Πέμπτη 31 Ιουλίου 2025

...τότε... θα έχετε καρδιά που θα συμπάσχει και δεν θα κατακρίνει κανέναν για τίποτα

 Αν δεν περάσετε – τώρα ή αργότερα -από σειρά μεγάλων πειρασμών, με κύματα που υψώνονται ως τους ουρανούς και κατεβαίνουν ως τις αβύσσους (ψαλμ. 106,26) αν δεν γνωρίσετε πως μπορεί να υποφέρει η ψυχή του ανθρώπου, όταν στέκεται στο μεθόριο της αιώνιας σωτηρίας και της αιώνιας απώλειας, αν δεν γευθείτε, έστω και εν μέρει, τα βασανιστήρια του άδη, αν εσείς ως ποιμένας των προβάτων του Χριστού, δεν αποκτήσετε στη ψυχή σας πείρα για όλα αυτά, τότε δεν θα γνωρίσετε ποτέ την Θεία αγάπη…

Αργότερα, έχοντας όλα αυτά τα βιώματα και γνωρίζοντας από τον ίδιο τον εαυτό σας ως που φθάνει η αδυναμία της ψυχής σας, η πενιχρότητα της ανεσεως σας, πόσο αδύναμοι είμαστε χωρίς την βοήθεια της χάριτος… θα έχετε καρδιά που θα συμπάσχει και δεν θα κατακρίνει κανέναν για τίποτα

 Με μεγάλη αγάπη θα επιθυμείτε την σωτηρία κάθε ανθρώπου χωρίς προσωποληψία και θα προσεύχεσθε για τον κόσμο, για όλον τον Αδάμ.

Όποιος και αν προσφύγη σε σας κατόπιν… θα τον δέχεσθε με ανοικτή ψυχή, με καρδιά γεμάτη αγάπη και συμπόνια.

Τότε θα είσθε σε θέση να σώζετε ανθρώπους, να κάνετε θαύματα ανασταίνοντας νεκρές ανθρώπινες ψυχές στην αιώνια ζωή.


Για να εκπληρώσει κάποιος το νόμο του Χριστού, ιδιαίτερα ο ποιμένας, είναι απαραίτητο να αποκτήση την αγάπη αυτή.


( Αρχιμ. Σωφρονίου Σαχάρωφ: Αγώνας Θεογνωσίας, σ. 49,50)

Γιατί δεν μπορώ να Χαρώ;

 Διότι νόμισα πως η Χαρά είναι η εκπλήρωση των επιθυμιών μου…

Η Χαρά οντολογικά είναι η εκπλήρωση της επιθυμίας να αγαπήσω τον Θεό εξ όλης ψυχής, διανοίας και ισχύος μου, αλλά αυτή η επιθυμία επισκιάζεται απο τις χιλιάδες επιθυμίες της φιληδονίας…

Εύκολα αφήνω την αφοσίωση στον Θεό ως πηγή της Χαράς και προσκολλώμαι στην καρδιακή αφοσίωση στις επιθυμίες μου θεωρώντας ότι μόνο η ικανοποίηση τους θα μου φέρει Χαρά…

Αντί να αναμένω τη Χαρά απο την Αγάπη του Θεού την περιμένω απο την σαρκική αμαρτία, απο τα ψώνια, απο την κουβεντούλα και άλλα πολλά είτε πολύ αμαρτωλά είτε φαινομενικά αθώα…


Το πρόβλημα όμως δεν είναι μόνο η εκτροπή μου απο τον δρόμο της Χαράς που είναι η Τήρηση των Εντολών του Θεού, η Μετάνοια, η Εξομολόγηση, η Θεία Κοινωνία και η όλη σχέση με τον Χριστό και την Εκκλησία….

Το πρόβλημα είναι η προσκόλληση και το μέγεθος της προσκόλλησης στην ικανοποίηση έστω και μιας φαινομενικά αθώας επιθυμίας.

Όσο μεγαλύτερη η προσκόλληση τόσο μεγαλύτερη η εκτροπή απο την Πνευματική Ζωή.

Υπάρχει όμως τελικά Χαρά στην Αμαρτία;

Έχω Χαρά όταν δίνω μισή καρδιά στο Χριστό;

Ποιός είναι ο Καρπός της μη αφοσίωσης της καρδιάς μου στο Χριστό και την Εκκλησία;Η κατάθλιψη!

Γιατί όταν μόνο η έλλειψη εγρήγορσης στην προσευχή, κατά τον Χριστό με οδηγεί στην είσοδο στην ζωή του Πειρασμού, δηλαδή του διαβόλου, πόσο μάλλον η προσκόλληση στην Αμαρτία!

Καρπός της προσκόλλησης στην αμαρτία είναι η κατάθλιψη διότι ενώνομαι με τη δαιμονική ζωή, με τον διάβολο.

Πρώτα η κατάθλιψη, ύστερα η απώλεια του αυτεξούσιου μου, θέλω μα δεν μπορώ να ξεφύγω απο την αμαρτία, υποδουλώθηκα στην αμαρτία και στον διάβολο!


Μία είναι αρχή της απελευθέρωσης, η προσευχή του Τελώνη και του Ασώτου, η Μετάνοια και ο πόθος επιστροφής στην Αγάπη του Θεού!

Μετανοώ και Χαίρομαι!

Εξομολογούμαι και Χαίρομαι!

Κοινωνώ και Χαίρομαι!

Αγαπώ με ανιδιοτέλεια και Χαίρομαι!


Όσο Μετανοώ, τόσο Χαίρομαι, διότι το Άγιο Πνεύμα που ζει μέσα μου και στην Εκκλησία με την Μετάνοια και Εξομολόγηση με ελευθερώνει απο την κατάθλιψη και τη δουλεία του διαβόλου!


Η Θεία Κοινωνία με ενώνει με τον Χριστό, τους ανθρώπους και τον Κόσμο!

Η πηγή της Χαράς είναι ο Χριστός και η Εκκλησία!


Ανδρέας Χριστοφόρου

Άγιος Ανώνυμος Κρητικός Νεομάρτυρας

 Ο Νεομάρτυρας αυτός ήταν από την Κρήτη και γεννήθηκε από γονείς ευσεβείς. Είκοσι χρονών βρέθηκε στη δούλεψη ενός Τούρκου στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου.


Κάποια νύκτα, ο Τούρκος αυτός, θέλησε να εκμεταλλευτεί τον νεαρό. Τότε ο ευσεβής νέος αρνήθηκε και πάνω στην απελπισία του μαχαίρωσε τον Τούρκο με αποτέλεσμα αυτός να πεθάνει.


Την επομένη μέρα οι φίλοι του σκοτωμένου Τούρκου, μόλις άκουσαν το γεγονός, συνέλαβαν τον νεαρό χριστιανό και τον πήγαν στον δικαστή. Αλλά επειδή δεν υπήρχε μαρτυρία σε βάρος του τον άφησαν ελεύθερο.


Μετά δύο μέρες όμως, τον συνέλαβαν πάλι και αφού τον βασάνισαν σκληρά, ομολόγησε όλη την αλήθεια. Τότε ο δικαστής του πρότεινε, για να σώσει τη ζωή του, ν' αρνηθεί τον Χριστό και να γίνει μουσουλμάνος. Ο Νεομάρτυρας απέρριψε την πρόταση του δικαστή και με θάρρος ομολόγησε πως γεννήθηκε, είναι και θέλει να πεθάνει χριστιανός. Τότε μια από τις μέρες του Ιουλίου το 1811 μ.Χ., τον θανάτωσαν με απαγχονισμό. Δύο μέρες έμεινε το τίμιο λείψανο του στην κρεμάλα, κατόπιν το κατέβασαν και το έχωσαν στην άμμο.

Ανακομιδή Ιερών Λειψάνων του Αγίου Φιλίππου του Αποστόλου



Το Άγιο λείψανό του μετακομίστηκε από την Ιεράπολη στην Πάφο της Κύπρου, και συγκεκριμένα σ' ένα χωριό κοντά σ' αυτή, Αρσινόη ή Άρσος λεγόμενο. Εκεί οικοδομήθηκε Ναός στο όνομα του Αποστόλου Φιλίππου, που σώζεται μέχρι σήμερα. Στο Ναό αυτό κατέθεσαν το άγιο λείψανο του Αγίου, που μέχρι και σήμερα επιτελεί θαύματα, σ' όσους προσέρχονται με πίστη.

Ανάμνηση Εγκαινίων του Ναού της Θεοτόκου στις Βλαχερναίς και Προεόρτια Προόδου Τιμίου Σταυρού

 Ο Σ. Ευστρατιάδης για το γεγονός αυτό γράφει τα έξης: «Κατὰ τὴν ἡμέραν ταύτην ἐξήγετο ἐκ τοῦ σκευοφυλακίου τῆς μεγάλης ἐκκλησίας ὁ τίμιος σταυρός, περιήγετο ἀνὰ τὴν πόλιν καὶ ἐξετίθετο εἰς διαφόρους ναοὺς πρὸς προσκύνησιν καὶ ἁγιασμὸν τῶν πιστῶν καὶ πάλιν ἀπετίθετο εἰς τὸ σκευοφυλάκιον.


Εἰς τοὺς κώδικας τὰ τοῦ τιμίου σταυροῦ προεόρτια ἀναγράφονται καὶ ἄρχονται ἀπὸ τῆς πρώτης Αὐγούστου, ἡ δὲ κατὰ τὴν προεόρτιον ταύτην ἀνάμνησιν ὑμνογραφία εἶναι πλούσια καὶ κεῖται ἀνέκδοτος εἰς πολλοὺς Κώδικας καὶ ἶνα μόνον εἰς τοὺς κατ' αὐτὴν συντεθέντας Κανόνας περιορισθῶ, σημειῶ Κανόνα τοῦ Θεοφάνους (ἐν τοὶς Κώδ. 368 φ. 3636,1568 φ. 3α Παρισίων καὶ Ω 147 Λαύρας), τοῦ Γεωργίου Νικομήδειας (ἐν τοὶς Κωδ. 1567 φ. 240 6,13φ 351 α’ Παρισίων καὶ Θ 32 φ. 344α, Δ 12 φ. 273α, 1135 φ. 333α καὶ Ω 147 φ. 368α Λαύρας), ἕτερον τοῦ αὐτοῦ Γεωργίου Νικομήδειας φέροντα ἀκροστιχίδα "Σταυρῶ γεγηθῶς ἐξάδω θεῖον μέλος Γεώργιος" (ἐν τῷ Παρισινῷ Κωδ. 13 φ. 352 6 καὶ τῷ τῆς Λαύρας Θ 33 φ. 5). Εἰς τοὺς αὐτοὺς δὲ Κώδικας καὶ ἄλλους Στιχηρὰ πολλά, Ἰδιόμελα, Καθίσματα κλπ.».



Ἀπολυτίκιον

Ἦχος α’. Χορὸς Ἀγγελικός.

Τὸν Τίμιον Σταυρόν, τὸ σωτήριον ὅπλον, δεξώμεθα πιστοί, καθαρὰ διανοί, προέρχεσθαι μέλλει γάρ, θείαν χάριν δωρούμενος, καὶ ἰώμενος, ψυχῶν ὁμοῦ καὶ σωμάτων, τὰ νοσήματα, διὰ ἐνεργείας ἀρρήτου, Χριστοῦ τοῦ θεοῦ ἠμῶν.


Έτερον Ἀπολυτίκιον

Ἦχος α’.

Σῶσον Κύριε τὸν λαόν σου, καὶ εὐλόγησον τὴν κληρονομίαν σου, νίκας τοῖς βασιλεύσι κατὰ βαρβάρων δωρούμενος, καὶ τὸ σὸν φυλάττων, διὰ τοῦ Σταυροῦ σου πολίτευμα.

Άγιος Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας

 Ο Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας ήταν μέλος του ιουδαϊκού συνεδρίου της Ιερουσαλήμ (βουλευτής), φίλος και κρυφός μαθητής του Ιησού Χριστού ο οποίος καταγόταν από την Αριμαθαία, μια μικρή πόλη ΒΔ΄ της Ιερουσαλήμ.


Ο Ιωσήφ πήγε στον Πιλάτο και του ζήτησε να κηδέψει το σώμα του Ιησού Χριστού. Αφού έλαβε την άδεια του, μαζί με τον Νικόδημο το κατέβασαν από το σταυρό το σώμα του Κυρίου, το περιέβαλαν σε σινδόνια μαζί με εκλεκτά αρώματα, το τοποθέτησαν σε λαξευτό μνημείο κι' έβαλαν μεγάλη πέτρα πάνω στη θύρα του μνημείου (Ματθ. κζ' 57 - 60, Μαρ. ιε' 42 - 46, Λουκ. κγ' 50 - 53 και Ιω. ιθ' 38 - 42).


Ο Άγιος Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας απεβίωσε ειρηνικά (κατά πάσα πιθανότητα στην Αγγλία).

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

 


Όσιος Ευδόκιμος ο Δίκαιος

 Ο Όσιος Ευδόκιμος γεννήθηκε στη Καππαδοκία και έδρασε κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Θεόφιλου (829 - 842 μ.Χ.). Οι γονείς του Βασίλειος και Ευδοκία ήταν άνθρωποι πλούσιοι και ευσεβείς. Η ορθόδοξη οικογένειά του τον ανέθρεψε σύμφωνα με τις επιταγές του Ευαγγελίου και γρήγορα ο Ευδόκιμος διακρίθηκε για το ήθος και τις αρετές του.


Ο ηθικός βίος του και η φιλάνθρωπη δράση του εκτιμήθηκαν από τον αυτοκράτορα Θεόφιλο, ο οποίος τον διόρισε στρατοπεδάρχη της Καππαδοκίας αρχικά και αργότερα όλης της αυτοκρατορίας. Κατά την τέλεση των καθηκόντων του ο Ευδόκιμος ήταν πάντα δίκαιος και ταπεινόφρων, ενώ δεν σταμάτησε στιγμή να επιδίδεται στο φιλάνθρωπο έργο του.


Ενώ βρισκόταν στο 33ο έτος της ηλικίας του ο Ευδόκιμος προσβλήθηκε από βαριά σωματική ασθένεια. Όταν παρέδωσε το πνεύμα του στο Κύριο, η χριστιανική κοινότητα βυθίστηκε σε θλίψη και ενταφίασε το τίμιο σώμα του ευλαβώς.


Κατά την Ανακομιδή το Ιερό Λείψανο του Οσίου Ευδοκίμου βρέθηκε «φαιδρόν καί ἀνθηρόν, χαριέστατον μέ ὅλους τούς χαρακτῆρας, μέ τά ἐνδύματα ἀνέπαφα» και μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη, την 6η Ιουλίου 831 μ.Χ. Δεν είναι γνωστό πότε και κάτω από ποιες συνθήκες το Λείψανο διαλύθηκε.



Ἀπολυτίκιον  

Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Ἐκ γῆς ὁ καλέσας σε, πρὸς αἰωνίους μονάς, τηρεῖ καὶ μετὰ θάνατον ἀδιαλώβητον, τὸ σῶμά σου, Ἅγιε, σὺ γὰρ ἐν σωφροσύνῃ, καὶ σεμνῇ πολιτείᾳ, μάκαρ ἐπολιτεύσω, μὴ μολύνας τὴν σάρκα· διὸ ἐν παῤῥησίᾳ Χριστῷ, πρέσβευε σωθῆναι ἡμᾶς.


Κοντάκιον

Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.

Ἡ σεπτή σου σήμερον, ἡμᾶς συνήθροισε μνήμη, ἐν τῇ θείᾳ λάρνακι, τῶν ἱερῶν σου λειψάνων· πάντες οὖν, οἱ προσιόντες καὶ προσκυνοῦντες, ἅπασαν, δαιμόνων βλάβην ἀποσοβοῦνται, καὶ ποικίλων νοσημάτων, λυτροῦνται τάχος μάκαρ Εὐδόκιμε.


Μεγαλυνάριον

Εὐδόκιμος πέφηνας τῷ Θεῷ, ἐν δικαιοσύνῃ, τὸν σὸν βίον διαδραμών· ὃ λαθὼν γὰρ ἔσχες, ἐγνώσθη μετὰ τέλος, Εὐδόκιμε θεόφρον, πρὸς θείαν αἴνεσιν.


Κάθισμα

Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.

Εὐδοκιμήσας ἀγαθαῖς ἐργασίαις, ἐδοκιμάσθης ὡς χρυσὸς ἐν καμίνῳ, τοῖς πειρασμοῖς Εὐδόκιμε ἀοίδιμε· ὅθεν μετὰ θάνατον, ἀναβλύζεις πλουσίως, θαύματα ὡς νάματα, καὶ νοσήματα παύεις, ὑπὲρ ἡμῶν ἀεὶ ἐκδυσωπῶν, ὅπως πταισμάτων συγχώρησιν λάβωμεν.

Τετάρτη 30 Ιουλίου 2025

ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΑΠΟΣΤΟΛΟ ΣΙΛΑ

Ανάβοντας το κερί...

  Η πιο απλή και πιο συνηθισμένη ενέργεια του κάθε Χριστιανού, μπαίνοντας στην Εκκλησία, είναι να ανάβει ένα κερί.




Όμως η ενέργεια αυτή δεν είναι τόσο απλή. Είναι κάτι, από το οποίο ο Χριστιανός πρέπει να διδάσκεται και να ωφελείται πνευματικά. Τίποτε δεν γίνεται στην Εκκλησία άσκοπα. Τίποτε δεν είναι περιττό. Τίποτε δεν είναι υπερβολικό. Τίποτε δεν είναι ξερός τύπος. Τίποτε δεν είναι χωρίς σημασία και νόημα. Όλα συντελούν, στο να γίνεται η προσκύνηση του Θεού «εν πνεύματι και αληθεία», όπως είπε ο Χριστός στην Σαμαρείτιδα.


Έτσι και το άναμμα του κεριού έχει νόημα. Και δεν πρέπει να γίνεταιμηχανικά από τον Χριστιανό.




Ανάβοντας το κερί δεν προσφέρομε… φως στον Χριστό! Δεν το ανάβομε, για να βλέπει ο Χριστός! Δεν έχει ανάγκη ο Χριστός… τα δικά μας φώτα! ΕΜΕΙΣ έχομε ανάγκη από το φως του Χριστού! ΕΜΕΙΣ χρειαζόμαστε φως, για να ιδούμε. Τι να ιδούμε; Να ιδούμε ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ! Αυτός είναι η πηγή του αληθινού Φώτος! Μόνο από Αυτόν μπορεί να φωτισθεί η ψυχή μας! Και γι’ αυτό ανάβομε το κερί: Για να Τον παρακαλέσουμε να μας φωτίσει με το φως του Προσώπου Του. «Εν τώ φωτί Σου οψόμεθα φώς»!




Το άναμμα του είναι αφορμή, να εκφράσει ο πιστός την ευγνωμοσύνη του στον Χριστό γιατί τον αξίωσε να γνωρίσει το ΦΩΣ το ΑΛΗΘΙΝΟ και τον ελευθέρωσε από το θανατηφόρο σκοτάδι της άγνοιας του θελήματος του Θεού από το σκοτάδι της αμαρτίας. Το φως του κεριού είναι μία υπόμνηση του λόγου του Χριστού: «Εγώ ειμί το φώς του κόσμου ο ακολουθών εμοί ού μή περιπατήση έν τη σκοτία, άλλ’ έξει το φώς τής ζωής» (‘Ιω. 8,Ι2). Μακριά από το Χριστό και έξω από την Εκκλησία υπάρχει ΣΚΟΤΑΔΙ. Και «ο περιπατών έν τή σκοτία, ούκ οίδε που υπάγει»…




Το άναμμα του κεριού είναι ακόμη σύμβολο της προσευχής μας μέσα στην Εκκλησία. Όπως το κερί καίει συνεχώς, χωρίς διαλείμματα, και σκορπίζει το ιλαρό του φως, έτσι ασταμάτητα και με αμείωτη ένταση πρέπει να ενεργείται η προσευχή στις καρδιές μας κατά την παραμονή μας μέσα στην Εκκλησία. Ανάβοντας το κερί στο μανουάλι, πρέπει να ανάβει μέσα μας ο ζήλος, να προσευχηθούμε αληθινά χωρίς άσκοπη περιφορά των οφθαλμών μας εδώ κι εκεί χωρίς κουβεντούλα με τους άλλους, που σαν ορμητικό ρεύμα αέρος σβήνει την τρεμάμενη φλογίτσα της προσευχής μας…




Το αναμμένο κεράκι μας, τέλος υποδηλώνει κάτι πολύ βαθύ και σημαντικό. Το κερί, όσο είναι αναμμένο, λειώνει. Δεν είναι δυνατόν να καίει και να φωτίζει, χωρίς να λειώνει! Έτσι και ο Χριστιανός, ΓΙΑ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΦΩΣ, που λάμπει «έμπροσθεν των ανθρώπων» προς δόξα του ονόματος του Θεού, ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΧΕΙ ΠΝΕΥΜΑ ΘΥΣΙΑΣ. Χωρίς κόπο και προσφορά θυσίας, δεν μπορεί να υπάρξει φως, που καταλάμπει και διαλύει τα ποικίλα σκοτάδια τον κόσμου.


Το αναμμένο κερί είναι μία μικρή θυσία. Θυσία δοξολογίας. Θυσία αινέσεως. Θυσία ικεσίας. Σε Εκείνον που είναι το Φως του Κόσμου, στον Χριστό και στους αγίους Του. Που και αυτοί έγιναν φως, και οδηγοί του κόσμου.




Με αυτούς τους λογισμούς πρέπει να ανάβει o Χριστιανός το κερί του, εφ’ όσον θέλει νά μην είναι δούλος τύπων, αλλά να χρησιμοποιεί τους «τύπους», για να ανεβάζει ΝΟΥ και ΚΑΡΔΙΑ στον Θεό.




΄΄ΔΙΔΑΞΟΝ ΜΕ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΣΟΥ΄΄Του Αρχιμ. Σάββα Δημητρέα

Η πραγματική συμπόνια έχει εκλείψει .....

 Σαν ορφανέψει, σαν αδειάσει η αγκαλιά ενός ανθρώπου θαρρείς κι ο κόσμος θέλει

το πένθος να τον καταπιεί....

Δηλαδή εννοούν ότι:

Τιμάς τον κεκοιμημένο όσο παραιτήσε από την ζωή και όχι όσο κρατιέσαι

από την Όντως Ζωή (Χριστό)....

Εάν τολμήσει αυτός ο άνθρωπος να πάει σε κάποια ακολουθία της Εκκλησίας

τα βλέμματα είναι σαν ξυράφια....

‘’Τι κάνει αυτή εδώ τώρα; δεν πενθεί χήρα γυναίκα;’’είναι οι λογισμοί ‘’εν ταις καρδίαις αυτών’’.....

Εννοείται για αυτούς απαγορεύεται να πάει εκείνος που πενθεί σε μυστήρια Γάμου, Βάπτισης είναι λένε...... ‘’κοινωνικά’’ μυστήρια.....Βλέπεις! θεολογούν κιόλας οι ευλογημένοι αφού μας λένε ότι υπάρχουν μυστήρια κοινωνικά και μη κοινωνικά.....

Τι άλλο θα ακούσουμε Θεέ μου.....

Ξέρεις, πίσω βρίσκεται ο διάβολος που τους σκοτίζει και τους παραπλανά....

Ο πονηρός μας θέλει όχι απλά στεναχωρημένους αλλά κατα- θλιμμένους....

Δίχως ελπίδα, ανάσα ζωής....

Μα ο άλλος που πονά,που αισθάνεται ότι ο θάνατος της έκλεψε τον άνθρωπο της,

εάν δεν πάει στην Εκκλησία,εάν δεν προστρέξει στην επίσης χαροκαμένη Μάνα- Παναγιά που θα πάει;


Πόσο όμορφα και τόσο πατρικά ο Άγιος Πορφύριος συμβούλευε μια χήρα

(που έβλεπε ότι το άδειο σπίτι την ‘’πλάκωνε’’) να πηγαίνει κανά περίπατο έξω στην φύση.....

Δυστυχώς μερικοί μετρούν τον πόνο του άλλου με ζύγι τον δικό τους σταυρό....

Εμ.... δεν είναι έτσι τα πράγματα....Δεν έχουν όλοι τις ίδιες πλάτες....

Χώρια που ειλικρινά δεν ξέρουμε στην καρδούλα του ο άλλος τι μάχες δίνει....

Ο θάνατος δεν αφήνει τα ίδια μελανά στίγματα του σε εκείνους που μένουν πίσω....

Με σύνεση, με κατανόηση λοιπόν να συμπεριφερόμαστε στον άλλον που πονά....

Μ’ αγάπη να μιλάμε και μ΄αγάπη να σιωπούμε......


π.Ioannis Papadimitriou

Αγία Ιουλίττη από την Καισαρεία

 Η Αγία Ιουλίττη έζησε στην Καισαρεία της Καππαδοκίας στα χρόνια του Μεγάλου Βασιλείου , ο όποιος έτρεφε μεγάλη υπόληψη προς αυτή, λόγω της ευσέβειας και των πολλών αρετών της.


Η Ιουλίττη είχε μεγάλη περιουσία και πολεμήθηκε από κάποιο πλεονέκτη και άρπαγα ισχυρό, που την έμπλεξε σε δίκες και κίνησε εναντίον της ψευδομάρτυρες. Η Ιουλίττη, παρακάλεσε τον Μέγα Βασίλειο να την προστατέψει. Αυτός, γνωρίζοντας το δίκιο της, δέχτηκε και έγραψε στον Παλλάδιο, άνδρα χρηστό και θεοφοβούμενο, να συνηγορήσει υπέρ της Ιουλίττης στον έπαρχο. Στην ίδια δε γράφει, για να την ενδυναμώσει, ότι «δυνατὸς δὲ ὁ ἅγιος (θεός) διαγαγεὶν σὲ πάσης θλίψεως, μόνον ἐὰν ἀληθινὴ καὶ γνησία καρδία ἐλπίσωμεν ἐπ’ αὐτόν».


Τελικά ο αντίδικος της Ιουλίττης, την κατάγγειλε ότι έβριζε τα - υπέρ της ειδωλολατρίας - διατάγματα του Ιουλιανού. Όταν ρωτήθηκε γι' αυτό η Ιουλίττη, απάντησε ότι καταδικάζει την ειδωλολατρία και καθήκον της είναι να ενισχύει τους χριστιανούς στην αληθινή πίστη. Για την ομολογία της αυτή, καταδικάστηκε και ρίχτηκε στη φωτιά. Το σώμα της ωστόσο, έμεινε ακέραιο και έβρισκαν σε αυτό παρηγοριά και ίαση οι πιστοί Χριστιανοί.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

 


Άγιοι Σίλας, Σιλουανός, Επαινετός, Κρήσκης και Ανδρόνικος οι Απόστολοι

 Οι Άγιοι Σίλας, Σιλουανός, Επαινετός, Κρήσκης και Ανδρόνικος, ήταν πέντε από τούς εβδομήκοντα μαθητές του Κυρίου. Όλοι υπηρέτησαν το Ευαγγέλιο του Χριστού «ἐν κόπῳ καὶ μόχθω, ἐν ἀγρυπνίαις πολλάκις, ἐν λιμῷ καὶ δίψει, ἐν νηστείαις πολλάκις, ἐν ψύχει καὶ γυμνότητι» (Β' προς Κορινθίους, ια - 27). Δηλαδή, υπηρέτησαν τον Κύριο με κόπο και μόχθο, με αγρυπνίες πολλές φορές, με πείνα και δίψα στις μακρινές οδοιπορίες, με νηστείες, με ψύχος και γυμνότητα.


Ο Σίλας φυλακίστηκε μαζί με τον Παύλο στους Φιλίππους της Μακεδονίας (Πραξ. ιστ 25-39). Μετά από πολλούς μόχθους και αφού ακολούθησε τον Παύλο σε πολλές περιοδείες του, έγινε επίσκοπος Κορίνθου.


Ο Σιλουανός, από το αξίωμα του επισκόπου Θεσσαλονίκης, αγωνίσθηκε και βασανίστηκε για την πίστη του στον Κύριο.


Ο Επαινετός, από το αξίωμα του επισκόπου Καρθαγένης, αγωνίσθηκε και βασανίστηκε για την πίστη του στον Κύριο.


Ο Ανδρόνικος αγωνίστηκε και βασανίστηκε για την πίστη του στο Ευαγγέλιο του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.


Ο Κρήσκης, τέλος, έγινε επίσκοπος Καρχιδονίας και από την θέση αυτή μόχθησε και υπηρέτησε το Θείο Ευαγγέλιο.


Να σημειώσουμε εδώ ότι ο Άγιος Ανδρόνικος, εορτάζεται μαζί με την Αγία Ιουνία και στις 17 Mαΐου, ενώ η εύρεση των τιμίων λειψάνων του εορτάζεται στις 22 Φεβρουαρίου.



Ἀπολυτίκιον 

Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Οἱ θεῖοι Ἀπόστολοι, ὡς οὐρανοὶ λογικοί, τὴν δόξαν ἀστράψαντες, τοῦ κενωθέντος ἐν γῇ, συμφώνως ὑμνείσθωσαν, Κρήσκης Σιλουναὸς τέ, καὶ ὁ ἔνθεος Σίλας, ἅμα σὺν Ἀνδρονίκω, Ἐπαινετὸς ὁ θεόφρων Χριστὸν γὰρ ἰκετεύουσι, σώζεσθαι ἅπαντας.


Έτερον Ἀπολυτίκιον

Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.

Συνοδίτης τοῦ Παύλου γεγονὼς καὶ συνέκδημος, τὴν Νεάπολιν μάκαρ καὶ Φιλίππους ἐφώτισας, τῆς θείας ἐπιγνώσεως φωτί, Ἀπόστολε Σίλα ἱερέ. Ἀλλὰ φύλαττε καὶ σκέπε πάντας ἡμᾶς, ἐν πίστει ἐκβοῶντάς σοι· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐκπληροῦντι διὰ σοῦ, ἡμῶν τὰ αἰτήματα.


Κοντάκιον

Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου.

Εἰς τὰ τοῦ κόσμου δραμόντες πληρώματα, θεογνωσίας τὸν λόγον ἐσπείρατε· καὶ στάχυν πολύχουν δρεψάμενοι, τῷ Βασιλεῖ τῶν ἁπάντων προσήξατε, Ἀπόστολοι Χριστοῦ παναοίδιμοι.


Έτερον Κοντάκιον

Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.

Ἐορτάζει σήμερον ἐν εὐφροσύνῃ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου, ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, καὶ ἐκβοᾷ σοι Ἀπόστολε· χαῖρε ὦ Σίλα τοῦ Παύλου συνόμιλε.


Μεγαλυνάριον

Χαίρετε Ἀπόστολοι τοῦ Χριστοῦ, Ἀνδρόνικε Σίλα, καὶ θεόφρον Σιλουανέ, σὺν Ἐπαινετῷ τε, καὶ Κρήσκεντι τῷ θείῳ, τῆς ἀληθοῦς σοφίας ἐνδιαιτήματα.


Έτερον Μεγαλυνάριον

Χαίροις εὐσεβείας θεῖος πυρσός, Ἀπόστολε Σίλα, καὶ τῆς χάριτος θησαυρός· χαίροις ὁ τῷ Παύλῳ, πιστῶς διακονήσας, αἰτούμενος δὲ πᾶσιν, ἡμῖν τὰ κρείττονα.


Κάθισμα

Ἦχος δ'. Ἐπεφάνης σήμερον.

Ὡς ἀστέρες μέγιστοι τὴν οἰκουμένην, εὐσεβείας λάμψεσι, φωταγωγοῦντες εὐσεβῶς, εἰς τὸν αἰῶνα δοξάζεσθε, θαυματοφόροι Κυρίου Ἀπόστολοι.

Τρίτη 29 Ιουλίου 2025

Οι έπαινοι, η υπερηφάνεια και η ταπείνωση

 Από το βιβλίο: "Στάρετς Σάββας ο Παρηγορητής''






- Φοβηθείτε τους επαίνους εκ μέρους των ανθρώπων, εξακολούθησε ο στάρετς απευθυνόμενος προς όλους, και προπάντων όταν σας επαινούν παρά την αξία σας. Σιωπήστε, μην απαντήσετε εκείνη τη στιγμή. Μόνο μέσα σας συναισθανθείτε ότι σας επαινούν περισσότερο απ’ ό,τι αξίζετε. Μα αν αρχίσετε να αντιλέγετε, τότε γεννιέται η υποκρισία.


Πράγματι, το λεπτό αίσθημα της ικανοποιήσεως από τους επαίνους υπάρχει στον καθένα. Όλοι βρισκόμαστε σε πλάνη δίνοντας μεγάλη αξία στον εαυτό μας. Υπερηφανευόμαστε, ματαιοδοξούμε και μετά πρέπει κάθε μέρα να παρακαλούμε τον Κύριο: «Κύριε, στείλε το έλεός Σου, λύτρωσέ μας από την πλάνη, από την έπαρση, φώτισέ με με το φως της χάριτός Σου».




 Είναι φοβερή συμφορά όταν ο άνθρωπος χάνοντας την ταπείνωση, απατά τον εαυτό του και φαντάζεται ότι μόλις που δεν είναι άγιος. Φοβερή κατάσταση η έπαρση, η σατανική υπερηφάνεια! 


Κάποιους τους σώζει ο Κύριος απ’ αυτή την κατάσταση με βαρειά τιμωρία. Στέλνει κάποια ψυχική ασθένεια ή παραχωρεί να πέσουν σε επαίσχυντες αμαρτίες, από το βάρος των οποίων, σαν να συνέρχονται, έρχονται στον εαυτό τους, αναγνωρίζουν τη μηδαμινότητά τους, μετανοούν και διορθώνονται. Αλλά πολλοί απ’ αυτούς τους δυστυχείς χάνονται, ειδικά αν δεν υπάρχει κανείς να τους βοηθήσει να συνέρθουν. Φύλαξέ μας, Κύριε, όλους από μια τέτοια δαιμονική απάτη. Ποτέ δεν πρέπει να υπερηφανευόμαστε για τις ικανότητες, τα χαρίσματά μας και για τα άλλα φυσικά μας πλεονεκτήματα. Ο Κύριος θα μας τα αφαιρέσει σαν τιμωρία για την υπερηφάνειά μας.




Κάποτε έλεγε κατά την εξομολόγηση:


- Με τι θα εξολοθρεύσουμε την υπερηφάνεια και θα αποκτήσουμε την ταπείνωση; Ο όσιος Σεραφείμ διδάσκει: «Με τη σιωπή. Με τη σιωπή οι περισσότερες αμαρτίες νικώνται. «Ο Θεός υπερηφάνοις αντιτάσσεται, ταπεινοίς δε δίδωσι χάριν».


Όντας ο στάρετς πρότυπο ταπεινώσεως με όλες του τις δυνάμεις και τα χαρίσματά του προσπαθούσε να εμφυτεύσει αυτή την πολύτιμη αρετή σε όλους τους ανθρώπους. Έλεγε:


- Την ταπείνωση τη χαίρεται και ο ίδιος ο Θεός: «Επί τίνα επιβλέψω αλλ' ή επί τον ταπεινόν και ησύχιον και τρέμοντα τους λόγους μου.» (Ησ. 66, 2). Αλλά σε τι συνίσταται η ταπείνωση; Ο ταπεινός άνθρωπος θεωρεί τον εαυτό του αμαρτωλότερο όλων μέσα στην καρδιά του, κανένα δεν εξουδενώνει, κανένα δεν κρίνει, δεν αναζητεί τον πλούτο, τη δόξα και τις τιμές, ανδρείως υπομένει τους εξευτελισμούς, τις ύβρεις, τις επιπλήξεις, γιατί αναγνωρίζει ότι αυτά του αξίζουν.


Σε όλους συμπεριφέρεται χαρούμενα, είναι έτοιμος να υπηρετήσει τον καθένα, δεν βλέπει σαν καλά τα έργα του και δεν λέγει τίποτε γι’ αυτά, αν δεν υπάρχει ανάγκη.


Η ταπείνωση είναι ο στέφανος και η ωραιότης όλων των αρετών.


Ό,τι είναι για τη διψασμένη γη η βροχή, είναι για την ανθρώπινη ψυχή η ταπείνωση.


Να κρατάτε μέσα στην καρδιά σας τα λόγια του Σωτήρος: «Μάθετε απ’ εμού, ότι πραύς ειμι και ταπεινός τη καρδίᾳ, και ευρήσετε ανάπαυσιν ταις ψυχαίς υμών» (Ματθ. 11,29).

Να αρχίζουμε κάθε μέρα και κάθε εβδομάδα σαν να είναι η αρχή της πνευματικής μας ζωής.

 «Να αρχίζουμε κάθε μέρα και κάθε εβδομάδα σαν να είναι η αρχή της πνευματικής μας ζωής. Να λέμε: “Απ’ την αρχή, Χριστέ μου, μαζί Σου”.»

— Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης

 Αυτό το ρητό του Οσίου πατρός ημών Παϊσίου του Αγιορείτου μας καλεί να έχουμε ανανέωση στην πνευματική μας ζωή, να μην απογοητευόμαστε, και να εμπιστευόμαστε καθημερινά τη Χάρη του Θεού. Καλή εβδομάδα και καλημέρα ειρηνική.

π.Ιγνάτιος Κ.

Άγιος Ιωάννης ο στρατιώτης

 Ο Άγιος Ιωάννης έζησε στα χρόνια του Ιουλιανού του Παραβάτη (361) και ήταν στρατιώτης «εις τα νούμερα των καλουμένων Ταϊφάλων». Αυτός λοιπόν, είχε σταλεί μαζί με άλλους στρατιώτες να καταδιώξει χριστιανούς. Φαινομενικά τους καταδίωκε, ενώ στα κρυφά τους βοηθούσε να διαφύγουν, να αντέχουν τα βασανιστήρια, να έχουν τα στοιχειώδη για την αντιμετώπιση των ασθενειών τους και άλλα. Έτσι θεάρεστα αφού πέρασε τη ζωή του ο Ιωάννης, αναπαύθηκε ειρηνικά και τάφηκε στον Πανδέκτη, τόπο που και οι ξένοι ενταφιάζονταν. Η δε σύναξη του γινόταν στον πρώτο αποστολικό ναό του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου.

Άγιος Κωνσταντίνος, Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης

 Πρόκειται για τον Πατριάρχη Κωνσταντίνο τον Α', που διαδέχτηκε τον Ιωάννη τον Ε' το έτος 674. Είχε κάνει προηγούμενα διάκονος και σκευοφύλακας. Πατριάρχευσε δύο χρόνια και τρεις μήνες. Δεν έχουμε πολλά βιογραφικά του στοιχεία. Βέβαιο είναι όμως, ότι διακρινόταν για το αυστηρά Ορθόδοξο φρόνημα του, τον ζήλο για την υπεράσπιση της Εκκλησίας κατά των κακοδόξων, των μονοθελητών, επίσης για τον άφιλοχρήματο και φιλόπτωχο χαρακτήρα του.


Ο Σ. Ευστρατιάδης όμως, έχει άλλη άποψη περί του Αγίου αυτού και εικάζει ότι πρόκειται περί του Αγίου Κωνσταντίνου Γ' του Λειχούδη, γράφοντας περί αυτού τα έξης: «Ο Νικόδημος και κατ' αυτόν και ο Γεδεών αποδέχονται ότι ούτος είναι ο Κωνσταντίνος Α' ο πατριαρχεύσας από του 674-676 ο από διακόνου και σκευοφύλακος της μεγάλης εκκλησίας εις τον πατριαρχικόν θρόνον αναβάς εις διαδοχήν Ιωάννου του Ε'. Αλλά εν τω Συναξαριστή Delehaye "μνήμη Κωνσταντίνου του νέου πατριάρχου Κωνσταντιπόλεως"· γίνεται λοιπόν διάκρισις μεταξύ παλαιοτέρου ομωνύμου πατριάρχου και νεωτέρου και ως τοιούτον θα δεχθώμεν Κωνσταντίνον τον Γ' (ο Β' ην εικονομάχος) τον Λειχούδην, Ιερατεύσαντα από του 1059-1063, τον άλλοτε πρωτοβεστιάριον και πρόεδρον της συγκλήτου, και είτα εύνούχον και μοναχόν, τον διαδεχθέντα Μιχαήλ τον Κηρουλλάριον. Υπήρξεν ενάρετος και Ιδρυτής μονής της Θεοτόκου εν Κωνσταντινοπόλει, ως μαρτυρεί ο Ψελλός εν τω προς τον πατριάρχην επιταφίω αυτού λόγω (ιδ. Σάθα, Μεσαίων. Βιβλ. Δ', σ. 445} και επομένως δικαιολογείται η μετά των οσίων κατάταξις αυτού».


Σύμφωνα με την επίσημη ιστοσελίδα του Οικουμενικού Πατριαρχείου, πρόκειται για τον Άγιο Κωνσταντίνο Γ' τον Λειχούδη. Ο Άγιος Κωνσταντίνος ο Α' εορτάζεται στις 9 Αυγούστου.

Άγιος Θεοδόσιος ο Νέος (ή Μικρός) ο Ευσεβής Βασιλιάς

 Ο Βασιλιάς Θεοδόσιος Β' βασίλευσε το έτος 408 σε ηλικία μόλις επτά χρονών, διάδοχος του πατέρα του Αρκαδίου. Ονομάστηκε Μικρός για να διακρίνεται από τον παππού του τον Μεγάλο. Του μετέδωσε τη χριστιανική ευσέβεια η αδελφή του Πουλχερία και έτσι έτρεφε μεγάλη ευλάβεια και αφοσίωση στην ορθόδοξη πίστη. Όταν ο Θεοδόσιος ο Μικρός ανέλαβε το βασιλικό σκήπτρο, με τη βοήθεια της αδελφής του Πουλχερίας, υποστήριξε θερμά την αλήθεια της Ορθόδοξης Πίστης και την ασφάλεια του συμβόλου της. Έτσι, με βασιλικό θέσπισμα της 19ής Νοεμβρίου του 430, συνήλθε την 22α Ιουνίου του 431 στην Έφεσο η Γ' Οικουμενική Σύνοδος, που καταδίκασε τις αιρετικές δοξασίες του Νεστορίου. Η Εκκλησία, για τη θερμή ευσέβεια και την σπουδαία αυτή υπηρεσία του Θεοδοσίου Β' προς την Ορθοδοξία, τον κατάταξε στον χορό των Αγίων της.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

 


Αγία Θεοδότη και τα τρία παιδιά της

 Η Αγία Θεοδότη καταγόταν από τη Νίκαια της Βιθυνίας. Από μικρή τηρούσε στην ζωή της με μεγάλη συνέπεια τις εντολές του Θεού κάτι το οποίο προσπαθούσε να περάσει και στα παιδιά της. Λόγω της χριστιανικής της πίστης συνελήφθη από τον άρχοντα Λευκάδιο, (ο οποίος την είχε ζητήσει σε γάμο, αλλά εκείνη του το είχε αρνηθεί) και αυτός την παρέδωσε στον άρχοντα της Βιθυνίας, Νικήτιο. Εκείνος, σκληρός και κακεντρεχής όπως ήταν, έριξε την Θεοδότη και τα τρία παιδιά της μέσα σε πυρακτωμένη κάμινο, όπου παρέδωσαν την ψυχή τους στον Θεό, για να λάβουν το στέφανο της αιωνίου ζωής.


Η μνήμη της Αγίας Θεοδότης και των τριών παιδιών της επαναλαμβάνεται και την 22α Δεκεμβρίου με παρόμοια βιογραφικά στοιχεία.



Ἀπολυτίκιον  

Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτὴρ.

Ὡς δῶρον ἐκλεκτόν, Θεοδότη θεόφρον, προσήγαγες Θεῷ, τοὺς ἐνθέους βλαστούς σου, σὺν τούτοις γὰρ ἠγώνισαι, ἱερῶς ἐναθλήσασα, μεθ’ ὧν πρέσβευε, ὑπὲρ ἡμῶν τῷ Κυρίῳ, δοῦναι ἄφεσιν, ἁμαρτιῶν ἡμῖν πᾶσι, καὶ βίου διόρθωσιν.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

 


Άγιος Καλλίνικος

 Ο Άγιος Καλλίνικος κατάγονταν από την Κιλικία. Ήταν ευσεβής και ενάρετος και είχε σαν έργο ζωής την κατήχηση των εθνικών με σκοπό τη σωτηρία τους. Όταν έφθασε στην Αίγυπτο, φανατικοί ειδωλολάτρες εξεγέρθηκαν εναντίον του, τον συνέλαβαν και τον οδήγησαν στον ηγεμόνα Σακέρδωνα. Αυτός, υποκρινόμενος, έδειξε ότι λυπάται, και για να κάμψει το φρόνημα του Καλλινίκου, ανέφερε δήθεν περιστατικά πρώην γενναίων χριστιανών, που όταν αντίκρισαν τα σκληρά βάσανα, αρνήθηκαν την πίστη τους. Ο Καλλίνικος, αντιλαμβανόμενος την υποκρισία του ηγεμόνα, μειδίασε και του είπε: «Μην αναβάλλεις, έπαρχε, να λάβεις πείρα της δύναμης με την οποία ο Χριστός οπλίζει τους γνήσιους πιστούς Του. Γρήγορα ετοίμασε όλα σου τα κολαστήρια όργανα, φωτιά, ξίφη, τροχούς, μαχαίρια, μαστίγια και ό,τι άλλο σκληρό μαρτύριο έχεις. Όλα αυτά και άλλα περισσότερα και σκληρότερα βασανιστήρια ποθώ για την αγάπη του Χριστού». Πράγματι, ο έπαρχος τον μαστίγωσε σκληρά. Του φόρεσε παπούτσια, τα οποία είχαν καρφιά και τον ανάγκασε να τρέχει μέχρι την πόλη της Γάγγρας σε απόσταση ογδόντα στάδια. Έσκισε τις σάρκες του με σιδερένια νύχια και όπως ήταν μισοπεθαμένος, τον έδεσε πίσω από ένα άγριο άλογο, που τον έσυρε για πολλά χιλιόμετρα. Τόση ήταν η λύσσα του έπαρχου, που πρίν ο Καλλίνικος αφήσει την τελευταία του πνοή, τον έριξε μέσα στη φωτιά. Έτσι ένδοξα πήρε το στεφάνι του μαρτυρίου. Η δε σύναξη του γινόταν κοντά στην γέφυρα του Iουστινιανού, και κοντά σε κάποιο μέρος που λεγόταν Πετρίον.



Ἀπολυτίκιον  

Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.

Κλῆσιν σύνδρομον, ἔχων τῷ βίῳ, νίκος καλλίστον, ἤρας ἐν ἄθλοις, καταλλήλως γεγονῶς ὁ προκέκλησαι, σὺ γὰρ καλῶς τὸν ἀγῶνα τελέσας σου, ὡς νικητὴς ἐδοξάσθης Καλλίνικε. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.


Κοντάκιον

Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.

Τὰ ἄνω τερπνά, ἀξίως νῦν κεκλήρωσαι· Χριστοῦ γὰρ σφοδρῶς, τῷ πόθῳ πυρακτούμενος, τοῦ πυρὸς Καλλίνικε, δι᾽ αὐτοῦ ἀνδρείως κατετόλμησας· ᾧ καὶ νῦν παριστάμενος, μὴ παύσῃ πρεσβεύων, ὑπὲρ τῶν πάντων ἡμῶν.

Δευτέρα 28 Ιουλίου 2025

ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΕΙΡΗΝΗ ΤΗΝ ΧΡΥΣΟΒΑΛΑΝΤΟΥ

Το ιερό ‘’σκρολάρισμα’’.....

 Ανοίγουμε το κινητό και σκρολάρουμε με τις ώρες....

Περνάμε από την μια θλιβερή είδηση στην άλλη.....

Πολέμους, φωτιές, σεισμοί, πλημμύρες, βία και πόσα άλλα άσχημα γεγονότα....

Τις πιο πολλές φορές συμπάσχουμε όσο τις θωρούμε στην οθόνη....Και συνήθως από θέση άνετη κι ασφαλή....

Θα πεις εεε και τι μπορώ να κάνω από εδώθε μακριά που είμαι εγώ;

Κάτι τόσο απλό κι εύκολο....

Να βγάλεις το κομβοσχοίνι που έχεις στο χέρι για κόσμημα, που έχεις στο αυτοκίνητο για φυλαχτό, που έχεις ξεχασμένο στο συρτάρι με τον αγιασμό και το λάδι από κείνο το μοναστήρι που πήγες και να το χρησιμοποιήσεις....

Δηλαδή να κάνουμε προσευχή.....

Αντί να γυρίζουμε με το δάχτυλο έτσι με τις ώρες τις εικόνες στο κινητό

να γυρίζουμε προσευχόμενοι τους κόμβους του κομβοσχοινιού.....

Να που υπάρχει και το ιερό ‘’σκρολάρισμα’’.....

Καλά θα μου πεις εμένα περιμένει ο Θεός για να βοηθήσει;

Ναι φίλε μου και εσένα και εμένα κι όλο τον ντουνιά.....

Μέσα στο πυκνό σκοτάδι όσα πιο πολλά τα ‘’κεράκια’’ τόσο πιο δυνατή είναι η αντίσταση.....

Τα γόνατα(η προσευχή) μη τα υποτιμάς έχουν φωνή, έχουν δύναμη....

Κι έχουν γιατί έχει Εκείνος(ο Χριστός) που τα ακούει και ξέρει κι από πόνο και από κακία....

π.Ιωάννης Παπαδημητρίου

Οι Πολλοί και οι Λίγοι – «πολλοὶ γάρ εἰσι κλητοί, ὀλίγοι δὲ ἐκλεκτοί».

 Πολλοί μιλούν περί του Χριστού αλλά λίγοι γνωρίζουν την ζωή και την διδασκαλία Του.


 Πολλοί λένε ότι αγαπούν τον Χριστό αλλά λίγοι τηρούν τις εντολές Του.


 Πολλοί διαβάζουν τα πάντα στο διαδίκτυο αλλά λίγοι διαβάζουν την Καινή Διαθήκη.


 Πολλοί κάνουν τον σταυρό τους αλλά λίγοι τον σηκώνουν στην καθημερινότητά τους.


 Πολλοί ασπάζονται τις εικόνες των Αγίων αλλά λίγοι μιμούνται τη ζωή τους.


 Πολλοί εξυμνούν την Παναγία αλλά λίγοι αγαπούν την αγνότητα, την σεμνότητα και την απλότητα.


Πολλοί μισούν την αμαρτία αλλά λίγοι τις αφορμές της.


 Πολλοί λένε ότι είναι αμαρτωλοί αλλά λίγοι εξομολογούνται.


 Πολλοί κοινωνούν των αχράντων μυστηρίων αλλά λίγοι έχουν πνευματικό.


 Πολλοί διαθέτουν χρόνο για τα πάντα αλλά λίγοι για προσευχή.


 Πολλοί περιμένουν το Πάσχα αλλά λίγοι νηστεύουν.


 Πολλοί ισχυρίζονται ότι κάνουν τα πάντα για τα παιδιά τους αλλά λίγοι τα οδηγούν στο Θεό.


 Πολλοί βλέπουν τις αμαρτίες των άλλων αλλά λίγοι τις δικές τους.


 Πολλοί ομολογούν ότι ο κόσμος δεν πάει καλά αλλά λίγοι βάζουν αρχή μετανοίας.


 Πολλοί επισκέπτονται μοναστήρια, προσκυνήματα και Γεροντάδες αλλά λίγοι κάνουν υπακοή στον πνευματικό τους.


 Πολλοί ντύνονται σεμνά εντός εκκλησίας αλλά λίγοι εκτός εκκλησίας.


 Πολλοί τις Κυριακές επιλέγουν να εργαστούν, κοιμηθούν, διασκεδάσουν, ψωνίσουν, ταξιδέψουν αλλά λίγοι να εκκλησιαστούν.


 Πολλοί ακούν την καμπάνα της εκκλησίας αλλά λίγοι ανταποκρίνονται στο κάλεσμά της.


 Πολλοί που εξομολογούνται εξαγορεύουν τις αμαρτίες τους αλλά λίγοι αναλαμβάνουν πλήρως την ευθύνη των αμαρτιών τους.


 Πολλοί πηγαίνουν στην εκκλησία για μνημόσυνα, φανουρόπιτες και αρτοκλασία αλλά λίγοι εκκλησιάζονται κάθε Κυριακή.


Ø Πολλοί έχουν κομποσκοίνι στον καρπό και στο αυτοκίνητό τους αλλά λίγοι προσεύχονται με αυτό.


Ø Πολλοί θυμούνται τον Θεό όταν ασθενούν αλλά λίγοι όταν υγιαίνουν.


Ø Πολλοί βοηθούν τον συνάνθρωπο με μέτρο αλλά λίγοι χωρίς μέτρο, με θυσία.


Ø Πολλοί λένε ότι πιστεύουν στο Θεό και στην Πρόνοιά Του αλλά λίγοι αντιμετωπίζουν τις δυσκολίες ατάραχα και ψύχραιμα.


Ø Πολλοί κλαίνε τους σωματικά νεκρούς αλλά λίγοι τους ψυχικά νεκρούς.


Ø Πολλοί «θεολογούν» και συζητούν για τον Χριστό αλλά λίγοι ζουν κατά Χριστόν.


Ø Πολλοί αγωνίζονται και ενδιαφέρονται για αυτή τη ζωή αλλά λίγοι για την άλλη, την πέραν του τάφου.


Ø Πολλοί πιστεύουν στο Θεό με τα χείλη αλλά λίγοι με την καρδιά.


Ø Πολλοί φοβούνται τον πόλεμο, την πείνα, τον καρκίνο αλλά λίγοι την κόλαση.


Ø Πολλοί έχουν πτυχία, μεταπτυχιακά και διδακτορικά αλλά λίγοι γνωρίζουν τον Θεό.


Ø Πολλοί μιλούν ξένες γλώσσες αλλά λίγοι την γλώσσα του Ευαγγελίου.


Ø Πολλοί μιλούν στο τηλέφωνο και γράφουν στο κινητό ώρες αμέτρητες αλλά λίγοι μιλούν με τον Θεό στην προσευχή.


Ø Πολλοί διαμαρτύρονται για την φτώχεια αλλά λίγοι ελεούν τους φτωχούς.


Ø Πολλοί πηγαίνουν τα παιδιά τους σε φροντιστήρια και δραστηριότητες αλλά λίγοι στην Εκκλησία και στο κατηχητικό.


Ø Πολλοί δεν αδικούν αλλά λίγοι ανέχονται και υποφέρουν την αδικία.


Ø Πολλοί το Πάσχα λένε «Χριστός Ανέστη» αλλά λίγοι θρηνούν τους πεθαμένους ως κεκοιμημένους που θα ξυπνήσουν.


Ø Πολλοί κλαίνε απαρηγόρητα τους νέους που πεθαίνουν αλλά λίγοι τους έκλαιγαν όταν ζούσαν στην ασωτία μακράν του Θεού.


Ø Πολλοί ανησυχούν για τα υλικά αγαθά αλλά λίγοι για την ημέρα της Κρίσεως.


Ø Πολλοί δικαιολογούν τα σφάλματά τους αλλά λίγοι τα σφάλματα των άλλων.


Ø Πολλοί είναι αυστηροί με τους άλλους αλλά λίγοι με τον εαυτό τους.


Ø Πολλοί θέλουν να αρέσουν στους ανθρώπους αλλά λίγοι στον Θεό.


Ø Πολλοί κάνουν όνειρα και σχέδια αλλά λίγοι έχουν μνήμη θανάτου.


Ø Πολλοί πηγαίνουν σε ρεβεγιόν και πάρτι αλλά λίγοι σε κηδείες.


Ø Πολλοί μιλούν και ανησυχούν για τους ξαφνικούς θανάτους αλλά λίγοι ετοιμάζονται για το θάνατό τους.


Ø Πολλοί φροντίζουν το άρρωστο σώμα τους αλλά λίγοι την άρρωστη ψυχή τους.


Ø Πολλοί γονείς καμαρώνουν όταν τα παιδιά τους γίνονται γιατροί αλλά λίγοι όταν γίνονται μοναχοί.


Ø Πολλοί τρέχουν στους ψυχολόγους αλλά λίγοι στους εξομολόγους.


Ø Πολλοί γονείς αγωνιούν για τους βαθμούς των παιδιών τους αλλά λίγοι για την πνευματική τους πρόοδο.


Ø Πολλοί λυπούνται τους ανήμπορους και κατάκοιτους αλλά λίγοι προθυμοποιούνται να τους φροντίσουν.


Ø Πολλοί νοιάζονται για την εμφάνισή τους αλλά λίγοι για την ψυχή τους.


Ø Πολλοί λυπούνται τους φτωχούς αλλά λίγοι βάζουν το χέρι στην τσέπη.


Ø Πολλοί ασχολούνται με τον Αντίχριστο αλλά λίγοι με τον Χριστό.


Ø Πολλοί συμμετέχουν στις χαρές αλλά λίγοι στις λύπες.


Ø Πολλοί έχουν τηλεόραση και υπολογιστή στο σπίτι αλλά λίγοι εικονοστάσι και καντήλι.


Ø Πολλοί καπνίζουν στο σπίτι αλλά λίγοι λιβανίζουν.


Ø Πολλοί πίνουν καφέ όταν ξυπνούν αλλά λίγοι αγιασμό.


Ø Πολλοί εξαγριώνονται όταν βρίζουν τον πατέρα και την μητέρα τους αλλά λίγοι όταν βλασφημείται ο Χριστός και η Παναγία.


Ø Πολλοί τρέχουν στους μοντέρνους κληρικούς αλλά λίγοι στους παραδοσιακούς.


Ø Πολλοί δηλώνουν ορθόδοξοι αλλά λίγοι ζουν ορθόδοξα με ακρίβεια.


Ø Πολλοί συμμετέχουν στις ακολουθίες των Αγίων Πατέρων αλλά λίγοι μελετούν και αποδέχονται την διδασκαλία τους.


Ø Πολλοί λυπούνται όταν προδίδεται η ορθόδοξη πίστη και καταλύονται οι παραδόσεις αλλά λίγοι διαμαρτύρονται και αντιδρούν.


«πολλοὶ γάρ εἰσι κλητοί, ὀλίγοι δὲ ἐκλεκτοί» (Ματθ. 20,16 & 22,14)


«τί στενὴ ἡ πύλη καὶ τεθλιμμένη ἡ ὁδὸς ἡ ἀπάγουσα εἰς τὴν ζωήν, καὶ ὀλίγοι εἰσὶν οἱ εὑρίσκοντες αὐτήν!» (Ματθ. 7,14)


«εἶπε δέ τις αὐτῷ· Κύριε, εἰ ὀλίγοι οἱ σῳζόμενοι; ὁ δὲ εἶπε πρὸς αὐτούς· ἀγωνίζεσθε εἰσελθεῖν διὰ τῆς στενῆς πύλης· ὅτι πολλοί, λέγω ὑμῖν, ζητήσουσιν εἰσελθεῖν καὶ οὐκ ἰσχύσουσιν.» (Λουκ. 13, 23-24)


«῾Ησαΐας δὲ κράζει ὑπὲρ τοῦ ᾿Ισραήλ· ἐὰν ᾖ ὁ ἀριθμὸς τῶν υἱῶν ᾿Ισραὴλ ὡς ἡ ἄμμος τῆς θαλάσσης, τὸ κατάλειμμα σωθήσεται» (Ρωμ. 9,27)


«οὕτως οὖν καὶ ἐν τῷ νῦν καιρῷ λεῖμμα κατ᾿ ἐκλογὴν χάριτος γέγονεν.» (Ρωμ. 11,5)


Καρανίκας Παναγιώτης

Όσιος Παύλος ο Ξηροποταμινός

 Ο Όσιος Παύλος έζησε τον 10ο αιώνα μ.Χ. και ήταν υιός ευσεβών βυζαντινών αρχόντων, κατά τον βίο του «ύπατος των φιλοσόφων», που από νωρίς ασπάσθηκε την αρετή.


Ως επαίτης αναχωρεί από την Κωνσταντινούπολη κι έρχεται αγνώριστος στο αγιώνυμο Όρος. Κοντά στη σημερινή μονή του Ξηροποτάμου, της οποίας υπήρξε κτήτορας, έστησε την ασκητική του καλύβη, έχοντας για στρώμα τη γη και για προσκέφαλο μια πέτρα. Η αρετή του τον έκανε θαυμαστό και οι άνθρωποι έρχονταν από παντού να τον γνωρίσουν. Στην πατρίδα του, όπου για λίγο επιστρέφει, γίνεται πηγή ωφέλειας μεγάλης.


Ο πόθος μεγαλύτερης ησυχίας τον απομακρύνει από τη μονή του Ξηροποτάμου και τον φέρνει στους πρόποδες του Άθω, όπου και αναγκάζεται από τους πολλούς μαθητές του να κτίσει νέα μονή, προς τιμή του Αγίου Γεωργίου, γνωστή σήμερα ως του Αγίου Παύλου. Προγνώρισε το τέλος του πριν από αρκετό καιρό και ετοιμάσθηκε για την αναχώρηση διδάσκοντας τους μαθητές του: «έχετε, τέκνα και αδελφοί, την αγάπην, την ευχήν, την ταπείνωσιν και την υπακοήν διότι όποιος μοναχός δεν έχη αυτάς τας αρετάς, δεν πρέπει να λέγεται μοναχός, αλλά κοσμικός».


Κείμενα του Οσίου Παύλου, σώζονται στη Μονή Ξηροποτάμου, εκ των οποίων έξι Κανόνες στους Αγίους 40 μάρτυρες, κανόνας ιαμβικός στον τίμιο σταυρό και λόγος στα Εισόδια της Θεοτόκου.


Νεώτερη ακολουθία συνέθεσε ο μοναχός Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης.




Ἀπολυτίκιον

Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.

Βασιλείου ἀξία ἀνταλλαξάμενος, τὸν θεούφαντον τρίβωνα τῆς ὅσιας ζωῆς, ὡς ἀστὴρ ἑωθινὸς ἐν Ἄθῳ ἔλαμψας, καὶ ὁδηγεῖς φωτιστικῶς, Μοναζόντων τοὺς χορούς, πρὸς κτῆσιν τὴν τῶν κρειττόνων, Παῦλε Πατέρων ἄκρατης, καὶ πρεσβευτὰ ἠμῶν πρὸς Κύριον.


Κοντάκιον

Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.

Ὡς ἀνάκτων βλάστημα, Παῦλε θεόφρον, κληρονόμος ἄξιος, καὶ υἱὸς ὤφθης εὐκλεής, τοῦ οὐρανίου Παντάνακτος, δι’ ἰσαγγέλου ζωῆς Πάτερ Ὅσιε.


Μεγαλυνάριον

Ὤφθης βασιλείας τῶν οὐρανῶν, ὡς ἀνάκτων γόνος, κληρονόμος δι’ ἀρετῶν· σὺ γὰρ Πάτερ Παῦλε, ἀγγελικῶς βιώσας, τῆς ὑπὲρ νοῦν εὐκλείας, λαμπρῶς ἠξίωσαι.

Άγιος Ακάκιος

 Ο Άγιος Ακάκιος, καταγόταν από την Απολλωνία και μαρτύρησε στα χρόνια του βασιλιά Λικίνιου. Ήταν ένθερμος υποστηρικτής του Ευαγγελίου και δεινός κήρυκάς του. Λόγω του έργου του καταγγέλθηκε και βασανίστηκε. όμως με τη θεία επέμβαση, βγήκε αλάβωτος από τα βασανιστήρια. Έτσι δεν έπαθε τίποτα όταν τον έριξαν μέσα σε καζάνι με βραστό νερό και διασώθηκε από την αγριότητα πεινασμένου λιονταριού. Βλέποντας αυτά τα θαύματα ο έπαρχος Τερέντιος, τον άφησε ελεύθερο.


Στη συνέχεια ο Άγιος μετέβη στην Μίλητο, όπου και συνέχισε το κήρυγμα του Ευαγγελίου και της μιας αληθινής πίστης του Κυρίου. Εκεί ο Άγιος συνελήφθη και οδηγήθηκε στον ναό των ειδώλων και με την απειλή των βασανιστηρίων, θέλησαν οι ειδωλολάτρες να τον κάνουν να θυσιάσει στα είδωλα. Ο Άγιος Ακάκιος όμως με την δύναμη της προσευχής του και μόνο, μπόρεσε να συντρίψει τα αγάλματα των ειδώλων. Για αυτή του την πράξη αποκεφαλίστηκε.


Το άγιο λείψανό του, το παρέλαβε ο Πρεσβύτερος Λεόντιος και αφού το άλειψε με μύρα, το εναπόθεσε στην πόλη των Συνάδων.

Άγιος Ευστάθιος που μαρτύρησε στην Άγκυρα

 Ο Άγιος Ευστάθιος γεννήθηκε στην πόλη Άγκυρα και είναι από τα λαμπρά στολίσματα της Εκκλησίας.


Θαρραλέος κήρυκας του Ευαγγελίου και ακούραστος εργάτης των εντολών του, καταγγέλθηκε στον έπαρχο Κορνήλιο. Στην ανάκριση που του έκαναν, επέμεινε στην ομολογία του Χριστού και καταδικάστηκε στην πιο βάρβαρη ποινή. Του τρύπησαν δηλαδή τους αστραγάλους, έπειτα, αφού τον έδεσαν από τις τρύπες των πληγών του με σχοινί, τον έσυραν στον ποταμό Σάγαρι, στα νερά του οποίου τον έριξαν. Διασώθηκε όμως από τη θεία χάρη και βγήκε έξω.


Μετά από λίγες μέρες, όταν το έμαθε αυτό ο έπαρχος, ντροπιασμένος σκότωσε τον Ευστάθιο με το δικό του μαχαίρι. Έτσι ο Ευστάθιος, παρέδωσε την αγία του ψυχή, στεφανωμένος με το στεφάνι του μαρτυρίου

Άγιοι Πρόχορος, Νικάνωρ, Τίμων και Παρμένας οι Απόστολοι και Διάκονοι

 «Ὃς ἐὰν θέλῃ ἐν ὑμῖν μέγας γενέσθαι, ἔσται ὑμῶν διάκονος» (Κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγέλιο, κ΄ 26). Όποιος, δηλαδή, θέλει να γίνει μέγας μεταξύ σας, είπε ο Κύριος, ας είναι υπηρέτης σας και ας μαθαίνει να γίνεται εξυπηρετικός στους άλλους. Σ’ αυτήν την κατηγορία ανθρώπων ανήκαν και οι απόστολοι (από τους 70 μαθητές του Κυρίου) Πρόχορος, Νικάνωρ, Τίμων και Παρμένος. Αυτοί ήταν μεταξύ των επτά εκλεγμένων διακόνων της πρώτης χριστιανικής Εκκλησίας των Ιεροσολύμων (Πράξ. στ' 5). Το έργο τους ήταν να υπηρετούν και να επιστατούν στη διατροφή των απόρων μελών της Εκκλησίας, ιδιαίτερα των ορφανών και των χηρών. Αλλά υπηρετούσαν και στη διάδοση του θείου λόγου.


Έτσι αργότερα, ο μεν Πρόχορος ακολούθησε τον ευαγγελιστή Ιωάννη στη Μικρά Ασία, όπου έγινε επίσκοπος Νικομήδειας και αναδείχθηκε τέλειος διάκονος του επισκοπικού καθήκοντος, ο δε Τίμων υπέστη μαρτυρικό θάνατο στη Βόστρα της Αραβίας, όπου είχε σταλεί να υπηρετήσει το Ευαγγέλιο. Οι άλλοι δύο, ο Νικάνωρ και ο Παρμενάς, πέθαναν στην Ιερουσαλήμ, εκτελώντας το διακονικό τους έργο. Κηδεύθηκαν από τους ίδιους τους Αποστόλους, κάτω από το πένθος όλης της Εκκλησίας, την οποία υπηρέτησαν με τόσο ζήλο και επιτυχία. Έτσι, ο καθένας χωριστά, αναδείχθηκε «πιστὸς διάκονος ἐν Κυρίῳ» (Επιστολή προς Έφεσίους, στ' 21). Δηλαδή πιστός διάκονος στο έργο του Κυρίου.



Ἀπολυτίκιον

Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Ὡς θεῖοι συνέκδημοι, τῶν Ἀποστόλων Χριστοῦ, θεόθεν ἐκρίθητε διακονεῖν εὐσεβῶς, τῷ θείῳ πληρώματι, Πρόχορε θεηγόρε, σὺν Νικάνορι ἅμα, Τίμων ὁ θεοκήρυξ. Παρμενᾶς τε ὁ θεῖος, πρεσβεύοντες τῷ Κυρίῳ, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.


Έτερον Ἀπολυτίκιον

Ἦχος γ’.

Ἀπόστολοι Ἅγιοι, πρεσβεύσατε τῷ ἐλεήμονι Θεῷ , ἵνα πταισμάτων ἄφεσιν, παράσχῃ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.


Κοντάκιον

Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτὴρ.

Διάκονοι σεπτοί, καὶ αὐτόπται τοῦ Λόγου, καὶ σκεύη ἐκλογῆς, ἀνεδείχθητε πίστει, Νικάνορ καὶ Πρόχορε, Παρμενᾶ, Τίμων ἔνδοξε· ὅθεν σήμερον, τὴν ἱερὰν ὑμῶν μνήμην, ἑορτάζομεν, ἐν εὐφροσύνῃ καρδίας, ὑμᾶς μακαρίζοντες.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

 


Οσία Ειρήνη η Χρυσοβαλάντου

 Η Οσία Ειρήνη έζησε στα χρόνια της βασίλισσας Θεοδώρας, που αναστήλωσε τις άγιες εικόνες.


Η Ειρήνη καταγόταν από την Καππαδοκία και διακρινόταν όχι μόνο για την ευσέβειά της, αλλά και για την σωματική ωραιότητά της και για την ευγενή ανατροφή της. Είχε ζητηθεί λοιπόν σε γάμο, από διακεκριμένο άνδρα του παλατιού και ξεκίνησε για το Βυζάντιο. Στη διαδρομή όμως, πέρασε από τη Μονή του Χρυσοβαλάντου και τόσο ελκύστηκε από τη συναναστροφή των καλογριών, ώστε πήρε τη μεγάλη απόφαση να παραμείνει μαζί τους. Έτσι απέρριψε τις κοσμικές δόξες, γύρισε στην πατρίδα της, πούλησε τα υπάρχοντά της, βοηθώντας πολλούς φτωχούς και τα υπόλοιπα χρήματα τα εναπόθεσε στη Μονή. Έγινε μοναχή και η ζωή της μέσα στο μοναστήρι υπήρξε πολύ ασκητική και αγία.


Όταν πέθανε η ηγουμένη, η Ειρήνη, παρά την άρνηση της, ορίστηκε διάδοχος της. Από τη νέα της θέση, επετέλεσε τα καθήκοντα της άριστα. Ο Θεός μάλιστα, την προίκισε με το προφητικό και θαυματουργικό χάρισμα. Έτσι διά της προσευχής της, απάλλαξε πολλούς από τα δαιμόνια. Προαισθάνθηκε τον θάνατο της και απεβίωσε ειρηνικά, γεμάτη χαρά για το ευχάριστο ουράνιο ταξίδι της.



Ἀπολυτίκιον  

Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.

Βασιλείας γήινους πάλαι οὐκ ἔτυχες, ἀλλ' ἄφθάρτων στεφάνων νῦν σὲ ἠξίωσεν, ὁ Νυμφίος σου Χριστὸς ὁ ὡραιότατος, ᾧ καθιέρωσας σαυτήν, ὅλῃ καρδίᾳ καὶ ψυχῇ, Εἰρήνη Ὁσία Μῆτερ, Χρυσοβαλάντου ἡ δόξα, ἡμῶν δὲ προσφυγὴ καὶ βοήθεια.

Κυριακή 27 Ιουλίου 2025

ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝΑ

Πως βλέπουμε τα θαύματα της αγάπης του Θεού;

 Κυριακή Ζ' Ματθαίου


του Ιωάννη Καραβιδόπουλου,


Στο ανάγνωσμα αυτής της Κυριακής γίνεται λόγος για δύο θαύματα του Ιησού, για τη θεραπεία δύο τυφλών και ενός κωφού δαιμονιζομένου. Θεραπείες τυφλών μας αφηγούνται συχνά οι ευαγγελιστές για να δείξουν ότι ο Ιησούς είναι ο Μεσσίας, ο οποίος αναμενόταν να έλθει για να χαρίσει, μεταξύ άλλων, και το φως στους τυφλούς.



Ο Χριστός, με τη θεία αυθεντία αυτού που διακηρύσσει ότι είναι «το φως του κόσμου» (βλ. Ιωάν. 8, 12), εγγίζει τα κλειστά μάτια των δύο τυφλών της διηγήσεως που ζητούν έλεος και βοήθεια και τους λέγει: «Κατά την πίστιν υμών γενηθήτω υμίν». Κι αυτό το «γενηθήτω» δεν μπορεί παρά να μας φέρει στο νου τη δημιουργική προσταγή του Θεού κατά τη δημιουργία του κόσμου, όπως την περιγράφει η Π. Διαθήκη στο βιβλίο της Γενέσεως (Γεν. 1, 3’ 6- 14 κλπ.).


Ο Υιός του Θεού έρχεται στον κόσμο να αποκαταστήσει το χαλασμένο από τη φθορά και την αμαρτία δημιούργημα. Όπως με την αυθεντική προσταγή του Θεού δημιουργήθηκε ο κόσμος και ο άνθρωπος, έτσι με την ίδια αυθεντία αναδημιουργείται ο άνθρωπος από τον Υιό του Θεού για να γίνει ένα καινούργιο πλάσμα, μέλος της Εκκλησίας, κληρονόμος των θείων δώρων απαλλαγμένος από την τυφλότητα, από τη δαιμονική κυριαρχία, από το μίσος και από το θάνατο.



Τέτοιες θεραπείες τυφλών ή κωφών συναντούμε συχνά στα ευαγγέλια, γι’ αυτό δεν θα μείνουμε σήμερα σε θέματα όπως η πίστη σαν προϋπόθεση του θαύματος, ή η επιμονή των ασθενών στο αίτημα της θεραπείας, ή η θεία δύναμη του Ιησού στο να επιτελεί θαυμαστά γεγονότα που προκαλούν τον ενθουσιασμό του λαού και τον οδηγούν σε δοξολογία του Θεού. Θα σταματήσουμε στην ερμηνεία που δίνουν οι Φαρισαίοι για τα θαύματα. Ενώ ο λαός θαυμάζει και εκπλήσσεται και αναγνωρίζει τον έκτακτο και μοναδικό χαρακτήρα της θεραπείας, που επετέλεσε ο Ιησούς, οι Φαρισαίοι υποστηρίζουν ότι «εν τω άρχοντι των δαιμόνιων εκβάλλει τα δαιμόνια». Επειδή δεν μπορούν να αμφισβητήσουν την πραγματικότητα της θεραπείας την ερμηνεύουν σαν αποτέλεσμα συνεργασίας του Χριστού με τον αρχισατανά, ανατρέποντας έτσι την πραγματικότητα που είναι η αποκάλυψη της αγάπης του Θεού για τον άνθρωπο, τον ταλαιπωρημένο και αγνώριστο από τη φθορά της αμαρτίας άνθρωπο, και αποδίδοντας ενέργειες του Θεού στον σατανα. Σε κάποια άλλη περίπτωση (βλ. Ματθ. 12, 24 εξ. 31-32) χαρακτηρίζει ο Ιησούς τη φαρισαϊκή αυτή ερμηνεία σαν βλασφημία εναντίον του Αγίου Πνεύματος• γιατί όποιος στο πρόσωπο και το έργο του Ιησού δεν αναγνωρίζει το Πνεύμα του Θεού και δεν βλέπει το καταλυτικό έργο του Θεού εναντίον των δαιμονικών στοιχείων, αυτός βλασφημεί κατά του Αγίου Πνεύματος και διαστρεβλώνει τόσο πολύ τα πράγματα, ώστε να στερεί και τον εαυτό του από κάθε ελπίδα μετάνοιας και συνεπώς συγχω ρήσεως.



Αξίζει να σημειωθεί ότι οι Φαρισαίοι δεν αρνούνται την πραγματικότητα των θαυμάτων του Χριστοΰ, αλλά προσπαθούν να τα ερμηνεύουν με τρόπο διαστρεβλωτικό της αλήθειας. Έτσι αποδεικνύονται πρόδρομοι των διαφόρων ορθολογιστών των κατοπινών χρόνων, οι οποίοι 



προσπάθησαν να αποδώσουν τα θαύματα της Κ. Διαθήκης σε φυσικά αίτια, σε ψυχολογικά φαινόμενα ή άκόμη σε φαντασιώσεις των μαθητών. Τα θαύματα δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται με τρόπο ψυχρό και εγκεφαλικό, ούτε γίνονται για να προκαλέσουν την πίστη στον άνθρωπο αλλά την προϋποθέτουν. Κι άκόμη χρειάζεται καθαρή καρδιά απαλλαγμένη από την κακότητα, την ιδιοτέλεια και το μίσος, και θείος φωτισμός για να αναγνωρίσει ο άνθρωπος στα θαύματα του Χριστού την αποκάλυψη της βασιλείας του Θεού, τη φανέρωση της θείας αγάπης, τον νέο κόσμο της ελπίδας που ανατέλλει για τους πιστούς. Τα θαύματα της αγάπης του Θεού δεν σταμάτησαν ποτέ μέχρι σήμερα, ούτε εμποδίστηκαν από τις κακόβουλες ερμηνείες των αρνητών της πίστεως. Μόνο που χρειάζεται να τα δει κανείς με το πρίσμα του βιώματος της πίστεως, μέσα από τα μυστήρια της Εκκλησίας, τα οποία είναι τα διαρκή θαύματα του  Αγίου Πνεύματος στην πορεία της Ιστορίας.



΄Οποιος περιμένει να δει θαύμα για να πιστεψει στον Χριστό, θα μένει πάντοτε σε μια άκαρπη αναμονή ή θα τραπεί σε μια ψυχρή ορθολογιστική αντιμετώπιση της θρησκείας- μόνον όποιος πιστέψει και ζήσει την πραγματική ζωή της Εκκλησίας, θα βρεθεί μπροστά στο θαύμα της αγάπης του Θεού που είναι η σωτηρία, ο νέος κόσμος της αναστάσεως.



Η σημερινή περικοπή, πέρα από τη μεσσιανική αυθεντία του Χριστού και την εμμονή των ασθενών στην αίτηση του θείου ελέους, θέλει με την τελική παρατήρησή της για την ερμηνεία των θαυμάτων από τους Φαρισαίους να μας υπομνήσει την αλήθεια, ότι η συνάντησή μας με το θαύμα της αγάπης του Θεού πραγματοποιείται μακριά από τους ορθολογισμούς, μακριά από τις κακόβουλες διαστρεβλώσεις, μέσα στην νέκρωση του εαυτού μας και την ανάστασή του στη νέα ζωή που την εμπνέει και την καθοδηγεί το Πνεύμα του Θεού.

Κυριακή Ζ’ Ματθαίου

 Η καταγωγή της Ευχής τού Ιησού και η αξία της 


π. Αθανάσιος Μυτιληναίος


[Ματθ. 9, 27-35]


Απομαγνητοφωνημένη ομιλία που εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 25-7-1982                                                                                                                                              


Κάποτε, αγαπητοί μου, ο Κύριος, διερχόμενος σε έναν τόπον, Τον συνήντησαν δύο τυφλοί, οι οποίοι έκραζαν: «Ἰησοῦ, υἱέ Δαυΐδ, ἐλέησον ἡμᾶς». «Ιησού, απόγονε του Δαβίδ», δηλαδή Μεσσία, «ελέησέ μας».


Είναι πολύ συγκινητικό να βλέπει κανείς τυφλούς ανθρώπους γενικά ασθενείς, να σπεύδουν να βρουν την υγεία των, πολύ δε περισσότερο, όταν αυτή είναι όρασις και δεν βλέπουν γύρω τίποτα, παρά μόνο σκοτάδι, να σπεύδουν να ζητήσουν την θεραπεία τους από τον Θεό. Αλλά εκείνο που κάνει κατάπληξη είναι ότι εκείνοι που είχαν τα μάτια τους δεν έβλεπαν, για να ομολογήσουν τον Ιησού «υιό του Δαβίδ». Δηλαδή Μεσσία. Διότι ο τίτλος «υἱός Δαυΐδ» σημαίνει Μεσσίας, δηλαδή Χριστός. Εκείνοι που δεν είχαν τα μάτια τους και δεν είχαν δει κανένα θαύμα, παρά μόνο είχαν μάθει, είχαν ακούσει, συνεπώς είχαν πιστέψει, αυτοί να ομολογούν τον Ιησούν «υἱόν Δαυΐδ». Κάνει εντύπωση αυτό.


Και λίγο πιο κάτω, όταν ο Κύριος θα τους πει «Τι θέλετε;», μάλιστα επί λέξει να σας το πω: «Πιστεύετε ὅτι δύναμαι τοῦτο ποιῆσαι;». «Πιστεύετε -Είδατε; Στη πίστιν ο Κύριος μένει– ότι αυτό Εγώ μπορώ να το κάνω;». «Λέγουσιν αὐτῷ· ναί, Κύριε». Δεν λέγουν: «Ναι, Ιησού». Δεν λέγουν: «Ναι, υιέ Δαβίδ». Αλλά λέγουν: «Ναί, Κύριε». Συνεπώς με το να πουν «Κύριον» τον Ιησούν, ομολογούν την θεότητά Του. Με το να πουν τον Ιησούν «Ἰησοῦν», ομολογούν την ανθρωπότητά Του. Και με το να Τον ονοματίσουν «υἱόν Δαυΐδ», δηλαδή Μεσσίαν, δηλαδή Χριστόν, ομολογούν την θεανθρωπίνη Του φύση και το θεανθρώπινον έργον της σωτηρίας. Είναι καταπληκτικό.


Αλλά όμως, αγαπητοί μου, η τύφλωσις δεν είναι τόσο σπουδαίο πράγμα, όταν είναι στα μάτια. Τι τώρα, τι αύριο, τι του χρόνου, τι κάποια μέρα, θα κλείσουμε τα μάτια μας. Και θα τα ανοίξομε σε μιαν άλλη ζωή. Αλλά τα μάτια μας δεν θα τ’ ανοίξομε σε μιαν άλλη ζωή, αν από τούτη τη ζωή δεν έχουν ανοίξει κάποια άλλα μάτια. Και αυτά είναι τα μάτια της ψυχής. Συνεπώς εδώ δεν πρόκειται περί τυφλών στο σώμα. Αλλά περί τυφλών στην ψυχή. Όλοι οι άνθρωποι είμεθα τυφλοί. Σε τι; Στο να δούμε τον Θεό. Αν το θέλετε, ο Χριστός εθεράπευε όχι βεβαίως για να φέρει κάποιαν κοινωνικήν, θα λέγαμε, ευτυχίαν. Απόδειξις ότι η Εκκλησία που άφησε στον κόσμον αυτόν και το Πνεύμα το Άγιον, που μένει μέσα στην Εκκλησία, δεν θεραπεύει όλους τους αρρώστους. Έχομε πολλούς αρρώστους. Και οι πιο πολλοί άγιοι, αν όχι όλοι, ήσαν άρρωστοι. Συνεπώς δεν έκανε ο Χριστός θαύματα για να αφήσει μια κληρονομιά θεραπείας όσων θα προσήρχοντο εις την Εκκλησία Του. Τότε η πίστις θα κατηργείτο. Ο Χριστός έκανε θαύματα για να πιστώσει την θεότητά Του. Αλλά και κάτι παραπέρα. Ο Χριστός άνοιγε τα μάτια των τυφλών, τα αυτιά των κωφών και φυγάδευε τους δαίμονες από τους ανθρώπους, για να μπορούν οι άνθρωποι με τις αισθήσεις τους και με τον νου τους να δουν τον Θεό. Ακούσατε· να δουν τον Θεό. Γιατί αυτοί που έβλεπαν τον Ιησούν, έβλεπαν τον Θεό. Γιατί ήταν ο Ενανθρωπήσας Θεός.


Έτσι λοιπόν οι αισθήσεις αποκαθίστανται, για να δει ο άνθρωπος όχι με τα μάτια μόνο της ψυχής, αλλά και με τα μάτια του σώματος τον Θεό. Αυτό το πράγμα είναι ακατανόητο και πολλοί θα ‘θελαν να το ψιλοκόψουν, δηλαδή να το κάνουν ιδεαλισμόν, βγάζοντας τα μάτια του σώματος, τάχα για να δουν μόνο με τα μάτια της ψυχής των τον Θεό. Ο ευαγγελιστής Ιωάννης λέγει στην πρώτη του επιστολή την καθολική ότι «ὀψόμεθα Αὐτόν καθώς ἐστίν». «Θα Τον δούμε όπως είναι και όπως είμαστε». Όπως θα αναστηθούμε με τα σώματά μας, με τα πλήρη σώματά μας, θα δούμε και Εκείνον με την πλήρη Του σωματική ύπαρξη, που είναι στον ουρανό. Δηλαδή θα Τον δούμε όπως είμαστε, όπως είναι. Γι’ αυτό άνοιγε ο Χριστός τα μάτια και τα αυτιά θεράπευε κ.ο.κ.


Αλλά, αγαπητοί μου, εδώ πρέπει να μείνομε σε κάτι. Τι είναι εκείνο που άνοιξε τελικά τα μάτια αυτών των δύο τυφλών; Ήταν μία κραυγή. Μάλιστα μία συνεχής κραυγή. Λέγει εδώ ότι οι τυφλοί έκραζαν. Και μάλιστα ο Κύριος δεν τους πρόσεξε -σκοπίμως, εντός εισαγωγικών- για να αποφύγει το πλήθος, που θα έκανε το θαύμα αυτό, κι όταν μπήκε σε ένα σπίτι, οι τυφλοί αυτοί μπήκαν κι αυτοί μέσα στο σπίτι κι εκεί ακόμη συνέχισαν να κράζουν: «Υἱέ Δαυΐδ, ἐλέησον ἡμᾶς!». Συνεπώς έβλεπαν, είχαν μπροστά τους τον Ιησούν, του Οποίου το πρόσωπον δεν αμφισβητούν, προς τον Οποίον αποτείνονται. Γι΄αυτό σας είπα, το «Ιησούς» δεν το ονομάζουν εδώ αλλά προϋποτίθεται, Τον αποκαλούν «υἱόν Δαυΐδ». Τι είναι εκείνο που τους έκανε να ανοίξουν τα μάτια τους; Αυτή η ομολογία. Προσέξατέ την. «Ιησού, υιέ Δαβίδ», συ που είσαι Κύριος, «ελέησέ μας».


Δηλαδή να το βάλω σε μία τάξη. «Κύριε»· γιατί το «Ιησού, υιέ Δαβίδ» θα πει «Χριστέ», «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησέ μας». Σας λέει τίποτα αυτό; Είναι η γνωστή προσευχή. Η γνωστή ευχή. «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον ημάς». Αυτή είναι η ευχή. Δεν είναι λοιπόν παρά η καταγωγή της ευχής, της γνωστής ευχής «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με» ή «ἐλέησον ἡμᾶς» , η καταγωγή της είναι από την Αγία Γραφή. Δεν είναι επινόησις των ανθρώπων. Μας την εδίδαξαν και οι Απόστολοι ακόμα. Δεν έχω τον χρόνο να σας πω πιο πολλά. Ο Απόστολος Παύλος, ο Απόστολος Πέτρος και ο ευαγγελιστής Ιωάννης, που αναφέρονται ακριβώς σ’ αυτήν την επίκλησιν του Ιησού Χριστού. Και αυτό το παντοδύναμο όνομα, γιατί πίσω από το όνομα είναι ένα παντοδύναμο πρόσωπο, το πρόσωπο του Θεανθρώπου Ιησού, του τελείου Θεού, του τελείου ανθρώπου· που έχει ειδικήν αποστολή από τον Πατέρα, για την σωτηρία του κόσμου ολόκληρου. Αυτό το πρόσωπο είναι το παντοδύναμο. Μπροστά στο οποίο κάμπτει παν γόνυ, επουρανίων και επιγείων και καταχθονίων. Αυτό λοιπόν άνοιξε τα μάτια των τυφλών.


Λοιπόν κι εμείς… ω κι εμείς, μη ζητούμε… δεν μας το απαγορεύει ο Θεός να ζητήσομε και την θεραπεία του σώματός μας, αγαπητοί μου, δεν μας το απαγορεύει· είπε να το ζητούμε κι αυτό. Πολλές φορές όμως η αγάπη Του δεν μας δίνει την θεραπεία σε μία σωματική μας αρρώστια. Πρέπει όμως να γίνει καλά η ψυχή μας οπωσδήποτε. Οπωσδήποτε. Γι’ αυτό λοιπόν, με την τύφλωση που έχομε και δεν μπορούμε να δούμε τον Θεό, δεν μπορούμε να νιώσομε την παρουσία Του, δεν μπορούμε να Τον εγγίσομε, εκείνο που θα μας κάνει να Τον εγγίσομε, να Τον πλησιάσομε, είναι αυτή η ευχή: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με».


Αλλά ας προσέξομε, αγαπητοί μου, κάτι εδώ. Η προσευχή αυτή η τόσο μικρή, ευμνημόνευτη, είναι πλήρης προσευχή. Όταν λέμε «πλήρης προσευχή» σημαίνει έχει όλα εκείνα τα στοιχεία, για να αποτελέσει μία προσευχή. Και να γίνει ευπρόσδεκτη από τον Θεό. Αν έχετε προσέξει, στις προσευχές της Εκκλησίας μας, που πρότυπον είναι η Κυριακή Προσευχή, το «Πάτερ ἡμῶν» υπάρχουν δύο θέσεις ή καλύτερα, δύο τμήματα. Στο πρώτο τμήμα, το οποίον είναι και πρώτον, προτάσσεται δηλαδή, αναφερόμεθα εις τον Θεόν και τις ιδιότητές Του. Στο δεύτερο τμήμα αναφερόμεθα εις τα προβλήματά μας. Πάρτε το «Πάτερ ἡμῶν». Κοιτάξτε: «Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς, ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά Σου, ἐλθέτω ἡ βασιλεία Σου, γενηθήτω τό θέλημά Σου». Αυτά όλα αναφέρονται στο πρόσωπον του Θεού. Μετά στα δικά μας θέματα: «Γενηθήτω τό θέλημά σου ὡς ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ τῆς γῆς. Τὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον δὸς ἡμῖν σήμερον· καὶ ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν· καὶ μὴ εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν, ἀλλὰ ῥῦσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ». Αιτήματα δικά μας. Σε κάθε, λοιπόν, προσευχή έχομε αυτά τα δύο τμήματα. Την θεολογία, δηλαδή αποτεινόμεθα στον Θεό και στα ζητήματά μας. Όταν λέμε όμως «την θεολογία» αναφερόμενοι στην θεολογία, αναφερόμεθα στην δοξολογία του Θεού. Γιατί όταν πω τον Θεό «Πατέρα», αυτό είναι δόξα· διότι είναι Πατήρ και Τον ομολογώ Πατέρα. Συνεπώς είναι μία δόξα προς τον Θεό. Όταν πω «να αγιασθεί», δηλαδή να δοξαστεί το όνομά Του, είναι μία δόξα στον Θεό. Έχω προσέξει, υπάρχουν ευχές, και μάλιστα λειτουργικές, όπως είναι η ευχή του Τρισαγίου Ύμνου, που λέμε στην Θεία Λειτουργία, τα τρία τέταρτα της όλης ευχής είναι δοξολογία προς τον Θεό. Συνεπώς είναι το πρώτο τμήμα. Γι΄αυτό λέγει κανείς με έναν τόνο φωνής κατά τέτοιο τρόπο, που αποτείνεται βέβαια προς τον Θεό, εκεί αλλάζει τον τόνο της φωνής, για να πάει στο τελευταίο τέταρτο του όλου μεγέθους της ευχής, που αποτείνεται στο να μας συγχωρεθούν οι δικές μας οι αμαρτίες και να μας αξιώσει ο Θεός κι εμείς να ψάλλομε τον Τρισάγιον Ύμνον.


Έτσι κι εδώ, αυτή η ευχή είναι πλήρης. Ακούσατέ την. «Κύριε Ιησού Χριστέ» είναι το πρώτον μέρος, το θεολογικόν. «Ελέησόν με». Είναι το δεύτερον μέρος. Εκείνο που αφορά σε μένα, τον άνθρωπο. Ώστε, λοιπόν, να μία πλήρης προσευχή.


Αλλά, αγαπητοί μου, ας την αναλύσομε. Όταν λέμε «Κύριε» στο δεύτερον πρόσωπον της Αγίας Τριάδος, Το αποκαλούμε «Θεόν». Διότι ο τίτλος «Κύριος» θα πει Θεός. «Ιησού» θα πει «άνθρωπος». Συνεπώς εδώ ομολογούμε ότι ο Ιησούς είναι και Θεός είναι και άνθρωπος πλήρης. «Κύριε Ιησού Χριστέ». Το «Χριστέ» θα πει Μεσσίας, που θα πει το ειδικό έργο που ανέλαβε ο Ενανθρωπήσας Υιός του Θεού. Ήτοι, η Ενανθρώπησις, ο Σταυρός, η Ανάστασις, η Ανάληψις, η Δευτέρα Του παρουσία. Όλα αυτά είναι στον κύκλο του Μεσσίου. Συνεπώς το απολυτρωτικόν έργον του Μεσσίου για τον άνθρωπο, για την Δημιουργία ολόκληρη. Άρα λοιπόν κλείνεται στον κύκλο «Χριστέ» όλο το μυστήριον της θείας Οικονομίας· το οποίον εδώ ομολογούμε, και με την ομολογία μας αυτή δοξάζομε τον Θεό. Δοξάζομε όχι μόνον το πρόσωπο το δεύτερο της Αγίας Τριάδος, αλλά και τον όλον Άγιον Τριαδικόν Θεόν. Ώστε λοιπόν βλέπομε αγαπητοί μου, ότι το μέρος αυτό, το πρώτο είναι θεολογικό, δοξολογικό και αναφέρεται εις την δόξα του Θεού.


Αλλά και κάτι ακόμα. Είδατε ότι εις την Λειτουργίαν λέμε το Σύμβολον της Πίστεως. Είναι θεμελιώδες αυτό. Τι σημαίνει λέγω το Σύμβολον της Πίστεως; «Πιστεύω εἰς ἕνα Θεόν Πατέρα Παντοκράτορα…καί εἰς ἕνα Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν… καί εἰς τό Πνεῦμα τό Ἅγιον». Δηλαδή; Αυτό που στο τέλος θα πούμε, συγνώμη, στην αρχή του Συμβόλου της Πίστεως, για να ομολογήσομε, «Πατέρα, Υἱόν καί Ἅγιον Πνεῦμα Θεόν». Δηλαδή τον Άγιον Τριαδικόν Θεόν. Είναι η υψίστη ομολογία. Είναι η υψίστη θεολογία. Πρέπει λοιπόν να πούμε το Σύμβολο της Πίστεως, για να διακηρύξομε την πίστη μας εις τον Άγιον Τριαδικόν Θεόν, διότι σε λίγο θα κοινωνήσομε, και είναι βαρύτατο αμάρτημα να κοινωνήσει κανείς το σώμα και το αίμα του Χριστού και δεν πιστεύει σε δύο πράγματα. Στην θεότητα, δηλαδή στην Αγία Τριάδα και δεύτερον εις το μυστήριον της θείας Οικονομίας. Βαρύτατο αμάρτημα. Μέχρι που λέγει ο Απόστολος Παύλος: «Γι΄ αυτό αρρωσταίνουν πολλοί και κοιμώνται (: πεθαίνουν) ικανοί». Αυτό είναι το μεγάλο αμάρτημα. Η απιστία. Λοιπόν, ανανεώνομε με το να πούμε το Σύμβολον της Πίστεως, την πίστη μας εις τον Άγιον Τριαδικόν Θεόν και εις το μυστήριον της Θείας Οικονομίας, δηλαδή της Ενανθρωπήσεως.


Έτσι κι εδώ. Όταν λέμε «Κύριε Ιησού Χριστέ», ακούσατέ το, όταν πούμε «Κύριε», στρεφόμεθα εναντίον όλων των αιρετικών, με επικεφαλής τον Άρειον, που αμφισβήτησαν την θείαν φύσιν του Ιησού. Όταν λέμε «Ιησού», στρεφόμεθα εναντίον των μονοφυσιτών οι οποίοι αμφισβήτησαν… -και των Δοκητών, που αμφισβήτησαν την ανθρωπίνην φύσιν του Ιησού. Ότι ήτο κατά το φαινόμενον ή ότι απερροφήθη από την θείαν φύσιν. Κι όταν λέμε «Κύριε Ιησού Χριστέ», ομολογούμε όλο το έργον του Χριστού και στρεφόμεθα εναντίον όλων εκείνων των αιρετικών και μάλιστα συγχρόνων αιρετικών, οι οποίοι δεν ομολογούν τον Ιησούν ως Χριστόν. Δηλαδή, ως λυτρωτήν. Αλλά ως αναμορφωτήν της ανθρωπότητος, ως φιλόσοφον, ως Γκουρού· τελευταία έχομε κι αυτό, ότι είναι διδάσκαλος, με μία ινδική ονομασία, ή ό,τι άλλα θέλετε. Ώστε όταν πω «Κύριε Ιησού Χριστέ» έχω πλήρη ομολογία και στρέφομαι εναντίον όλων των αιρετικών με αυτήν μου την ομολογία.


Άρα; Άρα είναι πλήρης προσευχή, πλήρης προσευχή. Γι’ αυτό, αν κάνω μόνον αυτήν την ευχή, τα κάνω όλα. Γι΄ αυτό πολλές φορές, ασκηταί που δεν έχουν την δυνατότητα ή δεν θα ήθελαν, απομονωμένοι, να κάνουν ακολουθίες της Εκκλησίας μας, τον Όρθρο, τον Εσπερινό, μένουν στην ευχή μόνη. Γιατί; Είναι πλήρης προσευχή, πλήρης.


Αλλά προσέξτε όμως και κάτι άλλο. Αφού είναι πλήρης προσευχή, και αναφερόμεθα εις το «ελέησόν με», το οποίο θα σας αναλύσω λίγο πιο κάτω, δεν έχομε τι άλλο να πετύχομε παρά περιεκτικότατα την πρακτικήν αρετήν και την θεωρίαν. Δηλαδή να πετύχομε τις αρετές και να φθάσομε με τον δρόμο της προσευχής, αυτής της ευχής, να φθάσομε να ίδομε το πρόσωπον του Χριστού.


Αλλά προσέξτε όμως. Μερικοί θα έλεγαν την ευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν ημάς». Πολλοί όμως λέγουν «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Αυτό σε τύπον πληθυντικό εκφράζει κάτι. Εδώ οι δύο τυφλοί έλεγαν «ἐλέησον ἡμᾶς». Θα μπορούσε ο καθένας να έλεγε για λογαριασμό του, για τον εαυτό του «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Όπως λέμε στον στρατό πολλές φορές… απαγορεύεται να μιλήσομε σε ένα αίτημά μας σε πληθυντικό αριθμό. «Θέλομε ψωμί. Είμαστε άρρωστοι. Είμαστε κουρασμένοι». Απαγορεύεται. Γιατί θεωρείται στάσις. Θα πεις στον στρατό: «Θέλω ψωμί», όχι «θέλομε». «Είμαι κουρασμένος», «είμαι άρρωστος, δεν μπορώ», όχι «δεν μπορούμε». Εδώ αντίθετα. Δεν υπάρχει κανένας φόβος στάσεως, επαναστάσεως και απειθαρχίας. Υπάρχει η έκφραση της αγάπης. «Ἐλέησον ἡμᾶς». Ο κάθε τυφλός δεν μένει στον εαυτό του, αλλά και στον άλλον τυφλόν. Έτσι, άμα λέγουν «Ἐλέησον ἡμᾶς», θα ‘θελαν και οι δύο να θεραπευθούν. Θα ‘λεγε ίσως ο καθένας από πλευράς του: «Κύριε, αν θεραπεύσεις εμένα και δεν θεραπεύσεις τον άλλον, μην θεραπεύσεις ούτε εμένα. Και εμένα και τον άλλον». Αυτό εκφράζει πολλή αγάπη. Την δεύτερη εντολή, την μεγάλη, το «αγαπήσεις τον πλησίον σου ως εαυτόν». Όταν λοιπόν λέμε «ἐλέησον ἡμᾶς», αγκαλιάζομε όλους τους φίλους και τους εχθρούς και ολόκληρη την Δημιουργία. Κατά τον τύπον «Πάτερ ἡμῶν». Δεν λέμε «Πατέρα μου» αλλά «Πάτερ ἡμῶν», Πατέρα μας. Έτσι, αγαπητοί μου, έχομε μπροστά μας την πλήρωση των δυο εντολών. Της αγάπης προς τον Θεό, στον Οποίον αποτεινόμεθα και τον Οποίον δοξάζομε και ομολογούμε, αλλά και την αγάπη προς τον πλησίον με το να συμπεριλάβομε στην προσευχή μας και τα πρόσωπα των πλαϊνών μας, όλων των ανθρώπων.


Αλλά ακόμα αυτό το «ἐλέησον», τι σημαίνει; Είναι περιεκτική λέξις. Και εκφράζει και δοξολογία και ευχαριστία και μετάνοια και δέηση. Όλα τα εκφράζει, όλα, μα όλα. Είναι περιεκτική αυτή η λέξις όπως σας είπα. Να γίνεις έλεος σε μένα. Να με βοηθήσεις. Να με ελεήσεις. Και τι σημαίνει «ελέησέ με»; Σημαίνει, όπως λέγει ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης «το έλεος του Θεού είναι η Χάρις του Παναγίου Πνεύματος». Αυτό είναι το έλεος του Θεού. Η χάρις του Παναγίου Πνεύματος. Ο δε άγιος Νικόδημος, στην Φιλοκαλία λέγει το εξής περίφημο: «Όταν θέλεις να ζητήσεις το έλεος του Θεού, θα έχεις στον νου σου τα εξής-επί λέξει έτσι τα γράφει. Μάλιστα τα μεταφράζει, είναι στον 5ο τόμο της Φιλοκαλίας, προς το τέλος, τα μεταφράζει για να γίνουν κατανοητά από όλους, για να μην μείνει κανείς που να μην κατανοεί αυτήν την ευχήν– Λυπήσου με και δος μου- πρώτον- πνεύμα δυνάμεως. Δώσε μου την δύναμη, να μην έχω δειλίαν». Διότι η δειλία είναι ίδιον των μη Χριστιανών. Μην το ξεχνάτε αυτό. Οι άνθρωποι που είναι κάτω από την κυριαρχία του σατανά έχουν δειλίαν. Ο πιστός δεν έχει ποτέ δειλίαν. Ακόμη κι όταν στέκομαι μπροστά στον όγκο της πνευματικής ζωής και λέγω … τι θα κάνω εγώ; Κάποτε, όταν διαβάσομε ένα βιβλίο και μας πει κάποιος πνευματικός ή ένα κήρυγμα γίνει, θεωρούμε υπερβολικά αυτά, πολύ βαριά και, είμαστε ανήμποροι εμείς να τα πραγματώσομε. Αγαπητοί μου, μας λείπει πνεύμα δυνάμεως. Γι΄αυτό λέγει ο Απόστολος Παύλος: «δεν μας έδωκε ο Θεός πνεύμα δειλίας, αλλά δυνάμεως και αγάπης και σωφρονισμού».


«Λυπήσου με και δος μου –δεύτερον- πνεύμα σωφρονισμού. Να έχω μυαλό. Να μπορώ». Γιατί η σωφροσύνη έχει δύο σημασίες. Έχει την σημασία να σκέπτομαι σωστά αλλά και ακόμη να διατηρώ μακριά από τα σαρκικά αμαρτήματα το σκεύος μου, που είναι ναός του Θεού το σώμα μου. «Λυπήσου με και δος μου», τρίτον, «πνεύμα φόβου Θεού». Σήμερα προσπαθούμε να βγάλομε από την αγωγή της νεοτέρας γενεάς τον φόβο του Θεού. Και λέμε ότι δημιουργεί συμπλέγματα κατωτερότητος ο φόβος. Δεν είναι ο φόβος που δημιουργεί τα συμπλέγματα. Το δεχόμαστε κι εμείς, ναι. Ο φόβος δημιουργεί συμπλέγματα κατωτερότητος. Είναι κακό πράγμα ο φόβος. Είναι μεταπτωτικό φαινόμενο. Μα όχι ο φόβος του Θεού. Ο φόβος του Θεού είναι γονιμοποιός. Γονιμοποιεί την ψυχή. Διότι όταν λέγει ο Απόστολος «μετά φόβου καί τρόμου κατεργαζόμενοι τήν ἡμῶν σωτηρίαν», τι άλλο θέλει να πει; Με φόβο και με τρόμο να κατεργάζομαι την σωτηρία μου, μήπως την χάσω, μήπως χάσω τον Θεό. Αυτός ο φόβος είναι γονιμοποιός. «Ἀρχή σοφίας -δηλαδή αρχή αρετής, σοφία στους Εβραίους θα πει αρετή– φόβος Κυρίου». Έβγαλες τον φόβον αυτόν τον γονιμοποιόν; Δεν πρόκειται, αδελφέ μου, ουδέποτε να αποκτήσεις αρετή. Και τότε, από σκαλοπάτι σε σκαλοπάτι θα κατεβαίνεις στο βάθος των κακών και της ασεβείας. Επειδή ακριβώς οι άνθρωποι πέταξαν τον φόβο του Θεού, γι΄αυτό τον λόγο πέφτουν εις τον βυθόν της ασεβείας. Τι είπε ο ληστής ο ένας στον άλλον; «Οὐδὲ φοβῇ σὺ τὸν Θεόν;» . «Δεν φοβάσαι τον Θεό; Και βλασφημάς εναντίον του Ιησού;». Ο ένας ληστής επί του σταυρού, στον άλλον ληστήν επί του σταυρού. Δεν φοβάσαι τον Θεό; Δος μου λοιπόν, Κύριε, λυπήσου με και δώσε μου φόβον Θεού.


«Δος μου Κύριε πνεύμα αγάπης. Να σε αγαπώ. Είναι η κορυφή όλων. Να σε αγαπώ. Να φθάνω όταν λέγω την ευχή, να νιώθω ότι δεν υπάρχει τίποτα άλλο στον κόσμο πλην Σου. Ο κόσμος παράγει. Ο κόσμος περνά. Δεν μένει τίποτα εις την θέση του. Βοήθησέ με λοιπόν να αισθάνομαι ότι το μόνο σταθερόν είσαι Συ και μόνον Εσύ. Το μόνον αξιαγάπητον πρόσωπον, το αξιέραστον πρόσωπον, το άκρως εφετόν είναι το πρόσωπό Σου. Βοήθησέ με, λοιπόν, δος μου το έλεός Σου, δηλαδή βοήθησέ με να Σε αγαπήσω. Ναι, Κύριε. Δος μου πνεύμα ειρήνης. Να ειρηνεύει η ψυχή μου. Να είμαι σε συνδιαλλαγή μαζί σου. Να μην αισθάνομαι ένοχος απέναντί Σου. Και μέσ’ τον κόσμον αυτόν να αισθάνομαι ειρήνη. Ότι είμαι ασφαλισμένος μέσα στο χέρι το δικό Σου. Ναι, Κύριε. Δος μου πνεύμα καθαρότητος. Να καθαρεύω σε όλα. Να έχω ειλικρίνεια, να είμαι καθαρός στην ψυχή, καθαρός στο σώμα. Λυπήσου με, Κύριε, ελέησέ με και δώσε μου πνεύμα ταπεινοφροσύνης. Να βλέπω ότι είμαι πολύ μικρός. Ότι είμαι ένα μικρό Σου πλάσμα, πλην πλάσμα Σου. Αλλά πολύ μικρό μέσα στην Δημιουργία. Να αισθάνομαι ότι δεν είμαι τίποτα, ότι το παν είσαι Εσύ».


