Ἐπισκόπου Ἀνδρέου Ἀράντ καί Χουνεντοάρας
῾Ο Θεός ἔθεσε τόν 'Αδάμ καί τήν Εὔα στόν παράδεισο. ῾Ο παράδεισος ἦταν ἕνας ὡραῖος κῆπος, ὅπου εὑρίσκοντο καρποφόρες πεδιάδες καί κάθε εἴδους καρπεροῦ δένδρου, μελωδικά πτηνά, χρήσιμα στήν ὑπηρεσία τοῦ ἀνθρώπου ζῶα, ποταμοί χειμαρώδεις, εὐωδιαστά λουλούδια, φυτά, πλούτη καί ἐπάρκεια ὅλων τῶν ἀγαθῶν. Αὐτός ἦταν ὁ ἐπίγειος παράδεισος, τύπος τοῦ Οὐρανίου παραδείσου.'Εδῶ ἔβαλε ὁ Θεός τούς πρώτους ἀνθρώπους, «ἐν τῷ παραδείσῳ τῆς τρυφῆς, ἐργάζεσθαι αὐτό καί φυλάσσειν» (Γεν. 2,15), καί διά νά τόν δοκιμάσῃ στήν ὑπακοή, τόν διέταξε νά μή φάγῃ καρπούς ἀπό τό δένδρο τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ.
῾Η ἐντολή ἔλεγε τά ἑξῆς ἀκριβῶς: «ἀπό παντός ξύλου τοῦ ἐν τῷ παραδείσῳ βρώσει φαγῇ, ἀπό δέ τοῦ ξύλου τοῦ γινώσκειν καλόν καί πονηρόν, οὐ φάγεσθε ἀπ' αύτοῦ· ᾗ δ' ἄν ἡμέρα φάγητε ἀπ' αὐτοῦ, θανάτῳ ἀποθανεῖσθε» (Γεν. 2,16-17).
Στόν παράδεισο ὁ 'Αδάμ καί ἡ Εὔα, ἔζησαν εὐτυχισμένοι καί παρθένοι. ῾Ο νοῦς των ἦτο φωτεινός καί φυλαγμένος ἀπό ἁμαρτίες, ἡ καρδιά τους ἐπίσης καθαρή ἀπό κακές ἐπιθυμίες, ἡ θέλησίς τους ἦταν προσηλωμένη μόνο γιά τά καλά ἔργα, τό σῶμα τους πάντοτε ὑγιές καί φυλαγμένο ἀπό ὁποιαδήποτε ἀσθένεια ἤ πόνο.
24. Μέ τί εἴδους Νόμους ἔζησε ὁ πρῶτος ἄνθρωπος στόν παράδεισο;
Οἱ ἱεροί νόμοι μέ τούς ὁποίους ἔζησε καί κυβερνήθηκε ὁ ἄνθρωπος στόν παράδεισο εἶναι οἱ ἑπόμενοι:
1. ῾Ο νόμος τῆς ἐργασίας μέ τόν νοῦ καί μέ τά χέρια. ῾Ο 'Αδάμ ἔδωσε ὀνόματα σ' ὅλα τά δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ, ἐργαζόταν καί ἐφύλαττε κατά τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ τόν Παράδεισο.
2. ῾Ο νόμος τῆς κυριαρχίας ἐπάνω στή φύσι, στήν γῆ μέ ὅλα τά πλάσματα καί δημιουργήματά της, ὅπως εἶναι γραμμένο: «πληρώσατε τήν γῆν καί κατακυριεύσατε αὐτῆςὅ.καί πάσης τῆς γῆς» (Γεν. 1,28).
3. ῾Ο νόμος τῆς αὐξήσεως, τῆς προόδου, τῆς ἐπιτυχίας καί τῆς δράσεως, πού ἦταν δύο εἰδῶν: Πρῶτα ὁ πολλαπλασιασμός τῶν ἀνθρώπων σύμφωνα μέ τά λόγια «αὐξάνεσθε καί πληθύνεσθεὅ.Γενέσ. 1,28, καί δεύτερον τῆς πνευματικῆς τελειοποιήσεως μέ τήν βοήθεια τοῦ νοῦ, τῆς γλώσσης, τῶν ἀρετῶν καί τῆς ἡθικῆς ζωῆς, διότι διαφορετικά δέν θά μποροῦσε νά ἐξασφαλίσῃ τήν κυριαρχία του στήν φύσι καί στά ζῶα τῆς γῆς. (Γεν. 1,28-30, 2,15 καί 19,20).
4. ῾Ο νόμος τῆς ἀθωότητος, τῆς σωματικῆς καθαρότητος, τῆς ψυχικῆς ἁγνότητος, καθ' ὅσον ὁ 'Αδάμ καί ἡ Εὔα «ἦσαν καί καί οἱ δύο γυμνοί καί οὐκ ἠσχύνοντο» (Γεν. 2,25). ῾Η φύσις των ἦτο σάν τῶν μικρῶν παιδιῶν, τῶν ἀρνίων καί τῶν περιστερῶν.
5. ῾Ο νόμος τῆς ἐλευθερίας τῆς θελήσεως, καθ' ὅσον οἱ Πρωτόπλαστοι εἶχαν ἐλεύθερη τήν θέλησί τους νά τρώγουν ἀπό τούς καρπούς ὅλων τῶν δένδρων τοῦ παραδείσου, καί μόνον ἀπό τό δένδρο τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ δέν εἶχον ἐντολή νά τρώγουν. (Γεν. 1,29-30 καί 2,16-17).
6. ῾Ο νόμος τῆς ὑπακοῆς στόν Θεό, ὁ νόμος τῆς συνειδήσεως (Γεν. 3,7-11), τῆς γνώσεως, τῆς ἀγάπης καί τῆς τιμῆς πρός τόν Θεόν (θρησκεία), πού ἦσαν συνέπεια τῆς δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν Θεό καί τοῦ διορισμοῦ του ὡς κυριάρχου σ' ὅλη τήν πλάσι καί ὑποτεταγμένου στίς ἐντολές, στά ἔργα καί στήν ὑπακοή πρός Αὐτόν.
Μετάφρασις: Μοναχός Δαμασκηνός Γρηγοριάτης
῾Ιερά Μονή ῾Οσίου Γρηγορίου
῞Αγιον ῎Ορος1995
῾Ο Θεός ἔθεσε τόν 'Αδάμ καί τήν Εὔα στόν παράδεισο. ῾Ο παράδεισος ἦταν ἕνας ὡραῖος κῆπος, ὅπου εὑρίσκοντο καρποφόρες πεδιάδες καί κάθε εἴδους καρπεροῦ δένδρου, μελωδικά πτηνά, χρήσιμα στήν ὑπηρεσία τοῦ ἀνθρώπου ζῶα, ποταμοί χειμαρώδεις, εὐωδιαστά λουλούδια, φυτά, πλούτη καί ἐπάρκεια ὅλων τῶν ἀγαθῶν. Αὐτός ἦταν ὁ ἐπίγειος παράδεισος, τύπος τοῦ Οὐρανίου παραδείσου.'Εδῶ ἔβαλε ὁ Θεός τούς πρώτους ἀνθρώπους, «ἐν τῷ παραδείσῳ τῆς τρυφῆς, ἐργάζεσθαι αὐτό καί φυλάσσειν» (Γεν. 2,15), καί διά νά τόν δοκιμάσῃ στήν ὑπακοή, τόν διέταξε νά μή φάγῃ καρπούς ἀπό τό δένδρο τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ.
῾Η ἐντολή ἔλεγε τά ἑξῆς ἀκριβῶς: «ἀπό παντός ξύλου τοῦ ἐν τῷ παραδείσῳ βρώσει φαγῇ, ἀπό δέ τοῦ ξύλου τοῦ γινώσκειν καλόν καί πονηρόν, οὐ φάγεσθε ἀπ' αύτοῦ· ᾗ δ' ἄν ἡμέρα φάγητε ἀπ' αὐτοῦ, θανάτῳ ἀποθανεῖσθε» (Γεν. 2,16-17).
Στόν παράδεισο ὁ 'Αδάμ καί ἡ Εὔα, ἔζησαν εὐτυχισμένοι καί παρθένοι. ῾Ο νοῦς των ἦτο φωτεινός καί φυλαγμένος ἀπό ἁμαρτίες, ἡ καρδιά τους ἐπίσης καθαρή ἀπό κακές ἐπιθυμίες, ἡ θέλησίς τους ἦταν προσηλωμένη μόνο γιά τά καλά ἔργα, τό σῶμα τους πάντοτε ὑγιές καί φυλαγμένο ἀπό ὁποιαδήποτε ἀσθένεια ἤ πόνο.
24. Μέ τί εἴδους Νόμους ἔζησε ὁ πρῶτος ἄνθρωπος στόν παράδεισο;
Οἱ ἱεροί νόμοι μέ τούς ὁποίους ἔζησε καί κυβερνήθηκε ὁ ἄνθρωπος στόν παράδεισο εἶναι οἱ ἑπόμενοι:
1. ῾Ο νόμος τῆς ἐργασίας μέ τόν νοῦ καί μέ τά χέρια. ῾Ο 'Αδάμ ἔδωσε ὀνόματα σ' ὅλα τά δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ, ἐργαζόταν καί ἐφύλαττε κατά τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ τόν Παράδεισο.
2. ῾Ο νόμος τῆς κυριαρχίας ἐπάνω στή φύσι, στήν γῆ μέ ὅλα τά πλάσματα καί δημιουργήματά της, ὅπως εἶναι γραμμένο: «πληρώσατε τήν γῆν καί κατακυριεύσατε αὐτῆςὅ.καί πάσης τῆς γῆς» (Γεν. 1,28).
3. ῾Ο νόμος τῆς αὐξήσεως, τῆς προόδου, τῆς ἐπιτυχίας καί τῆς δράσεως, πού ἦταν δύο εἰδῶν: Πρῶτα ὁ πολλαπλασιασμός τῶν ἀνθρώπων σύμφωνα μέ τά λόγια «αὐξάνεσθε καί πληθύνεσθεὅ.Γενέσ. 1,28, καί δεύτερον τῆς πνευματικῆς τελειοποιήσεως μέ τήν βοήθεια τοῦ νοῦ, τῆς γλώσσης, τῶν ἀρετῶν καί τῆς ἡθικῆς ζωῆς, διότι διαφορετικά δέν θά μποροῦσε νά ἐξασφαλίσῃ τήν κυριαρχία του στήν φύσι καί στά ζῶα τῆς γῆς. (Γεν. 1,28-30, 2,15 καί 19,20).
4. ῾Ο νόμος τῆς ἀθωότητος, τῆς σωματικῆς καθαρότητος, τῆς ψυχικῆς ἁγνότητος, καθ' ὅσον ὁ 'Αδάμ καί ἡ Εὔα «ἦσαν καί καί οἱ δύο γυμνοί καί οὐκ ἠσχύνοντο» (Γεν. 2,25). ῾Η φύσις των ἦτο σάν τῶν μικρῶν παιδιῶν, τῶν ἀρνίων καί τῶν περιστερῶν.
5. ῾Ο νόμος τῆς ἐλευθερίας τῆς θελήσεως, καθ' ὅσον οἱ Πρωτόπλαστοι εἶχαν ἐλεύθερη τήν θέλησί τους νά τρώγουν ἀπό τούς καρπούς ὅλων τῶν δένδρων τοῦ παραδείσου, καί μόνον ἀπό τό δένδρο τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ δέν εἶχον ἐντολή νά τρώγουν. (Γεν. 1,29-30 καί 2,16-17).
6. ῾Ο νόμος τῆς ὑπακοῆς στόν Θεό, ὁ νόμος τῆς συνειδήσεως (Γεν. 3,7-11), τῆς γνώσεως, τῆς ἀγάπης καί τῆς τιμῆς πρός τόν Θεόν (θρησκεία), πού ἦσαν συνέπεια τῆς δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν Θεό καί τοῦ διορισμοῦ του ὡς κυριάρχου σ' ὅλη τήν πλάσι καί ὑποτεταγμένου στίς ἐντολές, στά ἔργα καί στήν ὑπακοή πρός Αὐτόν.
Μετάφρασις: Μοναχός Δαμασκηνός Γρηγοριάτης
῾Ιερά Μονή ῾Οσίου Γρηγορίου
῞Αγιον ῎Ορος1995
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου