Ονομάζουμε «Ειρηνικά» μια ομάδα αιτημάτων επειδή ξεκινούν με τη λέξη ειρήνη. Αυτά τα αιτήματα είναι δεήσεις, δηλαδή προσευχητικά κείμενα προς τον Θεό. Τα αιτήματα είναι εννέα. (Στις σημερινές φυλλάδες είναι δέκα, επειδή ανάμεσα στο 5ο και στο 6ο έχει προστεθεί δέηση για τις αρχές και τις εξουσίες του έθνους.) Αυτά τα αιτήματα, αυτές οι δεήσεις, αναφέρονται περισσότερο στην κατάσταση της ιστορίας, προσκαλούν δηλαδή τον Θεό να οικονομήσει όντος της ιστορίας, ώστε να είναι ειρηνικός και ακίνδυνος ο βίος μας. Και ο διάλογος που διεξάγεται μεταξύ ιερέως και λαού, όπου ο πρώτος εξαγγέλλει το αίτημα και ο δεύτερος επιβεβαιώνει και επαυξάνει με το Κύριε ελέησον, αφορά όχι μόνον τα βαπτισμένα μέλη του σώματος του Χριστού, αλλά και όσους πορεύονται προς το φώτισμα, δηλαδή τους κατηχούμενους.
Ο διάκονος (ει δε ουκ εστί διάκονος συλλειτουργών, άπαντά τα του διακόνου, πλην του Εύλογησον Δέσποτα, εκφωνεί έσωθέν του Βήματος ο ιερεύς): Εν είρηνην ουν Κυρίου δεηθώμεν Με ειρήνη ας παρακαλέσουμε τον Κύριο Ο λαός: Κύριε ελέησον.
Αυτά τα αιτήματα πρέπει να τα αναπέμψουμε όντας σε μια κατάσταση εσωτερικής ειρήνης, να βρεθούμε σε ειρηναία κατάσταση, η τουλάχιστον να θέλουμε να είμαστε σε ειρηναία κατάσταση, να την αναζητάμε αυτή την κατάσταση για να μπορούμε να εκφέρουμε αυτά τα αιτήματα που δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένας σχολιασμός της σχέσης Θεού και ανθρώπου. Ουσιαστικά είναι διάλογος, που προϋποθέτει τη γνώση του ονόματος του Θεού: Κύριος πολυέλεος και πολύ εύσπλαχνος και αληθινός (βλ. Εζ. 34,6).
Ο διάκονος:
ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΑΝΩΘΕΝ ΕΙΡΗΝΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΣΩΤΗΡΙΑΣ ΤΩΝ ΨΥΧΩΝ ΗΜΩΝ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΔΕΗΘΩΜΕΝ.
Για την ειρήνη από το Θεό και για την σωτηρία των ψυχών μας, ας παρακαλέσουμε τον Κύριο.
Το πρώτο αίτημα που καταθέτουμε είναι ανακεφαλαιωτικό όλων των αιτημάτων που θα άκολουθησουν. Επίσης, από την αρχή της θείας Λειτουργίας καταθέτουμε το ερώτημα της διαλεκτικής ανάμεσα στην ιστορία και στη Βασιλεία, ανάμεσα στον «κόσμον τούτον» και στον «κόσμο της Βασιλείας του Θεού». Για την Εκκλησία, για τους χριστιανούς, ιστορία και Βασιλεία δεν ταυτίζονται. Μόνη της η ιστορία δεν μπορεί να οδηγήσει στη Βασιλεία, ακόμη και όταν έχει να μας παρουσιάσει σπουδαία επιτεύγματα της ανθρώπινης σκέψης και πράξης, όσο η προοπτική της είναι εγκλωβισμένη σε μια αυτόνομη διάσταση η βασίζεται σε διαχείριση των κτιστών δυνάμεων. Για την Εκκλησία, η ιστορία χρειάζεται ένα άλλο περιεχόμενο, που θα το αντλήσει εκτός της κτιστότητας, περιεχόμενο που η βιβλική γλώσσα το ονομάζει παρουσία του Αγίου Πνεύματος και αποδοχή αυτής της παρουσίας. Γι` αυτό και επισημαίνεται ότι σωτηρία του ανθρώπου σημαίνει αποδοχή άνωθεν παρουσίας.