Έτσι, αγαπητοί μου, θα πουν όλα αυτά και πλήθος όλα τ’ άλλα, ό,τι δεν είπαμε, τα παίρνω από τον άγιο Νικόδημο αυτά που σας είπα, σημαίνουν «ἐλέησον ἡμᾶς». Ελέησέ με. «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον ἡμᾶς».


Σύντομη ευχή. Επαναλαμβανομένη. Διαρκώς. Πόσο διαρκώς; Μας το λέγει ο Απόστολος Παύλος: «Ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε». Μπορούμε να δουλεύομε και να ‘χομε στον νου μας τον Θεό. Να ταξιδεύομε, να διαβάζομε, κι εκείνοι που έχουν προχωρήσει στην ευχή, τότε την ευχή την λέγει κι η καρδιά τους όταν κοιμώνται. Παράξενο. Περίεργο. Κι όμως αληθινό, αγαπητοί. Αληθινό είναι. Μπορεί να λέγει κανείς την ευχή όταν κοιμάται; Ναι, σας λέγω, είναι αληθινό! Και επαληθεύει εκείνο που λέγει το «Ἆσμα Ἀσμάτων»: «Ἐγώ καθεύδω καί ἡ καρδία μου ἀγρυπνεῖ». Αγρυπνεί η καρδία και λέγει την ευχή. Αλλά μόνον για κείνους που έχουν πάρα πολύ προχωρήσει στην ευχή. Έτσι, λοιπόν, όταν μας παραγγέλλει ο Απόστολος Παύλος «αδιαλείπτως προσεύχεσθε», στο ερώτημα «και τι μπορούμε αδιαλείπτως να προσευχόμεθα», η απάντηση θα ήταν: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον ημάς».


Δεν είναι λοιπόν μία ευχή που αφορά τους μοναχούς. Δεν είναι μία ευχή που βγήκε από τα μοναστήρια. Απλώς καλλιεργείται στα μοναστήρια. Είναι μία ευχή που βγαίνει από την Αγία Γραφή. Βλέπομε αυτούς τους τυφλούς να λέγουν: «Υἱέ Δαυίδ, ἐλέησον ἡμᾶς». Κύριε, υιέ Δαβίδ, Ιησού, ελέησον ημάς. Χριστέ, ελέησον ημάς. Έτσι μπορούν να την λέγουν όλοι. Καθένας που βαφτίστηκε. Μικρός ή μεγάλος, μορφωμένος ή αμόρφωτος, με πολλήν σοφία κατά κόσμον ή με απλότητα άνθρωπος· που δεν έχει πολλά πράγματα στη ζωή του να ξέρει. Όλοι μπορούν να λέγουν την ευχή. Οπουδήποτε. Και στο κρεβάτι άμα είμαστε άρρωστοι. Κι όταν είμαστε όρθιοι…[Δυστυχώς, στο σημείο αυτό τελείωσε η κασέτα μαγνητοφώνησης της ομιλίας του μακαριστού γέροντα και δεν ολοκληρώθηκε η ηχογράφησή της].

Ο φαρισαϊσμός

 π. Γεώργιος Μεταλληνός


Έχουμε μιλήσει και άλλοτε, αγαπητοί μου Χριστιανοί, για την αλαζονική και υποκριτική στάση των Φαρισαίων, του θρησκευτικού δηλ. κατεστημένου της εποχής του Χριστού, έναντι του Θεανθρώπου.

Θα επανέλθουμε στα θλιβερά πρόσωπά τους, γιατί, στο σημερινό Ευαγγελικό απόσπασμα, ξεπερνούν κάθε προηγούμενο κακότητας και συκοφαντίας έναντι του Κυρίου.


Ο Χριστός συναντά δύο άνδρες τυφλούς, οι οποίοι ικετεύουν να τους θεραπεύσει. Εκείνος αναζητά τα ίχνη της πίστης τους στην δύναμή Του και, όταν τα διαπιστώνει, επιβραβεύει αυτή την πίστη και τους θεραπεύει. Λίγο αργότερα οδηγούν ενώπιόν Του έναν άνθρωπο κωφάλαλο και δαιμονισμένο, τον οποίο, επίσης, θεραπεύει. Η θεραπεία της σωματικής ασθένειας, ως καρπός πίστης στην Θεία δύναμη, αποκαλύπτει ότι η ανακαινιστική και σωστική δύναμη και εργασία του Θεού, αφορά σύνολη την ανθρώπινη ύπαρξη. Και το σώμα και την ψυχή. Γι' αυτό και το έργο της Εκκλησίας, διαχρονικά, αναπτύσσεται στις δύο αυτές σημαντικές παραμέτρους της ανθρώπινης ζωής: στην σωτηρία της ψυχής, πρωτίστως και στην διακονία των ανθρώπινων αναγκών, μετέπειτα.

Αμέσως μετά την θεραπεία των ανθρώπων αυτών και την διάδοση της θαυμαστής είδησης, ο λαός ξεσπά σε εκδηλώσεις ενθουσιασμού και λατρείας στο πρόσωπο του Χριστού, γεγονός που ενοχλεί και προβληματίζει τους πανταχού παρόντες Φαρισαίους, οι οποίοι, αναζητούσαν, διαρκώς, τρόπους, προκειμένου να διαβάλλουν και να παγιδέψουν τον Χριστό. Η τακτική τους αυτή ήταν συστηματική και, κατά βάσιν, αμυντική. Βλέποντας ότι η δραστηριότητα του Ιησού, το κήρυγμα και τα θαύματά Του, κερδίζουν την εμπιστοσύνη του λαού, νιώθουν ότι χάνουν τα λαϊκά τους ερείσματα, γεγονός που θέτει σε κίνδυνο την εξουσιαστική τους αυθαιρεσία. Μόνο που, στην προκειμένη περίπτωση, ξεπερνούν κάθε προηγούμενο. Κατηγορούν τον Χριστό ότι θεράπευσε τους τρεις ασθενείς όχι στο όνομα του Θεού, αλλά στο όνομα του διαβόλου.

Εφόσον δεν ήταν δυνατό ν' αμφισβητήσουν το αυταπόδεικτο θαύμα, μάρτυρας του οποίου είναι ο ίδιος ο λαός, συκοφαντούν τον Χριστό, διαστρέφουν την πραγματικότητα, προκειμένου να το αποδομήσουν, ταυτίζοντας τον Χριστό με τον διάβολο. Αποσκοπούν στον κλονισμό της εμπιστοσύνης του λαού στο πρόσωπο του Ιησού.

Η φαρισαϊκή στάση δεν είναι ανεξήγητη. Η δράση του Κυρίου, καθ' όλη τη διάρκεια του επί γης βίου Του, φανερώνει την δαιμονικότητα του φαρισαϊσμού, που φορούσε, διαρκώς, τον μανδύα της θρησκευτικότητας, με σκοπό την διαιώνιση της πνευματικής εξουσίας επί του λαού, με τρόπο που δεν επιδεχόταν αμφισβήτησης. Ο Χριστός έρχεται και αποκαλύπτει την φαρισαϊκή υποκρισία, γι΄ αυτό πρέπει, πάση θυσία, να σιωπήσει, αφού πρώτα συκοφαντηθεί.

Η φαρισαϊκή αυτή στάση, επίσης, δεν αφορά μόνο εκείνη την εποχή. Δυστυχώς, είναι διαιώνια και επαναλαμβανόμενη. Όσο η Εκκλησία δρα και ενεργεί θεραπευτικά στον κόσμο και διακονεί το θέλημα του Θεού, τόσο αναφύονται μέσα στην κοινωνία φαρισαϊκές δυνάμεις - ενίοτε και μέσα στους θρησκευτικούς κύκλους - οι οποίες προσπαθούν να αποδομήσουν το έργο Της, κυρίως όταν αντιλαμβάνονται ότι το έργο αυτό αναπαύει τους ανθρώπους και θερμαίνει την πνευματική τους ζωή μέσα στην Εκκλησία. Ας δούμε κάποια παραδείγματα που επισημαίνουν αυτή την φαρισαϊκή τακτική: «Θυσιάζει κανείς τα πάντα σε μια υλιστική εποχή για ν' αφοσιωθεί σε έργα ιεραποστολικής και Χριστιανικής μαρτυρίας; Είναι τρελός και υποκριτής. Αψηφά κανείς τα πάντα και, προ πάντων, το συμφέρον, για να αγωνισθεί για την ορθότητα της πίστεως και την αλήθεια του Ευαγγελίου; Είναι φανατικός, μονολιθικός και ασυμβίβαστος. Τολμά κανείς να ζητήσει να γίνει το Ευαγγέλιο θεμέλιο της λεγόμενης Χριστιανικής κοινωνίας; Ταράζει τα θολά νερά της συμβατικότητας και των υπολογισμών μας; Είναι αναρχικός και επαναστάτης. Φυλακίζεται για τη Χριστιανική του μαρτυρία και υποφέρει; Πολιτικολογεί και δημαγωγεί...» 1

Τα φαρισαϊκά αυτά φαινόμενα της εποχής μας, αποκαλύπτουν αφενός μεν την πνευματική ένδεια και αδράνεια των εκφραστών τους, αφετέρου δε, την δύναμη της παρουσίας του Θεού στην ζωή εκείνων που Τον αποδέχονται και Τον υπηρετούν. Ας μην αφήσουμε, αγαπητοί μου, να κυριαρχήσουν στον ευρύτερο χώρο της Εκκλησιαστικής μας ζωής τέτοιου είδους παρακμιακά φαινόμενα φαρισαϊκής μορφής. Η υποκρισία είναι πληγή για την Εκκλησία. Είναι σαφής απόκλιση από το αυθεντικό Εκκλησιαστικό ήθος, του οποίου διαχρονικός και ασφαλής φορέας είναι ο Ίδιος ο Χριστός.

ΑΜΗΝ!

Αρχιμ. Ε.Ο.

π. Γεώργιος Μεταλληνός, «Φως εκ φωτός», σελ. 87

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΣ

Σχετικὰ μὲ τὴν θεραπεία (Ματθ 9, 27-35)

 Anthony Bloom


Ἀπόσπασμα ἀπο μιὰ ὁμιλία στὶς 22.11.1987


Ὑπάρχουν πολλὰ κείμενα στὸ Εὐαγγέλιο ὅπου ὁ Χριστὸς ἔχοντας στραφεῖ σ’ ἕνα πρόσωπο ποὺ εἶναι ἄρρωστο νοητικὰ ἤ σωματικὰ τοῦ κάνει μία ἐρώτηση, καὶ αὐτὴ ἡ ἐρώτηση εἶναι πάντα: Θέλεις νὰ γίνεις καλά; Καὶ νομίζω αὐτὴ ἡ φράση εἶναι σημαντικὴ ἐπειδὴ ὑπονοεῖ κάτι πιὸ μεγάλο, πιὸ ὁλοκληρωμένο ἀπὸ τὴν ἁπλὴ ἀποκατάσταση τῆς ὑγείας ἑνὸς ἀνθρώπου: σημαίνει τὴν ἐπιστροφὴ στὴν κατάσταση ποὺ ἦταν ὁ ἄρρωστος πρὶν τὸν προσβάλλει ἡ ἀσθένεια.

Ἐπειδὴ πολὺ συχνὰ ἡ ἀσθένεια εἶναι τὸ ἀποτέλεσμα τοῦ τρόπου τῆς ζωῆς μας, τῆς ἀφροσύνης μας, τῆς κληρονομικότητας, τῶν ἐξωτερικῶν καταστάσεων καὶ αὐτὸ ὅλο ἔχει νὰ κάνει μὲ τὴν κατάσταση τῆς ζωῆς μας σ’ ἕνα κόσμο ποὺ ἀπὸ χριστιανικῆς ἀπόψεως εἶναι ἕνας κόσμος ἐκπεσμένος, ἐὰν προτιμᾶτε, ἕνας κόσμος διεστραμμένος, ἕνας κόσμος ποὺ ἔχει χάσει τὴν ἁρμονία του, τὴν ἀκεραιότητα του, ἤ ποὺ δὲν τὴν ἔχει προσεγγίσει. Ἀπὸ ὅποια πλευρὰ καὶ να τὸ δεῖτε ὁ κόσμος μας εἶναι ἕνας κόσμος θρυμματισμένος.


Κάτι ποὺ μ’ ἔχει προβληματίσει τὰ τελευταῖα χρόνια εἶναι αὐτό: γιατὶ ὁ Χριστὸς ρωτάει ἕναν ἄνθρωπο ἄν θέλει νὰ γίνει καλά. Δὲν εἶναι φανερὸ ὅτι ὁ κάθε λογικὸς ἄνθρωπος θὰ πεῖ: Φυσικὰ θέλω,- μὲ τὴ συνέπεια ποὺ ἔχει ἡ λέξη «φυσικά». Γιατὶ κάνετε μιὰ ἀνόητη ἐρώτηση; Ποιὸς ἐπιθυμεῖ νὰ εἶναι ἄρρωστος; Καὶ ὅμως νομίζω ὅτι εἶναι μιὰ πολὺ σημαντικὴ ἐρώτηση ἐπειδὴ κατὰ τὴν Εὐαγγελικὴ ἔννοια, ἀποκτᾶμε ὑγεία δὲν σημαίνει ἁπλὰ ὅτι ἀπαλλασόμαστε ἀπὸ μιὰ σωματικὴ ἀσθένεια, ἀλλὰ ἐντασσόμαστε σὲ μιὰ ποιότητα ζωῆς ποὺ δὲν εἴχαμε πρὶν καὶ ποὺ μπορεῖ νὰ μᾶς προσφερθεῖ ὑπὸ προυποθέσεις. Ἀποκτᾶμε ὑγεία ἔστω σωματικὰ, σημαίνει ὅτι πρέπει ν’ ἀναλάβουμε προσωπικὰ τὴν εὐθύνη γιὰ τὴν νοητικὴ καὶ τὴν σωματικὴ κατάσταση στὴν ὁποία βρισκόμαστε κατὰ τρόπο που δὲν τὸ εἴχαμε κάνει πρὶν. Ἡ ἀνάκτηση τῆς σωματικῆς μας ὑγείας ἀποτελεῖ ἴσως μιὰ μικρὴ εἰκόνα τῆς ἐπιστροφῆς μας στὴν ζωὴ ἀφοῦ φτάσαμε πρὶν στὸ χεῖλος τοῦ θανάτου. Ἡ ζωὴ ποὺ θὰ συνεχιζόταν δίχως ἐμᾶς δίχως τὴν θεραπευτικὴ πράξη τοῦ Θεοῦ, θὰ ἦταν μιὰ ζωὴ ποὺ σταδιακὰ θὰ ἐπιδεινωνόταν ὁλοένα καὶ πιὸ πολὺ καὶ θὰ μᾶς ἔφερνε στὸ θάνατο, στὴ διάσπαση τῆς νοητικῆς καὶ σωματικῆς μας κατάστασης. Καὶ ἄν μᾶς προσφέρεται ξανὰ ἡ ἑνότητα ποὺ ἔχουμε χάσει ἤ ποὺ ἴσως ποτὲ πρίν δὲν εἴχαμε, σημαίνει ὅτι ἡ ζωὴ ποὺ τώρα, μετὰ τὴν θεραπεία, εἶναι δική μας, δὲν δίνεται ἁπλὰ νὰ τὴν χρησιμοποιοῦμε μὲ ὅποιον τρόπο ἐπιλέγουμε, εἶναι ἕνα δῶρο ποὺ δὲν μᾶς ἀνήκει. Εἴμασταν νεκροὶ, πεθαίναμε, ἐπιστρέψαμε σὲ μιὰ πληρότητα ζωῆς καὶ αὐτὴ ἡ πληρότητα δὲν μᾶς ἀνῆκει, εἶναι χάρισμα. Ἔτσι, κατὰ τὸ Εὐαγγέλιο, ὅσο μπορῶ νὰ καταλάβω, ὅταν ὁ Χριστὸς λέει: «Θέλεις νὰ γίνεις ὑγιής;», Ἐννοεῖ: «Ἄς ὑποθέσουμε ὅτι σὲ κάνω καλά, εἶσαι ἕτοιμος νὰ ζήσεις μιὰν ἀκέραια ζωή ἤ θέλεις νὰ σὲ κάνω ὑγιῆ γιὰ νὰ ἐπιστρέψεις πίσω σὲ ὅ,τι κατέστρεψε αὐτὴν τὴν ἑνότητα, σ’ ὅ,τι σὲ κατέστρεψε σωματικὰ καὶ ψυχικὰ;» Καὶ αὐτὴ εἶναι μιὰ ἐρώτηση ποὺ τίθεται σὲ κάθε ἀσθενῆ, ἄν καὶ οἱ περισσότεροι, πρακτικὰ ὅλοι δὲν ἔχουν ἰδέα γι’ αὐτὸ τὸ ἐρώτημα, καὶ τίθεται σίγουρα ἐνώπιον μας ὅταν θέλουμε νὰ θεραπευτοῦμε πέρα ἀπὸ μιὰ σωματική ἀσθένεια.


Ὑπάρχει μιὰ ἄλλη διάσταση στο θέμα τῆς σωματικῆς καὶ ψυχικῆς ἀποκατάστασης, ὅπως περιγράφεται σὲ ἄλλες περιπτώσεις στὸ Εὐαγγέλιο, ὅταν ὁ Χριστὸς λέει σὲ κάποιον: «Πήγαινε καὶ μὴν ἁμαρτήσεις ξανά». Πιστεύω πρέπει να καταλάβουμε ὅτι ὅταν μιλᾶμε γιὰ θεραπεία μὲ Χριστιανικοὺς ὅρους δὲν μιλᾶμε ἁπλὰ γιὰ τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ ἤ τῶν ἁγίων Του ἥ γιὰ τὴν δύναμη ποὺ ἔχουν ἄνθρωποι ποὺ δὲν ἦταν μήτε ἅγιοι μήτε Θεοι, κατέχουν ὅμως ἕνα φυσικὸ χάρισμα νὰ μᾶς κάνουν ὑγιεῖς γιὰ νὰ συνεχίσουμε νὰ ζοῦμε μὲ τὸν τρόπο ποὺ ζούσαμε πρίν, γιὰ νὰ παραμείνουμε ἴδιοι δίχως ν’ ἀλλάξουμε. Ὁ Θεὸς δὲν μᾶς θεραπεύει γιὰ νὰ ἐπιστρέψουμε ξανὰ στην ἁμαρτωλή μας κατάσταση. Μᾶς προσφέρει μιὰ νέα ζωή, ὄχι τὴν παλιὰ ποὺ ἔχουμε ἤδη χάσει. Καὶ ἡ νέα ζωὴ ποὺ μᾶς προσφέρεται δὲν εἶναι πλέον δική μας, εἶναι δική Του, εἶναι δική Του δωρεά, εἶναι δῶρο. Ἦταν δικό μου καὶ σοῦ τὸ δίνω, πάρτο. Καὶ ἀπὸ πνευματικῆς ἀπόψεως, αὐτὸ εἶναι ἀλήθεια. Ἐπειδὴ τὶ εἶναι ἁμαρτία; Προσδιορίζουμε συνεχῶς τὴν ἁμαρτία σὰν ἠθικὴ παράβαση, ἀλλά εἶναι κάτι περισσότερο ἀπο αὐτό: Εἶναι ἀκριβῶς ἐκεῖνο γιὰ τὸ ὁποῖο μιλοῦσα, εἶναι ἡ ἔλλειψη τῆς ὁλότητας. Ὅταν κρίνουμε τὸν ἑαυτό μας: Εἶμαι διχασμένος - ὁ νοῦς εἶναι κόντρα στὴν καρδιά, ἡ καρδιὰ κόντρα στὴν θέληση, τὸ σῶμα ἐνάντια σ’ ὅλα τὰ ὑπόλοιπα. Δὲν εἴμαστε μόνο σχιζοφρενεῖς, ἀλλὰ σχιζοφρενεῖς στὰ πάντα, εἴμαστε ὅπως ἕνας σπασμένος καθρέφτης και ἔτσι εἶναι ἡ κατάσταση τῆς ἁμαρτίας: δὲν εἶναι τόσο ὅτι ὁ καθρέφτης δὲν ἀντανακλᾶ σωστὰ, τὸ γεγονὸς εἶναι ὅτι εἶναι σπασμένος, αὐτὸ εἶναι τὸ πρόβλημα. Μπορεῖτε, φυσικὰ, νὰ προσπαθήσετε νὰ πάρετε ἕνα μικρὸ κομμάτι του καὶ νὰ δεῖτε ὅ,τι μπορεῖτε, ἀλλὰ παραμένει ἕνας σπασμένος καθρέφτης. Καὶ τοῦτο τὸ σπάσιμο ἔχει νὰ κάνει μὲ τὸ σπάσιμο στὶς σχέσεις μας μὲ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους. Τοὺς φοβόμαστε, τοὺς ζηλεύουμε, εἴμαστε ἄπληστοι. Ἔτσι αὐτὸ δημιουργεῖ μιὰν ἁμαρτωλότητα καὶ ἀπευθύνεται κυρίως στὸν Θεό, ἐπειδὴ ὅλα ἀπορρέουν ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι χάσαμε τὴν ἁρμονία μας μὲ τὸν Θεό. Οἱ ἅγιοι εἶναι ἅνθρωποι ποὺ βρίσκονται σὲ ἁρμονική σχέση μ’ Ἐκεῖνον. Καὶ σὰν ἀποτέλεσμα τῆς σχέσης αὐτῆς μὲ τὸν Θεὸ, μποροῦν νὰ βρίσκονται σὲ ἁρμονία μέσα τους καὶ μὲ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους.


Καὶ θέλω να σᾶς προτείνω κάτι ποὺ ἴσως θὰ βρεῖτε δύσκολο νὰ δεχτεῖτε: εἴτε κάποιος θεραπεύεται σωματικὰ εἴτε ὄχι, αὐτὸ εἶναι δευτερεῦον, ὄχι γιὰ τοὺς συγγενεῖς μας, γιὰ τοὺς φίλους μας ἀλλὰ γιὰ τὸ ἐνδιαφερόμενο πρόσωπο. Αὐτὸ ποὺ μετράει εἶναι ν’ ἀποκατασταθεῖ ἡ ἑνότητα τοῦ προσώπου καὶ ὅταν γίνει αὐτὸ καὶ συμβεῖ μαζὶ νὰ θεραπευθεῖ σωματικὰ - εἶναι καλό, ἄν ὄχι, μπορεῖ νὰ εἶναι το ἴδιο καλό.

Κυριακή Ζ' Ματθαίου Η θεραπεία των δύο τυφλών ( Ματ. θ’, 27 – 35 )

 (†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος


Μιὰ ἐρώτησις, ἀγαπητοί μου, ποὺ ἔχει μεγάλη σπουδαιότητα. Τὴν ἀπηύθυνε ὁ Κύριος στὴν ἐποχή του, ἀλλ᾽ ἀπευθύνεται καὶ σ᾽ἐμᾶς. Θ᾽ ἀπαντήσουμε ἢ ὄχι ἢ ναί, κι ἀπὸ ἕνα ὄχι ἢ ναὶ ἐξαρτᾶται ὅλη ἡ εὐτυχία μας.

Ὁ Χριστὸς δὲν μᾶς βιάζει ν᾽ ἀπαντήσουμε ναί. Μᾶς ἔπλασε ἐλεύθερους. Ἡ ἐλευθερία ἀνεβάζει τὸν ἄνθρωπο ψηλά. Ἡ ἁγία Γραφὴ λέει· Μπροστά σου, ἄνθρωπε, εἶνε ἡ φωτιὰ καὶ τὸ νερό, ὅπου θέλεις ἁπλώνεις τὸ χέρι σου. Ἐὰν τ᾽ ἁπλώσῃς στὴ φωτιὰ θὰ καῇς, ἐὰν τ᾽ ἁπλώσῃς στὸ νερὸ θὰ δροσιστῇς· διάλεξε καὶ πάρε (βλ. Δευτ.30,19. Σ. Σειρ. 15,16) . Ἐλεύθερος λοιπὸν ὁ ἄνθρωπος νὰ ἐπιλέξῃ τὴ φωτιὰ ἢ τὸ νερό, τὸ καλὸ ἢ τὸ κακό. Ἄλλωστε ὁ Χριστὸς εἶπε· «Εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν» (Ματθ. 16,24). Δὲν ἀναγκάζει κανένα.

Γι᾽ αὐτὸ ἀκριβῶς, ἐπειδὴ σέβεται τὴν ἐλευθερία, βλέπουμε καὶ σήμερα ὅτι, προτοῦ νὰ κάνῃ τὸ θαῦμα, στρέφεται στοὺς δύο τυφλοὺς καὶ τοὺς ἐρωτᾷ· «Πιστεύετε  ὅτι δύναμαι τοῦτο ποιῆσαι;», ὅτι μπορῶ αὐτὸ νὰ τὸ κάνω; (Ματθ. 9,28).

Τί ζητοῦσαν οἱ δύο αὐτοί; λεφτά, σπίτια; Κάτι πολὺ ἀνώτερο, ποὺ δὲν τὸ ἐκτιμοῦμε. Ζητοῦσαν τὸ φῶς τους. Δὲν εἶχαν μάτια, ζοῦσανστὸ σκοτάδι. Πόσο, ἀδελφοί μου, πρέπει νὰ εὐχαριστοῦμε τὸ Θεὸ γι᾿ αὐτὰ τὰ μάτια ποὺ μᾶς ἔδωσε! Κάθε φορὰ ποὺ βλέπεις ὅλα τὰ ὡραῖα ποὺ δημιούργησε ὁ Θεός, νὰ λές· «Σ᾿ εὐχαριστῶ, Θεέ μου, ποὺ μοῦ ᾿δωσες τὰ μάτια».

Οἱ δύο αὐτοὶ δὲν εἶχαν φῶς. Ἀκολούθησαντὸν Κύριο φωνάζοντας «Ἐλέησον ἡμᾶς, υἱὲ  Δαυΐδ» (ἔ.ἀ. 9,27). Τὸ φώναξαν πολλὲς φορές. Ο Χριστὸς δὲν ἀπάντησε. Γιατί ἆραγε; Γιὰ νὰ δοκιμαστῇ ἡ πίστι τους.

Κι αὐτοὶ δὲν κάμφθηκαν.Ὅταν ὁ Κύριος μπῆκε σ᾽ ἕνα σπίτι, μπῆκαν κι αὐτοὶ καὶ τὸν πλησίασαν. Ἐκεῖνος τοὺς ρωτάει· «Πιστεύετε ὅτι δύναμαι τοῦτο ποιῆσαι;», πιστεύετε ὅτι μπορῶ νὰ σᾶς κάνω καλά; Οἱ τυφλοὶ ἀπαντοῦν·«Ναί, Κύριε», τὸ πιστεύουμε.Τότε ἅπλωσε τὰ πανάχραντα χέρια του στὰμάτια τους καὶ εἶπε· «Ἂς γίνῃ σύμφωνα μὲ τὴν πίστι σας»(ἔ.ἀ. 9,29), κι ἀμέσως εἶδαν τὸ φῶς, εἶδαν ὅλα τὰ ὡραῖα. Καὶ τὸ ὡραιότερο ποὺ εἶδαν ποιό ἦταν; ὁ ἴδιος ὁ Χριστός.

«Πιστεύετε ὅτι δύναμαι τοῦτο ποιῆσαι;». Τὸἐρώτημα αὐτὸ κάνει ὁ Χριστὸς καὶ στὸν καθένα μας. Γιατὶ καὶ σ᾽ ἐμᾶς ἔρχονται περιστάσεις, ποὺ ἔχουμε ἀνάγκη ἀπὸ τὴ θεία βοήθεια, ζητοῦμε τὸ θαῦμα. Ὅσο δυνατὸς κι ἂν εἶσαι,κάποια στιγμὴ ζητᾷς τὴν ἐπέμβασι τοῦ Θεοῦ.Τὴ ζητᾷς σὲ ζητήματα ὑλικῆς καὶ πνευματικῆς φύσεως. Σὲ περιπτώσεις π.χ. ποὺ τὸ σῶμα ἀσθενεῖ.Πέφτεις στὸ κρεβάτι ἄρρωστος. Φωνάζεις γιατρό, ἀγοράζεις φάρμακα, ἀλλάζεις κλίμα, χρησιμοποιεῖς δίαιτα, μετέρχεσαι ὅλα τὰ μέσα· καὶ ὅμως δὲ βλέπεις θεραπεία. Τὴν ὥρα αὐτή, ποὺ ὅλα εἶνε ἀπελπιστικά, ποὺ οἱ γιατροὶ σηκώνουν τὰ χέρια καὶδηλώνουν ἀδυναμία, τότε παρουσιάζεται ὁ Χριστός. Ἔρχεται ὁ ἴδιος ὁλοζώντανος σ᾿ αὐτοὺς ποὺ πιστεύουν. Ἔρχεται νοερὰ στὸν ἄρρωστο καὶ τοῦ λέει·

«Πιστεύεις ὅτι δύναμαι τοῦτο ποιῆσαι;», πιστεύεις ὅτι μπορῶ νὰσὲ κάνω καλά; ὅτι δὲν εἶμαι ἁπλῶς ἕνας ἄνθρωπος ἀλλὰ ζῶ καὶ βασιλεύω σ᾽ ὅλο τὸν κόσμο; Πιστεύεις ὅτι ἐγὼ εἶμαι ὁ παντοδύναμος ἰατρός, ὁ ἀνώτερος ἀπ᾿ ὅλους τοὺς γιατροὺςτοῦ κόσμου; Πιστεύεις ὅτι τὰ δικά μου φάρμακα εἶνε ἀνώτερα ἀπὸ κάθε ἄλλο φάρμακο;Ἂν τὸ πιστεύῃς, τότε θὰ δῇς θαῦμα· θὰ δῇςὅτι ἐκεῖνο, ποὺ δὲν μποροῦν νὰ κάνουν ὅλοιοἱ γιατροὶ τοῦ κόσμου, γίνεται. Ἐξαρτᾶται ἀ-πὸ τὴν πίστι ποὺ ἔχεις. Κι ὄχι μόνο σὲ ζητήματα ὑγείας, σὲ ζητήματα ὑλικῆς φύσεως,ἀλλὰ καὶ σὲ ὑποθέσεις πιὸ ὑψηλὲς καὶ σοβαρές, πάλι ὁ Χριστὸς παρουσιάζεται μπροστά μας μὲ τὴν οὐράνια φυσιογνωμία του καὶ ἀπευθύνει σὲ ὅλους μας τὸ ἐρώτημα «Πιστεύετε ὅτι δύναμαι τοῦτο ποιῆσαι;». Πότε μᾶς τὸ λέει αὐτὸ ὁ Χριστός; Ὅταν καλούμεθα νὰ ἐκτελέσουμε κάποιο ἱερὸ καθῆκον.

⃝ Τώρα τὸ καλοκαίρι π.χ. ἔχουμε τὴ νηστεία τοῦ Δεκαπενταυγούστου. Δὲν τὴν ἔφτειαξαν παπᾶδες καὶ δεσποτάδες· τὴν ὥρισε ἡ Ὀρθοδοξία κατὰ τὸ πνεῦμα τοῦ Εὐαγγελίου καὶ ὅ-λης τῆς ἁγίας Γραφῆς. Εἶνε θεσμὸς ἱερός. Ὅταν λοιπὸν μπαίνουμε στὸ Δεκαπενταύγουστο, ὁ Χριστὸς ἔρχεται μπροστὰ στὸν καθένα μαςκαὶ λέει· Πιστεύεις ὅτι ἡ νηστεία αὐτὴ εἶνε ἕνας ἅγιος θεσμός; Ἂν τὸ πιστεύῃς, θὰ δῇς ὅτι δὲν ζῇ ὁ ἄνθρωπος μονάχα μὲ ψωμί· «οὐκ ἐπ᾿  ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται ἄνθρωπος» (Δευτ. 8,3 = Ματθ. 4,4). Ἂν τὸ πιστεύῃς ὅτι εἶνε φάρμακο οὐράνιο, το τε νὰ νηστέψῃς. Ἐὰν δὲν τὸ πιστεύῃς ἀλλὰ φοβᾶσαι καὶ σοῦ περνάῃ ἡ ἰδέα ὅτι θ᾽ ἀρρωστήσῃς, μὴ νηστεύεις. Ἂν τὸ κάνῃς ὄχι ἀπὸ συνήθεια ἀλλ᾽ ἀπὸ πίστι ὅτι εἶνε θέλημα Θεοῦ, εἶνε κάτι ἀληθινὸ ποὺ τὸ θέσπισαν οἱ πατέρες, τότε ἔχει ἀξία.Ἂν δὲν τὸ πιστεύῃς, μὴ νηστεύεις· γιατὶ θὰ γογγύσῃς, θὰ μετρᾷς τὶς μέρες, θὰ λὲς πότε νὰ ᾿ρθῇ τῆς Παναγιᾶς, ἐνῷ ὅποιος πιστεύει χαίρεται τὴ νηστεία. Ἂν νηστεύῃς ἀπὸ πίστι, τότε τὸ νεράκι ποὺ θὰ πίνῃς μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Παναγίας θὰ γίνῃ βούτυρο, καὶ τὸ κριθαρένιο ψωμάκι ποὺ θὰ τρῶς θὰ γίνῃ κρέας.

⃝ Ἄλλη περίπτωσι ποὺ χρειάζεται ἡ πίστι. Ὅλοι ἁμαρτάνουμε κ᾽ ἔχουμε ἀνάγκη ἀπὸ συγχώρησι. Νιώθουμε τὸ βάρος ἀπὸ τ᾽ ἁμαρτήματα καὶ πρέπει νὰ προσέλθουμε στὴν ἐξομολόγησι. Ἂν πιστεύῃς, νὰ πᾷς στὴν ἐξομολόγησι· ἂν δὲν πιστεύῃς, μὴν πᾷς. Προτοῦ νὰ παρουσιαστῇς στὸν ἱερέα, ὁ Χριστὸς ἔρχεται νοερὰ μπροστά σου καὶ σοῦ λέει· «Πιστεύεις ὅτι δύναμαι τοῦτο ποιῆσαι;». Πιστεύεις δηλαδὴ ὅτι τὴν ὥρα ποὺ ἐξομολογεῖ σαι παρίσταται τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο; –εἶνε μεγάλα πράγματα αὐτά,δὲν εἶνε ὅπως ὅταν κουβεντιάζουμε μ᾽ ἕνα φίλο, εἶνε ζητήματα πίστεως. Πιστεύεις τὴν ὥρα ἐκείνη, ποὺ εἶσαι γονατισμένος μπροστὰ στὸν πνευματικὸ καὶ λὲς τ᾽ ἁμαρτήματά σου, ὅτι τὰ λόγια σου τ᾽ ἀκούει ὁ Χριστός; Πιστεύεις, ὅτιμιὰ σταλαγματιὰ ἀπὸ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ φτάνει νὰ σβήσῃ ὅλα σου τ᾽ ἁμαρτήματα; Πιστεύεις, ὅτι τὸ πετραχήλι ποὺ ἁπλώνει πάνω σου ὁ παπᾶς τὴν ὥρα ἐκείνη γίνεται Ἰορδάνης ποταμὸς καὶ σὲ πλένει; Ἂν πιστεύῃς, πήγαινε στὴν ἐξομολόγησι· ἂν δὲν πιστεύῃς, μὴν πατήσῃς, μὴ γίνεσαι θεομπαίχτης. Ἂν πᾷς, νὰ πᾷς ἀπὸ πίστι, ὄχι διότι τὸ εἶπε ἡ μάνα ἢ ὁ πατέρας σου ἢ ἡ γυναίκα σου ἢ ὁ ἄντρας σου.

⃝ Πᾶμε τώρα στὸ σπουδαιότερο. Χτυπάει ἡ καμπάνα καὶ καλεῖ νὰ συναχθοῦμε. Τί τὸν πέρασες τὸ ναό; θέατρο, κινηματογράφο, σχολεῖο, πλατεῖα; Προτοῦ νὰ μπῇς μέσα, ἔρχεται μπροστά σου ὁ Χριστὸς καὶ σοῦ λέει· Πιστεύεις, ὅτι τὸ κομμάτι αὐτὸ δὲν ἀνήκει στὴ γῆ;

«Ὡς φοβερὸς ὁ τόπος οὗτος»! Τὸ καταλαβαίνεις, ὅτι εἶνε «ἡ πύλη τοῦ οὐρανοῦ», ὅτι ἐδῶμέσα εἶνε«οἶκος Θεοῦ»;(Γέν. 28,17). Πρέπει ν᾽ ἀφήσῃς ἔξω ἀπὸ τὴν εἴσοδο τὶς ἔγνοιες, τὶς ὑποθέσεις σου, τὸ μαγαζί, τὸ γραφεῖο, τὰ παιδιά σου, τὰ πάντα· «ὡς τὸν βασιλέα τῶν ὅλων ὑποδεξόμενοι» (θ. Λειτ., χερουβ.). Πιστεύεις ὅτι τὸ κάθε τὶμέσα στὸ ναὸ εἶνε ἱερό; Τὸ λάδι λ.χ. στὴν κανδήλα τοῦ Χριστοῦ ἢ τῆς Παναγίας δὲν εἶνε σὰν αὐτὸ ποὺ βάζεις στὸ φαγητό σου· ἔχει δύνα-μι μεγάλη. Λέει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος —ὄχι ἐγὼ ὁ ἁμαρτωλὸς Αὐγουστῖνος—, ὅτι εἶ δε στὴν ἐποχή του γυναῖκα ἄρρωστη, ποὺ δὲν μποροῦσε νὰ τὴ γιατρέψῃ κανένας γιατρὸς στὴν Ἀντιόχεια, ποὺ ἦρθε στὴν ἐκκλησιά, πῆρε μὲ τὸ δάχτυλό της λάδι ἀπὸ τὸ καντήλι ποὺ ἦταν μπροστὰ στὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, ἄλειψε τὸ μέτωπό της, καὶ ἔγινε καλά· γιατὶ πίστευε ὅτιαὐτὸ τὸ λάδι ἔχει τὴ χάρι τοῦ Θεοῦ. Πιστεύεις λοιπὸν κ᾽ ἐσὺ ὅτι ὅλα ἐκεῖ εἶνε ἱερά; Πιστεύεις ὅτι τὴν ἁγία τράπεζα κυκλώνουν ἄγγελοι; Ὅταν λειτουργοῦσε ὁ ἅγιος Σπυρίδων, «ἀγγέλους ἔσχε συλλειτουργοῦντας» (ἀπολυτ.). Πιστεύεις ὅτι τὸ ψωμὶ καὶ τὸ κρασί, ὅταν κατέλθῃ τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο, γίνονται σῶμα καὶ αἷμα Χριστοῦ; Ἐδῶ μυστήρια μεγάλα καὶ θαύματα γίνονται. Ἐὰν πιστεύῃς, νὰ μπῇς μέσα. Πιά σε μιὰ γωνιά, κοίτα μπροστά, μὴ μιλᾷς μὲ κανένα, κουβέντιαζε μὲ τὸ Θεό. Κι ὅταν περνοῦντὰ ἅγια, νὰ λὲς «Ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ  ἁμαρτωλῷ» καὶ «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Λουκ. 18,13· 23,42). Ἐὰν πιστεύῃς! ἐὰν δὲν πιστεύῃς, μεῖνε στὸ σπιτάκι σου.

Ἀδελφοί μου, ζοῦμε σὲ ἐποχὴ ἀπιστίας. Οἱ ἄνθρωποι δὲν πιστεύουν πιὰ στὸ Θεό. Ἄλλος πιστεύει στὸ χρῆμα, ἄλλος στὴν τέχνη, ἄλλος στὴν ἐπιστήμη, ἄλλος σὲ ἰσχυροὺς προστάτες, ἄλλος… Ὅμως «ὅλα εἶνε ματαιότης» (Ἐκκλ. 1,2).Ἕνα εἶνε ἀληθινό· ἡ πίστι τῶν πατέρων μας, ἡ πίστι τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Στὸν αἰῶνα αὐτὸν τῆς ἀπιστίας καὶ διαφθορᾶς, «ὅσοι  πιστοί» (θ. Λειτ.)  ἄντρες καὶ γυναῖκες, ἔστω κι ἂν δοῦμε τὰ ἄστρα νὰ πέφτουν καὶ τὴ γῆ νὰ σείεται, ἂς κρατήσουμε τὴν πίστι ποὺ μᾶς παρέδωσαν οἱ ἅγιοι πατέρες. Κι ἂν ὅλοι γονατίσουν στὸ διάβολο καὶ μείνῃς ἕνας, ἐσὺ παιδί μου νὰ λές· «Πιστεύω, Κύριε· βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ» (Μᾶρκ. 9,24) . Ὁ δὲ Κύριος διὰ πρεσβειῶν ὅλων τῶν ἁγίων θὰ ἐλεήσῃ καὶ σώσῃ πάντας ἡμᾶς· ἀμήν.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Απομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Μαρκέλλης Βοτανικοῦ - Ἀθηνῶν τὴν 24-7-1960μὲ ἄλλο τίτλο.

Τὸ σαράκι

 «Οἰ δὲ Φαρισαῖοι ἔλεγον· ἐν τῷ ἄρχοντι τῶν δαιμόνων ἐκβάλλει τὰ δαιμόνια»


 Κυριακή Ζ΄ Ματθαίου (Ματθ. θ΄ 27-35)


(†) ἐπισκόπου Γεωργίου Παυλίδου Μητροπολίτου Νικαίας


Εἶναι ἔκθαμβος ὅλος ὁ κόσμος, ἀγαπητὲ μου ἀναγνῶστα, ἀπὸ τὰ νέα θαύματα, ποὺ εἶδε νὰ γίνωνται σήμερον ὑπὸ τοῦ Κυρίου. Δύο τυφλοί, ποὺ χρόνια ζοῦσαν στὸ πικρὸ σκοτάδι, ἐθεραπεύθησαν, μόλις ὁ Χριστὸς ἤγγισε μὲ τὰ ἅγια χέρια Του τὰ κλεισμένα μάται των.


Ἕνας, ἔπειτα, δαιμονιζόμενος καὶ κωφός, ποὺ ἐταλαιπωρεῖτο χρόνια ἀπὸ τὸ πονηρὸν πνεῦμα καὶ ἔσυρε στὸν δρόμο τὸ ἐρειπωμένο σαρκίον του, ἀπαλλάσσεται ἀπὸ τὴν τυραννίαν τοῦ διαβόλου, θεραπεύεται καὶ ὁμιλεῖ, δοξάζων τὸν Θεόν.

Συγκίνησις, λοιπόν, καὶ θαυμασμὸς καὶ ἀγαλλίασις. Τί κρῖμα ὅμως!  Ὁ φθόνος καὶ ἡ ψυχικὴ κακότης μολύνουν τὴν ἀτμόσφαιραν αὐτὴν τῆς χαρᾶς.  Σὰν φίδια, μὲ τὸ δηλητήριο στὸ στόμα, στέκονται σὲ μιὰ γωνιὰ οἱ Φαρισαῖοι.  Δὲν μποροῦν νὰ ἀνεχθοῦν τὶς ἐπιτυχίες του Κυρίου.  Ὁ φθόνος κατατρώγει τὴν ψυχήν των.  Καὶ χύνουν μὲ σατανικότητα τὸ δηλητήριον τῆς κακίας των.  Προσπαθοῦν νὰ ἀποδώσουν τὰ θαύματα τοῦ Χριστοῦ εἰς ἐπιδράσεις καὶ ἐνέργειες διαβολικές. Διὰ νὰ ἐλαττώσουν τὴν ἐντύπωσιν καὶ τὸν θαυμασμὸν τοῦ κόσμου....

Ταλαίπωροι! Ἡ ἀλήθεια δὲν κρύβεται. Λάμπει.  Καὶ ἐπιβάλλεται. Ὁ φθόνος σας δὲν θὰ κατορθώσῃ νὰ ἀλλοιώσῃ τὴν πραγματικότητα. Ματαίως ἀγωνίζεσθε.

Ὁ φθόνος! Νὰ μιὰ σοβαρὴ ψυχικὴ πληγή, ποὺ ταλαιπωρεῖ καὶ βασανίζει τὴν ἐποχήν μας.

Ἀξιζει νὰ μᾶς ἀπασχολήσῃ εἰς τὸ σημερινὸν κήρυγμα τὸ θέμα αὐτό. Πολλαὶ εἶναι αἱ ἐκδηλώσεις τοῦ φθονεροῦ.  Θὰ ἐπισημάνωμεν ὅμως τὰς σοβαρωτέρας.

1.Πικραίνεται ὅταν οἱ ἄλλοι εὐδοκιμοῦν


Ὅλοι μας ἀγωνίζόμεθα εἰς τὴν ζωήν. Ὁ ἕνας διὰ νὰ σπουδάσῃ. Ὁ ἄλλος διὰ νὰ ἀναπτύξῃ κολύτερα τὴν ἐργασίαν του. Ὁ τρίτος διὰ νὰ βελτιώσῃ τὰς ἐγκαταστάσεις του. Ὁ τέταρτος διὰ νὰ κτίσῃ ἕνα σπιτάκι,  ὁ ἄλλος διὰ νὰ ἀποκαταστήσῃ τὴν κόρη του.

Ὁ πέμπτος διὰ νὰ ἐξυπηρετήσῃ τὸ κοινὸν καλὸν μὲ ἔργα πολιτισμοῦ καὶ χριστιανικῆ πνοῆς. Ὅλοι μας ἔχομεν κάποιους πόθους στὴ ζωή μας. Καὶ ὅλοι μας θέλομε νὰ μᾶς παραστέκουν οἱ ἄλλοι μὲ καλωσύνην.  Νὰ χαίρουν εἰς τὴν ἐπιτυχίαν μας.

 Νὰ συνεργοῦν διὰ τὴν εὐτυχίαν μας. Ἀλλὰ δὲν συμβαίνει, δυστυχῶς αὐτό.  Μόλις ὁ Α ἰδῇ ὅτι ὁ Β ἀρχίζει νὰ ἀνεβαίνῃ, νὰ ἐπιτυγχάνῃ, νὰ τακτοποιῇ τὰ οἰκογενειακά του, νὰ παντρεύῃ τὴν θυγατέρα του μὲ καλὸ πρόσωπο, νὰ ἀποκτᾷ ὄνομα καὶ φήμην, ἀρχίζει μέσα του τὸ σαράκι τοῦ φθόνου. Τὸν στενοχωρεῖ ἡ χαρὰ τοῦ ἄλλου. Τὸν πικραίνει τὸ ἀνέβασμα τοῦ γείτονος, τοῦ συναδέλφου, τοῦ συνεργάτου.  Χολώνεται διότι οἱ ἄλλοι ἔχουν περισσότερα χαρίσματα ἀπὸ αὐτόν, περισσότερες ἱκανότητες, μεγαλυτέραν δυναμικότητα.

Γιατὶ, φίλε μου, σὲ πικραίνει αὐτό; Σοῦ παίρνει τίποτε ἀπὸ τὴν εὐτυχίαν σου ὁ ἄλλος; Σοῦ κάνει κάτι κακό;  Γιατὶ δὲν μᾶς ἱκανοποιεῖ ἡ πρόοδος τοῦ πλησίον; Προτιμοῦμε, δηλαδή, νὰ ἀκοῦμε κλάματα στοῦ γείτονος τὸ σπίτι καὶ ὄχι τὸ γέλιο καὶ τὴν χαρά;

Γιατὶ δὲν ἔχομεν τὴν δύναμιν νὰ ἀναγνωρίζωμεν τὰ καλὰ τοῦ ἄλλου; Γιατὶ δὲν παραδεχόμεθα τὶς ἱκανότητές του; Ὁ Θεὸς τοῦ τὶς ἔδωσε. Χαλάλι του!

Γιατὶ θέλομε νὰ ὁμοιάζωμεν τὸν διάβολον, ποὺ ἐφθόνησε τὴν εὐτυχίαν τοῦ Ἀδὰμ καὶ τῆς Εὔας καὶ τοὺς ὡδήγησε στὴν καταστροφή;

Ἄς προκόψῃ ὁ ἄλλος. Ἀδελφός μας εἶναι.  Χαρὰ μας ἄς εἶναι ἡ εὐτυχία του. Ὁ Θεὸς θὰ δώσῃ καὶ σὲ μᾶς ἀργότερα χαρὲς καὶ εὐλογίες.  Δὲν χάνομεν τίποτε, ὅταν ὁ ἄλλος παίρνῃ. Τὰ ἀγαθὰ τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀνεξάντλητα.

Γιατὶ, λοιπὸν, νὰ πικραίνεται ὁ ἄνθρωπος, νὰ πρασινίζῃ ἀπὸ τὸ κακὸ του, νὰ ποτίζῃ τὴν ζωή του μὲ φαρμάκι; Συμβαίνει καὶ ἐδῶ ἐκεῖνο, ποὺ σημειώνει ἡ Ἁγία Γραφὴ διὰ τοὺς μακρὰν τοῦ Θεοῦ ἀνθρώπους, τοὺς «.... πεπληρωμένους πάσῃ ἀδικίᾳ... κακίᾳ, μεστοὺς φθόνου...» (Ρωμ. α΄29).

Ἀλλὰ τὸ κακὸν προχωρεῖ. Ὁ φθονερὸς ἐν συνεχείᾳ:

2. Ἀντιδρᾶ συστηματικά.


Ἠμπορεῖ νὰ μὴ τὸ δείχνῃ φανερά. Ἀλλὰ ἀρχίζει τὶς μηχανογραφίες, τὶς ἐνέδρες. Προσπαθεῖ νὰ μειώσῃ τὴν καλὴν ἐντύπωσιν, ποὺ ἐδημιουργήθη διὰ τὸν φθονούμενον.  Δημιουργεῖ ἐμπόδια εἰς τὸ ἔργον του.  Δὲν ἔχει, βέβαια, τὸ θάρρος καὶ τὸ σθένος νὰ ἀντιμετωπίσῃ τὸν ἄλλον στῆθος μὲ στῆθος, φανερά.  Καταλαβαίνει ὅτι θὰ νικηθῇ.

Κάνει, λοιπὸν, ὕπουλα τὴν δουλειά του.  Στὸ σκοτάδι.  Μὲ δόλον καὶ ἀτιμίαν.  Μεγαλοπειεῖ ὡρισμένα γεγονότα, ποὺ διαφορετικὰ θὰ περνοῦσαν ἀπαρατήρητα.  Προκαλεῖ ὁ ἴδιος συζητήσεις, γιὰ νὰ βρῇ εὐκαιρίαν νὰ πετάξῃ τὸ δηλητήριον. Ἐργάζεται κρυφίως, διὰ νὰ ματαιώσῃ σχέδια, ποὺ καταλαβαίνει, ὅτι θὰ τιμήσουν περισσότερον τὸν φθονούμενον.  Κάνει τὸν φίλο, καὶ «πισώπλατα» βυθίζει τὸ δολοφονικὸ μαχαίρι.  Δὲν διστάζει νὰ φθάσῃ καὶ μέχρι συκοφαντίας, προκειμένου νὰ «καρφώσῃ» τὸν ἄλλον.

Ἔτσι θὰ καραδοκήσῃ, πάντα βέβαια ἀθέατα, νὰ χτυπήσῃ καὶ τὴν ὑπόληψίν του ἀκόμη.  Θὰ διασύρῃ τὴν τιμήν, τὸ οἰκογενειακὸν ὄνομα, τὴν ἠθικὴν ἀκεραιότητά του. Ἡ πικρόχολος ψυχή του δημιουργεῖ ἱστορίες μὲ ἀνύπαρκτα πράγματα.

 Ἡ φαντασία του συνθέτει ὁλόκληρα μυθιστορήματα, μὲ σκηνὲς καὶ γεγονότα τελείως ἀνυπόστατα, μόνον καὶ μόνον διὰ νὰ ἐξευτελίσῃ τὸν φθονούμενον, νὰ τοῦ πάρῃ τὴν θέσι, νὰ τὸν ἀπομακρύνῃ ἀπὸ τὸ «πόστο» ποὺ κατέχει, νὰ τὸν ἰδῇ ταπεινούμενον καὶ συντριβόμενον.

Ὁ,τι δηλ. συνέβαινε καὶ μὲ τοὺς Φαρισαίους, ποὺ δὲν ἠμποροῦσαν νὰ ἀνεχθοῦν τὸν Κύριον.  Καὶ στὸ σημερινὸν Εὐαγγέλιον αὐτὸ βλέπομεν.  Συκοφαντοῦν καὶ ἀντιδροῦν πεισμόνως καὶ κακοβούλως.  Καὶ μέχρι σήμερα τὸ ἴδιο γίνεται.

 Ὁ φθονερὸς σπέρνει ἔντεχνα νάρκες στὸ δρόμο του μισουμένου. Ἡ χαρὰ του εἶναι νὰ βλέπῃ ἐρείπια καὶ συντρίμματα.  Καὶ ὅταν, παρὰ τὸν ἀγῶνά του αὐτὸν, ἀντιλαμβάνεται, ὅτι δὲν ἐπιτυγχάνει τὴν συντριβὴν τοῦ ἄλλου, τὸτε προχωρεῖ καὶ πιὸ πέρα:

3.Κηρύσσει ἐξοντωτικὸν πόλεμον.


Παίζει πλεόν τότε ὁ φθονερὸς τὸ παιχνιδι του στ’ ἀνοιχτά. Ἐκ τοῦ ἐμφανοῦς καὶ μὲ μανίαν θηρίου ἐπιτίθεται κατὰ τοῦ ἄλλου, χρησιμοποιῶν θεμιτὰ καὶ ἀθέμιτα μέσα, ἐχθροὺς καὶ φίλους, διὰ νὰ ἐπιτύχῃ τὴν πλήρη ἐξουθένωσίν του.

 Εἶναι ἡ ἴδια τακτική, τὴν ὁποίαν ἠκολούθησαν διὰ τὸν Κύριον οἱ Φαρισαῖοι. Ἤρχισαν ἀπὸ τὸ σαράκι τοῦ φθόνου, ποὺ κρύπτεται μέσα στὴν ψυχή, ἐπροχώρησαν στὴν μυστικὴ ἀντίδρασι, στὴν συκοφαντία, καὶ τέλος ἔφθασαν στὴ φανερὴ καταδίωξί Του, ποὺ κατέληξε στὸ μαρτύριον τοῦ Γολγοθᾶ.

Καὶ ἐμφανίζεται τοῦτο τὸ παράξενον καὶ τραγικόν.

Εἰς τὰς στιγμὰς ἀτυχήματος, ὅλοι οἱ ἄλλοι νὰ λυποῦνται καὶ νὰ συμπονοῦν τὸν πάσχοντα· εἶναι, βλέπετε, τόσον φυσικὸν νὰ κλαίῃ κανεὶς μὲ τοὺς κλαίοντες!  Καὶ ὅμως! Ὁ φθονερὸς πανηγυρίζει καὶ ἀγάλλεται! Ἐκδηλώνει, μάλιστα, φανερὰ αὐτὴν του τὴν χαράν. Σκοπός του νὰ κάμῃ βαθύτερον τὸ τραῦμα τοῦ ἄλλου. Εὐχὴ του νὰ χορέψῃ σύντομα ἐπάνω στὸ μνῆμά του.

Ποῦ φθάνει, ἀδελφέ μου, τὸ πάθος τοῦ φθόνου!  Χειρότερος καὶ ἀπὸ τὸ θηρίον γίνεται ὁ ἄνθρωπος.  Χειρότερος!....

4.Καὶ τὸ ἀποτέλεσμα.


Πιθανόν, βέβαια, νὰ νικήσῃ σὲ ὡρισμένες περιπτώσεις ὁ φθονερός.  Καὶ νὰ ἀδικηθῇ ὁ ἀθῷος.

Ὑπάρχουν περιπτώσεις, ποὺ γίνεται αὐτό.  Χάνει τὴν θέσιν του ὁ φθονούμενος ἀδίκως.  Παραμερίζεται.  Ταπεινώνεται.  Γίνεται πτωχός. Ἀρρωσταίνει ἀπὸ τὸ μαράζι του. Ἡ νίκη τοῦ φθονεροῦ φαίνεται πλήρης.

Καὶ ὅμως ἡ πραγματικότης εἶναι ἄλλη.  Πρῶτα-πρῶτα, θὰ πρέπει νὰ σημειωθῇ, ὅτι δὲν ἐπιτυγχάνει πάντα ὁ φθονερός.  Συχνά, πολὺ συχνά, ἀναλαμβάνει τὴν ὑπεράσπισιν τοῦ ἀδικουμένου ὁ Θεός.  Καὶ ἐξευτελίζεται ὁ φθονερός.

Καὶ ταπεινώνεται ἰσοβίως.  Καὶ λάμπει ἡ ἀλήθεια.  Καὶ δικαιώνεται ἡ ἀρετὴ καὶ ἡ τιμιότης.  Καὶ ἀνεβαίνει ἀκόμη περισσότερο ὁ καλός, ὁ ἀδικημένος. Ἄπειρα τέτοια παραδείγματα. Ἀλλὰ ἄς πάρωμεν πρὸς στιγμὴν τὴν ἄλλην πλευράν.

 Ὁ φθονερὸς φαίνεται ὅτι ἐνίκησεν. Ὁ πολεμούμενος ἀθῷος ἐταπεινώθη.  Καὶ ὅμως τὸ ἀρχαῖον ρητὸν «μηδένα πρὸ τοῦ τέλους μακάριζε», ἔχει καὶ εἰς τὰς ἡμέρας μας τὴν ἐφαρμογήν του. Τὸ σύνηθες εἶναι νὰ μὴ διαρκῇ πολὺ αὐτὴ ἡ νίκη.

Ἐπιτρέπει πολλὲς φορὲς ὁ Θεὸς καὶ μερικὲς τέτοιες ἐπιτυχίες.  Διὰ νὰ δοκιμάσῃ τὸν ἀθῶον.  Νὰ τὸν κάμῃ καλύτερον.  Νὰ τὸν προφυλάξῃ ἴσως ἀπὸ ἄλλα, ποὺ θὰ ἐδημιουρογῦσαν μεγαλύτερον φθορά.  Δὲν ἀργεῖ ὅμως νὰ κάμῃ τὰς ἀποκαλύψεις Του, νὰ ἀποδώσῃ «ἑκάστῳ κατὰ τὰ ἔργα αὐτοῦ».

Καὶ μὲ τρόπους, ποὺ γνωρίζει ἡ σοφία Του ἡ ἄπειρος καὶ ἡ ἀγάπη Του ἡ ἀπέραντος, ἀμείβει καὶ ἀποκαθιστᾷ τὸ δίκαιον.  Πανηγυρικά.  Εἰς ὄνειδος τοῦ κακοῦ, εἰς δόξαν τοῦ ἐναρέτου: «Δίκαιος Κύριος καὶ δικαιοσύνης ἠγάπησεν».

Καὶ ὁ φθονερός; Ἀπὸ τοῦ ὕψους του πίπτει εἰς τὸ βάραθρον.  Ταπεινωμένος, φαρμακωμένος βλέπει τὴν δικαίωσιν τοῦ ἄλλου καὶ μαραζώνει.  Διότι ἄς μὴ λησμονῶμεν, ὅτι ὁ φθόνος εἶναι φίδι δηλητηριῶδες, ποὺ κατατρώγει πρῶτα τὰ σπλάχνα του φθονεροῦ.  Τοῦ κλέβει τὴν ἡσυχία.  Τοῦ ἀφαιρεῖ τὴν χαρά. Τοῦ ματαιώνει διαρκῶς τὴν εὐτυχία.

Ψυχὴ, ποὺ φθονεῖς, τὶ ἐκατάλαβες μὲ τὸ νὰ κρύβῃς μέσα σου αὐτὸ τὸ συχαμερὸ ἑρπετὸ, τὸ φθόνο!  Τί ἐκατάλαβες; Ἔκρυψες τὸν ἥλιο ἀπὸ τὴν ζωήν σου καὶ περιπατοῦσες στὰ σκοτεινά. Ἔσπασες τὴν βρύση καὶ ἡ ψυχή σου διψοῦσε φοβερά.

Ἔκαμες κακὸ στοὺς ἄλλους καὶ ἐπλήθυνες ἔτσι τὰ καρφιὰ ποὺ σ’ ἐκάρφωσαν στὸ σταυρὸ τῆς καταδίκης σου.  Δὲν ἦταν καλύτερα νὰ χαίρεσαι καὶ σύ στὴν χαρὰ τῶν ἄλλων; Δὲν ἦταν προτιμότερο νὰ πίνῃς ἀπὸ τὸ νερὸ τῆς εὐτυχίας τῶν ἄλλων καὶ σύ; Δὲν ἀκοῦμε τὴν φωνὴν τοῦ Θεοῦ; «Ἀποθέμενοι», λέγει, «πᾶσαν κακίαν... καὶ φθόνους καὶ πάσας καταλαλιάς...» (Α΄ Πέτρου β΄ 1).

Ἀδελφέ μου! Ἀγάπα. Ἀγάπα ἁπλόχερα, χωρὶς κρατούμενα, χωρὶς ἰδιοτέλειαν, χωρὶς φραγμούς.  Χτύπα τὸ ἀπαίσιον ἐρπετὸ τοῦ φθόνου στὸ κεφάλι.  Σκότωσέ το. Πέταξέ το μακρυά.

Ἄς δώσωμεν ὅλοι τὸ χέρια. Ἄς τὰ δέσῃ αἰώνια ἡ χρυσῆ ἁλυσίδα τῆς ἀγάπης. Αὐτὴ ἡ ἀγάπη εἶναι ὡραιότερη δύναμις, ἡ δυνατώτερη ὀμορφιά.

Εἶναι ἐμορφιὰ καὶ δύναμις, διότι τὴν ἔφερε στὸν κόσμον ὁ Χριστὸς ἀπὸ τὸ Γολγοθᾶ!

Ἀγαπητοί μου,

Ἦταν κάποτε ἕνας βασιλιᾶς.  Σοφὸς καὶ ἐνάρετος. Ἐπληροφορήθη μίαν ἡμέραν, ὅτι ἕνας ἀπὸ τοὺς αὐλικοὺς του ἐφθονοῦσε τρομερὰ κάποιον ἄλλον, ὁ ὁποῖος ἔχαιρε τῆς βασιλικῆς ἐκτιμήσεως. Ὁ βασιλιᾶς ἠθέλησε νὰ ἐξακριβώσῃ μέχρι ποίου σημείου ἔφθανεν ὁ φθόνος τοῦ αὐλικοῦ του. Τὸν καλεῖ, λοιπὸν, μίαν ἡμέραν εἰς τὸ γραφεῖον του·

-Θέλω, τοῦ λέγει, νὰ σοῦ χαρίσω κάτι. Ὅ,τι θέλεις. Ὑπὸ τὸν ὅρον ὅμως ὅτι θὰ προσφέρω εἰς τὸν τάδε –καὶ ὠνόμασε τὸν αὐλικὸν ποὺ ἐφθονουσε- τὰ διπλάσια. Σκέψου ἀπόψε καὶ ἔρχεσαι αὔριον τὸ πρωΐ νὰ δώσῃς τὴν ἀπάντησιν.

Ὁ αὐλικὸς ἔφυγεν ἀπὸ τὰ ἀνάκτορα. Τὸ βράδυ ἀδύνατον νὰ κοιμηθῇ.  Τί νὰ ζήτήσῃ; Ἀξιώματα, σπίτια, τιμητικὰς διακρίσεις; Θὰ ἐδίδοντο εἰς τὸν ἄλλον διπλάσια.  Καὶ ἡ σκέψις αὐτὴν τὸν ἔκαιε. Αἴφνης πετάχτηκε χαρούμενος ἀπὸ τὸ κρεββάτι του.

-Τό βρῆκα, εἶπε.

Τὴν ἄλλην ἡμέραν παρουσιάσθη εἰς τὸν βασιλέα.

-Λοιπὸν, σκέφθηκες; Τί ἀπεφάσισες νὰ ζητήσῃς; Τοῦ εἶπε.

-Νὰ μοῦ βγάλετε, Μεγαλειότατε, τὸ ἕνα μάτι. Ἔτσι θὰ ἔβαζε τοῦ ἄλλου καὶ τὰ δύο.

Ὁ βασιλιᾶς ἔμεινεν ἄναυδος... Δὲν ἐφαντάζετο τόσην κακινα εἰς τὸν φθονερόν..

Χρειάζεται, ἆρα γε, νὰ σχολιασθῆ τὸ γεγονός;


Ἐπισκόπου Γεωργίου Παυλίδου

Μητροπολίτου Νικαίας

Λύχνος τοῖς ποσί μου

Λόγοι εἰς τὰ Εὐαγγέλια τῶν Κυριακῶν

(σελ.79-84)

Ἐκδόσεις Β΄

Ἀποστολική διακονία

τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος