας. Γι’ αυτό και επενδύουμε σ’ αυτά. Θέλουμε να μεγαλώσουν με βάση τις δικές μας αξίες, να συμπεριφέρονται όπως θέλουμε εμείς, ο χαρακτήρας τους να είναι κατά πώς εμείς το επιθυμούμε. Άλλοτε, προβάλλουμε σ΄ εκείνα τα δικά μας απωθημένα, τις δικές μας ελλείψεις,. Άλλοτε τα αφήνουμε από ενοχές για τα δικά μας λάθη, για να μη ζήσουν ό,τι εμείς ζήσαμε, να πορευθούν όπως θέλουν, χωρίς μέτρα και όρια, αρκεί να είναι ευχαριστημένα. Η πραγματικότητα σπάνια συμφωνεί με τις προθέσεις μας, διότι τα παιδιά δίχως όρια δεν μπορούν να κρατήσουν την ευχαρίστησή τους, αλλά μένουν ανικανοποίητα. Όσο ταΐζεις το θέλημα, τόσο αυτό πεινά. Όσο του βάζεις όρια, σε λογικά πάντοτε πλαίσια, τόσο αυτό μαθαίνει να εκτιμά ό,τι του δίδεται, ό,τι έχει, ό,τι μπορεί να κατακτήσει, αναζητώντας το ουσιώδες.


 Η ψυχολογία, βασισμένη σε παλαιά αρχέτυπα, περιγράφει την δυσκολία της σχέσης μάνας και κόρης. Η μάνα συνήθως ζητά από την κόρη να προσαρμοστεί στον κοινωνικό τρόπο, να μιμείται την ίδια, όπως και ο πατέρας ζητά από τον γιο. Κι ενώ τα φύλα δεν ταυτίζονται, καθώς τα ετερώνυμα έλκονται, μάνα και κόρη λειτουργούν στην λογική της συνέχειας, της μίμησης. Αυτό γεννά και έναν ανταγωνισμό, φανερό ή αφανή. Δεν είναι μόνο ο έρωτας του παιδιού προς τον γονιό του άλλου φύλου, που τον κάνει να θαυμάζει και, την ίδια στιγμή, ασυνείδητα να βλέπει ανταγωνιστικά τον γονιό του ίδιου φύλου. Είναι και ο κοινωνικός ρόλος, το τι πρέπει ο νεώτερος να κάνει για να βγάλει ασπροπρόσωπο τον μεγαλύτερο. Και αυτός ο ρόλος εγγράφεται στην ψυχή του νεώτερου, ώστε, ακόμη κι όταν απορρίπτει πτυχές του, να μην μπορεί κατά βάθος να απεξαρτηθεί. Συχνά οι νέες μητέρες συλλαμβάνουν τους εαυτούς τους να αντιγράφουν τις δικές τους, ακόμη κι αν δηλώνουν ότι δεν το θέλουν. Το αρχέτυπο εντυπώνεται και δύσκολα αλλάζει.


  Ίσως θα έπρεπε να ξαναδούμε το ζήτημα της φυσικής συγγένειας στην προοπτική της πνευματικής. Ο πνευματικά συγγενής έχει επιλέξει την οδό της αγάπης, ακολουθώντας ένας άλλο πρότυπο, αυτό του Χριστού. Για τον Χριστό “ουκ ένι άρσεν και θήλυ”, όχι με την έννοια της κατάργησης του βιολογικού φύλου, όπως οι μοντέρνες θεωρίες δείχνουν, αλλά με την έννοια του ότι είμαστε πρόσωπο, στα οποία το φύλο προφανώς και παίζει ρόλο, αλλά δεν είναι το κλειδί. Κλειδί είναι η αγάπη. Αυτή που κάνει τον άνθρωπο να πορεύεται στην αγιότητα. Κάνει να βλέπει τον άλλον, νεώτερο ή μεγαλύτερο, ως εικόνα Θεού και όχι ως αφορμή ανταγωνισμού για να δείξουμε ανωτερότητα, την διαφορετικότητά μας ως αυτοσκοπό, να στοχεύσουμε στο να φανεί το “ποιος έχει το πάνω χέρι”, και, ταυτόχρονα, να καθιστούμε τον άλλο ως αφορμή για να βγάλουμε παράπονα, ανικανοποίητο, μία δήθεν τελειότητα την οποία απαιτούμε από αυτόν, ακριβώς για να δικαιολογήσουμε την δική μας ατέλεια.

 Ο Χριστός μας υποδεικνύει ότι μετάνοια μας χρειάζεται. Συγχωρητικότητα. Αγάπη που γίνεται διακονία και θυσία, όσο αντέχουμε, όχι από την υποχρέωση της φυσικής συγγένειας, αλλά γιατί ο άλλος έτσι κι αλλιώς μας είναι οικείος. Ο κάθε άνθρωπος είναι εικόνα Θεού. Από αυτό ξεκινώντας, βλέπουμε και τον κατά σάρκα συγγενή μας, τον γονιό ή το παιδί μας, ως εικόνα Θεού που καλούμαστε να μοιραστούμε μαζί του την οδό της Εκκλησίας, της αγάπης, της πορείας προς την βασιλεία του Θεού, μαζί με τον Θεό.

Η Εκκλησία μας δείχνει ότι μητέρα και κόρη, προμήτωρ και Θεοτόκος, συγχορεύουν στην βασιλεία του Θεού, όχι μόνο για την κατά σάρκα συγγένεια, αλλά γιατί αξιώθηκαν να ζήσουν την χαρά της παρουσίας του Χριστού. Η Παναγία αυτοπροσώπως. Η Άννα με την ανάσταση των νεκρών, διά της οποίας πορεύθηκε και αυτή στην βασιλεία του Θεού, συναναστάσα. Και όταν η Θεοτόκος εκοιμήθη, τότε μάνα και κόρη συναντήθηκαν ξανά, υπάρχοντας σε κοινωνία με τον Χριστό. Αυτόν που δίνει άλλο νόημα στη σχέση κάθε μάνας και κάθε κόρης. Κάθε ανθρώπου με τον συνάνθρωπο, οικείο κατά σάρκα ή ξένο, αλλά, πάντως, αδελφό και συνοδοιπόρο στο καθ’ ομοίωσιν της αγάπης, της ανάστασης, της αγιότητας.

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

Κυριακή, 25 Ιουλίου 2021

Κοίμηση της Αγίας Άννης

Όσιος Γρηγόριος Καλλίδης

 Ο Όσιος Γρηγόριος (ο Καλλίδης) γεννήθηκε στις 24 Ιανουαρίου του 1844 μ.Χ. από ευλαβείς γονείς, τον Ιωάννη και την Ευφροσύνη, στο Κούμβαο της επαρχίας Ηρακλείας, της Ανατολικής Θράκης. Από μικρός έδειξε κλίση προς την ιερωσύνη και έτσι προσλήφθηκε στην υπηρεσία του Μητροπολίτου Σηλυβρίας και μετά Σερρών Μελετίου Θεοφιλίδη του Θεσσαλονικέως, από το οποίο έλαβε τον πρώτο βαθμό της ιερωσύνης στις 26 Φεβρουαρίου του 1862 μ.Χ. Μαθήτευσε με επιμέλεια στα λαμπρά εκπαιδευτήρια των Σερρών, με Διευθυντή τον Ι. Πανταζίδη, τον μετέπειτα καθηγητή Πανεπιστημίου και ολοκλήρωσε τις σπουδές του στη Ριζάρειο Σχολή και στη Θεολογική Σχολή του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.


Στην Αθήνα ο Μητροπολίτης Θεόφιλος Βλαχοπαπαδόπουλος (1862 - 1873 μ.Χ.) τον προεχείρισε σε Αρχιδιάκονό του, εκτιμώντας την προσωπικότητα και τα σπάνια προσόντα του. Έτσι έλαβε μέρος στη δοξολογία για την άφιξη της νύμφης τότε βασίλισσας Όλγας και αργότερα στη βάπτιση του διαδόχου Κωνσταντίνου.


Κατά το έτος 1873 μ.Χ. βρίσκουμε τον Γρηγόριο Σχολάρχη στη Ραιδεστό, το 1874 μ.Χ. πρωτοσύγκελλο του Μητροπολίτου Ηρακλείας Παναρέτου και ιεροκήρυκα, μέχρι να λάβει τον τρίτο βαθμό της ιερωσύνης, ονομαζόμενος επίσκοπος Ναζιανζού στις 24 Μαρτίου του έτους 1875 μ.Χ. Ως βοηθός επίσκοπος του Μητροπολίτου Ηρακλείας, με πολλή σύνεση, μαζί με τους προκρίτους, διαφύλαξε την πόλη της Ραιδεστού από την επιδρομή 45 χιλιάδων Κιρκασίων κατά τον Ρωσσοτουρκικό πόλεμο, μέχρι να υποδεχθεί τους Ρώσσους.


Στους χρόνους της βουλγαρικής εξαρχείας, απεστάλη από το Πατριαρχείο στην Ανδριανούπολη ως έξαρχος, μετά τις εκεί βιαιότητες κατά του Μητροπολίτου Διονυσίου του Ε', του μετέπειτα Οικουμενικού Πατριάρχου (1887 - 1891 μ.Χ.) για να τον αντιπροσωπεύσει μια και αυτός θα απουσίαζε νοσηλευόμενος στην Κωνσταντινούπολη.


Μετά από τρίμηνη παραμονή στην Ανδριανούπολη, εξελέγη στις 12 Μαίου του 1879 μ.Χ. Μητροπολίτης Τραπεζούντος από τον Πατριάρχη Ιωακείμ το Γ' τον μεγαλοπρεπή κατά την πρώτη πατριαρχεία του.


Την επαρχία της Τραπεζούντος ο Γρηγόριος Καλλίδης εποίμανε για πέντε χρόνια και αναδείχθηκε άξιος διάδοχος των αειμνήστων προκατόχων του, που λάμπρυναν τον μητροπολιτικό αυτό θρόνο των Κομνηνών και της Τραπεζούντος. Από την ημέρα της ενθρονίσεως του επιμελήθηκε του έργου της περιφρουρήσεως του ποιμνίου του από τις επιθέσεις των περιοίκων μεταναστών Τούρκων.


Ομοίως μερίμνησε και περί της ελαττώσεως της βαριάς φορολογία των χριστιανών. Αποκατέστησε την ειρήνη και την ομόνοια μεταξύ του ποιμνίου του και ανασυνέταξε τους κοινοτικούς κανονισμούς της ορθόδοξης κοινότητας των Ρωμηών. Με την βοήθεια των μεγάλων ευεργετών Θεοφυλάκτου και Φωκίωνος Κιούση, δημιούργησε προσοδοφόρα κτήματα από τα έσοδα των οποίων να καλύπτεται ο προϋπολογισμός των σχολείων. Γι' αυτή μάλιστα την ενέργειά του τον συνεχάρη το Πατριαρχείο με προσωπική επιστολή στις 13 Ιουνίου 1880 μ.Χ.


Επί της αρχιερατείας του στην Τραπεζούντα το 1879 μ.Χ., η Μεγάλη Εκκλησία, αφού απέσπασε τις εξαρχίες των τριών Σταυροπηγιακών Μονών Σουμελά, Βαζελώνος και Περιστερεώτα, τις υπήγαγε στην άμεση διοίκηση της μητροπόλεως Τραπεζούντος, με την ελπίδα της καλύτερης συγκροτήσεως και προκοπής των Χριστιανών.


Εις τον Τραπεζούντος Γρηγόριον Καλλίδην ανετέθη από τη Μεγάλη Εκκλησία με συνοδικό γράμμα στις 22 Οκτωβρίου 1879 μ.Χ. από τον Πατριάρχη Ιωακείμ Γ' και το καθήκον της εποπτείας των τριών αυτών Σταυροπηγιακών Μονών, οπότε και ανέλαβε την υποχρέωση να τις επισκέπτεται σε τακτά χρονικά διαστήματα. Από τον Απρίλιον όμως του 1886 μ.Χ., η εποπτεία των χριστιανών της περιοχής περιήλθε και πάλι στην Ιερά Μονή Σουμελά.


Τον Τραπεζούντος Γρηγόριο Καλλίδη, ο οποίος εξελέγη στο θρόνο της αγιωτάτης Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης, διαδέχθηκε στις 29 Δεκεμβρίου 1884 μ.Χ. ο από Φιλιππουπόλεως μετατεθείς Γρηγόριος ο Γ' ο Λέσβιος.


Η ενθρόνιση του Μητροπολίτου Γρηγορίου στη Θεσσαλονίκη έγινε στις 20 Μαρτίου του 1885 μ.Χ. μέσα σε κλίμα ενθουσιασμού.


Κατά την περίοδο της αρχιερατείας του Γρηγορίου Καλλίδη, βρισκόταν σε κορύφωση το κοινοτικό ζήτημα της Θεσσαλονίκης, με έντονες διενέξεις που είχαν να κάνουν με την εκλογή των τοπικών αρχόντων της πόλης. Εκείνη την εποχή άρχισαν να αποδυναμώνονται οι εύποροι συντεχνίτες που διεκδικούσαν μια αδιαφιλονίκητη εκλογή στη δημογεροντία και την αντιπροσωπεία της κοινότητας. Τα ισχυρά μέλη των κοινοτικών οργάνων της περιοχής, ήταν έμποροι, κτηματίες, δικηγόροι και γιατροί. Οι ηγέτες του συντεχνιακού κόσμου ζητούσαν επίμονα να αλλάξουν τους όρους του εκλογικού παιχνιδιού, που πια δεν τους ευνοούσε. Ξέσπασαν έτσι οι γνωστές διαμάχες της δεκαετίας του 1880 μ.Χ. που κατέληξαν στη μετάθεση του Μητροπολίτου Γρηγορίου Καλλίδου. Ωστόσο οι κοινοτικές διενέξεις που είχαν ξεκινήσει πολύ πριν την περίοδο της αρχιερατείας του Γρηγορίου, αλλά διήρκησαν και αρκετά μετά, έγιναν αιτία να μετατεθούν ακόμη δύο Μητροπολίτες, ο Καλλίνικος Φωτιάδης (1878 - 1883 μ.Χ.) και ο Αθανάσιος Μεγακλής (1893 - 1900 μ.Χ.).


Οι Στ. Ιωαννίδης, Δ. Βλάτσης και Κ. Σφήκας ήταν οι εκπρόσωποι των συντεχνιών, των ασθενεστέρων πλέον τάξεων της πόλης, που υποστήριξε ο Μητροπολίτης Γρηγόριος, με αποτέλεσμα να συκοφαντηθεί στο Οικουμενικό Πατριαρχείο και να κυκλοφορήσει το 1888 μ.Χ. από τις αντίπαλες μερίδες, ρυπαρογραφικός ανώνυμος λίβελος ανόσιας κατηγορίας κατά του Μητρ. Γρηγορίου, λίγο πριν την δίκη που θα γινόταν στην Κωνσταντινούπολη για να διαλευκάνει την υπόθεση.


Στις 29 Απριλίου του 1889 μ.Χ. το Οικουμενικό Πατριαρχείο, αθώωσε πανηγυρικά τον ανεξίκακο Μητροπολίτη Γρηγόριο. Οι κατήγοροί του δεν προσήλθαν καθόλου στη δίκη. Οι εκπρόσωποι κατήγοροι του ήταν οι Θ. Γεωργιάδης, Γ. Γράβαρης, Τ. Παπαγεωργίου. Εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι, ο Αλφρέδος Άμποττ, γόνος παλιάς και πλούσιας οικογένειας, όπως και ο Σταύρος Χατζηλαζάρου, είχαν ταχθεί μαζί με τον Μητροπολίτη τους υπέρ της φτωχής μερίδας των συντεχνιών.


Μετά την αθώωσή του, ο Μητροπολίτης Γρηγόριος δικαιωμένος παραμένει στην Κωνσταντινούπολη, μη θέλοντας να επιστρέψει στη Θεσσαλονίκη και παραιτούμενος θέτει τον εαυτό του στη διάθεση της Μεγάλης Εκκλησίας, οπότε και εκλέγεται Μητροπολίτης Ιωαννίνων στις 28 Σεπτεμβρίου του 1889 μ.Χ.


Ως Μητροπολίτης Ιωαννίνων κλήθηκε αριστίνδην συνοδικό μέλος και έρχεται πάλι στην Κωνσταντινούπολη το 1892 μ.Χ. Στη θέση του αφήνει τον πρωτοσύγκελλό του Πανάρετο, που στη συνέχεια εκλέγεται διαδοχικά, επίσκοπος Ναζιανζού και χωρεπίσκοπος Ταταούλων.


Στη Βασιλεύουσα Πόλη, ο Γρηγόριος διετέλεσε πρόεδρος της διευθύνουσας επιτροπής του πατριαρχικού τυπογραφείου, πρόεδρος της επιτροπής διαχείρισης των μοναστηριακών κτημάτων και μέλος της Εφορίας της Ιεράς Θεολογικής Σχολής. Ιδιαίτερα αξιοσημείωτη υπήρξε η δράση του ως προέδρου του εκκλησιαστικού δικαστηρίου των Πατριαρχείων. Στα Ιωάννινα επέστρεψε και πάλι τον Μάιο του 1894 μ.Χ.


Κατά τον πόλεμο του 1897 μ.Χ. μαζί με τους γενικούς προξένους προφύλαξε την πόλη των Ιωαννίνων από τους Τούρκους, οπότε και τιμήθηκε παρά του Αντιβασιλεύοντος Διαδόχου Κωνσταντίνου με το παράσημο των Ανωτέρων Ταξιαρχών του Σωτήρος Χριστού, λαμβάνοντας συγχρόνως από τον Αυτοκράτορα της Ρωσσίας τον μεγαλόσταυρο της Αγίας Άννης και από τον ηγεμόνα του Μαυροβουνίου τον μεγαλόσταυρο Δανιήλου. Ας σημειωθεί εδώ και η αναγνώριση της αξίας του Ιεράρχου και από την Τουρκική πλευρά ενωρίτερα, όταν τιμήθηκε από τον Σουλτάνο το Νοέμβριο του 1885 μ.Χ., με το επίσημο παράσημο Οσμανιέ Β' τάξεως. Διετέλεσε συνοδικός επί των Πατριαρχών Νεοφύτου του Η', Κωνσταντίνου Ε' και Ιωακείμ του Γ' και έγινε πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου, οπότε και έλαβε τον σερβικό μεγαλόσταυρο του Αγίου Σάββα.


Στις 22 Μαίου του έτους 1902 μ.Χ. ο Πατριάρχης Ιωακείμ ο Γ', προεβίβασε τον Γρηγόριο στη γεροντική Μητρόπολη Ηρακλείας και Ραιδεστού, στη θέση του Ιερωνύμου για να εκλεγεί στα Ιωάννινα ο Νικαίας Σωφρόνιος. Οι άλλοι συνυποψήφιοι για την Μητρόπολη Ηρακλείας ήταν ο Αμασείας Άνθιμος και ο Βερροίας Κωνσταντίνος. Ο πρώην Ηρακλείας Ιερώνυμος κατεστάθη και πάλιν Μητροπολίτης Νικαίας.


Στη διοίκηση της επαρχίας του, εκτός των περιοχών Ραιδεστού και Χαριουπόλεως διώρισε επισκόπους, τον επίσκοπο Ναζιανζού Γερμανό στα τμήματα Ηρακλείας και Τυρολόης και τον επίσκοπο Χαριουπόλεως Φιλόθεο στα τμήματα Κεσσάνης, Μαλγάρων και Μακράς Γέφυρας.


Η Εκκλησία της Ηρακλείας που ιδρύθηκε από τον πρωτόκλητο Απόστολο Ανδρέα, υπήρξε η πρωτεύουσα Μητρόπολη στη Θράκη και σ' αυτήν υπαγόταν και η επισκοπή Βυζαντίου, η μετέπειτα Κωνσταντινούπολη. Στην Δ' Οἰκουμενική Σύνοδο της Χαλκηδόνας το 451 μ.Χ., η Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης ανυψώθηκε σε Νέα Ρώμη. Ο Μητροπολίτης Ηρακλείας όμως διατηρούσε το δικαίωμα, να εγχειρίζει στον εκάστοτε Οικουμενικό Πατριάρχη την πατριαρχική ράβδο.


Στα πρώτα χρόνια της αρχιερατείας του στην Μητρόπολη Ηρακλείας ανεκόμισε και παρέδωσε σε Ουγγρική αντιπροσωπεία, τα οστά του πρίγκιπα της Τρανσυλβανίας Φραγκίσκου του Β', του Ρακότση και άλλων Ούγγρων εξορίστων, κατά τις αρχές του ΙΗ αιώνος μ.Χ. μετά την ειρήνη του Κάρλοβιτς, που ήταν θαμμένα στον περίβολο του ναού της Παναγίας της Ρευματοκράτειρας. Τότε τιμήθηκε από την Αυστριακή Κυβέρνηση με τον μεγαλόσταυρο του Φραγκίσκου Ιωσήφ.


Στην πενταετία 1902 - 1907 μ.Χ., ο Μητροπολίτης Ηρακλείας Γρηγόριος με την βοήθεια Ελλήνων διπλωματών, κατάφερε να προφυλάξει την επαρχία του από τον κίνδυνο της Ουνίας, η οποία από τα μέσα του 19ου αιώνα μ.Χ. είχε κάνει την εμφάνισή της στην περιοχή, όπως κι απο την δράση των Βουλγάρων εξαρχικών.


Στη Ραιδεστό κατέθεσε τον θεμέλιο λίθο του κτιρίου του Θρακικού Φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου το 1873 μ.Χ., του κεντρικού παρθεναγωγείου «τα Θεοδωρίδεια», του κεντρικού Αρρεναγωγείου «Γεωργιάδειον», του Νηπιαγωγείου Κουρνάλειος «Γεωργιάδειον» και της μεγάλης αποθήκης στην αποβάθρα της πόλης.


Αγόρασε και επισκεύασε την οικία Γιάγκου και τη δώρησε ως Μητροπολιτικό μέγαρο στην κοινότητα Ραιδεστού, υπό τον όρο να δίνει ο εκάστοτε Μητροπολίτης στο σχολικό ταμείο 35 χρυσές λίρες κάθε χρόνο. Γι' αυτό η ελληνική κοινότητα της Ραιδεστού είχε αναγράψει το όνομά του στον επίσημο κώδικά της και τον ανακήρυξε Μεγάλο Ευεργέτη της.


Επίσης ο Μητροπολίτης Γρηγόριος κατέθεσε χρήματα στην Εθνική Τράπεζα, προς συντήρηση του δασκάλου της πατρίδας του Κουμβάου, η οποία ονόμασε τη δημοτική σχολή της «Καλλίδειον». Στη Ραιδεστό μετά από πολυώδυνο και μαρτυρικό βίο, είδε απελαυνομένους τους περισσότερους χριστιανούς της Θράκης.


Συνεργάστηκε με τους ομογενείς Αρμένιους, Τούρκους και Ιουδαίους για να μη δεινοπαθήσει η Ραιδεστός και αξιώθηκε να υποδεχθεί στις 7 Ιουλίου του 1920 μ.Χ. τον Ελευθερωτή Ελληνικό Στρατό της μεραρχίας της Σμύρνης και τήν επόμενη μέρα τον νεαρό βασιλιά Αλέξανδρο. Διετέλεσε πρώτο μέλος της θρακικής επιτροπής Ορθοδόξων, Μουσουλμάνων, Αρμενίων και Ιουδαίων, η οποία υπέβαλε την ευγνωμοσύνη της στον βασιλιά Αλέξανδρο και στην Κυβέρνηση Βενιζέλου και έλαβε μέρος στον εορτασμό των Εθνικών Επινικείων.


Μετέβη για δεύτερη φορά στην Αθήνα μετά τον θάνατο του βασιλιά Αλέξανδρου με τους πνευματικούς Αρχηγούς και Αντιπροσώπους των κοινοτήτων της Θράκης, για την υποδοχή του βασιλιά Κωνσταντίνου. Περιήλθε τη Θεσσαλία και την Μακεδονία παροτρύνοντας και ενθαρρύνοντας την επάνοδο των εκεί προσφύγων Θρακών στις πατρίδες τους, σε συνεννόηση με τον υπουργό περιθάλψεως. Πήρε μέρος στη Σύνοδο Ιεραρχών Παλαιών και Νέων Χωρών το 1921 μ.Χ. στην οποία προήδρευσε έχοντας τα πρεσβεία, έναντι όλων των Συνέδρων.


Τέλος, παρά την προχωρημένη ηλικία του, συνέχισε εργαζόμενος ακούραστα στη θρακική έπαλξη για την πνευματική κατάρτιση του ποιμνίου του συναπολαμβάνοντας με αυτό τη δωρηθείσα ελευθερία της Θράκης.


Τις δόξες όμως αυτές και τις τιμές, ήλθε να αφανίσει η μαύρη συμφορά, ο χαλασμός του 1922 μ.Χ. που ξερίζωσε τον προαιώνιον ελληνισμόν της Μικράς Ασίας και της Ανατολικής Θράκης απο τις πατρογονικές εστίες. Έτσι ο Μητροπολίτης Γρηγόριος με την προσφυγική ράβδο σαν άλλος Μωϋσής, μεγαλόψυχος παρήγορος του εκτοπιζομένου ποιμνίου του, τους οδήγησε με ασφάλεια στην Ελλάδα.


Τα τελευταία χρόνια της ζωής του τα πέρασε στη Θεσσαλονίκη σχολάζων χωρίς να θελήσει να αναλάβει νέα Μητρόπολη.


Στις 12 Απριλίου (Κυριακή των Βαίων) του 1925 μ.Χ. ο Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Γεννάδιος Αλεξιάδης και η κοινότητα της Θεσσαλονίκης τίμησαν τον Μητροπολίτην Γρηγόριο με αφορμή την συμπλήρωση πενήντα ετών θεοφιλούς και εθνωφελούς αρχιερατείας. Μετά από πανηγυρική Θεία Λειτουργία ακολούθησε αυτή η σεμνή τελετή στον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά παρουσία του Οικουμενικού Πατριάρχου Κωνσταντίνου, Μητροπολιτών του Οικουμενικού Πατριαρχείου και της Αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Ελλάδος, εκπροσώπων του Αγίου Όρους και του ελληνικού κράτους, στρατιωτικών και τοπικών αρχόντων.


Το περιοδικό «Γρηγόριος ο Παλαμάς» αφιέρωσε τον θ' τόμο του (1925 μ.Χ.) στον Μητροπολίτη Γρηγόριο Καλλίδη με αφορμή τη συμπλήρωση του Ιωβηλαίου της αρχιερατείας του.


Ο Μητροπολίτης Γρηγόριος Αρχιεπίσκοπος Ηρακλείας και Ραιδεστού, μετά από σύντομη ασθένεια, άφησε την τελευταία του πνοή τα μεσάνυχτα της Πέμπτης 23 Ιουλίου του 1925 μ.Χ. Η εξόδιος ακολουθία του έγινε με περισσή μεγαλοπρέπεια από τον Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Γεννάδιο, τον Καμπανίας Διόδωρο, τον Απολλωνιάδος Ιωακείμ και τον Κασσανδρείας Ειρηναίο στον Ιερό Ναό της Αγίας Σοφίας Θεσσαλονίκης. Παρέστησαν επίσης οι Μητροπολίτες Σερρών Κωνσταντίνος και Σιδηροκάστρου Νεόφυτος, ο Αρμένιος επίσκοπος, εκπρόσωπος της Αρχιρραβινείας, πλήθος επισήμων και ο πιστός του Θεού λαός. Η σορός του με πομπή, κατέληξε στο νεκροταφείο της Ευαγγελιστρίας όπου κηδεύτηκε δημοσία δαπάνη.


Στις 20 Οκτωβρίου 1979 μ.Χ. ο Παναγιώτατος Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης κυρός Παντελεήμων ο Β', έκανε την ανακομιδή των ιερών λειψάνων του τα οποία βρέθηκαν να ευωδιάζουν και να επιτελούν από τότε πλήθος θαυμάτων.


Μετά από ενέργειες του Παναγιωτάτου Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης κυρού Παντελεήμονος του Β', στην Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος και το Οικουμενικό Πατριαρχείο έγινε με πατριαρχική και συνοδική πράξη στις 22 Μαίου 2003 μ.Χ., η επίσημη κατάταξη του Αγίου Γρηγορίου στο αγιολόγιο της κατά Ανατολάς Ορθοδόξου Εκκλησίας και ορίστηκε ημέρα μνήμης του η 25η Ιουλίου (ημέρα κοιμήσεώς του) και η 20η Οκτωβρίου (επέτειος της ανακομιδής του) ως δεύτερη εορτή του.


Την Πατριαρχική και Συνοδική Πράξη, εκόμισε ο ίδιος ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος ο Α' με πατριαρχική συνοδεία, ο οποίος προέστη και στην ακολουθία – δοξολογία της κατατάξεως του Αγίου Γρηγορίου στο αγιολόγιο της Εκκλησίας μας, στον Ιερό Ναό του Αγίου Δημητρίου στις 29 Μαίου 2003 μ.Χ.

Άγιος Ηλίας Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης

 Ο αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης Ηλίας διεδραμάτισε ενεργό ρόλο στα εκκλησιαστικά δρώμενα που προηγήθηκαν της Ε' Οικουμενικής Συνόδου.


Στις 6 Ιανουαρίου του 553 μ.Χ. συνυπογράφει με τους Απολινάριο Αλεξανδρείας και Δομνίνο Αντιοχείας την επιστολή που απέστειλε ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ευτύχιος, ο οποίος κινήθηκε δραστήρια και ανέλαβε την πρωτοβουλία για τη σύγκληση της Συνόδου, προς τον πάπα Βιγίλιο. Στην επιστολή αυτή εκφραζόταν η επιτακτική ανάγκη για διατήρηση της εκκλησιαστικής ενότητος και παρετίθετο ομολογία πίστεως στις τέσσερις Οικουμενικές Συνόδους που είχαν προηγηθεί και στις παπικές επιστολές.


Για άγνωστους λόγους ο Ηλίας απουσίαζε από τις εργασίες της Ε' Οικουμενικής Συνόδου που συνήλθε το ίδιο έτος (5 Μαΐου - 2 Ιουνίου 553 μ.Χ.)· γι αυτό το λόγο εκπροσωπήθηκε από τον τιτουλάριό του επίσκοπο Ηρακλείας της Μακεδονίας Βενίγνο, ο οποίος υπογράφει στα σωζόμενα σε λατινική μετάφραση πρακτικά της Συνόδου ως «Benignus misericordia Dei episcopus Heracleotanae civitatis, quae est primae Macedoniae, agens vicem Elia sanctissimi archiepiscopi Thessalonicensium civitatis, tam pro illo etiam pro me». Αξιοσημείωτο είναι πως στους επισκοπικούς καταλόγους ο τοποτηρητής του απουσιάζοντος αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης Ηλία, κατέχει την 7η θέση, αμέσως μετά τους πατριάρχες.


Τέλος, το όνομα του αρχιεπισκόπου Ηλία, ως συμμετασχόντος στην Ε' Οικουμενική Σύνοδο, αναγράφεται στο έργο του πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Γερμανού Α', Περί των αγίων συνόδων: «καὶ σύνοδος ἐνταῦθα συνεκροτεῖτο τῶν ρξε' ἁγίων πατέρων, ὄντος ἐν αὐτῇ Εὐτυχίου τοῦ τῆς πόλεως ἡμῶν προέδρου, ᾿Απολλιναρίου τοῦ ᾿Αλεξανδρείας,... ᾿Ηλία τε τοῦ Θεσσαλονίκης καὶ ἑτέρων πλείστων». Εαν δεν πρόκειται για ιστορική παρερμηνεία, αποσκοπεί στον τονισμό του πρωτεύοντος ρόλου του αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης Ηλία στις προπαρασκευαστικές ενέργειες για τη σύγκληση της Συνόδου.

Άγιοι Σάκτος, Ματούρος, Άτταλος και Βλανδίνα

 Οι Άγιοι αυτοί μαρτύρησαν στα χρόνια του βασιλιά των Ρωμαίων Μάρκου Αντωνίνου. Ο Σάκτος (ή Σάγκτος) και ο Ματούρος ήταν από τη Βιέννα, οι δε Άτταλος και Βλανδίνα από την Πέργαμο.


Συνελήφθησαν διότι ήταν χριστιανοί και τους βασάνισαν φρικτά με διάφορα βασανιστήρια, όπως με κοφτερά μαχαίρια, πυρακτωμένα σίδερα, άγρια θηρία, μαστιγώσεις και άλλα. Τελικά τους απαγχόνισαν στη φυλακή και τα σώματα τους τα έριξαν στη φωτιά και κατόπιν στον Ροδανό ποταμό, αφού τα τρύπησαν με ακόντια.

Άγιοι Εκατόν εξήντα πέντε Πατέρες της Ε' Οικουμενικής Συνόδου

 Στα χρόνια του Βασιλιά Ιουστινιανού Α' το έτος 535 μ.Χ., Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης ήταν ο Άνθιμος ο Τραπεζούντιος, που υποστήριζε τις αιρετικές θεωρίες του Ευτυχούς (μονοφυσίτης). Έτσι απομακρύνθηκε από τον Πατριαρχικό θρόνο και αντ' αυτού χειροτονήθηκε Πατριάρχης, από τον τότε Πάπα Ρώμης Αγαπητό, ο Πρεσβύτερος της Εκκλησίας στην Κωνσταντινούπολη Μηνάς (βλέπε 25 Αυγούστου).


Με την αφορμή λοιπόν αυτή, επαναστάτησαν οι Σεβήρος και Πέτρος ο Απαμείας, που ήταν άνθρωποι αιρετικοί και συνιστούσαν τα βλάσφημα δόγματα του Ωριγένη. Οπότε επικράτησε μεγάλη ταραχή στην Εκκλησία.


Έτσι ο βασιλιάς Ιουστινιανός συγκάλεσε στην Κωνσταντινούπολη το 553 μ.Χ. Σύνοδο από 165 Αγίους Πατέρες, με την προεδρία του Πατριάρχη Μηνά και αναθεμάτισαν τους προαναφερθέντες αιρετικούς, καθώς και τους οπαδούς τους.


Το νομοθετικό έργο (την έκδοση ιερών Κανόνων) της Ε', καθώς και της ΣΤ΄ Οικουμενικής Συνόδου συμπλήρωσε η Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδος (Κωνσταντινούπολη, 691 μ.Χ.).


Ἀπολυτίκιον

Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.

Θείου Πνεύματος, τῇ ἐπιπνοίᾳ, θεῖος ὅμιλος, σεπτῶν Πατέρων, ἐν τῇ Πέμπτῃ Συνόδῳ καθείλετε, αἱρετικῶν τὰ ὀθνεῖα διδάγματα, καὶ Ὀρθοδόξοις τὸ κράτος δεδώκατε· ἀλλ’ αἰτήσασθε, Τριάδα τὴν Ὑπερούσιον, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.


Κοντάκιον

Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.

Τοὺς ἐν τῇ πόλει τῇ λαμπρᾷ Κωνσταντίνου, τὴν Πέμπτην Σύνοδον ἐν Πνεύματι θείῳ, θεοειδεῖς Πατέρας συγκροτήσαντας, ὕμνοις εὐφημήσωμεν, Ὀρθοδόξων οἱ δῆμοι, πρὸς αὐτοὺς κραυγάζοντες· ἀπὸ πάσης ἀνάγκης, τὴν Ἐκκλησίαν ῥύσασθε Χριστοῦ, ὑμῶν πρεσβείαις, Πατέρες θεόληπτοι.


Μεγαλυνάριον

Χαίρετε Πατέρες θεοειδεῖς, τῆς Πέμπτης Συνόδου, οἱ φωστῆρες καὶ συνεργοί· χαίρετε προστάται, Χριστοῦ τῆς Ἐκκλησίας, καὶ τῶν αἱρετιζόντων, ἧττα καὶ ὄλεθρος.


Οσία Ευπραξία

 Η Οσία Ευπραξία ήταν κόρη του συγκλητικού Αντίγονου και της Ευπραξίας (η Αγία είχε το ίδιο όνομα με τη μητέρα της), που ήταν συγγενής του Θεοδοσίου του Μεγάλου (379 - 395 μ.Χ.).


Μετά τον θάνατο του Αντιγόνου, η μητέρα της την παρέδωσε στον βασιλιά Θεοδόσιο για να την αποκαταστήσει. Αυτός την αρραβώνιασε πολύ μικρή με κάποιον συγκλητικό.


Αλλά κατά τη διάρκεια κάποιας περιήγησης της στην Αίγυπτο, με τη συνοδεία της μητέρας της, η Ευπραξία επισκέφθηκε κάποια γυναικεία Μονή στη Θήβα της Άνω Αιγύπτου (όπου ηγουμένη ήταν μια αγία γυναίκα, που λεγόταν Μαρίνα) και τόσο της άρεσε η ζωή των εκεί ασκουμένων, ώστε αποφάσισε να περάσει το υπόλοιπο της ζωής της μαζί μ' αυτές.


Η δε μητέρα της δεν έφερε αντίρρηση, επέστρεψε στην Ανατολή, πούλησε την κτηματική της περιουσία και επανήλθε στη Μονή. Εκεί αφού κατέθεσε όλα τα χρήματα από την πώληση της περιουσίας της, απεβίωσε ειρηνικά.


Η δε κόρη της Ευπραξία, μοίρασε τα χρήματα αυτά στις εκκλησίες και στους φτωχούς και επιδόθηκε σε αυστηρότατη άσκηση για 45 ολόκληρα χρόνια. Έτσι ασκητικά και άγια αφού έζησε, παρέδωσε ειρηνικά το πνεύμα της στον Θεό, επιτελώντας πολλά θαύματα.

Οσία Ολυμπιάδα η Διακόνισσα

 Η Ολυμπιάδα έζησε στα χρόνια των Πατριαρχών Νεκταρίου και Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου (395 μ.Χ.). Ο πατέρας της Ακούνδος είχε το αξίωμα του κόμητος. Κατ' άλλους όμως ονομαζόταν Σέλευκος.


Η Ολυμπιάδα είχε μεγάλη σωματική ωραιότητα, ευφυΐα, παιδεία, και πολλά πλούτη. Παντρεύτηκε τον έπαρχο Κωνσταντινούπολης Νευρίδιο, αλλά αυτός μετά από λίγο χρόνο πέθανε και έτσι η Ολυμπιάδα έμεινε χήρα σε πολύ μικρή ηλικία. Ο αυτοκράτωρ Θεοδόσιος προσπάθησε να την πείσει να πάρει δεύτερο άνδρα, κάποιο αξιωματούχο Ελπίδιο. Αυτή όμως, τιμώντας τη μνήμη του άντρα της και φλεγόμενη από τον πόθο να υπηρετήσει την Εκκλησία με τα πλούτη της, απέρριψε το δεύτερο γάμο. Αφοσιώθηκε λοιπόν στο μέγα αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινούπολης Ιωάννη το Χρυσόστομο και γεμάτη ενθουσιασμό έδωσε στην αρχιεπισκοπή του χιλιάδες χρυσά νομίσματα και κτήματα.


Μέσα στην Εκκλησία είχε τον τίτλο της Διακόνισσας. Ίδρυσε μάλιστα και μοναστήρι, κοντά στο ναό της αγίας Ειρήνης. Αργότερα, όταν ο Χρυσόστομος εξορίστηκε, η Ολυμπιάδα έπεσε σε βαθύ πένθος. Για να την παρηγορήσει ο μέγας ιεράρχης, της έστειλε αρκετές επιστολές (σώζονται 17).


Πέθανε εξορισμένη στη Νικομήδεια, μόλις 50 ετών, λίγο μετά από το θάνατο του ιερού Χρυσοστόμου.

Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

 


Κοίμηση της Αγίας Άννας Μητέρας της Υπεραγίας Θεοτόκου

 Η Αγία Άννα, η μητέρα της Υπεραγίας Θεοτόκου, καταγόταν από τη φυλή του Λευί. Ο πατέρας της, που ήταν ιερέας, ονομαζόταν Ματθάν και ιεράτευε την εποχή της βασιλείας της Κλεοπάτρας. Τη δε μητέρα της, την έλεγαν Μαρία.


Η Άννα είχε και δύο αδελφές, την ομώνυμη με τη μητέρα της Μαρία και τη Σοβήν. Και η μεν Μαρία, που παντρεύτηκε στην Bηθλεέμ, είχε κόρη τη Σαλώμη την μαία, η δε Σοβή, που παντρεύτηκε και αυτή στην Bηθλεέμ, την Ελισάβετ.Τέλος, η Αγία Άννα που παντρεύτηκε στην Γαλιλαία τον Ιωακείμ, γέννησε την Παρθένο Μαρία.


Η Αγία Άννα αξιώθηκε να έχει τη μεγάλη τιμή και ευτυχία να αποκτήσει μοναδική κόρη, τη μητέρα του Σωτήρα του κόσμου. Αφού η Αγία Άννα απογαλάκτισε τη Θεοτόκο και την αφιέρωσε στο Θεό, αυτή πέρασε την υπόλοιπη ζωή της με νηστείες, προσευχές και ελεημοσύνες προς τους φτωχούς. Τέλος, ειρηνικά παρέδωσε στο Θεό τη δίκαια ψυχή της, κληρονομώντας τα αιώνια αγαθά. Διότι ο ίδιος ο Κύριος διαβεβαίωσε ότι «οἱ δίκαιοι εἰς ζωὴν αἰώνιο ἀπελεύσονται» (Ματθαίου, κε' 46). Οι δίκαιοι, δηλαδή, θα μεταβούν για να απολαύσουν ζωή αιώνια.


Περικαλλή ναό προς τιμήν της αγίας Άννας έκτισε στην Κωνσταντινούπολη περί το 550 μ.Χ. ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός. Λείψανο της Αγίας υπάρχει στην αγιορείτικη σκήτη της Αγίας Άννας.


Ἀπολυτίκιον  

Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Ζωὴν τὴν κυήσασαν, ἐκυοφόρησας, ἁγνὴν Θεομήτορα, θεόφρον Ἄννα, διὸ πρὸς λῆξιν οὐράνιον, ἔνθα εὐφραινομένων, κατοικία ἐν δόξῃ, χαίρουσα νῦν μετέστης, τοῖς τιμῶσί σε πόθῳ, πταισμάτων αἰτουμένη, ἱλασμὸν ἀειμακάριστε.


Κοντάκιον

Ἦχος β’. Τά ἄνω ζητῶν.

Προγόνων Χριστοῦ, τὴν μνήμην ἑορτάζομεν, τὴν τούτων πιστῶς, αἰτούμενοι βοήθειαν, τοῦ ῥυσθῆναι ἅπαντας, ἀπὸ πάσης θλίψεως, τοὺς κραυγάζοντας, ὁ Θεὸς γενοῦ μεθ᾽ ἡμῶν, ὁ τούτους δοξάσας ὡς ηὐδόκησας.


Σάββατο 24 Ιουλίου 2021

Εὐαγγέλιον Κυριακής

 ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ Η´ 28 - 34



28 Καὶ ἐλθόντι αὐτῷ εἰς τὸ πέραν εἰς τὴν χώραν τῶν Γεργεσηνῶν ὑπήντησαν αὐτῷ δύο δαιμονιζόμενοι ἐκ τῶν μνημείων ἐξερχόμενοι, χαλεποὶ λίαν, ὥστε μὴ ἰσχύειν τινὰ παρελθεῖν διὰ τῆς ὁδοῦ ἐκείνης. 29 καὶ ἰδοὺ ἔκραξαν λέγοντες· Τί ἡμῖν καὶ σοί, Ἰησοῦ υἱὲ τοῦ Θεοῦ; ἦλθες ὧδε πρὸ καιροῦ βασανίσαι ἡμᾶς; 30 ἦν δὲ μακρὰν ἀπ’ αὐτῶν ἀγέλη χοίρων πολλῶν βοσκομένη. 31 οἱ δὲ δαίμονες παρεκάλουν αὐτὸν λέγοντες· Εἰ ἐκβάλλεις ἡμᾶς, ἐπίτρεψον ἡμῖν ἀπελθεῖν εἰς τὴν ἀγέλην τῶν χοίρων. 32 καὶ εἶπεν αὐτοῖς· Ὑπάγετε. οἱ δὲ ἐξελθόντες ἀπῆλθον εἰς τὴν ἀγέλην τῶν χοίρων · καὶ ἰδοὺ ὥρμησεν πᾶσα ἡ ἀγέλη τῶν χοίρων κατὰ τοῦ κρημνοῦ εἰς τὴν θάλασσαν, καὶ ἀπέθανον ἐν τοῖς ὕδασιν. 33 οἱ δὲ βόσκοντες ἔφυγον, καὶ ἀπελθόντες εἰς τὴν πόλιν ἀπήγγειλαν πάντα καὶ τὰ τῶν δαιμονιζομένων. 34 καὶ ἰδοὺ πᾶσα ἡ πόλις ἐξῆλθεν εἰς συνάντησιν τῷ Ἰησοῦ, καὶ ἰδόντες αὐτὸν παρεκάλεσαν ὅπως μεταβῇ ἀπὸ τῶν ὁρίων αὐτῶν.


ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ Θ´ 1 - 1



1 Καὶ ἐμβὰς εἰς πλοῖον διεπέρασεν καὶ ἦλθεν εἰς τὴν ἰδίαν πόλιν.



Ερμηνευτική απόδοση 



Καὶ ὅταν αὐτὸς ἦλθεν εἰς τὸ ἀπέναντι μέρος, εἰς τὴν χώραν τῶν Γεργεσηνῶν, τὸν συνήντησαν δύο δαιμονιζόμενοι, ποὺ ἔβγαιναν ἀπὸ τὰ ἐκεῖ μνήματα, εἰς τὰ ὁποῖα εὐχαριστοῦντο νὰ κατοικοῦν.Ἦσαν δὲ καὶ οἰ δύο ἐπιθετικοὶ καὶ πολὺ ἐπικίνδυνοι, ὥστε νὰ μὴ μπορῇ κανεὶς νὰ περάσῃ ἀπὸ τὸν δρόμον ἐκεῖνον. 29 Καὶ ἔξαφνα ἀπὸ τὸν φόβον των ἐφώναξαν δυνατὰ καὶ εἶπαν· Ποία σχέσις ὑπάρχει μεταξὺ ἠμῶν καὶ σοῦ, Ἰησοῦ υἱὲ τοῦ Θεοῦ; Ἦλθες ἐδῶ πρόωρα, πρὸ τοῦ καιροῦ τῆς παγκοσμίου κρίσεως, διὰ νὰ μᾶς βασανίσῃς; 30 Ὑπῆρχε δὲ μακρὰν ἀπὸ αὐτοὺς κοπάδι ἀπὸ πολλοὺς χοίρους, ποὺ ἔβοσκεν ἐκεῖ. 31 Καὶ οἰ δαίμονες τὸν παρεκάλουν λέγοντες· Ἐὰν πρόκειται νὰ μᾶς βγάλῃς ἔξω ἀπ' ἐδῶ, ἐπίτρεψόν μας νὰ ἀπέλθωμεν ες τὸ κοπάδι τῶν χοίρων. 32 Καὶ ἐπειδὴ αὐτοί, ποὺ ἔτρεφον τοὺς χοίρους, ἔπραττον τοῦτο παρὰ τὸν μωσαϊκὸν νόμον, ποὺ ἀπηγόρευεν ὡς ἀκάθαρτον τὸ χοιρινὸν κρέας, ὁ Κύριος τιμωρῶν τὴν παρανομίαν ταύτην εἶπεν εἰς τοὺς δαίμονας· Πηγαίνετε.Αὐτοὶ δὲ ἀφοῦ ἐβγῆκαν ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, ἐπήγαν εἰς τοὺς χοίρους.Καὶ ἰδοὺ μὲ μανίαν ὥρμησεν ὅλον τὸ κοπάδι τῶν χοίρων ἀπὸ τὸ ἐπάνω μέρος τοῦ κρημνοῦ πρὸς τὰ κάτω εἰς τὴν θάλασσαν καὶ ἐπνίγησαν ες τὰ νερὰ τῆς λίμνης. 33 Ἐκεῖνοι δέ, ποὺ ἔβοσκαν τοὺς χοίρους, ἔφυγαν καὶ ἀφοῦ ἐπῆγαν εἰς τὴν πόλιν, ἀνήγγειλαν ὅλα, ὅσα συνέβησαν καὶ ἰδιαιτέρως τὸ τί συνέβη μὲ τοὺς δαιμονιζομένους. 34 Καὶ ἰδοὺ ὅλοι οἱ κάτοικοι τῆς πόλεως ἐβγῆκαν διὰ νὰ συναντήσουν τὸν Ἰησοῦν, καὶ ὅταν τὸν εἶδαν, τὸν παρεκάλεσαν νὰ φύγῃ ἀπὸ τὰ σύνορά τους, ἐκ φόβου μήπως πάθουν καὶ μεγαλύτερα κακά.




1 Καὶ ἀφοῦ ἐμβῆκεν εἰς τὸ πλοῖον, ἐπέρασε διὰ μέσου τῆς λίμνης εἰς τὸ ἀπέναντι μέρος, καὶ ἦλθεν εἰς τὴν ἰδικήν του πόλιν, τὴν Καπερναούμ.