Πέμπτη 24 Σεπτεμβρίου 2020

Ο τρόπος τελέσεως της Θείας Λειτουργίας-Όσιος Πορφύριος

 Προσπαθούσα, πάντοτε κατά την ώρα της Θείας Λειτουργίας να βρίσκομαι μέσα στο Ιερό Βήμα. Και τούτο διότι ήθελα από πολύ κοντά να παρακολουθώ τον π. Πορφύριο, πως τελούσε την αναίμακτη αυτή θυσία. Και δεν μετάνιωσα για την προσπάθεια μου αυτή. Αντίθετα, και σήμερα δηλώνω απερίφραστα, πως εάν ζούσε ο αείμνηστος γέροντας θα έκανα πάλι το ίδιο. Γιατί εκεί μέσα γνώρισα όλο το μεγαλείο της πίστεως! Εκεί μέσα έζησα στιγμές συγκινητικές και απερίγραπτες! Εκεί μέσα άκουσα να συνομιλούν τα κάτω με τα άνω! Εκεί μέσα είδα έναν παππούλη να υψώνει τα άγια χεράκια του προς τον Ύψιστο, όπως ακριβώς τα μικρά και αγνά παιδάκια κατά την ώρα της παιδικής τους προσευχής! Εκεί μέσα παρακολούθησα με πόση ευλάβεια και φόβο Θεού έκανε όλη την προετοιμασία του μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας κατά την ώρα της Προσκομιδής! Ιδίως αυτό το τελευταίο με είχε κυριολεκτικά συγκλονίσει! Γιατί, ο π. Πορφύριος, όλο αυτό το θείο μυστήριο το ζούσε στην πραγματικότητα! Και αυτό το έδειχνε με τον τρόπο που χρησιμοποιούσε το πρόσφορο. Δεν το θεωρούσε σαν μια προσφορά. Αλλά νόμιζε ότι εκείνη την ώρα κρατούσε το ίδιο το σώμα του Χριστού. Γι’ αυτό και κάθε φορά που το έκοβε, πονούσε η ψυχούλα του, γιατί ήταν περισσότερο από βέβαιος, ότι την ώρα εκείνη κόβει το ίδιο το σώμα του Ιησού! Στις Δε ευχές που έλεγε κατά τον χρόνο της Προσκομιδής των Θείων δώρων, έδιδε τέτοια έμφαση και τέτοιο τόνο και χρώμα που συγκλόνιζαν ακόμα και τον πιο άπιστο και βάρβαρο στην ψυχή! Μου είναι αδύνατον να λησμονήσω τον τρόπο, που εδέετο υπέρ των ζώντων και των τεθνεώτων! Αυτό το: μνήσθητι Κύριε του δούλου σου τάδε, το έλεγε και το ζητούσε από τον Θεό με τόση γλυκύτητα και με τέτοιο παρακλητικό τόνο, που του ήταν αδύνατο να του αρνηθεί, όχι ο Θεός που είναι πολυέλεος, πολυεύσπλαχνος, μακρόθυμος και γεμάτος αγάπη, αλλά και ο μεγαλύτερος εγκληματίας ολοκλήρου της οικουμένης!


Ακόμη είχα παρατηρήσει, ότι ο Παππούλης καθόλη τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας, έδινε την εντύπωση, πως ούτε ακούει, ούτε βλέπει, ούτε έχει καμμιά επαφή με τον έξω κόσμο. Εκείνος ζούσε στον δικό του κόσμο. Παρά ταύτα εγώ ούτε εκεί δεν τον άφηνα ήσυχο. Κάθε τόσο τον πλησίαζα όλο και περισσότερο, για να του δείξω την αγάπη μου. Και εκείνος ανταποκρινόμενος πλήρως, με σταύρωνε στο μέτωπο μου, πότε με την Ιερά Λαβίδα, πότε με τον Σταυρό του και άλλοτε με ότι Θείο κρατούσε στα άγια χεράκια του την ώρα εκείνη.

Και όταν ο Παππούλης σταύρωνε, δεν έκανε απλώς, το σημείο του Σταυρού, όπως συνήθως, γίνεται από τους ιερείς, αλλά πίεζε με τόση πίστη και δύναμη το μέτωπο, την κεφαλή ή άλλο σημείο του σώματος, που έπασχε, ώστε εκείνος που εσταυρώνετο το ένοιωθε, για τα καλά…μάλιστα!

Προσωπικά είχα υποστεί…πολλές φορές αυτή…την δοκιμασία, όταν ευρισκόμουν στο ιερό κατά την ώρα της θείας λειτουργίας και πάντα έμενα με την εντύπωση, ότι η υπερβολική πίεση που ασκούσε πάνω μου, έκανε το μέτωπο μου να αιμορραγεί, χωρίς στην πραγματικότητα, να συμβαίνει κάτι τέτοιο ποτέ.

Όμως , μια φορά, που βρισκόμουν πλησίον της αγίας Τραπέζης και παρακολουθούσα τον Παππούλη πως εκάλυπτε το δισκάριο με τον Σταυρό, (Σχήμα Σταυρού – μου διαφεύγει η ονομασία), με σταύρωσε με αυτόν, τόσο δυνατά, που όχι μόνο πόνεσα φοβερά, αλλά νόμισα, πως άνοιξε το μέτωπο μου στα τέσσερα (!) και προσπάθησα να …σκουπίσω τα αίματα με το δεξί μου χέρι, χωρίς βέβαια να υπάρχουν και χωρίς να μου δημιουργήσει την παραμικρή αμυχή, στο σημείο που ε σταύρωσε! Ωστόσο, τα μάτια μου βούρκωσαν από τον ισχυρό πόνο και μόνον από ντροπή δεν έκλαψα! Μετά από αυτό το περιστατικό, δεν ξανατόλμησα να τον πλησιάσω.

Επίσης, εκείνο που με είχε εντυπωσιάσει σε βαθμό υπερθετικό, ήταν ο τρόπος με τον οποίο περισυνέλεγε τα Θεία Μαργαριτάρια! Η επιμέλεια του, η ευλάβεια του, η προσοχή του και ο φόβος μήπως παραπέσει κανένα από αυτά, δεν είχαν προηγούμενο! Ίδρωνε, στην κυριολεξία από την αγωνία του!

Τέλος θα το θεωρούσα, τουλάχιστον, μεγάλη παράλειψη, αν δεν ανέφερα, έστω και δυο λέξεις, για τον τρόπο που έψελλε ο π. Πορφύριος.

Η ψαλμωδία του Παππούλη δεν είχε καμμιά σχέση με τις συνηθισμένες ψαλμωδίες, που ακούμε σήμερα στους περισσοτέρους Ιερούς Ναούς. Αλλά είχε κάτι το εντελώς ξεχωριστό. Ήταν πολύ λιτή, απέριττη, σιγανή και απαλλαγμένη από κορώνες και «γαργαριτά», που θυμίζουν ανατολίτικα τραγούδια και «αμανέδες» και απέφευγε συστηματικά να κάνει επίδειξη των φωνητικών του ικανοτήτων χωρίς αυτό να σημαίνει ότι τις εστερείτο.

Εκείνο που τον ενδιέφερε, ήταν να προφέρει σωστά και καθαρά ότι έψαλλε και να γίνεται αυτό κατανοητό από το εκκλησίασμα αφ’ ενός και να έχει άμεση και συνεχή επαφή με το θείο, αφετέρου. Και τα επετύγχανε και τα δυο! Γιατί είχε μεγάλη πίστη στον Θεό και τον αγαπούσε, όσο τίποτε άλλο στον κόσμο! Γι’ αυτό και ο Θεός τον εδόξασε «έτι ζωντα». Ας τον τιμήσουμε και εμείς τώρα που κοιμήθηκε…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου