Παρασκευή 28 Μαΐου 2021

ΠΟΥ ΠΗΓΑΙΝΕΙ Η ΨΥΧΗ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΜΕΤΑ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ;

 ΔΙΗΓΗΘΗΚΕ ο αββάς Μακάριος ότι, περπατώντας κάποτε στην έρημο, βρήκε πεσμένο στο χώμα το κρανίο ενός νεκρού. και καθώς το σκούντησε με το φοινικένιο ραβδί του, άκουσε φωνή άπ’ αυτό. το ρώτησε: Ποιός είσαι συ;

Εγώ, αποκρίθηκε το κρανίο, ήμουν αρχιερέας των ειδώλων και των ειδωλολατρών που έμεναν σ’ αυτόν τον τόπο. Κι εσύ είσαι ο πνευματοφόρος Μακάριος. Μάθε λοιπόν ότι οποιαδήποτε ώρα σπλαχνιστείς όσους βρίσκονται στην κόλαση και προσευχηθείς γι’ αυτούς, παρηγορούνται λίγο.

Ποία είναι η παρηγοριά και ποία η κόλαση; ρώτησε ο γέροντας.

Όσο απέχει ο ουρανός από τη γη, απάντησε το κρανίο, τόσο είναι το βάθος της φωτιάς που βρίσκεται από κάτω μας σ’ αυτή τη φωτιά είμαστε χωμένοι από τα πόδια μέχρι το κεφάλι μας. Και δεν μπορεί κανείς με το πρόσωπό του ν’ αντικρίσει το πρόσωπο του αλλού, γιατί οι ράχες μας είναι κολλημένες μεταξύ τους. Όταν λοιπόν προσεύχεσαι για μας, βλέπει λιγάκι ο ένας το πρόσωπο του αλλού. Αυτή είναι η παρηγοριά.

Μόλις άκουσε αυτά ο γέροντας, αναστέναξε βαθιά και είπε:

Αλίμονο στη μέρα που γεννήθηκε ο άνθρωπος ο αμαρτωλός.

Καλύτερα θα ήταν να μην είχε γεννηθεί, όπως είπε και για τον ‘Ιούδα ο Κύριος (Ματθ. 26:24).

Ύστερα στράφηκε προς το κρανίο:

– Υπάρχει άλλο χειρότερο βάσανο; – Κάτω από μας υπάρχει μεγαλύτερη κόλαση. – και ποιοί βρίσκονται εκεί;

– Εμείς, είπε το κρανίο, μιας και δεν γνωρίσαμε το Θεό, ελεούμαστε έστω και λίγο. Αυτοί όμως που γνώρισαν το Θεό και μετά τον αρνήθηκαν και δεν έκαναν το θέλημά Του, αυτοί βρίσκονται κάτω από μας και κολάζονται χειρότερα. Πήρε λοιπόν ο γέροντας το κρανίο, το έχωσε στο χώμα και προχώρησε.

Έλεγε ο μακάριος Θεόφιλος ο αρχιεπίσκοπος.

Πόσο φόβο και τρόμο και βία δοκιμάζει η ψυχή όταν χωρίζεται από το σώμα! Γιατί καταφτάνουν σ’ αυτήν τότε όλοι οι άρχοντες και οι εξουσιαστές του σκοτεινού κόσμου και της παρουσία ζουν όσα αμαρτήματα έκανε – συνειδητά η από άγνοια – από τη γέννησή της μέχρι την τελευταία εκείνη στιγμή που φεύγει από το σώμα.

Στέκονται λοιπόν και την κατηγορούν με δριμύτητα.

Αντιμέτωπες σ’ αυτούς όμως στέκονται και οι άγιες δυνάμεις, αντιπροτείνοντας τα καλά έργα που τυχόν έκανε η ψυχή. Σ’ αυτή τη μεγάλη στενοχώρια, μπροστά σ’ ένα τέτοιο αδέκαστο κριτήριο και σε μία τόσο φοβερή εξέταση, φαντάζεσαι τι τρόμο και αγωνία θα έχει η ψυχή; δεν μπορεί λόγος να διηγηθεί η νους να συλλάβει το φόβο εκείνο της ψυχής, ώσπου να τελειώσει η δίκη και να βγει η απόφαση από τον δίκαιο Κριτή.

Κι αν μεν της δοθεί ελευθερία, αμέσως οι εχθροί ντροπιάζονται και η ψυχή αρπάζεται απ’ αυτούς και χωρίς κανένα εμπόδιο οδηγείται και τοποθετείται στην ανεκλάλητη εκείνη χαρά και δόξα. Αν όμως έζησε με αμέλεια και δεν κριθεί άξια για την ελευθερία, θ’ ακούσει τη φρικτή εκείνη φωνή: «Αρθήτω ο ασεβής, ίνα μη ίδη την δόξα Κυρίου» «Ης. 26:10). Τότε αρχίζει γι’ αυτήν η ημέρα της οργής, της θλίψεως και της ατέλειωτης οδύνης. Παραδίνεται στο σκότος το εξώτερο, βυθίζεται στον Άδη, καταδικάζεται στην αιώνια φωτιά, όπου θα κολάζεται στους απέραντους αιώνες. που είναι τότε οι κοσμικές επιδείξεις και οι κομπασμοί; που η κενοδοξία και η καλοπέραση και η απόλαυση της μάταιης και ακατάστατης αυτής ζωής; που είναι τα χρήματα; που η σπουδαία καταγωγή; που ο πατέρας η η μητέρα η οι αδελφοί η οι φίλοι;


Ποιός απ’ αυτούς θα μπορέσει να γλιτώσει την ψυχή που κατακαίγεται στη φωτιά και δεινοπαθεί από τόσες απερίγραπτες τιμωρίες;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου