Δευτέρα 31 Μαΐου 2021

ΘΑΥΜΑΤΑ ΚΑΙ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ: "ΤΟ ΔΕΣΠΟΤΙΚΟ ΑΙΜΑ"

 ΚΑΤΑ τη διάρκεια της θείας λειτουργίας στο χωριό Ζάρκα της 'Ιορδανίας, στις 21 'Απριλίου1991, μετά τη μεγάλη είσοδο, ο ορθόδοξος ιερέας τοποθέτησε τα τίμια Δώρα στην άγία τράπεζα. Ξαφνικά είδε το δισκάριο γεμάτο αίμα.


'Από τον άγιο " Άρτο ξεχυνόταν επίσης αίμα ζεστό. Ό ιερέας έβαλε τις φωνές, και οι πιστοί έτρεξαν στο ιερό νά δουν τι συμβαίνει.

Βλέποντας το θαυμαστό γεγονός, έμειναν άφωνοι. Άλλοι προσπαθούσαν νά μεταλάβουν μερικές σταγόνες ενώ άλλοι νά χρίσουν το σώμα τους.

"Επισκέφθηκα την πόλη", διηγείται αυτόπτης μάρτυρας, "για νά δω από κοντά το θεϊκό σημείο.

Χιλιάδες κόσμου είχαν κατακλύσει την περιοχή.

Ό ιερέας είχε κατορθώσει νά φυλάξει δύο κομματάκια "Άρτου. Ομολογώ πώς αυτό πού έβλεπα δεν ήταν Άρτος και οίνος.

Ήταν Σώμα και Αίμα 'Ιησού Χριστού" .

Άξιοι και ανάξιοι

ΠΕΡΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ († ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΑΝΘΙΜΟΣ ΑΓΙΑΝΝΑΝΙΤΗΣ)

 Η μετάνοια είναι ανακαίνιση του Βαπτίσματος. Γι’ αυτό ο άνθρωπος, όπως στο Βάπτισμα δίνει υποσχέσεις ο ίδιος η ο ανάδοχός του, έτσι και στην μετάνοια, αφού ομολογεί τα σφάλματά του, δίνει και υπόσχεση να μην τα πράξει πάλι. Η άπειρη ευσπλαχνία του Θεού μας έδωσε το μυστήριο αυτό της μετανοίας και της διαγραφής των πονηρών σφαλμάτων μας, για να σωθούμε και να κοινωνήσουμε της ατελεύτητης μακαριότητος.



Η μετάνοια μας καθαρίζει και μας κάνει πάλι αναμάρτητους. Λευκαίνει τον ρυπωμένο χιτώνα της ψυχής μας και μας ενδύει χιτώνα αφθαρσίας. Είναι νέα συνθήκη με τον Θεό και γι’ αυτό λέει: «Ο βαπτισθείς και πιστεύσας σωθήσεται, ο δε απιστήσας κατακριθήσεται» (Μαρκ. ιστ’, 16). Μετά, αυτός που σφάλλει σε κάτι και μετανοήσει καθαρίζεται από τον ρύπο του, συγχωρούνται τα σφάλματά του και σώζεται. Δεν υπάρχει μεγαλύτερο παράδειγμα από την όσια Μαρία την Αιγυπτία. Αυτή πολλά έσφαλε, η σάρκα της γίνηκε δοχείο ηδονής, οδήγησε στην απώλεια πλήθος φιλήδονων ανδρών, αλλά με τη μετάνοια ανέβηκε όλη την κλίμακα των αρετών. Υπερέβη σε αρετή και αυτούς τους Αγγέλους. Η οσία Μαρία πετούσε με σώμα σαν άϋλη πάνω από τον Ιορδάνη ποταμό. Έφθασε σε μέτρα αγιότητος, που έφριξαν οι Άγγελοι, τρόμαξαν οι δαίμονες και θαύμασαν και θαυμάζουν οι άνθρωποι. Γι’ αυτό την έχουμε παράδειγμα πρακτικής μετάνοιας. Όσο και να σφάλλουμε, μετανοούμε και δικαιωνόμαστε με την χάρη του Θεού. Εμείς βάζουμε την μετάνοια, ο Θεός την χάρη. Μας ανακαινίζει, μας καθαρίζει, μας σώζει, σύμφωνα με το άπειρο έλεός Του. Αυτός άλλωστε ήταν και ο σκοπός της ενανθρωπήσεώς Του. Μας το είπε: «Ουκ ήλθον καλέσαι δικαίους, αλλά αμαρτωλούς εις μετάνοιαν» (Ματθ. θ’. 13).



Η μετάνοια είναι πολύ εύκολη. Επαφίεται στην προαίρεση του άνθρωπου.Η οσία Μαρία στα Ιεροσόλυμα δεν μπορούσε να μπει μέσα στον ναό, Κάποια δύναμη την απωθούσε. Αμέσως κατάλαβε τα σφάλματά της, ήλθε σε επίγνωση, μεταμελήθηκε, έπεσε στα γόνατα, έκλαυσε και έβαλε και μεσίτρια και εγγυήτρια για την μετάνοιά της την Κυρία Θεοτόκο. Σηκώθηκε τότε, εισήλθε στο ναό, προσκύνησε τον Τίμιο Σταυρό και μετά πορεύθηκε στην ζωή της μετανοίας, της αδιάλειπτης ασκήσεως. Εμείς οι άνθρωποι πρέπει να συνέλθουμε, να έλθουμε σε επίγνωση και να σκεφθούμε ότι είμαστεγη και σποδός. Έρχεται στιγμή, που η ψυχή χωρίζεται από το υλικό σώμα και ο φόβος αύτού του εννοουμένου θανάτου τρομάζει τους ανθρώπους και τους οδηγεί σε μετάνοια. Μετά από αυτήν ακολουθεί η εξομολόγηση. Ο Πανάγαθος Θεός δεν έβαλε Αγγέλους να δέχονται τα σφάλματα των ανθρώπων. Έβαλε ομοιπαθείς ανθρώπους κατά διαδοχή, τους επισκόπους και τους ιερείς, οι οποίοι είναι διάδοχοί των Αποστόλων. Οι Απόστολοι του Χριστού έλαβαν όλη την εξουσία, καθώς τους είπε: «Καθώς απέσταλκε με ο Πατήρ, κάγω πέμπω υμάς»(Ιω. κ’ 21) και, αφού τους εμφύσησε, συνέχισε: «Λάβετε Πνεύμα άγιον. Αν τίνων αφήτε τας αμαρτίας, αφίενται αυτοίς· αν τίνων κρατήτε, κεκράτηνται» (Ιω. κ’. 21-23). Την εξουσίαν αυτήν της αφέσεως των αμαρτιών οι άγιοι Απόστολοι παρέδωσαν στους διαδόχους τους και αυτοί στην συνέχεια την παραδίδουν στους Ορθοδόξους εξομολόγους ιερείς και θα την παραδίδουν μέχρι την συντέλεια των αιώνων.



Η προαίρεση του ανθρώπου που αναφέραμε είναι δύναμη και της ψυχής που δεσπόζει του σώματος και του σώματος που ακολουθεί την ψυχή. Γι’ αυτό και η ψυχή και το σώμα άμα σφάλλουν, θα καταδικασθούν στην αιώνια κόλαση. Στο σύμβολο της πίστεώς μας λέμε ότι προσδοκούμε ανάσταση νεκρών, όπου οι αμαρτωλοί θα πορευθούν στο πυρ το αιώνιο, το «ητοιμασμένον τω διαβόλω και τοις αγγέλοις αυτού»(Ματθ. κε’, 42) και οι δίκαιοι θα κληρονομήσουν την «ητοιμασμένην βασιλείαν από καταβολής κόσμου» (Ματθ. κε’, 34). Δεν χωρούν, λοιπόν, προφάσεις· όπου θέλουμε πηγαίνουμε. Είτε στην ατελεύτητη χαρά και ζωή, είτε στην αιώνια θλίψη και κόλαση. Η προαίρεση συναρτάται με την κρίση που διαθέτει ο άνθρωπος. Όλοι οι άνθρωποι είναι όντα λογικά. Η λογική γεννά κρίση και η κρίση γέννα το συμφέρον του καθενός, Προαίρεση έχουν όλοι· και αυτά τα νήπια έχουν προαίρεση. Γι’ αυτό, όταν βλέπουν τους γονείς τους, τρέχουν με χαρά κοντά του, ενώ όταν βλέπουν άγνωστους, φεύγουν και κλαίουν.



Διμηνιαίο περιοδικό «Μοναχική Έκφραση», τ. 49, Ιερά Μονής Αγίου Νεκταρίου, Τρίκορφο Δωρίδος, Ιούνιος-Ιούλιος-Αύγουστος 2012

Άγιος Πασχάσιος

 Ο Άγιος Πασχάσιος έζησε τον 5ο και 6ο αιώνα μ.Χ. και ήταν διάκονος της Εκκλησίας της Ρώμης. Συνέγραψε πολλά θεολογικά έργα, τα οποία όμως δεν διασώθηκαν. Κοιμήθηκε με ειρήνη το 512 μ.Χ. και αναφέρεται από τον Άγιο Γρηγόριο τον Διάλογο, Επίσκοπο Ρώμης (τιμάται 12 Μαρτίου).


Άγιος Ιερόθεος ο Νέος ο Ιερομάρτυρας

 Ο Άγιος Ιερομάρτυς Ιερόθεος ο Νέος, Επίσκοπος Νικόλσκ, γεννήθηκε περί το 1891 μ.Χ. Έφθασε, ως Επίσκοπος, στο Νικόλσκ την Κυριακή των Βαΐων του 1923 μ.Χ. Εκεί διακόνησε την Εκκλησία με ένθεο ζήλο και αυταπάρνηση. Το 1927 μ.Χ. μετετέθη στην Επισκοπή Βελίκυ Ούστιουνγκ, κοντά στην περιοχή Βολογκντά. Αυτή την περίοδο αρνήθηκε να υπογράψει δήλωση του Μητροπολίτου Σεργίου περί υποταγής της Εκκλησίας στην κρατική εξουσία. Για τον λόγο αυτό οι άνδρες της μυστικής ασφαλείας, κατά την περίοδο του Σοβιετικού καθεστώτος, τον κάλεσαν για ανάκριση αρκετές φορές. Τελικά τον συνέλαβαν, ενώ είχε πάει να λειτουργήσει σε κωμόπολη της επαρχίας του. Οι άνθρωποι έκλαιγαν και φώναζαν, γιατί ένιωθαν ότι έχαναν τον πνευματικό τους πατέρα. Τό ατμόπλοιο έφθασε σύντομα στην πόλη Ούστγιουγκ. Επειδή ήταν ασθενής, τον οδήγησαν στο νοσοκομείο. Εκεί ο Άγιος Ιερόθεος κοιμήθηκε οσίως το 1928 μ.Χ. Αλλά η μνήμη του δεν εξαφανίσθηκε. Έγινε το αλάτι της ευσέβειας και ελπίδας του Ρωσικού λαού.

Άγιος Φιλόσοφος ο Ιερομάρτυρας και οι συν αυτώ Βόρις και Νικόλαος οι Μάρτυρες

 Ο Άγιος Ιερομάρτυς Φιλόσοφος (Νικολάγιεβιτς Ορνάτσκιυ) έζησε το 19ο και 20ο αιώνα μ.Χ. Το 1885 μ.Χ. τελείωσε τη θεολογική ακαδημία της Αγίας Πετρουπόλεως και νυμφεύθηκε την Ελένη Ζαοζέρκοϋ. Χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και εργάσθηκε ποιμαντικά αναπτύσσοντας ένα τεράστιο φιλανθρωπικό και ιεραποστολικό έργο. Συνδέθηκε πνευματικά με τον Πατριάρχη Τύχωνα και κατά την διάρκεια του πρώτου παγκοσμίου πολέμου στάθηκε στο πλευρό των τραυματισμένων στρατιωτών και των οικογενειών τους. Ο υιός του Νικόλαος υπηρετούσε με ανώτερο βαθμό στο 9ο τάγμα του Ρωσικού και ο υιός του Boris είχε διορισθεί ως αρχηγός της 23ης ταξιαρχίας πυροβολικού και πολέμησε ηρωικά στο αυστρο-ουγγρικό μέτωπο.


Μετά την επανάσταση του 1917 μ.Χ., ο Άγιος Ιερομάρτυς Φιλόσοφος συνελήφθη, στις 9 Αυγούστου 1918 μ.Χ., μαζί με τους υιούς του από άνδρες της κρατικής ασφάλειας, που τους μετέφεραν στις φυλακές της Κροστάνδης. Εκτελέσθηκαν διά τουφεκισμού, δίδοντας έτσι τη μαρτυρία της πίστεώς τους στον Κύριο και Θεό μας.

Αγία Πετρονίλα

 Η Αγία Μάρτυς Πετρονίλα έζησε τον 1ο ή 3ο αιώνα μ.Χ. Στο κοιμητήριο της Δομιτίλλης, στη Ρώμη, υπάρχει μία νωπογραφία, η οποία χρονολογείται από τον 4ο αιώνα μ.Χ., και στην οποία απεικονίζεται το μαρτύριο της Αγίας Πετρονίλης.


Η Αγία καταγόταν από ευγενή οικογένεια, ήταν Χριστιανή και αρνήθηκε να νυμφευθεί έναν ευγενή, ονομαζόμενο Φλάσσο, επειδή ήθελε να αφιερωθεί στο Νυμφίο της Χριστό. Για τον λόγο αυτό συνελήφθη και τελειώθηκε μαρτυρικά.


Η παράδοση θεωρεί, λόγω του ονόματός της, ότι ήταν θυγατέρα του Αποστόλου Πέτρου ή αφοσιωμένη μαθήτρια του Αποστόλου, που τον βοηθούσε στο έργο του. Όμως η παράδοση αυτή αναφέρεται σε διάφορα βιβλία των Γνωστικών του 6ου αιώνος μ.Χ. και οι περισσότεροι μελετητές - αγιολόγοι δεν αποδέχονται την άποψη αυτή.

Άγιος Μάγος

 Ο Άγιος αυτός Μάρτυς, του οποίου το όνομα δεν γνωρίζουμε, ήταν αυτός, που έδωσε διάφορα δηλητήρια στον Άγιο Ερμεία (31 Μαΐου), αλλά ο Άγιος τον έκανε με τη θεία χάρη να πιστέψει στον Χριστό και στη συνέχεια αποκεφαλίστηκε μαζί μ' αυτόν, αφού ομολόγησε την πίστη του.


Άγιος Ευστάθιος Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης

 Ο Άγιος Ευστάθιος είναι άγνωστος στους Συναξαριστές και τα Μηναία. Η μνήμη του αναφέρεται στο Κώδικα 426 του Αγιοταφικού Μετοχίου (βλέπε Γεδεών, Βυζαντινόν Εορτολόγιο, σελ. 109). Κατ' αυτό, ο Άγιος ήταν πρωτοπρεσβύτερος του παλατιού και ανήλθε στον πατριαρχικό θρόνο το 1019 μ.Χ. και διαδέχθηκε τον θανόντα Πατριάρχη Σέργιο Β' (999 - 1019 μ.Χ.). Αφού ποίμανε την Εκκλησία θεοφιλώς, κοιμήθηκε με ειρήνη, το Νοέμβριο ή Δεκέμβριο του 1025 μ.Χ.

Άγιοι Ευσέβιος και Χαράλαμπος

 Οι Άγιοι Μάρτυρες Ευσέβιος και Χαράλαμπος κατάγονταν από τη Νικομήδεια και είναι άγνωστο πότε μαρτύρησαν. Επειδή ήταν Χριστιανοί συνελήφθησαν και, αρνούμενοι να θυσιάσουν στα είδωλα, υπέστησαν μαζί με τους Αγίους Μάρτυρες Ρωμανό, Τελέτιο ή Μελέτιο και Χριστίνα (τιμούνται 30 Μαΐου), τον επί της πυράς μαρτυρικό θάνατο.

Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

Άγιος Ερμείας

 Ο Άγιος Μάρτυς Ερμείας, ζούσε στα Κόμανα της Καππαδοκίας την εποχή του αυτοκράτορα των Ρωμαίων Αντωνίνου Πίου. Είχε από νεαρή ηλικία ενταχθεί στα στρατεύματα του Καίσαρα και γρήγορα ξεχώρισε για την γενναιότητα, την ανδρεία και το αγωνιστικό του φρόνημα, τα οποία αντλούσε από την πίστη του στον Ιησού Χριστό.


Την περίοδο της βασιλείας του Μάρκου Αυρήλιου (138 - 161 μ.Χ.) ξέσπασε μεγάλος διωγμός κατά των χριστιανών, μεταξύ δε των πρώτων που συνέλαβαν, ήταν και ο Ερμείας, αγνοώντας και τις μεγάλες του υπηρεσίες στην πατρίδα αλλά και τα σεβάσμια γηρατειά του. Οδηγήθηκε μπροστά στο Δούκα Σεβαστιανό, ο οποίος τον διέταξε να θυσιάσει τα είδωλα. Ο Άγιος όμως ακλόνητος και ακατάβλητος, αρνήθηκε να προδώσει τον Κύριό του και να θυσιάσει στα μιαρά ειδωλολατρικά ξόανα. Με τη γλυκύτητα δε πού τον διέκρινε, απάντησε στις προτροπές των τυράννων: «Θα ήταν πολύ ανόητο σεβαστέ άρχοντά μου να αφήσω το φως και να προτιμήσω το σκοτάδι, να εγκαταλείψω την αλήθεια και να ασπασθώ το ψέμα, να παραιτηθώ από τη ζωή και να προτιμήσω το θάνατο. Θα ήταν λοιπόν παράλογο στο τέλος της ζωής μου να χάσω αυτά τα πολύτιμα αγαθά».


Τότε εξοργισμένος ο άρχοντας, διέταξε, αφού τον βασανίσουν σκληρά, να τον ρίξουν στην πυρά. Με την επέμβαση όμως και τη χάρη του Θεού, ο Άγιος εξήλθε σώος και αβλαβής από όλα τα φρικτά βασανιστήρια. Τελικά τον αποκεφάλισαν χαρίζοντας του το στέφανο της δόξας το 160 μ.Χ.


Ἀπολυτίκιον  

Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Χριστῷ στρατευσάμενος, τῷ Βασιλεῖ τοῦ παντός, γενναίως διέκοψας, τὰς παρατάξεις ἐχθρῶν. Ἑρμεία πανένδοξε· σὺ γὰρ ἐγκαρτερήσας, πολυτρόποις αἰκίαις, ἤθλησας ἐν τῷ γήρᾳ, ὡς τοῦ Λόγου ὁπλίτης· ὧ πρέσβευε Ἀθλοφόρε, σώζεσθαι ἅπαντας.


Έτερον Ἀπολυτίκιον

Ἦχος δ´

Ὁ Μάρτυς σου Κύριε, ἐν τῇ ἀθλήσει αὐτοῦ, τὸ στέφος ἐκομίσατο τῆς ἀφθαρσίας, ἐκ σοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν· ἔχων γὰρ τὴν ἰσχύν σου, τοὺς τυράννους καθεῖλεν ἔθραυσε καὶ δαιμόνων τὰ ἀνίσχυρα θράση. Αὐτοῦ ταῖς ἱκεσίαις Χριστὲ ὁ Θεός, σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.


Κοντάκιον

Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.

Τοῦ Χριστοῦ τὸ ὄνομα, ὁμολογήσας εὐτόνως, καὶ σφοδρῶν κολάσεων, ὑπενεγκὼν τὰς ὀδύνας, ᾔσχυνας, τῶν παρανόμων τὰς ἐπινοίας· ἔδειξας, τῆς εὐσεβείας πᾶσι τὸ κράτος· διὰ τοῦτό σε Ἑρμεία, ὁ Ἀθλοθέτης Λόγος ἐδόξασε.


Μεγαλυνάριον

Ὄπλοις ἀληθείας περιφραχθείς, κάθεῖλες τοῦ ψεύδους, Ἀθλοφόρε τὸν εὑρετήν, ἐν γήρᾳ νεάζον, ψυχῆς φρόνημα φέρων, καὶ ἤθλησας νομίμως, Ἑρμεία ἔνδοξε.

Κυριακή 30 Μαΐου 2021

Δοξαστικό Κυριακής της Σαμαρείτιδος

Τό Εὐαγγέλιο στά ἔθνη!

 1. Οἱ κρυμμένες εὐεργεσίες


Ἡ σημερινὴ ἀποστολικὴ περικοπὴ μᾶς μεταφέρει στὰ Ἱεροσόλυμα, στὴν πρώτη χριστιανικὴ Ἐκκλησία καὶ στὸν σφοδρὸ διωγμὸ ποὺ εἶχε ἐξαπολυθεῖ ἐναντίον της ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους. Ὁ διάκονος Στέφανος εἶχε λιθοβοληθεῖ καὶ πολλοὶ Ἀπόστολοι φυλακίσθηκαν καὶ ὑπέστησαν φοβερὰ μαρτύρια.


Ὁ διωγμὸς αὐτὸς ὅμως, ἐνῶ θὰ περίμενε κανεὶς νὰ κλονίσει τὴν πρώτη Ἐκκλησία, ἔφερε θαυμαστὴ ἄνθηση στὸ κήρυγμά της. Πολλοὶ Χριστιανοὶ γιὰ νὰ ἀποφύγουν τὰ μαρτύρια, ἔφυγαν ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα καὶ διασκορπίσθηκαν σὲ διάφορες πόλεις, ὅπως στὴ Φοινίκη, στὴν Κύπρο καὶ στὴν Ἀντιόχεια. Ὅπου βρίσκονταν, διέδιδαν τὴ χριστιανικὴ πίστη στοὺς Ἰουδαίους ποὺ συναντοῦσαν καὶ τὸ κήρυγμά τους εἶχε ἐξαιρετικὰ ἀποτελέσματα. Πολλοὶ Ἰουδαῖοι πίστευαν στὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ βαπτίζονταν.


Θαυμαστὸ πράγματι γεγονός! Ἕνας μανιώδης διωγμὸς κατὰ τῶν Χριστιανῶν γίνεται ἀφορμὴ νὰ κηρυχθεῖ τὸ Εὐαγγέλιο καὶ ἐκτὸς τῶν συνόρων τῆς Ἰουδαίας καὶ ἀντὶ νὰ διασπάσει τὴν Ἐκκλησία, ἀντιθέτως τὴν εὐεργετεῖ καὶ ἐξαπλώνει τὸ κήρυγμά της!


Κάτι ἀνάλογο συμβαίνει κάποτε καὶ στὸν καθένα μας. Διότι πίσω ἀπὸ γεγονότα ποὺ ὁδηγοῦν σὲ ἀδιέξοδα καὶ ἀποτυχίες κρύβεται τὸ πάνσοφο σχέδιο τοῦ Θεοῦ. Τότε ὁ Κύριος εἶναι ἀκόμη πιὸ κοντά μας καὶ ἑτοιμάζει μεγάλες καὶ θαυμαστὲς εὐεργεσίες γιὰ τὸν καθένα μας.


2. Ἀφοσιωμένοι στὸν Κύριο


Τὰ εὐχάριστα αὐτὰ γεγονότα χαροποίησαν πολὺ τὴν Ἐκκλησία τῶν Ἱεροσολύμων, ποὺ ἀπεφάσισε νὰ στείλει στὴν Ἀντιόχεια τὸν ἀπόστολο Βαρνάβα γιὰ νὰ ἐνισχύσει τοὺς ἐκεῖ Χριστιανούς. Πράγματι, ὁ Ἀπόστολος ἀφοῦ μετέβη στὴν Ἀντιόχεια καὶ διεπίστωσε ὅλα αὐτὰ τὰ θαυμαστὰ γεγονότα ποὺ ἐνεργοῦσε ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, εὐχαριστήθηκε πολὺ καὶ προέτρεψε τοὺς πιστοὺς νὰ μένουν ἀφοσιωμένοι καὶ προσηλωμένοι στὸν Κύριο μὲ ὅλη τὴ δύναμη τῆς ψυχῆς τους. «Παρεκάλει πάντας τῇ προθέσει τῆς καρδίας προσμένειν τῷ Κυρίῳ», ὅπως σημειώνει τὸ ἱερὸ κείμενο.


Εἶναι διδακτικότατη καὶ γιὰ μᾶς ἡ θεοφώτιστη προτροπὴ τοῦ Ἀποστόλου. Ὁ Κύριός μας δὲν εὐαρεστεῖται σὲ τυπολατρικὴ πνευ­ματικὴ ζωή, συμβιβασμένη μὲ τὶς συν­ήθειες τοῦ κόσμου, ἀλλὰ μᾶς καλεῖ νὰ Τὸν ἀκολουθοῦμε μὲ ὅλη τὴ διάθεση καὶ τὴ φλό­γα τῆς ψυχῆς μας· «τῇ προθέσει τῆς καρ­δίας». Ζη­τᾶ τὸ τέλειο δόσιμο τῆς καρδιᾶς μας ὁ Χριστός. «Δός μοι, υἱέ, σὴν καρδίαν, οἱ δὲ σοὶ ὀφθαλμοὶ ἐμὰς ὁδοὺς τηρείτωσαν» (Παρ. κγ΄ 26). Δῶσε μου, χάρισέ μου, παιδί μου, τὴν καρδιά σου, ὁλόκληρο τὸν ἑαυτό σου, ὥστε νὰ κατοικήσω μέσα σου.


Ἀλήθεια, ἡ δική μας καρδιὰ ποῦ στρέφεται; Τί ἐπιθυμεῖ; Τὴν προσφέρουμε ὁλοκληρωτικὰ στὸν Κύριο ἢ ἀρκούμαστε σὲ μία χλιαρὴ καὶ ἐπιφανειακὴ σχέση μαζί Του; Ἂν γνωρίζαμε τὸ πλήρωμα καὶ τὴ χαρὰ ποὺ θὰ νιώθαμε ἀπὸ τὴ σχέση μας μὲ τὸν Χριστό, δὲν θὰ προκρίναμε καμιὰ ἄλλη ἀγάπη καὶ ἐπιδίωξη ἀπὸ τὴ δική Του ἀγάπη. Δὲν θὰ μᾶς εἵλκυε ἡ ματαιότητα τοῦ κόσμου.


3. Ἡ ταυτότητά μας


Στὴ συνέχεια, τὸ ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα μᾶς ἀναφέρει μιὰ λεπτομέρεια ποὺ ἔχει μεγάλη σημασία: «Ἐγένετο χρηματίσαι πρῶτον ἐν Ἀντιοχείᾳ τοὺς μαθητὰς Χριστιανούς». Γιὰ πρώτη φορὰ δηλαδή, στὴν Ἀντιόχεια, ὀνομάστηκαν Χριστιανοὶ οἱ μαθητὲς τοῦ Κυρίου.


Στὴν ἀρχή, μάλιστα, οἱ εἰδωλολάτρες χρησιμοποιοῦσαν τὸν χαρακτηρισμὸν αὐ­τὸν εἰρωνικά, μὲ διάθεση νὰ χλευάσουν τοὺς πιστούς. Οἱ Χριστιανοὶ ὅμως θεωροῦσαν τιμὴ καὶ καύχημά τους νὰ ἔχουν αὐτὸ τὸ σπουδαῖο ὄνομα. Γι᾿ αὐτὸ καὶ πολλοὶ Μάρτυρες μέσα στὴν ἱστορία, στὶς ἐρωτήσεις τῶν ἀνακριτῶν ἔδιναν μία, σταθερὴ καὶ ξεκάθαρη ἀπάντηση: «Χριστιανός εἰμι!» Αὐτὸ εἶναι τὸ ὄνομά μου, τὸ ἐπάγγελμά μου, ἡ καταγωγή μου. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀληθινή μου ταυτότητα.


Ἂς ἀναρωτηθοῦμε τώρα κι ἐμεῖς: Μποροῦμε νὰ ἀποδώσουμε στὸν ἑαυτό μας τὸ τιμητικὸ αὐτὸ ὄνομα; Νὰ μὴ λεγόμαστε τυπικὰ Χριστιανοί, ἐπειδὴ οἱ περισσότεροι γεννηθήκαμε στὴν Ἑλλάδα καὶ μᾶς βάπτισαν ὅταν ἤμασταν βρέφη, ἀλλὰ νὰ τὸ ἀποδεικνύει ἡ ζωή μας; Μπορεῖ ἡ ἰδιότητα τοῦ Χριστιανοῦ, τὴν ὁποία ἔφεραν ὡς παράσημό τους οἱ Ἅγιοί μας, νὰ ἀποτελέσει καὶ γιὰ ἐμᾶς ταυτότητα, ἢ μήπως μᾶς παρασύρει τὸ ἀντίχριστο ρεῦμα ποὺ ἔχει πλημμυρίσει τὴν Ὀρθόδοξη πατρίδα μας σήμερα, θέλοντας νὰ ἀφανίσει τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων; Οἱ πράξεις καὶ οἱ ἐπιθυμίες μας θὰ δώσουν τὴν ἀπάν­τηση.

Μία μοναδική συνάντηση!

 1. ΤΟ Α­ΘΑ­ΝΑ­ΤΟ ΝΕ­ΡΟ


Ὁ Κύ­ρι­ός μας ἔ­πει­τα ἀ­πό με­γά­λη ὁ­δοι­πο­ρί­α φθά­νει κα­τά­κο­πος μέ­σ’­τό κα­τα­με­σή­με­ρο κοντά στήν πό­λι τῆς Σαμα­ρείας Συ­χάρ. Καθώς οἱ μα­θη­ταί φεύ­γουν στήν πό­­­λι γι­ά νά ἀ­γο­ρά­σουν τρό­φι­μα, ὁ Κύ­ρι­ος κά­θε­ται μό­νος του πλά­ϊ σ’ ἕ­να πη­γά­δι πού πρίν ἀ­πό αἰ­ῶ­νες εἶ­χε ἀ­νοί­ξει ὁ Ἰ­α­κώβ. Σέ λί­γο ἡ ἀ­πό­λυ­τη ἡ­συ­χί­α δι­α­κό­πτε­ται κα­­­θώς πλη­σι­ά­ζει ἐ­κεῖ μι­ά γυ­ναῖ­κα Σα­μα­ρεί­τι­δα μέ τή στά­μνα της γι­ά νά πά­ρῃ νε­ρό. Ξα­φνι­ά­ζε­ται κυ­ρι­ο­λε­κτι­κά ὅ­ταν ἀ­κού­ῃ τόν Κύ­ρι­ο νά τῆς ζη­τᾷ λί­γο νε­ρό γιά νά πι­ῇ· γι’ αὐ­τό καί ἀ­μή­χα­νη τόν ρω­τᾶ μέ ἀ­πο­ρί­α:  


– Πῶς ἐ­σύ ἕ­νας Ἰ­ου­δαῖ­ος ζη­τᾶς ἀ­πό ἐμέ­να, μι­ά Σα­μα­ρεί­τι­δα νά σοῦ δώ­σω νε­ρό; (Δι­ό­τι οἱ Ἑ­βραῖ­οι καί οἱ Σα­­μα­ρεῖ­τες εἶ­χαν με­γά­λη ἔ­χθρα με­τα­ξύ τους­).


– Ἐ­άν γνώ­ρι­ζες, ἀ­πα­ντᾶ ὁ Κύ­ρι­ος, τήν δω­ρε­ά τοῦ Θε­οῦ καί ποι­ός σοῦ ζη­τᾶ νε­ρό, ἐ­σύ θά μοῦ ζη­τοῦ­σες νά σοῦ δώ­σω νε­ρό τρε­χού­με­νο πού δέν στε­ρεύ­ει πο­τέ.


– Κύ­ρι­ε, λέ­γει ἔκ­πλη­κτη ἡ Σα­μα­ρεί­τι­δα, ἐ­σύ οὔ­τε δο­χεῖ­ο ἔ­χεις καί τό πη­γά­δι εἶ­ναι βα­θύ. Ἀ­πό ποῦ λοι­πόν ἔ­χεις τό τρε­χού­με­νο νε­ρό; Καί ἡ ἀ­πά­ντη­σι τοῦ Χρι­στοῦ μας ἀ­κα­τα­νό­η­τη καί συ­γκλο­νι­στι­κή: Κά­θε ἄν­θρω­πος πού πί­νει ἀ­π’ τό νε­ρό αὐτό τοῦ πῆ­γα­δι­οῦ, θά δι­ψά­σῃ καί πά­λι. Ἐ­κεῖ­νος ὅ­μως πού θά πι­ῇ ἀ­πό τό νε­ρό πού ἐ­γώ θά τοῦ δώ­σω, δέν θά δι­ψά­σῃ πο­τέ, ἀλ­λά τό νε­ρό αὐ­τό θά γί­νῃ μέ­σα του πη­γή ὕδατος πού θά ἀναβλύζῃ δι­αρ­κῶς καί θά τοῦ με­τα­δί­δῃ αἰ­ώ­νι­ο ζω­ή.


Καί ἡ γυ­ναῖ­κα μέ λα­χτά­ρα τοῦ λέ­γει: – Δός μου Κύ­ρι­ε, ἀ­π’ αὐ­τό τό νε­ρό, γι­ά νά μήν δι­ψῶ πλέ­ον καί νά μήν ἀ­να­γκά­ζο­μαι νά ἔρ­χω­μαι ἐ­δῶ γι­ά νά βγά­ζω νε­ρό.


Ἡ κρί­σι­μη στι­γμή λοι­πόν ἔ­χει φθά­σει καί ὁ Κύ­ρι­ος μέ μί­α ἀ­προσδόκητη προτροπή ξυ­πνᾶ τή ναρ­κω­μέ­νη συ­νεί­δη­σί της: – Πή­γαι­νε, τῆς λέ­γει, στόν ἄν­δρα σου κι ἐ­λᾶ­τε μα­ζί γι­ά πά­ρε­τε αὐ­τό τό νε­ρό. Ἡ γυ­ναῖ­κα τώ­ρα ἀ­μή­χα­νη ἀρ­χί­ζει νά κα­τα­λα­βαί­νῃ πώς ὁ Κύ­ρι­ος κι­νεῖ­ται στούς μυστικούς κό­σμους τῆς ζω­ῆς της γι’ αὐ­τό καί προ­σπα­θεῖ νά ξε­φύ­γῃ. – Δέν ἔ­χω ἄν­δρα, ἀ­πα­ντᾷ.


– Κα­λά εἶ­πες πώς δέν ἔ­χεις ἄν­δρα, ἐπιβεβαιώνει ὁ Κύ­­­ρι­ος. Δι­ό­τι ἕ­ως τώ­ρα πέ­ντε ἄν­δρες εἶ­χες, ἀλ­λά καί αὐτόν πού τώρα ἔχεις δέν εἶναι νό­μι­μος σύ­ζυ­γός σου. Εἶ­ναι ἀ­λή­θει­α αὐ­τό πού εἶ­πες.


ΑΣ ΔΙΑΚΟΨΟΥΜΕ ὅμως ἐδῶ γιά λίγο τήν εὐαγ­γε­λι­κή διήγησι, γιά νά ἐπικεντρώσουμε τήν προσοχή μας σέ μία μεγάλη ἀλήθεια, πού ἀνέπτυξε ὁ Κύριος πρός τήν Σαμα­ρεί­τιδα καί πρός ὅλους ἐμᾶς· ὅτι ὁ Κύ­ριος χα­ρί­ζει στούς πι­στούς του νερό ἀθάνατο πού δέν στε­ρεύ­ει ποτέ, πού ξεδιψᾶ γιά πά­ντα, πού με­τα­δί­δῃ ζω­ή αἰ­ώ­νι­ο. Δέν πρόκειται βέβαια γιά τό ἀθάνατο νερό τῶν πα­ρα­μυθιῶν καί τῶν θρύλων. Ἀλλά γιά κάτι ἀληθινό, γνή­σιο καί ὑπερφυσικό. Τό ἀθά­νατο νερό τῆς ζωῆς πού μόνον ὁ Θεός μᾶς προ­­σ­φέ­ρει, μᾶς ἐξηγοῦν οἱ ἱεροί Πα­τέ­ρες, εἶναι ἡ Χά­ρις ἡ ἀκατάβλητη τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος. Εἶναι τά νά­μα­τα νέας ζωῆς πού πλη­μ­­μυ­ρίζουν τήν ψυχή μας ἰδιαιτέρως ὅταν προ­σ­ερχόμαστε στά ζω­ο­πά­ροχα μυστήρια τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας καί κυρίως στήν Ἱερά Ἐξομολόγησι καί τή Θεία Κοινωνία.


Ὅμως ἐδῶ θά πρέπει νά προσέξουμε κάτι πολύ ση­μα­ντι­κό γιά τό θέμα μας. Ὁ Κύριος δέν προσφέρει αὐ­τό τό νε­ρό στήν Σαμαρείτιδα, ἀκόμη καί ὅταν αὐτή μέ πόθο τό ζητᾷ. Ἀλλά πρῶτα τῆς λέγει νά φωνάξῃ τόν ἄν­δρα της, τήν βοη­θᾷ δηλαδή νά ἔλθῃ πρῶτα σέ συ­ν­αί­­σθη­σι τῆς ἁ­μαρ­τωλό­τητός της. Καί μᾶς διδάκει ἔτσι ὁ Κύριός μας πώς δέν προ­σφέρει τό νερό αὐτό τῆς ζω­ῆς ἀμέσως, ἀκόμη καί ὅταν τοῦ τό ζη­τή­σου­με, ἀλλά θέ­λει πρῶτα νά ἀπο­κτή­σου­με ἐπί­γνω­σι τῆς ἁ­μα­ρ­­τω­­λό­­τητος καί ἀναξιότητός μας­· καί ταυ­τό­χρο­να νά ἐ­κτι­μήσουμε τό μεγα­λεῖ­ο τῆς θείας δωρεᾶς. Ἀλ­λι­ῶς κιν­δυ­νεύ­ουμε νά μέ­νου­με γιά πάντα δι­ψα­σμέ­νοι καί ἄ­δει­οι, ἐ­νῶ γύρω μας τόσοι ἄλλοι θά ξεδιψοῦν ἀπό τό νερό αὐ­­τό τῆς ἀθανασίας· ὅπως τό ἔ­κα­νε καί ἡ Σα­μα­ρείτιδα στή συνέχεια τῆς ζωῆς της.


2. ΦΤΕΡΑ ΣΤΑ ΠΟΔΙΑ


Ἡ Σα­μα­ρεί­τι­δα λοιπόν ἔκ­πλη­κτη μπρο­στά στίς συ­ν­τα­­ρα­κτι­κές αὐ­τές ἀ­πο­κα­λύ­ψεις τοῦ Χριστοῦ δι­αι­σθά­νε­ται ὅ­τι δέν ἔ­χει ἐ­μ­πρός της ἕ­ναν τυ­χαῖ­ο ἄν­θρω­πο. Γι’ αὐ­τό καί ὁ­μο­λο­γεῖ συ­γκλο­νι­σμέ­νη: Κύ­ρι­ε, κα­τα­λα­βαί­νω ὅ­τι εἶ­σαι προ­­φή­της. Πές μου, λοι­πόν, ποῦ εἶ­ναι σω­στό νά λα­τρεύ­­ῃ κα­νείς τόν Θε­ό, ἐ­δῶ στό ὄ­ρος Γα­ρι­ζείν, ὅ­πως τόν λα­τρεύ­ουν οἱ πα­τέ­ρες μας Σα­μα­ρεῖ­τες, ἤ στά Ἱ­ε­ρο­σό­λυ­μα, ὅ­πως λέ­τε ἐ­σεῖς οἱ Ἰ­ου­δαῖ­οι;


– Πί­στε­ψέ με, τῆς ἀ­πο­κρί­νε­ται ὁ Κύ­ρι­ος, φθά­νει μι­ά νέ­α ἐ­πο­χή, πού οὔ­τε στό ὄ­ρος Γα­ρι­ζείν οὔ­τε στά Ἱ­ε­ρο­σό­λυ­μα, θά λα­τρεύ­ε­τε ἀ­πο­κλει­στι­κά τόν Θε­ό. Δι­ό­τι ὁ Θε­ός εἶ­ναι πνεῦ­μα, καί αὐ­τοί πού τόν λα­τρεύ­ουν θά πρέ­πει νά τόν κά­νουν αὐ­τό «ἐν πνεύ­μα­τι καί ἀ­λη­θεί­ᾳ» μέ ἀ­φο­σί­ω­σι ψυ­χῆς καί ἐ­πί­γνω­σι.


Ἡ Σα­μα­ρεί­τι­δα τώ­ρα ἔ­χο­ντας πλέ­ον σα­γη­νευ­θῆ ἀ­πό τά φο­βε­ρά καί πα­ρά­ξε­να λό­γι­α τοῦ Κυ­ρί­ου λέ­γει:


– Γνω­ρί­ζω Κύ­ρι­ε, ὅ­τι ἔρ­χε­ται ὁ Μεσ­σί­ας, ὁ Χρι­στός, ὁ ὁ­ποῖ­ος θά μᾶς τά ἐ­ξη­γή­σῃ ὅ­λα.


«Ἐ­γώ εἰ­μί, ὁ λα­λῶν σοι». Ἐ­γώ εἶ­μαι ὁ Μεσ­σί­ας πού πε­­ρι­μέ­νεις, τῆς ἀ­πο­κα­λύ­πτει ὁ Κύ­ρι­ος.


Ἐ­κεί­νη ὅ­μως τή στι­γμή ὁ δι­ά­λο­γος δι­α­κό­πτε­ται, δι­ό­τι ἔ­φθα­σαν οἱ μα­θη­ταί, οἱ ὁ­ποῖ­οι ἐ­ξε­πλά­γη­σαν βλέ­πο­ν­τας τόν Κύ­ρι­ο νά συ­νο­μι­λῇ μέ μί­α γυ­ναῖ­κα, κάτι πού οἱ ραβ­βί­νοι ἀ­πό πε­ρι­φρό­νη­σι ἐ­πι­με­λῶς τό ἀ­πέ­φευ­γαν.


Ἡ Σα­μα­ρεί­τι­δα ὅ­μως κα­τα­γο­η­τευ­μέ­νη ἀ­πό τή συ­ν­αρ­­πα­στι­κή αὐ­τή συ­νο­μι­λί­α της, ἄ­φη­σε τή στά­μνα της ἐ­κεῖ στό πη­γά­δι καί ἄρ­χι­σε νά τρέ­χῃ στήν πό­λι καί νά φω­νά­ζοντας στούς συ­μπο­λί­τες της. – Ἐ­λᾶ­τε νά δῆ­τε ἕ­ναν ἄν­θρω­πο μο­να­δι­κό, πού ξέ­ρει ὅ­λα τά μυ­στι­κά τῆς ζω­ῆς μου, μήπως εἶ­ναι αὐ­τός ὁ Μεσ­σί­ας;..


Σέ λίγο ἄρ­χι­σαν νά κα­τα­φθά­νουν οἱ κά­τοι­κοι τῆς πό­­λε­ως ἐκεῖ στό πηγάδι γι­ά νά δοῦν τόν Κύ­ρι­ο. Τό­σο μά­­­λι­στα ἐν­θου­σι­ά­στη­καν ἀ­πό τή δι­δα­σκα­λί­α του, ὥ­στε τοῦ ζή­τη­σαν μέ θέρ­μη καί ἔ­μει­νε στήν πό­λι τους δύ­ο ἡ­μέ­ρες. Ἔ­λε­γαν μά­λι­στα στήν γυ­ναῖ­κα ὅ­τι τώ­ρα δέν πι­στεύ­ου­με μό­νον ἐ­πει­δή ἐ­σύ μᾶς μί­λη­σες γι’ Αὐ­τόν ἀλ­λά ἐ­πει­δή οἱ ἴδιοι δι­α­πι­στώ­σα­με ὅ­τι αὐ­τός εἶ­ναι ὁ Σω­τήρ τοῦ κό­σμου, ὁ Χρι­στός.  


***


ΜΟΝΑΔΙΚΗ ἦταν πραγματικά ἡ συνάντησι τῆς Σα­μαρεί­τι­δος μέ τόν Κύριο ἐκεῖνο τό καταμεσήμερο στό πηγάδι τῆς Συχάρ. Ἀλλά καί ἀποφασιστική γιά τή ζωή της. Πῶς ἄλλα­ξαν ὅλα μέσα σέ λίγες στιγμές! Συ­ν­ά­ν­τη­σε τόν Κύριο, ἀντί­κρυ­σε τήν θεϊκή του μορφή, γο­η­τεύ­τηκε ἀπό τά ὑπέροχα λό­για του, ἄκουσε τίς φο­βε­ρές του ἀποκαλύψεις, αἰσθάν­θηκε ὅτι ἔχει μπροστά της τόν Μεσσία. Τίποτε πλέον δέν μπο­ρεῖ νά τήν συ­γ­κρα­τήσῃ. Ὁ Χριστός ἔβαλε φωτιά στήν ψυ­χή της κι αὐ­τή φτερά στά πόδια της. Δέν σκέφτεται πλέ­­ον οὔτε τή στά­μνα της, οὔτε τήν προ­η­γού­μενη ἁμαρτωλή ζωή της. Αὐ­­τή ἕνα μό­νο ζεῖ, ἕνα μό­νο τήν συγκλονίζει: Εἶδε τόν Μεσσία. Καί θέλει νά τό πῇ αὐτό σ’ ὅλους τούς συμ­πο­λῖ­τες της, σ’ ὅλο τόν κόσμο. Κι ἀλλάζει ζωή. Γί­νεται πλέον ἡ Ἁ­γί­α Φω­­τει­νή ἡ ἰσα­πό­στο­λος. Καί, ὅ­πως μᾶς λέει ἡ παρά­δο­σι, κη­ρύτ­τει τόν λα­τρευτό της Κύ­ριο στά πέρα­τα τοῦ κό­σμου· φθά­νει μέ­χρι τήν Ἀ­φρι­κή καί τή Ρώμη. Καί γι’ Αὐ­τόν θυ­σι­ά­ζει ἀκόμη καί τή ζωή της μαζί μέ τίς πέ­ν­τε ἀδελφές της καί τούς δύ­ο γι­ούς της.


Σέ κάποιο ἄλλο πνευματικό πηγάδι κι ἐμεῖς ἀ­σφα­λῶς αἰ­σθα­νθήκαμε τή παρουσία τοῦ Κυρίου στή ζωή μας, γευθή­καμε τήν ἀγάπη του, μᾶς συνεπῆρε ἡ μορ­φή του. Ἄς ἀφή­σουμε λοιπόν κι ἐμεῖς τίς στάμνες τῶν βιοτικῶν μας μερι­μνῶν κι ἄς τρέξουμε στούς γύρω μας νά ἐκδηλώσουμε τήν ἀμέτρητη χα­ρά μας γι’ αὐτό τό θαῦμα πού ζήσαμε, γιά τήν ὑπέροχη ζωή πού ζοῦμε κοντά στόν Χριστό μας. Ἡ Ἁγία Φωτεινή μᾶς δίνει τό παράδειγμα. Οἱ διψασμένοι ἀμέτρητοι γύρω μας…

Αληθινοί Προσκυνητές του Θεού- ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΔΟΣ

 Ιωήλ Φραγκάκος (Μητροπολίτης Εδέσσης, Πέλλης και Αλμωπίας)



«Προσκυνήσουσι τω Πατρί εν πνεύματι και αληθείᾳ»

 Υπήρχε μία διαμάχη μεταξύ Ιουδαίων και Σαμαρειτών. Δεν ήταν συγγενείς λαοί. Η Σαμάρεια ήταν εξ’ ολοκλήρου ξένη περιοχή με τον εθνικό βίο του Ισραήλ. Οι Σαμαρείτες πήραν το όνομά τους από το όρος Σομόρ. Τον αληθινό Θεό τον θεωρούσαν τοπικό θεό, ενώ παράλληλα πίστευαν και σε άλλους ειδωλολατρικούς θεούς. Οι Ισραηλίτες απέφευγαν με αποστροφή τους Σαμαρείτες και οι ραββινικές εντολές ήταν να μην έχουν οι Ιουδαίοι ουδεμία σχέση με τους κατοίκους της Σαμάρειας. Στην περιοχή αυτή σταμάτησε ο Χριστός να ξεκουρασθεί και πιο ειδικά στην πόλη Συχάρ κοντά στην πηγή του Ιακώβ. Στο χώρο έκανε διάλογο με μία γυναίκα Σαμαρείτιδα.


Ο διάλογος του Χριστού με τη Σαμαρείτιδα

Η Σαμαρείτιδα από τις ερωτήσεις και την έκπληξη που δοκίμασε από τα λόγια του Χριστού, φαίνεται πως ήταν μία απλοική γυναίκα, αγράμματη και αμαθής. Ακόμη φαίνεται πως δεν είχε και καλή βιοτή. Παρ’ όλα αυτά, όπως λέγει ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας, ήταν άνθρωπος που επιθυμούσε να μάθει την τελειότερη γνώση για το θεό. Μεταξύ άλλων ο Κύριος έθιξε το θέμα της λατρείας του Θεού. Βέβαια τόνισε πως ο Σαμαρειτικός τρόπος λατρείας του θεού είναι σφαλερός, ενώ ο Ιουδαϊκός ο ορθός. Οι Ιουδαίοι και οι Σαμαρείτες νόμιζαν πως με τα θυμιάματα, τις θυσίες, τις περιτομές, το Ναό η το όρος Γαρειζίν, τους σωματικούς καθαρμούς κ. α. ευαρεστούν το θεό. Έρχεται ο Κύριος και λέγει πως ο θεός είναι Πνεύμα, δηλαδή άϋλος και οι προσκυνητές πρέπει να Τον λατρεύουν πνευματικά. Ο θεός δεν θεραπεύεται με την ύλη, γι’ αυτό και ανάλογη είναι και η λατρεία στο πρόσωπό Του. Όλοι οι καθαρμοί και οι περιτομές είναι σκιές, ενώ η αλήθεια είναι η πνευματική λατρεία. Ο Ευθύμιος Ζιγαβηνός γράφει πως πνευματική λατρεία είναι η ταπεινοφροσύνη. Άλλος ερμηνευτής θα πει πως αληθινή λατρεία είναι η ορθότητα των δογμάτων και τα κατορθώματα της αρετής.


Που βρίσκεται ο Θεός;

Που είναι ο Θεός και που πρέπει να τον προσκυνούμε; Ο Θεός είναι παντού και μέσα μας. Ο θεός είναι πνεύμα και το πνεύμα «όπου θέλει πνει» (Ιωάν. 3,8). Όλος ο κόσμος πλέει μέσα στις ενέργειες του θεού. Άλλωστε το Πνεύμα του θεού «επεφέρετο επάνω του ύδατος» (Γεν. 1,2) και της αβύσσου. Ο θεός είναι «πανταχού παρών και τα πάντα πληρών». Ο Θεοφάνης ο Κεραμεύς σημειώνει πως τα λόγια που είπε ο Χριστός στη Σαμαρείτιδα για την αληθινή λατρεία του Θεού, σημαίνουν πως θα έλθει καιρός, κατά τον οποίον «οι αληθινοί προσκυνηταί ουκ εν αφωρισμένω τόπω, αλλά πανταχόθεν προσοίσουσιν την προσκύνησιν τω πανταχού παρόντι θεώ», δηλαδή οι αληθινοί προσκυνητές όχι σε κάποιον ειδικό τόπο, αλλά παντού και σ’ όλα τα μέρη της γης θα προσφέρουν την προσκύνηση στον πανταχού παρόντα θεό. Μέσα στα δύο τελειωτικά στοιχεία του ανθρώπου που είναι η πράξη και η θεωρία, θα λατρεύεται ο Θεός.


Η Σαμαρείτιδα είναι έλεγχος των ραθύμων

Εάν μια γυναίκα Σαμαρείτιδα δείχνει τόση σπουδή και τόση επιμέλεια και προθυμία για να μάθει κάτι χρήσιμο για την πνευματική της ζωή και παραμένει πλησίον του Κυρίου, αν και αγνοούσε ποιός είναι, καταλαβαίνουμε τι πρέπει να κάνουμε εμείς. Εμείς γνωρίζουμε ποιός είναι ο Ιησούς, που βρίσκεται, που προσφέρει τον εαυτό Του κ.λ.π. Πάντοτε να Τον αναζητούμε χωρίς οκνηρία. Στοιχειώδη πράγματα αγνοούμε γύρω από την πνευματική μας ζωή. Πολλοί από μας δε γνωρίζουμε ποιό θεό λατρεύουμε. Τι είναι Εκκλησία; Πως θα σωθούμε; Η μετάνοια τι χαρακτηριστικά έχει και πολλά άλλα. Η γυναίκα αυτή, αν και αμαρτωλή, είχε επιθυμία να μάθει την αληθινή λατρεία του θεού. Εμείς έχουμε το ίδιο ενδιαφέρον να μάθουμε τη διδασκαλία της Εκκλησίας μας και το Ευαγγέλιο;


Αδελφοί μου,


Εάν ενδιαφερόμαστε να μάθουμε κάτι, θα γνωρίζαμε πως η αληθινή λατρεία είναι πνευματική. «Τιμήσατε τον Θεόν πλέον της συνηθείας», γράφει ο άγιος Γρηγόριος ο θεολόγος. Δε μας σώζουν τα ευλαβή έθιμα, αλλά η ολόψυχη και με επίγνωση πνευματική λατρεία του θεού.

Σύναξη των Αγίων της Δημητριάδος

 Η εορτή καθιερώθηκε περι το 1970 μ.Χ. από τον Μακαριστό Μητροπολίτη Δημητριάδος κυρό Ηλία και η πανήγυρις επανήρχισε και πάλι το 1994 μ.Χ., με την ευλογία του Μακαριστού Αρχιεπισκόπου κυρού Χριστοδούλου και έκτοτε συνεχίζεται κατ’ έτος η τιμή προς του Αγίους που έζησαν, δίδαξαν, ασκήθηκαν και μαρτύρησαν στην περιοχή της Δημητριάδος.


Πρόκειται για τον πρώτο Επίσκοπο Δημητριάδος Άγιο Βησσαρίωνα , τους Οσιομάρτυρες Δαμιανό τον εν Κισσάβω  και Γεδεών τον εκ Καπούρνης , τους Οσίους Συμεών τον Ανυπόδητο , Γεράσιμο τον Νέο , Λαυρέντιο  και Διονύσιο, Κτήτορα της Ιεράς Μονής Σουρβιάς , τους Νεομάρτυρες Απόστολο τον Νέο , Τριαντάφυλλο τον εκ Ζαγοράς  και Σταμάτιο  και τις Οσίες Ζηναϊδα και Φιλονίλλα .

Όσιος Βενάνδιος

 Ο Όσιος Βενάνδιος γεννήθηκε στη Γαλλία και έζησε τον 4ο και 5ο αιώνα μ.Χ. Συνδέθηκε πνευματικά με τον Όσιο Καρπάσιο (τιμάται 1 Ιουνίου) και τον Άγιο Ονωράτο (τιμάται 16 Ιανουαρίου) και μαζί ξεκίνησαν προσκυνηματικό ταξίδι στα μοναστήρια της Ανατολής.


Ο Όσιος Βενάνδιος κοιμήθηκε με ειρήνη στην Ελλάδα.

Αγία Εμμελεία

 Η Οσία Εμμελεία καταγόταν από ευσεβή οικογένεια της Καισαρείας της Καππαδοκίας. Ο πατέρας αυτής αναδείχθηκε σε Μάρτυρα κατά τους τελευταίους διωγμούς. Ο βίος της Αγίας είναι η αγαθή ρίζα από την οποία βλάστησαν γλυκύτατοι καρποί, τα παιδιά της, τα οποία ανεδείχθησαν εξέχοντα μέλη της κοινωνίας και τα περισσότερα Άγιοι της Εκκλησίας, όπως ο Μέγας Βασίλειος, ο Γρηγόριος Νύσσης, ο Πέτρος Σεβαστείας, η μοναχή Μακρίνα και ο μοναχός Ναυκράτιος. Από αγία ρίζα προήλθαν αγιασμένοι βλαστοί, δηλαδή από αγίους γονείς προήλθαν ευλογημένα και άγια τέκνα.


Η Οσία Εμμελεία δοκίμασε στη ζωή της, όπως συμβαίνει συνήθως με τους εκλεκτούς, πολλές θλίψεις. Ο θάνατος των γονέων της, πριν ακόμα νυμφευθεί, ο θάνατος του συζύγου της, μόλις γεννήθηκε ο υιός τους Πέτρος και ο πρόωρος θάνατος του υιού της Ναυκρατίου, αλλά και το να αναθρέψει μόνη της με παιδεία και νουθεσία Κυρίου, από ένα σημείο και μετά, τα τέκνα της, ήταν μερικές από αυτές. Τις αντιμετώπισε όμως με υποδειγματική πίστη, ανδρεία και υπομονή. Δίδασκε τα παιδιά της κυρίως με το παράδειγμά της. Τους έδωσε, μαζί με το δικό της γάλα, το ανόθευτο γάλα της πίστεως και τους δίδαξε το μυστήριο της Εκκλησίας.


Τελείωσε τη ζωή της ως μοναχή με ηγουμένη τη θυγατέρα της Οσία Μακρίνα.


Ἀπολυτίκιον

Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Σωφρόνως τὸν βίον σου κατ' ἐναντίον Θεοῦ, ἐτέλεσας πρότερον σὺν Βασιλείω σεμνῶ, Ἐμμέλεια πάνσεμνε, εἴτα δὲ ἐν ἐρήμῳ, ἀναβάσεις διέθου ἅμα τοὶς σοὶς ἐκγόνοις, ὡς τὰ ἄνω ποθοῦσα, διὸ σὲ ὁ Χριστὸς πανοικοί, ὑπερεδόξασε.


Σύναξη πάντων των εν Αγίοις Πατέρων ημών Αρχιεπισκόπων και Πατριαρχών Κωνσταντινουπόλεως

Την Κυριακήν της Σαμαρείτιδος, κατ’ έτος, τελείται εν τω Οικουμενικώ Πατριαρχείω η εορτή της «συνάξεως» επί τη ιερά μνήμη «πάντων των εν Αγίοις Πατέρων ημών Αρχιεπισκόπων και Πατριαρχών Κωνσταντινουπόλεως». Το πρώτον η εορτή αύτη εθεσπίσθη προτάσει του νυν ευκλεώς Πατριαρχούντος Αυθέντου και Δεσπότου ημών κ.κ. Βαρθολομαίου του Α΄. Ούτως η Α.Θ.Π., ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος, άμα τη εκλογή Του εν έτει 1991 μ.Χ., προέτεινεν εις την Ενδημούσαν Σύνοδον κατά την συνεδρίαν της 24ης Οκτωβρίου 1991 μ.Χ. την θέσπισιν κοινής εορτής πάντων των προκατόχων Αυτού Αγίων Πατριαρχών, από του ιδρυτού της Βυζαντίδος Εκκλησίας, Πρωτοκλήτου Ανδρέου, και του υπ’ αυτού κατασταθέντος πρώτου επισκόπου αυτής Στάχυος (38 – 54 μ.Χ.) έως και του Οικουμενικού Πατριάρχου Κυρίλλου του ΣΤ΄ (1813 – 1818 μ.Χ.) απαγχονισθέντος παρά την θύραν της Μητροπόλεως Ανδριανουπόλεως την 18ην Απριλίου 1821 μ.Χ. - «Ούτω θα έχομεν την ευκαιρίαν ίνα επικαλούμεθα την χάριν και την προς Κύριον μεσιτείαν αυτών υπέρ της Μητρός Εκκλησίας και υπέρ ημών αυτών» είπεν ο Πατριάρχης ημών εις εκείνην την συνεδρίαν. Συνοδική δε αποφάσει, κατά την συνεδρίαν της Αγίας και Ιεράς Συνόδου της 19ης Νοεμβρίου 1991 μ.Χ., εθεσπίσθη η εορτή αύτη και έκτοτε εορτάζεται πανηγυρικώς και εκκλησιοπρεπώς εις την καθέδραν του Οικουμενικού Πατριαρχείου και δη δια τελέσεως Πατριαρχικής και Συνοδικής Λειτουργίας, εν τω Πανσέπτω Πατριαρχικώ Ναώ του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου του τροπαιοφόρου. Συνετάγη δε επί τούτω και ιερά ακολουθία, υπό του αοιδίμου υμνογράφου της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας, Γερασίμου του Μικραγιαννανίτου, συμψαλλομένη κατά την Κυριακήν της Σαμαρείτιδος, μετά της του Πεντηκοσταρίου ακολουθίας, καθά το Τυπικόν της Μεγάλης Εκκλησίας διακελεύει. Ο δε, εκ των μελών της σεβασμίας Ιεραρχίας του Οικουμενικού Θρόνου, Μητροπολίτης Ιερισσού, Αγίου Όρους και Αρδαμερίου, υπέρτιμος και έξαρχος πάσης Χαλκιδικής, κ. Νικόδημος, εχάρισε εις την Μεγάλην Εκκλησίαν Ιεράν Εικόνα των Αγίων.


Ἀπολυτίκιον

Ἦχος α΄. Τῆς ἐρήμου πολίτης.

Βυζαντίου ποιμένες καὶ περίδοξοι πρόεδροι, ὤφθητε σοφοὶ Ἱεράρχαι διαφόροις ἐν ἔτεσι· διὸ ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ὑμῶν τὴν πολιτείαν εὐφημεῖ· δι’ αὐτῆς γὰρ φωστῆρες περιφανεῖς, πυρσεύετε τοὺς κράζοντας· δόξα τῷ ἐνισχύσαντι ὑμᾶς, δόξα τῷ στεφανώσαντι, δόξα τῷ βεβαιοῦντι δι’ ὑμῶν, πίστιν τὴν Ὀρθόδοξον.


Έτερον Ἀπολυτίκιον

Ἦχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε.

Χορείαν τὴν ἔνθεον, Ἱεραρχῶν τοῦ Χριστοῦ, συμφώνως τιμήσωμεν, ὡς Πατριάρχας σοφούς, καὶ θείους ἐκφάντορας· οὗτοι γὰρ δεδεγμένοι, τὴν τοῦ Πνεύματος αἴγλην, ὤφθησαν Ἐκκλησίας, ἀληθεῖς ποιμενάρχαι, πρεσβεύοντες τῷ Κυρίῳ, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἠμῶν.


Κοντάκιον

Ἦχος δ΄. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.

Τοῦ Βυζαντίου τοὺς ἁγίους ποιμένας, ὡς Ἱεράρχας τῆς Χριστοῦ Ἐκκλησίας, καὶ ἀρετῶν δοχεῖα πολυτίμητα, πάντες εὐφημήσωμεν, ἐν μιᾷ συμφωνίᾳ, πρὸς αὐτοὺς κραυγάζοντες· ἀπὸ πάσης ἀνάγκης, καὶ ἐπηρείας ρύσασθε ἡμᾶς, Ἀρχιεράρχαι Χριστοῦ ἐνθεώτατοι.


Μεγαλυνάριον

Κωνσταντινουπόλεως τοὺς σοφούς, καὶ κλεινοὺς Ποιμένας, εὐφημήσωμεν, οἱ πιστοί, τοὺς ἐν διαφόροις, ἐκλάμψαντας τοῖς χρόνοις, ὡς Ἐκκλησίας στύλους καὶ ἑδραιώματα.

Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

 


Όσιος Ισαάκιος ο Ομολογητής ηγούμενος Μονής Δαλμάτων

 Ο Όσιος Ισαάκιος καταγόταν από την Συρία και έζησε στα χρόνια του βασιλιά Ουάλη (364 μ. Χ.), που ήταν υποστηρικτής των Αρειανών. Κάποτε οι Οστρογότθοι, παρά την απαγόρευση της κυβέρνησης, κατασκήνωσαν στη Θράκη και απειλούσαν την Κωνσταντινούπολη. Τότε ο Ουάλης αναγκάσθηκε να βαδίσει εναντίον τους. Ο Ισαάκιος, που ήταν ηγούμενος στη Μονή Δαλμάτων, βγήκε και συνάντησε τον πολέμιο των ορθοδόξων Ουάλη, και αφού έπιασε από τα χαλινάρια το άλογο του, του είπε: «Άπόδος ταις ποίμναις τους αρίστους νομέας και λήψη την νίκην άπονητί ει δε τούτων μηδέν δεδρακώς παρατάξαιο, μαθήσει τη πείρα ότι σκληρόν το προς κέντρα λακτίζειν ούτε γαρ έπανήξεις και προσαπολέσεις την στρατιάν» (Πράξεις των Αποστόλων, κστ' 14). Δηλαδή, δώσε στά ποίμνια τους άριστους ποιμένες και χωρίς κόπους θα πάρεις τη νίκη. Αν, όμως, δεν αποδεχθείς αυτά που σου λέω και δε συμφωνήσεις μαζί τους, θα μάθεις από την πείρα ότι είναι σκληρό πράγμα να κλωτσάς στα καρφιά. Διότι ούτε εσύ πρόκειται να γυρίσεις από τον πόλεμο, και σύντομα θα χάσεις και το στράτευμα. Ο Ουάλης όχι μόνο δεν πείσθηκε από τα λόγια του ηγουμένου, αλλά αφού τον ειρωνεύθηκε, τον έριξε μέσα σε ένα κρημνώδες φαράγγι. Ο Ισαάκιος από θαύμα δεν έπαθε απολύτως τίποτα. Ο δε Ουάλης έπαθε αυτά που προφήτευσε ο Άγιος ηγούμενος.


Στις 9 Αυγούστου του 378 μ.Χ., διεξήχθη γύρω από την Αδριανούπολη σφοδρή μάχη, κατά την οποία ο αυτοκρατορικός στρατός κατατροπώθηκε, αφού φονεύθηκαν πολλοί από τους άριστους στρατηγούς του. Ο Ουάλης, καταφεύγοντας εντός αχυρώνος, για να σωθεί, κάηκε ζωντανός, μαζί με τον αρχιστράτηγό του.


Ως ηγούμενος παρευρέθηκε στη Β' Οικουμενική Σύνοδο, που συνήλθε στην Κωνσταντινούπολη το 381 μ.Χ., συντελώντας τα μέγιστα στην επιτυχία αυτής.


Προαισθανόμενος το τέλος του, αφού διόρισε διάδοχό του τον Όσιο Δαλμάτιο (τιμάται 3 Αυγούστου), κοιμήθηκε με ειρήνη σε βαθύ γήρας το 396 μ.Χ.


Η μνήμη του Οσίου Ισαάκιου επαναλαμβάνεται και στις 3 Αυγούστου.


Ἀπολυτίκιον 

Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.

Τύπος πέφηνας, τῆς ἐγκρατείας, καὶ ἑδραίωμα, τῆς Ἐκκλησίας, Ἰσαάκιε Πατέρων ἀγλάϊσμα· ἐν ἀρεταῖς γὰρ φαιδρύνας τὸν βίον σου, Ὀρθοδοξίας τὸν λόγον ἐτράνωσας. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαο ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.


Κοντάκιον

Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Ὡς τῶν Ὁσίων ἀκριβέστατον ὑπόδειγμα· καὶ εὐσεβείας πρακτικώτατον ἐκφάντορα· ἀνυμνοῦμέν σε οἱ δούλοι σου θεοφόρε. Ἀλλ’ ὡς χάριτος τῆς θείας καταγώγιον, ναοὺς ἔργασθαι ἡμᾶς φωτὸς τοῦ Πνεύματος, τοὺς βοῶντάς σοι, χαίροις Πάτερ Ἰσαάκιε.


Μεγαλυνάριον

Χαίροις Μοναζόντων ὑπογραμμός, καὶ Μονῆς Δαλμάτων, κυβερνήτης ὁ ἀπλανής· χαίροις χαρισμάτων, ταμεῖον θεοβρύτων, Ἰσαάκιε παμμάκαρ, Ἀγγέλων σύσκηνε.

Κυριακή της Σαμαρείτιδος

 Έρχεται ο Κύριος σε μια πόλη της Σαμάρειας που λέγεται Σιχάρ. (Σαμάρεια ονομάσθηκε η πόλη που έκτισε το 880 π.Χ. ο βασιλιάς του Ισραήλ, Αμβρί, έπειτα το όρος Σομόρ που ήταν η ακρόπολή της και τέλος όλο το βόρειο βασίλειο του Ισραήλ, που καταλύθηκε από τους Ασσυρίους το 721 π.Χ. και ο ηγεμόνας τους εγκατέστησε εκεί εθνικούς από πολλά μέρη).


Εκεί ήταν η πηγή του Ιακώβ, το πηγάδι που εκείνος είχε ανοίξει. Κουρασμένος ο Κύριος από την οδοιπορία κάθισε μόνος του δίπλα από το πηγάδι και κάτω αφελώς, γιατί οι μαθητές του πήγαν να αγοράσουν τροφές. Έρχεται εκεί μια γυναίκα από τη Σαμάρεια να πάρει νερό και ο Κύριος διψώντας ως άνθρωπος, της ζήτησε νερό.


Αυτή αντελήφθηκε από την εμφάνισή του ότι ήταν Ιουδαίος και θαύμασε πως ένας Ιουδαίος ζητά νερό από την εθνική Σαμαρείτιδα. Αν γνώριζες, της είπε, τη δωρεά του Θεού, ποιός είναι αυτός που σου ζητά να πιεί νερό, εσύ θα του ζητούσες και θα σου έδινε ζωντανό νερό. Ο Κύριος επιβεβαίωσε ότι αν γνώριζε θα γινόταν μέτοχος πραγματικά ζωντανού νερού, όπως έπραξε και απόλαυσε αργότερα όταν το έμαθε, ενώ το συνέδριο των Ιουδαίων που έμαθαν σαφώς, έπειτα εσταύρωσαν τον Κύριο της δόξης. Δωρεά του Θεού είναι, επειδή θεωρεί αγαπητούς όλους ακόμα και τους μισητούς από του Ιουδαίους εθνικούς και προσφέρει τον εαυτό του και καθιστά τους πιστούς σκεύη δεκτικά της Θεότητός του.


Η Σαμαρείτιδα δεν κατάλαβε το μεγαλείο του ζωντανού νερού, απορεί που θα βρεί νερό χωρίς κουβά σε ένα βαθύ πηγάδι. Έπειτα επιχειρεί να τον συγκρίνει με τον Ιακώβ, που τον αποκαλεί πατέρα, εξυμνώντας το γένος από το τόπο και εξαίρει το νερό με τη σκέψη ότι δεν μπορεί να βρεθεί καλύτερο. Όταν όμως άκουσε ότι το «νερό που θα σου δώσω» θα γίνει πηγή που τρέχει προς αιώνια ζωή, άφησε λόγο ψυχής που ποθεί και οδηγείται προς τη πίστη και ζήτησε να το λάβει για να μη ξαναδιψήσει. Ο Κύριος θέλοντας να αποκαλύπτεται λίγο λίγο, της λέγει να φωνάξει τον άνδρα της, γνωρίζοντάς της πόσους άνδρες είχε και αυτόν που έχει τώρα δεν είναι δικός της. Εκείνη όμως δεν στενοχωρείται από τον έλεγχο, αλλά αμέσως καταλαβαίνει ότι ο Κύριος είναι προφήτης και του ζητά εξηγήσεις σε ψηλά ζητήματα.


Βλέπετε πόση είναι η μακροθυμία και η φιλομάθεια αυτής της γυναίκας; Πόση συλλογή και γνώση είχε στη διάνοιά της, πόση γνώση της θεόπνευστης Γραφής; Και αμέσως τον ρωτά που πρέπει να λατρεύεται σωστά ο Θεός, εδώ σ' αυτό το τόπο ή στα Ιεροσόλυμα; Και τότε παίρνει τη απάντηση, ότι έρχεται η ώρα οπότε ούτε στο όρος αυτό ούτε στα Ιεροσόλυμα θα προσκυνήτε τον Πατέρα. Της γνωρίζει μάλιστα ότι η σωτηρία είναι από τους Ιουδαίους, δεν είπε θα είναι, στο μέλλον, γιατί ήταν αυτός ο ίδιος. Έρχεται ώρα και είναι τώρα που οι αληθινοί προσκυνητές θα προσκυνούν το Πατέρα κατα Πνεύμα και αλήθεια.


Γιατί ο ύψιστος και προσκυνητός Πατέρας, είναι Πατέρας αυτοαληθείας, δηλαδή του μονογενούς Υιού και έχει Πνεύμα αληθείας, το Πνεύμα το άγιο και αυτοί που τον προσκυνούν, το πράττουν έτσι διότι ενεργούνται δι' αυτών. Ο Κύριος απομακρύνει κάθε σωματική έννοια τόπο και προσκύνηση, λέγοντας: «Πνεύμα ο Θεός και αυτοί που τον προσκυνούν πρέπει να τον προσκυνούν κατα Πνεύμα και αλήθεια». Ως πνεύμα που είναι ο Θεός είναι ασώματος, το δε ασώματο δεν ευρίσκεται σε τόπο ούτε περιγράφεται με τοπικά όρια. Ως ασώματος ο Θεός δεν είναι πουθενά, ως Θεός δε είναι παντού, ως συνέχων και περιέχων το πάν.


Παντού είναι ο Θεός όχι μόνο εδώ στη γη αλλά και υπεράνω της γης, Πατήρ ασώματος και κατά τον χρόνο και σε τόπο αόριστος.


Βέβαια και η ψυχή και ο άγγελος είναι ασώματα, δεν είναι όμως σε τόπο, αλλά δεν είναι και παντού, γιατί δεν συνέχουν το σύμπαν αλλά αυτά έχουν ανάγκη του συνέχοντος.


Η Σαμαρείτιδα καθώς άκουσε από το Χριστό αυτά τα εξαίσια και θεοπρεπή λόγια, αναπτερωμένη, μνημονεύει τον προσδοκώμενο και ποθούμενο Μεσσία, τον λεγόμενο Χριστό που όταν έρθει θα μας τα διδάξει όλα. Βλέπετε πως ήταν ετοιμότατη για την πίστη; Από που θα γνώριζε τούτο, αν δεν είχε μελετήσει τα προφητικά βιβλία με πολλή σύνεση; Έτσι προλαβαίνει περί του Χριστού ότι θα διδάξει όλη την αλήθεια. Μόλις την είδε ο Κύριος τόσο θερμή της λέγει απροκάλυπτα: Εγώ είμαι ο Χριστός, που σου μιλώ. Εκείνη γίνεται αμέσως εκλεκτή ευαγγελίστρια και αφήνοντας τη υδρία και το σπίτι της τρέχει και παρασύρει όλους τους Σαμαρείτες πρός το Χριστό και αργότερα με τον υπόλοιπο φωτοειδή βίο της (ως Αγία Φωτεινή) σφραγίζει με το μαρτύριο την αγάπη της προς τον Κύριο.


(Απόσπασμα ομιλίας του Αγίου Γρηγορίου Παλαμά)


Κοντάκιον

Ἦχος πλ. δ΄.

Πίστει ἐλθοῦσα ἐν τῷ φρέατι, ἡ Σαμαρεῖτις ἐθεάσατο, τὸ τῆς σοφίας ὕδωρ σε, ᾧ ποτισθεῖσα δαψιλῆς, Βασιλείαν τὴν ἄνωθεν ἐκληρώσατο, αἰωνίως ἡ ἀοίδιμος.

Σάββατο 29 Μαΐου 2021

Εὐαγγέλιον ΚΥΡΙΑΚΗΣ Ε΄ ΑΠΟ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ.

 ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Δ´ 5 - 42



5 ἔρχεται οὖν εἰς πόλιν τῆς Σαμαρείας λεγομένην Συχὰρ, πλησίον τοῦ χωρίου ὃ ἔδωκεν Ἰακὼβ Ἰωσὴφ τῷ υἱῷ αὐτοῦ. 6 ἦν δὲ ἐκεῖ πηγὴ τοῦ Ἰακώβ. ὁ οὖν Ἰησοῦς κεκοπιακὼς ἐκ τῆς ὁδοιπορίας ἐκαθέζετο οὕτως ἐπὶ τῇ πηγῇ· ὥρα ἦν ὡσεὶ ἕκτη. 7 ἔρχεται γυνὴ ἐκ τῆς Σαμαρείας ἀντλῆσαι ὕδωρ. λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· Δός μοι πιεῖν. 8 οἱ γὰρ μαθηταὶ αὐτοῦ ἀπεληλύθεισαν εἰς τὴν πόλιν, ἵνα τροφὰς ἀγοράσωσι. 9 λέγει οὖν αὐτῷ ἡ γυνὴ ἡ Σαμαρεῖτις· Πῶς σὺ Ἰουδαῖος ὢν παρ’ ἐμοῦ πιεῖν αἰτεῖς, οὔσης γυναικὸς Σαμαρείτιδος; οὐ γὰρ συγχρῶνται Ἰουδαῖοι Σαμαρείταις. 10 ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῇ· Εἰ ᾔδεις τὴν δωρεὰν τοῦ Θεοῦ καὶ τίς ἐστιν ὁ λέγων σοι, δός μοι πιεῖν, σὺ ἂν ᾔτησας αὐτὸν, καὶ ἔδωκεν ἄν σοι ὕδωρ ζῶν. 11 λέγει αὐτῷ ἡ γυνή· Κύριε, οὔτε ἄντλημα ἔχεις, καὶ τὸ φρέαρ ἐστὶ βαθύ· πόθεν οὖν ἔχεις τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν; 12 μὴ σὺ μείζων εἶ τοῦ πατρὸς ἡμῶν Ἰακώβ, ὃς ἔδωκεν ἡμῖν τὸ φρέαρ, καὶ αὐτὸς ἐξ αὐτοῦ ἔπιε καὶ οἱ υἱοὶ αὐτοῦ καὶ τὰ θρέμματα αὐτοῦ; 13 ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῇ· Πᾶς ὁ πίνων ἐκ τοῦ ὕδατος τούτου διψήσει πάλιν· 14 ὃς δ’ ἂν πίῃ ἐκ τοῦ ὕδατος οὗ ἐγὼ δώσω αὐτῷ, οὐ μὴ διψήσει εἰς τὸν αἰῶνα, ἀλλὰ τὸ ὕδωρ ὃ δώσω αὐτῷ, γενήσεται ἐν αὐτῷ πηγὴ ὕδατος ἁλλομένου εἰς ζωὴν αἰώνιον. 15 λέγει πρὸς αὐτὸν ἡ γυνή· Κύριε, δός μοι τοῦτο τὸ ὕδωρ, ἵνα μὴ διψῶ μηδὲ ἔρχομαι ἐνθάδε ἀντλεῖν. 16 λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· Ὕπαγε φώνησον τὸν ἄνδρα σου καὶ ἐλθὲ ἐνθάδε. 17 ἀπεκρίθη ἡ γυνὴ καὶ εἶπεν· Οὐκ ἔχω ἄνδρα. λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· Καλῶς εἶπας ὅτι ἄνδρα οὐκ ἔχω· 18 πέντε γὰρ ἄνδρας ἔσχες, καὶ νῦν ὃν ἔχεις οὐκ ἔστι σου ἀνήρ· τοῦτο ἀληθὲς εἴρηκας. 19 λέγει αὐτῷ ἡ γυνή· Κύριε, θεωρῶ ὅτι προφήτης εἶ σύ. 20 οἱ πατέρες ἡμῶν ἐν τῷ ὄρει τούτῳ προσεκύνησαν· καὶ ὑμεῖς λέγετε ὅτι ἐν Ἱεροσολύμοις ἐστὶν ὁ τόπος ὅπου δεῖ προσκυνεῖν. 21 λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· Γύναι, πίστευσόν μοι ὅτι ἔρχεται ὥρα ὅτε οὔτε ἐν τῷ ὄρει τούτῳ οὔτε ἐν Ἱεροσολύμοις προσκυνήσετε τῷ πατρί. 22 ὑμεῖς προσκυνεῖτε ὃ οὐκ οἴδατε, ἡμεῖς προσκυνοῦμεν ὃ οἴδαμεν· ὅτι ἡ σωτηρία ἐκ τῶν Ἰουδαίων ἐστίν. 23 ἀλλ’ ἔρχεται ὥρα, καὶ νῦν ἐστιν, ὅτε οἱ ἀληθινοὶ προσκυνηταὶ προσκυνήσουσι τῷ πατρὶ ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ· καὶ γὰρ ὁ πατὴρ τοιούτους ζητεῖ τοὺς προσκυνοῦντας αὐτόν. 24 πνεῦμα ὁ Θεός, καὶ τοὺς προσκυνοῦντας αὐτὸν ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν. 25 λέγει αὐτῷ ἡ γυνή· Οἶδα ὅτι Μεσσίας ἔρχεται ὁ λεγόμενος Χριστός· ὅταν ἔλθῃ ἐκεῖνος, ἀναγγελεῖ ἡμῖν πάντα. 26 λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· Ἐγώ εἰμι, ὁ λαλῶν σοι. 27 καὶ ἐπὶ τούτῳ ἦλθαν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ, καὶ ἐθαύμασαν ὅτι μετὰ γυναικὸς ἐλάλει· οὐδεὶς μέντοι εἶπε, τί ζητεῖς ἤ τί λαλεῖς μετ’ αὐτῆς; 28 Ἀφῆκεν οὖν τὴν ὑδρίαν αὐτῆς ἡ γυνὴ καὶ ἀπῆλθεν εἰς τὴν πόλιν, καὶ λέγει τοῖς ἀνθρώποις· 29 Δεῦτε ἴδετε ἄνθρωπον ὃς εἶπέ μοι πάντα ὅσα ἐποίησα· μήτι οὗτός ἐστιν ὁ Χριστός; 30 ἐξῆλθον οὖν ἐκ τῆς πόλεως καὶ ἤρχοντο πρὸς αὐτόν. 31 Ἐν δὲ τῷ μεταξὺ ἠρώτων αὐτὸν οἱ μαθηταὶ λέγοντες· Ραββί, φάγε. 32 ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· Ἐγὼ βρῶσιν ἔχω φαγεῖν, ἣν ὑμεῖς οὐκ οἴδατε. 33 ἔλεγον οὖν οἱ μαθηταὶ πρὸς ἀλλήλους· Μή τις ἤνεγκεν αὐτῷ φαγεῖν; 34 λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Ἐμὸν βρῶμά ἐστιν ἵνα ποιῶ τὸ θέλημα τοῦ πέμψαντός με καὶ τελειώσω αὐτοῦ τὸ ἔργον. 35 οὐχ ὑμεῖς λέγετε ὅτι ἔτι τετράμηνός ἐστι καὶ ὁ θερισμὸς ἔρχεται; ἰδοὺ λέγω ὑμῖν, ἐπάρατε τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν καὶ θεάσασθε τὰς χώρας, ὅτι λευκαί εἰσι πρὸς θερισμόν. ἤδη. 36 καὶ ὁ θερίζων μισθὸν λαμβάνει καὶ συνάγει καρπὸν εἰς ζωὴν αἰώνιον, ἵνα καὶ ὁ σπείρων ὁμοῦ χαίρῃ καὶ ὁ θερίζων. 37 ἐν γὰρ τούτῳ ὁ λόγος ἐστὶν ὁ ἀληθινὸς, ὅτι ἄλλος ἐστὶν ὁ σπείρων καὶ ἄλλος ὁ θερίζων. 38 ἐγὼ ἀπέστειλα ὑμᾶς θερίζειν ὃ οὐχ ὑμεῖς κεκοπιάκατε· ἄλλοι κεκοπιάκασι, καὶ ὑμεῖς εἰς τὸν κόπον αὐτῶν εἰσεληλύθατε. 39 Ἐκ δὲ τῆς πόλεως ἐκείνης πολλοὶ ἐπίστευσαν εἰς αὐτὸν τῶν Σαμαρειτῶν διὰ τὸν λόγον τῆς γυναικὸς, μαρτυρούσης ὅτι εἶπέ μοι πάντα ὅσα ἐποίησα. 40 ὡς οὖν ἦλθον πρὸς αὐτὸν οἱ Σαμαρεῖται, ἠρώτων αὐτὸν μεῖναι παρ’ αὐτοῖς· καὶ ἔμεινεν ἐκεῖ δύο ἡμέρας. 41 καὶ πολλῷ πλείους ἐπίστευσαν διὰ τὸν λόγον αὐτοῦ, 42 τῇ τε γυναικὶ ἔλεγον ὅτι οὐκέτι διὰ τὴν σὴν λαλιὰν πιστεύομεν· αὐτοὶ γὰρ ἀκηκόαμεν, καὶ οἴδαμεν ὅτι οὗτός ἐστιν ἀληθῶς ὁ σωτὴρ τοῦ κόσμου.




Ερμηνευτική απόδοση


 Ἔρχεται λοιπὸν εἰς κάποιαν πόλιν τῆς Σαμαρείας, ἡ ὁποία ἐλέγετο Συχάρ, ποὺ ἦτο πλησίον εἰς τὸ μέρος, τὸ ὁποῖον ἔδωκεν ὁ Ἰακὼβ εἰς τὸν υἱὸν τοῦ Ἰωσήφ. 6 Ὑπῆρχε δὲ ἐκεῖ πηγάδι, τὸ ὁποῖον εἶχεν ἀνοιχθῆ ἀπὸ τὸν Ἰακώβ. Ὁ Ἰησοῦς λοιπόν, ὅπως ἦτο κοπιασμένος ἀπὸ τὴν πεζοπορίαν, ἐκάθητο κοντὰ εἰς τὸ πηγάδι. Ἡ ὥρα ἦτο περίπου ἓξ ἀπὸ τὴν ἀνατολὴν τοῦ ἡλίου, δηλαδὴ μεσημβρία. 7 Ἔρχεται τότε μία γυναῖκα, ποὺ κατήγετο ἀπὸ τὴν Σαμάρειαν, διὰ νὰ βγάλῃ ἀπὸ τὸ πηγάδι νερό. Καὶ ὁ Ἰησοῦς, ὁ ὁποῖος πραγματικῶς ἐδιψοῦσε, τῆς εἶπε· Δός μου νὰ πίω. 8 Ἐζήτησε δὲ ὁ Ἰησοῦς ἀπὸ τὴν γυναῖκα νερό, διότι οἱ μαθηταί του, ποὺ θὰ ἐφρόντιζαν νὰ βγάλουν νερὸ ἀπὸ τὸ πηγάδι, εἶχον ὑπάγει εἰς τὴν πόλιν διὰ νὰ ἀγοράσουν τρόφιμα. 9 Λέγει λοιπὸν εἰς αὐτὸν ἡ γυναῖκα ἡ Σαμαρείτισσα: Πῶς σύ, ὁ ὁποῖος εἶσαι Ἰουδαῖος, καταδέχεσαι καὶ ζητεῖς νὰ πίῃς νερὸν ἀπὸ ἐμέ, ἡ ὁποία εἶμαι γυναῖκα Σαμαρείτισσα; Ἔκαμε δὲ τὴν ἐρώτησιν αὐτὴν ἡ γυναῖκα, διότι οἱ Ἰουδαῖοι ἐμίσουν τοὺς Σαμαρείτας καὶ δὲν ἤρχοντο εἰς σχέσεις μὲ αὐτούς. 10 Ἀπεκρίθη ὁ Ἰησοῦς καὶ τῆς εἶπεν· Ἐὰν ἐγνώριζες τὴν δωρεὰν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὴν ὁποίαν δίδει εἰς τοὺς ἀνθρώπους ὁ Θεός, καὶ ποῖος εἶναι ἐκεῖνος, ποὺ σοῦ λέγει τώρα, δός μου νὰ πίω, σὺ θὰ τοῦ ἐζητοῦσες καὶ θὰ σοῦ ἔδιδε νερὸ τρεχούμενον, ποὺ δὲν στειρεύει ποτέ· θὰ σοῦ ἔδιδεν αὐτὸς τὴν χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ ὁποία σὰν ἄλλο πνευματικὸ νερὸ καθαρίζει, δροσίζει, παρηγορεῖ καὶ ζωοποιεῖ τὰς ψυχάς, χωρὶς νὰ στειρεύῃ ποτέ. 11 Λέγει εἰς αὐτὸν ἡ γυνή· Κύριε, ἀσφαλῶς τὸ νερὸ αὐτό, περὶ τοῦ ὁποίου ὁμιλεῖς, δὲν εἶναι ἀπὸ τὸ πηγάδι αὐτό. Διότι οὔτε ἀγγεῖον, μὲ τὸ ὁποῖον θὰ μποροῦσες νὰ βγάλῃς ἀπὸ ἐδῶ νερό, ἔχεις, ἀλλὰ καὶ τὸ πηγάδι εἶναι βαθύ. Ἀπὸ ποὺ λοιπὸν ἔχεις τὸ τρεχούμενον καὶ ἀστείρευτον νερόν; 12 Μήπως σὺ εἶσαι ἀνώτερος κατὰ τὴν ἀξίαν καὶ δύναμιν ἀπὸ τὸν πατέρα μας τὸν Ἰακώβ, ὁ ὁποῖος ἔδωκεν εἰς ἡμᾶς κληρονομίαν τὸ πηγάδι αὐτὸ καὶ δὲν ἐζήτησεν ἄλλο καλύτερον νερόν, ἀλλ’ ἀπὸ αὐτὸ ἔπιε καὶ ὁ ἴδιος, καθὼς καὶ τὰ παιδιά του καὶ τὰ ζῷα, ποὺ ἔτρεφε καὶ ἔβοσκε; 13 Ἀπεκρίθη ὁ Ἰησοῦς καὶ τῆς εἶπε· Βεβαίως δὲν ἐννοῶ τὸ νερὸ τοῦ πηγαδιοῦ αὐτοῦ. Διότι καθένας ποὺ πίνει ἀπὸ τὸ νερὸ αὐτό, θὰ διψάσῃ πάλιν. 14 Ἐκεῖνος ὅμως, ποὺ θὰ πίῃ ἀπὸ τὸ νερό, τὸ ὁποῖον θὰ τοῦ δώσω ἐγώ, δὲν θὰ διψάσῃ ποτὲ εἰς τὸν αἰῶνα, ἄλλα τὸ νερὸ ποὺ θὰ τοῦ δώσω, θὰ μεταβληθῇ μέσα του εἰς πηγὴν νεροῦ, ποὺ δὲν θὰ στερεύῃ, ἀλλὰ θὰ ἀναβλύζῃ καὶ θὰ πηδᾷ καὶ θὰ τρέχῃ πάντοτε, διὰ νὰ τοῦ παρέχῃ ζωὴν αἰώνιον. 15 Λέγει τότε πρὸς αὐτὸν ἡ γυναῖκα· Κύριε, δός μου τὸ νερὸ αὐτό, διὰ νὰ μὴ διψῶ καὶ διὰ νὰ μὴ ὑποβάλλωμαι εἰς τὸν τόσον κόπον τοῦ νὰ ἔρχωμαι ἐδῶ διὰ νὰ βγάζω νερὸ ἀπὸ τὸ πηγάδι. 16 Λέγει εἰς αὐτὴν ὁ Ἰησοῦς· Ἐφ’ ὅσον τὸ νερὸ αὐτὸ δὲν τὸ θέλεις μόνον διὰ τὸν ἑαυτόν σου, ἀλλὰ καὶ δι’ ἐκείνους μὲ τοὺς ὁποίους συζῇς, πήγαινε φώναξε τὸν ἄνδρα σου, καὶ ἔλα ἐδῶ μαζὶ μὲ αὐτόν, ὥστε καὶ ἐκεῖνος νὰ λάβῃ μαζί σου τὴν δωρεὰν αὐτήν. 17 Ἀπεκρίθη ἡ γυνὴ καὶ εἶπε· Δὲν ἔχω ἄνδρα. Λέγει πρὸς αὐτὴν ὁ Ἰησοῦς· Καλὰ εἶπες, ὅτι δὲν ἔχω ἄνδρα. 18 Διότι ἔχεις πάρει πέντε ἄνδρας, τὸν ἕνα ὕστερα ἀπὸ τὸν ἄλλον. Καὶ τώρα μὲ αὐτόν, ποὺ ἔχεις, εἶσαι συνδεδεμένη μαζί του κρυφὰ καὶ δι’ αὐτὸ δὲν εἶναι ἄνδρας σου. Αὐτὸ τὸ εἶπες ἀλήθεια. 19 Λέγει πρὸς αὐτὸν ἡ γυναῖκα· Κύριε, ἀπὸ τὰ μυστικὰ τῆς ζωῆς μου, τὰ ὁποῖα μοῦ εἶπες, μολονότι δὲν μὲ ἔχεις συναντήσει ἄλλοτε, ἀλλὰ μόλις σήμερον μὲ βλέπεις διὰ πρώτην φοράν, καταλαβαίνω, ὅτι σὺ εἶσαι προφήτης. Σὲ παρακαλῶ λοιπὸν νὰ μὲ διαφωτίσῃς ἐπὶ τοῦ ἀκολούθου σπουδαίου ζητήματος. 20 Οἱ πατέρες μας ἐπροσκύνησαν κι’ ἐλάτρευσαν τὸν Θεὸν εἰς τὸ ὅρος αὐτό, τὸ Γαριζεῖν, καὶ σεῖς οἱ Ἰουδαῖοι λέγετε, ὅτι εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα εἶναι ὁ τόπος, ὅπου πρέπει νὰ λατρεύωμεν τὸν Θεόν. Σὺ λοιπὸν ὡς προφήτης, τί λέγεις δι’ αὐτό; 21 Λέγει εἰς αὐτὴν ὁ Ἰησοῦς· Πίστευσέ με, γυναῖκα, ὅτι γρήγορα ἔρχεται καιρός, ὁπότε οὔτε εἰς τὸ ὅρος αὐτὸ τὸ Γαριζεῖν μόνον, οὔτε εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα ἀποκλειστικὰ θὰ λατρεύσετε τὸν οὐράνιον Πατέρα. 22 Σεῖς οἱ Σαμαρεῖται, οἱ ὁποῖοι ἀπερρίψατε τὰ βιβλία τῶν προφητῶν, προσκυνεῖτε ἐκεῖνο, διὰ τὸ ὁποῖον δὲν ἔχετε σαφῆ καὶ πλήρη γνῶσιν. Ἡμεῖς οἱ Ἰουδαῖοι προσκυνοῦμεν ἐκεῖνο, ποὺ γνωρίζομεν περισσότερον ἀπὸ κάθε ἄλλον. Ἀπόδειξις δὲ τούτου εἶναι, ὅτι ὁ Μεσσίας, ποὺ θὰ σώσῃ τὸν κόσμον, προέρχεται ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους, τοὺς ὁποίους ὁ Θεὸς ἐξέλεξεν ὡς λαὸν ἰδικόν του καὶ οἱ ὁποῖοι τελειότερον ἀπὸ κάθε ἄλλον τὸν ἐγνώρισαν καὶ τὸν ἐλάτρευσαν. 23 Πολὺ σύντομα ὅμως ἔρχεται ὥρα, καὶ μπορῶ νὰ εἴπω, ὅτι ἡ ὥρα αὐτὴ ἦλθε τώρα, ὁπότε οἱ πραγματικοὶ προσκυνηταὶ θὰ προσκυνήσουν καὶ θὰ λατρεύσουν τὸν Πατέρα μὲ θεοφωτίστους τὰς πνευματικὰς δυνάμεις των, καὶ μὲ λατρείαν ὄχι τυπικὴν καὶ σκιώδη, ἀλλὰ πραγματικὴν καὶ ἐμπνευσμένην ἀπὸ πλήρη ἐπίγνωσιν τῆς ἀληθείας. Διότι καὶ ὁ Πατὴρ ζητεῖ ἐπιμόνως τέτοιοι ἀληθινοὶ καὶ πραγματικοὶ προσκυνηταὶ νὰ εἶναι ἐκεῖνοι, ποὺ τὸν λατρεύουν. 24 Ὁ Θεὸς εἶναι πνεῦμα, δι’ αὐτὸ καὶ δὲν περιορίζεται εἰς τόπους. Καὶ ἐκεῖνοι, ποὺ τὸν λατρεύουν, πρέπει νὰ τὸν προσκυνοῦν μὲ τὰς ἐσωτερικάς των πνευματικὰς δυνάμεις, μὲ ἀφοσίωσιν τῆς καρδίας καὶ τοῦ νοῦ, ἀλλὰ καὶ μὲ ἀληθῆ ἐπίγνωσιν τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς λατρείας, ποὺ τοῦ πρέπει. 25 Λέγει εἰς αὐτὸν ἡ γυναῖκα· Γνωρίζω, ὅτι ἔρχεται ὁ Μεσσίας, ὄνομα τὸ ὁποῖον εἰς τὴν Ἑλληνικὴν μεταφράζεται μὲ τὴν λέξιν Χριστός. Ὅταν ἔλθῃ ἐκεῖνος, θὰ μᾶς τὰ διδάξῃ ὅλα. 26 Λέγει εἰς αὐτὴν ὁ Ἰησοῦς· Ὁ Μεσσίας εἶμαι ἐγώ, ποὺ τὴν στιγμὴν αὐτὴν σοῦ ὁμιλῶ. 27 Καὶ κατ’ αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν στιγμὴν ἦλθαν οἱ μαθηταί του καὶ ἐθαύμασαν, διότι ὁ Διδάσκαλος ὡμίλει δημοσίᾳ μὲ γυναῖκα, πρᾶγμα ποὺ ἀπηγορεύετο ἀπὸ τὰς παραδόσεις τῶν ραββίνων. Κανεὶς ὅμως δὲν εἶπεν· εἰς τί ζητεῖς νὰ σὲ ὑπηρετήσῃ ἡ γυναῖκα αὐτὴ ἢ περὶ ποίου θέματος ὁμιλεῖς μαζί της; 28 Ἡ γυναῖκα δὲ γεμᾶτη συγκίνησιν ὕστερον ἀπὸ αὐτά, ποὺ ἤκουσεν, ἀφῆκε τὴν στάμναν της εἰς τὸ πηγάδι καὶ ἐπῆγε τρέχουσα εἰς τὴν πόλιν καὶ εἶπεν εἰς τοὺς ἀνθρώπους· 29 Ἐλᾶτε νὰ ἴδετε ἔναν ἄνθρωπον, ὁ ὁποῖος μοῦ εἶπεν ὅλα ὅσα ἔκαμα, καὶ αὐτὰ ἀκόμη τὰ μυστικὰ καὶ ἰδιαίτερά μου. Μήπως εἶναι αὐτὸς ὁ Χριστός; 30 Ἐβγῆκαν λοιπὸν ἀπὸ τὴν πόλιν οἱ Σαμαρεῖται καὶ ἤρχοντο πρὸς αὐτόν. 31 Ἐν τῷ μεταξὺ δέ, ἕως ὅτου εἰδοποιηθοῦν οἱ Σαμαρεῖται καὶ ἔλθουν εἰς συνάντησιν τοῦ Ἰησοῦ, ἐπειδὴ ὁ Κύριος εἶχεν ἀπορροφηθῆ ἀπὸ τὸ πνευματικόν του ἔργον καὶ δὲν ἐνδιεφέρετο διόλου διὰ τὸ φαγητόν, τὸν παρεκάλουν οἱ μαθηταὶ καὶ τοῦ ἔλεγον: Διδάσκαλε, φάγε. 32 Αὐτὸς ὅμως τοὺς εἶπεν· Ἐγὼ ἔχω φαγητὸν νὰ φάγω, τὸ ὁποῖον σεῖς δὲν ἠξεύρετε. 33 Ἐπειδὴ λοιπὸν δὲν ἐκατάλαβαν τὴν σημασίαν τῶν λόγων αὐτῶν τοῦ Κυρίου, ἔλεγαν μεταξύ τους οἱ μαθηταί· Μήπως τὴν ὥραν, ποὺ ἐλείπαμεν ἡμεῖς, τοῦ ἔφερε κανένας ἄλλος φαγητὸν καὶ ἔφαγε; 34 Λέγει εἰς αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς· Ἰδικόν μου φαγητόν, τὸ ὁποῖον μὲ χορταίνει καὶ μὲ τρέφει, εἶναι νὰ πράττω πάντοτε τὸ θέλημα ἐκείνου, ποὺ μὲ ἀπέστειλεν εἰς τὸν κόσμον καὶ νὰ φέρω εἰς τέλειον πέρας τὸ ἔργον του, τὸ ὁποῖον εἶναι ἡ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Καὶ τὸ θερμὸν ἐνδιαφέρον μου διὰ τὸ ἔργον αὐτὸ μὲ ἀπερρόφησεν ὁλόκληρον τώρα, ποὺ πρόκειται νὰ ἔλθουν ἐδῶ οἱ Σαμαρεῖται, καὶ μοῦ ἔκοψε κάθε ὄρεξιν, ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὴν φυσικὴν πεῖναν. 35 Δὲν λέγετε σεῖς, ὅτι τέσσαρες μῆνες ὑπολείπονται ἀκόμη καὶ ὁ θερισμὸς ἔρχεται; Εἰς τὴν πνευματικὴν ὅμως σπορὰν εἶναι δυνατὸν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ νὰ καρποφορήσῃ καὶ εἰς χρονικὸν διάστημα πολὺ σύντομον. Καὶ διὰ νὰ πεισθῆτε περὶ αὐτοῦ, ποὺ σᾶς λέγω, σηκώσατε τὰ μάτια σας καὶ κυττάξετε τὸ πλῆθος αὐτὸ τῶν Σαμαρειτῶν, ποὺ ἔρχονται. Εἶναι αὐτοὶ λογικὰ χωράφια, εἱς τὰ ὁποῖα δὲν ἐπρόφθασε νὰ σπαρῇ ὁ λόγος τῆς ἀληθείας καὶ ὅμως εἶναι λευκὰ καὶ ὥριμα πλέον, ἕτοιμα διὰ νὰ θερισθοῦν. Ἔτσι καὶ εἰς ὅλα τὰ μέρη τοῦ κόσμου αἱ ψυχαὶ τῶν ἀνθρώπων εἶναι τώρα ὥριμοι διὰ νὰ δεχθοῦν τὴν σωτηρίαν. 36 Καὶ ἐκεῖνος, ποὺ θερίζει εἰς τὸν πνευματικὸν αὐτὸν ἀγρὸν λαμβάνει μισθόν, ὄχι μόνον διότι χαίρει καὶ ἐδῶ βλέπων τὴν πνευματικὴν συγκομιδήν, ἀλλὰ καὶ διότι θὰ ἀνταμειφθῇ καὶ εἰς τὸν μέλλοντα βίον ὑπὸ τοῦ Κυρίου. Ἐπειδὴ δὲ ἑλκύει εἰς τὴν σωτηρίαν ψυχὰς ἀθανάτους, συναθροίζει καρπὸν διὰ τὴν αἰώνιον ζωήν. Καὶ ἔτσι εἰς τὴν πνευματικὴν σποράν, ποὺ γίνεται τώρα, ἐγὼ ὁ σπορεὺς χαίρω μαζὶ μὲ σᾶς, ποὺ θὰ θερίσετε. 37 Διότι εἰς αὐτήν, τὴν ἰδικήν μας δηλαδὴ περίπτωσιν, ἐφαρμόζεται ἡ σωστὴ παροιμία, ὅτι ἄλλος ἔσπειρε καὶ ἄλλος θερίζει. Ἔσπειρα ἐγὼ καὶ θὰ θερίσετε σεῖς, ὅπως καὶ εἰς τὸ μέλλον θὰ σπείρετε σεῖς καὶ θὰ θερίσουν οἱ διάδοχοί σας. 38 Ἐγώ, ὁ Κύριος τοῦ ἀγροῦ, σᾶς ἔστειλα, διὰ νὰ θερίζετε ἐκεῖνο, ποὺ σεῖς δὲν ἔχετε κοπιάσει διὰ νὰ σπαρῇ. Ἄλλοι, ἤτοι ἐγὼ καὶ οἱ πρὸ ἐμοῦ προφῆται, ἔχουν κοπιάσει καὶ ἔχουν σπείρει, καὶ σεῖς ἔχετε ἔμβει εἰς τοὺς κόπους καὶ τὴν σποράν τους διὰ νὰ θερίσετε. 39 Ἀπὸ τὴν πόλιν δὲ ἐκείνην Συχὰρ πολλοὶ ἀπὸ τοὺς Σαμαρείτας ἐπίστευσαν εἰς αὐτόν, ὅτι ἦτο ὁ Μεσσίας, ἕνεκα τοῦ λόγου τῆς γυναικός, ποὺ ἐμαρτύρει, ὅτι μοῦ εἶπεν ὅλα ὅσα ἔπραξα, καὶ αὐτὰ ἀκόμη τὰ ἰδιαίτερά μου, τὰ ὁποῖα δὲν ἤξευραν οὔτε ἐκεῖνοι, μὲ τοὺς ὁποίους συζῶ καὶ ἀπὸ χρόνον πολὺν μὲ γνωρίζουν. 40 Ὅταν λοιπὸν ἦλθον πρὸς αὐτὸν οἱ Σαμαρεῖται, τὸν παρεκάλουν νὰ μείνῃ διὰ παντὸς μαζί τους. Καὶ ἔμεινεν ἐκεῖ δύο ἡμέρας. 41 Καὶ ἀπὸ τὴν διδασκαλίαν, τὴν ὁποίαν τοὺς ἔκαμε κατὰ τὰς δύο αὐτὰς ἡμέρας, ἐπίστευσαν πολὺ περισσότεροι ἀπὸ ἐκείνους, ποὺ ἦλθαν εἰς τὸ πηγάδι καὶ τὸν προσεκάλεσαν νὰ μείνῃ εἰς τὴν πόλιν των. 42 Καὶ εἰς τὴν γυναῖκα ἔλεγον, ὅτι δὲν πιστεύομεν πλέον διὰ τὰ ὅσα μᾶς εἶπες σύ· διότι ἡμεῖς οἱ ἴδιοι ἔχομεν ἀκούσει αὐτὸν καὶ γνωρίζομεν, ὅτι αὐτὸς εἶναι ἀληθῶς ὁ Σωτὴρ ὁλοκλήρου τοῦ κόσμου, ὁ ἀναμενόμενος Μεσσίας, ὁ Χριστός.

Ἀπόστολος ΚΥΡΙΑΚΗΣ Ε΄ ΑΠΟ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ

 ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΙΑ´ 19 - 30



19 Οἱ μὲν οὖν διασπαρέντες ἀπὸ τῆς θλίψεως τῆς γενομένης ἐπὶ Στεφάνῳ διῆλθον ἕως Φοινίκης καὶ Κύπρου καὶ Ἀντιοχείας, μηδενὶ λαλοῦντες τὸν λόγον εἰ μὴ μόνον Ἰουδαίοις. 20 Ἦσαν δέ τινες ἐξ αὐτῶν ἄνδρες Κύπριοι καὶ Κυρηναῖοι οἵτινες εἰσελθόντες εἰς Ἀντιόχειαν ἐλάλουν πρὸς τοὺς Ἑλληνιστάς, εὐαγγελιζόμενοι τὸν Κύριον Ἰησοῦν. 21 καὶ ἦν χεὶρ Κυρίου μετ’ αὐτῶν, πολύς τε ἀριθμὸς πιστεύσας ἐπέστρεψεν ἐπὶ τὸν Κύριον. 22 Ἠκούσθη δὲ ὁ λόγος εἰς τὰ ὦτα τῆς ἐκκλησίας τῆς ἐν Ἱεροσολύμοις περὶ αὐτῶν, καὶ ἐξαπέστειλαν Βαρνάβαν διελθεῖν ἕως Ἀντιοχείας· 23 ὃς παραγενόμενος καὶ ἰδὼν τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ ἐχάρη, καὶ παρεκάλει πάντας τῇ προθέσει τῆς καρδίας προσμένειν τῷ Κυρίῳ, 24 ὅτι ἦν ἀνὴρ ἀγαθὸς καὶ πλήρης Πνεύματος ἁγίου καὶ πίστεως· καὶ προσετέθη ὄχλος ἱκανὸς τῷ Κυρίῳ. 25 ἐξῆλθε δὲ εἰς Ταρσὸν ὁ Βαρνάβας ἀναζητῆσαι Σαῦλον, καὶ εὑρὼν αὐτὸν ἤγαγεν αὐτὸν εἰς Ἀντιόχειαν. 26 ἐγένετο δὲ αὐτοὺς καὶ ἐνιαυτὸν ὅλον συναχθῆναι ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ καὶ διδάξαι ὄχλον ἱκανόν, χρηματίσαι τε πρῶτον ἐν Ἀντιοχείᾳ τοὺς μαθητὰς Χριστιανούς. 27 Ἐν ταύταις δὲ ταῖς ἡμέραις κατῆλθον ἀπὸ Ἱεροσολύμων προφῆται εἰς Ἀντιόχειαν· 28 ἀναστὰς δὲ εἷς ἐξ αὐτῶν ὀνόματι Ἄγαβος ἐσήμανε διὰ τοῦ Πνεύματος λιμὸν μέγαν μέλλειν ἔσεσθαι ἐφ’ ὅλην τὴν οἰκουμένην· ὅστις καὶ ἐγένετο ἐπὶ Κλαυδίου Καίσαρος. 29 τῶν δὲ μαθητῶν καθὼς εὐπορεῖτό τις, ὥρισαν ἕκαστος αὐτῶν εἰς διακονίαν πέμψαι τοῖς κατοικοῦσιν ἐν τῇ Ἰουδαίᾳ ἀδελφοῖς· 30 ὃ καὶ ἐποίησαν ἀποστείλαντες πρὸς τοὺς πρεσβυτέρους διὰ χειρὸς Βαρνάβα καὶ Σαύλου.




Ερμηνευτική απόδοση


 Ἀλλὰ προτοῦ συμβοῦν αὐτὰ μὲ τὸν Κορνήλιον, ἐπεκράτει εἰς τοὺς Χριστιανοὺς τῶν Ἱεροσολύμων ἡ προκατάληψις, ὅτι οἱ ἐθνικοὶ δὲν εἶχον τὰ αὐτὰ δικαιώματα μὲ τοὺς Ἰουδαίους ἐπὶ τῆς διὰ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ σωτηρίας. Ἐκεῖνοι, λοιπόν, ποὺ ἔφυγαν ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα καὶ διεσπάρησαν λόγῳ τοῦ διωγμοῦ, ὁ ὁποῖος ἔγινεν ἐξ αἰτίας τοῦ Στεφάνου, ἔφθασαν μέχρι τῆς Φοινίκης καὶ τῆς Κύπρου καὶ τῆς Ἀντιοχείας καὶ δὲν ἐκήρυττον τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ εἰς κανένα ἄλλον, παρὰ μόνον εἰς τοὺς Ἰουδαίους. 20 Ἦσαν δὲ μερικοὶ ἀπὸ αὐτοὺς ἄνδρες Ἰουδαῖοι μὲν κατὰ τὴν καταγωγήν, ἀλλ’ οἱ ὁποῖοι εἶχαν γεννηθῇ ἄλλοι εἰς τὴν Κύπρον καὶ ἄλλοι εἰς τὴν Κυρηναϊκὴν Λιβύην. Αὐτοὶ ὅταν ἦλθαν εἰς τὴν Ἀντιοχείαν, ἐδίδασκον τοὺς Ἰουδαίους, ποὺ εἶχον γεννηθῇ μακρὰν τῆς Παλαιστίνης καὶ εἶχον πλέον ὡς γλῶσσαν μητρικήν των τὴν Ἑλληνικήν, καὶ ἐκήρυττον εἰς αὐτοὺς τὸ Εὐαγγέλιον τῆς διὰ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ σωτηρίας. 21 Καὶ ἡ δύναμις τοῦ Κυρίου ἦτο μαζί των καὶ μὲ τὴν συνέργειαν καὶ ἐνίσχυσιν τῆς δυνάμεως ταύτης πολὺς ἀριθμὸς ἐκ τῶν Ἰουδαίων τούτων Ἑλληνιστῶν ἐπίστευσε καὶ ἐπέστρεψε εἰς τὸν Κύριον. 22 Ἔφθασε δὲ ἡ φήμη τῶν ἐπιτυχιῶν τούτων εἰς τὰ αὐτιὰ τῆς Ἐκκλησίας τῶν Ἱεροσολύμων, καὶ ἐξαπέστειλαν τὸν Βαρνάβαν νὰ ἔλθῃ μέχρις Ἀντιοχείας. 23 Αὐτὸς δέ, ὅταν ἦλθε καὶ εἶδε τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἐμαρτυρεῖτο ἀπὸ τὸ πλῆθος τῶν πιστευσάντων καὶ ἀπὸ τὸν βίον αὐτῶν, ἐχάρη καὶ προέτρεπεν ὅλους νὰ μένουν ἀφωσιωμένοι καὶ προσκολλημένοι εἰς τὸν Κύριον μὲ ὅλην τὴν διάθεσιν τῆς ψυχῆς των. 24 Ἐχάρη δὲ καὶ ἐστήριζε τοὺς νέους τούτους μαθητὰς ὁ Βαρνάβας, διότι ἦτο ἄνθρωπος ἀγαθὸς καὶ γεμᾶτος Πνεῦμα Ἅγιον καὶ πίστιν. Δι’ αὐτὸ δὲ καὶ ἠδύνατο νὰ στηρίζῃ καὶ νὰ παρακαλῇ. Καὶ ἐκ τῆς δράσεως ταύτης τοῦ Βαρνάβα προσετέθη εἰς τοὺς πιστοὺς ἀκολούθους τοῦ Κυρίου πολὺ πλῆθος λαοῦ. 25 Μετέβη δὲ ὁ Βαρνάβας εἰς Ταρσὸν διὰ νὰ ζητήσῃ τὸν Σαῦλον καὶ παραλάβῃ αὐτὸν ὡς βοηθόν του εἰς τὸ ἔργον τῆς διδασκαλίας καὶ ἐνισχύσεως τοῦ πλήθους τούτου τῶν Χριστιανῶν. Καὶ ὅταν τὸν εὔρε, τὸν ἔφερεν εἰς τὴν Ἀντιοχείαν. 26 Συνέβη δὲ ἐπὶ ἓν ὁλόκληρον ἔτος οἱ δύο αὐτοὶ ἀπόστολοι νὰ λάβουν μέρος εἰς τὰς συνάξεις τῶν πιστῶν ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ καὶ νὰ διδάξουν πλῆθος πολύ. Καὶ εἰς τὴν Ἀντιόχειαν ἐξ ἀφορμῆς τοῦ πλήθους των ὠνομάσθησαν διὰ πρώτην φορὰν οἱ μαθηταὶ τοῦ Κυρίου Χριστιανοί. 27 Κατὰ τὰς ἡμέρας δὲ αὐτὰς κατέβησαν ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα εἰς τὴν Ἀντιόχειαν μερικοὶ προφῆται. 28 Εἰς τὴν σύναξιν δὲ τῶν πιστῶν ἐσηκώθη ἕνας ἀπὸ αὐτούς, ποὺ ἐλέγετο Ἄγαβος, καὶ φωτισθεὶς ἀπὸ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα κατέστησε γνωστόν, ὅτι ἔμελλε νὰ γίνῃ μεγάλη πεῖνα εἰς ὅλην τὴν οἰκουμένην. Ἔγινε δὲ πράγματι ἡ πείνα αὐτὴ ἐπὶ τῆς αὐτοκρατορίας τοῦ Κλαυδίου Καίσαρος. 29 Κατόπιν δὲ τῆς προφητείας αὐτῆς οἱ μαθηταὶ ἀναλόγως τῶν πόρων καὶ τῶν μέσων, ποὺ εἶχε κανείς, ἀπεφάσισαν νὰ στείλουν καθένας ἀπὸ αὐτοὺς συνδρομὴν πρὸς βοήθειαν καὶ ὑπηρεσίαν τῶν ἀδελφῶν, οἱ ὁποῖοι διέμενον ἐν τῇ Ἰουδαίᾳ. 30 Πράγματι δὲ τὸ ἔκαμαν καὶ ἀπέστειλαν τὴν εἰσφοράν των εἰς τοὺς πρεσβυτέρους τῆς Ἐκκλησίας τῶν Ἱεροσολύμων διὰ τῶν χειρῶν τοῦ Βαρνάβα καὶ τοῦ Σαύλου.

Σύναξη των Βοιωτών Αγίων

 Οι Βοιωτοί Άγιοι τιμώνται από τις 26 Ιανουαρίου 2002 μ.Χ., ημέρα που αφιερώθηκε το Δεξιό Κλίτος του Ιερού Ναού του Αγίου Νικολάου του Νέου στο όνομα τους, ενω την Δεύτερη Κυριακή των Νηστειών του ιδίου έτους χοροστάτησε και λειτούργησε, με την ευλογία και την άδεια του Σεβ. Ποιμενάρχου (και νύν Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος) κ.κ Ιερωνύμου, ο Σεβ. Μητροπολίτης Χαλκίδος κ.κ Χρυσόστομος ο οποίος καθαγίασε την ασημοσκέπαστη εικόνα τους που βρίσκεται στο τέμπλο με Άγιο Μύρο σύμφωνα με την Εκκλησιαστική Τάξη. Έκτοτε το Εκκλ. Συμβούλιο προέβη στις εξής ενέργειες που αποβλέπουν στην Τιμή των Βοιωτών Αγίων:


- Απευθύνθηκε στον Υμνογράφο της των Αλεξανδρέων Εκκλησίας Δρ κ. Χαραλάμπη Μπούσια και συνέταξε το Απολυτίκιο Βοιωτών τους Εφόρους, Κοντάκιο και Μεγαλυνάριο.


- Προέβη στην Έκδοση της Ασματικής Ακολουθίας (2002 μ.Χ.) έργο του Μακαριστού Υμνογράφου της ΜτΧΕ π.Γερασίμου Μικαγιαννανίτου για Ενοριακή χρήση.


- Καθιέρωσε να ψάλλεται το Απολυτίκιο τους σε κάθε Θεία Λειτουργία και την Δεύτερη Κυριακή των Νηστειών να ψάλλεται η Ακολουθία τους μαζί με την Αναστάσιμη.


- Τοποθέτησε ξυλόγλυπτο Προσκυνητάριο με την εικόνα τους στον κυρίως Ναό (δεξιό Κλίτος) έργο του αγιογράφου κ.Ηλία Δημητρέλου. Η εικόνα αυτή παρουσιάζει τους Αγίους ολόσωμους με τους Αποστόλους Λουκά  και Ρούφο  πλαισιωμένους απο τους Ιεράρχες Ιωάννη  και Ρηγίνο  στην πρώτη σειρά, τους Οσίους Κλήμεντα , Γερμανό  και Σεραφείμ στην δεύτερη, τους Οσίους Νικήτα  και Μελέτιο  στην τρίτη και επάνω σαν κορωνίδα τον Όσιο Λουκά  τον εν Στειρίω.



Ἀπολυτίκιον

Ἦχος πλ. α’. Τὸν Συνάναρχον Λόγον.

Βοιωτῶν τούς Ἐφόρους ἀνευφημήσωμεν, Λουκᾶν Ἀπόστολον Ροῦφον, Στειρίου κλέος Λουκᾶν, Σεραφείμ, Νικήταν, Κλήμεντα, Μελέτιον, Ρηγῖνον καί σύν Γερμανῷ Ἰωάννην τόν σοφόν ἐπίσκοπον, Καλοκτένην, αὐτῶν λιτάς τάς ἀόκνους πρός τόν Σωτῆρα ἐκδεχόμενοι.


Έτερον Ἀπολυτίκιον

Ἦχος α΄. Τῆς ἐρήμου πολίτης.

Τόν δεκάριθμον δῆμον τῶν Ἁγίων τιμήσωμεν, τῶν ἐν Βοιωτίᾳ λαμψάντων ἀρετῆς τελειότητι, δυάδα Ἀποστόλων ἱερῶν, ἐξάριθμον χορόν δέ Ἀσκητῶν, σύν δυσίν Ἀρχιερεῦσι τοῖς θαυμαστοῖς, καί πρός αὐτούς βοήσωμεν˙ δόξα τῷ ἐνισχύσαντι ἡμᾶς, δόξα τῷ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργούντι δι’ ὑμῶν, πᾶσιν ἰάματα.


Κοντάκιον

Ήχος δ΄. Ὁ ὑψωθείς ἐν τῷ Σταυρῷ.

Τήν δεκάριθμον Ἁγίων χορείαν, τῆς Βοιωτίας τούς λαμπρούς πολιούχους, ὡς ἐν αὐτῇ ἐκλάμψαντας ὑμνήσωμεν˙ βίου γάρ λαμπρότητι, διαφόροις ἐν χρόνοις, τόν Χριστόν ἐδόξασαν, καί λαμπρῶς δοξασθέντες, ὑπέρ ἡμῶν πρεσβεύουσιν ἀεί, τῶν εὐφημούντων, αὐτῶν τήν ὁμήγυριν.


Μεγαλυνάριον

Χαίροις ἡ δεκάριθμος καί σεπτή, χορεία Ἁγίων, Βοιωτίας οἱ ἀρωγοί, καί πρός τόν Δεσπότην, θερμότατοι μεσίται, καί πάσης Ἐκκλησίας, ἐγκαλλωπίσματα.


Έτερον Μεγαλυνάριον

Ἦχος πλ. δ’. Τὴν Τιμιωτέραν.

Σεραφείμ, Νικήταν, Ροῦφον, Λουκάν, Κλήμεντα, Ρηγίνον, Καλοκτένην τε Γερμανόν, καί σύν Μελετίῳ, Λουκάν πνευματοφόρον ως Βοιωτῶν προστάτας ὕμνοις γεραίρομεν.


Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου «η Εγγύηση των Αμαρτωλών»

 Η ιερά εικόνα της Παναγίας «Η των Αμαρτωλών Εγγύησις» βρισκόταν παλαιότερα στη μονή του Ορντίσκ της επαρχίας Ορλώφ, όπου και έγινε ονομαστή για τα θαύματα που επιτελούσε.


Ένα αντίγραφό αυτής της ιεράς εικόνος φυλασσόταν στο ναό του Αγίου Νικολάου Χαμώνβικ της Μόσχας. Η εικόνα κάθε βράδυ ακτινοβολούσε από θεϊκό φως. Είναι χαρακτηριστική η επιγραφή που είχε χαραχθεί στην εικόνα: «Εγώ είμαι η εγγύηση των αμαρτωλών προς τον Υιό».


Η Εικόνα της Παναγίας εορτάζει, επίσης, στις 7 Μαρτίου.

Άγιος Μαξιμίνος Επίσκοπος Τρεβήρων

 Ο Άγιος Μαξιμίνος γεννήθηκε στο χωριό Σίλλυ κοντά στην πόλη Πουατιέ της Γαλλίας και καταγόταν από αρχοντική οικογένεια. Το 332 μ.Χ. έγινε Επίσκοπος Τρεβήρων και αναδείχθηκε πολέμιος του Αρειανισμού. Ο Άγιος υποδέχθηκε και περιέθαλψε τον Μέγα Αθανάσιο και τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Παύλο. Έλαβε μέρος στη Σύνοδο της Σαρδικής το 343 μ.Χ., μαζί με τον Πάπα Ιούλιο Α' και τον Κορδούης Όσιο και υποστήριξε με ζήλο την Ορθοδοξία.


Ο Άγιος πρέπει να παραιτήθηκε από τον επισκοπικό θρόνο, αφού το 347 μ.Χ. τον είχε διαδεχθεί ο Παυλίνος.


Ο Άγιος Μαξιμίνος κοιμήθηκε με ειρήνη το 352 μ.Χ. και ο Άγιος Ιερώνυμος τον περιγράφει ως έναν από τους θαρραλέους Επισκόπους του καιρού του.

Άγιος Σισίννιος ο Ιερομάρτυρας και οι συν αυτόν Μαρτύριος και Αλέξανδρος οι Μάρτυρες

 Οι Άγιοι Μάρτυρες Σισίννιος ο διάκονος, Μαρτύριος και Αλέξανδρος, μαρτύρησαν το 397 μ.Χ., στο Μιλάνο της Ιταλίας από τους ειδωλολάτρες. Περί του μαρτυρίου αυτών αναφέρει ο Άγιος Αμβρόσιος, Επίσκοπος Μεδιολάνων και ο Άγιος Ιερώνυμος.


Άγιος Ethelbert ο βασιλεύς

 Ο Άγιος Ethelbert (Εθελμπέρτος) έζησε τον 8ο αιώνα μ.Χ., ήταν ευσεβέστατος βασιλέας και ανατράφηκε με παιδεία και νουθεσία Κυρίου. Πολύ νέος διαδέχθηκε τον πατέρα του στον θρόνο και βασίλευσε επί σαράντα τέσσερα έτη. Διακήρυττε ότι, όσο υψηλότερα βρίσκεται κάποιος, τόσο ταπεινότερος πρέπει να είναι, και την πεποίθηση αυτή εφάρμοζε ως κανόνα και τρόπο βίου. Επιθυμώντας να εξασφαλίσει διαδοχή, ζήτησε να νυμφευθεί την Αλφρέδα, θυγατέρα του βασιλέα της Μερσία, Όφφα. Φιλοξενήθηκε λίγες ημέρες στην αυλή του μέλλοντος πεθερού του, δολοφονήθηκε όμως το 794 μ.Χ., πριν το γάμο, από ανθρώπους της βασίλισσας, η οποία φιλοδοξούσε να προσαρτήσει το βασίλειό του στο δικό τους.


Ο Άγιος Εθελμπέρτος ενταφιάσθηκε σε άγνωστο τόπο, ο τάφος του όμως αποκαλύφθηκε διά ουρανίου φωτός.

Άγιος Ιωάννης ο διά Χριστόν σαλός

 Ο Άγιος Ιωάννης γεννήθηκε τον 15ο αιώνα μ.Χ. στο χωριό Πούκχοβο στη περιοχή του Ούστγιουγκ από ευσεβείς και φιλόθεους γονείς, τον Σάββα και τη Μαρία. Από την παιδική του ηλικία διακρίθηκε για την ασκητικότητα του βίου του και την αυστηρή τήρηση της νηστείας. Την Τετάρτη και την Παρασκευή δεν έτρωγε τίποτα, παρά μόνο λίγο ψωμί και έπινε λίγο νερό.


Μετά τον θάνατο του πατέρα του, η μητέρα του Αγίου Ιωάννου εγκαταβίωσε στη μονή της Αγίας Τριάδος του Ορλέτσκ και έγινε μοναχή. Ο νεαρός Ιωάννης άρχισε την άσκηση με τη σιωπή και τη σαλότητα και διήλθε το υπόλοιπο του βίου του με αδιάλειπτη προσευχή ζώντας σε μία καλύβα του Ούστγιουγκ.


Κοιμήθηκε με ειρήνη το 1494 μ.Χ. και ενταφιάσθηκε κοντά στον καθεδρικό ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου.

Άγιος Ευθύμιος ο Ιερομάρτυρας Επίσκοπος Ζήλων

Ο Άγιος Ιερομάρτυς Ευθύμιος, κατά κόσμον Ευστράτιος Αγρίτης ή Αγριτέλλης, γεννήθηκε στις 6 Ιουλίου 1876 μ.Χ. στα Παράκουλα της Λέσβου. Σε ηλικία μόλις εννέα ετών, ο Ευστράτιος εισέρχεται στην ιερά μονή Λειμώνος, όπου ο ηγούμενος, αρχιμανδρίτης Άνθιμος Γεωργιέλλης, του έδωσε το όνομα Ευθύμιος.


Το 1889 μ.Χ. γράφεται στη Λειμωνιάδα Σχολή και για ένδεκα χρόνια παρακολουθεί τα μαθήματα και τη χριστομάθεια του υποδειγματικού αυτού αρρεναγωγείου. Το 1892 μ.Χ. αποφοιτά από τη Σχολή παίρνοντας το απολυτήριο με άριστα, πράγμα που του έδωσε την ευκαιρία να εγγραφεί το 1900 μ.Χ. στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης ως υπότροφος της μονής Λειμώνος. Το 1906 μ.Χ. χειροτονείται διάκονος στη μονή Χάλκου από τον Μητροπολίτη Γρεβενών Αγαθάγγελο και την επόμενη χρονιά υποβάλλει στη Σχολή για την απόκτηση του πτυχίου του διδακτορική διατριβή με θέμα: «Σκοπός του Μοναχικού βίου στην Ανατολή μέχρι τον 9ο αιώνα μ.Χ.».


Αφού παίρνει το πτυχίο του με άριστα, επιστρέφει στη μονή Λειμώνος στη Λέσβο και διορίζεται ιεροκήρυκας από τον Μητροπολίτη Μηθύμνης Στέφανο (Σουλίδη). Από την θέση αυτή διακρίνεται για τη ρητορική του δεινότητα, το πλούσιο περιεχόμενο του λόγου του και επισκέπτεται τα χωριά και τις κωμοπόλεις της επαρχίας, ευαγγελίζοντας τον Χριστό και κηρύττοντας την αγάπη για την Πατρίδα. τον ίδιο χρόνο διορίζεται Σχολάρχης στη Σκόπελο, όπου και παραμένει ένα έτος.


Το 1910 μ.Χ. χειροτονείται πρεσβύτερος και αργότερα αναλαμβάνει πρωτοσύγκελλος της Ιεράς Μητροπόλεως Μηθύμνης. Το 1911 μ.Χ. χειροτονείται στην Κωνσταντινούπολη Επίσκοπος και αναλαμβάνει να διαποιμάνει τη Επισκοπή Ζήλων. Από την Αμισό (Σαμψούντα), όπου εγκαθίσταται, επιδίδεται σε έναν ευγενή και σπάνιο αγώνα για την μόρφωση των Ελλήνων της περιοχής, έχοντας στην ευθύνη του 340 περίπου ενορίες και 150.000 Έλληνες. Το 1913 μ.Χ. ο Επίσκοπος Ευθύμιος τοποθετείται στην επαρχία Πάφρας. σε διάρκεια δέκα ετών, σημειώνει λαμπρή πνευματική τροχιά και ηγετική πορεία, κτίζοντας στην Πάφρα και σε πολλά χωριά, σχολεία, αρρεναγωγεία και παρθεναγωγεία και εκκλησίες, φροντίζοντας για την τοποθέτηση δασκάλων και ιερέων, απαραίτητων για την εθνική και πνευματική ανάπτυξη της περιοχής.


Το 1914 μ.Χ. πολλοί Παφρηνοί, με την προτροπή του Ευθυμίου, αρνήθηκαν να καταταγούν στον Τουρκικό στρατό και βγήκαν στα βουνά ως φυγόστρατοι, όπου αρχίζουν να δημιουργούνται τα πρώτα αντάρτικα τμήματα. Φοβερή γενοκτονία ξεσπά, ιδιαίτερα στην περιοχή της Πάφρας και Σαμψούντας, μεταβάλλοντας την δράση του Επισκόπου Ευθυμίου από προσπάθεια αναπτύξεως σε προσπάθεια περισσυλογής. Το 1917 μ.Χ. αναλαμβάνει ηγετικό ρόλο σε ένοπλες ομάδες ανταρτών κατευθύνοντάς τις κατά του Τουρκικού στρατού και των άλλων ενόπλων, που δρούσαν ως έμμισθοι των Τούρκων κατά των Ελλήνων.


Την περίοδο 1914 - 1916 μ.Χ. και 1918 - 1919 μ.Χ., με την υπογραφή της ανακωχής, παρότρυνε όλα τα σχολεία και τον λαό του Πόντου να παραστούν σύσσωμοι στην ετήσια τελετή της αναπαραστάσεως της αυτοκτονίας των τριάντα και πλέον νεαρών κοριτσιών του Ασάρ της Πάφρας. Η τελετή αυτή πραγματοποιείτο κατά την επέτειο της 25ης Μαρτίου, ως ανάμνηση της αυτοθυσίας των νεαρών κοριτσιών, που έπεσαν το 1860 μ.Χ. από το κάστρο του Άλυ και αυτοκτόνησαν, για να μην πέσουν στα χέρια των Τούρκων.


Τον Απρίλιο του 1917 μ.Χ., μεγάλη δύναμη του Τουρκικού στρατού περικυκλώνει στο βουνό Νελτές τη μονή της Παναγίας, της Μάαρα, κλείνοντας 650 γυναικόπαιδα και 60 ένοπλους αντάρτες. Μετά από εξαήμερη αντίσταση, οι περισσότεροι έγκλειστοι σκοτώνονται ή αυτοκτονούν. Το 1919 μ.Χ., σε ανταπόδοση των προηγουμένων, ανήμερα της Παναγίας, ο Ευθύμιος συγκεντρώνει 12.000 αντάρτες έξω από την κωμόπολη Τσασούρ με γενικό αρχηγό τον Κυριάκο Παπαδόπουλο με αποτέλεσμα την ολοσχερή καταστροφή της πόλεως και τον αφανισμό των Τούρκων ενόπλων. Από εκείνη την ημέρα οι Τούρκοι καταζητούν τον Ευθύμιο, θεωρώντας τον επίσημο αρχηγό των ανταρτών του Δυτικού Πόντου.


Το 1921 μ.Χ., με απόφαση της Κεμαλικής κυβερνήσεως, όλοι οι Μητροπολίτες, οι Επίσκοποι και οι αρχιμανδρίτες του Πόντου όφειλαν να εγκαταλείψουν τον Πόντο και να φύγουν από τις έδρες τους. Οι μόνοι που δεν υπάκουσαν στην εντολή αυτή ήσαν ο Μητροπολίτης Τραπεζούντος Χρύσανθος, ο Επίσκοπος Ευθύμιος και ο Αρχιμανδρίτης Αμασείας πρωτοσύγκελλος Πλάτων Αϊβαζίδης. Στις 21 Ιανουαρίου του ίδιου έτους, οι Κεμαλικοί συλλαμβάνουν τον Ευθύμιο, τον Αρχιμανδρίτη Αϊβαζίδη μαζί με προύχοντες της πόλης. Ο Άγιος Ευθύμιος οδηγείται στην Αμάσεια, όπου καταδικάζεται σε θάνατο και κλείνει στις φυλακές Σούγια της Αμασείας, που έχουν μετατραπεί σε τόπο κολάσεως από τις οδύνες και τον πόνο των βασανιστηρίων, ο Άγιος Ιερομάρτυς Ευθύμιος υποκύπτει από το βάρος των πληγών του το 1921 μ.Χ. και λαμβάνει τον αμαράντινο στέφανο του μαρτυρίου.


Το 1992 μ.Χ. ο Ευθύμιος κατατάσσεται στη χορεία των Αγίων από την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος. Το 1998 μ.Χ. ανοικοδομείται παρεκκλήσιο προς τιμήν του Αγίου στη μονή Λειμώνος, στην Ιερά Μητρόπολη Μηθύμνης.


Η μνήμη του εορτάζεται, επίσης, την Κυριακή προ της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού.

Άγιος Ανδρέας ο Αργέντης

 Ο Άγιος Νεομάρτυς Ανδρέας ο Αργέντης καταγόταν από την Χίο και υπέστη μαρτυρικό θάνατο στην Κωνσταντινούπολη το 1465 μ.Χ., συγκαταλεγόμενος έτσι μεταξύ των πρώτων Νεομαρτύρων, οι οποίοι θανατώθηκαν από τους Τούρκους μετά την άλωση της Πόλεως. Μαρτύριο του Αγίου συνέγραψε ο Γεωργός Τραπεζούντιος.

Άγιος Ιωάννης ο Νάννος από τη Θεσσαλονίκη

 Ο Άγιος Νεομάρτυς Ιωάννης ή Νάννος συνεπαρμένος από την μελέτη των Βίων των Αγίων και Μαρτύρων και κυριευμένος από ενθουσιασμό, που ενισχυόταν από το νεαρό της ηλικίας του, θέλησε να εισέλθει και αυτός στο χορό των Μαρτύρων. Ο μόνος τρόπος για την πραγματοποίηση της επιθυμίας του ήταν να αρνηθεί την πίστη του και κατόπιν να αποπλύνει την άρνησή του με τί αίμα του, καθιστώντας με αυτό τον ιδιότυπο τρόπο τον εαυτό του εξ αρνησιχρίστων Νεομάρτυρα.


Ο πατέρας του, που ονομαζόταν και αυτός Ιωάννης, καταγόταν από το Γυναικόκαστρο, χωριό που βρίσκεται στην κοιλάδα του Αξιού, ενώ η μητέρα του Θωμαΐδα από το χωριό Κολόβι, που βρίσκεται κοντά στον Πολύγυρο της Χαλκιδικής. Kαι οι δύο όμως ζούσαν στη Θεσσαλονίκη, όπου νυμφεύθηκαν και έφεραν στον κόσμο τα δυο τους παιδιά, τον Θεόδωρο και τον Ιωάννη, που έλαβε αυτό το όνομα, διότι γεννήθηκε την παραμονή της εορτής του Γενεθλίου του Τιμίου Προδρόμου· για να διακρίνεται όμως από τον πατέρα του, τον φώναζαν Νάννο.


Ο πατέρας του Νάννου λοιπόν ήταν υποδηματοποιός. Προς εξοικονόμηση των αναγκαίων πραγμάτων έφυγε από την Θεσσαλονίκη και εγκαταστάθηκε στη Σμύρνη. Όταν αργότερα οι δύο υιοί του μεγάλωσαν, τους πήρε κοντά του και τους έμαθε την τέχνη του.


Στη Σμύρνη ο νεαρός και ευσεβής Ιωάννης περνούσε τις ημέρες του εργαζόμενος, ενώ τον ελεύθερο χρόνο του τον αφιέρωνε, με την βοήθεια του αδελφού του, γιατί ο ίδιος ήταν αγράμματος, στην μελέτη της αγίας Γραφής και βίων Αγίων και Μαρτύρων, με αποτέλεσμα να ανάψει μέσα στην καρδιά του ο πόθος του μαρτυρίου. Παρακινούμενος από αυτή του την επιθυμία προσποιήθηκε ότι θέλει να προσέλθει στο Μωαμεθανισμό, έχοντας ως απώτερο σκοπό το μαρτύριο. Έτσι, εντελώς ξαφνικά, στις 3 Μαΐου του 1802 μ.Χ., χωρίς να φανερώσει τίποτε σε κανέναν και ενώ είχε σταλεί από τον πατέρα του σε κάποια δουλειά, πήγε και παρουσιάσθηκε ενώπιον των Τούρκων και δήλωσε ότι θέλει να προσχωρήσει στη θρησκεία τους. Ο πατέρας του, ανησυχώντας για την αργοπορία του υιού του και φοβούμενος μήπως του συνέβη κάποιο κακό, άρχισε να τον αναζητά μαζί με μερικούς συγγενείς του, οπότε και πληροφορήθηκαν την εξωμοσία του. Έσπευσαν τότε όλοι μαζί να τον εύρουν, για να πληροφορηθούν τον λόγο που τον οδήγησε σ' αυτήν την πράξη και να προσπαθήσουν να τον μεταπείσουν.


Δυστυχώς όμως μάταια κόπιασαν, διότι ούτε καν μπόρεσαν να τον πλησιάσουν, αφού οι Τούρκοι που τον περιτριγύριζαν, μόλις τους είδαν, τους απομάκρυναν βίαια από κοντά του. Ο Ιωάννης, του οποίου η σκέψη από την αρχή ήταν προσηλωμένη στο μαρτύριο, θεωρώντας την άρνηση ως το μόνο μέσο για την επίτευξη του σκοπού του, προσπάθησε επανειλημμένα να γνωστοποιήσει την πρόθεσή του στους συγγενείς του, χωρίς όμως να το καταφέρει, αφού αυτοί τον απέφευγαν πλέον ως αρνησίθρησκο. Όταν τέλος, μετά από πολλές προσπάθειες, ο πατέρας του πληροφορήθηκε κάποιες δηλώσεις του και κατάλαβε ότι σκόπευε να μαρτυρήσει, του έστειλε μήνυμα πως η δύναμη του Σταυρού αρκεί για να τον ενδυναμώσει στο έργο του.


Ύστερα από αυτό το περιστατικό, στις 25 Μαΐου και ημέρα Κυριακή, ενδύθηκε με χριστιανικά ενδύματα, φόρεσε στο κεφάλι του το τούρκικο κάλυμμα και παρουσιάσθηκε και πάλι στο κριτήριο των Τούρκων, για να ομολογήσει πλέον αυτή τη φορά τη Χριστιανική του ιδιότητα και ότι το όνομά του είναι Ιωάννης και όχι Μεχμέτ. Οι Τούρκοι έμειναν έκπληκτοι από τις δηλώσεις του και προσπάθησαν να τον μεταπείσουν. του παρουσίασαν μάλιστα για να τον δελεάσουν μία πολύτιμη στολή και πολλά χρήματα, που θα γίνονταν δικά του, εάν ομολογούσε τον Μωάμεθ ως Θεό. Έφθασαν δε στο σημείο να του προτείνουν να δηλώσει ενώπιόν τους πως παραμένει Τούρκος και κατόπιν ήταν ελεύθερος να φύγει και να πάει όπου θέλει πιστεύοντας οτιδήποτε ήθελε. Γι' αυτούς αρκούσε μόνο να εξέλθει από το δικαστήριο ως Μεχμέτης και όχι ως Ιωάννης. Παρ' όλες όμως τις ελκυστικές προτάσεις που του έκαναν, δεν κατάφεραν να κλονίσουν το γενναίο του φρόνημα και να τον παρασύρουν στη γνώμη τους.


Κάποιος Τούρκος αγάς, βλέποντας την υπομονή του Ιωάννου, πρότεινε κάποια λύση, σύμφωνα με την οποία ο Ιωάννης θα παρέμενε Τούρκος είτε το ήθελε, είτε όχι· πρότεινε λοιπόν να τον στείλουν στο Αλγέρι μ' ένα πλοίο, το πλήρωμα του οποίου αποτελείτο μόνο από Τούρκους. Ο Ιωάννης, ακούγοντας αυτήν την εκδοχή και φοβούμενος μήπως ματαιωθεί κατ' αυτό τον τρόπο το μαρτύριο που τόσο επιθυμούσε, προφασίσθηκε ότι επιθυμεί να του δοθούν δύο ημέρες διορία, για να σκεφθεί τις προτάσεις τους. Οι Τούρκοι, πιστεύοντας πως τελικά θα υποχωρούσε ο Ιωάννης, του παραχώρησαν την διορία που τους ζήτησε για να αποφασίσει, χωρίς όμως να σκεφθούν ότι έτσι θα έχαναν και την ευκαιρία να τον στείλουν με το πλοίο στο Αλγέρι.


Μετά το τέλος της δεύτερης ημέρας τον κάλεσαν να παρουσιασθεί στη συνέλευσή τους, για να δώσει την τελική απάντηση. Ο Ιωάννης, ο οποίος είχε βεβαιωθεί νωρίτερα για την αναχώρηση του πλοίου, δήλωσε πως όχι μόνο δεν είχε μετανιώσει, αλλά επιθυμούσε τώρα ακόμα περισσότερο το μαρτύριο. μη έχοντας πλέον άλλη εκλογή οι Τούρκοι, αποφάσισαν να τον θανατώσουν. Πριν όμως από αυτό θέλησαν να επιχειρήσουν άλλη μία φορά να τον μεταπείσουν. Γι' αυτό κάλεσαν τον πατέρα του, ο οποίος, επειδή φοβόταν, αρνήθηκε να παρουσιασθεί, λέγοντας πως δεν είχε πλέον καμία σχέση μαζί του.


Έτσι, στις 29 Μαΐου του 1802 μ.Χ. και ημέρα Πέμπτη, ο Ιωάννης οδηγήθηκε στο Σοάν Παζάρι, τόπο των θανατικών εκτελέσεων. Πλήθος λαού είχε συγκεντρωθεί, για να παρακολουθήσει το μαρτύριό του, όχι μόνο Χριστιανοί αλλά και πολλοί Τούρκοι, Φράγκοι και Αρμένιοι, που έμειναν έκπληκτοι από τη γενναιότητα και το θάρρος του Μάρτυρος.


Μετά τον αποκεφαλισμό του πολλοί Χριστιανοί προσπάθησαν να εξαγοράσουν κάτι δικό του, για να το έχουν ως φυλακτό. Κατ' αυτό τον τρόπο οι Τούρκοι συγκέντρωσαν πάνω από 3.000 γρόσια· έφθασαν μάλιστα στο σημείο να θέλουν να ακρωτηριάσουν τον Μάρτυρα, για να κερδίσουν περισσότερα. Τότε κάποιος ευλαβής Χριστιανός από την Μόσχα, ονομαζόμενος Παναγιώτης Παναγιωτόπουλος, για να αποφευχθεί η κατατεμάχιση του τιμίου λειψάνου του Νεομάρτυρος, επιχείρησε να το εξαγοράσει, πράγμα που κατόρθωσε δωροδοκώντας τον κριτή, που ήταν φίλος του, και τον έπαρχο, και έτσι του επέτρεψαν να παραλάβει το ιερό λείψανο και να το ενταφιάσει.


Μαρτύριο του Αγίου αυτού, συνέγραψε ο Ιερομόναχος Νικηφόρος ο Χίος.

Άγιος Ολβιανός επίσκοπος Ανέων και οι αυτού μαθητές

 Ο Άγιος Ολβιανός ήταν από τους επισκόπους, που ποίμαναν το ποίμνιο τους με πολλή στοργή και επιμέλεια. Συγχρόνως υπεράσπιζε την πίστη του Ευαγγελίου κατά των προσβολών των Ιουδαίων και των ειδωλολατρών. Στο διωγμό, κατά της Εκκλησίας, που έκανε ο αυτοκράτορας Διοκλητιανός, ο επίσκοπος Ανέων Ολβιανός συνελήφθη και μετά από ανάκριση, υποβλήθηκε σε σειρά σκληρών βασανιστηρίων. Αλλά όλα αυτά δεν κατάφεραν να νικήσουν τη θερμότητα του ζήλου του. Τελευταία τον έριξαν μαζί με τους μαθητές του μέσα στη φωτιά, όπου βρήκαν το θάνατο, και αξιώθηκαν του μαρτυρικού στεφάνου.

Οσία Υπομονή

 Η Αγία Υπομονή, κατά κόσμον Ελένη Δραγάση, και αργότερα, ως σύζυγος του Μανουήλ Β' Παλαιολόγου, «Ελένη η εν Χριστώ τω Θεώ αυγούστα και αυτοκρατόρισσα των Ρωμαίων η Παλαιολογίνα», ήταν θυγατέρα του Κωνσταντίνου Δραγάση, ενός από τους πολλούς ηγεμόνες - κληρονόμους του μεγάλου Σέρβου κράλη (βασιλιά) Στεφάνου Δουσάν. Καταγόταν από βασιλική και ευλογημένη γενιά. Στους προγόνους της συγκαταλέγονται άνθρωποι που αγίασαν όπως ο Στέφανος Νεμάνια, σέρβος βασιλέας που μόνασε με το όνομα Συμεών και ήταν κτίτορας της Ιεράς Μονής Χιλανδαρίου του Αγίου Όρους . Ο Κωνσταντίνος Δραγάσης ανέλαβε την ηγεμονία του σημερινού βουλγαρικού τμήματος της βόρειο - ανατολικής Μακεδονίας, στην περιοχή μεταξύ των ποταμών Αξιού και Στρυμώνος.


Η γέννησή της τοποθετείται στα αμέσως μετά τον θάνατο το Δουσάν χρόνια. Η ανατροφή, η μόρφωση, η αγωγή της, ήταν διαποτισμένα με ό,τι ανώτερο υπαγόρευε το βυζαντινό ιδεώδες, διότι οι Σέρβοι είχαν επηρεαστεί πολύ από τον βυζαντινό πολιτισμό. Ένοιωθε τον εαυτό της περισσότερο ταυτισμένο με τον πολιτισμό και κυρίως με την εθνική συνείδηση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Συναισθηματικά και ουσιαστικά έρεπε μάλλον προς το Βυζάντιο, του οποίου επέπρωτο να γίνει Αυγούστα και Αυτοκρατόρισσα, περά προς την γενέθλιο σερβική πατρίδα.


Ἀπολυτίκιον

Ήχος πλ. α'. Τον συνάναρχον Λόγον.

Την κλεινήν βασιλίδα έγκωμιάοωμεν, Υπομονήν την οσίαν, περιστεράν ευλαβή εκ του κόσμου πετασθείσαν της συγχύσεως προς τας σκηνάς του ουρανού εν αγάπη ακλινεί, ασκήσει και ταπεινώσει βοώντες' Μήτερ, λιταίς σου θραϋσον ημών της αμαρτίας δεσμούς.


Κοντάκιον

Ήχος πλ. δ'. Τη Υπερμάχω.

Υπομονής θεοστηρίκτου την ομώνυμον και βασιλίδων θεοσόφων την υπέρτιμον, την εκλάμψασαν ως άστρον εν Βυζαντίω και χορούς μοναζουσών καταπυρσεύσασαν, ταπεινώσεως βολαίς ανευφημήσωμεν, πόθω κράζοντες. Χαίροις, Μήτερ πανεύφημε.


Μεγαλυνάριον

Χαίροις εκμαγείον υπομονής, στήλη σωφροσύνης, αδιάσειστον αρετών, τείχος και ταμείον, Υπομονή, αγάπης, ενθέων βασιλίδων κέρας περίδοξον.



Κοντά σ' αυτά και πάνω απ' αυτά, γαλουχήθηκε με την πατροπαράδοτη στην οικογένειά της, ακράδαντη ορθόδοξη πίστη στο Θεό. Αυτή η πίστη είναι που θα την οδηγεί, θα την φωτίζει, και θα την εμπνέει στην πολυτάραχη γεμάτη θλίψεις και δοκιμασίες ζωή της.


Υπολογίζεται να ήταν 19 περίπου χρονών όταν παντρεύτηκε τον Μανουήλ Β' Παλαιολόγο (τέλη του 1390 μ.Χ.), λίγους μήνες πριν γίνει Αυτοκράτορας.


Η καινούργια ζωή της Ελένης - αγίας Υπομονής, από την αρχή της έδειξε ότι θα ήταν Γολγοθάς. Πολλές ήταν οι φορές που χρειάστηκε να πιει το ποτήρι της προσβολής και του εξευτελισμού στο πλευρό του συζύγου της όχι μόνο από τους αλλόθρησκους, αλλά και από τα κατ' όνομα χριστιανικά κράτη της Δύσεως, στην απεγνωσμένη προσπάθειά του να βρει τρόπους σωτηρίας της ετοιμοθάνατης Αυτοκρατορίας.


Η Ελένη - αγία Υπομονή απεδείχθη εξαιρετικός άνθρωπος που συγκέντρωνε πολλές και μεγάλες αρετές, και ψυχική δύναμη. Έδειξε ότι είχε απόλυτη συναίσθηση τόσο της θέσης της και των περιστάσεων, όσο και του ρόλου που αυτές της υπαγόρευαν, σε όλα τα επίπεδα.


Αγαπούσε το λαό. Ήταν η μεγάλη μάνα που ο καθένας μπορούσε να προστρέξει. Συμμεριζόταν τις αγωνίες του και ανησυχίες του ενώπιον των φοβερών εθνικών κινδύνων και προσπαθούσε πάντοτε με την προσευχή, με την πραότητά της και με γλυκά και παρηγορητικά της λόγια να τον ενισχύσει. Είναι πολύ χαρακτηριστικά και εύγλωττα μέσα στην λακωνικότητά της τα όσα γράφει για την Αυτοκρατόρισσα, ο σύγχρονός της φημισμένος φιλόσοφος Γεώργιος Γεμιστός - Πλήθων: «Η Βασιλίς αύτη με πολλήν ταπείνωσιν και καρτερικότητα εφαίνετο να αντιμετωπίζει και τας δύο μορφάς της ζωής. Ούτε κατά τους καιρούς των δοκιμασιών απεγοητεύετο, ούτε όταν ευτυχούσε επανεπαύετο, αλλά εις κάθε περίπτωσιν έκανε το πρέπον. Συνεδύαζε την σύνεσιν με την γενναιότητα, περισσότερον από κάθε άλλην γυναίκα. Διεκρίνετο δια την σωφροσύνην της. Την δε δικαιοσύνην την είχε εις τελειότατον βαθμόν. Δεν εμάθαμε να κάμνει κακόν εις ουδένα, ούτε μεταξύ των ανδρών, ούτε μεταξύ των γυναικών. Αντιθέτως εγνωρίσαμε να κάμνει πολλά καλά και εις πολλούς. Με ποίον άλλον τρόπον δύναται να φανεί εμπράκτως η δικαιοσύνη, εκτός από το γεγονός του να μη κάμνει κανείς ποτέ θεληματικά και σε κανέναν κακό, αλλά μόνον το αγαθόν σε πολλούς;»


Στάθηκε αντάξια του φιλόσοφου και φιλόχριστου συζύγου της Μανουήλ. Στάθηκε άξια δίπλα του για 35 χρόνια, «συνευδοκόντας», σύμφωνα με σύγχρονή τους μαρτυρία, δηλ. όλα γινόντουσαν με συμφωνία, ομόνοια, συναπόφαση, εν πνεύματι Χριστού και αγωνιστική αγιότητα. Κατόρθωναν να τιμούν την αρετή με λόγια και έργα. «Λόγω μεν διδάσκοντας το πρακτέον, έργω δε γενόμενοι πρότυπα και εικόνες εφηρμοσμένης αγάπης».


Στο ευλογημένο ζευγάρι ο Θεός χάρισε οκτώ παιδιά. Έξι αγόρια από τα οποία τα δύο ανέβηκαν στον αυτοκρατορικό θρόνο, ο Ιωάννης Η' (1425 - 1448 μ.Χ.) και ο Κωνσταντίνος ΙΑ', ο τελευταίος θρυλικός αυτοκράτορας (1448 - 29 Μαΐου 1453 μ.Χ.- μαύρη ήμερα αλώσεως της Βασιλεύουσας). Ο Θεόδωρος, ο Δημήτριος και ο Θωμάς διετέλεσαν δεσπότες του Μυστρά, και ο Ανδρόνικος της Θεσσαλονίκης. Και δύο κορίτσια, τα οποία όμως πέθαναν σε μικρή ηλικία. Η πολύτεκνη και φιλότεκνη μητέρα γαλούχησε τα παιδιά της με τα νάματα της πίστεως και τη γλυκύτατη διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας, τα οδηγούσε σε ιερά προσκυνήματα και σεβάσμια Μοναστήρια της Βασιλεύουσας, και επιζητούσε υπέρ αυτών τις ευχές των αγίων ασκητών και Γερόντων. Τα ανέθρεψε «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου», και ποτέ δεν «έπαυσε μετά δακρύων προσευχής και αγάπης να νουθετή ένα έκαστον».Με υπομονή και επιμονή, με προσοχή και προσευχή σμίλεψε τους χαρακτήρες τους, τους έδωσε μαζί με το «ζην»και το «εύ ζην». Έτσι, κατάφερε, μεταξύ άλλων, να θέσει τέρμα στις επί 90 περίπου χρόνια συγκρούσεις μεταξύ των μελών της αυτοκρατορικής οικογένειας για την εξουσία που είχαν εξαντλήσει την αυτοκρατορία. Οι όποιες διαφορές απόψεων η διενέξεις παρουσιάζονταν (μετά το θάνατο του Μανουήλ), ξεπερνιόνταν ήσυχα με το κύρος της μητρικής της παρέμβασης και της προσευχής της.


Ιδιαίτερη ήταν η αγάπη της για τα Μοναστήρια. Εκεί αναπαυόταν, ξεκουραζόταν η ψυχή της, αντλούσε δύναμη και κουράγιο για τη συνέχεια. Αυτό, το ενέπνευσε σε όλη την οικογένειά της. Ο σύζυγός της αφού παρέδωσε τον θρόνο στον πρωτότοκο Ιωάννη, δύο μήνες πριν τον θάνατό του (29 Μαρτίου 1425 μ.Χ.), απεσύρθη στη Μονή του Παντοκράτορος στην Κωνσταντινούπολη, όπου εκάρη μοναχός με το όνομα Ματθαίος. Η ίδια, μετά το θάνατο του συζύγου της έγινε μοναχή (1425 μ.Χ.) στη Μονή της κυράς Μάρθας, με το όνομα Υπομονή. Και τρία από τα παιδιά τους επίσης έγιναν μοναχοί, ο Θεόδωρος και ο Ανδρόνικος (μ. Ακάκιος) στη Μονή του Παντοκράτορος, και ο Δημήτριος (μ. Δαυίδ) στο Διδυμότειχο. Επίσης, η πενθερά της και η κουνιάδα της ετελείωσαν την ζωή τους ως Μοναχές. Το ίδιο και η εγγονή της, κόρη του γιου της Θωμά, Ελένη, που έγινε Μοναχή με το όνομα Υπομονή στη Λευκάδα.


Ακόμα, εν όσω βρισκόταν στην πατρίδα της, μαζί με τον πατέρα της έκτισαν την Ι.Μ. Παναγίας Παμμακαρίστου στο Πογάνοβο της πόλης Δημήτροβγκραντ της Ν.Α. Σερβίας. Στην Κωνσταντινούπολη είχε συνδεθεί με την Ι. Μ. του Τιμίου Προδρόμου της Πέτρας, όπου φυλαγόταν το ιερό λείψανο του οσίου Παταπίου του θαυματουργού (βλέπε 8 Δεκεμβρίου), στον οποίο η αγία Υπομονή έτρεφε ιδιαίτερη ευλάβεια. Η Μονή είχε ιδρυθεί από τον συνασκητή του οσίου Παταπίου στην Αίγυπτο, όσιο Βάρα, έξω από την πύλη του Ρωμανού πριν από το 450 μ.Χ. Με την συμβολή της αγίας ιδρύθηκε στη Μονή γυναικείο γηροκομείο με την επωνυμία «Η ελπίς των απηλπισμένων». Η ευλάβειά της προς τον όσιο Πατάπιο φαίνεται από το γεγονός ότι ο αγιογράφος του σπηλαίου του οσίου Παταπίου στα Γεράνεια όρη της Κορινθίας θεώρησε απαραίτητο να ιστορήσει την αγία Υπομονή δίπλα από το σκήνωμα του οσίου.


Άνθρωπος φωτεινός και φωτισμένος η αγία Υπομονή, προικισμένη με πολλά τάλαντα, που τα «εμπορεύθηκε» με σύνεση και σωφροσύνη και τα πολλαπλασίασε, κατάφερε με την αρετή, την άσκηση και την καρτερία της να φθάσει σε δυσανάβατα μέτρα αρετής. Μια σημαντική φυσιογνωμία εκείνης της εποχής ο Γεννάδιος Σχολάριος, ο πρώτος Οικουμενικός Πατριάρχης μετά την άλωση, στον Παραμυθητικό του Λόγο προς τον Βασιλέα Κωνσταντίνο ΙΑ', «Επί τη κοιμήσει της μητρός Αυτού αγίας Υπομονής», αναφέρει χαρακτηριστικά τα εξής:


«Την μακαρίαν εκείνην Βασίλισσαν όταν την επεσκέπτετο κάποιος σοφός, έφευγεν κατάπληκτος από την ιδικήν της σοφίαν. Όταν την συναντούσε κάποιος ασκητής, αποχωρούσε, μετά την συνάντηση, ντροπιασμένος δια την πτωχείαν της ιδικής του αρετής, συγκρινομένης προς την αρετήν εκείνης. Όταν την συναντούσε κάποιος συνετός, προσέθετεν εις την ιδικήν του περισσοτέραν σύνεσιν. Όταν την συναντούσε κάποιος νομοθέτης, εγινόταν προσεκτικώτερος. Όταν συνομιλούσε μαζί της κάποιος δικαστής, διεπίστωνε ότι έχει ενώπιόν του έμπρακτον Κανόνα Δικαίου. Όταν κάποιος θαρραλέος (τη συναντούσε), ένοιωθε νικημένος, αισθανόμενος έκπληξιν από την υπομονήν, την σύνεσιν και την ισχυρότητα του χαρακτήρος της. Όταν την επλησίαζε κάποιος φιλάνθρωπος, αποκτούσε εντονώτερο το αίσθημα της φιλανθρωπίας. Όταν την συναντούσε κάποιος φίλος των διασκεδάσεων, αποκτούσε σύνεσιν, και, γνωρίζοντας την ταπείνωσιν εις το πρόσωπόν της, μετανοούσε. Όταν την εγνώριζε κάποιος ζηλωτής της ευσεβείας, αποκτούσε μεγαλύτερον ζήλον. Κάθε πονεμένος με τη συνάντηση μαζί της, καταλάγιαζε τον πόνο του. Κάθε αλαζόνας αυτοτιμωρούσε την υπερβολικήν του φιλαυτίαν. Και γενικά κανένας δεν υπήρξε, που να ήλθεν εις επικοινωνίαν μαζί της και να μην έγινε καλύτερος».


Ο Θεός ευδόκησε να μην ζήσει τις τελευταίες τραγικές στιγμές της Αυτοκρατορίας. Την κάλεσε κοντά Του στις 13 Μαρτίου 1450 μ.Χ., έχοντας διανύσει 35 χρόνια ως Αυτοκρατόρισσα και 25 ως ταπεινή μοναχή. Ο σύγχρονός της διάκονος Ιωάννης Ευγενικός, αδελφός του Μάρκου του Ευγενικού Αρχιεπισκόπου Εφέσου, στον Παραμυθητικό του Λόγο προς τον Κωνσταντίνον Παλαιολόγον επί τη κοιμήσει της Μητρός του αγίας Υπομονής συνοψίζει:


«Ως προς δε την αοίδιμον, εκείνην Δέσποινα Μητέρα σου, τα πάντα εν όσω ζούσε, ήσαν εξαίρετα, η πίστις, τα έργα, το γένος, ο τρόπος, ο βίος, ο λόγος και όλα μαζί ήσαν σεμνά και επάξια της θείας τιμής και, όπως έζησε μέτοχος της θείας Προνοίας, έτσι και ετελεύτησεν».


Η «Αγία Δέσποινα»,όπως την ονομάζει ο Γεώργιος Φραντζής, συνέδεσε την έννοια του μοναχικού της ονόματος (Υπομονή) με τον τρόπον αντιμετωπίσεως και των ευτυχών στιγμών και των απείρων δυσκολιών της όλης ζωής της. Υπομονή κατά βίον, πράξιν και μοναχικό όνομα. «Τη υπομονή αυτής εκτήσατο την ψυχήν αυτής».


Σύγχρονο θαύμα της Αγίας


Είναι αρκετές οι εμφανίσεις της αγίας Υπομονής τα τελευταία χρόνια σε ευσεβείς και μη χριστιανούς. Επιλεκτικά καταχωρούμε ένα συμβάν που περιγράφει την θαυμαστή εμφάνισί της και θεραπεία κάποιου ασθενή.


«Η αγία Υπομονή εμφανίσθηκε ως μοναχή σε κάτοικο των Αθηνών που εργαζόταν σε ταξί. Το σταμάτησε και ζήτησε να κατευθυνθεί προς το Λουτράκι. Ο ταξιτζής είχε καρκίνο του δέρματος στα χέρια του και βρισκόταν σε μεγάλη απελπισία.


Καθ' οδόν η μοναχή που φορούσε ένα κουκούλι με κόκκινο σταυρό τον ρώτησε: «Γιατί είσαι μελαγχολικός;» και εκείνος δεν δίστασε να ομολογήσει όλη την αλήθεια. Μετά τον ρώτησε αν θέλει να τον σταυρώσει για να γίνει καλά και εκείνος δέχθηκε. Σε λίγο όμως τον έπιασε υπνηλία και παρεκάλεσε την μοναχή να σταθούνε λίγο για να μην σκοτωθούνε. Είχαν φθάσει κοντά στα διόδια και εύκολα θα έβρισκαν άλλο ταξί αν εκείνη βιαζόταν. Κάθισε στην άκρη του δρόμου και τον πήρε ο ύπνος. Όταν ξύπνησε διαπίστωσε ότι τα χέρια του είχαν γίνει καλά, αλλά η μοναχή είχε εξαφανιστεί. Ρώτησε τους ανθρώπους των διοδίων μήπως είδανε καμιά μοναχή εκεί κοντά, αλλά κανείς δεν την είχε δει. Τότε συγκλονισμένος γύρισε στο ταξί του και κατάλαβε ότι κάποια αγία ήταν κι' έγινε άφαντη. Κατευθύνθηκε μετά στον γιατρό του και του διηγήθηκε το περιστατικό. Την στιγμή εκείνη έπεσε το μάτι του σε μια εικόνα που ήταν κρεμασμένη στον τοίχο του ιατρείου. Πετάχτηκε απ' το κάθισμά του και φώναξε: «Αυτή ήταν».


Σημειωτέον ότι η εικόνα ήταν της αγίας Υπομονής. Έτσι έμαθε ποια ήταν εκείνη που τον θεράπευσε και τον γλύτωσε και απ' την απελπισία. Το κουκούλι με τον κόκκινο σταυρό έδειχνε την καταγωγή πριν γίνει αυτοκρατόρισσα του Βυζαντίου και με αυτό το μοναχικό σχήμα τελείωσε και την επίγεια ζωή της. Εκ των υστέρων γίνηκε γνωστό ότι η ημέρα που γίνηκε το θαύμα ήταν 13 Μαρτίου, ημέρα που η αγία γιορτάζει».


Εικόνα της ευρίσκεται στην Ιερά Μονή οσίου Παταπίου στο Λουτράκι Κορινθίας και η Εκκλησία τιμά την μνήμη της Οσίας Υπομονής, επίσης, στις 13 Μαρτίου.

Άγιος Αλέξανδρος Πατριάρχης Αλεξανδρείας

 Είναι άγνωστος ο τόπος καταγωγής του Αγίου Αλεξάνδρου. Έζησε κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου του Μεγάλου (306 - 337 μ.Χ.). Διαδέχθηκε τον Αρχιεπίσκοπο Αλεξανδρείας Αχιλλά και υπήρξε πνευματικός πατέρας του Μεγάλου Αθανασίου, του και διαδόχου αυτού στον αρχιεπισκοπικό θρόνο της Αλεξανδρινής Εκκλησίας. Στον αρχιεπισκοπικό θρόνο ανήλθε το 313 μ.Χ. και διακρινόταν για τη βαθιά θεολογική μόρφωση, την πραότητα του χαρακτήρος και τις λοιπές αρετές του. Όταν το 319 μ.Χ. ο Άρειος δίδαξε για πρώτη φορά την αίρεσή του, ο Άγιος Αλέξανδρος προσπάθησε πατρικά να τον πείσει να μην διαδίδει τις πλανεμένες του δοξασίες, πλην όμως ο Άρειος, συνεπικουρούμενος και από άλλους ομόφρονές του, εξακολουθούσε να υποστηρίζει αυτές με τα δαιμονικά σοφίσματά του. Κατόπιν τούτου, αφού κλήθηκε δύο φορές σε απολογία ενώπιον του κλήρου της Αλεξανδρείας και δεν συμμορφώθηκε, αποκόπηκε από το σώμα της Εκκλησίας και αποκηρύχθηκε ως ασεβής και βλάσφημος.


Παρακάθισε ο Άγιος Αλέξανδρος, παρά το γήρας του, στην Α' Οικουμενική Σύνοδο, που συνήλθε στη Νίκαια της Βιθυνίας το 325 μ.Χ., κατακεραύνωσε τον Άρειο διά των λόγων του, υπέγραψε με τους άλλους Πατέρες την καταδίκη αυτού.


Αφού επέστρεψε στην Αλεξάνδρεια, εξακολούθησε να αγωνίζεται για τη στερέωση της Ορθοδόξου πίστεως μέχρι της κοιμήσεώς του το 326 μ.Χ., κατόπιν γονίμου και θεοφιλούς ποιμαντορίας δεκατριών ετών και αφού επέβαλε ως διάδοχό του τον μαθητή και συμμαχητή του, Μέγα Αθανάσιο (τιμάται 18 Ιανουαρίου).

Αγία Θεοδοσία η Οσιομάρτυς η Κωνσταντινουπολίτισσα

 Η Αγία Οσιομάρτυς Θεοδοσία καταγόταν από την Κωνσταντινούπολη και γεννήθηκε από γονείς πλουσίους και ευσεβείς στα χρόνια του αυτοκράτορα Θεοδοσίου του Αδραμυττηνού. Σε ηλικία επτά ετών, αφού έμεινε ορφανή από πατέρα, εισήλθε σε μοναστήρι, όπου μετά από λίγο εκάρη μοναχή. Μετά το θάνατο και της μητέρας της, αφού πούλησε και διαμοίρασε στους φτωχούς τα υπάρχοντά της και απαλλάχτηκε έτσι από τις γήινες φροντίδες, επιδόθηκε με μεγαλύτερο ζήλο στην απόκτηση της τελειότητας και των μοναχικών αρετών, ασκούμενη στη μονή που βρισκόταν κοντά στο «Σκοτεινόν φρέαρ» και ονομαζόταν «Άσπαρον στέρνην».


Όταν ανήλθε στο θρόνο ο Λέων ο Ίσαυρος (717 - 741 μ.Χ.), εξαπολύθηκε άγριος διωγμός εναντίον των εικονόφιλων και των ιερών εικόνων, ο δε πατριάρχης Γερμανός, στερεός προμαχώνας της Ορθοδοξίας, εκδιώχθηκε και αντικαταστάθηκε από τον εικονομάχο Αναστάσιο. Κατά την έναρξη του διωγμού διατάχθηκε η καθαίρεση και καταστροφή της εικόνας του Χριστού, η οποία βρισκόταν επί τής Χαλκής Πύλης.


Τότε η Θεοδοσία, επικεφαλής καλογραιών και άλλων γυναικών, όρμησαν και κατέρριψαν από την κινητή σκάλα το σπαθάριο που ανέβηκε, για να καταστρέψει την εικόνα, και με πέτρες και ξύλα επιτέθηκαν κατά τού Πατριαρχείου. Μπροστά σε αυτή την κατάσταση ο Πατριάρχης Αναστάσιος αναγκάσθηκε να εγκαταλείψει το Πατριαρχείο. Η στρατιωτική δύναμη που επενέβη, άλλες μεν από τις γυναίκες φόνευσε, άλλες δε, μεταξύ των οποίων και την Θεοδοσία, συνέλαβε. Και από τις συλληφθείσες άλλες ελευθέρωσαν, άλλες έκλεισαν στις φυλακές ή εξαπέστειλαν στην εξορία. Την δε Θεοδοσία, αφού την κακοποίησαν, την οδήγησαν στην τοποθεσία του Βοός και την κατέσφαξαν, αφού διαπέρασαν το λαιμό της με κέρατο κριού (730 μ.Χ.). Το τίμιο λείψανό της περισυνελλέγει και ενταφιάσθηκε στη μονή Δεξιοκράτους, πολλά δε θαύματα επιτελούσε στους πιστούς, που προσέρχονταν με πίστη και ευλάβεια.

Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

 


Αγία Θεοδοσία η Παρθένος

 Η Αγία Θεοδοσία καταγόταν από την Τύρο της Φοινίκης και δεν είχε μόνο παρθενικό σώμα, αλλά και παρθενική ψυχή. Από ηλικία 18 χρονών, έλαμπε για το ζήλο και τη θερμή της πίστη, ανάμεσα στις νεαρές ειδωλολάτρισσες γυναίκες. Αυτό καταγγέλθηκε στον άρχοντα Ουρβανό, που με κάθε δελεαστικό τρόπο προσπάθησε να την πείσει να αρνηθεί το Χριστό. Όμως η παρθένος Θεοδοσία έμεινε αμετακίνητη στο Ιερό της πιστεύω. Ο Ουρβανός, βλέποντας την αδάμαστη επιμονή της, εξοργίστηκε και με θηριώδη τρόπο έσπασε τα κόκκαλά της και πριόνισε τις σάρκες της. Έπειτα, την πλησίασε και της πρότεινε να αλλαξοπιστήσει, έστω και την τελευταία στιγμή, και αυτός θα θεράπευε αμέσως τις πληγές της. Η Θεοδοσία μισοπεθαμένη απάντησε: «Είμαι χριστιανή». Τότε ο τύραννος διέταξε και την έριξαν στη θάλασσα, οπού και παρέδωσε το πνεύμα της.


Ἀπολυτίκιον  

Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Ὡς δόσιν θεόσδοτον, τὴν παρθενίαν τὴν σήν, ἀγῶσιν ἀθλήσεως, Θεοδοσία σεμνή, τῷ Λόγῳ προσήγαγες· ὅθεν πρὸς ἀθανάτους, μεταστᾶσα νυμφῶνας, πρέσβευε Ἀθληφόρε, τῷ Δεσπότῃ τῶν ὅλων, ῥυσθῆναι ἐκ πολυτρόπων, ἡμᾶς συμπτώσεων.


Κοντάκιον

Ἦχος ὁ αὐτὸς. Ἐπεφάνης σήμερον.

Ὡς παρθένος ἄμωμος καὶ ἀθληφόρος, νοερῶς νενύμφευσαι, τῷ Βασιλεῖ τῶν οὐρανῶν, Θεοδοσία πανεύφημε· ὃν ἐκδυσώπει, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.


Μεγαλυνάριον

Δόσει λαμπρυνθεῖσα παρθενικῇ, δόσιν εὐσεβείας, διαυγάζεις ἀθλητικῶς, ὦ Θεοδοσία, Χριστοῦ Παρθενομάρτυς· διὸ κἀμοὶ μετάδος, ἐκ τῶν σῶν δόσεων.


Παρασκευή 28 Μαΐου 2021

ΠΟΥ ΠΗΓΑΙΝΕΙ Η ΨΥΧΗ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΜΕΤΑ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ;

 ΔΙΗΓΗΘΗΚΕ ο αββάς Μακάριος ότι, περπατώντας κάποτε στην έρημο, βρήκε πεσμένο στο χώμα το κρανίο ενός νεκρού. και καθώς το σκούντησε με το φοινικένιο ραβδί του, άκουσε φωνή άπ’ αυτό. το ρώτησε: Ποιός είσαι συ;

Εγώ, αποκρίθηκε το κρανίο, ήμουν αρχιερέας των ειδώλων και των ειδωλολατρών που έμεναν σ’ αυτόν τον τόπο. Κι εσύ είσαι ο πνευματοφόρος Μακάριος. Μάθε λοιπόν ότι οποιαδήποτε ώρα σπλαχνιστείς όσους βρίσκονται στην κόλαση και προσευχηθείς γι’ αυτούς, παρηγορούνται λίγο.

Ποία είναι η παρηγοριά και ποία η κόλαση; ρώτησε ο γέροντας.

Όσο απέχει ο ουρανός από τη γη, απάντησε το κρανίο, τόσο είναι το βάθος της φωτιάς που βρίσκεται από κάτω μας σ’ αυτή τη φωτιά είμαστε χωμένοι από τα πόδια μέχρι το κεφάλι μας. Και δεν μπορεί κανείς με το πρόσωπό του ν’ αντικρίσει το πρόσωπο του αλλού, γιατί οι ράχες μας είναι κολλημένες μεταξύ τους. Όταν λοιπόν προσεύχεσαι για μας, βλέπει λιγάκι ο ένας το πρόσωπο του αλλού. Αυτή είναι η παρηγοριά.

Μόλις άκουσε αυτά ο γέροντας, αναστέναξε βαθιά και είπε:

Αλίμονο στη μέρα που γεννήθηκε ο άνθρωπος ο αμαρτωλός.

Καλύτερα θα ήταν να μην είχε γεννηθεί, όπως είπε και για τον ‘Ιούδα ο Κύριος (Ματθ. 26:24).

Ύστερα στράφηκε προς το κρανίο:

– Υπάρχει άλλο χειρότερο βάσανο; – Κάτω από μας υπάρχει μεγαλύτερη κόλαση. – και ποιοί βρίσκονται εκεί;

– Εμείς, είπε το κρανίο, μιας και δεν γνωρίσαμε το Θεό, ελεούμαστε έστω και λίγο. Αυτοί όμως που γνώρισαν το Θεό και μετά τον αρνήθηκαν και δεν έκαναν το θέλημά Του, αυτοί βρίσκονται κάτω από μας και κολάζονται χειρότερα. Πήρε λοιπόν ο γέροντας το κρανίο, το έχωσε στο χώμα και προχώρησε.

Έλεγε ο μακάριος Θεόφιλος ο αρχιεπίσκοπος.

Πόσο φόβο και τρόμο και βία δοκιμάζει η ψυχή όταν χωρίζεται από το σώμα! Γιατί καταφτάνουν σ’ αυτήν τότε όλοι οι άρχοντες και οι εξουσιαστές του σκοτεινού κόσμου και της παρουσία ζουν όσα αμαρτήματα έκανε – συνειδητά η από άγνοια – από τη γέννησή της μέχρι την τελευταία εκείνη στιγμή που φεύγει από το σώμα.

Στέκονται λοιπόν και την κατηγορούν με δριμύτητα.

Αντιμέτωπες σ’ αυτούς όμως στέκονται και οι άγιες δυνάμεις, αντιπροτείνοντας τα καλά έργα που τυχόν έκανε η ψυχή. Σ’ αυτή τη μεγάλη στενοχώρια, μπροστά σ’ ένα τέτοιο αδέκαστο κριτήριο και σε μία τόσο φοβερή εξέταση, φαντάζεσαι τι τρόμο και αγωνία θα έχει η ψυχή; δεν μπορεί λόγος να διηγηθεί η νους να συλλάβει το φόβο εκείνο της ψυχής, ώσπου να τελειώσει η δίκη και να βγει η απόφαση από τον δίκαιο Κριτή.

Κι αν μεν της δοθεί ελευθερία, αμέσως οι εχθροί ντροπιάζονται και η ψυχή αρπάζεται απ’ αυτούς και χωρίς κανένα εμπόδιο οδηγείται και τοποθετείται στην ανεκλάλητη εκείνη χαρά και δόξα. Αν όμως έζησε με αμέλεια και δεν κριθεί άξια για την ελευθερία, θ’ ακούσει τη φρικτή εκείνη φωνή: «Αρθήτω ο ασεβής, ίνα μη ίδη την δόξα Κυρίου» «Ης. 26:10). Τότε αρχίζει γι’ αυτήν η ημέρα της οργής, της θλίψεως και της ατέλειωτης οδύνης. Παραδίνεται στο σκότος το εξώτερο, βυθίζεται στον Άδη, καταδικάζεται στην αιώνια φωτιά, όπου θα κολάζεται στους απέραντους αιώνες. που είναι τότε οι κοσμικές επιδείξεις και οι κομπασμοί; που η κενοδοξία και η καλοπέραση και η απόλαυση της μάταιης και ακατάστατης αυτής ζωής; που είναι τα χρήματα; που η σπουδαία καταγωγή; που ο πατέρας η η μητέρα η οι αδελφοί η οι φίλοι;


Ποιός απ’ αυτούς θα μπορέσει να γλιτώσει την ψυχή που κατακαίγεται στη φωτιά και δεινοπαθεί από τόσες απερίγραπτες τιμωρίες;

ΘΑΥΜΑΤΑ ΚΑΙ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ: "ΜΙΑ ΠΕΙΣΤΙΚΗ ΑΠΟΔΕΙΞΗ"

 ΣΤΟΝ ιερό ναό του Τιμίου Σταυρού της Λαύρας του άγίου Αλεξάνδρου Νέφσκι, στην Πετρούπολη της Ρωσίας, συνέβη κάποτε το ακόλουθο συγκλονιστικό περιστατικό:

Στη διάρκεια μιας θείας λειτουργίας, ο λειτουργός αρχιερέας Στέφανος, αφού διάβασε την ευχή«Πιστεύω, Κύριε, και ομολογώ...» σήκωσε το κάλυμμα του άγίου ποτηριού κι έμεινε σαν αποσβολωμένος.

Είδε μέσα σάρκα και αίμα ανθρώπινα!

Γύρισε τότε στο διάκονο, τον κατοπινό στάρετς Σαμψών(1979), και του είπε: "Βλέπεις, πάτερ"; τι νά έκαναν;...

Ό επίσκοπος αφού τοποθέτησε το άγιο ποτήριο στην άγία τράπεζα, γονάτισε και ικέτεψε τον Κύριο' νά κάνει έλεος.

Πώς θα μετέδιδε σάρκα ανθρώπινη στους πιστούς; Ποίος θα την έπαιρνε;

Αφού προσευχήθηκε για ένα τέταρτο με υψωμένα τα χέρια, ξανακοίταξε στο άγιο ποτήριο.

Ή σάρκα και το αίμα είχαν γίνει ψωμί και κρασί. 'Έτσι βγήκε και κοινώνησε τούς πιστούς.

'Όσοι κληρικοί πληροφορήθηκαν το θαύμα, είπαν ότι το επέτρεψε ο Θεός για νά ενισχυθεί ή πίστη τους.

Ο διάκονος Σαμψών μάλιστα, πού κρατούσε το άγιο ποτήριο, ομολόγησε ότι από το γεγονός αυτό πήρε ξεχωριστή δύναμη και παρηγοριά.

Πίστεψε απόλυτα και αναμφίβολα πώς ή θεία Ευχαριστία είναι αυτό το τίμιο Σώμα και Αίμα του ΣΩΤΗΡΟΣ.

Πείστηκε ο ίδιος, αλλά το διέδωσε και σε άλλους, για νά πάρουν όλοι, όσοι θα το μάθαιναν, δύναμη και χαρά. το σημείο αυτό ήταν ακόμα, όπως είπε, μία αφορμή για ν' αποκτήσουν περισσότερη ταπείνωση οι κληρικοί και νά συνειδητοποιήσουν την αναξιότητά τους.