Η «άνωθεν ειρήνη» είναι η ειρήνη που φέρει ο Χριστός. Το επίρρημα «άνωθεν» χρησιμοποιείται από τον ευαγγελιστή Ιωάννη για να προσδιορίσει την αναγεννητική δύναμη που φέρει το Άγιο Πνεύμα, καθώς και από τον άδελφοθεο Ιάκωβο για να προσδιορίσει το αληθές περιεχόμενο της θείας δωρεάς. Ο ίδιος ο Χριστός έχει διευκρινίσει στους μαθητές του, αναγγέλλοντας την έλευση του ‘Αγίου Πνεύματος που θα αποκαλύψει «πάσαν την αλήθειαν», ότι η ειρήνη που αυτός δίδει δεν έχει σχέση με την ειρήνη που μπορεί να προσφέρει ο κόσμος: Ειρήνην άφιημι υμίν, ειρήνην την έμην διδωμι υμίν ου καθώς ο κόσμος διδωσιν εγώ διδωμι υμίν (Ίωαν. 14,27). Πρόκειται για ειρήνη που εγκαθιστούν όντος μας οι ενέργειες του ‘Αγίου Πνεύματος. Έτσι μπορούμε να αντιληφτούμε τη δυναμική που εμπεριέχει ο χαιρετισμός του αναστημένου Χριστού στους μαθητές του: ειρήνη ύμιν (βλ. Ίωαν. 20,21 κε.).
Μην ξεχνάμε ότι η γέννηση του Χριστού αναγγέλλεται από τις αγγελικές δυνάμεις ως ειρήνη επί της γης: Δόξα εν ύψιστοις Θεω και επί γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία (Λουκ. 2,14). Πρόκειται για την αναμενόμενη ειρήνη που έχει υποσχεθεί ο Θεός και που η θεολογία των προφητών ανυψώνει σε κεντρικό άξονα σωτηρίας, διευκρινίζοντας τη διαφορά ανάμεσα στην ειρήνη του κόσμου και την ειρήνη του Θεού. Η ειρήνη που ενεργείται από τους ανθρώπους εμπεριέχει σχετικότητα και συχνά είναι ψευδεπίγραφη, όπως σχολιάζει ο προφήτης Ιερεμίας: ειρήνη – ειρήνη. και που εστίν ειρήνη; (Ίερ. 6,14), η όπως υπογραμμίζει ο προφήτης Ιεζεκιήλ: ειρήνη ειρήνη, και ουκ εστίν ειρήνη (Ίεζ. 13,10).
Το αίτημα για άνωθεν ειρήνη συνδέεται με τη σωτηρία της ψυχής επομένως εντάσσεται σε εσχατολογική προοπτική. Και όταν αναφερόμαστε σε σωτηρία της ψυχής, αναφερόμαστε σε θεραπεία της φύσεως η οποία ασθενεί λόγω της ροπής προς την αμαρτία και λόγω της παρουσίας του θανάτου. Το ερώτημα για σωτηρία έχει υπαρξιακό περιεχόμενο και όχι απλώς ηθικό.
Ο διάκονος: Υπέρ της ειρήνης του σύμπαντος κόσμου, ευσταθείας των άγιών του Θεού εκκλησιών και της των πάντων ενώσεως, του Κυρίου δεηθώμεν.
Ο λαός: Κύριε ελέησον.
Για την ειρήνη όλου του κόσμου, για τη στερέωση των άγιων Εκκλησιών του Θεού και για την ένωση όλων των ανθρώπων, ας παρακαλέσουμε τον Κύριο.
Επιμερίζουμε τώρα τα αιτήματά μας, ώστε οι συνθήκες μέσω των οποίων επιχειρούμε την πορεία μας προς την κοινωνία με τον Χριστό, να μην μας δυσκολεύουν. Η ειρηνική κατάσταση όλου του κόσμου, ακόμη κι αν φαίνεται ανέφικτη λόγω των ανθρώπινων ενεργειών, είναι πανανθρώπινο αίτημα. Όρος ουσιώδης για να επιτυγχάνεται η ειρήνη του κόσμου, είναι η ευστάθεια των Εκκλησιών του Χριστού και η ένωση στη μία Εκκλησία του Χριστού. Μια τέτοια ενότητα ν πίστεως νοημιτοδοτεί τον κόσμο ολόκληρο και συμβάλλει στην προσπάθεια ειρηνικής διαβίωσης των ανθρώπων.
Ο διάκονος:
ΥΠΕΡ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΙΚΟΥ ΤΟΥΤΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΜΕΤΑ ΠΙΣΤΕΩΣ ΕΥΛΑΒΕΙΑΣ ΘΕΟΥ ΕΙΣΙΟΝΤΩΝ ΕΝ ΑΥΤΩ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΔΕΗΘΩΜΕΝ,
Γι` αυτόν εδώ τον άγιο ναό και για κεινούς που εισέρχονται σ` αυτόν με πίστη , με ευλάβεια και με φόβο Θεού , ας παρακαλέσουμε τον Κύριο.
Ο άγιος οίκος του Θεού είναι αυτός στον όποιο μαζευόμαστε για να συνδεθούμε με το σώμα του Χριστού, σύμφωνα με τη διακήρυξη του ίδιου, ο όποιος μας βεβαίωσε ότι όπου είσι δύο η τρεις συνηγμένοι εις τι εμόν όνομα, εκεί είμι εν μέσω αυτών (Ματθ. 18,20). Αυτός ο οίκος περικλείεται σε ορατά όρια, βρίσκεται δηλαδή εν όριοις, γι’ αυτό και χρησιμοποιούμε τον όρο «ενορία» για να τον προσδιορίσουμε. Και βέβαια, ένας τέτοιος οίκος λαμβάνει περιεχόμενο από την παρουσία λαού, τους πιστούς, τα μέλη του σώματος του Χριστού, στο όποιο ένταχθηκαμε έκαστος με το βάπτισμά μας, που τον αναδεικνύει σε τόπο παρουσίας του θεού. Αυτοί οι πιστοί «εισέρχονται», είναι οι «είσιοντες», για να παρακαθήσουν γύρω από το τραπέζι της Εύχαριστιας και να πραγματοποιήσουν τον τρόπο της Βασιλείας του Θεού. Εισερχόμαστε στον ναό με πίστη, εύλαβεια και φόβο Θεού. Πίστη σημαίνει έμπιστοσυνη στον αναστημένο Χριστό, εύλαβεια σημαίνει αποδοχή όσων λαμβάνουμε ως δωρεά από τον Θεό , φόβος Θεού σημαίνει άρμονια στη σχέση κτιστού και άκτιστου .
Ο διάκονος (ει δε ουκ εστί διάκονος συλλειτουργών, άπαντά τα του διακόνου, πλην του Εύλογησον Δέσποτα, εκφωνεί έσωθέν του Βήματος ο ιερεύς): Εν είρηνην ουν Κυρίου δεηθώμεν Με ειρήνη ας παρακαλέσουμε τον Κύριο Ο λαός: Κύριε ελέησον.
Αυτά τα αιτήματα πρέπει να τα αναπέμψουμε όντας σε μια κατάσταση εσωτερικής ειρήνης, να βρεθούμε σε ειρηναία κατάσταση, η τουλάχιστον να θέλουμε να είμαστε σε ειρηναία κατάσταση, να την αναζητάμε αυτή την κατάσταση για να μπορούμε να εκφέρουμε αυτά τα αιτήματα που δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένας σχολιασμός της σχέσης Θεού και ανθρώπου. Ουσιαστικά είναι διάλογος, που προϋποθέτει τη γνώση του ονόματος του Θεού: Κύριος πολυέλεος και πολύ εύσπλαχνος και αληθινός (βλ. Εζ. 34,6).
Ο διάκονος:
ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΑΝΩΘΕΝ ΕΙΡΗΝΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΣΩΤΗΡΙΑΣ ΤΩΝ ΨΥΧΩΝ ΗΜΩΝ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΔΕΗΘΩΜΕΝ.
Για την ειρήνη από το Θεό και για την σωτηρία των ψυχών μας, ας παρακαλέσουμε τον Κύριο.
Το πρώτο αίτημα που καταθέτουμε είναι ανακεφαλαιωτικό όλων των αιτημάτων που θα άκολουθησουν. Επίσης, από την αρχή της θείας Λειτουργίας καταθέτουμε το ερώτημα της διαλεκτικής ανάμεσα στην ιστορία και στη Βασιλεία, ανάμεσα στον «κόσμον τούτον» και στον «κόσμο της Βασιλείας του Θεού». Για την Εκκλησία, για τους χριστιανούς, ιστορία και Βασιλεία δεν ταυτίζονται. Μόνη της η ιστορία δεν μπορεί να οδηγήσει στη Βασιλεία, ακόμη και όταν έχει να μας παρουσιάσει σπουδαία επιτεύγματα της ανθρώπινης σκέψης και πράξης, όσο η προοπτική της είναι εγκλωβισμένη σε μια αυτόνομη διάσταση η βασίζεται σε διαχείριση των κτιστών δυνάμεων. Για την Εκκλησία, η ιστορία χρειάζεται ένα άλλο περιεχόμενο, που θα το αντλήσει εκτός της κτιστότητας, περιεχόμενο που η βιβλική γλώσσα το ονομάζει παρουσία του Αγίου Πνεύματος και αποδοχή αυτής της παρουσίας. Γι` αυτό και επισημαίνεται ότι σωτηρία του ανθρώπου σημαίνει αποδοχή άνωθεν παρουσίας.
Η «άνωθεν ειρήνη» είναι η ειρήνη που φέρει ο Χριστός. Το επίρρημα «άνωθεν» χρησιμοποιείται από τον ευαγγελιστή Ιωάννη για να προσδιορίσει την αναγεννητική δύναμη που φέρει το Άγιο Πνεύμα, καθώς και από τον άδελφοθεο Ιάκωβο για να προσδιορίσει το αληθές περιεχόμενο της θείας δωρεάς. Ο ίδιος ο Χριστός έχει διευκρινίσει στους μαθητές του, αναγγέλλοντας την έλευση του ‘Αγίου Πνεύματος που θα αποκαλύψει «πάσαν την αλήθειαν», ότι η ειρήνη που αυτός δίδει δεν έχει σχέση με την ειρήνη που μπορεί να προσφέρει ο κόσμος: Ειρήνην άφιημι υμίν, ειρήνην την έμην διδωμι υμίν ου καθώς ο κόσμος διδωσιν εγώ διδωμι υμίν (Ίωαν. 14,27). Πρόκειται για ειρήνη που εγκαθιστούν όντος μας οι ενέργειες του ‘Αγίου Πνεύματος. Έτσι μπορούμε να αντιληφτούμε τη δυναμική που εμπεριέχει ο χαιρετισμός του αναστημένου Χριστού στους μαθητές του: ειρήνη ύμιν (βλ. Ίωαν. 20,21 κε.).
Μην ξεχνάμε ότι η γέννηση του Χριστού αναγγέλλεται από τις αγγελικές δυνάμεις ως ειρήνη επί της γης: Δόξα εν ύψιστοις Θεω και επί γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία (Λουκ. 2,14). Πρόκειται για την αναμενόμενη ειρήνη που έχει υποσχεθεί ο Θεός και που η θεολογία των προφητών ανυψώνει σε κεντρικό άξονα σωτηρίας, διευκρινίζοντας τη διαφορά ανάμεσα στην ειρήνη του κόσμου και την ειρήνη του Θεού. Η ειρήνη που ενεργείται από τους ανθρώπους εμπεριέχει σχετικότητα και συχνά είναι ψευδεπίγραφη, όπως σχολιάζει ο προφήτης Ιερεμίας: ειρήνη – ειρήνη. και που εστίν ειρήνη; (Ίερ. 6,14), η όπως υπογραμμίζει ο προφήτης Ιεζεκιήλ: ειρήνη ειρήνη, και ουκ εστίν ειρήνη (Ίεζ. 13,10).
Το αίτημα για άνωθεν ειρήνη συνδέεται με τη σωτηρία της ψυχής επομένως εντάσσεται σε εσχατολογική προοπτική. Και όταν αναφερόμαστε σε σωτηρία της ψυχής, αναφερόμαστε σε θεραπεία της φύσεως η οποία ασθενεί λόγω της ροπής προς την αμαρτία και λόγω της παρουσίας του θανάτου. Το ερώτημα για σωτηρία έχει υπαρξιακό περιεχόμενο και όχι απλώς ηθικό.
Ο διάκονος: Υπέρ της ειρήνης του σύμπαντος κόσμου, ευσταθείας των άγιών του Θεού εκκλησιών και της των πάντων ενώσεως, του Κυρίου δεηθώμεν.
Ο λαός: Κύριε ελέησον.
Για την ειρήνη όλου του κόσμου, για τη στερέωση των άγιων Εκκλησιών του Θεού και για την ένωση όλων των ανθρώπων, ας παρακαλέσουμε τον Κύριο.
Επιμερίζουμε τώρα τα αιτήματά μας, ώστε οι συνθήκες μέσω των οποίων επιχειρούμε την πορεία μας προς την κοινωνία με τον Χριστό, να μην μας δυσκολεύουν. Η ειρηνική κατάσταση όλου του κόσμου, ακόμη κι αν φαίνεται ανέφικτη λόγω των ανθρώπινων ενεργειών, είναι πανανθρώπινο αίτημα. Όρος ουσιώδης για να επιτυγχάνεται η ειρήνη του κόσμου, είναι η ευστάθεια των Εκκλησιών του Χριστού και η ένωση στη μία Εκκλησία του Χριστού. Μια τέτοια ενότητα ν πίστεως νοημιτοδοτεί τον κόσμο ολόκληρο και συμβάλλει στην προσπάθεια ειρηνικής διαβίωσης των ανθρώπων.
Ο διάκονος:
ΥΠΕΡ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΙΚΟΥ ΤΟΥΤΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΜΕΤΑ ΠΙΣΤΕΩΣ ΕΥΛΑΒΕΙΑΣ ΘΕΟΥ ΕΙΣΙΟΝΤΩΝ ΕΝ ΑΥΤΩ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΔΕΗΘΩΜΕΝ,
Γι` αυτόν εδώ τον άγιο ναό και για κεινούς που εισέρχονται σ` αυτόν με πίστη , με ευλάβεια και με φόβο Θεού , ας παρακαλέσουμε τον Κύριο.
Ο άγιος οίκος του Θεού είναι αυτός στον όποιο μαζευόμαστε για να συνδεθούμε με το σώμα του Χριστού, σύμφωνα με τη διακήρυξη του ίδιου, ο όποιος μας βεβαίωσε ότι όπου είσι δύο η τρεις συνηγμένοι εις τι εμόν όνομα, εκεί είμι εν μέσω αυτών (Ματθ. 18,20). Αυτός ο οίκος περικλείεται σε ορατά όρια, βρίσκεται δηλαδή εν όριοις, γι’ αυτό και χρησιμοποιούμε τον όρο «ενορία» για να τον προσδιορίσουμε. Και βέβαια, ένας τέτοιος οίκος λαμβάνει περιεχόμενο από την παρουσία λαού, τους πιστούς, τα μέλη του σώματος του Χριστού, στο όποιο ένταχθηκαμε έκαστος με το βάπτισμά μας, που τον αναδεικνύει σε τόπο παρουσίας του θεού. Αυτοί οι πιστοί «εισέρχονται», είναι οι «είσιοντες», για να παρακαθήσουν γύρω από το τραπέζι της Εύχαριστιας και να πραγματοποιήσουν τον τρόπο της Βασιλείας του Θεού. Εισερχόμαστε στον ναό με πίστη, εύλαβεια και φόβο Θεού. Πίστη σημαίνει έμπιστοσυνη στον αναστημένο Χριστό, εύλαβεια σημαίνει αποδοχή όσων λαμβάνουμε ως δωρεά από τον Θεό , φόβος Θεού σημαίνει άρμονια στη σχέση κτιστού και άκτιστου .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου