Παρασκευή 31 Ιανουαρίου 2020

H Υπαπαντή του Χριστού – π. Αντωνίου (Bloom)

Νυν απολύεις τον δούλόν σου, δέσποτα, κατά το ρήμα σου εν ειρήνη• ότι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτή ριον σου, ο ητοίμασας κατά πρόσωπον πάντων των λαών, φως εις αποκάλυψιν εθνών και δόξαν λαού σου Ισραήλ» (Λκ. 2. 29 32)

Τα λόγια του Αγίου Συμεών σημειώνουν το τέλος μιας μακράς περιόδου, χιλιάδων χρόνων κατά τη διάρκεια των οποίων οι άνθρωποι ζούσαν χωρίς το Θεό• είχαν περάσει χιλιάδες χρόνια από τότε που ο Αδάμ είχε χύσει το πρώτο του δάκρυ, από τότε που είχε θρηνήσει για πρώτη φορά πάνω στη γη εκείνη στην οποία δεν εύρισκες πια το Θεό ανάμεσα στα πλάσματά Του.

Ολόκληρη η γη, όλο το γένος των ανθρώπων ποθούσε την ημέρα εκείνη που επιτέλους θα συναντούσε για μια ακόμη φορά το Θεό του πρόσωπο με πρόσωπο. Να λοιπόν που η μέρα εκείνη είχε φτάσει: ο Θεός έγινε άνθρωπος μέσα σε μια φάτνη στη Βηθλεέμ• ο Αιώνιος μπήκε μέσα στο χρόνο• ο Απεριχώρητος και Ατελεύτητος υπάχθηκε στους περιορισμούς της κτιστής μας κατάστασης.

Αυτός που είναι η ίδια η αγιότητα μπήκε στον κόσμο της αμαρτίας τη μέρα του βαπτίσματός Του με το να βυθιστεί στα φοβερά νερά του Ιορδάνη μέσα στα οποία οι άνθρωποι είχαν αποπλύνει τα αμαρτήματά τους• βυθίστηκε στα νερά του ποταμού σαν μέσα στα νεκρά νερά της μυθολογίας και των παραμυθιών και βγήκε φορτισμένος με τη νέκρα και τη θνητότητα των ανθρώπων τους οποίους είχε έλθει να σώσει.

Σήμερα θυμόμαστε την Υπαπαντή του Κυρίου, τη συνάντησή Του με το πρώτο πρόσωπο, εκτός από τη Μητέρα Του, το οποίο με τη βοήθεια του Αγίου Πνεύματος Τον είχε διαισθανθεί ως Θεό. Η τραγωδία της αποστέρησης του Θεού την οποία βρίσκουμε στην Παλαιά Διαθήκη και τον ειδωλολατρικό κόσμο έχει τελειώσει• ο Κύριος είναι μαζί με το λαό Του• η πληρότητα της Θεότητας κατοικεί πάνω στη γη αυτή.

Μια νέα όμως τραγωδία αρχίζει, η πορεία του Θεανθρώπου προς το Σταυρό. Ο Χριστός γεννήθηκε στη χώρα του θανάτου και με σκοπό Του να πεθάνει. Γεννήθηκε με σκοπό Του να πεθάνει για χάρη μας. Αν προσέξατε τα αναγνώσματα της Παλαιάς Διαθήκης τα οποία διαβάζονται για τη γιορτή αυτή είναι πιθανό να καταλάβατε τους λόγους για τους οποίους θεσπίστηκε.

Στο δέκατο τρίτο κεφάλαιο της Εξόδου διαβάζουμε ότι ο Θεός ζήτησε από το Μωυσή την καθιέρωση του κάθε πρωτότοκου αγοριού, την προσφορά του παιδιού σαν μια θυσία σε μνήμη του γεγονότος ότι ο Ισραήλ σώθηκε από τη δουλεία των Αιγυπτίων μέσω του θανάτου όλων των πρωτοτόκων της Αιγύπτου.

Η παρουσίαση αυτή του κάθε πρωτότοκου βρέφους στο Ναό δε σήμαινε μια πλήρη αφιέρωση στο Θεό: τα παιδιά αυτά επέστρεφαν στη συνέχεια πίσω στην καθημερινή κοσμική ζωή. Η παρουσία σήμαινε την άφεσή τους στο θέλημα του Θεού, σήμαινε ότι ο Θεός είχε πάνω τους δικαίωμα ζωής και θανάτου και το γεγονός αυτό αναγνωριζόταν από το ότι οι γονείς πλήρωναν για το παιδί σαν λύτρα ένα αμνό η ένα ζεύγος περιστεριών.

Ο πρωτότοκος ήταν πραγματικά μια αιματηρή θυσία η οποία αναβαλλόταν από αιώνα σε αιώνα μέχρι τη μέρα που οδηγήθηκε στο ναό ο Μονογενής Γιος του Θεού που είχε γίνει Γιος της Παρθένου, ο «υιός του ανθρώπου». Και για πρώτη φορά στην ανθρώπινη ιστορία η αιματηρή αυτή θυσία έγινε δεκτή από το Θεό παρά το γεγονός ότι το αντικατάστατο της θυσίας είχε προσφερθεί, αυτή τη μοναδική φορά ο Θεός Πατέρας δέχτηκε και τον ίδιο το θάνατο του Βρέφους.

Η θυσία έπρεπε να περιμένει τον καιρό της• πέρασαν κάπου τριάντα χρόνια από την παρουσίαση του βρέφους μέχρι το θάνατο του ώριμου Ιησού• η θυσία όμως είχε γίνει δεκτή και, όταν ήλθε ο καιρός, το βρέφος που είχε προσφερθεί από την Παρθένο Μαρία πέθανε στο Γολγοθά πάνω σ' ένα σταυρό.

Ενώ ο Άγιος Συμεών διακήρυττε τη λύτρωση του κόσμου από τη μακραίωνη αποξένωσή του από το Θεό έδινε ταυτόχρονα και στη Θεομήτορα τη φοβερή προειδοποίηση ότι μια ρομφαία θα διαπερνούσε και τη δική της την καρδιά, ότι η θυσία που αναστελλόταν για τη στιγμή εκείνη θα φανερωνόταν κάποια μέρα σαν θεϊκή βουλή και θα αποτελούσε ένα τραγικό μονοπάτι για το Χριστό και για εκείνη (Λκ. 2. 34, 35).

Ο Χριστός ακολούθησε πραγματικά το τραγικό αυτό μονοπάτι, το μονοπάτι της ανθρώπινης και της Θείας εγκατάλειψης, την οδό προς τον Κήπο της Γεθσημανή και το θάνατο του Γολγοθά. Ο θάνατός Του ήταν μια καταπάτηση του θανάτου εφ' όσον αναστήθηκε ζωντανός από το μνήμα. Έπειτα αναλήφθηκε με δόξα και μας έδωσε το Άγιό Του Πνεύμα και όμως ούτε και τότε δεν εξαλείφεται το σημείο του σταυρού και η τραγωδία του κόσμου δε φτάνει στο τέλος της.

Ο εγερθείς Χριστός έχει στα χέρια και στα πόδια Του τα σημάδια από τα καρφιά, στην πλευρά την ουλή από τη λόγχη και στο μέτωπό Του τα σημάδια από την κορώνα την οποία Του είχαν φορέσει κοροϊδευτικά, το στεφάνι που αντί να είναι βασιλικό είχε γίνει από αγκάθια.

Γινόμαστε κι εμείς μέτοχοι της σταυρικής αυτής οδού: ο καθένας από μας παρουσιάστηκε στην εκκλησία ύστερα από το Βάπτισμά του• τότε διαβάστηκαν προσευχές για τις μητέρες μας και για μας και η εκκλησία επικαλέστηκε τον Κύριο, τον Προστάτη των νηπίων που είχε ο ίδιος κρατηθεί στις αγκάλες του Αγ. Συμεών, ζητώντας έλεος και συμπαράσταση.

Αυτό έγινε κατ' εικόνα της παρουσίασης του Χριστού• πριν από αυτό είχαμε βαπτιστεί και το Βάπτισμα σύμφωνα με τον Απ. Παύλο (Ρωμ. 6. 3 11) και την πίστη της Εκκλησίας είναι μια καταβύθιση στο θάνατο του Χριστού ώστε να τον κάνει δικό μας θάνατο, με τον ίδιο τρόπο που η Ανάστασή Του γίνεται δική μας ανάσταση.

Εμείς λοιπόν που έχουμε πεθάνει με το θάνατο του Χριστού και εγερθεί με την Ανάστασή Του οδηγούμαστε στο ναό όπως είχε οδηγηθεί κι Εκείνος, αιώνιοι και εν τούτοις υποκείμενοι στην τραγωδία του χρόνου, ζωντανοί αλλά προορισμένοι για το θάνατο. Ο Χριστός ήταν ζωντανός στην αιώνια θεότητά Του και την αθάνατη ανθρώπινη σάρκα Του, όμως δέχτηκε το θάνατο της σάρκας Του για να κοινωνήσει σε όλα με τη δική μας αμαρτωλή σάρκα. Με παρόμοιο τρόπο ύστερα από τη συνανάστασή μας μαζί Του ο Χριστός μας αποστέλλει – όπως προηγουμένως ο Πατέρας είχε στείλει Εκείνον – στη σφαίρα της αμαρτίας για να σηκώσουμε στα σώματα, τις ψυχές και ολόκληρη την ύπαρξή μας το σταυρό του κόσμου ο οποίος έχει πέσει και εξαγοραστεί αλλά που δεν έχει απολυτρωθεί ακόμα.

Σύμφωνα με τα λόγια του Απ. Παύλου καλούμαστε να ανταναπληρώσουμε στα σώματά μας τα υστερήματα των θλίψεων του Χριστού (Κολ. 1. 24) – κι επειδή είμαστε το Σώμα του Χριστού, επειδή είμαστε ένα μαζί Του, η τραγωδία την οποία ο ερχομός Του απάλειψε από την Παλαιά Διαθήκη και τον κόσμο της αρχαιότητας και η οποία έγινε κατόπιν η δική Του τραγωδία συνεχίζεται μέσα σ' εμάς σε όλους τους αιώνες.

Ο Πατριάρχης Αλέξιος (1877 1970. Έγινε Πατριάρχης Μόσχας το 1945) είχε πει μια φορά ότι η Εκκλησία είναι το Σώμα του Χριστού το οποίο, ενώ συνεχώς οι άνθρωποι απορρίπτουν, σταυρώνεται κατά τη διάρκεια των αιώνων για τη σωτηρία του κόσμου. Αυτός είναι ο δρόμος της Εκκλησίας, αυτός είναι ο δικός μας ο δρόμος, αυτό είναι το μήνυμα το οποίο μας φέρνει η ένδοξη μα τρομακτική αυτή γιορτή της Υπαπαντής του Κυρίου από το δίκαιο Συμεών.

Πλησιάζουμε στις εβδομάδες εκείνες οι οποίες μας προπαρασκευάζουν για την Τεσσαρακοστή, την Αγία Εβδομάδα και την Ανάσταση• είμαστε ήδη κοινωνοί του Θανάτου και της Ανάστασης του Χριστού και όμως οφείλουμε ξανά και ξανά να ακολουθήσουμε το μονοπάτι• αυτό της ζωής του Χριστού και της Εκκλησίας και να το κάνουμε τρόπο ζωής μας πάντοτε, έξω από την Εκκλησία, όπου και αν συμβεί να βρεθούμε: είμαστε το σταυρωμένο Σώμα του Χριστού το οποίο προσφέρεται από το Θεό, το οποίο πέρα κι απ' αυτό, καθ' ομοίωση του Χριστού, προσφέρει το ίδιο τον εαυτό του για τη σωτηρία του κόσμου.

Από το βιβλίο «Ημέρα Κυρίου», εκδ. Ακρίτας.

«Άρρητος ευωδία»

«Την ώρα που ήμουν γονατιστή και με σταύρωνε ο Γέροντας Κύριλλος με την Αγία Κάρα του Οσίου Δαυίδ, μετά τον εσπερινό της 2.9.2007, έβγαινε από το κάτω μέρος των ράσων του άρρητος ευωδία που με μέθυσε. Αυτό με ώθησε να φωνάξω αμέσως τον π. Γαβριήλ και να του το πω.
Φεύγοντας, αντί άλλων είπα στο Γέροντα Κύριλλο: «Γέροντα, πολύ με διδάξατε σήμερα».

Γερόντισσα Νυμφοδώρα, Καδηγουμένη της Ιεράς Μονής Αγιας Παρασκευής Κέρκυρας

Άγιος Ιούλιος ο Πρεσβύτερος εξ Αιγίνης

Όπως αναφέρεται στο Συναξάρι του, ο Άγιος Ιούλιος γεννήθηκε το 330 μ.Χ. στην Αίγινα από εύπορους και ευσεβείς γονείς που τον ανέθρεψαν με παιδεία και νουθεσία Κυρίου. Έμαθε τα εγκύκλια γράμματα στην Αίγινα και στην συνέχεια σπούδασε στην Αθήνα, μαζί με τους Αγίους Βασίλειο  και Γρηγόριο . Αφού επανέκαμψε στην Αίγινα, αποφάσισε μαζί με τον διάκονο Ιουλιανό, να μιμηθεί τον Απόστολο των εθνών Παύλο και να κηρύξει τον Χριστό. Έτσι οι δύο Άγιοι πήραν αποστολικές ράβδους και παρέδωσαν τον εαυτό τους στον Κύριο. Ο Επίσκοπος των Αθηνών χειροτόνησε τον Ιούλιο Πρεσβύτερο. Κοσμημένος με την χάρη της ιεροσύνης εξήλθε μαζί με τον διάκονο Ιουλιανό, για να κηρύξει το Ευαγγέλιο και να βαπτίσει πολλούς Εθνικούς.

Στα τέλη του βίου του αναχώρησε στο Κούσιον της λίμνης Όρτα, όπου μετά από άσκηση και προσευχή κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 401 μ.Χ., σε ηλικία 71 ετών.

Άγιος Aed από το Ferns

Ο Άγιος Aed γεννήθηκε στο Inisbrefny (ένα νησί στη λίμνη Templeport) περί το 550 μ.Χ. Ο πατέρας του ονομαζόταν Setna και η μητέρα του Eithne.

Ο Άγιος Aed ήταν ένας από τους πρώτους επίσκοπους της πόλης Ferns στην Ιρλανδία και ίδρυσε μοναστήρια στο Drumlane, κοντά στο Milltown, στο Ferns, στο Disert-Nairbre και στο Rossinver.

Κοιμήθηκε στις 31 Ιανουαρίου 632 μ.Χ.

Άγιος Ηλίας ο Νέος Οσιομάρτυρας ο Αρδούνης

Ο Άγιος Ηλίας γεννήθηκε στην Καλαμάτα από γονείς ευσεβείς. Έκανε το επάγγελμα του κουρέα και είχε μεγάλη υπόληψη από τους προεστούς της Καλαμάτας.

Μιλώντας κάποτε σ' αυτούς, τους προέτρεψε να ενεργήσουν για να ελαφρυνθούν οι φόροι που επιβάλλουν οι Τούρκοι στους χριστιανούς, διότι αλλιώς κινδυνεύουν να αρνηθούν την πίστη των πατέρων τους. Οι προεστοί διαφωνούσαν μαζί του λέγοντας ότι οι Χριστιανοί δεν κινδυνεύουν ν’ αρνηθούν την πίστη τους. Τότε εκείνος τους λέει, εμένα αν κάποιος μου δώσει ένα φέσι γυρίζω το φύλλο. Τότε ένας προεστός, για αστείο, έστειλε και του αγόρασε ένα φέσι. Εκείνος πήγε αμέσως στον δικαστή και έγινε μουσουλμάνος, γεγονός που λύπησε όλους τους Χριστιανούς.

Μετά από λίγο καιρό συναισθάνθηκε το σφάλμα του, έφυγε από την πατρίδα του και πήγε στο Άγιο Όρος. Εκεί εξωμολογήθηκε με μεγάλη συντριβή το λάθος του, έκανε τον κανόνα του και μυρώθηκε με το Άγιο Μύρο. Έγινε μάλιστα και μοναχός στο Άγιο Όρος, όπου παρέμεινε οκτώ χρόνια, ασκούμενος στην αρετή, την προσευχή και την προετοιμασία για το μαρτύριο.

Επανήλθε λοιπόν στην Καλαμάτα, παρουσιάστηκε στον κριτή και ομολόγησε μπροστά του τη χριστιανική πίστη. Παρά τις κολακείες και τα φρικτά βασανιστήρια, ο Ηλίας έμεινε ακλόνητος στην πίστη του. Ο δικαστής τότε διέταξε να τον κάψουν με χλωρά ξύλα. Τον άρπαξαν οι δήμιοι και τον οδηγούσαν στον τόπο της καταδίκης.

Στο δρόμο κάποιος του κατέβασε κυριολεκτικά την πλάτη με μια σπαθιά. Ο άγιος χωρίς να δειλιάσει, χαρούμενος, με περισσότερο θάρρος, προχωρούσε ψάλλοντας τους ψαλμούς του Δαυίδ. Όταν έφθασαν στον τόπο της καταδίκης, τον έριξαν στη φωτιά. Το θαυμαστό είναι ότι, ενώ παρέδωσε την αγία του ψυχή μέσα στην πυρά, όταν έσβησε η φωτιά το άγιο λείψανό του είχε μείνει άθικτο. Δεν είχαν καεί ούτε τα ράσα του ούτε τα γένια ούτε τα μαλλιά του. Τη νύχτα, οι φρουροί έβλεπαν το ουράνιο φως που κατέβαινε και περικύκλωνε το τίμιο λείψανο του μάρτυρος και έλεγαν επειδή δεν τον έκαψε η φωτιά, έστειλε ο Θεός φωτιά από τον ουρανό για να τον κάψει.

Οι Χριστιανοί πήραν το άγιο λείψανο του μάρτυρος και το έθαψαν δίνοντας πολλά χρήματα. Όταν, αργότερα, έκαναν την ανακομιδή μια καταπληκτική ευωδία γέμιζε τον τόπο.

Η τίμια κάρα του νεομάρτυρα αυτού, είναι θησαυρισμένη στην Ιερά Μονή Βουλκάνου της Μεσσηνίας.

Να σημειώσουμε τέλος ότι το έτος μαρτυρίου του Αγίου μάλλον δεν είναι το 1686 μ.Χ., όπως πρώτος αναφέρει ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης και επαναλαμβάνουν λανθασμένα όλοι οι Συναξαριστές. Η Καλαμάτα ελευθερώθηκε από τους Τούρκους στις 14 Σεπτεμβρίου 1685 μ.Χ. με την βοήθεια των Βενετών, οι οποίοι παρέμειναν στην πόλη μέχρι το 1715 μ.Χ. Συνεπώς, ο Άγιος Ηλίας μαρτύρησε πριν από τις 14 Σεπτεμβρίου 1685 μ.Χ. όταν ήταν οι Τούρκοι στην Καλαμάτα. Δηλαδή, το πιθανότερο, στις 31 Ιανουαρίου 1685 μ.Χ.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Καλαμῶν θεῖος γόνος καὶ ἐγκαλλώπισμα, Ὁσιομάρτυς Ἠλία ἀξιοθαύμαστε, ἀνεδείχθης ἀληθῶς δόξῃ τῇ κρείττονι, ὡς ἀσκήσας ἱερῶς, καὶ ἀθλήσας ἀνδρικῶς, ὑπὲρ Χριστοῦ τοῦ Σωτῆρος· ὃν ἐκδυσώπει ἀπαύστως, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἐν ἀσκήσει πρότερον, θεοφιλεῖ διαπρέψας, ἐν ἀθλήσει ὕστερον, ὑπὲρ Χριστοῦ ἠγωνίσω· πᾶσαν γὰρ, ἐχθροῦ τὴν πλάνην καταπαλαίσας, ἤνεγκας, πυρὸς τὴν καῦσιν ἀνδρειοφρόνως, καὶ θεόθεν ἐδοξάσθης, Ὁσιομάρτυς Ἠλία ἔνδοξε.

Μεγαλυνάριον
Χαίροις Ἐκκλησίας νέος ἀστήρ, Ἠλία θεόφρον, Καλαμαίων ἡ καλλονή· χαίροις ὁ πηγάζων, ἐκ τῆς σεπτῆς σου κάρας, θαυμάτων θεῖα ῥεῖθρα, τοῖς σὲ γεραίρουσι.

Αγία Τρυφαίνη

Η Αγία Τρυφαίνη καταγόταν από την Κύζικο και από ευσεβείς γονείς, τον συγκλητικό Αναστάσιο και την ενάρετη Σωκρατία που ήταν χριστιανή.

Η χριστιανική της ανατροφή και η γενναιότητά της φάνηκαν σ’ έναν διωγμό όπου για να ενδυναμώσει τους ασθενέστερους και λιπόψυχους ομολόγησε με παρρησία τη πίστη της στο Χριστό και το βέβαιο θρίαμβο της Ορθοδοξίας. Μόλις άκουσε αυτά ο ηγεμόνας Καισάριος, εξοργίσθηκε και διέταξε να συλλάβουν την Αγία. Η διαταγή εκτελέσθηκε και άρχισαν τα βασανιστήρια. Πρώτα την έριξαν σε πυρακτωμένο καμίνι, η Αγία όμως διασώθηκε κατά θαυμαστό τρόπο και στην συνέχεια την κρέμασαν ψηλά και την άφησαν να πέσει πάνω σε σιδερένια καρφιά. Κατόπιν την έριξαν σε πεινασμένα θηρία. Ένας άγριος ταύρος όρμησε και διαμέλισε το σώμα αυτής. Έτσι η Αγία έλαβε το ένδοξο στέφανο του μαρτυρίου.

Λένε ότι στον τόπο που χύθηκε το αίμα της, ανέβλυσε μία πηγή με καθαρό νερό. Από το νερό αυτό έπαιρναν και έπιναν οι γυναίκες που μετά τον τοκετό τους δεν είχαν γάλα. Έτσι, αμέσως, ο οργανισμός τους δημιουργούσε το γάλα που χρειάζονταν, για να θρέψουν τα νεογέννητα παιδιά τους.

Άγιοι Ουικτωρίνος, Ουίκτωρ, Νικηφόρος, Κλαύδιος, Διόδωρος, Σαραπίνος και Παπίας

Οι Άγιοι Μάρτυρες κατάγονταν από την Κόρινθο και συνελήφθησαν κατά την περίοδο της βασιλείας του Δεκίου (249 - 251 μ.Χ.), γιατί ομολόγησαν με παρρησία την πίστη τους στον Χριστό. Οδηγήθηκαν ενώπιον του ανθύπατου Τερτίου, ο οποίος ήταν διοικητής της Ελλάδος. Ο ηγεμόνας υπέβαλλε σε φρικώδη βασανιστήρια τους αθλητές αυτούς της πίστεως και όλοι τους έλαβαν το στεφάνι του μαρτυρίου.

Ο Άγιος Ουικτωρίνος, ο Άγιος Ουίκτωρ και ο Άγιος Νικηφόρος ρίφθηκαν κάτω από μεγάλη κυλινδρική πέτρα που τους συνέτριψε. Οι δήμιοι απέκοψαν τα χέρια και τα πόδια του Αγίου Κλαυδίου, την κεφαλή του Αγίου Σαραπίνου και έριξαν τον Άγιο Διόδωρο σε πυρακτωμένο καμίνι. Τον Άγιο Παπία τον έπνιξαν στη θάλασσα.

Πιθανώς να είναι οι ίδιοι με αυτούς της 5ης Απριλίου.

Όσιος Αρσένιος ο Νέος εν Πάρω

Ο Όσιος Αρσένιος γεννήθηκε στα Ιωάννινα στις 31 Ιανουαρίου του έτους 1800 μ.Χ. και ονομαζόταν Αθανάσιος. Από μικρή ηλικία έμεινε ορφανός και σε ηλικία εννέα ετών μετέβη στις Κυδωνίες της Μικράς Ασίας, όπου σπούδασε στην ονομαστική σχολή της πόλεως έχοντας ως σχολάρχη τον περίφημο διδάσκαλο ιερομόναχο Γρηγόριο Σαράφη. Κατά τα τελευταία έτη της φοιτήσεώς του συνδέθηκε με τον πνευματικό Γέροντα Δανιήλ από τη Ζαγορά του Πηλίου, έναν από τους ονομαστούς πνευματικούς της εποχής εκείνης και έγινε υποτακτικός του.

Το έτος 1815 μ.Χ. ο Άγιος αναχώρησε για το Άγιον Όρος με τον Γέροντα Δανιήλ και εκεί εκάρη μοναχός. Αργότερα χειροτονήθηκε Διάκονος παρά τις αντιδράσεις του, καθώς δεν θεωρούσε τον εαυτό του άξιο και μετά από εξαετή παραμονή στο Άγιον Όρος ήλθε και πάλι με τον Γέροντά του, στη μονή Πεντέλης στην Αθήνα. Στη συνέχεια μετέβησαν στις Κυκλάδες, όπου ο Όσιος χειροτονήθηκε το 1817 μ.Χ. Πρεσβύτερος.

Ο Όσιος Αρσένιος έδρασε κυρίως στην Πάρο και τη Φολέγανδρο, όπου δίδαξε από το 1829 μ.Χ. μέχρι το 1840 μ.Χ.

Μετά την κοίμηση του Γέροντά του Δανιήλ, ο Όσιος ασκήτεψε στη μονή Λογγοβάρδας της Πάρου. Κοιμόταν και έτρωγε ελάχιστα και συνεχώς αγρυπνούσε, προσευχόμενος για τα πνευματικά του τέκνα και τη σωτηρία του κόσμου. Βασική του τροφή ήταν η ανάγνωση των θείων Γραφών και των συγγραμμάτων των Αγίων Πατέρων. Γι’ αυτό και ο Όσιος θεωρούσε τη μικρή του βιβλιοθήκη ως κήπο τερπνότατο και ωραιότατο με αγλαόκαρπα δένδρα, πλήρη από εύχυμους καρπούς.

Ο Όσιος αγαπούσε τους πάντες χωρίς διακρίσεις. Περισσότερο όμως αγαπούσε τους ασθενείς, τους οποίους διακονούσε με μεγάλη προθυμία.

Όταν το 1861 μ.Χ., κοιμήθηκε ο ηγούμενος της μονής, ευσεβής ιερομόναχος Ηλίας, οι πατέρες εξέλεξαν ηγούμενο και προϊστάμενό τους τον Όσιο Αρσένιο, ο οποίος τους ποίμανε με θεοφιλή και θεάρεστο τρόπο. Λίγα χρόνια αργότερα παραιτήθηκε, για να ασχοληθεί απερίσπαστα με το έργο της ιεράς εξομολογήσεως.

Ο Όσιος κοιμήθηκε με ειρήνη στις 31 Ιανουαρίου του έτους 1877 μ.Χ. Η ανακομιδή των λειψάνων του έγινε το έτος 1938 μ.Χ. και εορτάζεται στις 18 Αυγούστου. Τα ιερά λείψανά του φυλάσσονται με ευλάβεια στη Μονή Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Πάρου.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Άγιοι Κύρος και Ιωάννης οι Ανάργυροι και η Αγία Αθανασία με τις τρεις θυγατέρες της Θεοδότη, Θεοκτίστη και Ευδοξία

Οι Άγιοι Μάρτυρες Κύρος και Ιωάννης άθλησαν κατά την εποχή του αυτοκράτορα Διοκλητιανού (284 - 305 μ.Χ.). Ο Άγιος Κύρος καταγόταν από την Αλεξάνδρεια, ενώ ο Άγιος Ιωάννης καταγόταν από την Έδεσσα της Μεσοποταμίας.

Όταν ξέσπασε ο διωγμός του Διοκλητιανού, ο Άγιος Κύρος πήγε σε ένα παραθαλάσσιο τόπο της Αραβίας και, αφού περιεβλήθηκε το μοναχικό σχήμα, κατοίκησε στον τόπο αυτό.

Ο Άγιος Ιωάννης πήγε στα Ιεροσόλυμα και εκεί άκουσε για τα θαύματα που επιτελούσε ο Άγιος Κύρος. Στην συνέχεια μετέβη στην Αλεξάνδρεια. Από εκεί, αφού από διάφορες φήμες έμαθε που διέμενε ο Άγιος Κύρος, πήγε και τον βρήκε και έμεινε μαζί του. Τα θαύματα των Αγίων Αναργύρων συνέγραψε ο Άγιος Σωφρόνιος, Πατριάρχης Ιεροσολύμων (τιμάται 11 Μαρτίου), διότι οι Άγιοι θεράπευσαν τα μάτια του.

Κατά την περίοδο του διωγμού συνελήφθη και η Αγία Αθανασία, που ήταν χήρα, καθώς επίσης και οι τρεις θυγατέρες της Θεοδότη, Θεοκτίστη και Ευδοξία. Η είδηση τάραξε τον Κύρο και τον Ιωάννη. Έτσι οι Άγιοι, επειδή φοβήθηκαν μήπως αυτές δειλιάσουν από την σκληρότητα των βασανιστηρίων, εξαιτίας της αδυναμίας της φύσεως της γυναίκας, έσπευσαν κοντά τους και έδιναν σε αυτές θάρρος, ενώ παράλληλα προετοιμάζονταν και οι ίδιοι για το μαρτύριο. Και πράγματι, συνελήφθησαν και αυτοί και οδηγήθηκαν στον ηγεμόνα. Εκεί διακήρυξαν με παρρησία και θάρρος την πίστη τους στον Θεό. Μάταια ο ηγεμόνας ζητούσε να κάμψει την ανδρεία της μητέρας, δείχνοντας σε αυτή τις θυγατέρες της και επιρρίπτοντάς της την ενοχή. Εκείνη, αφού στράφηκε προς τις θυγατέρες της, τις ενίσχυε λέγουσα ότι η σωματική ωραιότητα είναι πρόσκαιρη, ενώ στην αιωνιότητα διατηρείται η ομορφιά της ψυχής του ανθρώπου αθάνατη. Αυτές δε έλεγαν προς την μητέρα τους ότι αισθάνονταν μεγάλη χαρά, επειδή έμελλε να φύγουν από τον μάταιο αυτό κόσμο μαζί της για την αγάπη του Χριστού και να μην χωρισθούν ποτέ από κοντά της. Ο ηγεμόνας εξαγριώθηκε και διέταξε να τους υποβάλουν σε πολλά και σκληρά βασανιστήρια. Μετά από τα βασανιστήρια αποκεφάλισαν διά ξίφους τον Άγιο Κύρο και τον Άγιο Ιωάννη, το έτος 292 μ.Χ.. Έτσι μαρτύρησαν και η Αγία Αθανασία με τις τρεις θυγατέρες της. Τον βίο και το μαρτύριο αυτών έγραψε ο Σωφρόνιος ο Σοφιστής.

Η Σύναξη αυτών ετελείτο στο Μαρτύριο που είχε ανεγερθεί προς τιμήν τους και βρίσκεται στην περιοχή Φωρακίου.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’.
Τά θαύματα τῶν Ἁγίων σου Μαρτύρων, τεῖχος ἀκαταμάχητον ἡμῖν δωρησάμενος, Χριστέ ὁ Θεός, ταῖς αὐτῶν ἱκεσίαις, βουλάς ἐθνῶν διασκέδασον, τῆς Βασιλείας τά σκῆπτρα κραταίωσον, ὡς μόνος ἀγαθός καί φιλάνθρωπος.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ὡς Ἀθλοφόροι εὐκλεεῖς τοῦ Σωτῆρος, καὶ ἰατῆρες τῶν ψυχῶν καὶ σωμάτων, Ἀνάργυροι ἐκλάμπετε ἐν πάσῃ τὴ γῆ, νόσων μὲν ἰώμενοι, ἀνωδύνως τὰ βάρη, χάριν δὲ πορίζαντες, τοὶς βοώαιν ἀπαύστως χαίρετε κρήναι θείων δωρεῶν, Κῦρε θεόφρον, καὶ Ἰωάννη ἔνδοξε.

Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἐκ τῆς θείας χάριτος, τήν δωρεάν τῶν θαυμάτων, εἰληφότες Ἅγιοι, θαυματουργεῖτε ἀπαύστως, ἅπαντα ἡμῶν τά πάθη, τῇ χειρουργίᾳ, τέμνοντες, τῇ ἀοράτῳ, Κῦρε θεόφρον, σύν τῷ θείῳ Ἰωάννῃ· ὑμεῖς γάρ θείοι ἱατροί ὑπάρχετε.

Κάθισμα
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τὰς χαμαιζήλους ἡδονὰς συμπατοῦντες, πρὸς μαρτυρίου Ἀθληταὶ θεῖον ὕψος, περιφανῶς ἐπήρθητε ἐν χάριτι, Κῦρε Ἰωάννη τε, οἰκουμένης φωστῆρες· ὅθεν ἱκετεύομεν, σκοτασμοῦ ἁμαρτίας, καὶ νοσημάτων ῥύσασθαι ἡμᾶς, τὸν ἐπὶ πάντων Θεὸν ἱκετεύοντες.

Ὁ Οἶκος
Ἑαυτοὺς τῷ Θεῷ ἀναθέμενοι Ἅγιοι, πᾶσαν πεῖραν δεινῶν δι᾿ αὐτὸν ὑπεμείνατε, θανόντες προθύμως Μάρτυρες γενναῖοι, καὶ μετὰ τέλος, πᾶσι πηγάζετε τὰ θεῖα χαρίσματα, τοῖς ἐν ποικίλαις νόσοις ὑπάρχουσι, καὶ ὑπὸ πολλῶν ἐταζομένοις κακῶν, ὧν εἷς καὶ πρῶτος εἰμὶ ἐγὼ ὁ τάλας· τὸ σῶμα γὰρ καὶ τὴν ψυχὴν ὑπὸ τραυμάτων χαλεπῶν ὀδυνῶμαι, καὶ πίστει ὑμῖν βοῶ, ἰάσασθέ με· ὑμεῖς γὰρ θεῖοι ἰατροὶ ὑπάρχετε.


Πέμπτη 30 Ιανουαρίου 2020

ΟΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΙΕΡΑΡΧΕΣ
γράφει η μαθήτρια της Β΄ Τάξης Δήμητρα Παπαγεωργίου

ΟΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ.

Ιεραρχών τριών γιορτή (Βασιλείου του Μεγάλου, Γρηγορίου του Θεολόγου και Ιωάννου του Χρυσοστόμου.)

Είναι η γιορτή της σπουδάζουσας νεολαίας και γενικά των γραμμάτων .

Επειδή στο 10ο αιώνα δημιουργήθηκε στο λαό η τάση για την προτίμηση του ενός η του άλλου αγίου που παρ' ολίγο να πάρει τη μορφή σχίσματος , η Εκκλησία όρισε τον 11ο αιώνα την κοινή αυτή γιορτή των τριών Ιεραρχών, θέλοντας να τιμήσει ισάξια τους αγώνες τους υπέρ της χριστιανικής πίστης.

Γιορτάζεται στις 30 Ιανουαρίου.

Όπως ξέρουμε οι τρεις Ιεράρχες ήταν ο Γρηγόριος ο Θεολόγος ο Ναζιανζινός, ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος και ο Βασίλειος ο Μέγας. Ο Βασίλειος ο Μέγας ήταν εξαίρετος κήρυκας του χριστιανισμού, ένας από τους τρεις Ιεράρχες. Ο Μέγας Βασίλειος γεννήθηκε στην Καισαρεία της Καππαδοκίας το 330 μ.χ από ευσεβείς γονείς χριστιανούς και πλούσιους. Η μητέρα του ονομαζόταν Εμμέλεια και η μαμή του Μακρίνη. Και οι δύο διακρίνονταν για τις αρετές και τη χριστιανική τους ευσέβεια. Νέος ο Βασίλειος σπούδασε στην Καισαρεία, στο Βυζάντιο και στην Αθήνα. Τελειώνοντας τις σπουδές του ήρθε στην Καισαρεία , άνοιξε σχολή ρητορικής και δικηγορούσε. Η αγάπη του όμως προς τον κλήρο και τη θρησκεία τον έκαναν να ιερωθεί. Για να μελετήσει τον ασκητικό βίο πήγε στην Αίγυπτο, τη Συρία, τον Πόντο και τη Παλαιστίνη και αποκόμισε πλούτο από θεολογικές γνώσεις από διάφορους σοφούς και ασκητές. Από εκεί γύρισε στην Καισαρεία αλλά και πάλι με τον Γρηγόριο τον Ναζιανζινό πήγε στον Πόντο και μελέτησαν την ασκητική ζωή. Γυρίζοντας στην πατρίδα του χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και μετά λίγα χρόνια έγινε επίσκοπος Καισαρείας. Ως επίσκοπος αναδείχτηκε ανεξάντλητος σε ελεημοσύνες . Ιδιαίτερα προστάτεψε τις χήρες και τα ορφανά και γενικά όλους όσους δυστυχούσαν. Ξόδεψε όλη του την περιουσία και ίδρυσε νοσοκομεία, φτωχοκομεία και άλλα φιλανθρωπικά ιδρύματα.

Ένας ακόμα από τους τρεις Ιεράρχες ήταν και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος που ήταν και αυτός ένας πολύ άξιος άνθρωπος και αρχιεπίσκοπος της Κωνσταντινούπολης. Επίσης ήταν και ο Γρηγόριος ο Θεολόγος. Ένα από τα μεγαλύτερα πνεύματα του χριστιανισμού και της παγκόσμιας λογοτεχνίας, οικουμενικός δάσκαλος της Εκκλησίας.

Όπως βλέπουμε πρόκειται για 3 Ιεράρχες που έχουν προσφέρει πολλά στον χριστιανισμό, την θρησκεία μας αλλά και στην διδασκαλία μας. Γι' αυτό και εμείς τους δοξάζουμε και τους τιμούμε γιορτάζοντας τους στις 30 Ιανουαρίου. Επειδή όμως ήταν πατέρες και των γραμμάτων όλα τα σχολεία της Ελλάδος δεν λειτουργούν προς τιμήν τους. Μόνο το πρωί όλα μαζί τα παιδία πηγαίνουν στην εκκλησία να εκκλησιαστούν.

ΛΟΓΟΣ ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΟΣ ΕΠΙ ΤΗ ΜΝΗΜΗ ΤΗΣ ΕΟΡΤΗΣ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ

Ήγουν πραγματεία σύντομος

περί ετερότητος πολιτιστικής και αναρχίας φιλοθέου

του Μιχαήλ Μπερκουτάκη, Θεολόγου - Εκπαιδευτικού


"...Oι ιερές μορφές των Τριών Ιεραρχών αποτελούν για τους νέους μας, όχι μόνο φωτεινά πρότυπα ζωής, αλλά και άσειστους πυλώνες αντίστασης ενάντια στον ολοκληρωτισμό που επαγγέλλονται οι θιασώτες της Παγκοσμιοποίησης και της Νέας Τάξης Πραγμάτων..."

"... ένας από τους βασικούς μας στόχους πρέπει, να είναι η διατήρηση και η προβολή της πολιτιστικής μας ετερότητας, και αυτήν ακριβώς την ετερότητα του πολιτισμού μας διακονεί και διασώζει και η σημερινή εορτή των Τριών Ιεραρχών..."

«Πάντες οι των λόγων αυτών ερασταί, συνελθόντες ύμνοις τιμήσωμεν.

Αυτοί γαρ τη Τριάδι, υπέρ ημών αεί πρεσβεύουσιν»

Λαμπρή και ευφρόσυνη είναι η σημερινή ημέρα, κατά την οποία η Αγία μας Εκκλησία –μέσα στα πλαίσια του ετήσιου λειτουργικού της κύκλου– τιμά τους τρεις Μεγάλους Πατέρες και Διδασκάλους του γένους μας. Αναφερόμαστε, φυσικά, στους Τρεις Ιεράρχες, το Μεγάλο Βασίλειο, Αρχιεπίσκοπο Καισαρείας της Καππαδοκίας, τον Άγιο Γρηγόριο το Θεολόγο, Αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως, και τον Άγιο Ιωάννη το Χρυσόστομο, Αρχιεπίσκοπο, επίσης, Κωνσταντινουπόλεως. Λαμπρή, λοιπόν, και ευφρόσυνη η σημερινή ημέρα, και ανάλογα αισθήματα χαράς θα έπρεπε, να γεννά στις ψυχές, αυτών που τιμούν τα ιερά πρόσωπα των τριών εκφραστών της Ορθόδοξης Θεολογίας, και του ελληνικού πολιτικού, ποιητικού, και φιλοσοφικού, γενικότερα, λόγου. Δυστυχώς, όμως, την πνευματική λαμπρότητα και ευφροσύνη του φετινού μας εορτασμού σκιάζει –όχι για πρώτη φορά– το κράτος του φόβου και της αγωνίας, το οποίο συνέχει ασφυκτικά τις καρδιές όσων αναζητούν με «απαθές πάθος» μέσα στην παράδοσης του λαού μας –δηλαδή, μέσα στην πολιτιστική ταυτότητα της Ρωμιοσύνης– την απάντηση για τα ουσιώδη και αιώνια ερωτήματα της ζωής και του θανάτου, της ελευθερίας και της ισότητας, της αγάπης και της δικαιοσύνης, του πρώτου και του έσχατου, σε τελική ανάλυση, νοήματος του ανθρώπινου βίου.

Αιτία του «φθοροποιού» –και όχι «χαροποιού», όπως θα άρμοζε στην περίσταση– πένθους μας είναι το επίκαιρο αίτημα του χωρισμού της Εκκλησίας από το Νεοελληνικό Κράτος, που συχνά επανέρχεται στο προσκήνιο της πολιτικής και δημοσιογραφικής επικαιρότητας. Δεν είμαστε, φυσικά, αρμόδιοι για την επίλυση του συγκεκριμένου ζητήματος, ούτε τολμάμε, να αντιπαραβάλλουμε την προσωπική μας κρίση στα επιχειρήματα των ειδικών (επιστημόνων, δημοσιογράφων, και πολιτικών). Δεν μπορούμε, όμως, παρά να θέσουμε στους εαυτούς μας, απλά και αυθόρμητα, με ειλικρίνεια και ρεαλισμό, το ερώτημα: Θα έχει, άραγε, θέση στο εκπαιδευτικό σύστημα της πατρίδας μας η εορτή των Τριών Ιεραρχών μετά από έναν ενδεχόμενο χωρισμό της Εκκλησίας από το Νεοελληνικό Κράτος; Μήπως, τελικά, η κατάργηση του εορτασμού της μνήμης των Τριών Ιεραρχών είναι μία, ακόμη, αναπόφευκτη συνέπεια της ευρωπαϊκής πορείας της πατρίδας μας, μια θυσία του Ελληνισμού στο βωμό του νέου πολιτιστικού μορφώματος της εποχής μας, που από πολλούς χαρακτηρίζεται ως Παγκοσμιοποίηση και Νέα Τάξη Πραγμάτων; Θα συνεχίσουν, άραγε, να τιμούν τη σημερινή εορτή τα παιδιά μας και τα εγγόνια μας, ή –για να χρησιμοποιήσουμε τα λόγια ενός σύγχρονου θεολόγου– «...έχουμε το τραγικό προνόμιο, να ζούμε το ιστορικό τέλος ενός πολιτισμού που έζησε για περισσότερο από τρεις χιλιάδες χρόνια...»; Μια ενδεχόμενη καταφατική απάντηση στα ερωτήματα αυτά είναι η αιτία του σημερινού μας φόβου, του πένθους και της αγωνίας μας.

Είναι πιθανό, μετά τα όσα αναφέραμε, να κατηγορηθούμε ακόμη και από τους καλοπροαίρετους συνανθρώπους μας, ότι υπερβάλλουμε ή κινδυνολογούμε. Το ενδεχόμενο αυτό μας αναγκάζει, να γίνουμε σαφέστεροι, εξηγώντας συνοπτικά τους λόγους, για τους οποίους θεωρούμε σημαντική και ουσιώδη την παρουσία της εορτής των Τριών Ιεραρχών μέσα στα πλαίσια των επίσημων εορτών του εκπαιδευτικού μας συστήματος, και αφήνοντας την αποτίμηση της σκέψης μας στην προσωπική κρίση και εκτίμηση των ακροατών μας.

Α. Κατά πρώτο, λοιπόν, λόγο εκτιμάμε, ότι ένας από τους βασικούς στόχους της πατρίδας μας –κατά τη δύσκολη, από κάθε άποψη, πορεία της μέσα στο σύγχρονο κόσμο– πρέπει να είναι η διατήρηση και η προβολή της πολιτιστικής μας ετερότητας. Σε αντίθετη περίπτωση καραδοκεί ο ενδεχόμενος κίνδυνος της πολιτιστικής και, κατά συνέπεια, εθνικής μας αφομοίωσης από λαούς, που είτε υπερτερούν πληθυσμιακά και τεχνολογικά, είτε υπερέχουν με βάση την πολιτική και οικονομική τους δύναμη. Ο Ελληνισμός, ως πολιτιστικό και εθνικό μέγεθος, επέζησε στα χρόνια της Τουρκοκρατίας για περισσότερους από τέσσερις αιώνες χωρίς «σύνορα», γιατί οι υπόδουλοι Έλληνες ήξεραν πολύ καλά, ότι τα σύνορα του Ελληνισμού διασώζονταν μέσα στην ετερότητα της πολιτιστικής τους παράδοσης. Τα «σύνορα» του Ελληνισμού βρίσκονταν στη χρήση της ελληνικής γλώσσας, στη λατρευτική πράξη της Ορθόδοξης Εκκλησίας, στην αργία της Κυριακής, στον καθορισμό της ημερομηνίας του εορτασμού του Πάσχα. Αυτά ήταν τα πραγματικά «όρια», που διέκριναν με ασφάλεια το Ρωμιό από τον αλλόπιστο Τούρκο και τον αλλόδοξο Φράγκο. Δεν είναι, εξάλλου, τυχαίο, το ότι στη συνείδηση του λαού μας η απώλεια της Ορθόδοξης Πίστης σήμαινε, ταυτόχρονα, την απώλεια και της εθνικής συνείδησης, όσων υπέκυψαν, τελικά, στον πειρασμό του εξισλαμισμού (ο τάδε Τούρκεψε, δηλαδή εξισλαμίστηκε, λεγόταν χαρακτηριστικά). Αυτή, ακριβώς, η πολιτιστική ετερότητα είναι, κατά την ταπεινή μας κρίση, η ασφαλιστική δικλείδα, πάνω στην οποία θα έπρεπε, να στηριχθεί η προάσπιση του Ελληνισμού στο σύγχρονο κόσμο, και αυτήν ακριβώς την ετερότητα του πολιτισμού μας διακονεί και διασώζει η «ασύγχυτη και άτρεπτη», αλλά, ταυτόχρονα, «αδιαίρετη και αχώριστη», ένωση του Ελληνισμού με την Ορθοδοξία μέσα στα στενά –σε σχέση με το πραγματικό μεγαλείο του πολιτισμού της Ρωμιοσύνης– ιστορικά πλαίσια του Νεοελληνικού κράτους. Αυτήν, ακριβώς, την ετερότητα του πολιτισμού μας διακονεί και η σημερινή εορτή των Τριών Ιεραρχών.

Β. Ένας ακόμη λόγος, που καθιστά σημαντική την παρουσία της εορτής των Τριών Ιεραρχών μέσα στα πλαίσια των επίσημων εορτών του εκπαιδευτικού μας συστήματος, είναι και η ανάγκη προβολής, κυρίως προς τους νέους ανθρώπους (όπως οι μαθητές και οι μαθήτριες των σχολειών μας), υψηλών προτύπων ζωής και δημιουργίας. Ζούμε, δυστυχώς, σε μια εποχή πνευματικού κατήφορου, που τα ποικιλώνυμα σκουπίδια του έντυπου, τηλεοπτικού, και ηλεκτρονικού λόγου απειλούν, κυριολεκτικά, να μας πνίξουν. Ζούμε σε μια εποχή, που προβάλλει, δοξάζει, και ιεροποιεί τις τυχάρπαστες και παρακμιακές φυσιογνωμίες των πρωταγωνιστών των διάφορων Reality shows. Ζούμε σε μια εποχή, που φιλοδοξεί να στερήσει από το σύγχρονο άνθρωπο –στο όνομα μιας κακώς εννοούμενης ανταγωνιστικότητας και εξειδίκευσης– το δικαίωμα της ελεύθερης και κριτικής σκέψης, το δικαίωμα, σε τελική ανάλυση, του αυτοπροσδιορισμού της προσωπικότητας και της ιστορικής του μοίρας. Σε μια τέτοια, λοιπόν, εποχή οι ιερές μορφές των Τριών Ιεραρχών, ως ανθρώπων που αγάπησαν και υπηρέτησαν με πάθος την παιδεία και τα γράμματα, ως ανθρώπων που συνδύασαν με άριστο τρόπο την επιστημονική γνώση και την αγιότητα (νοούμενη ως Θέωση, κατά την Παράδοση της Ορθόδοξης Εκκλησίας), ως ανθρώπων που ένωσαν τη Θεολογία της Εκκλησίας με το μέγιστο πνευματικό δημιούργημα της παγκόσμιας ιστορίας, δηλαδή την πολιτιστική παράδοση του Ελληνισμού, ως ανθρώπων, τέλος, που αγωνίστηκαν σθεναρά για την επικράτηση της δικαιοσύνης και της αλληλεγγύης στις ανθρώπινες κοινωνίες, αποτελούν για τους νέους μας, όχι μόνο φωτεινά πρότυπα ζωής, αλλά και άσειστους πυλώνες αντίστασης ενάντια στον ολοκληρωτισμό της νέας εποχής, που επαγγέλλονται οι θιασώτες της Παγκοσμιοποίησης και της Νέας Τάξης Πραγμάτων.

Ας παρακαλέσουμε, λοιπόν, όλοι μαζί τους Τρεις Μεγάλους Πατέρες και Οικουμενικούς Διδασκάλους του γένους μας, που σήμερα εορτάζουν, να σκεπάζουν με τις Θεόδεκτες προσευχές και πρεσβείες τους τις μαθήτριες και τους μαθητές των σχολείων της πατρίδας μας, αλλά και ολόκληρο το γένος των Ορθόδοξων Χριστιανών, και να μας αξιώνουν, να τους τιμάμε με καθαρή καρδιά –όχι μόνο εμείς, αλλά και τα παιδιά μας, και τα παιδιά των παιδιών μας– κάθε χρόνο τέτοια ημέρα «εις αιώνας αιώνων».

Μπερκουτάκης Μιχαήλ Θεολόγος - Εκπαιδευτικός

Τρία χελιδόνια φέρνουν την Άνοιξη! Οι Τρεις Ιεράρχες

του θεολόγου π.Παντελεήμωνος Κρούσκου

Οδεύουμε προς την εορτή των Τριών Ιεραρχών! Η διδασκαλία τους για ορθόδοξη ασκητική, μυστηριακή ζωή, ελληνική παιδεία, αλληλεγγύη, κοινοκτημοσύνη και βαθιά αγάπη έμπρακτη στον Θεό και τον Άνθρωπο είναι περισσότερο επίκαιρη σήμερα παρά ποτέ!

Εορτάζει η ΕΚΚΛΗΣΙΑ! Όχι μόνον η Παιδεία η ελληνική και οι δάσκαλοι.
Εορτάζουν οι θεολόγοι, οι μοναχοί, οι αρχιερείς, οι κληρικοί, οι καθηγητές,οι δάσκαλοι, οι σπουδαστές, οι ποιητές, οι φιλόσοφοι, οι ιατροί, οι ηγεμόνες,οι παιδαγωγοί, οι ρήτορες,οι φιλόλογοι, οι βιολόγοι, οι φυσικοί,οι πολιτικοί επιστήμονες, οι κοινωνικοί και δημόσιοι λειτουργοί, οι συγγραφείς,οι αγωνιστές, οι καθηγητές του εργατικού δικαίου, οι δικαστικοί, οι νομικοί, οι εργαζόμενοι, οι ακτιβιστές, οι εθελοντές παντός είδους, αστρονόμοι, μαθηματικοί, αρχαιοδίφες, ερευνητές,οι νοσοκόμοι, οι ψυχολόγοι και ψυχίατροι, οι πατέρες, οι αναλυτές, οι καλλιτέχνες, οι ευεργέτες, οι πλούσιοι και οι πένητες, οι εν τω κόσμω και οι ασκητές, οι φίλοι και οι συγγενείς...οι.. οι... οι...
Τρείς Ιεράρχες, οικουμενικής και πανανθρώπινης εμβέλειας!



Μέγας Βασίλειος. Ο Πατέρας των Πατέρων. Ασκητική αρχοντιά, πρότυπο παιδαγωγού, ελεήμων και φιλάνθρωπος μέχρι θυσίας εσχάτης, κατήγορος του πλούτου, κρουνός θεολογίας, χάρακας της ορθόδοξης πατερικής παράδοσης, λειτουργός ισάγγελος και προφήτης θεηγόρος των οραμάτων του Θεού, ζωντανή εικόνα του ευαγγελίου του Χριστού.

Γρηγόριος ο Θεολόγος. Ο ευαίσθητος και ατσαλένιος ταυτόχρονα. Ποιητής και ησυχαστικός και μαζί δραστήριος πρόμαχος της ορθοδοξίας και πατέρας της δοκιμαζόμενης εκκλησίας. Αετός υψιπετής της θεολογίας. Ζωντανό και πλήρες δοχείο του αγίου πνεύματος. Εικόνα ζωντανή της Ειρήνης του Θεού. Ο κανόνας της Εκκλησίας και δεύτερος Ιωάννης.

Ιερός Χρυσόστομος. Ο ασυμβίβαστος γίγαντας. Ο φιλάσθενος και αδαμάντινος στύλος της εκκλησίας. Ο έλεγχος και ο διδάσκαλος. Ο δεύτερος Πρόδρομος και υπερασπιστής των αδικημένων. Ο πατέρας των απλών και καταπονημένων. Ο κανόνας της εγκρατείας και πηγή της αστείρευτης φιλανθρωπίας. Ο χρυσός ποταμός της ευαγγελικής ερμηνείας,ο άλλος Παύλος, ο δέκατος τρίτος Απόστολος!


Λίγες ταπεινές σκέψεις για τους Τρείς Μεγάλους...

Οι Τρεις Ιεράρχες είναι ίσως τα πιό εμβληματικά πρόσωπα της ελληνορθοδοξίας. Και όταν λέμε ελληνισμό, δεν εννοούμε το βαυαρικό μόρφωμα και κρατίδιο, αλλά την μακραίωνη παράδοση από το φως της αρχαιότητας ως την αναγέννηση του έθνους, αυτή πού βρίσκεται στην ομηρική, κλασσική και ρωμαίϊκια γλώσσα, στο ερώτημα, την επιστήμη, την γνώση, την θεοσέβεια, το μαρτύριο, την χαρμολυπική ψυχή, τον πανηγυρικό καημό της ρωμηοσύνης.

Και όταν λέμε ορθοδοξία εννοούμε την βιωματική, πατερική, νηπτική πίστη των πατέρων, των ασκητών, των μαρτύρων και των διδασκάλων και όχι τον στείρο γερμανικό ευσεβισμό των νεοελλήνων και την κατασκευασμένη κρατική θρησκεία. Γι αυτό είναι προστάτες των Ιερών Γραμμάτων και όχι των γραμμάτων, της ανθρωπινής επιστήμης και όχι της επιστήμης, της βιωματικής πίστης και όχι της παραμορφωμένης θρησκείας.Καιρός να τους δούμε σαν παππούδες, πατέρες και αδελφούς μας, πού μας φέρνουν την Σοφία από το παρελθόν, την Ασφάλεια στο παρόν και την Ελπίδα στο μέλλον.

Είναι οι άνθρωποι του πόνου. Έζησαν με τους λεπρούς, τους ασθενείς και τους κατατρεγμένους, τους διακόνησαν, τους υπεράσπισαν και βίωσαν οι ίδιοι τον διωγμό και τον κατατρεγμό. Είναι οι πολύ δικοί μας άνθρωποι, πού πόνεσαν όπως και σύ, ασθένησαν όπως και σύ, αγάπησαν και τα πάντα ίσχυσαν με την δύναμη του Χριστού πού ενδυνάμωνε. Είναι οι εμβληματικοί άνθρωποι του πόνου. Ιατροί επιστήμονες των νοσημάτων της ψυχής και του σώματος, ιατροί για τους άλλους, βασανιστές για τον εαυτό τους στο καμίνι της προσφοράς.

Είναι οι ορθοί θεολόγοι, οι ακατάβλητοι, πού ότι στερέωσαν στο χαρτί το πλήρωσαν με αίμα, βάσανο και πόνο.Αυτοί πού έγιναν όργανα και κιθάρες του Πνεύματος. Πού είπαν στο εγώ και την σοφία τους, σοφία σπάνια ανάμεσα στους φιλοσόφους των αιώνων: «κάμε παραπέρα, να μιλήσει το Πνεύμα». Οι ισχυροί πού φάνηκαν εξουθενωμένοι, οι διανοητές πού μωράνθηκαν από μόνοι τους και έκαμαν χώρο στην Σοφία την άνωθεν, για να μην κενωθεί του Σταυρού το κήρυγμα. Των τεχνολόγων την επίδειξη αυτοί την έδειξαν πολυλογία ματαιόδοξη. Και χρυσολόγοι όντες φάνηκαν βάσεις της Θεολογίας της αληθινής.

Οι τρείς ιεράρχες, τέλος είναι ο ζωντανός λόγος του Χριστού, ο εσαρκωμένος Χριστός ο ίδιος, οι ενχριστωμένοι, οι ένθεοι, οι αυθεντικές εικόνες της θεότητος, πού δείχνουν πού μπορεί να φτάσει και τί οφείλει ο χριστιανός. Είναι η ευσεβής αποθέωση του ανθρώπου, αυτή η μέσα στα πλαίσια της ορθοδόξου θεολογίας, απάντηση στον υπάνθρωπο και τον υπεράνθρωπο, της μίζερης και δυναμικής φιλοσοφίας του κόσμου. Οι δυνατοί αδύναμοι!

Αποκαθηλώστε τους τρείς ιεράρχες από τα ασφυκτικά δασκαλίστικα κάδρα, από τα ξενικά απρόσιτα βάθρα για να έρθουν να βαδίσουν δίπλα μας, ουρανοβάμονες, επίγειοι άγγελοι οδηγοί προς τα άνω, πορτιέρηδες του παραδείσου. Αυτούς τους τόσο διαφορετικούς και τόσους κοντινούς μας. Είναι η μόνη οφειλόμενη επαναστατική πράξη σε έναν κόσμο χωρίς οδοδείκτες. Τότε θα ζωντανέψει ο λόγος του Κυρίου: «ἐγώ εἰμι ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωὴ· ἐγώ εἰμι ἡ θύρα.» Τότε θα εισέλθουμε και θα εξέλθουμε και νομήν ευρήσουμε.


Ο μέγας Βασίλειος για την Ελληνική Παιδεία: Ο Μωϋσής πρώτα παιδεύτηκε στην σοφία των Αιγυπτίων και μετά στην γνώση του Θεού. Ο Δανιήλ πρώτα παιδεύτηκε στην γνώση των Χαλδαίων και μετά στην θεϊκή σοφία. Και ο Έλληνας χριστιανός είναι χρήσιμο να αντλεί τα ωφέλιμα πρώτον από την θύραθεν φιλοσοφία για να προχωρήσει ανετότερα στην μελέτη των ιερών γραμμάτων!

Το 1100 οι Έλληνες τσακώνοταν για το ποιός από τους τρείς ιεράρχες ήταν σπουδαιότερος! Όχι μόνο με αγιολογικά και ιστορικά επιχειρήματα, αλλά και με λόγια και θεολογικά. Και όταν λέμε τσακώνοταν το εννοούμε. Πιάνονταν στα χέρια! Αυτοί ήταν οι τσακωμοί τους! Το «βάρβαρο» 1100! Επί Κομνηνών. Το γράφω επειδή κάποιοι μιλάνε για «βυζαντινό μεσαίωνα». Όχι τίποτα άλλο; Σήμερα γιατί τσακώνονται οι Έλληνες; Για ποιά ομάδα βάζει την μπάλα στο τέρμα συχνότερα και ποιός έχει πιό τζαμάτο αυτοκίνητο και ποιός υπερέχει του άλλου στο βόλεμα και την ανηθικότητα και την αμορφωσιά... Βγάλτε συμπέρασμα. Μήπως εμείς ζούμε έναν βάρβαρο μεσαίωνα;

Ιερέας της Ανατολικής Εκκλησίας - π.Παντελεήμων Κρούσκος


Άγιος Πέτρος Βασιλέας των Βουλγάρων

Ο Άγιος Πέτρος ήταν τσάρος της Βουλγαρίας (927 - 967 μ.Χ.) και υιός του βασιλέως Συμεών. Είχε νυμφευθεί την εγγονή του βασιλέως Ρωμανού Λεκαπηνού (920 - 944 μ.Χ.), Μαρία, η οποία μετονομάσθηκε σε Ειρήνη, λόγω της ειρήνης που επικράτησε μεταξύ Βυζαντινών και Βουλγάρων.

Ο Άγιος αγωνίσθηκε εναντίον της αιρέσεως των Βογομίλων ακολουθώντας τη διδασκαλία του Αγίου Ιωάννου της Ρίλας . Μετά από έναν ανεπιτυχή πόλεμο με την Ουγγαρία και τη Ρωσία, κοιμήθηκε το έτος 967 μ.Χ.

Οσία Πελαγία του Ντιβέεβο

Η Πελαγία Ιβάνοβνα Σερεμπρενίκοβα γεννήθηκε τον Οκτώβριο του 1809 μ.Χ. στο Αρζαμά της Ρωσίας. Οι γονείς της, Ιβάν Ιβάνοβιτς Σουρίν, έμπορος στο επάγγελμα και η μητέρα της Παρασκευή Ιβάνοβνα Μπεμπέσεβα, απόκτησαν αλλά δυο παιδιά, τον Ανδρέα και τον Ιωάννη. Ο Ιβάν έφυγε γρήγορα από το μάταιο τούτο κόσμο, αφήνοντας την Παρασκευή σε νεαρή σχετικά ηλικία μόνη με τα τρία της παιδιά. Η τελευταία ξαναπαντρεύτηκε με τον Αλεξέι Νικήτιτς Κορόλεφ, άνθρωπο αυστηρό και ανάλγητο - μια συμπεριφορά που ακολουθήθηκε και από τα παιδιά της πρώτης του γυναίκας, κάνοντας τη διαβίωση μέσα στο σπίτι για την Πελαγία και τ' αδέλφια της σωστό μαρτύριο. Μικρή ακόμα η όσια αρρώστησε βαριά, για να μείνει στο κρεβάτι για μεγάλο χρονικό διάστημα. Όταν επιτέλους σηκώθηκε ήταν ένας εντελώς διαφορετικός άνθρωπος. Ενώ προηγουμένως ήταν εξαιρετικά έξυπνη με πλήρη διαύγεια πνεύματος, τώρα άρχισε να κάνει διάφορες ανοησίες. Έβγαινε χειμωνιάτικα στον κήπο, σήκωνε τη φούστα της, στεκόταν στο ένα πόδι και στροβιλιζόταν γύρω-γύρω σαν μπαλαρίνα, βγάζοντας ταυτόχρονα ακατανόητες κραυγές. Τη μάλωναν και την έδερναν χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Όπως η ίδια ή μητέρα της αφηγήθηκε χρόνια μετά, είχε υποπτευθεί ότι από τότε ή Πελαγία πήρε την κλίση για τη σαλότητά της, παρόλο που τότε αυτό ήταν ότι χειρότερο για την ήδη ταλαιπωρημένη οικογένεια.

Μεγαλώνοντας η Πελαγία έγινε μια πολύ ωραία κοπέλα με ξεχωριστή κορμοστασιά. Ήταν ψηλή, στητή, με φυσικά όμορφα χαρακτηριστικά στο πρόσωπο. Πολλοί γαμπροί αψηφούσαν την παράξενη συμπεριφορά της και τη ζητούσαν σε γάμο. Από τη μεριά της μητέρας της αυτό ήταν καλοδεχούμενο για μια φτωχή ορφανή και σαλή συνάμα. Η Πελαγία όμως άκουγε μέσα της μυστική φωνή, που την καλούσε στον ερημικό δρόμο των πραγματικών εραστών του θείου πόθου. Η εποχή όμως δεν προσφερόταν για ανταρσία. Έτσι στα 19 της χρόνια παντρεύτηκε το Σεργκέι Βασίλιεβιτς Σερεμπρένικωφ. Ο γάμος έγινε στον Ιερό Ναό του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου στον Αρζαμά, στις 23 Μαΐου 1828 μ.Χ. Ο νεαρός σύζυγος της θέλοντας να την βοηθήσει με την αλλόκοτη συμπεριφορά της, την πήρε μαζί με τη μητέρα της στον Άγιο Σεραφείμ (βλέπε 2 Ιανουαρίου) στο ερημητήριό του στο Σαρώφ. Ο Άγιος, αφού τους καλωσόρισε, τους έστειλε στο αρχονταρίκι κρατώντας την Πελαγία κοντά του για συνομιλία. Αργότερα όταν ο Σεργκέι με την πεθερά του πήγαν ξανά στο κελί να δουν γιατί αργοπορεί η Πελαγία, βρήκαν τον Άγιο Σεραφείμ να κάνει μια εδαφιαία μετάνοια στην Οσία και να της δίνει ένα κομποσχοίνι, αποκαλώντας την Ματιούσκα. Ο Ιβάν Ταμπάρτσεφ, συγκελιώτης του Αγίου Σεραφείμ, που ήταν παρών, ανέφερε ότι όταν η Πελαγία έφυγε, τον πλησίασε ο Άγιος και του είπε ότι η γυναίκα αυτή θα γινόταν ένα αστέρι που θα φώτιζε όλη τη Ρωσία.

Η αλλόκοτη συμπεριφορά της εξόργιζε τον άντρα της. Έκανε ολονύχτιες αγρυπνίες, κοιμόνταν σε φέρετρα, ζητιάνευε, μοίραζε τα χρήματα που της έδινε ο σύζυγός της στους φτωχούς, γυρνούσε ημίγυμνη στους δρόμους. Τελικά ο άνδρας της την έδιωξε από το σπίτι. Έτσι επέστρεψε στο σπίτι της μητέρας της όπου την περίμεναν νέες θλίψεις. Τα παιδιά του πατριού της τη μισούσαν και ο ίδιος ο Αλεξέι Νικήτιτς Κορόλεφ την έδερνε. Η μικρότερη του κόρη τη φθονούσε ιδιαίτερα και έβαλε κάποιο καλό σκοπευτή να τη σκοτώσει την ώρα που η όσια γυρνώντας στην πόλη έκανε τις «παλαβομάρες» της. Αστοχώντας όμως άκουσε την Πελαγία να του λέει ότι αντί αυτήν πυροβόλησε τον εαυτό του. Η προφητεία αύτη επαληθεύτηκε μετά από λίγο καιρό. Ο σκοπευτής αυτοκτόνησε με πυροβολισμό.

Μετά από όλα αυτά η μητέρα της αποφάσισε να ξαναεπισκεφτεί τον όσιο Σεραφείμ στο Σαρώφ. Εκεί του ανάφερε τα γεγονότα από την τελευταία τους επίσκεψη μέχρι τη μέρα εκείνη και ζήτησε τη συμβουλή του. Ο γέροντας αφού άκουσε προσεχτικά όσα η πονεμένη μάνα του είπε, τη συμβούλεψε να μην δένουν την Πελαγία, αλλά να την αφήσουν ελεύθερη ν' ακολουθήσει το θεάρεστο δρόμο της. Από τη μέρα εκείνη δεν την εμπόδιζαν να κάνει ό,τι αύτη ήθελε. Όλες σχεδόν τις νύχτες τις περνούσε στο προαύλιο του ναού, οπού στο ύπαιθρο προσευχόταν ολονυκτίς με κατανυκτικότατα δάκρυα. Τις μέρες ντυμένη με κουρέλια γυρνούσε στους δρόμους όπου ουρλιάζοντας καλούσε τους πάντες στην αγάπη του Θεού. Πέρασαν έτσι τέσσερα χρόνια. Το 1837 μ.Χ., όταν κοιμήθηκε ο όσιος Σεραφείμ, τη συνάντησε στο δρόμο η γερόντισσα Ιουλιανή Γρηγορίεβα, μοναχή στο μοναστήρι του Ντιβέγεβο, που διακρινόταν για το προορατικό της χάρισμα και ζήτησε από τη μητέρα της Πελαγίας να της δώσει άδεια να την πάρει μαζί της. Έτσι και έγινε. Πριν φύγουν από το σπίτι η Πελαγία έκανε εδαφιαία μετάνοια στους συγγενείς της και τους είπε: «Συγχωρήστε με, για την αγάπη του Χρίστου. Δεν θα ξαναγυρίσω κοντά σας ώσπου να πεθάνω».

Στο Ντιβέεβο συνέχισε την αλλόκοτη συμπεριφορά της. Άλλες αδελφές τη σεβόνταν και την εκτιμούσαν, άλλες τη φοβούνταν, άλλες την κορόιδευαν, μερικές μάλιστα την χτυπούσαν.

Απ' όταν ακόμα ήταν στη ζωή έκανε πολλά θαύματα. Έτσι θεράπευσε τον καλλιτέχνη Μ. Π. Πετρώφ του οποίου το χέρι είχε παραλύσει. Έσβησε από μακριά μια φωτιά, ενώ πολλοί την έβλεπαν στον ύπνο τους και κατόπιν τους θεράπευε. Τέσσερα χρόνια πριν από την κοίμησή της προφήτεψε ότι ο ιακωβινισμός και η τρομοκρατία θα εξαπλωθούν στη Ρωσία και ότι θα σκοτώσουν τον τσάρο Αλέξανδρο τον Β’ για τον οποίον έκλαιγε και προσεύχονταν ασταμάτητα. Μετά από 20 χρόνια σκληρής ζωής εμφανίστηκε στον ύπνο της ο Άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ και την προέτρεψε να αποτραβηχθεί στο κελί της, αποφεύγοντας τους ανθρώπους. Εκεί ζούσε κλαίγοντας και προσευχόμενη. Τρέφονταν κυρίως με μαύρο ψωμί από το οποίο έφτιαχνε μικρές μπαλίτσες τις οποίες χρησιμοποιούσε ως κομποσχοίνι λέγοντας την ευχή του Ιησού.

Νιώθοντας το θάνατο της λίγες μέρες πριν κοινώνησε των Αχράντων Μυστηρίων, έβαλε μετάνοια σ' όλες τις αδελφές της μονής. Αυτό έγινε το Σάββατο 28 Ιανουαρίου 1884 μ.Χ. Στις 1.45 το πρωί της Δευτέρας 30 Ιανουαρίου, η Πελαγία Ιβάνοβνα, άφησε την τελευταία της πνοή και η πολύταλαιπωρημένη της ψυχή πέταξε στον ουρανό, στα χέρια του Νυμφίου της Χρίστου. Την έντυσαν με τα ρούχα που η ίδια αρεσκόταν να φορά. Μια άσπρη μπλούζα, ένα σαραφάν, ένα μάλλινο σάλι και το κεφάλι της το τύλιξαν μ' ένα άσπρο μεταξωτό μαντήλι. Την έβαλαν σ' ένα φέρετρο κυπαρισσένιο και έμεινε έτσι στο κελί της για εννιά μέρες, διάστημα κατά το όποιο έκαναν τριάντα έως σαράντα τρισάγια ημερησίως και έψαλλαν συνεχώς από το ψαλτήρι.

Την έθαψαν πίσω από το ιερό του ναού της Αγ. Τριάδος όπως είχε η ίδια προφητέψει επτά χρόνια πριν.

Ανάμνηση θαύματος Μεγαλομάρτυρα Γεωργίου στη Ζάκυνθο

Ο Μεγαλομάρτυς του Χριστού Γεώργιος τιμάται ιδιαίτερα την ημέρα αυτή στη Ζάκυνθο, διότι συνδέθηκε με τη σωτηρία του νησιού από την πανούκλα του έτους 1688 μ.Χ.

Το έτος 1669 μ.Χ. πρόσφυγες Κρήτες που ήλθαν στο νησί της Ζακύνθου, έφεραν μαζί τους αρχαία εικόνα του Αγίου Γεωργίου, την οποία κατέθεσαν στο ναό του Αγίου Δημητρίου του Κόλα. Ιερόσυλοι όμως, απογύμνωσαν αυτή από την αργυρή επένδυσή της. Μετά οκτώ ημέρες όλη η εκεί συνοικία προσβλήθηκε από λοιμό, που θεωρήθηκε ως θεία τιμωρία για την γενόμενη ιεροσυλία. Για τον εξιλασμό του ο λαός κατέφυγε σε νηστεία και προσευχή και αποφάσισε την ανέγερση ναού επ’ ονόματι του Αγίου Γεωργίου. Ο αναθηματικός αυτός ναός του Αγίου Γεωργίου των Κομούτων ή Καμαριώτης φέρει το εξής επίγραμμα: «Γεώργιον τε οία ναόν σοι πόλις, ανατίθησι της ξένης σωτηρίας».


Ανάμνησις ευρέσεως εν Τήνω της ιεράς εικόνος της Ευαγγελιστρίας

Κατά το έτος 1821 μ.Χ., η Θεοτόκος είχε χαρίσει την πρώτη φανέρωση της θέλησής Της με την εμφάνισή της στο όνειρο ενός απλού γέροντα κηπουρού, του μπάρμπα Μιχάλη Πολυζώη καθοδηγώντας τον να πάει στο χωράφι του Αντωνίου Δοξαρά, να σκάψει και να βρει το εικόνισμά της. Η προσπάθεια όμως έμεινε άκαρπη και γρήγορα ήρθε η απογοήτευση και εγκαταλείφθηκε.

Δύο χρόνια αργότερα η Μοναχή Πελαγία  για τρεις συνεχόμενες εβδομάδες (Κυριακή 9, 16 και 23 Ιουλίου 1822 μ.Χ.), έβλεπε στον ύπνο της την Παναγία να της ζητά να οργανώσει ανασκαφές για να ξεθάψουν και να ανακαινίσουν τον Ναό Της που είναι θαμμένος στον αγρό του Αντωνίου Δοξαρά, στη Χώρα. Η Μοναχή συνοδεία της Ηγουμένης της Μονής ειδοποιεί τον Μητροπολίτη της Τήνου Γαβριήλ, ο οποίος προσκαλεί τους τοπικούς παράγοντες και το λαό της Τήνου στον Μητροπολιτικό Ναό των Ταξιαρχών, παρακαλώντας τους να συνδράμουν, για το σκοπό αυτό, όπως ο καθένας μπορούσε.

Ο λαός πρόθυμα άρχισε τις ανασκαφές στις αρχές Σεπτεμβρίου 1822 μ.Χ. από τις οποίες αποκαλύφθηκαν τα ερείπια παλαιού ναού του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου. Ωστόσο δεν βρέθηκε κανένα ίχνος εικόνας γεγονός που επισκίασε το θετικό κλίμα και οδήγησε τον κόσμο σιγά, σιγά στην εγκατάλειψη του εγχειρήματος.

Οι εργασίες επαναλαμβάνονται με περισσότερη οργάνωση και πείσμα και στις 30 Ιανουαρίου 1823 μ.Χ. η αξίνα του Δημ. Βλάσση, εθελοντή εργάτη από το χωριό Φαλατάδος, προσκρούει στο θαυματουργό εικόνισμα του Ευαγγελισμού χωρίζοντας το στα δύο μεταξύ της εικονιζόμενης Θεοτόκου και του Αρχαγγέλου.

Το Έθιμο «Φαναράκια»

Αστραπιαία η είδηση έφθασε σε κάθε σημείο του νησιού και αμέσως όλοι οι Τήνιοι παράτησαν κάθε ασχολία και κατευθύνθηκαν στην Χώρα να δουν και να προσκυνήσουν την εικόνα. Επειδή δε θα τους προλάβαινε η νύχτα στο δρόμο, όλοι πήραν μαζί τους και από ένα λαδοφάναρο.

Έτσι εκείνη τη νύχτα όλες οι στράτες και τα μονοπάτια του νησιού γέμισαν φώτα καθώς στη σειρά μέσα στο σκοτάδι – σε τριάντα χιλιάδες υπολογίζονται οι κάτοικοι της Τήνου μαζί με τους πρόσφυγες από τα ελληνικά νησιά εκείνα τα χρόνια - κατέβαιναν οι Τήνιοι από τα χωριά και τις εξοχές στη Χώρα, η οποία σημειωτέον είχε εγκαταλειφθεί λόγω επιδημίας.

Το γεγονός της πάμφωτης νύχτας αποτυπώθηκε βαθειά στη μνήμη των Τηνίων και έκτοτε, μαζί με τον εορτασμό της ευρέσεως της εικόνας και τις λαμπρές εκδηλώσεις της εκκλησίας καθιερώθηκε να εορτάζεται και με λαμπαδηφορία όπου συμμετέχουν όλοι οι Τήνιοι.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τὴν θείαν Εἰκόνα σου, ἐκ τῶν λαγόνων τῆς γῆς, ἡμῖν ἐφανέρωσας, δι’ ἐμφανείας τῆς σῆς, Παρθένε Πανύμνητε· ὅθεν ἡ νῆσος Τῆνος, ἐν τῇ ταύτης εὑρέσει, χαίρει χαρὰν μεγάλην, καὶ πιστῶς σοι κραυγάζει· Χαῖρε Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετὰ σοῦ.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφραγισθέντος.
Πληθὺς ἡ τῶν Τηνίων ἐν ᾠδαῖς, εὐφημήσωμεν, ἡμῶν τὴν πολιοῦχον καὶ τοῦ κόσμου Προστάτιδα· πηγὴ γὰρ ἰαμάτων ἐν ἡμῖν, ἡ πάνσεπτος ἀνεύρηται Εἰκὼν τῆς Ἀχράντου Θεοτόκου, δι όπερ ἃπαντες ταύτη ἀναβοήσωμεν, χαῖρε τῶν σὲ τιμώντων ἡ ἐλπίς. χαῖρε ἡμῶν τὸ καύχημα, χαῖρε ἡ ρυσαμένη τῆς κατάρας τὸ ἀνθρώπινον.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τὴν θαυμαστήν σου καὶ ἁγίαν Εἰκόνα, τὴν κεκρυμμένην ὑπὸ γῆν πολλοῖς χρόνοις, δι’ ἐμφανείας θείας σου Πανύμνητε, ἡμῖν ἐφανέρωσας, ὡς θησαύρισμα θεῖον· ἧς τὴν θείαν εὕρεσιν, ἑορτάζοντες πόθῳ, ἀναβοῶμεν πάντες εὐλαβῶς· χαῖρε Παρθένε, ἡμῶν ἡ βοήθεια.

Ἕτερον Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τῆς παναγίας σου Εἰκόνος τὴν ἀνεύρεσιν Εὐαγγελίστρια φαιδρῶς πανηγυρίζοντες Τὰς ἀπείρους σου ὑμνοῦμεν εὐεργεσίας. Ἐξ αὐτῆς γὰρ ἀναβλύζεις χάριν ἄφθονον Καὶ παρέχεις καθ’ ἑκάστην τὰ ἰάματα Τοῖς βοῶσί σοι, χαῖρε Νύμφη Ἀνύμφευτε.

Μεγαλυνάριον
Ἔχουσα ὡς πλοῦτον πνευματικόν, ἡ Τῆνος Παρθένε, τὴν Εἰκόνα σου τὴν σεπτήν, ταύτης ἑορτάζει, τὴν εὕρεσιν ἐν ὕμνοις, κηρύττουσα εὐσήμως, τὴν προστασίαν σου.

Άγιος Θεόφιλος ο Νέος

Ο Άγιος Θεόφιλος έζησε στα χρόνια των αυτοκρατόρων Κωνσταντίνου και Ειρήνης (780 - 795 μ.Χ.). Γεννήθηκε και ανατράφηκε στην Κωνσταντινούπολη. Έγινε στρατηγός και τοποθετήθηκε στο «θέμα» των Κιβυραιωτών με έδρα την Κιβύρα της Μικράς Ασίας.

Σε μια ναυμαχία με τους Σαρακηνούς κοντά στην Κύπρο περί το 800 μ.Χ., οι δύο άλλοι στρατηγοί που τον συνόδευαν, επειδή τον φθονούσαν, τον εγκατέλειψαν με αποτέλεσμα να συλληφθεί από τους εχθρούς αιχμάλωτος. Τον μετέφεραν στα μέρη τους και τον έκλεισαν στη φυλακή. Κατόπιν τον έβγαλαν και με κολακείες και απειλές τον παρακινούσαν ν' αρνηθεί τον Χριστό. Επειδή όμως ο Θεόφιλος αρνήθηκε σταθερά να εγκαταλείψει την πίστη του, τον αποκεφάλισαν και έτσι έλαβε το στεφάνι του μαρτυρίου.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Τὴν φιλότητα πρὸς τὸν Δεσπότην, καθυπέγραψας, τῷ αἵματί σου, καὶ τὴν πλάνην ἐναπέπνιξας, ἅγιε, ἡμισελήνου γενναίω φρονήματι, ἀνακηρύξας Χριστοῦ τὴν θεότητα, ὅθεν εἴληφας, Θεόφιλε παμμακάριστε, τὸ στέφος τῶν μαρτύρων ἐκ Κυρίου σου.

Κοντάκιον
Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτήρ.
Θαλάσσης νοητῆς, διαπλεύσας τὸ κύτος, λιμένα οὐρανοῦ, εἰς κατάπαυσιν εὖρες, Θεόφιλε ἔνδοξε, ὡς πὲρ ναῦς χριστοσφράγιστος, πλάνην Ἄγαρ δέ, ἐκμυκτηρίσας ἐμφρόνως, ὠμολόγησας, τὴν τοῦ Δεσπότου σου πίστιν, μαρτύρων ἀγλάισμα.

Άγιος Σαβαΐνος

Ο Άγιος Μάρτυς Σαβαΐνος ήταν υπηρέτης της Μάρτυρος Χρυσής . Αφού οι ειδωλολάτρες τον κτύπησαν με βαριές σφαίρες στον αυχένα, τον κρέμασαν σε ξύλο και του κατέκαψαν τα σπλάγχνα. Έτσι παρέδωσε την αγία του ψυχή στον Κύριο.

Άγιος Κενσουρίνος

Ο Άγιος Κενσουρίνος μαρτύρησε επί αυτοκράτορος Κλαυδίου του Β' (268 - 9 μ.Χ.).

Κατείχε το αξίωμα του μαγίστρου και του πρώτου της συγκλήτου. Μετά από διαβολές, συνελήφθη και κλείσθηκε στη φυλακή. Παρά τα βασανιστήρια εκείνος ομολογούσε με επιμονή την πίστη του στον Χριστό. Από τα θαύματα που επιτέλεσε ο Άγιος Κενσουρίνος στη φυλακή, είκοσι στρατιώτες πίστεψαν στον Χριστό και αποκεφαλίσθηκαν μαζί με τον Άγιο.

Άγιος Ιππολύτος Πάπας Ρώμης

Πάπας Ρώμης με το όνομα Ιππόλυτος ουδέποτε υπήρξε. Ισως ο Ιππόλυτος αυτός να ήταν τοποτηρητής του θρόνου προ της άναρρήσεως, στον θρόνο, του Φήλικος. Μαρτύρησε πάντως επί αυτοκράτορος Κλαυδίου του Β' (268 - 9 μ.Χ.) αφού τον έριξαν στη θάλασσα.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Ὡς τῶν Ἀποστόλων ὁμότροποι, καὶ τῆς οἰκουμένης Διδάσκαλοι, τῷ Δεσπότῃ τῶν ὅλων πρεσβεύσατε, εἰρήνην τῇ οἰκουμένῃ δωρήσασθαι, καὶ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν τὸ μέγα ἔλεος.

Αγία Χρυσή

Η Αγία Μάρτυς Χρυσή καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια, και μαρτύρησε στα χρόνια του αυτοκράτορα Κλαυδίου (περί το 269 μ.Χ.).

Όταν συνελήφθη απ' τους ειδωλολάτρες, στην αρχή άνοιξαν τις πλευρές της και έκαψαν τις πληγές της με αναμμένες λαμπάδες. Έπειτα έσπασαν με πέτρες τα σαγόνια της, και με μολύβδινα σφαιρίδια τη ράχη της. Αλλά αυτή, αν και κατατραυματισμένη και ενώ πέθαινε, ομολογούσε την πίστη της. Η δε θηριωδία των φονέων της ήταν τέτοια, που αφού έθεσαν στο λαιμό της μεγάλη πέτρα, την έριξαν στον βυθό της θάλασσας. Αλλά τί κι αν το σώμα της εξαφανίστηκε απ' τα νερά, η μνήμη της παρέμεινε αιώνια και αθάνατη, περισσότερο χρυσή από το λαμπρότατο όνομα της.


Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Άγιος Θεόδωρος ο Χατζής ο Μυτιληναίος

Ο Άγιος Θεόδωρος ο Χατζής, γεννήθηκε στους Πύργους Θερμής της Λέσβου. Έζησε τον 18ο αιώνα μ.Χ., κατά τους χρόνους της τουρκοκρατίας.

Στον οικισμό των «Κάτω Πύργων», δίπλα στον επαρχιακό δρόμο, πίσω από μία πολύχρονη πέτρινη βρύση, υπάρχουν σήμερα γκρεμισμένα τα τείχη ενός πυργόσπιτου, που οι πέτρες του μεταφέρθηκαν επί γερμανικής κατοχής στον Καρά-τεπέ της Μυτιλήνης για να χτιστούν σπίτια. Σ’ αυτό το παλαιό πυργόσπιτο γεννήθηκε ο Άγιος Θεόδωρος. Εκ προγόνων Χριστιανός, όταν ανδρώθηκε, παντρεύτηκε ευσεβή γυναίκα, αποκτώντας δύο παιδιά.

Ο μεγάλος ποιητής Οδυσσέας Ελύτης κατέθεσε στον βιογράφο του Ιταλό Μάριο Βίττι την πληροφορία ότι η οικογένειά του κατάγεται απ’ τον Άγιο Θεόδωρο τον οποίο μάλιστα τοποθετεί και ως αρχή του γενεαλογικού του δέντρου.

Σύμφωνα με τοπική παράδοση των Παμφίλων (γειτονικού χωριού των Πύργων Θερμής) ο Άγιος Θεόδωρος διέμενε κάποιο διάστημα σε πυργόσπιτο στην περιοχή «Βουναράκι», στη θέση του οποίου υπάρχει σήμερα η κατοικία του Θεοδώρου Πετρέλλη. Ενδέχεται αυτό να ήταν το σπίτι που κρυβόταν ο Άγιος πριν συλληφθεί απ’ τους Τούρκους, δηλαδή το σπίτι του εκ Παμφίλων Μητροπολίτη Δράμας, γι’ αυτό και σήμερα υπάρχει μεγάλο εξωκλήσι του Αγίου Θεοδώρου στην Δράμα. Ο μεγάλος αριθμός των ανδρών με το όνομα Θεόδωρος στην γύρω περιοχή των Παμφίλων οφείλετε σύμφωνα με την παράδοση στον Νεομάρτυρα Θεόδωρο.

Ο Άγιος εργαζόταν ως υποδηματοποιός διατηρώντας εργαστήρι επί της κεντρικής αγοράς της Μυτιλήνης, στο Μπας-φανάρι (σήμερα το πρώην μαγαζί του Αγίου Θεοδώρου είναι στη γωνία των οδών Αιγαίου και Ερμού 110). Κάποτε βρέθηκε σε κατάσταση οργής και έγινε Μωαμεθανός. Συνήλθε όμως, συναισθάνθηκε το αμάρτημα του και πήγε στο Άγιον Όρος. Εκεί έζησε για αρκετό χρονικό διάστημα, κοινώνησε των αχράντων μυστηρίων και προετοιμάστηκε για το μαρτύριο.

Επανήλθε λοιπόν στη Μυτιλήνη, παρουσιάστηκε στον κριτή, με τόλμη ομολόγησε τον Χριστό και δήλωσε ότι η μουσουλμανική θρησκεία είναι ψεύτικη. Ο κριτής αμέσως εξέδωσε απόφαση, να θανατωθεί ο μάρτυρας με αγχόνη και κατόπιν τον παρέδωσε σ' άλλον άρχοντα, τον Ναζίρ Ομέρ αγά, που προσπάθησε με κολακείες και υποσχέσεις να τον μεταπείσει. Ο Άγιος όμως πρόβαλλε ακατάβλητο φρόνημα και μετά από φρικτά βασανιστήρια, οδηγήθηκε στον τόπο της εκτέλεσης, όπου αφού πρώτα φίλησε το σχοινί της αγχόνης, προσευχήθηκε στον Θεό και έτσι δέχτηκε το στεφάνι της νίκης στις 30 Ιανουαρίου 1785 μ.Χ.

Το τίμιο λείψανο του ρίχτηκε στη θάλασσα, αλλά κατ' οικονομία Θεού εκβράσθηκε στα νότια της πόλης της Μυτιλήνης. Οι Χριστιανοί, περισυνέλλεξαν το σκήνωμα του Αγίου και το ενταφίασαν χωρίς να αφήσουν ίχνη τάφου, επί σκοπό διαφυλάξεώς του, κάτω από το δάπεδο του παρακείμενου εξωκλησιού του Αγίου Ιωάννου Προδρόμου στην τοποθεσία Μόθωνας, αποκρύπτοντας το ιερό λείψανο από τα βέβηλα μάτια των τούρκων.

Εκεί έμεινε ενταφιασμένος 183 έτη, μέχρι την ευλογημένη ημέρα της 4ης Σεπτεμβρίου 1967 μ.Χ., που βρέθηκαν τα Άγια λείψανά του, βάσει μαρτυριών του διαπρεπούς Εκκλησιαστικού συγγραφέως Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτη (βλέπε 14 Ιουλίου) και άλλων συγγραφέων. Τα λείψανά του φυλάσσονται στον Ι.Ν. Ζωοδόχου Πηγής Βαρειάς.

Στις 3 Σεπτεμβρίου του 1985 μ.Χ., ο εφημέριος Πύργων Θερμής π. Μιχαήλ Βουλγαρέλλης παραλαμβάνει τμήμα των αγίων λειψάνων του Αγίου Θεοδώρου και τελείται η μετακομιδή του στην γενέτειρα του Αγίου. Δωρείται έτσι, η ευλογία για να τιμάται από τούς Χριστιανούς στο εξωκκλήσι του Αγίου πού είχε χτιστεί το 1980 μ.Χ. στους Πύργους Θερμής, μερίμνει του Ιερομονάχου π. Παχωμίου Σούγιουλτζη και συνδρομές πιστών.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ἐκ Πύργων ἐβλάστησας και ἐν Μυτιλήνη σαφῶς ἀθλήσας Θεόδωρε, ὑπέρ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ ἀξίως δεδόξασαι. Ὄθεν τά λείψανά σου, Νεομάρτυς εὐρόντες χάριν ἐκ τούτων θείαν κομιζόμεθα πίστει, δοξάζοντες τόν Κύριον, τόν Σέ στεφανώσαντα.


Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Άγιοι Τρεις Ιεράρχες

Η αιτία για την εισαγωγή της εορτής των Τριών Ιεραρχών στην Εκκλησία είναι το εξής γεγονός:

Κατά τους χρόνους της βασιλείας του Αλεξίου του Κομνηνού (1081 - 1118 μ.Χ.), ο οποίος διαδέχθηκε στη βασιλική εξουσία τον Νικηφόρο Γ’ τον Βοτενειάτη (1078 - 1081 μ.Χ.), έγινε στην Κωνσταντινούπολη φιλονικία ανάμεσα σε λόγιους και ενάρετους άνδρες. Άλλοι θεωρούσαν ανώτερο τον Μέγα Βασίλειο , χαρακτηρίζοντάς τον μεγαλοφυΐα και υπέροχη φυσιογνωμία. Άλλοι τοποθετούσαν ψηλά τον ιερό Χρυσόστομο  και τον θεωρούσαν ανώτερο από τον Μέγα Βασίλειο και τον Γρηγόριο και, τέλος, άλλοι, προσκείμενοι στον Γρηγόριο τον Θεολόγο , θεωρούσαν αυτόν ανώτερο από τους δύο άλλους, δηλαδή από τον Βασίλειο και τον Χρυσόστομο. Η φιλονικία αυτή είχε σαν αποτέλεσμα να διαιρεθούν τα πλήθη των Χριστιανών και άλλοι ονομάζονταν «Ιωαννίτες», άλλοι «Βασιλείτες» και άλλοι «Γρηγορίτες».

Στην έριδα αυτή έθεσε τέλος ο Μητροπολίτης Ευχαΐτων, Ιωάννης ο Μαυρόπους. Αυτός, κατά την διήγηση του Συναξαριστή, είδε σε οπτασία τους μέγιστους αυτούς Ιεράρχες, πρώτα καθένα χωριστά και στη συνέχεια και τους τρεις μαζί. Αυτοί του είπαν: «Εμείς, όπως βλέπεις, είμαστε ένα κοντά στον Θεό και τίποτε δεν υπάρχει που να μας χωρίζει ή να μας κάνει να αντιδικούμε. Όμως, κάτω από τις ιδιαίτερες χρονικές συγκυρίες και περιστάσεις που βρέθηκε ο καθένας μας, κινούμενοι και καθοδηγούμενοι από το Άγιο Πνεύμα, γράψαμε σε συγγράμματα και με τον τρόπο του ο καθένας, διδασκαλίες που βοηθούν τους ανθρώπους να βρουν τον δρόμο της σωτηρίας. Επίσης, τις βαθύτερες θείες αλήθειες, στις οποίες μπορέσαμε να διεισδύσουμε με το φωτισμό του Αγίου Πνεύματος, τις συμπεριλάβαμε σε συγγράμματα που εκδώσαμε. Και ανάμεσά μας δεν υπάρχει ούτε πρώτος, ούτε δεύτερος, αλλά, αν πεις τον ένα, συμπορεύονται δίπλα του και οι δύο άλλοι. Σήκω, λοιπόν, και δώσε εντολή στους φιλονικούντες να σταματήσουν τις έριδες και να πάψουν να χωρίζονται για εμάς. Γιατί εμείς, και στην επίγεια ζωή που είμασταν και στην ουράνια που μεταβήκαμε, φροντίζαμε και φροντίζουμε να ειρηνεύουμε και να οδηγούμε σε ομόνοια τον κόσμο. Και όρισε μία ημέρα να εορτάζεται από κοινού η μνήμη μας και καθώς είναι χρέος σου, να ενεργήσεις να εισαχθεί η εορτή στην Εκκλησία και να συνταχθεί η ιερή ακολουθία. Ακόμη ένα χρέος σου, να παραδόσεις στις μελλοντικές γενιές ότι εμείς είμαστε ένα για τον Θεό. Βεβαίως και εμείς θα συμπράξουμε για τη σωτηρία εκείνων που θα εορτάζουν τη μνήμη μας, γιατί έχουμε και εμείς παρρησία ενώπιον του Θεού».

Έτσι ο Επίσκοπος Ευχαΐτων Ιωάννης ανέλαβε τη συμφιλίωση των διαμαχόμενων μερίδων, συνέστησε την εορτή της 30ης Ιανουαρίου και συνέγραψε και κοινή Ακολουθία, αντάξια των τριών Μεγάλων Πατέρων.

Η εορτή αυτής της Συνάξεως του Μεγάλου Βασιλείου, του Γρηγορίου του Θεολόγου και του Ιωάννου του Χρυσοστόμου, αποτελεί το ορατό σύμβολο της ισότητας και της ενότητας των Μεγάλων Διδασκάλων, οι οποίοι δίδαξαν με τον άγιο βίο τους το Ευαγγέλιο του Χριστού. Είναι εκείνοι, οι οποίοι εξ’ αιτίας της ταπεινώσεώς τους μπροστά στην αλήθεια, έχουν λάβει το χάρισμα να εκφράζουν την καθολική συνείδηση της Εκκλησίας και ότι διδάσκουν δεν είναι απλώς δική τους σκέψη ή προσωπική τους πεποίθηση, αλλά είναι επιπλέον η ίδια η μαρτυρία της Εκκλησίας, γιατί μιλούν από το βάθος της καθολικής της πληρότητας.

Περί τις αρχές του 14ου αιώνα μ.Χ. ανεγέρθη ναός των Τριών Ιεραρχών κοντά στην Αγία Σοφία Κωνσταντινούπολης, δίπλα σχεδόν στη μονή της Παναχράντου.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’.
Τούς τρεῖς μεγίστους φωστῆρας τῆς Τρισηλίου θεότητος, τούς τήν οἰκουμένην ἀκτῖσι δογμάτων θείων πυρσεύσαντας, τούς μελιῤῥύτους ποταμούς τῆς σοφίας, τούς τήν κτίσιν πᾶσαν θεογνωσίας νάμασι καταρδεύσαντας, Βασίλειον τόν μέγαν, καί τόν Θεολόγον Γρηγόριον, σύν τῷ κλεινῷ Ἰωάννη, τῷ τήν γλῶτταν χρυσοῤῥήμονι, πάντες οἱ τῶν λόγων αὐτῶν ἐρασταί, συνελθόντες ὕμνοις τιμήσωμεν· αὐτοί γάρ τῇ Τριάδι, ὑπέρ ὑμῶν ἀεί πρεσβεύουσιν.

Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τούς ἀσφαλεῖς.
Τούς Ἱερούς καί θεοφθόγγους Κήρυκας, τήν κορυφήν τῶν Διδασκάλων Κύριε, προσελάβου εἰς ἀπόλαυσιν τῶν ἀγαθῶν σου καί ἀνάπαυσιν· τούς πόνους γάρ ἐκείνων καί τόν κάματον, ἐδέξω ὑπέρ πᾶσαν ὁλοκάρπωσιν, ὁ μόνος δοξάζων τούς Ἁγίους σου.

Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ’. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Τοὺς μεγάλους φωστῆρας τοὺς φεραυγεῖς, Ἐκκλησίας τοὺς πύργους τοὺς ἀρραγεῖς, συμφώνως αἰνέσωμεν, οἱ τῶν καλῶν ἀπολαύοντες, καὶ τῶν λόγων τούτων, ὁμοῦ καὶ τῆς χάριτος· τὸν σοφὸν Χρυσορρήμονα, καὶ τὸν μέγαν Βασίλειον, σὺν τῷ Γρηγορίῳ, τῷ λαμπρῷ θεολόγῳ· πρὸς οὓς καὶ βοήσωμεν, ἐκ καρδίας κραυγάζοντες· Ἱεράρχαι τρισμέγιστοι, πρεσβεύσατε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν Ἁγίαν μνήμην ὑμῶν.

Ὁ Οἶκος
Τὶς ἱκανὸς τὰ χείλη διᾶραι, καὶ κινῆσαι τὴν γλῶσσαν πρὸς τοὺς πνέοντας πῦρ, δυνάμει Λόγου καὶ Πνεύματος; ὅμως τοσοῦτον εἰπεῖν θαρρήσω, ὅτι πᾶσαν παρῆλθον τὴν ἀνθρωπίνην φύσιν οἱ τρεῖς, τοῖς πολλοῖς καὶ μεγάλοις χαρίσμασι, καὶ ἐν πράξει καὶ θεωρίᾳ, τοὺς κατ᾿ ἄμφω λαμπροὺς ὑπεράραντες· διὸ μεγίστων δωρεῶν τούτους ἠξίωσας, ὡς πιστούς σου θεράποντας, ὁ μόνος δοξάζων τούς Ἁγίους σου.

Μεγαλυνάριον
Ρήτορες σοφίας θεοειδεῖς, στῦλοι Ἐκκλησίας, οὐρανίων μυσταγωγοί, Βασίλειε πάτερ, Γρηγόριε θεόφρον, καὶ θεῖε Ἰωάννη, κόσμῳ ἐδείχθητε.

Τετάρτη 29 Ιανουαρίου 2020

Προσοχή στον εαυτό μας , όχι στις πράξεις των άλλων...

Σε κάθε ψυχή ανάβει η σπίθα της θείας αγάπης, σε κάθε ψυχή μπορείς να βρεις το καλό και το αγαθό, αλλά εμείς έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε στους άλλους μόνο ελαττώματα. Αυτό συμ βαίνει γιατί δεν προσέχουμε τον εαυτό μας. Αν παρατηρήσουμε προσεκτικά τον εαυτό μας, την εσωτερική μας ζωή,  τότε ποτέ δεν θα προσέχουμε τις ξένες αμαρτίες. Οι υπόνοιες για τους άλλους δεν είναι χριστιανικό ιδίωμα. Γι’ αυτό μη εξοικειώνεστε μ’ αυτές. Η κατάκριση προσέρχεται βασικά από την υπερηφάνεια. Τον εαυτό σας να κοιτάτε περισσότερο και για τον εαυτό σας να διαβάζετε πνευματικά βιβλία και όλα να τα εφαρμόζετε στον εαυτό σας. Τον εαυτό σας να διορθώνετε πριν απ’ όλα. Εκείνος που κρίνει τους άλλους ποτέ δεν θα είναι ταπεινός και σε τέτοιον άνθρωπο δεν δίνεται η προσευχή του Ιησού. Η προσευχή είναι δώρο του Θεού και δίνεται για την ενάρετη ζωή. Εμείς βλέπομε τους ανθρώπους μόνο αμαρτάνοντας, δεν τους βλέπουμε όμως μετανοούντας. Χάριν της μετάνοιάς τους ο Κύριος από παλιά έχει ήδη συγχωρέσει τις αμαρτίες τους, αλλά οι άνθρωποι τους τιμωρούν με την κατάκρισή τους. Ποτέ μην κάθεσθε στον θρόνο της Κρίσεως και μην προσβάλλετε τον Κύριο. Να θεωρείτε τον εαυτό σας χειρότερο όλων.
  Ο στάρετς χρησιμοποιούσε όλες τις μεθόδους επιρροής για να καθαρίσει τους ανθρώπους από τα πάθη και τις αμαρτίες. Κάποτε μας έστειλε το ποίημα «Η Γλώσσα». Εμείς το διαβάσαμε με ενδιαφέρον, συζητήσαμε όλο ενθουσιασμό το πόσο πιστά απεικονίζει  την αλήθεια. Σύντομα ύστερα απ’ αυτό ξέσπασε μεταξύ μας φιλονεικία. Ξεχνώντας το ποίημα, δώσαμε τη θέλησή μας στη γλώσσα και όταν μαυρίσαμε την ψυχή μας με αμαρτίες , τότε μόνο καταλάβαμε ότι ο στάρετς μας προειδοποιούσε για τον επικείμενο πειρασμό και ήθελε να περιφράξει το στόμα μας με τη σιωπή. Αλλά εμείς οι ανόητοι μόνο μετά το θυμηθήκαμε και αποκτήσαμε την πείρα πόσα κακά συμβαίνουν με τη γλώσσα.
  Ο στάρετς έλεγε συχνά: «Δεν πρέπει να εκπλήττεσθε και να οργίζεσθε καθώς παρατηρείτε ότι υπάρχει αδικία στη γη. Όπως λέγει ο Απόστολος «καινούς ουρανούς και γην καινήν …προσδοκώμεν, εν οις δικαιοσύνη κατοικεί.» ( Β  Πέτρ. 3,13 ). Δηλαδή στη γη μας, ανάμεσά μας, δεν υπάρχει αλήθεια και γι’ αυτό πρέπει να φερόμαστε με σοφία έναντί της γήινης αδικίας και ποτέ και για τίποτε να μη  συγχυζόμαστε.
  Συνεχώς συμβούλευε ο στάρετς να φυλάμε την καρδιά μας από την οκνηρία, τον φθόνο , την κενοδοξία και τα σαρκικά πάθη. Έλεγε: «Πρέπει να αγαπούμε την εργασία και να την εκτιμούμε. Τα γήινα αγαθά αντιστοιχούν στα ουράνια. Κι από τη διάθεση της καρδιάς μας στην εργασία, ο ίδιος ο Κύριος θα κρίνει την προσπάθειά μας. Πρέπει να φοβόμαστε την αμέλεια σε κάθε έργο. Κάθε έργο πρέπει να το εκπληρώνουμε με τιμιότητα και αγάπη. Όλα να τα κάνουμε προς δόξαν Θεού και όχι για να μας τιμήσουν. Κάθε έργο πρέπει να το αρχίζουμε με προσευχή, ζητώντας την ευλογία του Θεού για την εργασία μας και τελειώνοντας να Τον ευχαριστούμε για τη βοήθειά Του. Μόνο να μη υπάρχει καθόλου κενοδοξία. Η κενοδοξία είναι φοβερώτερο πάθος από την υπερηφάνεια. Είναι τόσο εκλεπτυσμένο , κρυμμένο ολέθριο πάθος! Εξ αιτίας της κενοδοξίας αναχωρεί η χάρις.
Ο στάρετς Παρθένιος έλεγε: « Η τιμή που προέρχεται από τους ανθρώπους πρέπει να είναι μισητή στην ψυχή η οποία αναζητεί τη σωτηρία και αναγνωρίζει την αδυναμία της».
  Σε πολλούς ο στάρετς έδινε ένα χαρτί που είχε τυπωμένο το εξής διδακτικό απόσπασμα: «Πολλά είναι τα καλά αισθήματα, αλλά το αίσθημα της αναξιότητάς μου είναι το βασικώτερο» και την προσευχή του αγίου Ιωάννου της Κροστάνδης: «Κύριε, μη μ’ αφήσεις να έχω υψηλή ιδέα για τον εαυτό μου, να φαντάζομαι ότι είμαι ο καλύτερος από τους ανθρώπους, αλλά να σκέπτομαι ότι είμαι ο χειρότερος. Και να μην κρίνω κανέναν, αλλά τον εαυτό μου να κρίνω αυστηρά. Αμήν».
- Προσέξτε το φθόνο, έλεγε ο στάρετς. Ο φθονερός άνθρωπος ποτέ δεν λαμβάνει τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος. Αν φθονείτε κάποιον τότε στην πραγματικότητα κρίνετε τον ίδιο τον Κύριο, επειδή σας έδωσε εκείνα τα αγαθά, τα οποία χάρισε σε κάποιους από τους πλησίον σας.


Από το βιβλίο: « ΣΤΑΡΕΤΣ ΣΑΒΒΑΣ Ο ΠΑΡΗΓΟΡΗΤΗΣ»
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΘΩΣ

Το αγκάθι του σήμερα είναι το λουλούδι του αύριο....

Μια φορά κάποιος ζήτησε από το Θεό ένα λουλούδι και μια πεταλούδα. Ο Θεός όμως αντί γι’ αυτά του έδωσε ένα κάκτο και μια κάμπια. Αυτό στενοχώρησε τον άνθρωπο. Δεν μπορούσε να καταλάβει, γιατί δεν πήρε αυτό που ζήτησε. Είπε μέσα του, λοιπόν: «Ο Θεός έχει να νοιαστεί για τόσους ανθρώπους.». Και αποφάσισε να μην ζητήσει εξηγήσεις.
Μετά από λίγο καιρό πηγε να κοιτάξει αυτά που του είχαν δοθεί και τα είχε ξεχάσει. Προς έκπληξή του, απ’ τον αγκαθωτό και άσχημο κάκτο, είχε φυτρώσει ένα όμορφο λουλούδι. Και η άσχημη κάμπια είχε μεταμορφωθεί σε μια υπέροχη πεταλούδα.
Ο Θεός τα κάνει πάντα όλα σωστά!
Ο τρόπος που ενεργεί είναι πάντα ο καλύτερος, ακόμα κι αν μας φαίνεται λανθασμένος. Αν ζήτησες από το Θεό κάτι και πήρες κάτι διαφορετικό, δείξε Του εμπιστοσύνη. Μπορείς να είσαι σίγουρος πως Αυτός θα σου δίνει, πάντα αυτό που χρειάζεσαι την κατάλληλη στιγμή.
Αυτό που θέλεις..δεν είναι πάντα κι αυτό που χρειάζεσαι!
Το ΑΓΚΑΘΙ του σήμερα..Είναι το ΛΟΥΛΟΥΔΙ ΤΟΥ ΑΥΡΙΟ!

Ο Θεός σου δίνει πάντα ο, τι σου χρειάζεται.

Άγιοι Γεράσιμος, Ιωνάς και Πιτιρίμ εκ Ρωσίας

Οι Άγιοι Γεράσιμος (κοιμήθηκε το 1441 μ.Χ.), Πιτιρίμ (κοιμήθηκε το 1455 μ.Χ.) και Ιωνάς (κοιμήθηκε το 1471 μ.Χ.) κατάγονταν από τη Ρωσία και έζησαν τον 15ο αιώνα μ.Χ. Και οι τρεις διετέλεσαν Επίσκοποι της Μεγάλης Περμ και κοιμήθηκαν οσίως με ειρήνη.

Όσιος Λαυρέντιος εκ Κιέβου

Ο Όσιος Λαυρέντιος γεννήθηκε στη Ρωσία και εκάρη μοναχός στη μονή του Αγίου Δημητρίου. Αργότερα μόνασε στη Λαύρα του Κιέβου. Στον ασκητικό του βίο ακολούθησε και τον οσιακό τρόπο βίου των ασκητών Ισαάκ και Νικήτα. Το 1182 μ.Χ. ο Θεός τον αξίωσε να γίνει Επίσκοπος της πόλεως του Τουρώφ της περιοχής Μινσκ. Έτσι ασκητικά ζούσε και ως ποιμένας στην επαρχία του.

Ό Όσιος Λαυρέντιος κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1194 μ.Χ.

Άγιος Gildas ο σοφός

Ο Άγιος Gildas (Γκίλντας) γεννήθηκε περί το 500 μ.Χ. στην Ουαλία και μαθήτευσε κοντά στον Άγιο Iltud .

Ακολούθησε κατ’ αρχήν τον έγγαμο βίο και όταν πέθανε η σύζυγός του έγινε μοναχός. Ήταν από τους πολύ μορφωμένους άνδρες της εποχής του, γι’ αυτό και αποκαλείται «σοφός».

Θεωρείται ότι συνέγραψε έργο στο οποίο κατηγορεί τους άρχοντες της εποχής του, τον κλήρο και τον λαό, για την ασέβεια και την παρανομία τους. Κατά τα τελευταία έτη της ζωής του έζησε στη Βρετάνη.

Κοιμήθηκε οσίως περί το 570 μ.Χ.

Όσιος Αφραάτης

Ο Όσιος Αφραάτης καταγόταν από την Περσία και ήταν ειδωλολάτρης. Έγινε Χριστιανός στην Έδεσσα, από την οποία έφυγε, για να μονάσει σε ένα από τα ερημητήρια που ήταν έξω από την Αντιόχεια.

Όταν, επί του Αρειανού αυτοκράτορα Ουάλη (364 - 378 μ.Χ.), εξορίσθηκε ο ορθόδοξος κλήρος της Αντιόχειας και με πολλές πιέσεις ανάγκαζαν τους Χριστιανούς να ασπάζονται τον Αρειανισμό, ο Όσιος άφησε το ερημητήριό του και ήλθε στην πόλη, όπου άφοβα και με ζήλο ενθάρρυνε και παρηγορούσε τα πλήθη και στήριζε αυτά στην Ορθόδοξη πίστη. Κατάπληξε μάλιστα τον ίδιο τον Ουάλη, τον οποίο συνάντησε στην αγορά της πόλεως, με τις εύστοχες απαντήσεις του σε θεολογικά ζητήματα.

Αφιέρωσε την ζωή του στη διακονία του Ευαγγελίου και αφού επιτέλεσε πολλά θαύματα, κοιμήθηκε οσίως με ειρήνη.

Άγιος Βαρσιμαίος Επίσκοπος Εδέσσης ο Oμολογητής

Ο Άγιος Ιερομάρτυς Βαρσιμαίος ήταν εκείνος που κατήχησε και βάπτισε τον Άγιο Σάρβηλο και την αδελφή του Αγία Βεβαία (βλέπε ίδια ημέρα). Για τον λόγο αυτό καταγγέλθηκε στον ηγεμόνα Λυσία. Ενώπιον του ηγεμόνα ομολόγησε με παρρησία την πίστη του στον Χριστό. Για την ομολογία του αυτή ο ηγεμόνας έδωσε εντολή στους στρατιώτες να χτυπήσουν ανηλεώς τον Άγιο και να τον φυλακίσουν. Λίγο αργότερα, με την προσωρινή κατάπαυση των διωγμών, ο Άγιος απελευθερώθηκε και επανήλθε στην Εκκλησία του δοξολογώντας το Όνομα του Αγίου Θεού.

Ο Άγιος Βαρσιμαίος, αφού έζησε θεοφιλώς το υπόλοιπο του βίου του, κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 114 μ.Χ.

Άγιοι Σάρβηλος και Βεβαία οι εν Εδέσση Μάρτυρες

Οι Άγιοι Μάρτυρες Σάρβηλος και Βεβαία (ή Βαρβαία) έζησαν κατά την εποχή του αυτοκράτορα Τραϊανού (98 - 117 μ.Χ.). Ο Άγιος Σάρβηλος ήταν προηγουμένως ιερέας των ειδώλων και προσήλθε στην πίστη του Χριστού κατηχηθείς και βαπτισθείς από τον Επίσκοπο της Εδέσσης Βαρσιμαίο . Μαζί δε με εκείνον ασπάσθηκε την αληθινή πίστη και η αδελφή του, η οποία ονομαζόταν Βεβαία.

Μόλις ο τοπικός άρχοντας Λυσίας πληροφορήθηκε την μεταστροφή των Αγίων στην πίστη του Χριστού, τους συνέλαβε και τους υπέβαλε σε φοβερά βασανιστήρια. Τους ράβδισαν ανηλεώς, έπειτα τους κτύπησαν με σπαθιά, τους ξέσκισαν το πρόσωπο με αιχμηρά όργανα. Τέλος, οι δήμιοι του έκοψαν τις τίμιες κεφαλές των Αγίων το έτος 110 μ.Χ. Έτσι οι Άγιοι εισήλθαν στη βασιλεία του Θεού και τη χαρά του Κυρίου τους.

Άγιοι Σιλουανός ο Επίσκοπος, Λουκάς ο Διάκονος και Μώκιος ο Αναγνώστης

Και οι τρεις Άγιοι κατάγονταν από την πόλη των Εμεσηνών της Κοίλης Συρίας, στα χρόνια του αυτοκράτορα Νουμεριανοϋ (284 μ.Χ.).΄Οταν λοιπόν τους είπαν να αρνηθούν τον Χριστό, αυτοί μεγαλόφωνα επανέλαβαν την ομολογία τους, με αποτέλεσμα να τους μαστιγώσουν σκληρά και να τους φυλακίσουν.

Όταν μετά από μέρες, εξαντλημένους, τους έβγαλαν από τη φυλακή και τους εξέτασαν για να δουν αν έχει καμφθεί το φρόνημα τους, αποδείχθηκε ότι οι τρεις Αγιοι παρέμειναν ακλόνητοι και αλύγιστοι. Τότε τα ίδια μαρτύρια επαναλήφθηκαν, αλλά και πάλι χωρίς αποτέλεσμα.

Τότε τους έφεραν στο αμφιθέατρο, όπου γίνονταν θηριομαχίες, για να βρουν εκεί τρομερό θάνατο από τα πεινασμένα θηρία. Τα λείψανα τους τα παρέλαβαν οι χριστιανοί και τα έθαψαν με πολλή ευλάβεια και αγάπη.

Αγίοι Επτά Μάρτυρες οι εν Σαμοσάτοις τελειωθέντες

Οι Άγιοι επτά Μάρτυρες Φιλόθεος, Υπερέχιος, Άβιβος, Ιουλιανός, Ρωμανός, Ιάκωβος και Παρηγόριος μόλις έγιναν στρατιώτες του Χριστού, με παρρησία και θάρρος στηλίτευσαν την πλάνη της ειδωλολατρείας. Για τον λόγο αυτό συνελήφθησαν από τους ειδωλολάτρες και υποβλήθηκαν σε φρικώδη βασανιστήρια. Τέλος, τους κρέμασαν και διατρύπησαν τις τίμιες κεφαλές αυτών με σιδερένια καρφιά, ενώ οι Άγιοι σε κάθε νέο κτύπημα ομολογούσαν «είμαι Χριστιανός». Έτσι οι Άγιοι επτά Μάρτυρες παρέδωσαν τις ψυχές τους στον Θεό και έλαβαν το στέφανο του μαρτυρίου.

Άγιος Δημήτριος ο Χιοπολίτης

Ο Άγιος Δημήτριος γεννήθηκε το 1780 μ.Χ. στο χωριό Παλιόκαστρο της Χίου από ενάρετους γονείς, τον Αποστόλη και την Μαρουλού. Σε νεαρή ηλικία έφθασε στην Κωνσταντινούπολη και εργαζόταν κοντά στον αδελφό του Ζαννή, ο οποίος ήταν έμπορος.

Όταν χωρίς την άδεια του αδελφού του αρραβωνιάστηκε κάποια νέα, ο Ζαννής τον έδιωξε από το κατάστημά του. Ευρισκόμενος σε μεγάλη φτώχεια θυμήθηκε ότι ο Σείχ - ουλ - Ιμαλήλ όφειλε στον αδελφό του κάποιο ποσό από αγορές υφασμάτων και πήγε στο σπίτι του για να το εισπράξει και να το χρησιμοποιήσει ο ίδιος. Εκεί γνώρισε μία νεαρή μουσουλμάνα η οποία τον αγάπησε και του δήλωσε ότι για να τον παντρευτεί έπρεπε να αλλαξοπιστήσει. Ο Δημήτριος δέχθηκε την πρόταση και παρέμεινε στο σπίτι των Τούρκων για δύο μήνες.

Γρήγορα όμως συνήλθε, δραπέτευσε και κρύφθηκε προσωρινά σε μία χριστιανική οικογένεια στην περιοχή του Σταυροδρομίου. Εκεί τον συνάντησε ο αδελφός του Ζαννής. Ο Δημήτριος εξομολογήθηκε στον πνευματικό του αδελφού του και συγχρόνως έστειλε επιστολή στον πατέρα του εξιστορώντας τα έως τότε γεγονότα της ζωής του αλλά και τον πόθο του να μαρτυρήσει για το Χριστό. Αφού κοινώνησε τα άχραντα μυστήρια παρουσιάσθηκε στον Τούρκο διοικητή και με παρρησία ομολόγησε την πίστη του. Παρά το γεγονός ότι οι Χιώτες της Κωνσταντινούπολης συγκέντρωσαν χρήματα για την απελευθέρωσή του, ο Δημήτριος παρέμεινε ακλόνητος στην πίστη του.

Έτσι, μετά από φρικτά βασανιστήρια τα οποία υπέμεινε αγόγγυστα, αποκεφαλίστηκε στις 29 Ιανουαρίου 1802 μ.Χ. Το τίμιο λείψανό του το παρέλαβαν οι Χριστιανοί και ενταφίασαν αυτό σε κάποιο μοναστήρι στο νησί Πρώτη.


Ἀπολυτίκιον
Ήχος γ'. Θείας πίστεως.
Χαίρε βλάστημα, τερπνόν της Χίου` χαίρε καύχημα, των ορθοδόξων, καρτερόψυχε, νέε Δημήτριε` την γαρ αντίχριστον πλάνην εφαύλισας, ένθα του κράτους υπάρχει το φρύαγμα, ως ανέκραζες, Θεόν τον Χριστόν επίσταμαι, δωρούμενον ημίν το μέγα έλεος.

Κοντάκιον
Ήχος γ'. Η Παρθένος σήμερον.
Η λαμπρά του Βύζαντος, και μεγαλώνυμος Πόλις, μελωδείτω σήμερον, μεγαλοφώνως βοώσα, σκάμματα τα υπέρ φύσιν του Δημητρίου, νέου μεν, μετά τον πάλαι τον Μυρορροάν, διά σε Χριστόν σφαγέντος, όνπερ ανύμνει σε, ως φύσει Θεού Υιόν.

Κάθισμα
Ήχος α'. Τον τάφον Σου Σωτήρ.
Ευφράνθησαν εν σοι, Ορθοδόξων τα πλήθη, φαυλίσαντι λαμπρώς, των ανόμων την πλάνην` ανήλθες επί βήματος, υπερτάτου της Βύζαντος, και ανέκραζες, ω ασεβείας προστάται, τον θεάνθρωπον, εγώ κηρύττω Σωτήρα, του κόσμου και Κύριον.

Ὁ Οἶκος
Δημητρίου του Χιοπολίτου την άθλησιν, τα παλαίσματα και τον ένδοξον υπέρ Χριστού θάνατον, δεύτε φιλέορτοι συνελθόντες, ύμνοις, εγκωμίων, και ωδαίς πνευματικαίς ευφημήσωμεν` ότι τη δυνάμει του Χριστού καθοπλισθείς, την κακέμφατον των της Άγαρ κατέπτυσε πλάνην, εν αυτώ τω του κράτους υπρτάτω βήματι, καταπλήξας αυτούς, τη του φρονήματος παρρησία, και την τούτων μιαιφόνον ερεθίσας μανίαν, εις το παρ` αυτών σφαγήναι, ότι τρανώς Θεόν αληθινόν τον Χριστόν ωμολόγει, ως φύσει Θεού Υιόν.

Μεγαλυνάριον
Τους ανευφημούντας σου ευλαβώς, τους λαμπρούς αγώνας, και τους άθλους Μάρτυς Χριστού, και την θείαν μνήμην τελούντας ετησίως, περίσωζε Δημήτριε ταις πρεσβείαις σου.

Όσιος Ιγνάτιος ο Σιναΐτης εκ Ρεθύμνης

Ο Όσιος και Θεοφόρος Ιγνάτιος καταγόταν από την πόλη του Ρεθύμνου της Κρήτης και ασκήτεψε στο όρος Σινά. Τηρώντας τους όρους της μοναστικής πολιτείας, παρθενία, υπακοή και ακτημοσύνη, έφθασε σε ύψη πνευματικής τελειότητας και καθοδήγησε πνευματικά πολλούς ασκητές.

Ο Όσιος Ιγνάτιος αξιώθηκε να βρει το άφθαρτο και μυροβλύζον λείψανο του υποτακτικού του Νικάνδρου, το οποίο αφού εναγκαλίσθηκε και ασπάσθηκε, ευχαρίστησε τον Θεό που τον πληροφόρησε για την δικαίωση του αγώνος του πνευματικού του τέκνου.

Ο Όσιος Ιγνάτιος κοιμήθηκε με ειρήνη.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α΄. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ἐκ Ῥεθύμνης ὡς ἄστρον τὸν ἀνατείλαντα, πνευματοφόρον πατέρα, τῆς ἀρετῆς ἐραστήν, ἀκτησίας καὶ εὐχῆς φωστῆρα μέλψωμεν, ὅτι ἐφώτισεν αὐγαῖς, ἀπαθείας Ἀσκητάς, Σιναίου βοῶντες· ζόφον, τῆς ἁμαρτιας εὐχαῖς σου, ἡμῶν ἐκδίωξον Ἰγνάτιε.

Κοντάκιον
Ἦχος δ΄. Τῇ Ὑπερμάχῳ.
Τὸν ἐγκρατῆ πνευματοφόρον καὶ ἀκτήμονα, Σιναίου ὄρους ἀσκητὴν ἐγκωμιάσωμεν, ἐκ Ῥεθύμνης τὸν βλαστήσαντα νησου Κρήτης, ὡς ἀζύγων ποδηγέτην ἀπλανέστατον, πρὸς χαρὰν τὴν ἐν τῷ πόλῳ ἀτελεύτητον, ἀνακράζοντες· Χαίροις μάκαρ Ἰγνάτιε.

Κάθισμα
Ἦχος γ΄. Θείας πίστεως.
Ὥσπερ Ἄγγελος, ἐν τῷ Σιναίῳ, Κρήτης βλάστημα, σεπτὸν βιώσας, τὰ σκιρτήματα σαρκὸς κατεπράϋνας, καὶ τῶν δαιμόνων δεινὰ μηχανήματα, τῇ τῶν ἀγώνων καθεῖλες ἐνστάσει σου, ὅθεν στέφει σε, ἀφθάρτῳ Χριστὸς κατέστεψε, σεπτὲ Ἱερομόναχε Ἰγνάτιε.

Ὁ Οἶκος
Ἄστρον ἀκτημοσύνης, προσευχῆς καὶ νηστείας, Ἰγνάτιε τῷ κόσμῳ ἐπώφθης, καὶ κατηύγασας τῶν ἀρετῶν, ταῖς βολαῖς τὸ ὄρος τοῦ Σινᾶ Ὅσιε, καὶ πάντας εὐσεβόφρονας, τοὺς πίστει σοι βοῶντας ταῦτα·

Χαῖρε, τῆς Κρήτης εὐῶδες ἴον·
χαῖρε, τῆς δόξης τὸ ἐκμαγεῖον.

Χαῖρε, τῶν ἀζύγων Σιναίου ὡράϊσμα·
χαῖρε, τῶν Ὁσίων ἀπάντων ἀγλάϊσμα.

Χαῖρε, ὄρθρος φαεινότατος, ἀσιγήτου προσευχῆς·
χαῖρε, στῦλος ἀκλινέστατος, ἐναρέτου βιοτῆς.

Χαῖρε, ὅτι ἐδείχθης, ἀσκητὴς θεοφόρος·
χαῖρε, ὅτι ὡράθης, ταπεινώσεως φάρος.

Χαῖρε, Χριστοῦ ἀγάπης τὸ ἔσοπτρον·
χαῖρε, ἐχθροῦ ἀπάτης τὸ θέριστον.

Χαῖρε, Σιναίου Πατέρων λαμπρότης·
χαῖρε, ὡραίου ἀγῶνος ἀκρότης.

Χαίροις, μάκαρ Ἰγνάτιε.

Μεγαλυνάριον
Χαίροις τῆς Ῥεθύμνης τερπνὸς βλαστός· χαίροις τοῦ τοῦ Σιναίου, τῶν ἀζύγων ὁ φρυκτωρός· χαίροις ἀκτησίας, καὶ νήψεως λυχνία, Ἰγνάτιε φωσφόρε, πίστεως ἔρεισμα.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Χαίροις ὦ Ἰγνάτιε θαυμαστέ, τῶν ἐν τῷ Σιναίῳ, μοναζόντων κλέος λαμπρόν· χαίροις τῆς Ῥεθύμνης, ὁ θεοφόρος γόνος, καὶ ἀληθὴς προστάτης, τῶν προστρεχόντων σοι.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Ανακομιδή Ιερών Λειψάνων του Αγίου Ιερομάρτυρος Ιγνατίου του Θεοφόρου

Ο Άγιος Ιερομάρτυς Ιγνάτιος (τιμάται 20 Δεκεμβρίου) ήταν διάδοχος των Αποστόλων και χρημάτισε δεύτερος Επίσκοπος Αντιοχείας. Υπήρξε, μαζί με τον Επίσκοπο της Εκκλησίας της Σμύρνης Πολύκαρπο, μαθητής του Ευαγγελιστή Ιωάννη του Θεολόγου. Μαρτύρησε επί αυτοκράτορα Τραϊανού (98 - 117 μ.Χ.) στη Ρώμη, κατασπαραχθείς από τα θηρία.

Μετά το φρικτό μαρτύριο του Αγίου, κάποιοι Χριστιανοί μάζεψαν από τον ιππόδρομο τα εναπομείναντα άγια λείψανά του και τα μετέφεραν στην Αντιόχεια. Η Σύναξη αυτού ετελείτο στην Μεγάλη Εκκλησία.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Καί τρόπων μέτοχος, καί θρόνων διάδοχος, τῶν Ἀποστόλων γενόμενος, τήν πρᾶξιν εὗρες θεόπνευστε, εἰς θεωρίας ἐπίβασιν· διά τοῦτο τόν λόγον τῆς ἀληθείας ὀρθοτομῶν, καί τῇ πίστει ἐνήθλησας μέχρις αἵματος, Ἱερομάρτυς Ἰγνάτιε· Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ὡς θησαυρὸν πλουτοποιῶν δωρημάτων, τὴν τῶν λειψάνων σου μυρίπνοον θήκην, τὴ ποίμνη σου μετήγαγον ἐκ Ρώμης εὐσεβῶς, ἧσπερ τὴν ἐπάνοδον, ἑορτάζοντες ποθῶ, χάριν ἀρυόμεθα, πολλαπλῶν ἰαμάτων, τοὺς σοὺς ἀγῶνας μέλποντες ἀεί, Ἱερομάρτυς Ἰγνάτιε ἔνδοξε.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐξ ἑῴας σήμερον ἐξανατείλας, καί τήν κτίσιν ἅπασαν, καταλαμπρύνας διδαχαῖς, τῷ Μαρτυρίῳ κεκόσμηται, ὁ Θεοφόρος καί θεῖος Ἰγνάτιος.

Ὁ Οἶκος
Ἱερεμίαν ὁ Θεὸς ἐκ μήτρας ἁγιάσας, καὶ πρὸ τοῦ γεννηθῆναι γινώσκων ὡς προγνώστης, δοχεῖον ἔσεσθαι αὐτὸν Πνεύματος Ἁγίου, ἐμπιπλᾷ τοῦτον εὐθύς, ἐκ νεαρᾶς βιώσεως, καὶ Προφήτην τοῦτον, καὶ κήρυκα πᾶσιν ἀποστέλλει, προαγγέλλειν τὴν ἁγίαν ἐπὶ τῆς γῆς αὐτοῦ παρουσίαν. Τεχθεὶς οὖν ὁ αὐτὸς Θεὸς ἐκ Παρθένου, πρός τὸ κήρυγμα ἐλθών, εὗρεν ἐκ βρέφους, ἄξιον αὐτοῦ τῆς χάριτος ὑποφήτην, τὸν θεοφόρον καὶ θεῖον Ἰγνάτιον.

Τρίτη 28 Ιανουαρίου 2020

Το μήλο του Παραδείσου- Γέροντας Τιμόθεος ο Ρώσος(+1848)

Είχαμε κάποτε στο Βαλαάμ (νησί της Ρωσίας με περίφημο κοινόβιο μοναστήρι) έναν καλόγερο πνευματικό μου αδελφό. που μου άνοιξε την καρδιά του και μου είπε ότι ως εκείνη την στιγμή προσευχόταν έχοντας αφιερώσει στην προσευχή όλη του την διάνοια και με την καρδιά να καίγεται από θεία φλόγα αγάπης και γινόταν άλλος άνθρωπος, άλλαζε ολοκληρωτικά συχνά βρισκόταν σε έκσταση και φαινόταν να  ναι μαζί μ  αυτούς που βρίσκονταν κιόλας στον Παράδεισο.



 Έβλεπε πλήθη αγγέλων, αγίων και άλλων εκλεκτών του Θεού, έβλεπε δέντρα διάφορα με υπέροχους καρπούς, μα πιο πολύ απ  όλα τραβούσε την προσοχή του ένα και μοναδικό δέντρο, το πιο υπέροχο απ  όλα, που οι καρποί του μοιάζανε συνηθισμένα μήλα. Αυτό το δέντρο το εθαύμαζε ιδιαίτερα και δεν ήθελε να κουνήσει από κοντά του.


Έρχεται λοιπόν και τον πλησιάζει ένα παλληκάρι με λαμπρή φορεσιά και χρυσό ζωνάρι κι τον ρωτάει :
- Τι στέκεσαι και θαυμάζεις εκεί ; Θέλεις να δοκιμάσεις ετούτα τα φρούτα ;
Ο μοναχός του απάντησε :
- Αν ήταν τούτο δυνατό, πολύ θα τόθελα.
Το παλληκάρι έκοψε ένα μήλο, του τόδωσε και τον πρόσταξε να το φάει. Όταν τόφαγε, τότε βρέθηκε ξαφνικά στο κελλί του να κάνει προσευχή. Και τόσο γλυκιά και νόστιμη έμεινε στο στόμα του η γεύση του μήλου που δεν μπορούσε να την περιγράψει με ανθρώπινα λόγια και τίποτα στον κόσμο δεν του φάνηκε αντάξιό της. Ο,τι είναι γλυκό και νόστιμο σ  αυτό τον κόσμο, είναι γλυκό και νόστιμο όταν το δοκιμάζεις, όταν δηλ. είναι ακόμα μέσα στο στόμα σου, ύστερα όμως το ξεχνάς. Όμως ο καρπός του Παραδείσου είναι αλλιώτικος. Πέρασαν δέκα χρόνια κι ακόμα υπάρχει στο στόμα του η γλύκα.
Μολονότι ο γέρων Τιμόθεος μιλούσε για κάποιον άλλο, υποθέτω πως αυτός ο ίδιος αξιώθηκε αυτή την αγγελική ζωή. Στον Άθωνα εγκαταβίωσε στο κελλί του Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου στο Παλιομονάστηρο. Ετελειώθη στα 1848.



 "ΠΡΩΤΑΤΟΝ", ΜΑΪΟΣ - ΙΟΥΝΙΟΣ 1984, αριθ. 10, σελ. 55.

Από κάποιο κακό, κάτι καλύτερο θα βγει… (Γέροντας Παΐσιος Αγιορείτης)

Γέροντα, γιατί πολλοί άνθρωποι, ενώ πίστευαν, έχασαν την πίστη τους;
Αν δεν προσέχει κανείς στα θέματα της πίστεως και της λατρείας, σιγά-σιγά ξεχνιέται και μπορεί να γίνει αναίσθητος, να φθάσει σε σημείο να μην πιστεύει τίποτε.
Μερικοί, Γέροντα, λένε ότι η πίστη τους κλονίζεται, όταν βλέπουν να υποφέρουν καλοί άνθρωποι.
Ακόμη κι αν κάψει ο Θεός όλους τους καλούς, δεν πρέπει να βάλει κανείς αριστερό λογισμό, αλλά να σκαφθεί πως ο Θεός ότι κάνει, από αγάπη το κάνει. Ξέρει ο Θεός πως εργάζεται.
Για να επιτρέψει να συμβεί κάποιο κακό, κάτι καλύτερο θα βγει.
Γέροντα, σήμερα ακόμη και τα πιστά παιδιά αμφιταλαντεύονται, γιατί στα σχολεία υπάρχουν καθηγητές που διδάσκουν την αθεΐα.
Γιατί να αμφιταλαντεύονται; Η Αγία Αικατερίνη δεκαεννιά χρονών ήταν και διακόσιους φιλοσόφους τους αποστόμωσε με την κατά Θεόν γνώση και την σοφία της. Ακόμη και οι Προτεστάντες την έχουν προστάτιδα της επιστήμης.
Στα θέματα της πίστεως και στα θέματα της πατρίδος δεν χωράνε υποχωρήσεις... πρέπει να είναι κανείς αμετακίνητος, σταθερός.
Γέροντα, παλιά προσευχόμουν με πίστη στον Θεό και ο,τι ζητούσα μου το έκανε. Τώρα δεν έχω αυτήν την πίστη. Που οφείλεται αυτό;
Στην κοσμική λογική που έχεις. Η κοσμική λογική κλονίζει την πίστη. «Εάν έχητε πίστιν και μη διακριθείτε, πάντα όσα εάν αιτήσητε εν τη προσευχή πιστεύοντες, λήψεσθε», είπε ο Κύριος. Όλη η βάση εκεί είναι. Στην πνευματική ζωή κινούμαστε στο θαύμα. Εάν συν δύο δεν κάνει πάντα τρία κάνει και πέντε χιλιάδες και ένα εκατομμύριο!
Χρειάζεται καλή διάθεση και φιλότιμο. Γιατί, αν ο άνθρωπος δεν έχη καλή διάθεση, τίποτε δεν καταλαβαίνει. Να, και για την Σταύρωση του Χριστού, τόσες λεπτομέρειες είχαν πει οι Προφήτες- μέχρι και τι θα κάνουν τα ιμάτιά Του, τι θα κάνουν τα χρήματα της προδοσίας, ότι θα αγοράσουν μ’ αυτά τον αγρό του Κεραμέως, για να θάβουν τους ξένους-, αλλά, οι Εβραίοι πάλι δεν καταλάβαιναν. «Ο δε παράνομος Ιούδας ουκ ηβουλήθη συνιέναι»…


Από το βιβλίο: «ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΛΟΓΟΙ Ε  ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ»

Όσιος Θεοδόσιος της Τότμα

Ο Όσιος Θεοδόσιος γεννήθηκε τον 16ο αιώνα μ.Χ. στην πόλη Βολογκντά της Ρωσίας. Ο πατέρας του ονομαζόταν Ιουλιανός. Ασκήτεψε στη μονή της Τότμα και θεωρείται από τις μεγαλύτερες οσιακές μορφές της Ρωσικής Εκκλησίας. Ο Όσιος Θεοδόσιος κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1568 μ.Χ.

Όσιος Εφραίμ ο εκ Κιέβου

Ο Όσιος Εφραίμ γεννήθηκε στο Κίεβο και ήταν οικονόμος του πρίγκιπα του Κιέβου Ιζιασλάβου, υιού του Γιαροσλάβου (1054 - 1068 μ.Χ.). Έγινε μοναχός και ασκήτεψε στη Μεγάλη Λαύρα των Σπηλαίων του Κιέβου. Αλλά ο μισόκαλος διάβολος εφρύαξε βλέποντας να πληθύνεται η οικογένεια των μοναχών. Έκανε, λοιπόν, τον ηγεμόνα Ιζιασλάβο να οργισθεί και να προκαλέσει πολλές θλίψεις στους Πατέρες των Σπηλαίων. Όταν η δοκιμασία πέρασε, ο Όσιος επιδόθηκε με ιερό ζήλο στην άσκηση και την προσευχή. Η επιθυμία του να επισκεφθεί αγίους τόπους οδήγησε τα βήματά του στην Κωνσταντινούπολη και την Παλαιστίνη. Ήθελε να προσκυνήσει τα μέρη που αγωνίσθηκαν και έζησαν οι Άγιοι Απόστολοι, οι μεγάλοι Πατέρες και Ασκητές της ερήμου. Επιστρέφοντας στην Λαύρα του Κιέβου έφερε το μοναστικό τυπικό και την εκκλησιαστική τάξη των μοναχών της μονής Στουδίου της Κωνσταντινουπόλεως.

Ο Όσιος Εφραίμ εξελέγη περί το 1090 μ.Χ., Επίσκοπος της πόλεως Περεγιασλάβ και χειροτονήθηκε από τον Μητροπολίτη Κιέβου Ιωάννη. Έτσι, αφού έζησε θεοφιλώς, κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1098 μ.Χ. και ενταφιάσθηκε στη Λαύρα του Αγίου Αντωνίου του Κιέβου. 

Όσιος Εφραίμ ο εκ Ρωσίας

Ο Όσιος Εφραίμ του Νοβοτόρζσκϊυ γεννήθηκε στη Ρωσία και εκάρη μοναχός στη μονή των Αγίων Βόριδος και Γκλεμπ του Τορζόκ. Ο Όσιος, αφού έζησε θεοφιλώς, κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1053 μ.Χ.

Όσιος Ιάκωβος ο Ασκητής

Ο Όσιος Ιάκωβος έγινε μοναχός και ασκήτεψε επί δέκα πέντε χρόνια σε ένα σπήλαιο, κοντά στην κωμόπολη Πορφυρεώνη. Κατά την διάρκεια του πνευματικού του αγώνα υπέβαλλε τον εαυτό του σε κάθε είδους άσκηση και κακουχία.

Κάποτε μερικοί ακόλαστοι και φθονεροί άνθρωποι οδήγησαν στον Όσιο μια πόρνη. Αυτή, αφού με δόλο κατόρθωσε να εισέλθει στο κελί του, τον προκαλούσε να διαπράξει αμαρτία μαζί της. Εκείνος όμως της υπενθύμισε την τιμωρία του μέλλοντος πυρός. Έτσι, την έκαμε να συναισθανθεί την αμαρτωλότητά της, να μετανοήσει, να αλλάξει τρόπο ζωής και να ακολουθήσει πλέον αναγεννημένη πνευματικά τον Χριστό.

Επειδή όμως κανένας δεν ξεφεύγει από τις ενέδρες του διαβόλου, συνέβη και ο Όσιος αυτός να πέσει σε μεγάλο παράπτωμα, για να γίνει παράδειγμα σε όλους τους αμαρτωλούς και οδηγός προς μετάνοια. Να, λοιπόν, τι συνέβη: Κάποιος άνθρωπος επιφανής είχε μια θυγατέρα δαιμονισμένη, την οποία πήγε στον Όσιο να την θεραπεύσει. Εκείνος προσευχήθηκε και αμέσως το δαιμόνιο έφυγε και άφησε ελεύθερη τη νέα. Ο πατέρας της όμως, επειδή φοβόταν μήπως και πάλι το δαιμόνιο ενοχλήσει την θυγατέρα του, την άφησε στο σπήλαιο του Αγίου. Για συντροφιά της άφησε εκεί και το νεότερο αδελφό της. Ο ασκητής όμως Ιάκωβος νικήθηκε από την επιθυμία και διέφθειρε τη νέα. Και στη συνέχεια, για να μη γνωστοποιηθεί η μυσαρή του πράξη και εξευτελισθεί, φόνευσε και τη νέα και τον αδελφό της και έριξε τα σώματά τους στο ποτάμι που ήταν εκεί κοντά.

Ύστερα από τα φοβερά αυτά εγκλήματα που διέπραξε, έχασε κάθε ελπίδα για σωτηρία και του δημιουργήθηκε η ακατάσχετη επιθυμία να αφήσει την ασκητική ζωή και να επανέλθει στον κόσμο. Στο δρόμο όμως τον συνάντησε κάποιος ευλαβής μοναχός, στις παραινέσεις του οποίου πειθάρχησε ο Όσιος, που αποφάσισε να κλειστεί μέσα σε ένα τάφο και να υπομείνει κάθε σκληραγωγία. Εκείνο τον χρόνο σημειώθηκε στη χώρα μεγάλη ξηρασία και ο Θεός κατά θαυμαστό τρόπο μήνυσε στον Επίσκοπο της πόλεως ότι, αν δεν προσευχηθεί ο Όσιος Ιάκωβος που διαμένει στον τάφο, δεν θα λάβει τέλος η ανομβρία. Αμέσως λοιπόν, τότε ο Επίσκοπος επισκέφθηκε τον Όσιο, μαζί με όλο τον λαό και τον παρακάλεσε να προσευχηθεί, για να ανοίξουν οι κρουνοί του ουρανού. Ο Όσιος, μετά από την παράκληση του Επισκόπου, προσευχήθηκε με άκρα ταπείνωση και βαθιά πίστη στον Θεό. Και ο Θεός άκουσε την προσευχή του, διότι, αν και είχε διαπράξει βαρύτατα αμαρτήματα, είχε ειλικρινά μετανοήσει και έστειλε πλούσια την βροχή στη γη.

Το θαύμα αυτό έδωσε στον Όσιο την ελπίδα αλλά και τη βεβαιότητα ότι ο Θεός τον συγχώρεσε. Και με την ελπίδα και τη βεβαιότητα αυτή συνέχισε τον επίπονο ασκητικό του βίο.

Έτσι αγωνιζόμενος κοιμήθηκε με ειρήνη.

Τέλος, αξίζει να σημειώσουμε την προσευχή που έλεγε ο Όσιος Ιάκωβος όσο ήταν στον τάφο:

«Πώς ατενίσω προς σε ο Θεός; ποίαν δε αρχήν της εξομολογήσεως εύροιμι; ποία καρδία ή ποίω θαρρήσας συνειδότι, γλώσσαν ασεβή, και χείλη μολυσμού γέμοντα, κινήσαι πειράσωμαι; ποίας δε αμαρτίας πρώτον άφεσιν αιτήσαι κατατολμήσω; φείσαι φιλάνθρωπε Κύριε! ίλεως γενού τω αναξίω, Δέσποτα αγαθέ, και μη συναπολέσης με ταις αισχραίς μου πράξεσιν. Ου γαρ μικρά μου τα δυσσεβήματα. Πορνείαν ετέλεσα. Φόνον ειργασάμην. Αίμα αθώον εξέχεα. Και προς τούτοις, τοις ύδασι, και θηρίοις, και πετεινοίς δέδωκα εις βοράν. Και νυν Κύριε, ειδότι σοι τα πάντα εξομολογούμαι, αγαθέ, την τούτων εξαιτούμενος άφεσιν. Μη παρίδης με Δέσποτα. Aλλά κατά την σοι πρέπουσαν ευσπλαγχνίαν, οικτείρησόν με τον ασεβή. Και κατάπεμψον εις εμέ το παρά σου πλούσιον έλεος, ελθόντα επί τα της αμαρτίας βάραθρα. Κατεπόντισέ με γαρ, η του λυμεώνος εχθρού καταιγίς. Μη δη καταπίη με ο δράκων ο βύθιος». Και τα λοιπά.

Όσιος Παλλάδιος

Μέγας ασκητής ο Παλλάδιος, έκτισε ένα μικρό κελί σ' ένα βουνό που ονομαζόταν Ίμμαι (ή Ήμμη). Εκεί, με πολλή αγρυπνία, νηστεία και συνεχή προσευχή, αξιώθηκε από τον Θεό να θαυματουργεί.

Κάποτε, βρέθηκε μπροστά στην πόρτα του κάποιος έμπορος σφαγμένος, που τον είχε σφάξει και ληστέψει κάποιος ληστής. Τότε όλοι καταδίκασαν τον Παλλάδιο, σαν φονιά του εμπόρου. Ο Παλλάδιος, όμως, προσευχήθηκε και ανέστησε τον έμπορο που αμέσως έδειξε τον αληθινό φονιά, που ήταν μάλιστα ανάμεσα σ' αυτούς πού κατηγορούσαν τον Παλλάδιο. Το θαύμα αυτό έκανε ν' αποκτήσει ο Παλλάδιος φήμη αγίου ανδρός σ' όλα τα περίχωρα.

Έτσι λοιπόν, θεοσεβώς, αφού έζησε ο Παλλάδιος, ειρηνικά τελείωσε την επίγεια ζωή του.

Κατά τον Παρισινό Κώδικα 259, καθώς και σε ορισμένους Λαυριωτικούς, η μνήμη του φέρεται και κατά την 27η Νοεμβρίου.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Όσιος Εφραίμ ο Σύρος

Ο Όσιος Εφραίμ καταγόταν από την Ανατολή και γεννήθηκε στην πόλη Νίσιβη της Μεσοποταμίας πιθανώς το 308 μ.Χ. ή και ενωρίτερα. Ήκμασε επί Μεγάλου Κωνσταντίνου (324 - 337 μ.Χ.), Ιουλιανού του Παραβάτου (361 - 363 μ.Χ.) και των διαδόχων αυτού. Από την μικρή του ηλικία διδάχθηκε την πίστη και την αρετή από τον Επίσκοπο της γενέτειράς του Ιάκωβο (309 - 364 μ.Χ.), ο οποίος και τον χειροτόνησε διάκονο, αλλά ο Όσιος αρνήθηκε να λάβει μεγαλύτερο αξίωμα. Ακολούθησε πολύ νωρίς τον μοναχικό βίο και με το φωτισμό του Παρακλήτου έγραψε πάρα πολλά συγγράμματα πνευματικής και ηθικής οικοδομής. Γι’ αυτό και θαυμάζεται για το πλήθος και το κάλλος των έργων του. Γνώστης ακριβής όλων των δογματικών θεμάτων, ήξερε να καταπολεμά τις αιρέσεις και να υπερασπίζει με θαυμάσια σαφήνεια την Ορθοδοξία. Ήταν εκείνος που κατατρόπωσε σε διάλογο τον αιρετικό Απολλινάριο και οδήγησε πολλούς αιρετικούς να επιστρέψουν στην πατρώα ευσέβεια.

Όταν, διά της συνθήκης του έτους 363 μ.Χ., που υπέγραψε ο διάδοχος του Ιουλιανού του Παραβάτου, Ιοβιανός (363 - 364 μ.Χ.), η Νίσιβης παραδόθηκε στους Πέρσες, ο Όσιος Εφραίμ εγκατέλειψε την πατρίδα του και ήλθε στην Έδεσσα, όπου ασκήτεψε σε παρακείμενο όρος. Το έτος 370 μ.Χ. επισκέφθηκε τον Μέγα Βασίλειο στην Καισάρεια της Καππαδοκίας και λίγο αργότερα τους Πατέρες και Ασκητές της Αιγύπτου.

Ο Όσιος Εφραίμ κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 373 μ.Χ. και η Σύναξή του ετελείτο στο Μαρτύριο της Αγίας Ακυλίνας, στην περιοχή Φιλοξένου, κοντά στην αγορά.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’.
Ταῖς τῶν δακρύων σου ῥοαῖς, τῆς ἐρήμου τό ἄγονον ἐγεώργησας· καί τοῖς ἐκ βάθους στεναγμοῖς, εἰς ἑκατόν τούς πόνους ἐκαρποφόρησας· καί γέγονας φωστήρ τῇ οἰκουμένῃ, λάμπων τοῖς θαύμασιν, Ἐφραίμ Πατήρ ἡμῶν ὅσιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Ρεῖθρον ἄυλον, ἐν τὴ ψυχή σου, τὸν ζωήρρυτον, πλουτήσας φόβον, κατανύξεως κρατὴρ ἀναδέδειξαι, ὅθεν ἠμᾶς πρὸς ἠθῶν τελειότητα, τοὶς ἱεροίς σου ρυθμίζεις διδάγμασιν. Ἐφραὶμ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τά ἄνω ζητῶν.
Τήν ὥραν ἀεί, προβλέπων τῆς ἐτάσεως, ἐθρήνεις πικρώς, Ἐφραίμ δάκρυα κατανύξεως· πρακτικός δέ γέγονας, ἐν τοῖς ἔργοις διδάσκαλος ὅσιε· ὅθεν Πάτερ παγκόσμιε, ῥαθύμους ἐγείρεις πρός μετάνοιαν.

Κάθισμα
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τὸν θησαυρὸν τῆς σοφίας τῶν μυστηρίων Χριστοῦ, τὸν κρατῆρα τὸν θεῖον τῆς κατανύξεως, ἀνυμνήσωμεν πιστοί, ἐν τῇ μνήμῃ αὐτοῦ· φερωνύμως γὰρ ἀεί, τὰς καρδίας τῶν πιστῶν, εὐφραίνει ἔπεσι θείοις, Ἐφραίμ, ὡς πράκτωρ καὶ μύστης, τῶν τοῦ Κυρίου ἀποκαλύψεων.

Δευτέρα 27 Ιανουαρίου 2020

Τα άνθη της ερήμου

ΑΝΘΗ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ
(ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ)

  Η ιστορία αυτή (του Σωκράτους) περιλαμβάνει γεγονότα που συνέβησαν στην Εκκλησία ανάμεσα στα έτη 305 και 439. Όποιος θέλει να τη διαβάσει, μπορεί να τη βρει στον 67ο τόμο της Ελληνικής Πατρολογίας του Migne.
*****
Παρακάτω δίνουμε σε μετάφρασι μερικές ωραίες πληροφορίες που αναφέρει ο ιερός ιστορικός για τους μεγάλους ασκητάς της Αιγύπτου μαζί με κάποια θαυμάσια λόγια τους που διέσωσε.
Ένας μοναχός που τον έλεγαν Δίδυμο και που έζησε ενενήντα χρόνια, ποτέ δεν είχε κάνει συντροφιά με κανένα άνθρωπο.
Άλλος, ονομαζόμενος Πίωρ, έτρωγε περπατώντας. Και σαν τον ρώτησε κάποιος γιατί τρώγει μ’ αυτόν τον τρόπο, αποκρίθηκε: «Δεν θέλω νάχω σαν έργο το φαγητό, αλλά σαν πάρεργο». Και σ’ έναν άλλο που του έκανε την ίδια ερώτηση, είπε: «Για να μην αισθάνεται η ψυχή καμμιά σωματική ευχαρίστηση».
Ο ασκητής Ισίδωρος έλεγε πως είχε σαράντα χρόνια που έννοιωθε την αμαρτία στη διάνοιά του, χωρίς ποτέ να συγκατατίθεται στους πειρασμούς της με την επιθυμία.
Ο Παμβώς, που ήταν αγράμματος, πήγε σε κάποιον για να μάθη κανένα ψαλμό του Δαυίδ. Σαν άκουσε, λοιπόν, τον πρώτο στίχο του τριακοστού ογδόου ψαλμού που λέγει: «Είπα· φυλάξω τας οδούς μου, του μη αμαρτάνειν με εν γλώσση μου», δεν θέλησε ν’ ακούση παρακάτω και σηκώθηκε κι έφυγε λέγοντας: «Μου αρκεί αυτός ο στίχος, αν μπορέσω να τον αποστηθίσω στην πράξη». Και σαν του παραπονέθηκε ο δάσκαλος, γιατί έκανε έξη μήνες να ξαναφανεί, εκείνος αποκρίθηκε: «Δεν έμαθα ακόμα το στίχο του ψαλμού στα έργα». Πέρασαν κατόπιν πολλά χρόνια και κάποιος γνωστός του μια μέρα τον ρωτά αν έμαθε τον στίχο. Κι εκείνος είπε: «Κάπως τον έμαθα στα δέκα εννιά χρόνια που διάβηκαν».
Ο ίδιος, σαν τον κάλεσε ο Μέγας Αθανάσιος, που ήταν επίσκοπος, ήλθε από την έρημο στην Αλεξάνδρεια. Έτυχε, λοιπόν, εκεί να ιδή κάποια βαμμένη γυναίκα και τον πήραν τα δάκρυα. Και σαν ζήτησαν οι γύρω του να μάθουν γιατί έκλαιγε, τους είπε: «Δυο λόγοι μου έφεραν δάκρυα· πρώτα η απώλεια αυτής της γυναικός· ύστερα, γιατί εγώ δεν έχω τόση έγνοια ν’ αρέσω στο Θεό όπως έχει αυτή για ν’ αρέση στους ανθρώπους».
Ήσαν δύο περιβόητοι ασκηταί που είχαν το ίδιο όνομα. Ο Μακάριος από την Αίγυπτο και ο Μακάριος από την Αλεξάνδρεια. Ο πρώτος ήταν αυστηρός σ’ εκείνους που έρχονταν να τον συμβουλευθούν. Ο δεύτερος, που σε όλα τα άλλα έμοιαζε ακριβώς με τον πρώτο, σε τούτο ήταν διαφορετικός, στο ότι δηλαδή σ’ εκείνους που τον πλησίαζαν ήταν γλυκόθωρος και ιλαρός και με χαριτωμένους τρόπους τραβούσε τους νέους στην άσκηση.
Ένας μαθητής του,  ο περίφημος Ευάγριος, που ανεδείχθη κατόπιν πολύ, κάποιον μοναχό που ταρασσόταν από νυχτερινές φαντασίες, τον πρόσταξε να υπηρετή αρρώστους νηστεύοντας. Και είπε, σε σχετική ερώτηση: «Αυτά τα πάθη με τίποτε άλλο δεν σβύνουν παρά μονάχα με το έλεος».
Στον Μέγα Αντώνιο, ήλθε κάποιος σπουδασμένος και του είπε: «Πώς υπομένεις, πάτερ, στερούμενος την παρηγοριά των βιβλίων;»  Και ο Άγιος Αντώνιος του αποκρίθηκε: «Το δικό μου βιβλίο είναι η φύση και τόχω πάντα ανοιχτό μπροστά μου για να διαβάζω τον λόγο του Θεού».
Μεταφρ.  Βασ. Περιοδικό Κιβωτός