Δευτέρα 30 Ιουνίου 2014

Θαῦμα τοῦ Ἁγίου Λουκᾶ, Ἀρχιεπισκόπου Συμφερουπόλεως καί Κριμαίας

…Από το πλήθος των θαυμάτων του Αγίου Λουκά , παραθέτουμε μόνον το 19 της σελίδος 76, που αφορά τον Αρχιμανδρίτη π. Χ.Π. πρωτοσύγκελο.
«… Είχα διαβάσει το βιβλίο του π. Νεκταρίου Αντωνοπούλου για τον Άγιο Λουκά και είχα πολύ συγκινηθεί. Στη συνείδησή μου πλέον ήταν ένας μεγάλος άγιος.
Κατά τα μέσα Ιανουαρίου 2000 είχα μία σχετική δυσφωνία ύστερα από κάποια ίωση, κάτι το σύνηθες για τον φιλάσθενο οργανισμό μου σε περίοδο χειμώνος. Όμως δεν πρόσεξα, μιλούσα, λειτουργούσα και εκήρρυτα ασταμάτητα μετά δυσκολίας, αλλά αυτό επιδείνωνε την κατάσταση και εξελίχθηκε σε λαρυγγίτιδα, κατόπιν σε χορδίτιδα και κατέληξε σε λευκοπλακία (στάδιο προκαρκινικό). Δύο μήνες ταλαιπωρήθηκα και παρά τις επισκέψεις μου σε έξι ωτορινολαρυγγολόγους, συμπεριλαμβανομένου και του καθηγητού Χ., κορυφαίου επιστήμονος, η κατάσταση χειροτέρευε. Αποφασίστηκε εγχείρηση, η οποία θα γινόταν σε νοσοκομείο της πόλης μας και στην οποία χειρουργεί ο καθηγητής. Αναβλήθηκε όμως λόγω ασπιρίνης που είχα πάρει την προηγούμενη μέρα. ( Κατά τα λεχθέντα από τον καθηγητή, η ασπιρίνη επιδρά στον οργανισμό κάποιες μέρες και αποφεύγονται οι εγχειρήσεις επειδή προκαλεί αιμορραγίες). Προγραμματίστηκε εγχείρηση ύστερα από δεκαπέντε μέρες, χωρίς να παίρνω φάρμακα αλλά και χωρίς να μπορώ να ομιλώ, πολύ περισσότερο να ψάλλω.
Αποσύρθηκα στο σπίτι των γονέων μου, κλείστηκα στο δωμάτιό μου και άρχισα να παρακαλώ τον άγιο Λουκά τον ιατρό να με θεραπεύσει. Επί δεκαπέντε ημέρες- και επειδή δεν είχα εικόνα του- είχα βάλει το βιβλίο του πάνω σ’ ένα μικρό τραπεζάκι και του άναβα κερί από το πρωί που ξυπνούσα ως το βράδυ την ώρα του ύπνου και με το βιβλίο του σταύρωνα το λαιμό μου.
Την ημέρα της προγραμματισμένης εγχειρήσεως (14 Μαρτίου) πήγα στο νοσοκομείο και ο γιατρός εξεπλάγη, γιατί είχα τελείως θεραπευτεί. Δεν χρειάστηκε εγχείρηση, επέστρεψα στα καθήκοντά μου και λειτούργησα 19 Μαρτίου, Κυριακή της Ορθοδοξίας, με χαρά και χωρίς πρόβλημα. Έκαμα και περιοδεία σε πολλές ενορίες λειτουργών και κηρύττων. Αξιώθηκα δε να έλθω αμέσως μετά το Πάσχα στην Ι. Μονή Σαγματά για να προσκυνήσω το τεμάχιο του σεπτού λειψάνου του αγίου Λουκά και να τον ευχαριστήσω…».

Από το βιβλίο: «ΣΥΝΤΟΜΟΣ ΒΙΟΣ
ΚΑΙ ΠΑΡΑΚΛΗΤΙΚΟΣ ΚΑΝΩΝ
ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΛΟΥΚΑ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ
ΣΥΜΦΕΡΟΥΠΌΛΕΩΣ ΚΑΙ ΚΡΙΜΑΙΑΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»

Τί πρέπει νά ξέρουμε γιά τούς λογισμούς.

Ἀρχιμ. Σωφρόνιος Σαχάρωφ, Ἁγιορείτης

Ὅποιος θέλει νὰ προσεύχεται μὲ καθαρὸ νοῦ, πρέπει νὰ μὴ μαθαίνει τὰ νέα τῶν ἐφημερίδων, νὰ μὴ διαβάζει βιβλία ἄσχετα πρὸς τὴν πνευματική μας ζωή, καὶ κυρίως ὅσα διεγείρουν τὰ πάθη, καὶ νὰ μὴ μαθαίνει ἀπὸ περιέργεια ὅσα σχετίζονται μὲ τὴ ζωὴ τῶν ἄλλων. Ὅλα αὐτὰ φέρνουν στὸ νοῦ ἀλλότριες σκέψεις, καὶ ὅταν ὁ ἄνθρωπος προσπαθεῖ νὰ τὶς διευκρινίσει, αὐτὲς ἀκόμη περισσότερο συγχύζουν καὶ ἐπιβαρύνουν τὴν ψυχή.
Ὅταν ἡ ψυχὴ διδαχθεῖ τὴν ἀγάπη ἀπὸ τὸν Κύριο, τότε θλίβεται γιὰ ὅλη τὴν οἰκουμένη, γιὰ ὅλη τὴν κτίση τοῦ Θεοῦ καὶ προσεύχεται, ὥστε ὅλοι νὰ μετανοήσουν καὶ δεχθοῦν τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἄν, ὅμως, ἡ ψυχὴ χάσει τὴ χάρη, φεύγει ἡ ἀγάπη ἀπὸ αὐτὴν, γιατί χωρὶς χάρη Θεοῦ εἶναι ἀδύνατον νὰ ἀγαπᾶ κάποιος τοὺς ἐχθρούς, καὶ τότε βγαίνουν ἀπὸ τὴν καρδιὰ διαλογισμοὶ πονηροί, ὅπως λέει ὁ Κύριος (Ματθ. ιε΄19, Μάρκ. ζ΄ 21-22).

Χωρὶς τὴν ταπείνωση τοῦ Χριστοῦ δὲν καθαρίζεται ὁ νοῦς καὶ δὲν ἀναπαύεται ποτὲ ἡ ψυχὴ ἐν τῷ Θεῶ, ἀλλὰ ταράζεται πάντοτε ἀπὸ διάφορους λογισμούς, ποὺ παρεμποδίζουν τὴ θεωρία τοῦ Θεοῦ. Ὦ, ἡ κατὰ Χριστὸν ταπείνωση! Ὅποιος σὲ δοκίμασε, ὁρμᾶ πρὸς τὸν Θεὸ ἀκόρεστα ἡμέρα καὶ νύχτα.
Ὦ, πόσο ἀσθενὴς εἶμαι! Ἔγραψα λίγο καὶ ἀμέσως κουράστηκα καὶ τὸ σῶμα θέλει ἀνάπαυση. Καὶ ὁ Κύριος ὅταν ἦταν στὴ γῆ, «ἐν τὴ σαρκὶ Αὐτοῦ», γνώρισε τὴν ἀνθρώπινη ἀσθένεια. Καὶ Αὐτός, ὁ Ἐλεήμων, κουραζόταν ἀπὸ τὴν ὁδοιπορία καὶ κοιμόταν στὸ πλοῖο τὴν ὥρα τῆς τρικυμίας• καὶ ὅταν Τὸν ξύπνησαν οἱ μαθητές, τότε πρόσταξε τὴ θάλασσα καὶ τὸν ἄνεμο νὰ σιγήσουν καὶ ἔγινε μεγάλη γαλήνη. Ἔτσι καὶ στὴν ψυχή μας, ὅταν ἐπικαλούμαστε τὸ ἅγιο ὄνομα τοῦ Κυρίου, γίνεται μεγάλη γαλήνη. Δῶσε μας, Κύριε, νὰ Σὲ δοξάζουμε ὡς τὴν τελευταία μας πνοή.
Στὴν πλάνη πέφτει κάποιος εἴτε ἀπὸ ἀπειρία εἴτε ἀπὸ ὑπερηφάνεια. Καὶ ἂν εἶναι ἀπὸ ἀπειρία, ὁ Κύριος θεραπεύει γρήγορα αὐτὸν ποὺ πλανήθηκε, ἂν ὅμως εἶναι ἀπὸ ὑπερηφάνεια, τότε θὰ πάσχει γιὰ πολὺν καιρὸ ἡ ψυχή, ὡσότου μάθει τὴν ταπείνωση, καὶ τότε θὰ θεραπευθεῖ ἀπὸ τὸν Κύριο.
Πέφτουμε στὴν πλάνη, ὅταν νομίζουμε ὅτι εἴμαστε πιὸ φρόνιμοι καὶ ἔμπειροι ἀπὸ τοὺς ἄλλους, ἀκόμη καὶ ἀπὸ τὸν πνευματικό μας πατέρα. Ἔτσι σκέφθηκα κι ἐγὼ μὲ τὴν ἀπειρία μου καὶ γι’ αὐτὸ ὑπέφερα. Κι εὐχαριστῶ ἀπὸ τὴν καρδιά μου τὸν Θεό, γιατί μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ μὲ ταπείνωσε καὶ μὲ νουθέτησε καὶ δὲν ἀπέσυρε τὸ ἔλεός Του ἀπὸ μένα. Καὶ τώρα σκέφτομαι ὅτι, χωρὶς ἐξομολόγηση στὸν πνευματικὸ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ τὴν πλάνη, γιατί στὸν πνευματικὸ ἔδωσε ὁ Θεὸς τὴ χάρη τοῦ «δεσμεῖν καὶ λύειν».
Ἂν δεῖς φῶς μέσα σου ἢ γύρω σου, μὴν πιστέψεις σ' αὐτὸ ἂν δὲν ἔχεις συγχρόνως κατάνυξη γιὰ τὸν Θεὸ καὶ ἀγάπη γιὰ τὸν πλησίον. Μὴ φοβηθεῖς ὅμως, ἀλλὰ ταπείνωσε τὸν ἑαυτό σου καὶ τὸ φῶς ἐκεῖνο θὰ ἐξαφανιστεῖ.
Ἂν δεῖς κάποιο ὅραμα ἢ εἰκόνα ἢ ὄνειρο, μὴν τὸ ἐμπιστεύεσαι, γιατί ἂν εἶναι ἀπὸ τὸν Θεό, θὰ σὲ φωτίσει γι' αὐτὸ ὁ Κύριος. Ψυχή, ποὺ δὲν γεύθηκε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, δὲν μπορεῖ νὰ διακρίνει ἀπὸ ποῦ ἔρχεται τὸ ὅραμα. Ὁ ἐχθρὸς δίνει στὴν ψυχὴ μιὰ «γλυκειὰ αἴσθηση» ἀνακατεμένη μὲ κενοδοξία, καὶ ἀπὸ αὐτὸ γίνεται φανερὴ ἡ πλάνη.
Οἱ Πατέρες λένε ὅτι, ὅταν ἡ ὅραση εἶναι ἐχθρική, ἡ ψυχὴ αἰσθάνεται σύγχυση ἢ φόβο. Αὐτό, ὅμως, συμβαίνει μόνο στὴν ταπεινὴ ψυχὴ ποὺ θεωρεῖ τὸν ἑαυτὸ της ἀνάξιο γιὰ ὅραση. Ὁ κενόδοξος, ὅμως, μπορεῖ νὰ μὴν αἰσθανθεῖ οὔτε φόβο οὔτε σύγχυση, γιατί ἐπιθυμεῖ τὶς ὁράσεις καὶ θεωρεῖ τὸν ἑαυτὸ του ἄξιο, καὶ γι’ αὐτὸ τὸν ἐξαπατᾶ εὔκολα ὁ ἐχθρός.
Τὰ οὐράνια γνωρίζονται μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ τὰ ἐπίγεια μὲ τὴ φυσικὴ κατάσταση. Πλανᾶται ὅποιος ἐπιχειρήσει νὰ γνωρίσει τὸν Θεὸ μὲ τὸν φυσικὸ νοῦ, μὲ τὴν ἐπιστήμη, γιατί ὁ Θεὸς γνωρίζεται μόνο μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα.
Ἂν βλέπεις μὲ τὸ νοῦ σου δαιμόνια, ταπεινώσου καὶ προσπάθησε νὰ μὴ βλέπεις, καὶ τρέξε ὅσο πιὸ γρήγορα γίνεται στὸν πνευματικό σου γέροντα, στὸν ὁποῖο παραδόθηκες. Πὲς του τα ὅλα, καὶ τότε ὁ Κύριος θὰ σὲ ἐλεήσει καὶ θὰ σωθεῖς ἀπὸ τὴν πλάνη. Ἄν, ὅμως, νομίζεις ὅτι ἐσὺ γνωρίζεις περισσότερα γιὰ τὴν πνευματικὴ ζωὴ ἀπὸ τὸν πνευματικὸ καὶ πάψεις νὰ τοῦ λὲς τί σοῦ συμβαίνει, ἐξαιτίας αὐτῆς τῆς ὑπερηφάνειας θὰ παραχωρηθεῖ ἀναπόφευκτα κάποιος πειρασμός, γιὰ νὰ σὲ συνετίσει.
Νὰ πολεμᾶς τοὺς ἐχθροὺς μὲ τὴν ταπείνωση. Ὅταν δεῖς ὅτι κάποιος ἄλλος νοῦς παλεύει μὲ τὸ νοῦ σου, ταπείνωσε τὸν ἑαυτό σου καὶ θὰ παύσει ὁ πόλεμος.
Ἄν σοῦ συμβεῖ νὰ δεῖς δαιμόνια, μὴ φοβηθεῖς, ἀλλὰ ταπείνωσε τὸν ἑαυτό σου, καὶ τὰ δαιμόνια θὰ ἐξαφανιστοῦν. Ἂν ὅμως σὲ πιάσει ὁ φόβος, δὲν θὰ ἀποφύγεις κάποια βλάβη. Νὰ εἶσαι ἀνδρεῖος. Νὰ θυμᾶσαι ὅτι ὁ Κύριος σὲ βλέπει, ἂν στηρίζεις τὴν ἐλπίδα σου σὲ Αὐτόν.
Γιὰ νὰ ἀποκτήσει, ὅμως, ἡ ψυχὴ ἀνάπαυση ἀπὸ τὰ δαιμόνια, πρέπει νὰ ταπεινώνεται καὶ νὰ λέει: «Εἶμαι χειρότερη ἀπ’ ὅλους, εἶμαι πιὸ ἄθλια ἀπὸ κάθε κτῆνος καὶ ἀπὸ κάθε θηρίο».
Ὅπως οἱ ἄνθρωποι μπαίνουν στὸ σπίτι καὶ βγαίνουν, ἔτσι καὶ οἱ λογισμοὶ ἔρχονται ἀπὸ τὰ δαιμόνια καὶ πάλι μπορεῖ νὰ φύγουν, ἂν δὲν τοὺς δεχόμαστε.
Ἂν ὁ λογισμός σου λέει «κλέψε», καὶ σὺ ὑπακούσεις, δίνεις μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο στὸ δαιμόνιο ἐξουσία ἐπάνω σου. Ἂν ὁ λογισμός σου λέει «φάει πολύ, ὥσπου νὰ χορτάσεις», καὶ σὺ φᾶς πολύ, τότε πάλι σὲ ἐξουσιάζει τὸ δαιμόνιο. Κι ἔτσι, ἂν ὁ λογισμὸς κάθε πάθους σὲ νικᾶ, θὰ καταντήσεις κατοικία δαιμόνων. Ἄν, ὅμως, ἀρχίσεις μὲ τὴν πρέπουσα μετάνοια, τότε θὰ ἀρχίσουν νὰ τρέμουν οἱ δαίμονες καὶ θ΄ ἀναγκαστοῦν νὰ φύγουν".

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Σύναξη των Αγίων Δώδεκα Αποστόλων

Οι Απόστολοι του Χρίστου θα ξεχωρίζουν μέσα στην Ιστορία της Εκκλησίας, σαν οι υπέρλαμπροι αστέρες πρώτου μεγέθους της πνευματικής ζωής. Την 30η Ιουνίου, η Εκκλησία γιορτάζει τους δώδεκα Αποστόλους που αρχικά εξέλεξε ο Κύριος, πλην του Ιούδα Ισκαριώτη. Αυτοί είναι: Σίμωνας (Πέτρος), Ανδρέας, Ιάκωβος, Ιωάννης, Φίλιππος, Θωμάς, Βαρθολομαίος (Ναθαναήλ), Ματθαίος, Ιάκωβος του Αλφαίου, Σίμωνας ο Ζηλωτής, Ιούδας ο αδελφός του Ιακώβου του μικρού και ο Ματθίας, που εξελέγη μέσα στο υπερώο τις παραμονές της Πεντηκοστής, σε αντικατάσταση του Ιούδα του Ισκαριώτη. Τη ζωή του καθενός των Αποστόλων αυτών, σκιαγραφούμε στις ιδιαίτερες γιορτές τους. Εδώ γίνεται υπενθύμιση της ενότητας που είχαν μεταξύ τους, αλλά και της ηθικής τους, που τόσο συνέβαλε στην πνευματική εν Χριστώ αναγέννηση του κόσμου. Έχουμε, λοιπόν, χρέος και εμείς οι αγωνιζόμενοι χριστιανοί, να κινούμαστε στα ίχνη τους και με θερμό ζήλο για τη διάδοση του σωτηριώδους μηνύματος του Ευαγγελίου, που διέπνεε κι αυτούς, να γίνουμε μιμητές του έργου τους.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Ὡς δωδεκάπυρσος, λυχνία ἔλαμψαν, οἱ Δωδεκάριθμοι, Χριστοῦ Ἀπόστολοι, Πέτρος καὶ Παῦλος σὺν Λουκᾶ, Ἀνδρέας καὶ Ἰωάννης, Βαρθολομαῖος Φίλιππος, σὺν Ματθαίω καὶ Σίμωνι, Μᾶρκος καὶ Ἰάκωβος, καὶ Θωμὰς ὁ μακάριος, καὶ ηὔγασαν τοὺς πίστει βοώντας χαίρετε Λόγου οἱ αὐτόπται.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Οἱ τῶν Ἀποστόλων πρωτόθρονοι, καὶ τῆς Οἰκουμένης διδάσκαλοι, τῷ Δεσπότῃ τῶν ὅλων πρεσβεύσατε, εἰρήνην τῆ οἰκουμένῃ δωρήσασθαι, καὶ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν τὸ μέγα ἔλεος.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ´.
Ἀπόστολοι Ἅγιοι, πρεσβεύσατε τῷ ἐλεήμονι Θεῷ , ἵνα πταισμάτων ἄφεσιν, παράσχῃ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.

Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τοὺς ἀσφαλεῖς.
Τοὺς ἀσφαλεῖς καὶ θεοφθόγγους κήρυκας, τὴν κορυφὴν τῶν Μαθητῶν σου Κύριε, προσελάβου εἰς ἀπόλαυσιν, τῶν ἀγαθῶν σου καὶ ἀνάπαυσιν, τοὺς πόνους γὰρ ἐκείνων καὶ τὸν θάνατον, ἐδέξω ὑπὲρ πᾶσαν ὁλοκάρπωσιν, ὁ μόνος γινώσκων τὰ ἐγκάρδια.

Κάθισμα
Ἦχος δ'. Ὁ ὑψωθεὶς.
Κατοικισθέντες ἐν φωτὶ ἀπροσίτῳ, ὡς οἰκητήρια φωτὸς πεφυκότες, οἶκον ὑμῶν τὸν ἅγιον φωτίζετε ἀεί, θείαις προσφοιτήσεσιν· ὅθεν πίστει βοῶμεν· Σκότους ἡμᾶς ῥύσασθε, καὶ παντοίων κινδύνων, καὶ χαλεπῶν ἐθνῶν ἐπιδρομῆς, ἐκδυσωποῦντες τὸν Κτίστην Ἀπόστολοι.

Ὁ Οἶκος
Τράνωσόν μου τὴν γλῶτταν Σωτήρ μου, πλάτυνόν μου τὸ στόμα, καὶ πληρώσας αὐτό, κατάνυξον τὴν καρδίαν μου, ἵνα οἷς λέγω ἀκολουθήσω, καὶ ἃ διδάσκω, ποιήσω πρῶτος· πᾶς γὰρ ποιῶν καὶ διδάσκων, φησίν, οὗτος μέγας ἐστίν· ἐὰν γὰρ λέγω, καὶ μὴ πράττω, ὡς χαλκὸς ἠχῶν λογισθήσομαι. Διὸ λαλεῖν μοι τὰ δέοντα, καὶ ποιεῖν τὰ συμφέροντα δώρησαι, ὁ μόνος γινώσκων τὰ ἐγκάρδια.

Μεγαλυνάριον
Πέτρον Παῦλον Μᾶρκον σὺν τῷ Λουκᾶ, Φίλιππον, Ἀνδρέαν, Ἰωάννην τε καὶ Θωμᾶν, Σίμωνα Ματθαῖον, καὶ τὸν Βαρθολομαῖον, σὺν θείῳ Ἰακώβῳ ὕμνοις τιμήσωμεν.


Κυριακή 29 Ιουνίου 2014

Θεμέλιοι λίθοι

Χριστάκης Ευσταθίου, Θεολόγος.
«Οι ασφαλείς και θεοφθόγγοι κήρυκες της Εκκλησίας»
Με τη δράση τους οι απόστολοι και σύμφωνα με το παράγγελμα του διδασκάλου τους, διέδωσαν την αλήθεια του ευαγγελίου στα πέρατα της οικουμένης. Έλαμψαν με τη μαρτυρία τους και καταξιώθηκαν ως οι θεμέλιοι λίθοι της ζωής της Εκκλησίας. Επικεφαλής των αποστόλων αναδείχθηκαν οι Πέτρος και Παύλος, οι οποίοι δικαιολογημένα χαρακτηρίζονται πρωτοκορυφαίοι. Αυτό μπορεί κανείς να το κατανοήσει μέσα από τα κείμενα των Ευαγγελίων, των Πράξεων των Αποστόλων αλλά και από τις Επιστολές τους που διασώζονται στην Καινή Διαθήκη. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο ιερός συναξαριστής, δεν επινοείται «μείζονα τούτοις εγκωμίων υπόθεσιν, παρά την του Κυρίου μαρτυρίαν και ανακήρυξιν. Τον μέν (δηλαδή τον Πέτρον) μακαρίσαντος και πέτραν καλέσαντος, εφ’ ής ιδρύσαι την Εκκλησίαν φησί. Τον δε (δηλαδή τον Παύλον) σκεύος εκλογής έσεσθαι προειπόντος, του βαστάσαι το όνομα αυτού (δηλαδή του Χριστού) ενώπιον τυράννων και βασιλέων».
Ομολογία πίστεως

Η Εκκλησία, λοιπόν, τιμά σήμερα τη μνήμη των πρωτοκορυφαίων αποστόλων Πέτρου και Παύλου, για την ισχυρή μαρτυρία που έδωσαν με τη ζωή, το έργο και τη διδασκαλία τους για τον Χριστό. Όχι τυχαία, αντλεί τη σημερινή ευαγγελική περικοπή από το ευαγγέλιο του Ματθαίου, αναδεικνύοντας τη σημασία της ομολογίας του αποστόλου Πέτρου, ότι «ο Χριστός είναι ο Υιός του Θεού του ζώντος». Σ’ αυτήν ακριβώς την ομολογία του Πέτρου για τη θεότητα του Χριστού στηρίζεται το όλο οικοδόμημα της Εκκλησίας. Μπορούμε μάλιστα να πούμε ότι η ομολογία αυτή συνοψίζει την πεμπτουσία της αλήθειας της Εκκλησίας και συνιστά την πιο αυθεντική έκφρασή της.

Με την ομολογία του ο Πέτρος στο ερώτημα που απηύθυνε ο Χριστός στους μαθητές «υμείς δε τίνα με λέγετε είναι;», δίνει το στίγμα της πίστης που θα πρέπει να χαρακτηρίζει τον κάθε άνθρωπο που επιθυμεί να είναι ζωντανό μέλος της Εκκλησίας του Χριστού. Φαίνεται πως πριν την ομολογία του είχε ανοίξει τον εαυτό του για να δεχθεί τον φωτισμό του Θεού. Είχε υπερβεί τις οποιεσδήποτε εγωκεντρικές προθέσεις και διαθέσεις που αφήνουν τον άνθρωπο καθηλωμένο να ασφυκτιά στο εγώ του. Στο θεμέλιο, λοιπόν, της μεγάλης αλήθειας ότι ο Κύριος είναι «ο Υιός του Θεού του ζώντος» οικοδομείται η Εκκλησία ως άνοιγμα που αγκαλιάζει όλο τον κόσμο και τους ανθρώπους και τους προσκαλεί σε γεύσεις θείας εμπειρίας.

Ευλογημένη ύπαρξη

Ο Κύριος επιβραβεύει τον Πέτρο για την φωτισμένη όντως ομολογία του και τον χαρακτηρίζει «μακάριο», δηλαδή ευλογημένο. Πρόκειται για την ευλογημένη εκείνη διάσταση κατά την οποία ο άνθρωπος ανοίγει τον εαυτό του και τον καθιστά δέκτη του θείου φωτισμού και κυρίως ικανό να δέχεται και ν’ αποδέχεται τις αποκαλυπτόμενες αλήθειες για το πρόσωπο του Χριστού.

Η ύπαρξη του Πέτρου θεμελιώνεται πλέον στην πέτρα της ομολογίας του, που είναι ο ίδιος ο Χριστός. Αποκαλύπτει έτσι ότι η βάση, το θεμέλιο της σωτηρίας των ανθρώπων είναι το Σώμα του Χριστού, δηλαδή η Εκκλησία, ως θεανθρώπινη κοινωνία ανάμεσα στον Θεό και τον άνθρωπο.

Στο πρόσωπο, βέβαια, του Πέτρου, ο Χριστός μακαρίζει και όλους εκείνους τους ανθρώπους, οι οποίοι, διά μέσου των αιώνων, θεμελιώνουν την ύπαρξή τους στη γιγαντιαία αυτή ομολογία, ότι δηλαδή ο Χριστός είναι η αλήθεια και η ζωή που σώζει πραγματικά τον άνθρωπο και τον αναδεικνύει αιώνια ύπαρξη, ανεκτίμητης αξίας και εμβέλειας. Σ’ αυτήν ακριβώς την προοπτική εστιάζεται και η υπέρβαση της αμαρτίας, η οποία θρυμματίζει την ενότητα σε όλα τα επίπεδα της ζωής και αποσπά τον άνθρωπο από την προσφερόμενη αγάπη του Θεού.

Αγαπητοί αδελφοί, ας εγκολπωθούμε κι εμείς στη ζωή μας το περιεχόμενο της ομολογίας του Πέτρου και ας το αφήσουμε να γίνει ισχυρός δείκτης στην καθημερινή μας ζωή. Η αλήθεια ότι ο Χριστός είναι ο αληθινός Θεός που σώζει τον άνθρωπο, όπως την εξέφρασε ο Πέτρος αλλά και τη μετουσίωσε σε πράξη ζωής ο Παύλος, δεν αφήνουν άλλη επιλογή παρά να ανοίξουμε κι εμείς τον εαυτό μας για να σφραγίσει και τη δική μας ύπαρξη. Μόνο έτσι μπορούμε να τιμήσουμε πραγματικά και ειλικρινά τις πρωτοκορυφαίες μορφές του Πέτρου και του Παύλου, τις οποίες με τόση λαμπρότητα τιμά η Εκκλησία. Γένοιτο.

Ἡ ὁμολογία τοῦ Πέτρου

Τιμῆς ἕνεκεν πρὸς τοὺς δύο μεγάλους ἀποστόλους Πέτρο καὶ Παῦλο ἂς ξεδιαλύνουμε κάποιες παρεξηγήσεις τοῦ παπισμοῦ γύρω ἀπὸ τὸν Πέτρο, καθὼς ὁ ἐκτροχιασμός του ἔκτοτε τὸν ἔχει ρίξει στὸ λάκκο τῆς αἱρέσεως.

Στὴν Καισάρεια τοῦ Φιλίππου, λέει ἡ εὐαγγελικὴ περικοπὴ τῆς μνήμης τους, ρώτησε ὁ Ἰησοῦς τοὺς μαθητάς του·

– Γιὰ ποιόν μὲ περνοῦν οἱ ἄνθρωποι;

Κι ἐκεῖνοι τοῦ ἀπάντησαν ὅτι ἄλλοι τὸν περνοῦν γιὰ τὸν Ἰωάννη τὸ βαπτιστὴ ἄλλοι γιὰ τὸν Ἠλία ἄλλοι γιὰ τὸν ᾿Ιερεμία καὶ ἄλλοι γιὰ ἕναν ἀπὸ τοὺς προφῆτες. Τότε ὁ Κύριος τοὺς λέει·

– Ἐσεῖς τί λέτε; Ποιός εἶμαι;

Ἀπάντησε ὁ Πέτρος καὶ εἶπε·

– Σὺ εἶσαι ὁ Χριστός, ὁ Υἱὸς τοῦ ζωντανοῦ Θεοῦ (15-16).

Τοῦ λέει ὁ Ἰησοῦς·

– Εἶσαι μακάριος, Πέτρε, γιὲ τοῦ Ἰωνᾶ, διότι αὐτὸ ποὺ εἶπες δὲν σοῦ τὸ φανέρωσε κανένας ἄνθρωπος, ἀλλὰ ὁ οὐράνιος Πατέρας μου. Γι’ αὐτὸ κι ἐγὼ τώρα μὲ τὴ σειρά μου σοῦ φανερώνω ὅτι σὺ εἶσαι ὁ Πέτρος (ἐδῶ ὁ Ἰησοῦς κάνει λογοπαίγνιο μὲ τὶς λέξεις Πέτρος-πέτρα) καὶ πάνω σ’ αὐτὸ ποὺ εἶπες, ποὺ εἶναι μία ὁμολογία στερεὴ σὰν τὴν πέτρα, θὰ οἰκοδομήσω τὴν ἀήττητη καὶ ἀθάνατη ἐκκλησία μου. Καὶ θὰ σοῦ δώσω τὰ κλειδιὰ τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Τὸ ἁμάρτημα ποὺ θὰ τὸ κρίνεις ἀσυγχώρητο στὴ γῆ, θὰ εἶναι ἀσυγχώρητο καὶ στὸν οὐρανό· τὸ ἁμάρτημα ποὺ θὰ τὸ συγχωρεῖς ἐσὺ στὴ γῆ, θὰ εἶναι συγχωρημένο καὶ στὸν οὐρανό» (ἐννοεῖται ἐφ’ ὅσον ὁ ἄνθρωπος θὰ παραμείνει θετικὸς δέκτης τῶν μηνυμάτων καὶ τῶν ἀποκαλύψεων τοῦ Πατρός).

Καὶ τοὺς ἐπέστησε τὴν προσοχὴ νὰ μὴν ποῦν σὲ κανέναν ὅτι εἶναι ὁ Χριστός (17-20).

Ποιά εἶναι αὐτὴ ἡ πέτρα, πάνω στὴν ὁποία ἐννοοῦσε ὁ Ἰησοῦς ὅτι θὰ οἰκοδομήσει τὴν ἐκκλησία του; Ὁ Ἰησοῦς, σύμφωνα μὲ τὴν ὀρθὴ ἑρμηνεία, κτίζει τὴν ἐκκλησία του πάνω στὴν ἀλήθεια ποὺ μόλις διεκήρυξε ὁ Πέτρος, ὅτι εἶναι ὄχι ἕνας κοινὸς ἄνθρωπος, ἀλλ’ ὁ Γιὸς τοῦ ἑνὸς καὶ ζωντανοῦ καὶ αἰώνιου Θεοῦ. Εἶναι ὁ Μεσσίας, ὁ λυτρωτὴς τοῦ κόσμου. Ὁ Ἰησοῦς κτίζει τὴν ἐκκλησία του πάνω στὴν πίστη στὴ θεότητά του. Χωρὶς τὴν πίστη αὐτὴ ἐκκλησία δὲν ὑπάρχει. Καὶ σωτηρία δὲν ὑπάρχει.

Αὐτὴ τὴν ἑρμηνεία προσφέρουν οἱ ἑρμηνευταὶ τῆς ἐκκλησίας. Σημειώνονται κάποιοι ἐνδεικτικῶς. «Ἐφ’ ἧς πέτρας ἐπηγγείλατο ὁ Κύριος οἰκοδομήσειν αὐτοῦ τὴν ἐκκλησίαν… Πέτρα δὲ ἡ ὑψηλὴ ψυχὴ (= τὸ φρόνημα, ἡ πίστη) τοῦ μακαρίου Πέτρου ὠνόμασται»·Βασίλειος Καισαρείας, Εἰς τὸν Ἠσαΐαν 2,66· PG 30,233. «᾿Εφ᾿ ᾗ πέτρᾳ (= ὁμολογίᾳ)ᾠκοδόμητο ἡ ἐκκλησία κατὰ πάντα τρόπον»· Ἐπιφάνιος Κύπρου, Κατὰ αἱρέσεων 2,1,59· PG 41,1029. «Τῇ πίστει τῆς ὁμολογίας»· Ἰωάννης χρυσόστομος, ῾Ομ. εἰς Μθ 54,2· PG 58,534.«Αὕτη ἡ ὁμολογία ἣν ὠμολόγησας, θεμέλιον μέλλει εἶναι τῶν πιστευόντων»· Θεοφύλακτος, Εἰς Μθ 16,17· PG 123,320. «Ἐπὶ ταύτῃ τῇ πέτρᾳ ἡ ἐκκλησία ἐστήρικται»· Ἰωάννης Δαμασκηνός, Περὶ ὀρθοῦ φρονήματος, 4· PG 94,1429.

Οἱ παπικοὶ λένε ὅτι πέτρα εἶναι ὁ Πέτρος. Τὸ λογοπαίγνιο τοῦ Χριστοῦ Πέτρος-πέτρα τὸ παρεξηγοῦν σοβαρά. Καὶ τοὺς βολεύει βέβαια. Καὶ κάνουν στὴ συνέχεια ὁλόκληρη συρραφὴ παραλογισμῶν. α) Ἄρα ὁ Πέτρος εἶναι ὁ ἀποκλειστικὸς διάδοχος καὶ ἀντιπρόσωπος τοῦ Χριστοῦ. β) Κι ἀφοῦ ὁ Πέτρος ὑπῆρξε κατ’ αὐτοὺς ὁ ἱδρυτὴς τῆς ἐκκλησίας τῆς Ρώμης, ἄρα ὁ πάπας, ὁ κάθε πάπας, σὰν «διάδοχος» τοῦ Πέτρου, κληρονομεῖ ὅλα τὰ δικαιώματα τοῦ Πέτρου πάνω στὴν ἐκκλησία, γίνεται τοποτηρητὴς τοῦ Χριστοῦ πάνω στὴ γῆ (vicarius), ὁρατὴ κεφαλὴ τῆς στρατευομένης καὶ θριαμβευούσης ἐκκλησίας, ἀρχηγὸς ὁλοκλήρου τοῦ χριστιανικοῦ καὶ πολιτικοῦ κόσμου, μπροστὰ στὸν ὁποῖο πρέπει νὰ κάμπτεται κάθε γόνυ! γ) Ἐφ’ ὅσον ὁ ἀπόστολος Πέτρος, ἦταν ὁ πρῶτος μεταξὺ τῶν δώδεκα, καὶ ἐφ’ ὅσον ὁ πάπας ἐπίσκοπος Ρώμης εἶναι διάδοχος τοῦ Πέτρου, ἄρα ὁ πάπας κατέχει τὸ πρωτεῖο μεταξὺ τῶν ἄλλων ἐπισκόπων! Ἡ κακοδοξία αὐτὴ ἡ γνωστὴ ὡς παπικὸ πρωτεῖο ἔφτασε στὸ ἀποκορύφωμά της μόλις πρὶν ἀπὸ 150 χρόνια μὲ τὴ λεγομένη ἀπὸ αὐτοὺς Α΄ σύνοδο τοῦ Βατικανοῦ (1870), στὴν ὁποία δόθηκε στὸ πρωτεῖο δογματικὸς χαρακτῆρας, παρὰ τὶς ἀντιδράσεις τῶν παλαιοκαθολικῶν καὶ ὅλου τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου.

Εἶναι λυπηρὸ νὰ γίνεται τέτοια βάναυση κακοποίηση τῶν λόγων τοῦ Χριστοῦ, καὶ νὰ κατασκευάζεται ὁλόκληρη ἁλυσίδα παραλογισμῶν, προκειμένου νὰ ντυθεῖ ὁ πάπας τὴν πολιτικοεκκλησιαστικὴ ἐξουσία ποὺ ὀνειρεύεται. Εἶναι δυνατὸν πάνω σὲ πρόσωπο, σὲ ἄνθρωπο, ὅποιος κι ἂν εἶναι αὐτός, νὰ κτίσει ὁ Χριστὸς τὴν ἐκκλησία του; Ὁ ἀπόστολος Πέτρος δὲν εἶχε τέτοια συνείδηση ὅτι πάνω του οἰκοδομήθηκε ἡ ἐκκλησία, οὔτε ὅτι εἶναι ὁ μόνος ἀντιπρόσωπος τοῦ Χριστοῦ, ἀλλ’ ὅτι εἶναι ἴσος μὲ τοὺς ἄλλους ἀποστόλους. Ὁ ἴδιος γράφει στὴν Ἐπιστολή του ὅτι ὁ ἀκρογωνιαῖος λίθος τῆς ἐκκλησίας εἶναι ὁ Χριστός. «Ἰδοὺ τίθημι ἐν Σιὼν λίθον ἀκρογωνιαῖον, ὃν ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες· οὗτος ἐγενήθη εἰς κεφαλὴν γωνίας» (Α΄ Πέ 2,6· ᾿Ησ 28,16). Εἶχε δὲ καὶ τὴ συνείδηση τοῦ ἀνθρώπου ποὺ διέπραξε σοβαρὰ σφάλματα. Εἶναι περιττὸ νὰ ποῦμε ὅτι καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέει ρητῶς ὅτι κεφαλὴ τῆς ἐκκλησίας εἶναι ὁ Χριστός (Ἐφ 5,23· 4,15· 1,22).

Ἐξ ἄλλου ὁ ἀπόστολος Πέτρος δὲν ὅρισε κανέναν ἄμεσο ἢ ἔμμεσο διάδοχό του, τὸ δὲ πολίτευμα τῆς ἐκκλησίας ἐξ ἀρχῆς εἶναι συνοδικὸ καὶ σὰν τέτοιο δὲν δικαιολογεῖ πρωτεῖο σὲ κανέναν. Ὅλοι οἱ ἐπίσκοποι, σύμφωνα μὲ τὴ διδασκαλία τῆς Καινῆς Διαθήκης καὶ τὰ στοιχεῖα ποὺ μᾶς παρέχει ἡ ἐκκλησία τῶν τριῶν πρώτων αἰώνων, εἶναι μεταξύ τους ἴσοι. Ὑπ’ ὄψιν ὅτι ὁ 28ος κανὼν τῆς Δ΄ οἰκουμενικῆς συνόδου (451) δὲν ἀναγνωρίζει πρεσβεῖα στὸν ἐπίσκοπο Ρώμης, ἀλλὰ παραχωρεῖ ἴσα πρεσβεῖα καὶ στὸν Κωνσταντινουπόλεως. Ὁ 83ος ἀποστολικὸς κανὼν καθαιρεῖ τὸν κληρικό, ἐπίσκοπο ἢ πρεσβύτερο, ὁ ὁποῖος κατέχει καὶ τὴν κοσμικὴ ἐξουσία, προφανῶς ὑπαινισσόμενος τὸν πάπα καὶ τὴν παποκαισαρικὴ τάση του, ποὺ εἶχε δείξει ἀπὸ τότε.

Ἐκ τῶν πραγμάτων πρέπει νὰ συμπεράνουμε ὅτι ὁ πάπας εἶναι ἀνταγωνιστὴς καὶ ἀντιποιητὴς τοῦ Χριστοῦ, ἀντίχριστος. Ἔτσι τὸν ἀποκάλεσε νεότερος ἅγιος καὶ μάρτυρας τῆς πίστεως, ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, καὶ συνέστησε· «Τὸν πάπαν νὰ καταρᾶσθε…» (Α. Καντιώτου, Κοσμᾶς Αἰτωλός, σ. 286· 348).

Ἀθανάσιος Γ. Σιαμάκης, ἀρχιμανδρίτης

(δημοσίευσις· 29 ἰουνίου 2013)

Ὅμιλία ἐγκωμιαστική στόν ἀπόστολο Παῦλο (Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος)

.-. Τί τέλος πάντων εἶναι ὁ ἄνθρωπος καί πόση εἶναι ἡ εὐγένεια τῆς δικῆς μας φύσης καί πόσο ἱκανό στήν ἀρετή εἶναι αὐτό τό ὄν, μᾶς τό ἔδειξε περισσότερο ἀπ᾿ ὅλους τούςἀνθρώπους ὁ Παῦλος. Καί τώρα σηκώνεται, ἀπό ἐκεῖ πού ἔχει φθάσει, καί μέ καθαρή φωνή πρός ὅλους ἐκείνους πού κατηγοροῦν τή φύση μας ἀπολογεῖται γιά χάρη τοῦ Κυρίου, προτρέπει γιά ἀρετή, κλείνει τά ἀναίσχυντα στόματα τῶν βλάσφημων καί ἀποδεικνύει ὅτι δέν εἶναι μεγάλη ἡ διαφορά ἀνάμεσα στούς ἀγγέλους καί στούς ἀνθρώπους, ἄν θέλουμε νά προσέχουμε τόν ἑαυτό μας. Γιατί χωρίς νά ἔχει ἄλλη φύση, οὔτε νά ἔχει λάβει ἄλλη ψυχή, οὔτε νά κατοίκησε σ᾿ ἄλλο κόσμο, ἀλλά ἄν καί ἀνατράφηκε στήν ἴδια γῆ καί τόπο καί μέ τούςἴδιους νόμους καί συνήθειες, ξεπέρασε ὅλους τούς ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι ἔζησαν ἀπό τότε πού ἔγιναν οἱ ἄνθρωποι. Ποῦ εἶναι λοιπόν ἐκεῖνοι πού λέγουν, ὅτι εἶναι δύσκολο πράγμα ἡἀρετή καί εὔκολο ἡ κακία; Γιατί ὁ Παῦλος τούς ἀντικρούει λέγοντας· «Οἱ θλίψεις μας πού γρήγορα περνοῦν, προετοιμάζουν σ᾿ ἐμᾶς σέ ὑπερβολικά μεγάλο βαθμό αἰώνιο βάρος δόξας» (Β´ Κορ. 4, 17). Ἐάν ὅμως τέτοιες θλίψεις περνοῦν εὔκολα, πολύ περισσότερο οἱ φυσικές ἡδονές. Καί δέν εἶναι μόνο αὐτό τό θαυμαστό του, ὅτι δηλαδή ἀπό πολλή προθυμία δέν αἰσθανόταν τούς κόπους του γιά τήν ἀρετή, ἀλλ᾿ ὅτι ἀσκοῦσε αὐτήν χωρίς ἀμοιβή.

Ἐμεῖς βέβαια δέν ὑπομένουμε κόπους γι᾿ αὐτήν ἄν καί ὑπάρχουν ἀμοιβές. Ἐκεῖνος ὅμως καί χωρίς τά ἔπαθλα τήν ἐπιζητοῦσε καί τήν ἀγαποῦσε, καί ἐκεῖνα πού θεωροῦνταν ὅτι εἶναι ἐμπόδιά της τά ξεπερνοῦσε μέ κάθε εὐκολία. Καί δέν ἐπικαλέσθηκε οὔτε τήν ἀδυναμία τοῦ σώματος, οὔτε τήν τυραννίδα τῆς φύσης, οὔτε τίποτε ἄλλο. Ἄν καί εἶχε ἀναλάβει μεγαλύτερη φροντίδα ἀπό τούς στρατηγούς καί ὅλους τούς βασιλεῖς τῆς γῆς, ἀλλ᾿ ὅμως κάθε ἡμέρα ἦταν ἀκμαῖος, καί ἐνῶ οἱ κίνδυνοί του ἐπαυξάνονταν, διέθετε νεανική προθυμία. Γιά νά δείξει αὐτό ἀκριβῶς ἔλεγε, «Ξεχνώντας τά ὅσα ἔγιναν στό παρελθόν καί φροντίζοντας γιά ἐκεῖνα πού εἶναι μπροστά μου» (Φιλιπ. 3, 14). Καί ἐνῶ περίμενε τό θάνατο, καλοῦσε σέ συμμετοχή τῆς ἡδονῆς αὐτῆς λέγοντας, «Χαίρετε καί νά χαίρεστε μαζί μου» (Φιλιπ. 2, 18). Καί ἐνῶ τόν ἀπειλοῦσαν κίνδυνοι καί προσβολές καί κάθε ἀτιμία, πάλι σκιρτοῦσε· καί ὅτανἔγραφε τήν ἐπιστολή στούς Κορινθίους ἔλεγε, «Γι᾿ αὐτό καί εὐφραίνομαι σέ ἀσθένειες, σέ προσβολές, σέ διωγμούς» (Β´ Κορ. 12, 10). Καί τά ὀνόμασε αὐτά ὅπλα τῆς δικαιοσύνης,ἀποδεικνύοντας ὅτι καί ἀπό αὐτά εἶχε πολύ μεγάλες ὠφέλειες καί ἀπό παντοῦ ἦταν ἀκατάβλητος στούς ἐχθρούς του. Καί ἐνῶ παντοῦ τόν βασάνιζαν, τόν περιφρονοῦσαν, τόν κακολογοῦσαν, σάν νά βάδιζε σέ θριάμβους καί νά ἔστησε σταθερά τρόπαια σ᾿ ὅλα τά σημεῖα τῆς γῆς, ἔτσι ὑπερηφανευόταν καί εὐχαριστοῦσε τό Θεό λέγοντας· «Ἡ εὐχαριστία ἀνήκει στό Θεό ὁ ὁποῖος πάντοτε μᾶς ὁδηγεῖ σέ θρίαμβο» (Β´ Κορ. 2, 14).

2.-. Καί τήν κακοποίηση καί τήν προσβολή γιά τό κήρυγμα ἐπιζητοῦσε περισσότερο ἀπ᾿ ὅσο ἐμεῖς τήν τιμή, καί τό θάνατο ἀπ᾿ ὅσο ἐμεῖς τή ζωή, καί τή φτώχεια ἀπ᾿ ὅσο ἐμεῖς τόν πλοῦτο, καί τούς κόπους περισσότερο ἀπ᾿ ὅσο ἄλλοι τίς ἀνέσεις, καί ὄχι ἁπλά περισσότερο, ἀλλά πολύ περισσότερο, καί τή λύπη περισσότερο ἀπ᾿ ὅσο ἄλλοι τή χαρά, καί τό νά εὔχεται γιά τούς ἐχθρούς περισσότερο ἀπ᾿ ὅσο τό νά τούς καταριοῦνται οἱ ἄλλοι. Καί ἀνάτρεψε τήν τάξη τῶν πραγμάτων, ἤ καλύτερα ἐμεῖς τήν ἀνατρέψαμε, ἐκεῖνος ὅμως, ὅπως τή νομοθέτησε ὁΘεός, ἔτσι τή φύλασσε. Γιατί ὅλα αὐτά ἦταν σύμφωνα μέ τή φύση, ἐκεῖνα ὅμως ἀντίθετα. Ποιά εἶναι ἡ ἀπόδειξη; Τό ὅτι ὁ Παῦλος, ἄν καί ἦταν ἄνθρωπος, ἀκολουθοῦσε περισσότερο αὐτά παρά ἐκεῖνα. Ἕνα μόνο πράγμα ἦταν φοβερό γι᾿ αὐτόν καί ἀπόφευγε, τό νά ἀντιμάχεται τό Θεό, καί τίποτε ἄλλο. Ὅπως βέβαια τίποτε ἄλλο δέν τοῦ ἦταν ποθητό, ὅσο τό νά ἀρέσει στό Θεό. Καί δέ λέγω τίποτε ἀπό τά παρόντα, ἀλλά οὔτε καί ἀπό τά μέλλοντα. Καί μή μοῦ πεῖς τίς πόλεις καί τά ἔθνη καί τούς βασιλεῖς καί τά στρατόπεδα καί τά χρήματα καί τίς σατραπεῖες καί τίς δυναστεῖες, γιατί οὔτε ἱστό ἀράχνης τά θεωροῦσε αὐτά. Ἀλλά σκέψου αὐτά πού ὑπάρχουν στούς οὐρανούς καί τότε θά καταλάβεις τή σφοδρή ἀγάπη πού εἶχε γιά τό Χριστό. Γιατί ὁ Παῦλος γι᾿ αὐτήν τήν ἀγάπη δέ θαύμασε οὔτε τήν ἀξία τῶν ἀγγέλων, οὔτε τῶν ἀρχαγγέλων, οὔτε τίποτε ἄλλο παρόμοιο.

Εἶχε μέσα του πιό μεγάλο ἀπ᾿ ὅλα, τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καί μαζί μέ τοῦτο θεωροῦσε τόν ἑαυτό του τόν πιό εὐτυχισμένο ἀπ᾿ ὅλους. Καί χωρίς αὐτό, δέν ἐπιθυμοῦσε νά γίνει ἕναςἀπό τίς κυριότητες, οὔτε ἀπό τίς ἀρχές καί ἐξουσίες (ὀνομασίες ἀγγελικῶν ταγμάτων), ἀλλά μαζί μέ τήν ἀγάπη αὐτήν ἤθελε περισσότερο νά εἶναι ἀνάμεσα στούς τελευταίους καί τούς κολασμένους, παρά χωρίς αὐτήν ἀνάμεσα στούς πρώτους καί τιμημένους. Γιατί κόλαση γι᾿ αὐτόν ἦταν μία, τό νά χάσει τήν ἀγάπη αὐτήν. Αὐτό ἦταν γιά τόν Παῦλο γέεννα, αὐτό τιμωρία, αὐτό ἄπειρα κακά· ὅπως ἀκριβῶς καί ἀπόλαυση, τό νά πετύχει τήν ἀγάπη. Αὐτό ἦταν ἡ ζωή του, αὐτό ὁ κόσμος του, αὐτό ὁ ἄγγελός του, αὐτό τά παρόντα, αὐτό τά μέλλοντα, αὐτό βασιλεία, αὐτό ὑπόσχεση, αὐτό τά ἄπειρα ἀγαθά. Καί κάθε ἄλλο πού δέν ὁδηγοῦσε ἐδῶ, δέν τό θεωροῦσε οὔτε δυσάρεστο, οὔτε εὐχάριστο. Ἔτσι ὅμως περιφρονοῦσε ὅλα τά ὁρατά,ὅπως τό σάπιο χόρτο. Καί οἱ τύραννοι καί οἱ πόλεις πού ἄφριζαν ἀπό θυμό τοῦ φαίνονταν ὅτι εἶναι κουνούπια, ἐνῶ ὁ θάνατος καί οἱ τιμωρίες καί τά πάρα πολλά βασανιστήρια τοῦφαίνονταν παιδικά παιχνίδια. Ἀλλά βέβαια τά ὑπόφερε γιά τό Χριστό.

3.-. Γιατί τότε τά δεχότανε μέ χαρά αὐτά καί στά δεσμά του ἔτσι ὑπερηφανευόταν, ὅπως δέ θά ὑπερηφανευόταν ὁ Νέρων ὅταν εἶχε στό κεφάλι του τό βασιλικό διάδημα. Καί ἔμεινε στή φυλακή, σάν νά ἦταν ὁ οὐρανός, καί δεχόταν τά κτυπήματα καί τίς μαστιγώσεις πιό εὐχάριστα άπό ἐκείνους πού ἁρπάζουν τά βραβεῖα. Καί τούς πόνους ἀγαποῦσε ὄχι λιγότερο ἀπό τά ἔπαθλα, θεωρώντας τούς πόνους ὅτι εἶναι ἔπαθλο. Γι᾿ αὐτό καί τούς ὀνόμαζε χάρη. Πρόσεχε ὅμως. Ἔπαθλο ἦταν, τό νά πεθάνει καί νά εἶναι μαζί μέ τό Χριστό, τό νά παραμείνει ὅμως στή ζωή, ἦταν αὐτός ὁ ἀγώνας. Ἀλλ᾿ ὅμως αὐτό προτιμᾶ περισσότερο ἀπό ἐκεῖνο καί λέγει ὅτι τοῦ εἶναι ἀναγκαιότερο. Τό νά ἀποχωρισθεῖ ἀπό τό Χριστό, ἦταν ἀγώνας καί κόπος, ἤκαλύτερα περισσότερο ἀπό ἀγώνα καί κόπο· τό νά παραμένει μαζί του, ἦταν ἔπαθλο. Αὐτό ὅμως προτιμᾶ περισσότερο ἀπό ἐκεῖνο γιά χάρη τοῦ Χριστοῦ.

Ἀλλά θά μποροῦσε ἴσως νά πεῖ κανείς, ὅτι ὅλα αὐτά τοῦ ἦταν εὐχάριστα γιά χάρη τοῦ Χριστοῦ. Αὐτό λοιπόν λέγω καί ἐγώ, ὅτι δηλαδή ἐκεῖνα πού γιά μᾶς εἶναι αἰτία λύπης, αὐτά προκαλοῦσαν σ᾿ ἐκεῖνον μεγάλη εὐχαρίστηση. Καί γιατί λέγω τούς κινδύνους καί τίς ἄλλες ταλαιπωρίες; Ἀφοῦ πραγματικά ἦταν σέ διαρκή λύπη· γι᾿ αὐτό καί ἔλεγε· «Ποιός ἀσθενεῖ καί δέν ἀσθενῶ καί ἐγώ μαζί του; ποιός σκανδαλίζεται καί δέν δοκιμάζομαι καί ἐγώ; » (Β´ Κορ. 11, 19). Ἀλλ᾿ ὅμως καί τή λύπη θά μποροῦσε νά πεῖ κανείς ὅτι εἶχε σάν εὐχαρίστηση. Γιατί πολλοί καί ὅταν χάσουν τά παιδιά τους καί τούς ἐπιτρέπεται νά θρηνοῦν, παρηγοροῦνται· ὅταν ὅμως ἐμποδίζονται, στενοχωροῦνται. Ἔτσι λοιπόν καί ὁ Παῦλος, κλαίοντας νύκτα καίἡμέρα, παρηγοροῦνταν. Γιατί κανένας δέν πένθησε ἔτσι τά δικά του κακά, ὅπως ἐκεῖνος τά ξένα. Πῶς λοιπόν θεωρεῖς ὅτι συμπεριφέρεται, ἀφοῦ οἱ Ἰουδαῖοι δέ σώζονται, γιά νά σωθοῦν αὐτοί, ὅταν εὔχεται νά ἐκπέσει αὐτός ἀπό τήν οὐράνια δόξα; Ἑπομένως εἶναι φανερό ὅτι τό νά μή σωθοῦν αὐτοί ἦταν πολύ χειρότερο γι᾿ αὐτόν. Γιατί ἄν δέν ἦταν χειρότερο, δέν θά εὐχόταν ἐκεῖνο (Βλ. Ρωμ. 9, 3), ἀφοῦ τό προτίμησε σάν ἐλαφρότερο καί πού ἔχει μεγαλύτερη παρηγοριά. Καί ὄχι ἁπλῶς ἤθελε, ἀλλά φώναζε λέγοντας, «Ὅτι ὑπάρχει μέσα μου λύπη καίἀδιάκοπος πόνος στήν καρδιά μου» ( Ρωμ. 9, 2).

Αὐτό λοιπόν πού ὑπόφερε καθημερινά, σχεδόν, γιά ὅλους τούς κατοίκους τῆς οἰκουμένης, καί γιά ὅλους μαζί, καί γιά τά ἔθνη, καί γιά τίς πόλεις καί γιά τόν καθένα χωριστά, μέ ποιόν θά μπορέσει νά τόν συγκρίνει κανείς; μέ ποιό σίδηρο; μέ ποιό διαμάντι; Τί θά μποροῦσε νά ἀποκαλέσει κανείς τήν ψυχήν ἐκείνη; χρυσή ἤ ἀδαμάντινη; γιατί ἦταν σκληρότερη ἀπό κάθε διαμάντι καί πολυτιμότερη ἀπό τό χρυσάφι καί τίς πολύτιμες πέτρες. Θά ξεπεράσει λοιπόν τήν ἀντοχή τοῦ διαμαντιοῦ καί τήν ἀξία τοῦ χρυσοῦ. Μέ ποιό λοιπόν στοιχεῖο θά μποροῦσε νά τήν συγκρίνει κανείς; Μέ κανένα ἀπό αὐτά πού ὑπάρχουν. Ἄν ὅμως ὁ Χριστός μποροῦσε νά γίνει διαμάντι καί τό διαμάντι χρυσός, τότε κάπως θά μπορέσει νά τή συγκρίνει μέ τήν εἰκόνα τους.

4.-. Ἀλλά γιατί νά τήν συγκρίνω μέ διαμάντι καί χρυσό; Σύγκρινε ὅλο τόν κόσμο, καί τότε θά δεῖς ὅτι ἡ ψυχή τοῦ Παύλου ἔχει περισσότερη ἀξία. Γιατί ἀφοῦ γι᾿ αὐτούς πού διακρίθηκαν φορώντας γιά ροῦχα δέρματα ζώων καί ζώντας σέ σπήλαια καί σέ τρύπες τῆς γῆς λέγει ὁ Παῦλος τοῦτο (Βλ. Ἑβρ. 11, 38), πολύ περισσότερο θά μπορούσαμε ἐμεῖς νά τό ποῦμε γι᾿ αὐτόν, ἐπειδή πραγματικά ἦταν πιό ἄξιος ἀπ᾿ ὅλους. Ἐάν λοιπόν ὁ κόσμος δέν ἦταν ἰσάξιος τοῦ Παύλου, ποιός ἦταν ἰσάξιός του; μήπως ὁ οὐρανός; Ἀλλά καί αὐτό εἶναι μικρό. Γιατί ἀφοῦ αὐτός ἀπό τόν οὐρανό καί τά εὑρισκόμενα στούς οὐρανούς προτίμησε τήν ἀγάπη τοῦ Κυρίου, πολύ περισσότερο ὁ Κύριος πού εἶναι τόσο ἀγαθότερος ἀπ᾿ αὐτόν, ὅσο ἡἀγαθότητα ἀπό τήν πονηρία, θά τόν προτιμήσει αὐτόν ἀπό ἄπειρους οὐρανούς. Γιατί δέν μᾶς ἀγαπᾶ μέ ὅμοιο τρόπο, πού ἐμεῖς τόν ἀγαποῦμε, ἀλλά τόσο περισσότερο, ὅσο οὔτε μέ λόγια δέν εἶναι δυνατό νά τό παραστήσουμε.

Πρόσεχε λοιπόν γιά πόσα τόν θεώρησε ἄξιο καί πρίν ἀπό τή μέλλουσα ἀνάσταση. Στόν Παράδεισο τόν ἅρπαξε, στόν τρίτο οὐρανό τόν ἀνέβασε, τοῦ φανέρωσε τέτοια ἀπόρρητα, τά ὁποῖα δέν ἐπιτρέπεται σέ κανένα ἄνθρωπο νά πεῖ. Καί πολύ σωστά. Γιατί ἐνῶ βάδιζε στή γῆ, σάν νά περιπολοῦσε μαζί μέ τούς ἀγγέλους, ἔτσι ἔκαμε τά πάντα, καί ἐνῶ εἶχε θνητό σῶμα, παρουσίαζε τήν καθαρότητα τῶν ἀγγέλων, καί ἐνῶ ὑπέκειτο σέ τόσες ἀνάγκες, προσπαθοῦσε νά μή φανεῖ καθόλου κατώτερος ἀπό τίς οὐράνιες δυνάμεις. Γιατί πραγματικά σάνἀσώματος περιφρονοῦσε τούς πόνους καί τούς κινδύνους, καί σάν νά κέρδισε ἤδη τόν οὐρανό, περιφρονοῦσε τά γήινα, καί σάν νά συναναστρεφόταν μαζί μ᾿ αὐτές τίς ἀσώματες δυνάμειςἔτσι ἦταν σέ διαρκή ἐγρήγορση.

Βέβαια πολλές φορές ἄγγελοι ἀνέλαβαν νά προστατεύουν διάφορα ἔθνη. Ἀλλά κανένας ἀπό αὐτούς τό ἔθνος, πού τοῦ παραδόθηκε, δέν τό φρόντισε ἔτσι, ὅπως ὁ Παῦλοςὁλόκληρη τήν οἰκουμένη. Καί μή μοῦ πεῖς ὅτι ὁ Παῦλος δέν ἦταν αὐτός πού τά ἔκαμνε, καθόσον καί ἐγώ τό ὁμολογῶ. Γιατί καί ἄν δέν ἦταν αὐτός πού τά ἐκτελοῦσε αὐτά, ἀλλά οὔτεἦταν τόσο ἀνάξιος τῶν ἐπαίνων γι᾿ αὐτά, ἀφοῦ ἑτοίμασε τόν ἑαυτό του τόσο ἄξιο αὐτῆς τῆς μεγάλης χάρης. Ὁ Μιχαήλ ἀνάλαβε τό ἔθνος τῶν Ἰουδαίων (Βλ. Δαν. 12, 1 καί 10, 13.21), ὁΠαῦλος ὅμως τή γῆ καί τή θάλασσα καί τό κατοικούμενο μέρος καί τό ἀκατοίκητο. Καί αὐτά δέν τά λέγω μέ σκοπό νά προσβάλλω τούς ἀγγέλους, μακριά ἀπό μιά τέτοια σκέψη, ἀλλά γιά νά ἀποδείξω ὅτι εἶναι δυνατό, ἐνῶ εἶναι κανείς ἄνθρωπος, νά εἶναι μαζί μ᾿ ἐκείνους καί νά στέκεται κοντά τους. Καί γιά ποιό λόγο δέν ἀνέλαβαν αὐτά οἱ ἄγγελοι; Γιά νά μήν ἔχεις καμία δικαιολογία ὅταν εἶσαι ἀδιάφορος, οὔτε νά καταφεύγεις στή διαφορά τῆς φύσης ὅταν παραμένεις ἄπρακτος. Ἄλλωστε καί τό θαῦμα γινόταν μεγαλύτερο. Πῶς λοιπόν δέν εἶναι θαυμαστό καί παράξενο, ὁ λόγος πού ἔβγαινε ἀπό ἀνθρώπινη γλώσσα νά διώχνει τό θάνατο, νά συγχωρεῖ ἁμαρτίες, νά διορθώνει τήν ἀνάπηρη φύση καί νά κάνει οὐρανό τή γῆ;

5.-. Γι᾿ αὐτό ἐκπλήσσομαι μέ τή δύναμη τοῦ Θεοῦ, γι᾿ αὐτά θαυμάζω τήν προθυμία τοῦ Παύλου, ἐπειδή δέχτηκε τόση χάρη, ἐπειδή ἔκαμε τέτοιον τόν ἑαυτό του. Καί σᾶς παρακαλῶνά μή θαυμάζετε μόνο, ἀλλά καί νά μιμεῖσθε τό παράδειγμα αὐτό τῆς ἀρετῆς, γιατί ἔτσι θά μπορέσουμε νά λάβουμε τά ἴδια μ᾿ ἐκεῖνον στεφάνια. Ἐάν ὅμως ἀπορεῖς ἀκούοντας ὅτι, ἄν κατορθώσεις τά ἴδια, θά πετύχεις τά ἴδια μέ τόν Παῦλο, ἄκουσε αὐτόν νά λέγει τά ἑξῆς· «Ἔχω ἀγωνισθεῖ τόν καλό ἀγώνα, ἔχω φθάσει στό τέλος τοῦ δρόμου, ἔχω διαφυλάξει τήν πίστη. Λοιπόν μοῦ ἐπιφυλάσσεται τό στεφάνι τῆς δικαιοσύνης, πού θά μοῦ δώσει σάν ἀνταμοιβή ὁ Κύριος, ὁ δίκαιος κριτής, κατά τήν ἡμέρα ἐκείνη· καί ὄχι μόνο σ᾿ ἐμένα, ἀλλά καί σ᾿ ὅλους πούἔχουν ἀγαπήσει τήν ἐμφάνισή του» (Β´ Τιμ. 4, 7-8).

Βλέπεις πῶς ὅλους τούς καλεῖ στήν ἴδια κοινωνία; Ἐπειδή λοιπόν ὑπάρχουν τά ἴδια γιά ὅλους, ἄς φροντίσουμε ὅλοι νά γίνουμε ἄξιοι τῶν ἀγαθῶν τά ὁποῖα μᾶς ἔχει ὑποσχεθεῖ. Καί ἄς μή δοῦμε μόνο τό μέγεθος καί τήν ἔκταση τῶν κατορθωμάτων, ἀλλά καί τό πάθος τῆς προθυμίας, μέ τήν ὁποία ἀπέσπασε τόση χάρη, καί τή συγγένεια τῆς φύσης, γιατί εἶχε ὅλα αὐτά τά κοινά μ᾿ ἐμᾶς. Καί ἔτσι καί τά ὑπερβολικά δύσκολα θά μᾶς φανοῦν εὔκολα καί ἐλαφρά, καί ἀφοῦ κοπιάσουμε στό σύντομο αὐτό χρόνο, θά φορέσουμε τό ἄφθαρτο καί ἀθάνατοἐκεῖνο στεφάνι, μέ τή χάρη καί τή φιλανθρωπία τoῦ Kυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, στόν ὁποῖο ἀνήκει ἡ δόξα καί ἡ δύναμη τώρα καί πάντοτε, καί στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Άγιοι Πέτρος και Παύλος Πρωτοκορυφαίοι Απόστολοι

Ο Πέτρος καταγόταν από τη Βηθσαϊδά της Γαλιλαίας και ήταν γιος του Ιωνά, αδελφός του Αποστόλου Ανδρέα του Πρωτόκλητου. Ο Πέτρος και ο Ανδρέας ήταν ψαράδες στη λίμνη Γεννησαρέτ. Είχε νυμφευθεί στην Καπερναούμ, όπου έμενε οικογενειακά μαζί με την πεθερά του. Όπως μας πληροφορεί το Ευαγγέλιο, όταν ο Ιησούς έφθασε στη λίμνη της Γεννησαρέτ συνάντησε τους δυο αδελφούς Πέτρο και Ανδρέα οι οποίοι έριχναν τα δίχτυα τους. Αμέσως μετά την κλήση τους, άφησαν τα δίχτυα και τις οικογένειές τους και τον ακολούθησαν. Ψαράς στο επάγγελμα, ήταν τύπος αυθόρμητος, ορμητικός, και τη ζωή του κοντά στο Χριστό τη μαθαίνουμε από τα τέσσερα Ευαγγέλια, ενώ την αποστολική του δράση, από τις πράξεις των Αποστόλων. Έγραψε και δύο Καθολικές Επιστολές, μέσα στις οποίες να τι προτρέπει τους χριστιανούς: «Νήψατε, γρηγορήσατε, ο αντίδικος υμών διάβολος ως λέων ωρυόμενος περιπατεί ζητών τίνα καταπίη» (Α΄ Πέτρου, ε΄ 8). Δηλαδή εγκρατευθείτε, γίνετε άγρυπνοι και προσεκτικοί. Διότι ο αντίπαλος και κατήγορός σας ο διάβολος, σαν λιοντάρι που βρυχάται, περιπατεί με μανία και ζητάει ποιον να τραβήξει μακριά από την πίστη και να τον καταπιεί. Μετά την Ανάληψη του Κυρίου, ο Πέτρος, δίδαξε το Ευαγγέλιο στην Ιουδαία, στην Αντιόχεια, στον Πόντο, στην Γαλατία, στην Καππαδοκία, στην Ασία και τη Βιθυνία. Κατά την παράδοση (που σημαίνει ότι δεν είναι απόλυτα ιστορικά διασταυρωμένο) έφτασε μέχρι την Ρώμη, όπου επί Νέρωνος (54-68μ.Χ.) υπέστη μαρτυρικό θάνατο, αφού τον σταύρωσαν χιαστί, με το κεφάλι προς τα κάτω περί το έτος 64 μ.Χ.

Ο δε Παύλος γεννήθηκε στην Ταρσό της Κιλικίας σε ένα χωρίο που ονομάζεται Γίσχαλα και στην αρχή ήταν σκληρός διώκτης του Χριστιανισμού. Το 36 μ.Χ. περίπου, όταν κάποτε μετέβαινε στη Δαμασκό για να διώξει και εκεί χριστιανούς, έγινε θαύμα στο οποίο φανερώθηκε ο Χριστός, ο οποίος τον πρόσταξε να πάει στον Ανανία ο οποίος τον κατήχησε και τον βάπτισε. Έτσι, έγινε ο μεγαλύτερος κήρυκας του Ευαγγελίου, θυσιάζοντας μάλιστα και την ζωή του γι’ αυτό. Ονομάστηκε ο πρώτος μετά τον Ένα και Απόστολος των Εθνών, λόγω των τεσσάρων μεγάλων αποστολικών περιοδειών του. Είναι ο ιδρυτής της Εκκλησίας της Ελλάδος. Συνέγραψε 14 επιστολές προς τις Εκκλησίες τις οποίες εκείνος ίδρυσε. Τη ζωή του με τις περιπέτειές του θα τα δει κανείς, αν μελετήσει τις Πράξεις των Αποστόλων, αλλά και τις 14 Επιστολές του στην Καινή Διαθήκη. Ο Απόστολος Παύλος θέλει κάθε χριστιανός, όπως και ο ίδιος, να αισθάνεται και να λέει: «ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός» (Προς Γαλάτας β΄ 20). Δηλαδή, δε ζω πλέον εγώ, ο παλαιός άνθρωπος, αλλά ζει μέσα μου ο Χριστός. Και ακόμα, «τα πάντα και εν πάσι Χριστός» (Προς Κολασσαείς γ΄ 11). Να διευθύνει, δηλαδή, όλες τις εκδηλώσεις τις ανθρώπινης ζωής μας ο Χριστός. Ο Απόστολος Παύλος υπέστη μαρτυρικό θάνατο (χωρίς να είναι απόλυτα ιστορικά διασταυρωμένο) δι’ αποκεφαλισμού στη Ρώμη μεταξύ των ετών 64 - 67 μ.Χ.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Οἱ τῶν Ἀποστόλων πρωτόθρονοι, καὶ τῆς Οἰκουμένης διδάσκαλοι, τῷ Δεσπότῃ τῶν ὅλων πρεσβεύσατε, εἰρήνην τῆ οἰκουμένῃ δωρήσασθαι, καὶ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τοὺς ἀσφαλεῖς.
Τοὺς ἀσφαλεῖς καὶ θεοφθόγγους κήρυκας, τὴν κορυφὴν τῶν Μαθητῶν σου Κύριε, προσελάβου εἰς ἀπόλαυσιν, τῶν ἀγαθῶν σου καὶ ἀνάπαυσιν, τοὺς πόνους γὰρ ἐκείνων καὶ τὸν θάνατον, ἐδέξω ὑπὲρ πᾶσαν ὁλοκάρπωσιν, ὁ μόνος γινώσκων τὰ ἐγκάρδια.


Σάββατο 28 Ιουνίου 2014

Το Ευαγγέλιο της Κυριακής

(Ματθ. ιστ΄13-19)
᾿Ελθὼν δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς εἰς τὰ μέρη Καισαρείας τῆς Φιλίππου ἠρώτα τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ λέγων· τίνα με λέγουσιν οἱ ἄνθρωποι εἶναι τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου; οἱ δὲ εἶπον· οἱ μὲν ᾿Ιωάννην τὸν βαπτιστήν, ἄλλοι δὲ ᾿Ηλίαν, ἕτεροι δὲ ῾Ιερεμίαν ἢ ἕνα τῶν προφητῶν. λέγει αὐτοῖς· ὑμεῖς δὲ τίνα με λέγεται εἶναι; ἀποκριθεὶς δὲ Σίμων Πέτρος εἶπε· σὺ εἶ ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος. καὶ ἀποκριθεὶς ὁ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτῷ· μακάριος εἶ, Σίμων Βαριωνᾶ, ὅτι σὰρξ καὶ αἷμα οὐκ ἀπεκάλυψέ σοι, ἀλλ᾿ ὁ πατήρ μου ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς. κἀγὼ δέ σοι λέγω ὅτι σὺ εἶ Πέτρος, καὶ ἐπὶ ταύτῃ τῇ πέτρᾳ οἰκοδομήσω μου τὴν ἐκκλησίαν, καὶ πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς. καὶ δώσω σοι τὰς κλεῖς τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν, καὶ ὃ ἐὰν δήσῃς ἐπὶ τῆς γῆς, ἔσται δεδεμένον ἐν τοῖς οὐρανοῖς, καὶ ὃ ἐὰν λύσῃς ἐπὶ τῆς γῆς, ἔσται λελυμένον ἐν τοῖς οὐρανοῖς.

Απόδοση σε απλή γλώσσα:
Και όταν ο Ιησούς ήρθε στα μέρη τής Καισάρειας του Φιλίππου, ρωτούσε τους μαθητές του, λέγοντας: Για ποιον με λένε οι άνθρωποι ότι είμαι εγώ ο Υιός τού ανθρώπου;
Και εκείνοι είπαν: Άλλοι μεν για τον Βαπτιστή Ιωάννη· άλλοι δε για τον Ηλία, και άλλοι για τον Ιερεμία ή για έναν από τους Προφήτες. Λέει σ' αυτούς: Εσείς, όμως, για ποιον με λέτε ότι είμαι; Και αποκρινόμενος ο Σίμωνας Πέτρος, είπε: Εσύ είσαι ο Χριστός, ο Υιός τού ζωντανού Θεού. Και αποκρινόμενος ο Ιησούς είπε σ' αυτόν: Μακάριος είσαι, Σίμωνα, γιε τού Ιωνά, επειδή αυτό δεν σου το αποκάλυψε σάρκα και αίμα, αλλά ο Πατέρας μου, που είναι στους ουρανούς.
Και εγώ, μάλιστα, σου λέω ότι: Εσύ είσαι ο Πέτρος, και επάνω σ' αυτή την πέτρα θα κτίσω την εκκλησία μου· και πύλες άδη δεν θα υπερισχύσουν εναντίον της. Και θα σου δώσω τα κλειδιά τής βασιλείας των ουρανών· και ό,τι αν δέσεις επάνω στη γη, θα είναι δεμένο στους ουρανούς· και ό,τι αν λύσεις επάνω στη γη, θα είναι λυμένο στους ουρανούς.

Ο Απόστολος της Κυρισκής

(Β΄Κορ. ια΄ 21- ιβ΄ 9)
Κατὰ ἀτιμίαν λέγω, ὡς ὅτι ἡμεῖς ἠσθενήσαμεν. ἐν ᾧ δ᾿ ἄν τις τολμᾷ, ἐν ἀφροσύνῃ λέγω, τολμῶ κἀγώ. ῾Εβραῖοί εἰσι; κἀγώ· ᾿Ισραηλῖταί εἰσι; κἀγώ· σπέρμα ᾿Αβραάμ εἰσι; κἀγώ· διάκονοι Χριστοῦ εἰσι; παραφρονῶν λαλῶ, ὑπὲρ ἐγώ· ἐν κόποις περισσοτέρως, ἐν πληγαῖς ὑπερβαλλόντως, ἐν φυλακαῖς περισσοτέρως, ἐν θανάτοις πολλάκις· ὑπὸ ᾿Ιουδαίων πεντάκις τεσσαράκοντα παρὰ μίαν ἔλαβον, τρὶς ἐρραβδίσθην, ἅπαξ ἐλιθάσθην, τρὶς ἐναυάγησα, νυχθημερὸν ἐν τῷ βυθῷ πεποίηκα· ὁδοιπορίαις πολλάκις, κινδύνοις ποταμῶν, κινδύνοις λῃστῶν, κινδύνοις ἐκ γένους, κινδύνοις ἐξ ἐθνῶν, κινδύνοις ἐν πόλει, κινδύνοις ἐν ἐρημίᾳ, κινδύνοις ἐν θαλάσσῃ, κινδύνοις ἐν ψευδαδέλφοις· ἐν κόπῳ καὶ μόχθῳ, ἐν ἀγρυπνίαις πολλάκις, ἐν λιμῷ καὶ δίψει, ἐν νηστείαις πολλάκις, ἐν ψύχει καὶ γυμνότητι· χωρὶς τῶν παρεκτὸς ἡ ἐπισύστασίς μου ἡ καθ᾿ ἡμέραν, ἡ μέριμνα πασῶν τῶν ἐκκλησιῶν. τίς ἀσθενεῖ, καὶ οὐκ ἀσθενῶ; τίς σκανδαλίζεται, καὶ οὐκ ἐγὼ πυροῦμαι; εἰ καυχᾶσθαι δεῖ, τὰ τῆς ἀσθενείας μου καυχήσομαι. ὁ Θεὸς καὶ πατὴρ τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ οἶδεν, ὁ ὢν εὐλογητὸς εἰς τοὺς αἰῶνας, ὅτι οὐ ψεύδομαι. ἐν Δαμασκῷ ὁ ἐθνάρχης ᾿Αρέτα τοῦ βασιλέως ἐφρούρει τὴν Δαμασκηνῶν πόλιν πιάσαι με θέλων, καὶ διὰ θυρίδος ἐν σαργάνῃ ἐχαλάσθην διὰ τοῦ τείχους καὶ ἐξέφυγον τὰς χεῖρας αὐτοῦ.Καυχάσθαι δὴ οὐ συμφέρει μοι· ἐλεύσομαι γὰρ εἰς ὀπτασίας καὶ ἀποκαλύψεις Κυρίου. οἶδα ἄνθρωπον ἐν Χριστῷ πρὸ ἐτῶν δεκατεσσάρων· εἴτε ἐν σώματι οὐκ οἶδα, εἴτε ἐκτὸς τοῦ σώματος οὐκ οἶδα, ὁ Θεὸς οἶδεν· ἁρπαγέντα τὸν τοιοῦτον ἕως τρίτου οὐρανοῦ. καὶ οἶδα τὸν τοιοῦτον ἄνθρωπον· εἴτε ἐν σώματι εἴτε ἐκτὸς τοῦ σώματος οὐκ οἶδα, ὁ Θεὸς οἶδεν· ὅτι ἡρπάγη εἰς τὸν παράδεισον καὶ ἤκουσεν ἄρρητα ρήματα, ἃ οὐκ ἐξὸν ἀνθρώπῳ λαλῆσαι. ὑπὲρ τοῦ τοιούτου καυχήσομαι, ὑπὲρ δὲ ἐμαυτοῦ οὐ καυχήσομαι εἰ μὴ ἐν ταῖς ἀσθενείαις μου. ἐὰν γὰρ θελήσω καυχήσασθαι, οὐκ ἔσομαι ἄφρων· ἀλήθειαν γὰρ ἐρῶ· φείδομαι δὲ μή τις εἰς ἐμὲ λογίσηται ὑπὲρ ὃ βλέπει με ἢ ἀκούει τι ἐξ ἐμοῦ. Καὶ τῇ ὑπερβολῇ τῶν ἀποκαλύψεων ἵνα μὴ ὑπεραίρωμαι, ἐδόθη μοι σκόλοψ τῇ σαρκί, ἄγγελος σατᾶν, ἵνα με κολαφίζῃ ἵνα μὴ ὑπεραίρωμαι. ὑπὲρ τούτου τρὶς τὸν Κύριον παρεκάλεσα ἵνα ἀποστῇ ἀπ᾿ ἐμοῦ· καὶ εἴρηκέ μοι· ἀρκεῖ σοι ἡ χάρις μου· ἡ γὰρ δύναμίς μου ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται. ἥδιστα οὖν μᾶλλον καυχήσομαι ἐν ταῖς ἀσθενείαις μου, ἵνα ἐπισκηνώσῃ ἐπ᾿ ἐμὲ ἡ δύναμις τοῦ Χριστοῦ.

Απόδοση σε απλή γλώσσα:
Από λόγους ντροπής το λέω, σαν εμείς να ήμασταν ασθενείς· αλλά, σε ό,τι κάποιος τολμάει, (με αφροσύνη μιλάω) τολμάω και εγώ· είναι Εβραίοι; Και εγώ· είναι Ισραηλίτες; Και εγώ· είναι σπέρμα τού Αβραάμ; Και εγώ. Είναι υπηρέτες τού Χριστού; (Παραφρονώντας μιλάω) περισσότερο εγώ· σε κόπους περισσότερο, σε πληγές υπερβολικού βαθμού, σε φυλακές περισσότερο, σε θανάτους πολλές φορές· από τους Ιουδαίους πέντε φορές πήρα 40 παρά μία μαστιγώσεις· τρεις φορές ραβδίστηκα, μία φορά λιθοβολήθηκα, τρεις φορές ναυάγησα, ένα μερόνυχτο έκανα στον βυθό· σε οδοιπορίες πολλές φορές, σε κινδύνους ποταμών, σε κινδύνους ληστών, σε κινδύνους από το γένος, σε κινδύνους από τα έθνη, σε κινδύνους στην πόλη, σε κινδύνους στην ερημιά, σε κινδύνους στη θάλασσα, σε κινδύνους από ψευδάδελφους· σε κόπο και μόχθο, σε αγρυπνίες πολλές φορές, σε πείνα και δίψα, σε νηστείες πολλές φορές, σε ψύχος και γυμνότητα· εκτός από τα εξωτερικά, ο επικείμενος αγώνας καθημερινά, η μέριμνα όλων των εκκλησιών. Ποιος ασθενεί, και δεν ασθενώ; Ποιος σκανδαλίζεται, και εγώ δεν φλέγομαι; Αν πρέπει να καυχώμαι, θα καυχηθώ σ' αυτά που έχουν σχέση με τις ασθένειές μου. Ο Θεός και Πατέρας τού Κυρίου μας Ιησού Χριστού, που είναι ευλογητός στους αιώνες, γνωρίζει ότι δεν ψεύδομαι. Στη Δαμασκό, ο εθνάρχης τού βασιλιά Αρέτα φρουρούσε την πόλη των Δαμασκηνών, θέλοντας να με πιάσει· και διαμέσου ενός μικρού παραθύρου με κατέβασαν από το τείχος μέσα σε ένα κοφίνι, και ξέφυγα από τα χέρια του.Να καυχώμαι, βέβαια, δεν με συμφέρει· επειδή, θάρθω σε οπτασίες και αποκαλύψεις τού Κυρίου. Γνωρίζω έναν άνθρωπο εν Χριστώ πριν από 14 χρόνια, (είτε μέσα στο σώμα, δεν ξέρω· είτε έξω από το σώμα, δεν ξέρω· ο Θεός ξέρει)· ότι αυτού τού είδους ο άνθρωπος αρπάχτηκε μέχρι τον τρίτο ουρανό. Και γνωρίζω αυτού τού είδους τον άνθρωπο, (είτε μέσα στο σώμα, είτε έξω από το σώμα, δεν ξέρω, ο Θεός ξέρει)· ότι αρπάχτηκε στον παράδεισο, και άκουσε λόγια ανεκλάλητα, που δεν επιτρέπεται σε έναν άνθρωπο να μιλήσει. Για τον άνθρωπο αυτού τού είδους θα καυχηθώ· για μένα, όμως, δεν θα καυχηθώ, παρά μονάχα στις ασθένειές μου. Δεδομένου ότι, αν θελήσω να καυχηθώ δεν θα είμαι άφρονας· επειδή, θα πω την αλήθεια· συστέλλομαι, όμως, μήπως κάποιος στοχαστεί σε μένα κάτι ανώτερο από ό,τι με βλέπει ή ακούει από μένα. Και για να μη υπερηφανεύομαι, εξαιτίας τής υπερβολής των αποκαλύψεων, μου δόθηκε ένας σκόλοπας στη σάρκα, ένας άγγελος του σατανά, για να με χτυπάει, για να μη υπερηφανεύομαι. Για το ζήτημα αυτό παρακάλεσα τον Κύριο τρεις φορές, για να απομακρυνθεί από μένα· και μου είπε: Αρκεί σε σένα η χάρη μου· επειδή, μέσα σε αδυναμία, η δύναμή μου φανερώνεται τέλεια. Με βαθύτατη ευχαρίστηση, λοιπόν, θα καυχηθώ περισσότερο στις αδυναμίες μου, για να κατοικήσει μέσα μου η δύναμη του Χριστού.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Εύρεση των Τιμίων Λειψάνων των Αγίων Αναργύρων Κύρου και Ιωάννου

Αγωνίσθηκαν και οι δύο στα χρόνια του Διοκλητιανού (292 μ.Χ.).

Ο Κύρος καταγόταν από την Αλεξάνδρεια και ο Ιωάννης από την Έδεσσα. Άριστα καταρτισμένοι στην ιατρική επιστήμη, προσέφεραν τις υπηρεσίες τους αφιλοκερδώς στους φτωχότερους συνανθρώπους τους. Και όχι μόνο δεν έπαιρναν χρήματα από κανένα, αλλά και οι ίδιοι έδιναν τα δικά τους, μέχρι που έμειναν φτωχοί. Γι' αυτό και επονομάστηκαν Ανάργυροι. Μαζί με την ιατρική βοήθεια που προσέφεραν στους πάσχοντες, μετέδιδαν σ' αυτούς και τη σωτήρια αλήθεια του Ευαγγελίου. Τα λόγια τους έδωσαν φως του Χριστού σε πολλούς ειδωλολάτρες.

Άλλα η δράση τους καταγγέλθηκε στις αρχές, με αποτέλεσμα να τους αποκεφαλίσουν και άξια να πάρουν το στεφάνι του μαρτυρίου. Τότε οι χριστιανοί τους έθαψαν κρυφά, και όταν αυτοκράτορας ήταν ο Αρκάδιος και Αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας ο Θεόφιλος (400 μ.Χ.), τα άγια λείψανα τους βρέθηκαν και με πανηγυρικό τρόπο έγινε η ανακομιδή τους. Πολλοί, μάλιστα, ασθενείς που άγγιξαν αυτά, θεραπεύθηκαν. Έτσι, επιβεβαιώνεται ότι οι «δίκαιοι εἰς τὸν αἰῶνα ζώσι, καὶ ἐν Κυρίῳ ὃ μισθὸς αὐτῶν» (Σοφία Σολομώντος, ε' 15). Οι δίκαιοι δηλαδή, ζουν αιώνια, και η ανταμοιβή που αρμόζει σ' αυτούς βρίσκεται στα χέρια του Κυρίου.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’.
Τὰ θαύματα τῶν Ἁγίων σου Μαρτύρων, τεῖχος ἀκαταμάχητον ἡμῖν δωρησάμενος, Χριστὲ ὁ Θεός, ταῖς αὐτῶν ἱκεσίαις, βουλὰς ἐθνῶν διασκέδασον, τῆς βασιλείας τὰ σκῆπτρα κραταίωσον, ὡς μόνος ἀγαθὸς καὶ φιλάνθρωπος.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείας χάριτος, τὴ ἐνεργεῖα, ἀναβλύζοντα, θαυμάτων ρεῖθρα, ἀναργύρως τὰ σεπτὰ ὑμῶν λείψανα, ἐκ τῶν λαγόνων τῆς γῆς κόσμω ἔλαμψαν, Κῦρε θεόφρον, Ἰωάννη τὲ ἔνδοξε, ὅθεν ἅπαντες, τὴν τούτων τιμῶντες εὕρεσιν, αἰτοῦμεν δι' ὑμῶν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἐκ τῆς θείας χάριτος, τὴν δωρεὰν τῶν θαυμάτων, εἰληφότες, Ἅγιοι, θαυματουργεῖτε ἐν κόσμῳ, ἄπαντα, ἡμῶν τὰ πάθη τῇ χειρουργίᾳ, τέμνετε, τῇ ἀοράτῳ Κῦρε θεόφρον, σὺν τῷ θείῳ Ἰωάννῃ, ὑμεῖς γὰρ θεῖοι, ἰατροὶ ὑπάρχετε.

Παρασκευή 27 Ιουνίου 2014

Μακαριστός Γέρων Παΐσιος: Χτυπούσα τον διάβολο με το πυροβόλο

Θέλει πολλή προσευχή σήμερα. Η μόνη λύση είναι η προσευχή. Αλλιώς δεν γίνεται.
Πάντως το Ψαλτήρι πολύ βοηθάει. Είναι κεραυνός για τον διάβολο.

Πόση παρηγοριά βρίσκω με το Ψαλτήρι! Το χώρισα σε τρία μέρη*…
Κάθε μέρα διαβάζω και ένα μέρος. Σε τρεις μέρες το τελειώνω και μετά το αρχίζω πάλι από την αρχή.
Διαβάζω την περίπτωση του Ψαλμού και κάνω καρδιακή προσευχή για την περίπτωση αυτήν και για όσους πάσχουν σωματικά και ψυχικά. Μετά διαβάζω τον Ψαλμό και στο τέλος κάθε Ψαλμού λέω: «Ο Θεός, ανάπαυσον τους κοιμηθέντας δούλους σου».
Αυτήν την μιάμιση ώρα που διαβάζω το Ψαλτήρι την βλέπω σαν την πιο θετική βοήθεια προς τον κόσμο.
Τον χειμώνα που υπέφερα πολύ από την κήλη, όρθιος το διάβαζα. Από τα μάτια μου έτρεχαν δάκρυα από τους ανυπόφορους πόνους. Με το ένα χέρι συμμάζευα την κήλη και με το άλλο κρατούσα στο ψαλτήρι.

Χτυπούσα τον διάβολο με το πυροβόλο. Την ημέρα τον χτυπούσα με το Ψαλτήρι, το βράδυ με την ευχή. Λύσσαξε ο διάβολος. Αυτό το σακάτεμα με την κήλη ήταν δαιμονικό χτύπημα. Αλλά και ο Θεός το παραχώρησε, για να δει τί θα κάνω.

*Πρώτο μέρος: 1ος Ψαλμός έως τον 54ο.
Δεύτερο μέρος: 55ος έως τον 100ό.
Τρίτο μέρος: 101ος έως τον 150ό.

ΜΑΚΑΡΙΟΙ ΟΙ ΠΤΩΧΟΙ ΤΩ ΠΝΕΥΜΑΤΙ

Eπιστολή του Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς σε πνευματικό του παιδί
(Μετάφραση Αρχιμανδρίτης Άβελ Κωνσταντινίδης)

"Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι, ότι αυτών εστίν η βασιλεία των ουρανών". Ναι, έτσι είπε ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός. Μα αυτό συ το μπερδεύεις.
Συγχέεις την την "πτωχεία του πνεύματος", που εξυμνεί ο Χριστός, με τη χαζομάρα! Αλλά όχι! Δεν έχεις δίκιο.
Η πτωχεία του πνεύματος είναι ο πιό αγνός λογισμός, που μπορεί να έχει ο άνθρωπος! Είναι η συναίσθηση της πτωχείας μας μπρος στο μεγαλείο του Θεού.
Η συναίσθηση της ρυπαρότητας μπροστά στην καθαρότητα του Πλάστου. Η συναίσθηση της μικρότητάς μας μπροστά στην απέραντη δύναμη του Κυρίου.
Ο βασιλιάς Δαυίδ μιλώντας για τον εαυτό του λέει: "Εγώ είμαι σκώληξ κι όχι άνθρωπος".

Ήταν διανοητικά καθυστερημένος ο βασιλιάς Δαυίδ; Κάθε άλλο!
Ήταν ένας από τους πιό μεγαλοφυείς ανθρώπους!

Και ο γιός του, ο σοφός Σολομών, λέγει: "Σε σένα έχω ελπίδα, Θεέ μου! Χωρίς Εσένα ούτε η καρδιά μου αντέχει, ούτε το λογικό μου με σώζει"!
Αυτό σημαίνει πτωχεία του πνεύματος. Να μην έχεις εμπιστοσύνη στο θέλημά σου, αλλά στο νόμο και στο θέλημα του Θεού.

Μακάριος εκείνος που θα εξομολογηθεί με ειλικρίνεια και θα πει: η δύναμή μου είναι μηδαμινή. Το μυαλό μου είναι αδύνατο.
Η θέλησή μου ασταθής. Κύριε, βοήθησέ με!

Πτωχεία του πνεύματος σημαίνει, να λες αυτό που έλεγαν οι επιστήμονες, όπως ο Νεύτων: "Αυτά που αγνοώ, είναι πολύ περισσότερα από εκείνα που ξέρω!"
Πτωχεία του πνεύματος είναι να είσαι πλούσιος σαν τον Ιώβ και να λες: "Γυμνός ήλθα στον κόσμο και γυμνός θα φύγω".

Μικρόμυαλο κι ανόητο να θεωρείς όχι εκείνον, που λέγει ότι οι γνώσεις του είναι περιορισμένες, αλλά εκείνον που κομπάζει για τις γνώσεις του!
Από αυτή τη μεγάλη ανοησία, από την ανοησία να κομπορρημονούμε, θέλει να μας γλυτώσει ο Χριστός. Γι'αυτό μας εδίδαξε ότι: "Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι".

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Άγιος Σαμψών ο Ξενοδόχος

Ο Άγιος Σαμψών, γεννήθηκε στη Ρώμη από πλουσίους αλλά ευσεβείς και ενάρετους γονείς. Ευφυής ως ήτο, σπούδασε φιλολογία, φιλοσοφία και ιατρική. Επιθυμώντας από τη μικρή του ηλικία να ζήσει κατά το χριστιανικό πρότυπο ζωής, μεταχειρίσθηκε την ιατρική όχι ως επικερδές επάγγελμα αλλά για καθαρά φιλανθρωπικούς και ευεργετικούς σκοπούς. Προσέτρεχε χωρίς διακρίσεις σε οποιονδήποτε είχε την ανάγκη του βοηθώντας τον, παρηγορώντας τον και στηρίζοντάς τον στην πίστη. Όταν εκοιμήθησαν οι γονείς του, μοίρασε την μεγάλη περιουσία την οποία κληρονόμησε και πήγε στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί επισκέφθηκε όλα τα μοναστήρια. Εκεί έβρισκε ουσιαστικά καταφύγιο για να ηρεμεί και να μελετά τις Θείες Γραφές. Η φήμη του, η οποία γρήγορα εξαπλώθηκε προσέλκυσε την εύνοια και αυτού του μεγάλου αυτοκράτορα Ιουστινιανού. Συγχρόνως η μεγάλη θεολογική του κατάρτιση και οι άλλες του αρετές, κίνησαν το ενδιαφέρον του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Μηνά, ο οποίος τον χειροτόνησε πρεσβύτερο. Κάποτε ο Ιουστινιανός προσβλήθηκε από βαρεία ασθένεια και ζήτησε τη βοήθεια του Αγίου. Ο Όσιος προσευχήθηκε θερμά και κατόρθωσε να σώσει τη ζωή του αυτοκράτορα. Εκείνος θέλοντας να τον ευχαριστήσει και να εκφράσει την ευγνωμοσύνη του στον Άγιο, έκτισε ένα νοσοκομείο το οποίο γρήγορα αναδείχθηκε σε μεγάλο φιλανθρωπικό ίδρυμα όπου κατέφευγαν οι άποροι και οι αδύναμοι για να θεραπευθούν και να εύρουν παρηγοριά και στήριγμα. Έχοντας επιτελέσει ένα τεράστιο και θεάρεστο έργο, κοιμήθηκε ειρηνικά σε βαθιά γεράματα.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὁ φέρων τὴν μίμησιν, τῶν τοῦ Θεοῦ οἰκτιρμῶν, ἐνθέου χρηστότητας, ἀναβλυστάνεις κρουνούς, Σαμψῶν Ἱερώτατε, σὺ γὰρ θεομιμήτω, ἑλλαμφθεῖς συμπάθεια, ὤφθης τῶν τεθλιμμένων, καὶ πασχόντων ἀκέστωρ, παρέχων ἐνὶ ἐκάστω, ρώσιν καὶ ἔλεος.

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Ὡς ἀπαρχὰς τῆς φύσεως.
Ὡς ἰατρὸν πανάριστον, καὶ πρεσβευτὴν εὐπρόσδεκτον, οἱ τῇ σορῷ σου τῇ θείᾳ προστρέχοντες, Σαμψὼν θεόφρον Ὅσιε, συνελθόντες σε ὕμνοις, καὶ ψαλμοῖς ἀνυμνοῦμεν, Χριστὸν δοξάζοντες, τὸν τοιαύτην σοι χάριν παρέχοντα τῶν ἰάσεων.


Πέμπτη 26 Ιουνίου 2014

Περί θλίψεων, πόνων και κόπων… (Γέρων Εφραίμ Φιλοθεΐτης)

Η θλίψις είναι όργανον, εργαλείον, το οποίον κρατεί ο Θεός εις το χέρι Του, και Αυτός μόνος το εργάζεται, καθώς Του υπαγορεύει η άπειρος σοφία Του. Εις τον κάθε άνθρωπον διαφοροτρόπως το εργάζεται, αναλόγως της ανάγκης που έχει έκαστος.

Η θλίψις με την ποικιλομορφία της εξαγνίζει και αγιάζει τον άνθρωπον εκείνον, που με σοφίαν και γνώσιν την δέχεται. Δηλαδή κάθε θλίψις του χριστιανού είναι θεία επίσκεψις έχουσαν σκοπόν την σωτηρίαν αυτού και την αποστέλλει η γλυκυτάτη δεξιά του ουρανίου μας Πατρός, αν και απαρέσκεται η φύσις μας εις την τοιαύτην, καθώς και τα πικρά φάρμακα απαρέσκουν εις τον ασθενούντα…

Εάν η θλίψις δεν έχει καμμίαν σχέσιν με ημάς, πάντως θα είχαμε την μοίραν του εωσφόρου, διότι και εκείνος ευρισκόμενος εις το ύψος της δόξης και της αναπαύσεως, ελησμόνησε την μεγαλειότητα του Θεού και την εαυτού σμικρότητα και αδυναμίαν, «στήσω τον θρόνον μου επί των νεφελών και έσομαι όμοιος τω Υψίστω».

Και ταύτα διανοηθέντα, κάτω τον έρρψεν ο Θεός, και ο πρώτος ανατέλλων φωτεινότατος άγγελος, γέγονε δαίμων, Σατανάς, διάβολος, το βρωμερώτερον εκ των δημιουργημάτων του Θεού, ουχί τη φύσει, διότι ο Θεός όλα λιαν καλά τα εποίησεν, αλλά τη προαιρέσει πονηρός και αντάρτης!

Ο διάβολος διασπείρει μέσα εις τας οικογενείας την μεμψιμοιρίαν, την απαρέσκειαν, την ζήλειαν, την ισχυρογνωμοσύνην, κ.λ.π. και ούτω υπάρχει εις πολλάς οικογενείας ένα πρόσωπον, που θα διαταράσση την ειρήνην, την γαλήνην και την χαράν της οικογενείας. Αυτή η κακή σπορά δεν έλειψε και μέσα εις την του Κυρίου ιεράν οικογένειαν, όπου είχε δημιουργήσει επί της γης δια την μέλλουσαν σωτηρίαν, δηλαδή εν μέσω των ιερών μαθητών Του, ο Ιούδας ο Ισκαριώτης, σπόρος θεοκτόνος! Ο διάβολος σπείρει τον σπόρον εν μέσω του σίτου, και εις τας συνοδείας των μοναχών το τοιούτον υπάρχει, όχι ότι το πρόσωπον αυτό είναι κακόν, αλλά έχοντας τας αδυναμίας αυτάς, μεμψιμοιρίαν, ζήλειαν κ.λ.π., γίνεται ένα όργανον, δια να διαταράσση την ειρήνην και ησυχίαν των άλλων.

Όλα αυτά μαρτυρούν ότι είμεθα εξόριστοι της αληθινής πατρίδος μας, ευρισκόμενοι εις τα σωφρονιστήρια, ένθα εξασκείται η παιδεία Κυρίου, και όσοι ευρεθούν δια της παιδείας ευδόκιμοι, εισάγονται πάλιν εις την ουράνιον κληρονομίαν λαμβάνοντες και πάλιν την χαθείσαν υιοθεσίαν των, άξιοι να κληρονομήσουν τον Θεόν.

Όσοι μείνουν απαίδευτοι, ως εγώ, και δεν αναγνωρίζουν την παιδείαν, αλλά δια των έργων των αναδειχθούν νόθοι, αποδιώκονται ως ανάξιοι της υιοθεσίας, εις ην απέβλεπεν η παιδεία Κυρίου και καταδικάζονται. Ο αγαθός Θεός και Πατήρ ημών να μας αξιώση μετά των ευδοκίμων, των λαβόντων την υιοθεσίαν, εις αιώνας αιώνων. Αμήν.

Βοήθεια, Ιερείς του Υψίστου… Βοήθεια!…‏

Προ ετών, ένας νεαρός Ιερεύς μού διηγήθηκε τα εξής τρομερά:

«Η μητέρα μου, που δεν ήθελε ο γιος της να γίνει παπάς, στον τρίτο χρόνο από τη χειροτονία μου πέθανε. Στον θάνατό της, ως ιερεύς εγώ ο γιος της, δεν είχα δώσει μεγάλη σημασία. Έκανα όσα είναι απαραίτητα και τίποτα περισσότερο απ’ αυτό.

Ένα απογευματάκι, προς το σούρουπο, περνούσα έξω από το Κοιμητήριο. Σκέφθηκα λοιπόν: “Δεν πάω να της ανάψω το καντηλάκι;”
Πράγματι το άναψα και κάθισα σε μια πέτρα. Δεν είχα μαζί μου όμως πετραχήλι κι έτσι δεν της διάβασα Τρισάγιο.

Σαν να ζαλίστηκα όμως λίγο και ξαφνικά νόμισα ότι άρχισαν να ανοίγουν οι τάφοι, να σηκώνονται τα νεκρά σώματα των ανθρώπων και να φωνάζουν!…

- Βοήθεια! Βοήθεια, Ιερείς του Υψίστου, βοήθεια…, Ορθόδοξοι χριστιανοί, βοήθεια!… Λειτουργίες, προσευχές, Μνημόσυνα, Τρισάγια… Βοήθειααα, χριστιανοί!!!

Σε λίγο τρομαγμένος βλέπω και την μάνα μου:

- Βοήθεια, γυιέ μου, μου είπε, βοήθεια! Βοήθεια, τώρα που είσαι παπάς, βοήθεια για όλους, βοήθεια, βοήθεια!!!… και έπεσε επάνω μου σπαράζοντας από κραυγές απελπισίας ζητώντας βοήθεια για την ψυχή της.

Τότε συνήλθα τρομαγμένος… Είχε πλέον βραδιάσει… Έφυγα τρέχοντας… σχίσθηκαν και τα ράσα μου… και από την τρομάρα μου όλη τη νύχτα δεν κοιμήθηκα.

Την άλλη ήμερα το πρωί είπα στην πρεσβυτέρα μου: «Κοίταξε να δεις. Για τρία χρόνια θα λειτουργώ κάθε μέρα, ακόμα και τις Σαρακοστές, για τη μάνα μου, για όλους τους πεθαμένους, για όσους είναι γραμμένοι εκεί, στο Κοιμητήριο, και για όσα ονόματα κεκοιμημένων θα μου δίνουν από δω και πέρα».

Έκανα χίλιες εκατό Λειτουργίες συνεχώς, χωρίς διακοπή! Χίλια εκατό Μνημόσυνα με κόλλυβα, με Τρισάγια, με ό,τι έπρεπε κάθε μέρα!

Πολλές φορές τις νύχτες έβλεπα τις ψυχές να μου λένε «ευχαριστώ», άλλες γιατί ξεδίψασαν, άλλες γιατί δροσίστηκαν, άλλες γιατί χόρτασαν, άλλες γιατί ζεστάθηκαν μέσα στις παγωνιές!
«Ευχαριστώ, ζεστάθηκα, παπά μου», μου έλεγαν, «κρύωνα, ζεστάθηκα, σ’ ευχαριστώ». Άλλες με ευχαριστούσαν, γιατί είδαν λίγο φως και άλλες κρατούσαν ψωμάκια στα χέρια…»

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Όσιος Δαβίδ από τη Θεσσαλονίκη

Ο Όσιος Δαβίδ καταγόταν από τη βόρεια Μεσοποταμία, που ήταν μεγάλο μοναστικό κέντρο, και γεννήθηκε περί το 450 μ.Χ. Για λόγους που δεν αναφέρονται ήλθε στη Θεσσαλονίκη μαζί με το μοναχό Αδολά. Κατά το βιογράφο τους ο Όσιος εισήλθε αρχικά στη μονή των Αγίων Μαρτύρων Θεοδώρου και Μερκουρίου, επιλεγομένη Κουκουλλιατών, της οποίας η τοποθεσία προσδιορίζεται «ἐν τῷ ἀρκτικῷ μέρει τῆς πόλεως πλησίον τοῦ τείχους ἐν ᾧ ἐστι τὸ παραπόρτιον τῶν Ἀπροΐτων». Το προσωνύμιο «Κουκουλλιατῶν» ή «Κουκουλλατῶν» δηλώνει τους μοναχούς που έφεραν κουκούλιο, ίσως κατά ιδιάζοντα τρόπο, αν κρίνει κανείς από τις σωζόμενες απεικονίσεις του Οσίου, δηλαδή ριγμένο στους ώμους. Η θέση της μονής πρέπει να αναζητηθεί βορειοανατολικά της Ακροπόλεως, εκεί όπου αναγνωρίζεται το τοπωνύμιο «Κῆπος τοῦ Προβατᾶ».

Τα παραδείγματα των αγίων ανδρών της Παλαιάς Διαθήκης, ιδιαιτέρως του Προφήτου και βασιλέως Δαβίδ, ο οποίος «τριετῆ χρόνον ᾐτήσατο, ἵνα δοθῇ αὐτῷ χρηστότης καὶ παιδεία καὶ σύνεσις», ώθησαν τον Όσιο Δαβίδ να αποφασίσει να καθίσει σε δένδρο αμυγδαλέας μέχρι ο Κύριος να του αποκαλύψει το θέλημά Του και να του χαρίσει σύνεση και ταπείνωση. Στο τέλος της τριετίας εμφανίσθηκε στον Όσιο Άγγελος Κυρίου, ο οποίος τον διαβεβαίωσε ότι εισακούσθηκε η παράκλησή του και η δοκιμασία του ως δενδρίτου ασκητού έληξε. Ο Άγγελος του είπε να κατέλθει από το δένδρο και να συνεχίσει τον ασκητικό του βίο σε κελί αινών και ευλογών τον Θεό. Ο Όσιος κοινοποίησε την οπτασία αυτή στους μαθητές του, ζητώντας τη βοήθειά τους για την κατασκευή του κελιού. Η είδηση γρήγορα έφθασε στον Αρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης Δωρόθεο και σε όλη την πόλη.

Όταν ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός με τη Νεαρά 11, του 535 μ.Χ., απέσπασε από την εκκλησιαστική δικαιοδοσία του Αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης τις βόρειες περιοχές του Ιλλυρικού και ανύψωσε την ιδιαίτερή του πατρίδα σε Αρχιεπισκοπή, υπό τον τίτλο της Νέας Ιουστινιανής, Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης ήταν ο Αριστείδης, ο οποίος αν και αποδέχθηκε τη μεταβολή, προσπάθησε όμως να περισώσει την πολιτική σημασία της πόλεως, με την επαναφορά της έδρας του υπάρχου του Ιλλυρικού από την Πρώτη Ιουστινιανή στη Θεσσαλονίκη. Ενώ η διάσπαση της εκκλησιαστικής διοικήσεως δεν μείωνε την αξία της Θεσσαλονίκης, η μετάθεση της έδρας της υπαρχίας συνιστούσε σοβαρό υποβιβασμό της πόλεως. Το αίτημα λοιπόν των Θεσσαλονικέων, καθώς και η επιθυμία του υπάρχου Δομνίκου, ήταν η επαναφορά της έδρας στη Θεσσαλονίκη, ιδέα που ενστερνίσθηκε με ενθουσιασμό ο Αρχιεπίσκοπος Αριστείδης. Στο σημείο αυτό ζητήθηκε η βοήθεια του Οσίου Δαβίδ για τη μεταφορά του αιτήματος στον Ιουστινιανό, διότι ο Αρχιεπίσκοπος, όπως ο Βίος εξηγεί, δεν μπορούσε «καταλιπεῖν τὴν πόλιν ἀδιοίκητον» και να μεταβεί στην Κωνσταντινούπολη. Εκτός των άλλων όμως, η προτίμηση του Οσίου Δαβίδ δείχνει τη βαρύτητα, αλλά και τις δυσχέρειες που προβλεπόταν ότι θα συναντούσε ένα παρόμοιο αίτημα στον Ιουστινιανό, ο οποίος προσφάτως είχε τιμήσει την ιδιαίτερή του πατρίδα, Πρώτη Ιουστινιανή, με τις έδρες της νέας Αρχιεπισκοπής και της υπαρχίας. Μετά από τόσα χρόνια εγκλεισμού ο Όσιος εμφανίσθηκε για πρώτη φορά στο φως του ήλιου. Η μορφή του είχε αλλάξει. Τα μαλλιά του είχαν μακρύνει μέχρι την οσφύ αυτού και τα γένια του μέχρι τους πόδες του, το δε άγιο πρόσωπό του έλαμπε σαν τις ακτίνες του ήλιου. Συνοδευόμενος από δύο μαθητές του, τον Θεόδωρο και τον Δημήτριο, απέπλευσε προς τη Βασιλεύουσα. Η φήμη όμως του Οσίου είχε προτρέξει. Έτσι, όταν έφθασε εκεί, όλη η Πόλη τον υποδέχθηκε. Η υποδοχή του από τη Θεοδώρα, σύζυγο του Ιουστινιανού, καθώς και οι τιμές και ο σεβασμός της προς το πρόσωπο του Οσίου, προκάλεσαν τον θαυμασμό όλων των παρισταμένων. Η Θεοδώρα κινήθηκε δραστήρια• έτσι, όταν επέστρεψε ο Ιουστινιανός, ο οποίος απουσίαζε σε επίσημες υποχρεώσεις, φρόντισε να προκαταλάβει τη γνώμη του θετικά υπέρ του Οσίου Δαβίδ, με αποτέλεσμα ο αυτοκράτορας να προσκαλέσει τον Όσιο ενώπιον της συγκλήτου. Ο Όσιος παρουσιάσθηκε στη σύγκλητο κατά τρόπο θεαματικό κρατώντας στα χέρια του φωτιά με θυμίαμα που δεν κατέκαιγε τη σάρκα του. Το παράστημα του Οσίου καθώς και το προφανές θαύμα επέβαλε σε όλους κλίμα δέους και κατανύξεως, ώστε ο βασιλέας πρόθυμα ικανοποίησε το αίτημά του με σπουδή.

Κομίζοντας τα αγαθά νέα ο Όσιος απέπλευσε για τη Θεσσαλονίκη, την οποία όμως έμελλε μόνο από μακριά να ξαναδεί, διότι μόλις το πλοίο παρέκαμψε το ακρωτήριο εκείνος παρέδωσε το πνεύμα του στο Θεό. Το γεγονός συνέβη μεταξύ των ετών 535 – 541 μ.Χ.

Η είδηση της αφίξεως του ιερού λειψάνου του Οσίου κάτω από τις συνθήκες αυτές συγκλόνισε ολόκληρη την πόλη της Θεσσαλονίκης. Το σκήνωμα του Οσίου Δαβίδ αρχικά κατατέθηκε στον τόπο, όπου είχαν αποτεθεί παλαιότερα τα ιερά λείψανα των Μαρτύρων Θεοδούλου και Αγαθόποδος, στα δυτικά του λιμανιού. Ο Αρχιεπίσκοπος Αριστείδης με πολλή θλίψη όρισε πάνδημη κηδεία. Το λείψανο του Οσίου ενταφιάσθηκε στη μονή του, των Απροΐτων, σύμφωνα με την επιθυμία του.

Εκατόν πενήντα χρόνια μετά την κοίμηση του Οσίου, περί το 685 – 690 μ.Χ., έγινε μία προσπάθεια για τη διάνοιξη του τάφου, όταν ο ηγούμενος της μονής των Απροΐτων Δημήτριος «ἠθέλησεν ἀπὸ πολλὴν πίστιν λαβεῖν τι μέρος ἐκ τοῦ ἁγίου αὐτοῦ λειψάνου». Μόλις όμως ξεκίνησε η εργασία αυτή, η πλάκα που κάλυπτε τον τάφο έσπασε και αυτό θεωρήθηκε ως φανέρωση του θελήματος του Οσίου να μη θιγεί. Το ιερό λείψανο παρέμεινε στην αρχική του θέση μέχρι την εποχή των σταυροφοριών. Κατά την περίοδο της λατινικής κυριαρχίας του μομφερρατικού οίκου στη Θεσσαλονίκη (1204 – 1222 μ.Χ.), το ιερό λείψανο μεταφέρθηκε στην Ιταλία και το 1236 μ.Χ. απαντάται στην Παβία, απ’ όπου μεταφέρθηκε στο Μιλάνο, το 1967 μ.Χ.

Τελικά, το σεπτό λείψανο του Οσίου Δαβίδ μεταφέρθηκε στη Θεσσαλονίκη και κατατέθηκε στη βασιλική του Αγίου Δημητρίου στις 16 Σεπτεμβρίου 1978 μ.Χ.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς φοῖνιξ ἐξήνθησας, τῶν ἀρετῶν τοὺς καρπούς, ἀσκήσας ὡς ἄσαρκος, ἀμυγδαλῆς ἐν φυτῷ, Δαβὶδ Πάτερ Ὅσιε. Ὅθεν Θεσσαλονίκη, τοὶς ὀσίοις σου πόνοις, χάριν παρὰ Κυρίου, δαψιλῆ καρπουμένη, γεραίρει ὡς μεσίτην σέ, θερμὸν πρὸς τὸν Κύριον.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’.
Ἐν σοὶ Πάτερ ἀκριβῶς διεσώθη τὸ κατ᾽ εἰκόνα· λαβὼν γὰρ τὸν σταυρόν, ἠκολούθησας τῷ Χριστῷ, καὶ πράττων ἐδίδασκες, ὑπερορᾷν μὲν σαρκός, παρέρχεται γάρ· ἐπιμελεῖσθαι δὲ ψυχῆς, πράγματος ἀθανάτoυ· διὸ καὶ μετὰ Ἀγγέλων συναγάλλεται, Ὅσιε Δαυῒδ τὸ πνεῦμά σου.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τῇ ἀγάπῃ τοῦ Λόγου Πάτερ πτερούμενος, ἐπὶ τοῦ δένδρου διῆλθες ἀγγελικὴν βιοτήν, καὶ ἐξήνεγκας ἡμῖν καρποὺς τῆς χάριτος· ἐξ ὧν τρυφῶντες νοητῶς, ἐκβοῶμέν σοι πιστῶς, Δαβὶδ Ὁσίων ἀκρότης· μὴ διαλίπῃς πρεσβεύων, ἐλεηθῆναι τὰς ψηχὰς ἡμῶν.

Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τοὺς ἀσφαλεῖς.
Ὡς μιμητήν, τῶν οὐρανίων τάξεων, καὶ ἀγαθῶν, τῶν ἐπιγείων πάροικον, ἀπαξίως μακαρίζομεν, σὲ ὦ Δαβὶδ θεομακάριστε· τὸν βίον γὰρ ὡς ἄγγελος ἐτέλεσας, καὶ θείων δωρημάτων κατετρύφησας, ἐξ ὧν καὶ ἡμῖν μετάδος Ὅσιε.

Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ'. Τὴν σοφίαν καὶ Λόγον.
Ἐγκρατείᾳ τὰ πάθη τὰ τῆς σαρκός, τῇ ψυχῇ ὑποτάξας Πάτερ σοφέ, ὡράθης μακάριε, μετὰ σώματος Ἄγγελος, καλιὰν δὲ πήξας, ὡς ὄρνις εὐκέλαδος, ἐν φυτῷ εἰς ὕψος, τὸν νοῦν ἀνεπτέρωσας· ὅθεν τῶν θαυμάτων, ἐνεργείας πλουτήσας, μετῆλθες πρὸς Κύριον, ὃν ἐκ βρέφους ἐπόθησας· διὰ τοῦτο βοῶμέν σοι· Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ τὴν ἁγίαν μνήμην σου.

Μεγαλυνάριον
Ἤνεγκας ὡς κλῆμα ἐν τῇ Ἐδέμ, ἑστὼς ὑπὲρ φύσιν, ἐπὶ δένδρου πάτερ Δαβίδ, βότρυας ἡδίστους, ἠθῶν δικαιοσύνης, δι΄ὧν ἀεὶ εὐφραίνεις τοὺς σὲ γεραίροντας.



Τετάρτη 25 Ιουνίου 2014

Περί υπερηφανείας

Αγίου Ιωάννου του Σιναΐτου

Λόγος Εικοστός Δεύτερος
Περί υπερηφανείας
(Διά την «ακέφαλον» υπερηφάνειαν)

1. Η υπερηφάνεια είναι άρνησις του Θεού, εφεύρεσις των δαιμόνων, εξουδένωσις των ανθρώπων, μητέρα της κατακρίσεως, απόγονος των επαίνων, απόδειξις ακαρπίας, φυγαδευτήριο της βοηθείας του Θεού, πρόδρομος της παραφροσύνης, πρόξενος πτώσεων, αιτία της επιληψίας, πηγή του θυμού, θύρα της υποκρίσεως, στήριγμα των δαιμόνων, φύλαξ των αμαρτημάτων, δημιουργός της ασπλαχνίας, άγνοια της συμπαθείας, πικρός κριτής, απάνθρωπος δικαστής, αντίπαλος του Θεού, ρίζα της βλασφημίας.

2. Αρχή της υπερηφανείας είναι το τέλος της κενοδοξίας. Μέσον, η εξουδένωσις του πλησίον, η αναιδής φανέρωσις των κόπων μας, ο εσωτερικός αυτοέπαινος, το μίσος των ελέγχων. Και τέλος, η άρνησις της βοηθείας του Θεού, η εξύψωσις της ιδικής μας ικανότητος, η δαιμονική συμπεριφορά.

3. Ας το ακούσωμε όλοι όσοι θέλομε να διαφύγωμε αυτόν τον βαθύ λάκκο. Πολλές φορές το πάθος αυτό αγαπά να τρέφεται από τις ευχαριστίες πού εκφράζομε στον Θεόν. Διότι δεν παρουσιάζεται τόσο αναιδής, ώστε από την αρχή να μας προτρέπη να αρνηθούμε τον Θεόν.

4. Είδα άνθρωπο να ευχαριστή τον Θεόν με το στόμα και να κομπάζη με το εσωτερικό φρόνημα. Περί αυτού είναι αψευδής μάρτυς εκείνος ο Φαρισαίος πού έλεγε στον Θεόν με απρεπή καύχησι: «Ο Θεός, ευχαριστώ σοι»! (Λουκ. ιη΄ 11).

5. Όπου συνέβη πτώσις, εκεί κατασκήνωσε προηγουμένως η υπερηφάνεια. Διότι το δεύτερο είναι το προμήνυμα του πρώτου.

6. Άκουσα κάποιον αξιοσέβαστο άνδρα να λέγη: «Υπόθεσε ότι είναι δώδεκα τα πάθη της ατιμίας. Εάν ένα από αυτά, την οίησι, την αγαπήσης ολόψυχα, αυτή θα αναπληρώση τον τόπο και των υπολοίπων ένδεκα».

7. Ο υψηλόφρων μοναχός αντιλέγει με σφοδρότητα, ενώ ο ταπεινόφρων δεν γνωρίζει ούτε να βλέπη τον άλλον αντιπρόσωπα. Δεν σκύβει το κυπαρίσσι να βαδίση στην γη, ούτε ο υψηλοκάριος μοναχός να αποκτήση υπακοή.

8. Ο υψηλοκάρδιος άνθρωπος επιθυμεί να άρχη. Και δεν μπορεί ή μάλλον δεν θέλει να οδηγηθή στην τελική απώλεια με κάποιον άλλον τυχόντα τρόπο.

9. «Υπερηφάνοις Κύριος αντιτάσσεται» (Α΄ Πέτρ. ε΄ 5), και ποιος μπορεί έπειτα να τους ελεήση; «Ακάθαρτος παρά Κυρίω πάς υψηλοκάρδιος» (Παροιμ. ιστ΄ 5), και ποιος θα κατορθώση έπειτα να καθαρίση έναν τέτοιο άνθρωπο;

10. Παίδευσις των υπερηφάνων είναι η πτώσις. Σκόλοψ αυτών είναι ο δαίμων. Εγκατάλειψίς τους εκ μέρους του Θεού είναι η απώλεια των φρενών. Και τα δύο πρώτα πολλές φορές εθεραπεύθηκαν από ανθρώπους, αλλά το τελευταίο ανθρωπίνως είναι ανίατο.

11. Όποιος αποκρούει τους ελέγχους, εφανέρωσε ότι το έχει τούτο το πάθος, ενώ όποιος τους δέχεται, έχει ελευθερωθή από τα δεσμά του.

12. Αν όχι εξ αιτίας άλλου πάθους, αλλά απ΄ αυτό και μόνο έπεσε κάποιος από τους ουρανούς, πρέπει να εξετάσωμε μήπως και χωρίς καμμία άλλη αρετή, αλλά με την ταπείνωσι μόνο μπορούμε να ανεβούμε στους ουρανούς.

13. Η υπερηφάνεια είναι απώλεια του πλούτου και των ιδρώτων των πνευματικών. «Εκέκραξαν, και ούκ ήν ο σώζων», επειδή ασφαλώς θα έκραξαν με υπερηφάνεια∙ «Προς Κύριον, και ούκ εισήκουσεν αυτών» (Ψαλμ. ιζ΄ 42), επειδή ασφαλώς δεν απέκοπταν τις αιτίες των αμαρτιών κατά των οποίων προσεύχονταν.

14. Ένας πολύ γνωστικός γέρων εσυμβούλευσε πνευματικά κάποιον υπερήφανο αδελφό. Και αυτός τυφλωμένος του λέγει: «Συγχώρησέ με, πάτερ. Δεν είμαι υπερήφανος». Και ο πάνσοφος γέρων του αποκρίνεται: «Και ποια καλύτερη απόδειξι θα μας έδινες του πάθους σου, από αυτό που είπες, το «δεν είμαι υπερήφανος»; Σε τέτοιους υπερηφάνους ανθρώπους προξενεί μεγάλη ωφέλεια η υποταγή, η σκληρότερη και ατιμωτικότερη διαγωγή, καθώς και η ανάγνωσις των υπερφυσικών κατορθωμάτων των Πατέρων. Ίσως έτσι να υπάρξη σ΄ αυτούς τους ασθενείς κάποια μικρή ελπίδα σωτηρίας.

15. Είναι εντροπή να καμαρώνη κάποιος για τον ξένο στολισμό. Ομοίως είναι εσχάτη ανοησία να υπερηφανεύεται κανείς για τα χαρίσματα του Θεού. Όσα κατορθώματα επέτυχες πρίν γεννηθής, γι΄αυτά μόνο να υπερηφανεύεσαι, διότι τα μετά την γέννησί σου τα εχάρισε ο Θεός, καθώς επίσης και αυτή την γέννησι.

16. Όσες αρετές κατώρθωσες χωρίς τον νου και την λογική, αυτές και μόνο είναι ιδικές σου, εφ΄ όσον τον νου και την λογική σου τα εδώρησε ο Θεός. Όσες νίκες επέτυχες χωρίς το σώμα σου, αυτές και μόνο οφείλονται στην ιδική σου προσπάθεια, εφ΄ όσον το σώμα δεν είναι ιδικό σου δημιούργημα, αλλά του Θεού.

17. Μη ξεθαρρεύσης, παρά μόνον όταν δεχθής την τελική απόφασι του Κριτού. Και να παρατηρής εκείνο της ευαγγελικής παραβολής, ο οποίος μετά την ανάκλισί του στο τραπέζι του γάμου εδέθηκε χειροπόδαρα και ωδηγήθηκε στο σκότος το εξώτερον.

18. Μη ανυψώνης τον αυχένα σου, ενώ είσαι πλασμένος από γη. Διότι πολλοί ερρίφθηκαν από τους ουρανούς, αν και ήσαν άγιοι και άϋλοι.

19. Όταν ο δαίμων καταλάβη έδαφος στην ψυχή των οπαδών του, τότε τους παρουσιάζεται, όταν κοιμώνται ή όταν είναι ξύπνιοι, υπό την μορφήν αγίου Αγγέλου ή Μάρτυρος και τους δίδει πνευματικά χαρίσματα ή τους αποκαλύπτει διάφορα μυστήρια∙ με τον σκοπό να εξαπατηθούν οι ταλαίπωροι και να χάσουν τελείως τα λογικά τους.

20. Και αν ακόμη είχαμε υποστή μυρίους θανάτους για την αγάπη του Χριστού, ούτε έτσι θα εξεπληρώναμε το χρέος μας. Διότι άλλο είναι το αίμα του Θεού και άλλο το αίμα των δούλων, όχι βέβαια ως προς την ουσία, αλλά ως προς την αξία.

21. Ας μη παύσωμε ποτέ να συζητούμε για τους πρό ημών Πατέρας και φωστήρας, συγκρίνοντας τους εαυτούς μας μαζί τους. Τότε θα διαπιστώσωμε ότι δεν επατήσαμε κάν το πόδι μας στον δρόμο της πραγματικής μοναχικής ζωής, και ότι δεν εφυλάξαμε οσίως τις υποσχέσεις μας, αλλ΄ ότι ευρισκόμαστε ακόμη στην κατάστασι των κοσμικών.

22. Μοναχός κατ΄ εξοχήν σημαίνει οφθαλμός της ψυχής αμετεώριστος και σωματικές αισθήσεις ακινητοποιημένες. Μοναχός είναι εκείνος πού προκαλεί εναντίον του τους δαίμονας σαν άγρια θηρία, και πού αναγκάζοντάς τους να απομακρύνωνται από κοντά του, τους παροξύνει. Μοναχός σημαίνει αδιάκοπη έκστασις του νου και ακατάπαυστη λύπη για την παρούσα ζωή. Μοναχός σημαίνει άνθρωπος πού έγινε ένα με τις αρετές, όπως ένας άλλος έγινε ένα με τις ηδονές. Μοναχός σημαίνει άσβεστο φως στον οφθαλμό της καρδίας. Μοναχός σημαίνει άβυσσος ταπεινώσεως πού εγκρέμισε και έπνιξε μέσα της κάθε πονηρό πνεύμα.

23. Την λήθη των αμαρτημάτων την προκαλεί η υπερηφάνεια, διότι η ενθύμησίς των προξενεί ταπεινοφροσύνη.

24. Υπερηφάνεια σημαίνει, εσχάτη πτωχεία μιας ψυχής πού παρουσιάζεται κατά φαντασίαν ως πλουσία, και πού νομίζει ότι ζή στο φως, ενώ ευρίσκεται μέσα στο σκοτάδι. Όχι μόνο δεν αφίνει τούτη η μιαρά να προοδεύη κάποιος, αλλά και από υψηλά τον ρίχνει κάτω.

25. Υπερήφανος σημαίνει ρόδι σαπισμένο εσωτερικώς, πού εξωτερικώς γυαλίζει το χρώμα του. Ο υπερήφανος μοναχός δεν χρειάζεται δαίμονα, διότι γίνεται πλέον ο ίδιος δαίμων και εχθρός του εαυτού του.

26. Ξένο είναι το σκοτάδι από το φως. Ομοίως ξένος είναι ο υπερήφανος από κάθε αρετή. Στις καρδιές των υπερηφάνων θα γεννηθούν λογισμοί βλασφημίας, ενώ στις ψυχές των ταπεινών ουράνιες θεωρίες. Ο κλέπτης απεχθάνεται το φως του ηλίου και ο υπερήφανος εξουδενώνει τους πράους ανθρώπους.

27. Πολλοί υπερήφανοι, δεν γνωρίζω πώς, αυταπατήθηκαν κι ενόμισαν ότι έφθασαν στο ύψος της απαθείας. Αλλά την ώρα του θανάτου είδαν την πτωχεία τους. Όποιος συνελήφθη από αυτήν, δηλαδή την υπερηφάνεια, μόνο στην βοήθεια του Κυρίου μπορεί να ελπίζη, διότι γι΄αυτόν είναι μάταιο να περιμένη σωτηρία από ανθρώπους.

28. Συνέλαβα κάποτε τούτη την ακέφαλο πλάνη να πλησιάζη προς την καρδιά μου, ανεβασμένη επάνω στους ώμους της μητέρας της.
Τις έδεσα και τις δύο με τα δεσμά της υπακοής, τις εμαστίγωσα με το μαστίγιο της ευτελείας και έτσι τις ανέκρινα με ποιόν τρόπο εισέρχονται μέσα μου. Και αυτές, καθώς εμαστιγώνονταν, μου έλεγαν:
«Εμείς δεν έχομε ούτε αρχή ούτε γέννησι, διότι είμαστε αρχηγοί και γεννήτορες όλων των παθών. Εμάς μας πολεμεί υπερβολικά η συντριβή της καρδίας πού γεννάται από την υποταγή. Εμείς δεν ανεχόμεθα κανένα να μας εξουσιάζη. Γι΄αυτό και όταν ελάβαμε εξουσία στους ουρανούς, απεστατήσαμε από εκεί».
«Εμείς με ένα λόγο γεννούμε όλα τα πάθη πού αντιστρατεύονται στην ταπεινοφροσύνη, διότι όλα όσα την ευνοούν είναι αντιμέτωπά μας. Αλλά αφού και στον ουρανό εσημειώσαμε νίκη, πώς μπορείς εσύ να μας ξεφύγης»;
«Εμείς συνηθίζουμε πολλές φορές να εμφανιζώμεθα μετά από ατιμίες, από την υπακοή, από την αοργησία, από την αμνησικακία, από την πρόθυμη διακονία».
«Τέκνα ιδικά μας είναι οι πτώσεις των πνευματικών ανθρώπων, η οργή, η καταλαλιά, η πικρία, ο θυμός, η κραυγή, η βλασφημία, η υποκρισία, το μίσος, ο φθόνος, η αντιλογία, η ιδιορρυθμία, η απείθεια».
«Ένα μόνο υπάρχει πού δεν μπορούμε να το νικήσωμε, και σου το φανερώνουμε, επειδή μας μαστιγώνεις»:
«Εάν κατηγορής διαρκώς τον εαυτόν σου ενώπιον του Κυρίου με ειλικρίνεια, θα μας θεωρής ωσάν αράχνη. Ίππος επάνω στον οποίο είμαι ανεβασμένη, εγώ η υπερηφάνεια, είναι, όπως βλέπεις, η κενοδοξία. Η οσία όμως ταπείνωσις και η αυτομεμψία θα περιπαίξουν τον ίππο και τον αναβάτη του, ψάλλοντας μελωδικά την ωδή της νίκης: «Άσωμεν τω Κυρίω∙ ενδόξως γάρ δεδόξασται∙ ίππον και αναβάτην έρριψεν είς θάλασσαν» (Έξοδ. ιε΄ 1) και είς άβυσσον ταπεινώσεως».

Βαθμίς εικοστή δευτέρα! Όποιος την ανέβηκε, ενίκησε∙ εάν βεβαίως κατώρθωσε να την ανεβή.

Από το βιβλίο «Κλίμαξ», Αγίου Ιωάννου του Σιναΐτου
Ιεράς Μονή Παρακλήτου

Γιατί να λατρεύω τον Θεό;

Πῶς τόν φαντάζεσαι τόν Θεό;

•Μήπως τόν βλέπεις σάν κάποιο ὁὁποῖος κάθεται σέ πανύψηλο θρόνο πού στραβομουτσουνιάζει καί θυμώνει ὅταν δέν τόν λατρεύεις καί δέν τόν δοξάζεις;

•Μήπως σάν κάποιο ὁὁποῖος χαίρεται καί εὐχαριστιέται μαζί σου ὅταν πηγαίνεις ἐκκλησία καί προσεύχεσαι;

•Μήπως ἔχεις τήν ἐντύπωση πώς ὁ Θεός εἶναι ἕνας καλωσυνάτος παππούς (γεροντάκος) πού δέν τοῦκαίγεται καρφί τό τί κάνεις μέ τήν ζωή σου, φτάνει σύ νά εἶσαι εὐχαριστημένος μέ τόν ἑαυτό σου;

Ἄν ἔτσι πιστεύεις γιά τόν Θεό, δέν θά καταλάβεις ποτέ:
•οὔτε γιατί ἔχεις χρέος νά Τόν λατρεύεις·
•οὔτε γιατί ὁ Θεός εἶναι καλός μόνο ὅταν σέ ἀφήνει νά κάνεις τά ὅποια θελήματά σου-ἐλεύθερο.
Ἄς ξεκινήσομε ὅμως μέ τό πρῶτο ἐρώτημα: γιατί ἔχομε χρέος νά Τόν λατρεύομε.
Ἡ λέξη λατρεία στήν ἀρχική της σημασία σημαίνει: ἀπονέμω ἀξία, τιμή καί σεβασμό σέ κάποιο ἤ σέ κάτι. Συνεπώς, λατρεία εἶναι ἡ ἐκδήλωση σεβασμού, τιμής, ἀξίας, ἀναγνώρισης. Π.χ. ὅταν χειροκροτῶ ἕνα ἠθοποιό ἐπάνω στήν σκηνή ἤ ἕνα ποδοσφαιριστή (ἀθλητή), τόν τιμῶ· τοῦ ἀναγνωρίζω κάποια ἀξία· τόν λατρεύω. Κάθε φορά πού ἕνας ἄνδρας -τήν παλαιότερη ἐπόχη- ἔβγαζε τό καπέλο του σέ μιά διερχόμενη γυναίκα, τό ἔκαμε εἰς ἔνδειξη τιμῆς (τιμητικά).
Γιά τόν Θεό, λατρεία εἶναι κάτι παραπάνω. Λατρεύω τόν Θεό σημαίνει: ἀναγνωρίζω τήν δύναμή Του, τήν καλωσύνη Του, τήν ἀξία Του, τήν μεγαλωσύνη Του, τήν κυριαρχία Του, τήν ἀλήθεια Του...
•Ἄν δέν λατρεύεις τόν Θεό, μάθε το, λατρεύεις κάτι ἄλλο ἤ κάποιον ἄλλο, πού 9 στίς 10 φορές θά εἶναι ὁ ἑαυτός σου!

•Ἄν δέν ὑπάρχει Θεός, θεός εἶσαι σύ! Καί ἄν ἐσύ εἶσαι θεός - ὁ νομοθέτης καί ὁ δημιουργός, τότε τί νά σοῦ εἰπῶ;

Ὁ βασικός λόγος πού οἱ ἄνθρωποι σήμερα λατρεύουν λίγο τόν Θεό καί πολύ τόν ἑαυτό τους, εἶναι ὅτι δέν θέλουν νά τό «χωνέψουν» ὅτι εἶναι κτίσματα-δημιουργήματα καί ὄχι δημιουργοί!

Νά λοιπόν, γιατί ἔχεις χρέος νά λατρεύεις τόν Θεό.

Ὄχι γιατί ὁ Θεός τό ἔχει ἀνάγκη, ἤ διαφορετικά θά αἰσθανόταν δυστυχισμένος καί ἀτελής, ἀλλά ἐπειδή σύ θά εἶσαι δυστυχισμένος καί ἀτελής.

Fulton Sheen (Καθηγητής Ψυχολογίας)

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Αγία Φεβρωνία

Η Αγία Φεβρωνία, ήταν περιζήτητη νύμφη για την σωματική της ομορφιά. Το ίδιο όμως έλαμπε και η αγνή ψυχή της. Για το λόγο αυτό σε ηλικία 17 ετών, επέλεξε το δρόμο της άσκησης και της εγκράτειας στο μοναστήρι όπου ηγουμένη ήταν η θεία της, Βρυένη και βρισκόταν στην Μεσοποταμία (στην πόλη της Νισίβεως, που λέγεται Αντιόχεια της Μυγδονίας και βρισκόταν στα σύνορα του Βυζαντινού και Περσικού κράτους).

Γρήγορα, παρά το νεαρό της ηλικίας της, προσαρμόσθηκε στους δύσκολους κανόνες της μοναχικής ζωής βρίσκοντας παράλληλα και χρόνο για να μελετά και να εμβαθύνει στις Θείες Γραφές. Έγινε δε υπόδειγμα ανάμεσα στις άλλες μοναχές για τη σύνεσή της το ζήλο της, την προθυμία της και το ταπεινό της φρόνημα.

Κάποια ημέρα όμως, ένα στρατιωτικό σώμα το οποίο κατεδίωκε χριστιανούς, με επικεφαλής το Σεληνο (288 μ.Χ.) έφθασε και στο μοναστήρι της Φεβρωνίας. Οι άλλες μοναχές κατόρθωσαν να διαφύγουν, η Αγία όμως η οποία ήταν άρρωστη δεν κατόρθωσε να μετακινηθεί. Κοντά της παρέμειναν η ηγουμένη Βρυένη και η αδελφή Θωμαΐς.

Οι στρατιώτες, μόλις αντίκρυσαν τη Φεβρωνία, έμειναν έκπληκτοι από την ομορφιά της. Άφησαν, λοιπόν, τρεις άνδρες να τη φρουρούν και οι υπόλοιποι γύρισαν και το ανέφεραν στον αρχηγό τους Σελήνο. Αυτός αμέσως διέταξε και την έφεραν μπροστά του, και με κάθε τρόπο την πίεσε να άλλαξοπιστήσει. Πρότεινε στη Φεβρωνία να τη δώσει σύζυγο στον ανεψιό του Λυσίμαχο, που κοντά του θα γνώριζε μεγάλη δόξα. Η Φεβρωνία, όμως, προτίμησε να γίνει «της μελλούσης αποκαλύπτεσθαι δόξης κοινωνός» (Α' Έπιστολή Πέτρου, ε' 1). Προτίμησε, δηλαδή, να είναι συμμέτοχος της δόξας που θα αποκαλυφθεί κατά τη δευτέρα παρουσία, και με περίσσιο θάρρος περιφρόνησε τις προτάσεις του Σελήνου, ο όποιος, αφού τη βασάνισε, τελικά τη σκότωσε με ξίφος.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Ὡς τῆς ἀσκήσεως ῥόδον ἡδύπνευστον, ὀσμὴν ἀθλήσεως τῷ κόσμῳ ἔπνευσας, εἰς ὀσμὴν μύρων τοῦ Χριστοῦ δραμοῦσα ἀσχέτῳ πόθῳ· ὅθεν ὡς παρθένον σὲ καὶ ὁσίαν καὶ μάρτυρα, θαυμαστῶς ἐδόξασε Φεβρωνία ὁ Κύριος, ᾧ πρέσβευε ὑπὲρ τῶν βοώντων· χαῖρε σεμνὴ ὁσιομάρτυς.

Τρίτη 24 Ιουνίου 2014

Ερμηνεία του ονόματος “ΙΩΑΝΝΗΣ”

Λόγος του Νικηφόρου Θεοτόκη εις την Γέννηση του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου(Απόσπασμα)

«…το όνομα Ιωάννης, άνωθεν υπό του Παναγίου Πνεύματος του εδόθη από τον Αρχάγγελο Γαβριήλ, προς τον Ζαχαρία λέγοντας: «και καλέσεις το όνομα αυτού Ιωάννην…

Αν στοχασθείς τούτο το όνομα Ιωάννης, θα το βρεις να είναι από επτά στοιχεία συγκείμενο: Ι.Ω.Α.Ν.Ν.Η.Σ. για να πληρωθεί εκείνο που η Προφήτιδα Άννα είπε: «ότι στείρα έτεκεν επτά», ένα για την του επτά αριθμού τιμή, ο οποίος είναι στην θεία Γραφή ιερός και σεβάσμιος, και άλλο ότι και τα επτά αυτά στοιχεία, το ι, το ω, το αν, το ν, το η, και το ς, αν κάποιος τα θεωρήσει κατά βάθος, θα βρει να έχει το καθένα ξεχωριστά κάποια μυστική και απόκρυφο έννοια…

…Τούτο το Ι, που είναι στην αρχή του ονόματος Ιωάννης, περιέχει πολλά και ανέκφραστα πράγματα… Φαίνεται σε πολλά μέρη της θείας Γραφής, ότι ο Θεός πρώτον δημιούργησε τις Αγγελικές Δυνάμεις, τις οποίες διαιρεί ο Αρεοπαγίτης Διονύσιος σε τρεις Ιεραρχίες, και αυτές πάλι τις υποδιαιρεί σε εννέα τάγματα: α΄ σε Σεραφείμ, β΄ σε Χερουβείμ, γ΄ σε Θρόνους, δ΄ σε Κυριότητες, ε΄ σε Δυνάμεις, στ΄ σε Εξουσίες, ζ΄ σε Αρχές, η΄ σε Αρχαγγέλους και θ΄ σε Αγγέλους. Είναι δε και το τάγμα του Εωσφόρου, που ουρανόθεν έπεσε για την έπαρση και υπερηφάνειά του.

Ιδού ότι όλα τα Αγγελικά τάγματα, όσα εξ’ αρχής δημιούργησε ο Θεός, είναι δέκα. Το δέκατο ξεπεσμένο τάγμα, έχει να αναπληρωθεί και να γεμίσει από τους Μοναχούς. Γι’ αυτό και η Καλογερική λέγεται Αγγελικό σχήμα και είναι κατά αλήθεια, διότι αν οι Άγγελοι παρθενεύουν, αλλά και η καλογερική με παρθενία σεμνύνεται. Αν οι Άγγελοι αγρυπνούν, αλλά σε αγρυπνίες και η καλογερική καταγίνεται. Αν οι Άγγελοι ανώτεροι τροφής για το άϋλο, αλλά και η καλογερική με νηστείες διάγει. Αν έργο Αγγέλων είναι η ακατάπαυστος προς τον Θεό δοξολογία, αλλά τούτο είναι ίδιο και των Μοναχών. Αν για το κούφο της φύσεως με πτερά ζωγραφίζονται οι Άγγελοι, αλλ’ ιδού πτερά και στους Μοναχούς. Ποια; το επανοκαλύμμαυχο. Γι’ αυτό Αγγελικό σχήμα είναι η καλογερική, από την οποία έχει να αναπληρωθεί το ξεπεσμένο τάγμα του Εωσφόρου. Γι’ αυτό, φθόνο κινούμενος πολύ πολεμάει ο διάβολος την καλογερική, διότι αυτή θα καταλάβει τον τόπο του φωτισμού και της δόξης του Εωσφόρου, την οποία είχε αυτός προ του ξεπεσμού… Παχώμιος, Αντώνιος, Ονούφριος, Ευθύμιος, Αθανάσιος και πάντες οι Όσιοι, από τον Τίμιο Πρόδρομο έλαβαν το παράδειγμα της καλογερικής, σ’ αυτού τα ίχνη περπάτησαν, τούτου την ερημική ζωή μιμήθηκαν, και σε τούτο δεν είναι κανείς που να αντειπεί, ώστε ο Τίμιος Πρόδρομος είναι ο πρώτος και αρχηγός του Μοναχικού τάγματος, το οποίο μαζί με την ανατολή της λαμπροτάτης αυτού και χαρμοσύνου γεννήσεως και αυτό συνανέτειλε.

Το Ι τούτο πόσα σημαίνει κατά τον αριθμό; Δέκα. Ιδού ο δέκατος τούτος αριθμός του Ι, που μας παρασταίνει φανερώτατα τον ανακαινισμό και την ανόρθωση του ξεπεσμένου δεκάτου τάγματος, το οποίο ο Πρόδρομος με την ισάγγελο ζωή του έμελλε να ανακαινίσει, και αυτά μεν περί του Ι, το οποίο είναι μόνο σύμβολο φανερό του Τιμίου Προδρόμου.

Περί του Ω. Το δε κατόπιν Ω προεικονίζει φανερά την πρώτη του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού παρουσία, και στοχάσου για να δεις την αλήθεια. Είπαμε ανωτέρω, πως το Ι προεικονίζει τον Τίμιο Πρόδρομο. Πρώτον λοιπόν το Ι, κατόπιν από το Ι ακολουθεί το Ω. Τούτο το Ω, κατά τους γραμματικούς, από πού σύγκειται; Από δύο ΟΟ. Όταν σμίξεις δύο ΟΟ, κάνεις ένα Ω. Τούτο το Ω, και κατά την φωνή και κατά την σύνθεση, προεικονίζει τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό, διότι μέγας Θεός είναι ο Χριστός, και ότι εκ δύο φύσεων σύγκειται ασυγχύτως Θεότητος και Ανθρωπότητος ο Χριστός, καθώς και το Ω εκ δύο ΟΟ, αυτά τα δύο ΟΟ δεν είναι άλλο παρά δύο σφαιροειδείς κύκλοι. Ο δε κύκλος ούτε αρχή έχει ούτε τέλος. Γι’ αυτό και ο Θεάνθρωπος Ιησούς Χριστός ούτε αρχή έχει ούτε τέλος, διότι αν τον στοχασθείς ως Θεό, τον βρίσκεις να είναι άναρχος και ατελεύτητος κατά την Θεότητα. Αν τον στοχασθείς ως άνθρωπο, όπου συνελήφθη ασπόρως μέσα στην άμωμο γαστέρα της αειπαρθένου Μαρίας, άναρχος ως από μέρους κατά τι και κατά την σάρκα, διότι αρχή της σαρκός των μετά τον Αδάμ επιλοίπων ανθρώπων είναι η σπορά τους ανδρός. Αν τον στοχασθείς σαν να μην υπέστη διαφθορά μέσα στον τάφο η αυτή παναγία Του σάρκα, υπάρχει και ατελεύτητος, μη διαλυθείσα εις χούν, που είναι των ανθρωπίνων σωμάτων η αρχή και το τέλος… Θαυμαστή λοιπόν παρομοίωση του Ω με τον Χριστό…

Περί του ΑΝ, και του ετέρου Ν. …Πρώτον λοιπόν το Ι (ο Πρόδρομος), κατόπιν τούτου το Ω (ο Χριστός), ιδού πρώτη παρουσία του Χριστού, κατόπιν δε από Ω (τον Χριστό) τι ακολουθεί; το ΑΝ. Τούτο το ΑΝ τι θέλει να πει; Ανάσταση! Τίνος; του ετέρου Ν. Τι θέλει να πει τούτο το δεύτερο Ν; Νεκρών! Προσδοκώ ανάσταση νεκρών. Ιδού και η Δευτέρα του Χριστού παρουσία, όπου μέλλουν να αναστηθούν οι νεκροί.

Περί του Η. Κατόπιν του ΑΝ και του ετέρου Ν (που λέγεται Ανάσταση Νεκρών), τι έπεται; το Η. Τούτο το Η πόσα σημαίνει κατά τον αριθμό: Οκτώ! Ιδού λοιπόν όγδοος αριθμός. Τι εικονίζει αυτός ο όγδοος αριθμός; Τον όγδοο αιώνα της μακαρίας και τρισολβίου ζωής: «προσδοκώ ανάσταση νεκρών, και ζωήν του μέλλοντος αιώνος».

Περί του Σ. …Τούτο το Σ, πόσα δηλώνει κατά τον αριθμό; Διακόσια! Αυτά τα διακόσια από πού αμέσως σύγκεινται; Από δύο εκατοντάδες. Διότι δίς εκατό, διακόσια. Ο εκατοστός αριθμός στη θεία Γραφή πως ονομάζεται; Τέλειος, αλλ’ επειδή ο εκατοστός αριθμός τέλειος, άρα ο δις εκατοστός υπερτέλειος. Ιδού λοιπόν ο υπερτέλειος αυτός αριθμός, που εικονίζει το υπερτέλειο, το απέραντο και ατελεύτητο της αιωνίου και μακαρίας ζωής.

Αλλ’ ω διαυγέστατο Ι, και του εκ του δύο ΟΟ συντεθειμένου Ω, πανέκλαμπρε Πρόδρομε, ευκταιότατε και πανευφρόσυνε του ΑΝ, του εν τω Άδη κειμένου Ν, προσκυνητά κληρονόμε του ΗΣ, αγιώτατε επτά αριθμέ, επτάφωτε λύχνε της Τρισηλίου Θεότητος, κρυφιώτατε μύστα και κατ’ αυτό μόνο το επτάστοιχο Ι.Ω.Α.Ν.Ν.Η.Σ, όνομα των απορρήτων του Θεού Μυστηρίων, χάρισέ μου παρακαλώ σε του Ν της αθλίας ψυχής μου το ΑΝ, τη απαύστω προς το Ω και ακοιμήτω πρεσβεία σου, και αξίωσον του ΗΣ πάντας ημάς τους ευλαβώς την σην πανένδοξο εορτάζοντας γέννηση”.

ΠΗΓΗ.ΜΕΓΑΛΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ ΜΑΤΘ.ΛΑΓΓΗ.ΤΟΜΟΣ ΣΤ.(ΙΟΥΝΙΟΣ)

Σπουδή στην εικόνα του Γενεθλίου του Προδρόμου

Στήν εικόνα του Γεννεσίου του Προδρόμου η Ελισάβετ βρίσκεται πάνω σε μεγαλόπρεπο και υψηλό κρεβάτι. Τα ενδύματά της περιβάλλουν με σεμνότητα όλο το γηρασμένο σώμα της. Είναι λεχώ, δηλαδή μόλις γέννησε το παιδί της, τον Πρόδρομο Ιωάννη. Μολονότι τον απέκτησε στο βαθύ γήρας της, στο πρόσωπό της διακρίνουμε πιο έντονα τα χαρακτηριστικά της συστολής και της σεμνής σωφροσύνης, παρά τα χαρακτηριστικά της έξαλλης χαράς που ήταν φυσικό να συνέβαινε σε μια άλλη συνηθισμένη γυναίκα. Η Ελισάβετ δόξαζε τον Θεό και στον καιρό της ατεκνίας της και τώρα πού παρ’ ελπίδα έγινε Μητέρα. Πίσω της διακρίνουμε ένα μαξιλάρι, για την ανάπαυση του σώματός της μετά τις ωδίνες του τοκετού και  ακόμη πιο πίσω την οικία της σεμνή και επιβλητική. Η οροφή της οικίας είναι σκεπασμένη με κόκκινο ένδυμα πού συμβολίζει τό κάλυμα του νόμου. Πλάι της στέκονται οι θεραπαινίδες, που ετοιμάζουν την τράπεζα του φαγητού και της προσφέρουν από τα παρατιθέμενα εδέσματα, για την ενδυνάμωση του σώματός της.

Στο κάτω μέρος της εικόνας άλλη θεραπαινής γνέθει νήμα και με την άκρη του ποδιού της κινεί τον λίκνο, δηλαδή την κούνια του νεογέννητου Ιωάννη. Η κούνια σκεπασμένη με λευκό ύφασμα, φυλάει τον θησαυρό, δηλαδή το βρέφος που θα δώσει τέλος στη σκιά του νόμου και θα οδοποιήσει τήν ημέρα του φωτός και της χάριτος. Ο Ιωάννης είναι τυλιγμένος με τα σπάργανα όπως τα συνηθισμένα βρέφη, αλλά φορεί και φωτοστέφανο. Το πρόσωπό του λάμπει από χάρη, γιατί έχει ήδη γεμίσει από το Άγιο Πνεύμα, όπως προανήγγειλε ο Άγγελος Κυρίου. Δίπλα του, από τα δεξιά βλέπουμε τον πατέρα του τον Ζαχαρία, να κάθεται σε κάθισμα ωραίο, με ταπεινό αλλά και λαμπρό υποπόδιο και να γράφει σε πινακίδα, με τον κάλαμό του, την λέξη Ι ω ά ν ν η ς. Είναι το όνομα που θα δοθεί στο βρέφος.

Γιατί οι συγγενείς και όλοι οι γνωστοί και γείτονες που είχαν συναθροισθεί στην οικία του Ζαχαρία, περίμεναν να δοθεί στο βρέφος – όπως ήθελε η παράδοση – το όνομα του πατέρα του δηλαδή «Ζαχαρίας». Αλλά η Ελισάβετ έλεγε ότι θα ονομασθεί Ιωάννης. Όλοι απορημένοι ζήτησαν και την γνώμη του Ζαχαρία και εκείνος σαν βουβός και άλαλος που ήταν, έγραψε σε πινακίδα το όνομα Ιωάννης, προξενώντας θαυμασμό σε όλους τους παρευρισκομένους. Τότε με θαυμαστό τρόπο λύθηκε ο δεσμός της γλώσσας του και είπε την θαυμάσια ωδή, που διαβάζομε στό α΄ κεφάλαιο του κατά Λουκάν Αγίου Ευαγγελίου (Λουκ. α΄, 68-79):

«Ας είναι ευλογημένος ο Κύριος, ο Θεός του Ισραήλ, γιατί ήρθε και λύτρωσε το λαό του.

Για χάρη μας έστειλε ένα δυνατό σωτήρα από τη γενιά του Δαβίδ, του δούλου του, όπως ακριβώς είχε πει αιώνες πριν με το στόμα των αγίων προφητών του.

Μ’ αυτόν μας έσωσε από τους εχθρούς μας και από την εξουσία όλων όσοι μας μισούσαν.

Έδειξε την ευσπλαχνία του στους πατέρες μας κι επλήρωσε την άγια διαθήκη του˙ τήρησε τον όρκο που έδωσε στον πατέρα μας τον Αβραάμ, να μας αξιώσει, αφού γλιτώσουμε απ’ τα χέρια των εχθρών, να τον λατρεύουμε σαν άνθρωποι που του ανήκουμε και κάνουμε το σωστό ενώπιόν τους σ’ όλη μας τη ζωή.

Κι εσύ, παιδί μου θα ονομαστείς προφήτης του ύψιστου Θεού, γιατί θα προπορευτείς πριν από τον Κύριο για να ετοιμάσεις το δρόμο του, να κάνεις γνωστή στο λαό του τη  σωτηρία με τη συχώρεση των αμαρτιών τους.

Επειδή ο Θεός μας είναι γεμάτος ευσπλαχνία, θα κάνει ν’ ανατείλει για μας ένα φως από ψηλά, για να φωτίσει αυτούς που ζουν στο σκοτάδι και κάτω από τη σκιά του θανάτου, και να οδηγήσει τα βήματά μας στο δρόμο της ειρήνης».

Όντως τα λόγια του Ζαχαρία θαυμάσια και χαροποιά. Κανενός ανθρώπου η γέννηση συνδυάσθηκε με τέτοια γεγονότα και μηνύματα, όπως του Ιωάννου. Γι’ αυτό και είναι για όλους ο λύχνος που φωτίζει, η αυγή πού μαρτυρεί τον Ήλιο Χριστό, ο τελευταίος Προφήτης που είδε με τα μάτια του τ ν Μεσσία και τον κήρυξε και τον βάπτισε στον Ιορδάνη ποταμό. Αυτός που προσκύνησε τον Χριστό από την μήτρα της μητέρας του Ελισάβετ, όταν την επισκέφθηκε η Θεοτόκος φέροντας στην κοιλιά της τον Δεσπότη Χριστό. «Ένδοθεν γαρ ο δούλος αινούσε τον Δεσπότην», όπως σημειώνει ο υμνωδός.

Αυτός ο Ιωάννης είδε το Αγιο Πνεύμα, εν είδει περιστεράς να κατεβαίνει προς τον Κύριο, και να επισφραγίζει την φωνή του Θεού Πατρός, που ακούστηκε εξ Ουρανού: «Ούτος εστίν ο Υιός μου ο αγαπητός εν ω ηυδόκησα Αυτού ακούετε».

«Προφήτα και Πρόδρομε της παρουσίας Χριστού, αξίως ευφημήσαι σε ουκ ευπορούμεν ημείς οι πόθω τιμώντες σε στείρωσις γαρ τεκούσης και πατρός αφωνία, λέλυνται τη ενδόξω και σεπτή σου γεννήσει και σάρκωσις Υιού του Θεού κόσμω κηρύττεται».

Του Ἀρχιμ. Σεραπίωνος Μιχαλάκη

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Το Γενέθλιο του Αγίου Ιωάννη Προδρόμου και Βαπτιστού

Την ημέρα αυτή η Αγία μας εκκλησία εορτάζει το γενέσιο του ενδόξου Προφήτου Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννη. Ο πατέρας του Ζαχαρίας, ήταν ιερέας. Κάποια ημέρα την ώρα του θυμιάματος, είδε μέσα στο θυσιαστήριο άγγελο Κυρίου, ο οποίος του ανήγγειλε ότι θα αποκτούσε γιο τον οποίο θα ονόμαζε Ιωάννη. Ο Ζαχαρίας σκίρτησε από χαρά , αλλά δυσπιστούσε. Η γυναίκα του ήταν ηλικιωμένη και στείρα και άρα ήταν αδύνατο να κυοφορήσει και αυτές τις αμφιβολίες τις εξέφρασε στον άγγελο ο οποίος του απάντησε ότι το παιδί θα γεννηθεί και εκείνος θα τιμωρηθεί για την απιστία του, παραμένοντας κωφάλαλος μέχρι να πραγματοποιηθεί η βουλή του Θεού. Πράγματι η γυναίκα του η Ελισάβετ συνέλαβε και μετά από εννέα μήνες γέννησε γιο. Οκτώ ημέρες μετά τη γέννηση κατά την περιτομή του παιδιού οι συγγενείς, θέλησαν να του δώσουν το όνομα του πατέρα του δηλ. Ζαχαρία. Όμως ο Ζαχαρίας έγραψε επάνω στο πινακίδιο το όνομα Ιωάννης. Αμέσως λύθηκε η γλώσσα του και όλοι οι παριστάμενοι πλημμύρισαν χαρά κι ελπίδα, διότι κατάλαβαν ότι γεννήθηκε ο Πρόδρομος της παρουσίας του αναμενόμενου Μεσσία. Ο Ιωάννης δε διέθετε μόνο το χάρισμα της προφητείας, αλλά αξιώθηκε και τη μεγαλύτερη χαρά και τιμή. Βάπτισε το Μεσσία Χριστό, τον οποίο και ομολογούσε σ’ όλη του τη ζωή.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Προφῆτα καὶ Πρόδρομε, τῆς παρουσίας Χριστοῦ, ἀξίως εὐφημῆσαι σέ, οὐκ εὐποροῦμεν ἠμεῖς, οἱ πόθω τιμῶντες σέ, στείρωσις γὰρ τεκούσης, καὶ πατρὸς ἀφωνία, λέλυται τὴ ἐνδόξω, καὶ σεπτή σου γεννήσει, καὶ σάρκωσις Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, κόσμω κηρύττεται.

Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἡ πρὶν στείρα σήμερον, Χριστοῦ τὸν Πρόδρομον τίκτει, καὶ αὐτὸς τὸ πλήρωμα, πάσης τῆς προφητείας, ὅνπερ γάρ, προανεκήρυξαν οἱ Προφῆται, τοῦτον δή, ἐν Ἰορδάνῃ χειροθετήσας, ἀνεδείχθη Θεοῦ Λόγου, Προφήτης Κῆρυξ ὁμοὺ καὶ Πρόδρομος.

Δευτέρα 23 Ιουνίου 2014

Ο Ιερεύς, ο Άγγελος και η Προσκομιδή…

Σ᾽ ένα μοναστήρι ζούσε ένας ευλαβέστατος Ιερεύς· (το γεγονός μου διηγήθηκε ο μακαριστός Γέροντας Γαβριήλ, ο όποιος για πολλά χρόνια ήταν και Ηγούμενος της Ιεράς Μονής Διονυσίου στο Άγιον Όρος).

Ολιγογράμματος ήταν ο Ιερεύς, αλλά κληρικός δυνατής πίστεως, μεγάλης αρετής και πολλών πνευματικών αγώνων. Παρέμενε στην Προσκομιδή όρθιος για πολλές ώρες, παρ’ όλο πού είχαν ανοίξει οι φλέβες των ποδιών του και έτρεχαν.

Πολλές φορές φαίνονταν τα αίματα, πού έτρεχαν κάτω στο έδαφος από την ορθοστασία για την μνημόνευση των πολλών ονομάτων. Μέχρι τελευταίας στιγμής άνθρωπος Θυσίας και μάλιστα εκοιμήθη αμέσως μετά από Θεία Λειτουργία.

Όπως ήταν ολιγογράμματος, από κάποια παρανόησι τρόπον τινά, δεν τοποθετούσε κανονικά τις μερίδες στον Άγιο Δίσκο.

Όταν τοποθετούμε τη μερίδα της Ύπεραγίας Θεοτόκου πάνω στον Άγιο Δίσκο, λέμε: «Παρέστη η Βασίλισσα εκ δεξιών Σου…» Ο γέροντας Ιερεύς νόμιζε ότι, αφού λέγει «εκ δεξιών Σου», πρέπει να τοποθετείται η μερίδα της Παναγίας δεξιά του Αμνού (όπως κοίταζε τον Άγιο Δίσκο)· δηλαδή τοποθετούσε ανάποδα τις μερίδες.

Κάποτε επισκέφθηκε την Ιερά Μονή ένας Αρχιερεύς, για να χειροτόνηση έναν διάκονο. Στους Αίνους μπαίνει ο Αρχιερεύς στο Ιερό Βήμα, ντύνεται και εν συνεχεία πηγαίνει στην Προσκομιδή, η οποία έχει ήδη ετοιμασθεί μέχρι κάποιου ορισμένου σημείου, και από κει και υστέρα συνεχίζει ο Αρχιερεύς πρώτος τις μνημονεύσεις, αυτός και μόνον αυτός.

Πρόσεξε, λοιπόν, ο Αρχιερεύς εκείνος ότι τις μερίδες τις είχε τοποθετήσει ανάποδα ο ιερεύς.

-Δεν τις έβαλες καλά, πάτερ μου, τις μερίδες, του είπε.
Για έλα εδώ, πάτερ. Η Παναγία μπαίνει από ‘δω και τα Τάγματα μπαίνουν από ‘κει. Δεν σου το είπε κανένας, δεν σε είδε κανένας πώς κάνεις την Προσκομιδή;

-Ναι, Σεβασμιώτατε, απάντησε ο γέροντας Ιερεύς. Κάθε μέρα, πού λειτουργώ (διότι δεν υπήρξε ήμερα, που να μη λειτουργήση), με βλέπει ο Άγγελος διάκονος μου, αλλά δεν μου είπε τίποτα. Συγγνώμη, που σαν αγράμματος που είμαι, έκανα τέτοιο λάθος· θα προσέχω από τώρα και στο εξής.

-Ποιος; ποιος είπες ότι σε υπηρετεί εδώ; ρώτησε ο επίσκοπος. Δεν σε υπηρετεί μοναχός;

-Όχι, είπε ο ιερεύς, Άγγελος Κυρίου.
Βουβάθηκε ο επίσκοπος, τί να πή;! Έμεινε κατάπληκτος και βέβαια κατάλαβε ότι μπροστά του είχε έναν αγιασμένο κληρικό.

Το μεσημέρι, μετά την τράπεζα, ο επίσκοπος αποχαιρέτησε τον Ηγούμενο και τους υπολοίπους μοναχούς και αναχώρησε.

Την άλλη ήμερα, νύχτα ακόμη, όταν πήγε όπως πάντα ο γέροντας Ιερεύς στο Άγιο Βήμα, για να κάνη την Προσκομιδή, κατέβηκε κι ο Άγγελος Κυρίου. Ενώ προσκομούσε, παρατήρησε ο Άγγελος πώς ο ιερεύς έβαλε σωστά τις μερίδες.

-Ωραία, του είπε, πάτερ! Τώρα τα έβαλες σωστά!

-Ναι, εσύ ήξερες το λάθος μου, πού έκανα τόσα χρόνια! Και γιατί δεν μου το έλεγες, γιατί δεν με διόρθωσες; ρώτησε.

-Το έβλεπα, αλλά εγώ δεν έχω τέτοιο δικαίωμα. Δεν είμαι άξιος να διορθώνω ιερέα. Εγώ, συνέχισε ο Άγγελος, έχω εντολή από τον Θεό να διακονώ και να υπηρετώ τον ιερέα.

«Εμπειρίες κατά την Θεία Λειτουργία»
π. Στέφανου Αναγνωστοπούλου

Τὸ πένθος στὸ Ἅγιον Ὅρος καὶ τὸ πένθος στὸν κόσμο

…Ὅταν γιὰ πρώτη φορὰ παραβρέθηκα σὲ ἁγιορείτικη κηδεία καὶ μάλιστα γνωστοῦ καὶ σεβαστοῦ μου προσώπου, παραξενεύτηκα γιὰ τὸ ὅτι, καθ’ ὅλη τὴν ἐξόδιο ἀκολουθία καὶ τὴν πρὸς τὸ κοιμητήρι λιτάνευσι καὶ τὴν τῆς ταφῆς κανεὶς δὲν ἔδειχνε ὅτι πενθῆ καὶ κανένα δὲν εἶδα νὰ κλαίη, νὰ δακρύζη, νὰ δείχνη λυπημέος.
Σὲ κάποιες στιγμές, ἀπὸ ἐγκόσμια συνήθεια ὡς φαίνεται, μοῦ ἦρθε αὐθόρμητα κόμπιασμα στὸ λαιμὸ καὶ λίγο ἀκόμα θὰ ξέσπαγα σὲ λυγμοὺς καὶ θὰ καταντοῦσα στὰ ἐπακόλουθά των. Γρήγορα ὅμως κατάλαβα πὼς ὅλοι οἱ κύκλω μου θὰ ἄφηναν τὸν νεκρὸ καὶ θὰ ἔστρεφαν τὰ βλέμματα πρὸς ἐμένα. «Ἔπνιξα» λοιπὸν κι ἐγὼ τὰ πάντα μέσα μου καὶ παρίστανα τὸν ψύχραιμο καὶ λιθοκάρδιο.
Στὴν πρώτη μου μετὰ ταῦτα συνάντησι μὲ τὸν πνευματικό, τοὺς «κατήγγειλα» ὅλους ὡς ἀθεόφοβους, ὡς ἀσυγκίνητους καὶ συλλήβδην ὡς χαλκοσπλάχνους. Μοῦ διώρθωσε ὅμως τοὺς ἀρχαριακοὺς λογισμούς, τὴν ὑποκρυπτόμενη οἴησι καὶ τὸ κοσμικὸ φρόνημα, καὶ μάλιστα σὲ τέτοιο βαθμό, ὥστε ἔκτοτε καὶ μέχρι σήμερα, ὁσάκις συμβαίνει νὰ βρίσκωμαι ἔξω καὶ νὰ παρίσταμαι σὲ κοσμικοῦ κηδεία, νὰ μούρχεται νὰ κλαίω ὄχι γιὰ τὸν ἐκφερόμενο μακαρίτη, ἀλλὰ γιὰ τοὺς μαυροφοροῦντας συγγενεῖς καὶ φίλους του, ποὺ τόσο εὔκολα...
καὶ γοερὰ θρηνολογοῦν καὶ κλαῖνε.
Στὸ Ἁγιονόρος μας δὲν πενθοῦμε οὔτε ἐκδηλωνόμαστε ὅπως οἱ λαϊκοὶ στὸν κόσμο, ἀλλὰ ἔκπαλαι καὶ μέχρι σήμερα παρατηροῦνται ὡς ἐπακριβῶς ἰσχύοντα, τὰ ὅσα ἁγιογραφικῶς ἀπαιτοῦνται καὶ καθὼς οἱ ἅγιοι πατέρες μας ὡς διδαχὴ καὶ πράξι τὰ θέσπιζαν καὶ τὰ καθιέρωναν στὴν ζωὴ τῶν πνευματικῶν τους τέκνων. Τοὺς εὐγνωμονοῦμε, ποὺ φρόντισαν γιὰ τὴν καταγραφὴ των, πρὸς βοήθεια καὶ σύνεσι καὶ ἠμῶν τῶν ἐλαχίστων καὶ ταλαιπώρων:
«Μὴ τοίνυν ἐπὶ τοῖς ἀποθνήσκουσι πενθῶμεν ἁπλῶς, μηδὲ ἐπὶ τοῖς ζῶσι χαίρωμεν ἁπλῶς, ἀλλὰ τί; Πενθῶμεν τοὺς ἁμαρτωλοὺς μὴ ἀποθνήσκοντας μόνον, ἀλλὰ καὶ ζώντας· χαίρομεν δὲ ἐπὶ τοῖς δικαίοις, μὴ ζῶσι μόνον, ἀλλὰ καὶ τετελευτηκόσιν. Ἐκεῖνοι μὲν γὰρ καὶ ζῶντες τεθνήκασιν, οὗτοι δὲ καὶ ἀποθανόντες ζῶσιν· ἐκεῖνοι καὶ ἐνταύθα ὄντες ἐλεεινοὶ πάσιν εἰσίν, ἐπειδὴ Θεῷ προσκρούουσιν· οὗτοι καὶ ἐκεῖ μεταστάντες μακάριοι, ὅτι πρὸς Χριστὸν ἀπῆλθον». (Ἰ. Χρυσοστόμου, Λόγος Δ’ εἰς Φιλιπ., 1, 19-21,ΕΠΕ 21, σελ. 434, ἐξ.).
Ἡ ἐπὶ τὰ ἁπλούστερα κάτωθι ἐλευθέρα ἀπόδοσις, γίνεται χάριν τῶν δυσκολευομένων, διότι καὶ αὐτῶν «ὀφειλέτης εἰμὶ» (Ρωμ. 1, 14):
Δὲν πρέπει νὰ πενθοῦμε ἁπλῶς καὶ ὡς ἔτυχε γιὰ κείνους ποὺ πεθαίνουν, οὔτε δὲ καὶ νὰ χαιρώμεθα ἀδιακρίτως καὶ ἐξ ἴσου γιὰ ὅσους ζοῦνε. Ἀλλὰ πῶς; Νὰ πενθοῦμε τοὺς ἁμαρτωλοὺς ὄχι μόνο κατὰ τὴν θανὴ καὶ τὴν ταφή τους, ἀλλὰ καὶ ὅταν ζοῦνε ἀκόμη· νὰ χαιρώμαστε δὲ γιὰ τοὺς εὐσεβεῖς καὶ ἐναρέτους ὄχι μόνο ὅταν ζοῦνε, ἀλλὰ καὶ ὅταν ἐν Κυρίῳ ἀποθνήσκουν. Διότι ἐκεῖνοι μὲν καὶ ἐνῶ ἀκόμη ζοῦν θεωροῦνται καὶ εἶναι πεθαμένοι, οἱ δὲ ἐνάρετοι καὶ ἂν εἶναι πεθαμένοι, ζοῦνε αἰωνίως. Ἐκεῖνοι καὶ ἐδῶ εὐρισκόμενοι ἐλεεινοὶ καὶ ἀξιοθρήνητοι ἀπὸ ὅλους λογίζονται καὶ εἶναι, ἀφοῦ ἀντίθετα πρὸς τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ διάγουν· ἐνῶ οἱ εὐσεβεῖς, καὶ ὅταν πεθαίνουν πανευτυχεῖς εἶναι, ἐπειδὴ πρὸς τὸν Χριστὸ ἐκδημοῦν καὶ στὶς ἀτελεύτητες ἀπολαύσεις των ἀπ’ τὸν Ἴδιο ἑτοιμασμένων ἀγαθῶν καταφθάνουν.
Ἀπὸ τὸ βιβλιο Θεομητορικὰ καὶ Ἐξόδια στὸν Ἄθωνα τοῦ Ἐπισκόπου Ροδοστόλου κ. Χρυσοστόμου
Ἁγιορείτικες Μνῆμες