Τετάρτη 30 Σεπτεμβρίου 2015

Προσοχή έχει καταστρέψει πολλούς ο πειρασμός της απόγνωσης

«Ο Θεός επιτρέπει σ’ αυτόν τον πειρασμό να προσβάλλει τις δυνατότερες φύσεις, αυτούς δηλαδή, που είναι πιο πεπειραμένοι στον πνευματικό πόλεμο.

Ο εχθρός σου τον παρουσιάζει, επειδή βλέπει ότι οι αγώνες σου φθάνουν σ’ ένα τέλος, ότι ετοιμάζεται για σένα στον ουρανό μια ανταμοιβή και θέλει να σε χτυπήσει και να σε ρίξει κάτω μ’ ένα δυνατό τίναγμα και να σου στερήσει έτσι τον στέφανο.

Έχει καταστρέψει πολλούς με την απόγνωση. Να είσαι δυνατή και ανδρεία, να πολεμάς τις μηχανορραφίες του εχθρού. Μην παραδίδεσαι. Να σηκώνεις αυτόν τον σταυρό με ταπείνωση και αντοχή. Να θεωρείς ότι αυτός ο πειρασμός σου παρουσιάζεται, για να μεγαλώσει την ταπεινοφροσύνη σου και ο Κύριος θα σε βοηθήσει.

Αυτός που έχει θεμελιωμένη την ψυχή του πάνω σε βράχο, δεν θα κλονισθεί από τους ανέμους των πειρασμών του εχθρού, καμιά καταιγίδα δεν είναι αρκετά δυνατή να συγκλονίσει τα θεμέλια. Εκείνος όμως, που το σπίτι της ψυχής του είναι χτισμένο στην άμμο, η ψυχή, που δεν έχει σαν θεμέλιο της την Πέτρα Χριστό, εύκολα καταστρέφεται ακόμη και με μια μικρή μπόρα.

Την πνευματική κλίμακα να την ανεβαίνεις, όχι να την κατεβαίνεις. Να ανυψώνεσαι στο πνεύμα και στον νου.

Κλήθηκες, για να οδηγήσεις το μικρό σου ποίμνιο των παρθένων, που τις έχει διαλέξει ο Θεός, για ν’ ακολουθήσουν την μοναχική ζωή. Αυτό το έργο να μην το θεωρείς κατώτερο ή μικρότερο από τις αρετές εκείνες και τα ασκητικά επιτεύγματα, που θα μπορούσες να επιτύχεις με την ησυχία προσπαθώντας να σώσεις μόνο την ψυχή σου.

Τώρα δεν έχεις ειρήνη, επειδή υπηρετείς τον πλησίον σου. Οι αγώνες σου τώρα είναι οι φροντίδες και οι θλίψεις. Είναι φροντίδες και θλίψεις μαρτύρων, γιατί εσύ σταυρώνεσαι για όλους, για χάρη της αγάπης του Θεού και του πλησίον σου. Τι θα μπορούσε να είναι υψηλότερο;»

Άγιος Ιωάννης της Κρονστάνδης

Η ολοκληρωτική ελπίδα στον Θεό

Πως μπορεί να γνωρίσει κάποιος εάν εργάζεται με την μη εμπιστοσύνη στον εαυτό του και με την ολοκληρωτική ελπίδα στον Θεό

Πολλὲς φορὲς νομίζουν μερικοὶ αὐθάδεις ὅτι δὲν ἔχουν κανένα θάρρος στὸν ἑαυτό τους καὶ ὅτι ὅλη τους τὴν ἐλπίδα καὶ πεποίθησι, τὴν ἔχουν στὸν Θεό· ὅμως δὲν εἶναι ἔτσι· καὶ γι᾿ αὐτὸ βεβαιώνονται ἀπὸ τὸ ἀποτέλεσμα ποὺ ἔρχεται σὲ αὐτοὺς ἀπὸ τὸν ξεπεσμό τους, ὅταν συμβῇ. Γιατὶ ἂν ἴσως αὐτοὶ λυποῦνται στὸν ξεπεσμό τους καί, κατὰ κάποιο τρόπο, ἀπελπίζονται καὶ νομίζουν ὅτι μποροῦν στὸ ἑξῆς νὰ κάνουν καλό, αὐτὸ εἶναι σίγουρο σημεῖο, ὅτι καὶ πρὸ τοῦ ξεπεσμοῦ τους πίστευαν στὸν ἑαυτό τους καὶ ὄχι στὸν Θεό. Καὶ ἐὰν ἡ λύπη καὶ ἡ ἀπελπισία τους εἶναι μεγάλη, εἶναι ὁλοφάνερο ὅτι καὶ πολὺ πίστευαν στὸν ἑαυτό τους καὶ λίγο στὸ Θεό, γιατὶ ὅποιος δὲν ἐμπιστεύεται πολὺ στὸν ἑαυτό του καὶ ἐλπίζει στὸ Θεό, ὅταν ξεπέσει, δὲν ἀπορεῖ τόσο πολύ, οὔτε λυπᾶται ὑπερβολικά, ἐφόσον γνωρίζει, ὅτι αὐτὸ τοῦ συμβαίνει γιὰ τὴν ἀδυναμία τοῦ ἑαυτοῦ του καὶ γιὰ τὴν λίγη ἐλπίδα ποὺ ἔχει στὸν Θεὸ μάλιστα τότε ἀπιστεῖ περισσότερο στὸν ἑαυτό του καὶ μὲ περισσότερη ταπείνωσι ἐλπίζει στὸ Θεὸ καὶ μισώντας περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλον τὰ ἄτακτα πάθη, ποὺ εἶναι ἡ αἰτία τοῦ ξεπεσμοῦ του, μὲ ἕνα μεγάλο πόνο ἥσυχο καὶ εἰρηνικό, γιὰ τὴ λύπη τοῦ Θεοῦ, ἀποκτᾷ βέβαια τὴν ἀπιστία στὸν ἑαυτό του, καταδιώκει ὅμως τοὺς ἐχθρούς του μέχρι θανάτου μὲ μεγαλύτερη γενναιότητα καὶ ἀποφασιστικότητα.

Αὐτὰ ποὺ εἶπα, ἐπιθυμῶ νὰ τὰ σκεφθοῦν μερικοί, ποὺ νομίζουν πὼς εἶναι ἐνάρετοι καὶ πνευματικοί, οἱ ὁποῖοι, ὅταν πέσουν σὲ κανένα ἐλάττωμα, δὲν μποροῦν, οὔτε θέλουν νὰ εἰρηνεύσουν καὶ μερικὲς φορὲς θέλοντας νὰ ἐλευθερωθοῦν ἀπὸ τὴν πολλὴ λύπη καὶ τὴν ἐνόχλησι, ποὺ τοὺς συμβαίνει ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ ἑαυτοῦ τους, τρέχουν ἀμέσως γι᾿ αὐτὸ καὶ μόνο στὸν πνευματικὸ πατέρα, στὸν ὁποῖον ἔπρεπε κυρίως νὰ πηγαίνουν γιὰ νὰ ξεπλυθοῦν ἀπὸ τὴν μόλυνσι τῆς ἁμαρτίας καὶ νὰ λάβουν δύναμι κατὰ τοῦ ἑαυτοῦ τους, μὲ τὸ ἁγιώτατο μυστήριο τῆς μετανοίας καὶ τῆς ἐξομολογήσεως.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Άγιος Γρηγόριος ο Ιερομάρτυρας επίσκοπος της Μεγάλης Αρμενίας

Ο Άγιος Γρηγόριος ήταν γιος του Ανάκ, που ήταν συγγενής του βασιλιά της Μεγάλης Αρμενίας, Κουσαρώ (290 μ.Χ.). Ο Ανάκ, λοιπόν, σε συνεργασία με το βασιλιά των Περσών Αρτασείρα, σκότωσε τον Κουσαρώ. Αλλά οι σατράπες της Αρμενίας εκδικήθηκαν το φόνο του, σκοτώνοντας τον Ανάκ και όλη του την οικογένεια. Διασώθηκαν μόνο δύο παιδιά του, που ένας ήταν ο Γρηγόριος.

Στην Καισαρεία συνέβη να συναντηθούν ο γιος του φονιά Ανάκ, Γρηγόριος, και ο γιος του θύματος Τηριδάτης. Τότε ο Γρηγόριος σπούδαζε με ζήλο τα Ιερά γράμματα, (στην Καισαρεία της Καππαδοκίας από τον εκεί αρχιεπίσκοπο Λεόντιο), που μεταξύ άλλων λένε: «τελείων δὲ ἐστὶν ἡ στερεὰ τροφή, τῶν διὰ τὴν ἕξιν τὰ αἰσθητήρια γεγυμνασμένα ἐχόντων πρὸς διάκρισιν καλοῦ τε καὶ κακοῦ» (Εβραίους, ε' 14.1). Δηλαδή, η στερεά και υψηλότερη πνευματική τροφή είναι για τους τέλειους χριστιανούς, που από την άσκηση έχουν τα πνευματικά αισθητήρια γυμνασμένα στο να διακρίνουν εύκολα μεταξύ του καλού και κακού. Γυμνασμένος, λοιπόν, και ο Γρηγόριος στη διάκριση, όχι μόνο δεν αποστράφηκε τον Τηριδάτη, αλλά τον πλησίασε με αγάπη, αποδοκίμασε την πράξη του πατέρα του και τον βοήθησε σε κάποια ασθένεια του.

Όταν αργότερα ο Τηριδάτης έγινε βασιλιάς Αρμενίας, βασάνισε φρικτά τον Γρηγόριο (που τότε ήταν επίσκοπος Αρμενίας). Διέταξε μάλιστα, να τον ρίξουν σε λάκκο με φίδια και άλλα ερπετά. Ο Γρηγόριος όχι μόνο δεν έπαθε τίποτα αλλά επέζησε για 15 χρόνια τρεφόμενος με το ψωμί που του πήγαινε κρυφά μια χήρα. Ο Θεός, όμως, επέτρεψε να γίνει ο Τηριδάτης σχιζοφρενής. Αλλά δια των προσευχών του Γρηγορίου θεραπεύθηκε, μετανόησε και βαπτίσθηκε χριστιανός με όλο του το έθνος.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείας πίστεως, τὴ γεωργία, ἐνεούργησας, βροτῶν καρδίας, κατασπείρας τὴν τοῦ Λόγου ἐπίγνωσιν, καὶ λαμπρυνθεῖς μαρτυρίου τοὶς στίγμασιν, ἱεραρχία Γρηγόριε ἔφανας. Πάτερ ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Καὶ τρόπων μέτοχος, καὶ θρόνων διάδοχος, τῶν Ἀποστόλων γενόμενος, τὴν πρᾶξιν εὗρες θεόπνευστε, εἰς θεωρίας ἐπίβασιν· διὰ τοῦτο τὸν λόγον τῆς ἀληθείας ὀρθοτομῶν, καὶ τῇ πίστει ἐνήθλησας μέχρις αἵματος, Ἱερομάρτυς Γρηγόριε· Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τοὺς ἀσφαλεῖς.
Τὸν εὐκλεῆ καὶ Ἱεράρχην ἅπαντες, ὡς ἀθλητὴν τῆς ἀληθείας σήμερον, οἱ πιστοὶ θείοις ἐν ἄσμασι, καὶ ὑμνῳδίαις εὐφημήσωμεν, τὸν γρήγορον Γρηγόριον ποιμένα καὶ διδάσκαλον, τὸν ἔκλαμπρον φωστῆρα καὶ ὑπέρμαχον· Χριστῷ γὰρ πρεσβεύει τοῦ σωθῆναι ἡμᾶς.

Κάθισμα
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Βλέμμα γρήγορον τῆς διανοίας, Μάρτυς ἔνδοξε προκεκτημένος, ὁμωνύμως καὶ καταλλήλως διέπρεψας, ὑπὲρ Χριστοῦ τῇ ἀθλήσει στρεβλούμενος, ἐν προσευχαῖς ἀνενδότως ἠγρύπνησες ὅθεν εἴληφας, ἱεραρχικῶς δι' αἵματος, βραβεῖον κατ' ἄμφω παμμάκαρ Γρηγόριε.

Ὁ Οἶκος
Τοῦτον τὸν μέγαν ἐν ἀθλοφόροις, τὸν φωστῆρα τὸν θεῖον, Ἀρμενίας πιστοὶ ποιμένα τε καὶ πρόμαχον, ἐν ὑμνῳδίαις εὐφημοῦμεν, καὶ ᾄσμασιν ἐνθέοις αὐτοῦ τὴν μνήμην· τὴν γὰρ ἀχλὺν τῶν ματαίων εἰδώλων ἠφάνισε, σὺν αὐτοῖς καὶ τῶν δαιμόνων τὴν ἐνέργειαν ἐνέκρωσε· διὸ τοὺς πόνους ὑπήνεγκε, σταθερᾷ διανοίᾳ καὶ χάριτι, καὶ πρεσβεύει Χριστῷ τοῦ σωθῆναι ἡμάς.


Τρίτη 29 Σεπτεμβρίου 2015

Η μετάνοια χωρίς την ελεημοσύνη είναι νεκρή και χωρίς φτερά

Εδώ, λοιπόν, ας ζητήσουμε χάρι από τον Κριτή, εδώ και ας τον παρακαλέσουμε εδώ με όλη την δύναμί μας ας τον ικετεύσουμε ∙ αλλά όχι με χρήματα∙ ή καλύτερα αν πρέπει να πούμε την αλήθεια, πείθεται και με χρήματα ο φιλάνθρωπος Κύριος, όχι γιατί τα θέλει ο ίδιος , αλλά γιατί τα δέχεται δια μέσου των φτωχών. Δώσε χρήματα στον φτωχό κι αμέσως εξευμένισες τον Κριτή. Κι αυτά σας τα λέω από ενδιαφέρον, επειδή η μετάνοια χωρίς την ελεημοσύνη είναι νεκρή και χωρίς φτερά. Δεν μπορεί η μετάνοια να πετάξη προς τον Θεό, όταν δεν έχη τα φτερά της ελεημοσύνης. Γι’ αυτό στον Κορνήλιο, που μετανόησε αληθινά, η ελεημοσύνη του έγινε φτερό της ευσέβειας∙ γιατί λέγει «οι ελεημοσύνες σου και οι προσευχές σου ανέβηκαν στον ουρανό» ( Πραξ. 10, 4 ) . Γιατί, αν δεν είχε η μετάνοιά του ως φτερό την ελεημοσύνη, δεν θα ανέβαινε στον ουρανό. Λοιπόν, το εμπορικό κατάστημα της ελεημοσύνης είναι σήμερα ανοικτό. Γιατί βλέπουμε ανάμεσά μας τους αιχμαλώτους και τους φτωχούς… βλέπουμε αυτούς που ζητούν βοήθεια, βλέπουμε αυτούς που δακρύζουν… Θαυμαστή εμποροπανήγυρις είναι μπροστά μας. Κι αυτή δεν υπόσχεται άλλο τίποτε και ο έμπορος δεν έχει άλλη σκέψι παρά να αγοράση φθηνά τα εμπορεύματα και να τα πουλήση ακριβά. Αυτός δεν είναι ο σκοπός όλων των εμπόρων; Ασχολείται κανείς με το εμπόριο για τίποτε άλλο, παρά για να πουλήση ακριβά όσα αγόρασε φτηνά και να πολλαπλασιάση τα εμπορικά του κέρδη;
Τέτοια, λοιπόν, εμποροπανήγυρι έχει μπροστά μας ο Θεός∙ αγόρασε τις αρετές με λίγα χρήματα, για να τις μεταπωλήσης στο μέλλον ακριβά, εάν βέβαια πρέπει να ονομάσουμε μεταπώλησι την ανταπόδοσι. Στην παρούσα ζωή με λίγα χρήματα αγοράζεται η σωτηρία, με ένα ασήμαντο κομμάτι ψωμί, με ένα φτηνό ρούχο, με ένα ποτήρι δροσερό νερό. «Όποιος δώση ένα ποτήρι κρύο νερό , σας διαβεβαιώνω», λέει ο Δάσκαλος του πνευματικού εμπορίου, «δεν θα χάση την ανταμοιβή του» ( Ματθ. 10, 42 ) . Όταν ένα ποτήρι κρύο νερό φέρνη μισθό, τα ρούχα και τα χρήματα, που προσφέρονται για ανακούφισι, δεν θα φέρουν μισθό; Κάθε άλλο! Θα φέρουν μισθό και πολύ μάλιστα! Αλλά, γιατί ανέφερε ένα ποτήρι νερό; Για να δώση παράδειγμα ανέξοδης ελεημοσύνης, επειδή για ένα ποτήρι νερό ούτε υλικά ξοδεύεις ούτε άλλο τίποτε χαλάς. Εάν τώρα, εκεί όπου η προσφορά είναι ανέξοδη, είναι τόσο μεγάλη η χάρις της ευεργεσίας, εκεί όπου προσφέρονται άφθονα ρούχα, δίνονται χρήματα και πλήθος άλλα αγαθά, πόσο μεγάλο μισθό θα πρέπει να περιμένη κανείς από τον δίκαιο Κριτή;

Καταπολέμηση τῆς ἔχθρας καί τῆς μνησικακίας

Β. Ο ΕΞΟΜΟΛΟΓΟΣ-ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΠΑΤΕΡΑΣ

Ὁ Ἅγιος Πορφύριος ἔδινε τεράστια σημασία στό θέμα τῆς διατήρησης τῆς ἑνότητας ἐν Χριστῷὅλων τῶν πιστῶν καί στήν ἐξάλειψη τῆς ἔχθρας.
«Ὅταν ὁ Γέροντας Πορφύριος», διηγεῖται πνευματικό του τέκνο, «ἦταν νεώτερος καί ὑγιής, ἐξομολογοῦσε πολλούς πιστούς καί, ὡς εὐσπλαχνικός πατέρας, ὅ,τι κι ἄν τοῦ λέγανε, τούς τά συγχωροῦσε ὅλα. Μόνο πού τούς ἔκανε στό τέλος τήν ἐρώτηση "Ἔχεις κακία μέ κανέναν;"
Κι ἄν ἕνας του ἔλεγε ὅτι δέν κρατεῖ κακία σέ κανέναν, τόν ἀγαποῦσε πολύ.
Ἄν ὅμως τοῦ ἔλεγε ὅτι ἔχει ἔχθρα μέ τόν ἀδερφό του ἤ τήν νύφη του ἤ μέ κάποιο ἄλλο πρόσωπο, ἄρχιζε νά τοῦ ἀναπτύσσει τό μυστήριο τῆς συγχωρητικότητας καί τοῦ ἐλέους πρός τόν συνάνθρωπό μας, γιατί τό πταῖσμα τοῦ πλησίον μας, ὅσο μεγάλο κι ἄν φαίνεται, στήν πραγματικότητα, μπροστά στά πταίσματά μας πρός τόν Θεό, εἶναι ἐλάχιστο, κι ὅμως, αὐτήν τήν μεγαλοψυχία μας θά ἐκμεταλλευθεῖ ὁ Θεός γιά νά μᾶς συγχωρήσει ἁμαρτίες, γιά τίς ὁποῖες δέν ὑπάρχει ἀριθμός. Μάλιστα, θά ἦταν φρικτό καί βλακῶδες νά χαθεῖ ἕνας ἄνθρωπος στήν αἰώνια κόλαση, ἐπειδή δέν θέλει νά ἀποβάλει τήν κακία καί τήν ἔχθρα πρός τόν ὁμοιοπαθῆ συνάνθρωπό του».

Ἀρχιμ. Σάββας Ἁγιορείτης

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Όσιος Κυριακός ο Αναχωρητής

Ο Όσιος Κυριακός ήταν άνθρωπος που καλλιεργούσε «ὑπομονήν, πραότητα» (Α' προς Τιμόθεον, στ' 11). Γι' αυτό και πέτυχε στην ασκητική του ζωή. Γεννήθηκε στην Κόρινθο το 5ο αιώνα μ.Χ., από Ιερέα πατέρα, τον Ιωάννη. Τη μητέρα του την έλεγαν Ευδοξία και είχε αδελφό τον Αρχιεπίσκοπο Κορίνθου Πέτρο.

Από ιερατικό, λοιπόν, γένος ο Κυριάκος, σε νεαρή ηλικία πήγε στα Ιεροσόλυμα και από εκεί στη Λαύρα του Μεγάλου Ευθυμίου. Εκεί, ο Μέγας Ευθύμιος, τον έκανε μοναχό και τον έστειλε στον ασκητή Γεράσιμο. Όταν πέθανε ο Γεράσιμος, ο Κυριακός επέστρεψε στη Λαύρα του Ευθυμίου, όπου με ζήλο καλλιεργούσε τις αρετές του, ώσπου κάποια στάση που έγινε στη Λαύρα του Ευθυμίου τον ανάγκασε να πάει στη Λαύρα του Σουκά. Εκεί 40 χρονών χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και ανέλαβε την επιστασία του Σκευοφυλακίου.

Εκείνο που τον διέκρινε απέναντι στους συμμοναστές του, ήταν ο γαλήνιος τρόπος με τον όποιο τους αντιμετώπιζε, γι' αυτό και ήταν παράδειγμα προς μίμηση από όλους. Εβδομήντα χρονών ο Κυριακός, έφυγε κι από εκεί και με υπομονή γύρισε πολλά μοναστήρια και σκήτες, όπου έζησε με αυστηρότατη άσκηση. Τελικά, πέθανε 107 χρονών, και σε όλους έμεινε η ενθύμηση του ασκητή, που έδειχνε «πραότητα πρὸς πάντας ἀνθρώπους» (Προς Τίτον, γ' 2). Πραότητα, δηλαδή, σ' όλους ανεξαίρετα τους ανθρώπους.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Χριστῷ ἠκολούθησας, καταλιπῶν τὰ τῆς γῆς, καὶ βίον ἰσάγγελον, ἐπολιτεύσω σαφῶς, ὡς ἄσαρκος Ὅσιε, σὺ γὰρ ἐν ταὶς ἐρήμοις, προσχωρῶν θείω πόθω, σκίλλη πίκρα τὴν πάλαι, πικρᾶν γεῦσιν ἀπώσω. Διὸ Κυριακὲ θεοφόρε, ἀξίως δεδόξασαι.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφαγισθέντος .
Τῆς ἐρήμου πολίτης καὶ ἐν σώματι ἄγγελος, καὶ θαυματουργὸς ἀνεδείχθης, θεοφόρε Πατὴρ ἡμῶν Κυριακέ· νηστείᾳ ἀγρυπνίᾳ προσευχῇ, οὐράνια χαρίσματα λαβών, θεραπεύεις τοὺς νοσοῦντας, καὶ τὰς ψυχὰς τῶν πίστει προστρεχόντων σοι. Δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ πᾶσιν ἰάματα.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Ἀπαλῶν ἐξ ὀνύχων τῷ Χριστῷ ἠκολούθησας, τὴν ἀγγελικὴν πολιτείαν ὁλοτρόπως ἑλόμενος· διὸ ἐν ταῖς ἐρήμοις προσχωρῶν, τῶν θείων ἠξιώθης δωρεῶν, θεραπεύων πᾶσαν νόσον Κυριακέ, τῶν πίστει προσιόντων σοι. Δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Τὴ ὑπερμάχω.
Ὡς ὑπερμάχω κραταιῶ καὶ ἀντιλήπτορι, ἡ σὲ τιμώσα ἱερὰ Λαύρα ἑκάστοτε, ἑορτάζει τὰ μνημόσυνα ἐτησίως, Ἀλλ' ὡς ἔχων παρρησίαν πρὸς τὸν Κύριον, ἐξ ἐχθρῶν ἐπεμβαινόντων ἠμᾶς φρούρησον, ἶνα κράζωμεν, Χαίροις Πάτερ τρισόλβιε.

Κάθισμα
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τῆς ἄνω ἐφιέμενος, ὑπερκοσμίου ζωῆς, τοῦ κόσμου τὴν τερπνότητα, ὡς διαπίπτουσαν, κατέλιπες Ὅσιε· ὅθεν ἐν ταῖς ἐρήμοις, καὶ σπηλαίοις οἰκήσας, πόλεως οὐρανίου, ἀνεδείχθης πολίτης, ἐν ᾗ τῶν ἐκτελούντων τὴν σήν, μνήμην μνημόνευε.

Μεγαλυνάριον
Ἄστρον ἐκ Κορίνθου ἀναφανείς, ἐν τῇ Παλαιστίνῃ, διαλάμπεις ἀσκητικῶς, καὶ καταπυρσεύεις, Χριστοῦ τὴν Ἐκκλησίαν, Κυριακὲ θεόφρον, τοῖς σοῖς παλαίσμασι.



Δευτέρα 28 Σεπτεμβρίου 2015

Ὁ Ἀρχιερέας στήν Παλαιά Διαθήκη

τοῦ ἀρχιμ.Ἰακώβου Κανάκη

Οἱ τύποι καί τά σχήματα ἀλλά καί γενικώτερα ἡ δομή τῆς χριστιανικῆς λατρείας, ὅπως ἔχει διασωθεῖ μέχρι σήμερα, εἶναι ἡλίου φαεινότερον ὅτι εἶναι ἀποτέλεσμα ἐπιδράσεων διαφόρων λαῶν καί πολιτισμῶν. Κατά βάση ἡ Ἰουδαϊκή πίστη καί λατρεία ἔχει προσφέρει τό ἔνδυμα τοῦ τρόπου καί τοῦ χώρου τῆς λατρείας μας. Ὅμως καί ἡ ἑλληνιστική ὅπως καί ἡ ρωμαϊκή περίοδος ἔχουν συμβάλει σέ κάποιο βαθμό στήν διαμόρφωσή της. Ἀπό τά τόσα ἐνδιαφέροντα θέματα πού ὑπάρχουν στήν Παλαιά Διαθήκη καί ἀποδεικνύουν αὐτές τίς ἀλληλεπιδράσεις θά ἀναφερθοῦμε σέ ἕνα, στόν Ἀρχιερέα.
Ὁ Ἀρχιερέας ἤ «Μέγας ἱερέας» ἤ «κεφαλή τῶν ἱερέων» ἦταν ὁ ἐπικεφαλής καί ἐκπρόσωπος ὄχι μόνο ὅλων τῶν ἱερέων, ἀλλά κατεῖχε καί μιά θέση ἐθνάρχη τοῦ Ἰσραήλ. Τό ἔργο του ἦταν σπουδαῖο, ἀφοῦ ἦταν ὑπεύθυνος γιά τήν καθαρότητα τῆς ἰσραηλιτικῆς θρησκείας καί τήν ἀποφυγή ὁποιασδήποτε νόθευσής της.

Ποιά τά χαρακτηριστικά τῆς προσωπικότητάς του;



Ὁ Ἀρχιερέας, ὅπως καί οἱ ἱερεῖς, ὀφείλει σύμφωνα μέ τά κείμνενα νά εἶναι ἁγνός, καθαρός καί ἀρτιμελής. Ἐπίσης, ὁ ἀρχιερέας δέν ἐπιτρεπόταν νά ἀφήνει τήν κόμη του λυμένη καί δέν ἔπρεπε νά σχίζει τά ἰμάτιά του. Ἀπαγορευόταν νά πλησιάσει νεκρό συγγενῆ του, ὅπως καί νά ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τό θυσιαστήριο. Ἔπρεπε νά νυμφεύεται γυναίκα παρθένο καί ὄχι χήρα, διαζευγμένη, βιασθεῖσα ἤ πόρνη.

Πῶς γινόταν ἡ ἐγκατάστασή του, ἡ ἐνθρόνισή του θά λέγαμε μέ σημερινούς ὄρους.
Γινόταν μέ μιά μικρή τελετή κατά τήν ὁποία ἔχυναν τό ἁγιασμένο λάδι ἐπί τῆς κεφαλῆς του, γι᾽αὐτό καί ὁ ἀρχιερέας λεγόταν κεχρισμένος. Σημειώνουμε ὅτι στόν Ναό τοῦ Ἠρώδη δέν ἀπαντᾶ αὐτή ἡ χρήση τοῦ ἀρχιερέα. Ἐπίσης σημειώνουμε τήν διαφοροποίηση ὑπάρχει ὡς πρός τούς ἱερεῖς, ἀφοῦ αὐτοί χρίονταν μόνο στό μέτωπό τους.

Ποιά ἦταν τά ἄμφιά τους;

Καταρχήν τά ἄμφια μεταβιβάζονταν ἀπό τόν ἀρχιερέα στόν διάδοχό του. Πρόκειται γιά πολυτελῆ ἄμφια τά ὁποῖα φοροῦσε στίς ἑορτές ἐκτός τῆς πένθιμης ἑορτῆς τοῦ Ἐξιλασμοῦ γιατί στήν ἑορτή αὐτή φοροῦσε ἕναν μόνο ἁπλό ποδήρη χιτώνα.

Ποιά εἶναι πιό ἀναλυτικά τά ἄμφια τοῦ ἀρχιερέα:

α) Ὁ λευκός ποδήρης χιτώνας.
β) Ἡ ζώνη «ἐκ βύσσου λευκῆς, κυανῆς, ἐρυθρᾶς καί πορφυρᾶς τῆς ὁποίας τά δύο μπροστινά ἄκρα ἔφθαναν μέχρι τά πόδια.
γ) Ὁ ἄρραφος πολυτελής σάκκος πού ἔφθανε μέχρι τά γόνατα. Στά κράσπεδά του τοποθετοῦνταν χρυσά κουδούνια. Αὐτά χρησίμευαν γιά νά γίνεται ἀντιληπτό πότε ὁ ἀρχιερέας ἔμπαινε ἤ ἔβγαινε στό ἱερό. Ἀπό τήν ἄλλη, ὑπῆρχε ἡ ἄποψη ὅτι μέ τόν ἦχο τῶν κουδουνιῶν προφυλασσόταν ὁ ἀρχιερέας, ἀφοῦ ἀποδιώκονταν οἱ δαίμονες.
δ) Τό ἐφώδ, τό ὁποῖο ἦταν ἕνα ὕφασμα πού κάλυπτε ὅλο τό στῆθος τοῦ ἀρχιερέα. Αὐτό στερεωνόταν στήν μέση του καί τά δύο του ἄκρα διά χρυσῶν θηκῶν στούς ὤμους. Μέσα στίς δύο θῆκες ὑπῆρχε ἕνας πολύτιμος λίθος πάνω στόν ὁποῖο βρίσκονταν ἀναγεγραμμένα τά ὀνόματα τῶν δώδεκα φυλῶν τοῦ Ἰσραήλ.
ε) Τόν θύλακα ἤ περιστήθιο. Πρόκειται γιά τετράγωνο ἀντικείμενο μιᾶς σπιθαμῆς πού ἦταν κατασκευασμένο ὅπως καί τό Ἐφώδ καί δενόταν πάνω σέ αὐτό. Θά μπορούσαμε νά ποῦμε ὅτι σχετίζεται μέ τό σημερινό ἐγκόλπιο τῶν ἀρχιερέων. Μέσα σέ αὐτό ὑπῆρχαν δύο κλῆροι (τά urim καί tummim) ἤ κατά τούς Ο´ «Ἡ δήλωση καί ἡ ἀλήθεια». Οὐσιαστικά εἶχαν τήν θέση θετικῶν ἤ ἀρνητικῶν κλήρων. Μέσα ἀπό τούς κλήρους αὐτούς ὁ Θεός φανέρωνε τήν εὔνοιά Του ἤ τήν ἄρνησή Του γιά θέματα πού ἀπασχολούσαν τούς ἀνθρώπους. Ὁ θύλακας αὐτός ἐξωτερικά ἦταν χωρισμένος σέ δώδεκα τετράγωνα καί σέ κάθε τετράγωνο ὑπῆρχε ἕνας πολύτιμος λίθος. Σέ καθένα ἀπό αὐτούς τούς λίθους ἦταν γραμμένο τό ὄνομα κάθε Ἰσραηλιτικῆς φυλῆς.
στ) Ὁ προφήτης Ἰεζεκιήλ ἀναφέρει ὅτι στήν κεφαλή τοῦ ἀρχιερέα ὑπῆρχε ἕνα λευκό κάλυμμα πιό μεγαλοπρεπές ἀπό αὐτό πού φοροῦσαν οἱ ἱερεῖς. Στό κάλυμμα αὐτό ὑπῆρχε ἕνα μικρό χρυσό πέταλο μέ ἐγχαραγμένη τήν ἔκφραση «ἅγιος τῷ θεῷ». Ἡ φράση αὐτή δήλωνε τήν τέλεια ἀφιέρωση τοῦ ἀρχιερέα στό Θεό.
Μιά σημαντική λεπτομέρεια περί τῶν ἀρχιερέων εἶναι ὅτι ὅπως καί οἱ ἱερεῖς στόν ναό βρίσκονταν ἀνυπόδητοι. Συνήθεια πού δηλώνει εὐλάβεια καί δέος.
Τέλος, τό ἀρχιερατικό ἀξίωμα στούς ἀρχαίους χρόνους ἦταν κληρονομικό. Μεταβιβαζόταν ἀπό τόν πατέρα στόν υἱό. Στά θέματα ὅμως τῆς διαδοχῆς συχνά ἐπενέβαινε ὁ βασιλιάς ἀνεβάζοντας ἤ κατεβάζοντας ἀρχιερεῖς τῆς ἀρεσκείας του. Ἀργότερα, στήν ἑλληνιστική καί ρωμαϊκή ἐποχή τό ζήτημα ἔγινε θέμα ἐξαγορᾶς. Δυστυχῶς δολοπλοκίες, δολοφονίες, ἐξορίες καί ἄλλα δέν ἔλειψαν. Ὡστόσο ὑπῆρχαν πολλοί ἀρχιερεῖς πού ὑπηρέτησαν μέ φόβο Θεοῦ τόν Κύριο καί τίς ἅγιες βουλές Του.


Ἀπό τά παραπάνω γίνεται φανερή ἡ ἀπαρχή τῆς λατρείας καί τῶν φορέων της ἀνά τούς αἰῶνες. Ἐντοπίζεται ἄμεση ἡ μέχρι σήμερα ἐξέλιξη τῆς χριστιανικῆς λατρείας. Γιά παράδειγμα ἐπισημάναμε τήν διαφορετική τελετή χρίσης τῶν ἀρχιερέων καί ἱερέων, ὅπως μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι γίνεται καί σήμερα μέ τίς διαφοροποιήσεις τῶν ἀκολουθιῶν σέ πρεσβύτερους καί ἀρχιερεῖς. Διαφορετικά ἐπίσης εἶναι καί τά ἄμφια τῶν ἱερέων καί τῶν ἀρχιερέων ὅπως συμβαίνει καί σήμερα. Ἀκόμα, διαφορετική εἶναι ἡ ἀμφίεση τους στίς ἑορτές ἀλλά καί σέ πένθιμες περιόδους τοῦ ἔτους.
Ἐπιπλέον, χαρακτηριστικά εἶναι καί τά λεγόμενα ἀποτυπωμένα ὀνόματα τῶν δώδεκα φυλῶν στό Ἐφώδ. Αὐτό κατά τόν Βέλλα γίνεται «εἰς μνημόσυνον πιθανῶς ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ». Παρόμοια συνήθεια ἀπαντᾶ καί σήμερα στούς χριστιανικούς ναούς μέ τήν χρήση ἁγιογραφικῶν κειμένων κ.ἄ. Ἀκόμα καί ἡ μνημόνευση τῶν ὀνομάτων ὑπέρ ὑγείας καί ὑπέρ ἀναπαύσεως μπορεῖ νά σχετίζεται μέ τήν ἀρχαία αὐτή συνήθεια. Ἀπό τήν ἐνασχόλησή μας μέ τό θέμα μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι χαρακτηριστικό καί εὐθύνη τοῦ Ἀρχιερέως τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης εἶναι ἡ διαφύλαξη τῶν «δογμάτων» καί αὐτό παρατηρεῖται καί στίς σημερινές χειροτονίες τῶν ἀρχιερέων ὅπου ἀναγινώσκουν τό Σύμβολο τῆς Πίστεως καί διαβεβαιώνουν γιά τήν ὑπεράσπιση τῶν ἄρθρων του.
Κλείνοντας θά λέγαμε ὅτι τά χαρακτηριστικά τοῦ πρώτου καί καλοῦ Ἀρχιερέως Χριστοῦ, ἀπό τόν Ὁποῖο ἀπορρέει κάθε ἱερωσύνη, ἀποτυπώνονται σαφῶς στήν Καινή Διαθήκη καί συγκεκριμένα στήν Πρός Ἑβραίους ἐπιστολή. Δέν θά μπορούσαμε νά παραλείψουμε τό κείμενο αὐτό. Περατώνουμε λοιπόν τόν λόγο μέ τήν παράθεση τῆς ἀκόλουθης περικοπῆς : « Τέτοιος, λοιπόν, ἀρχιερέας μᾶς χρειαζόταν ἅγιος, ἄκακος, ἀψεγάδιαστος, χωρίς καμιά σχέση μέ τήν ἀνθρώπινη ἁμαρτία, ὁ ὁποῖος ἀνέβηκε πάνω ἀπό τά οὐράνια. Αὐτός δέν ἔχει ἀνάγκη ὅπως οἱ ἄλλοι ἀρχιερεῖς, νά προσφέρει καθημερινά θυσίες, πρώτα γιά τίς δικές του ἁμαρτίες, κι ὕστερα γιά τίς ἁμαρτίες τοῦ λαοῦ. Αὐτό τό ἔκανε μιά γιά πάντα, προσφέροντας τόν ἴδιο τόν ἐαυτό του. Ὁ νόμος ἐγκαθιστᾶ ἀρχιερεῖς ἀνθρώπους μέ ἀτέλειες. Τά λόγια ὅμως τοῦ ὄρκου, ὁ ὁποῖος δόθηκε μετά τόν νόμο, ἐγκαθιστοῦν ἀρχιερέα τόν Υἱό, πού εἶναι καί παραμένει αἰώνια τέλειος».

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

Εὕρεσις Τιμίων Λειψάνων Ὁσίου Νεοφύτου τοῦ ἐν Κύπρῳ Ἐγκλείστου

Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείου Πνεύματος, τῇ ἐνεργείᾳ, χάριν βλύζουσι, τῇ Ἐκκλησίᾳ, τὰ ἱερά σου καὶ πάνσεπτα Λείψανα· ὅθεν τὴν τούτων γεραίροντες εὕρεσιν, θεοπρεπῶς σοι βοῶμεν Νεόφυτε· Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθε ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τῶν σεπτῶν λειψάνων σου τῇ ἀναδείξει, ἐκ τοῦ τάφου Ὅσιε, χαρᾶς πληρούμεθα πολλῆς, ἐν εὐφροσύνῃ βοῶντές σοι· χαίροις Ὁσίων τὸ κλέον Νεόφυτε.

Μεγαλυνάριον.
Ὄλβον ὡς πολύτικομ ἀληθῶς, σοῦ τὸ θεῖον σκῆνος, ἡ Ἐγκλείστρα σου ἡ σεπτή, Πάτερ κεκτημένη, Νεόφυτε ὑμνεῖ σε, καὶ τούτου ἑορτάζει, τὴν θείαν εὕρεσιν.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Ὁ Ὅσιος Χαρίτων ὁ Ὁμολογητής

Κατεῖχε μεγάλη κοινωνικὴ θέση στὸ Ἰκόνιο, ἀλλὰ καὶ μεγάλες χριστιανικὲς ἀρετές.
Ὅταν, λοιπόν, ὁ αὐτοκράτωρ Αὐρηλιανὸς (270 – 275) ἐξέδωσε διάταγμα κατὰ τῶν χριστιανῶν, ὁ ἔπαρχος Ἰκονίου συνέλαβε τὸν Χαρίτωνα ἀπὸ τοὺς πρώτους. Τὰ βασανιστήρια ποὺ ὑπέστη ἦταν σκληρά. Ὅμως ὁ Χαρίτων ἔμεινε ἀμετακίνητος στὴν πίστη του.
Στὸ διάστημα δὲ ποὺ βρισκόταν στὴ φυλακή, ὁ Αὐρηλιανὸς δολοφονήθηκε. Ὁ Διάδοχός του Πρόβος σταμάτησε τὸ διωγμὸ κατὰ τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὁ Χαρίτων ἀπελευθερώθηκε.
Ἀποφάσισε, τότε, νὰ πάει προσκυνητὴς στὰ Ἱεροσόλυμα. Ἀλλὰ στὸν δρόμο συνελήφθη ἀπὸ λῃστές, ποὺ τὸν ὁδήγησαν στὸ κρησφύγετό τους. Ὅταν ἔφθασαν στὴ σπηλιά τους, ἔφαγαν καὶ ἤπιαν. Ἀλλὰ τὸ κρασὶ ἦταν δηλητηριασμένο καὶ πέθαναν ὅλοι. Τότε, ἡ σπηλιὰ ἐκείνη τῶν λῃστῶν μετατράπηκε ἀπὸ τὸν Ὅσιο σὲ ἐκκλησία τοῦ θεοῦ.
Ἡ φήμη τοῦ Χαρίτωνα ἔφερε κοντὰ του πολλοὺς μαθητές. Τοὺς κυβερνοῦσε μὲ στοργὴ καὶ τοὺς προήγαγε σὲ ὑψηλὲς βαθμίδες ἀρετῆς. Ποθώντας, ὅμως, περισσότερη ἡσυχία, ὅρισε διάδοχό του στὸ μοναστῆρι καὶ ἀναχώρησε στὴν ἔρημο, ὅπου ἀσκήτεψε μέσα σὲ διάφορα σπήλαια.
Ὅταν πλησίαζε τὸ τέλος του, ἐπέστρεψε στὸ ἀρχικό του μοναστῆρι, κοντὰ στοὺς ἀγαπημένους του μαθητές, τοὺς ὁποίους εἶχε ὁδηγήσει «ἐπὶ ζωῆς πηγᾶς ὑδάτων». Δηλαδὴ τοὺς εἶχε ὁδηγήσει σὲ πηγὲς νερῶν, ποὺ εἶναι γεμάτα ζωή.
Ἐκεῖ, λοιπόν, παρέδωσε ἥσυχα καὶ εἰρηνικὰ τὴν ψυχή του στὸν Θεό.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Χαρίτων τοῦ Πνεύματος, καταυγασθεὶς ταῖς αὐγαῖς, φωστὴρ ἐχρημάτισας, τῆς ἐναρέτου ζωῆς, Χαρίτων μακάριε· σὺ γὰρ ὁμολογίᾳ, ἀληθείας ἐμπρέψας, ἔλαμψας ἐν ἐρήμῳ, ἐγκράτειας τοῖς πόνοις. Διὸ τῶν εὐφημούντων σε, Πάτερ μνημόνευε.

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Ὡς τῶν χαρίτων ἐραστὴς τῶν ὑπὲρ ἔννοιαν
Ὁμολογίας ἐθησαύρισας τὰς χάριτας
Τὸν Χριστὸν ὁμολογήσας, Πάτερ Χαρίτων.
Ἀλλ’ ὡς χάριτος τῆς θείας ἐνδιαίτημα
Μοναζόντων παιδοτρίβης ἐχρημάτισας
Τῶν βοώντων σοι, χαίροις Πάτερ θεόληπτε.

Μεγαλυνάριον.
Θείων Ἀθλοφόρων συγκοινωνός, εὐκλεῶν Ὁσίων, ὑποφήτης θεοειδής, Χαρίτων ἐδείχθης, ἐν ἑκατέροις λάμψας· ἐντεῦθεν καταυγάζεις, κόσμον ταῖς χάρισι.

Κυριακή 27 Σεπτεμβρίου 2015

Η ΘΑΥΜΑΣΤΗ ΑΛΙΕΙΑ

Στὴν ὑπηρεσία τοῦ Κυρίου
Ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ μᾶς μεταφέρει στὴν ἀρχὴ τῆς δημοσίας δράσεως τοῦ Κυρίου. Ὁ Κύριος εἶχε ἀρχίσει νὰ διδάσκει καὶ νὰ θαυματουργεῖ· ὡστόσο δὲν εἶχε σχηματισθεῖ ἀκόμα ὁ στενὸς κύκλος τῶν δώδεκα μαθητῶν. Ἐδῶ περιγράφεται ἡ κλήση τῶν πρώτων τεσσάρων μαθητῶν.
Στὴν ἀκρογιαλιὰ τῆς λίμνης Γεννησαρὲτ στεκόταν ὁ Κύριος καὶ δίδασκε. Κόσμος πολὺς εἶχε συγκεντρωθεῖ, ἀλλὰ λίγοι μποροῦσαν νὰ Τὸν βλέπουν καὶ νὰ Τὸν ἀκοῦν. Μακάρι νὰ ὑπῆρχε κάποιος τρόπος γιὰ νὰ ἀκοῦνε περισσότεροι! Ἔριξε γύρω Του ἕνα βλέμμα ὁ Κύριος καὶ εἶδε δύο ψαροκάικα ἀραγμένα στὴν ἄκρη τῆς λίμνης. Οἱ ψαράδες εἶχαν κατεβεῖ στὴν παραλία κι ἔπλεναν τὰ δίχτυα τους. Μπῆκε σ’ ἕνα ἀπὸ τὰ πλοῖα καὶ ρώτησε τὸν ἰδιοκτήτη, τὸν Σίμωνα, δηλαδὴ τὸν Πέτρο, ἂν μποροῦσε νὰ προχωρήσει λίγο μέσα στὴ λίμνη, χωρὶς ὅμως νὰ ἀπομακρυνθεῖ. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ θὰ εἶχε ἀπέναντί Του τὰ πλήθη, ὥστε περισσότεροι νὰ Τὸν παρακολουθοῦν. Ἔτσι κι ἔγινε. Κάθισε στὸ πλοῖο καὶ συνέχισε νὰ διδάσκει τὸν λαό.
Ὅταν κάποια στιγμὴ σταμάτησε νὰ ὁμιλεῖ, ἀπευθύνθηκε στὸ Σίμωνα καὶ τοῦ εἶπε: Πήγαινε τὸ πλοῖο στὰ βαθιὰ νερὰ τῆς λίμνης καὶ ρίξτε τὰ δίχτυα σας γιὰ νὰ πιάσετε ψάρια. Τότε ὁ Σίμων ἀποκρίθηκε:
-Διδάσκαλε, ὅλη τὴ νύχτα κοπιάσαμε ρίχνοντας τὰ δίχτυα καὶ δὲν πιάσαμε τίποτε. Ἀφοῦ ὅμως τὸ λὲς ἐσύ, θὰ ρίξω τὸ δίχτυ· «ἐπὶ δὲ τῷ ρήματί σου χαλάσω τὸ δίκτυον».
Εἶναι ἐντυπωσιακὴ ἡ ὁλοπρόθυμη ἀνταπόκριση τοῦ Σίμωνος Πέτρου σὲ ὅ,τι τοῦ ζήτησε ὁ Χριστός. Πρῶτα ἀπ’ ὅλα παραχώρησε τὸ πλοῖο του γιὰ νὰ χρησιμοποιηθεῖ ὡς ἄμβωνας κηρύγματος κι ἔμεινε κι ὁ ἴδιος ν’ ἀκούει προσεκτικὰ τὸν Κύριο, παρὰ τὸ ὅτι ἦταν ξάγρυπνος ὅλη τὴ νύχτα. Ἔπειτα δέχθηκε τὴν ὑπόδειξη τοῦ Κυρίου νὰ ρίξει πάλι τὰ δίχτυα, παρὰ τὶς ἀποτυχημένες προσπάθειες τῆς προηγούμενης νύχτας καὶ παρὰ τὸ ὅτι ἡ ὥρα πλέον δὲν ἦταν κατάλληλη γιὰ ψάρεμα. Ἂν καὶ ἦταν ἔμπειρος ψαρὰς ὁ Πέτρος, ἀκολούθησε πιστὰ τὶς ὁδηγίες τοῦ Κυρίου!
Πόσο σημαντικὸ εἶναι νὰ ἐμπιστευόμαστε τὴ ζωή μας στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ! Πόσο μεγάλη εὐλογία εἶναι νὰ προσφέρουμε τὸν ἑαυτό μας κι ὅ,τι καλύτερο μποροῦμε στὴν ὑπηρεσία τοῦ Κυρίου! Δὲν ἔχουμε ὅλοι τὸ χάρισμα νὰ κηρύττουμε·μποροῦμε ὅμως ὅλοι νὰ διευκολύνουμε τὴ διάδοση τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ μὲ τὸ χριστιανικὸ βιβλίο καὶ περιοδικὸ ἢ νὰ φροντίζουμε γιὰ νὰ λειτουργοῦν πνευματικὰ κέντρα, χῶροι κατάλληλοι γιὰ κατηχητικὲς συνάξεις μικρῶν καὶ μεγάλων.
Καὶ εἶναι βέβαιο ὅτι ὅποιος προσφέρει εἴτε ὑλικὰ ἀγαθὰ εἴτε τὸν προσωπικό του κόπο στὸ ἔργο τοῦ Κυρίου, θὰ λάβει πλούσια ἀνταμοιβή. Αὐτὸ ἄλλωστε συνέβη καὶ μὲ τὸν Πέτρο, ὅπως βλέπουμε στὴ συνέχεια τῆς περικοπῆς.
Συναίσθηση ἁμαρτωλότητος
Ὁ Πέτρος κι ὁ ἀδελφός του Ἀνδρέας εἶδαν μὲ ἔκπληξη ὅτι μὲ τὴν ὑπόδειξη τοῦ Κυρίου ἔπιασαν «πλῆθος ἰχθύων πολύ». Τόσο πολύ, ποὺ τὸ δίχτυ ἄρχισε νὰ σκίζεται ἀπὸ τὸ βάρος τῶν ψαριῶν.
Ἔκαναν τότε νεύματα στοὺς συνεταίρους τους ποὺ ἦταν στὸ ἄλλο πλοῖο νὰ ἔλθουν καὶ νὰ τοὺς βοηθήσουν νὰ σύρουν ἐπάνω τὰ δίχτυα. Ἦλθαν λοιπὸν κι ἐκεῖνοι καὶ γέμισαν καὶ τὰ δύο πλοῖα τόσο πολύ, ποὺ κινδύνευαν νὰ βυθισθοῦν.
Τὸ πρωτοφανὲς αὐτὸ καὶ ἀνέλπιστο θαῦμα ἔκανε τὸν Πέτρο νὰ πέσει στὰ γόνατα μπροστὰ στὸν Κύριο καὶ νὰ Τοῦ πεῖ: «Ἔξελθε ἀπ᾿ ἐμοῦ, ὅτι ἀνὴρ ἁμαρτωλός εἰμι, Κύριε»· βγὲς ἀπὸ τὸ πλοῖο μου, Κύριε, διότι εἶμαι ἄνθρωπος ἁμαρτωλός, καὶ δὲν εἶμαι ἄξιος νὰ σ’ ἔχω στὸ πλοῖο μου. Τόσο μεγάλη ἔκπληξη καὶ δέος εἶχε καταλάβει τὴν ψυχή του. Παρόμοια βέβαια κυριεύθηκαν ἀπὸ ἔκπληξη ὁ Ἰάκωβος καὶ ὁ Ἰωάννης, οἱ γιοὶ τοῦ Ζεβεδαίου, οἱ ὁποῖοι ἦταν συνέταιροι τοῦ Σίμωνος.
Εἶχε ἔρθει ἡ ὥρα γιὰ νὰ καλέσει ὁ Κύριος τοὺς πρώτους μαθητὲς νὰ Τὸν ἀκολουθήσουν. Γι’ αὐτὸ καὶ εἶπε στὸ Σίμωνα:
-Μὴ φοβᾶσαι. Ἀπὸ τώρα καὶ στὸ ἑξῆς θὰ συνεχίσεις νὰ ψαρεύεις. Δὲν θὰ πιάνεις ὅμως ψάρια ἀλλὰ ἀνθρώπους, ποὺ μὲ τὸ κήρυγμά σου θὰ τοὺς ὁδηγεῖς στὴ σωτηρία.
Κι ἀφοῦ ἐπανέφεραν τὰ πλοῖα στὴ στεριά, ἄφησαν τὰ πάντα, καὶ τὰ ψάρια δηλαδὴ καὶ τὰ δίχτυα καὶ τὰ πλοῖα τους, καὶ Τὸν ἀκολούθησαν.
Εἶναι ἀξιοσημείωτο τὸ αἴσθημα τῆς συντριβῆς ποὺ δημιουργήθηκε στὴν ψυχὴ τοῦ Πέτρου ὕστερα ἀπὸ τὴ θαυμαστὴ ἁλιεία. Δὲν αἰσθάνθηκε κομπασμὸ ἢ ὑπερηφάνεια γιὰ τὴν ἐπίσκεψη καὶ τὴν εὐλογία τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ ὁμολόγησε τὴν ἁμαρτωλότητα καὶ τὴν ἀδυναμία του. Ἄραγε πόσοι ἀπὸ ἐμᾶς θὰ μποροῦσαν νὰ δεχθοῦν ἕνα θαῦμα μὲ τέτοια ταπεινὴ διάθεση; Μήπως κάποτε σπεύδουμε νὰ διασαλπίσουμε θαυμαστὰ σημεῖα ὄχι γιὰ τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ γιὰ νὰ δείξουμε τὴ δῆθεν ἀρετή μας; Μήπως ἄλλοτε γογγύζουμε, ἐπειδὴ ὁ Θεὸς δὲν μᾶς ἔδωσε αὐτὸ ποὺ Τοῦ ζητήσαμε, σὰν νὰ τὸ δικαιούμασταν; Ἂς διδαχθοῦμε ἀπὸ τὸ ταπεινὸ φρόνημα τοῦ Πέτρου, διότι μόνο ἂν καλλιεργοῦμε αὐτὸ τὸ φρόνημα, θὰ ἀξιωθοῦμε νὰ λάβουμε τὴ Χάρη καὶ τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ.

Μαθητεία στον Χριστό (Α´ Λουκά)

Χριστάκης Ευσταθίου, θεολόγος

Η κλήση των πρώτων μαθητών από το μεγάλο διδάσκαλο Χριστό, είναι το θέμα που ξεδιπλώνει μπροστά μας η σημερινή ευαγγελική περικοπή. Στο βάθος της διήγησης του Ευαγγελίου μπορεί κάποιος ν’ αντλήσει μεγάλες αλήθειες. Ο Μονογενής και Λόγος του Θεού είναι εκείνος που καλεί πρώτα όλους τους ανθρώπους από την ανυπαρξία στη ζωή. Γι’ αυτό και στην ευχαριστιακή σύναξη ομολογούμε: «Συ εκ του μη όντος εις το είναι ημάς παρήγαγες». Ο άνθρωπος όμως καλείται από τον Χριστό όχι μόνο να παραμείνει στο «είναι», δηλαδή απλώς να υπάρχει, αλλά ν’ ατενίσει τις κορυφογραμμές του «εύ είναι». Να γίνει μέτοχος της θείας ζωής, να φθάσει στη θέωση, να γνωρίσει την καλή αλλοίωση, σύμφωνα με την πατερική γραμματεία. Μας προσκαλεί να γίνουμε κοινωνοί της θεανθρώπινης ζωής της Εκκλησίας, διά μέσου των θεμελίων της, που είναι οι άγιοι απόστολοι, οι μαθητές που προσκάλεσε ο ίδιος τότε για να τον ακολουθήσουν.

Σε μια πολύ παραστατική εικόνα, ο Λουκάς εμφανίζει τον Χριστό να διδάσκει στο πλήθος πριν να καλέσει τους πρώτους τέσσερεις μαθητές του. Την επικοινωνία που απορρέει από τη θεϊκή αγάπη χαρακτηρίζει η αυθεντικότητα. Κοιτούσε πάντοτε τους ανθρώπους πρόσωπο προς πρόσωπο. Στη διάσταση εκείνη που η κοινωνία αγάπης αναδεικνύεται το κυρίαρχο στοιχείο της Βασιλείας του και της καταξίωσης του ανθρώπου στους πιο ψηλούς αναβαθμούς πνευματικότητας. Εκεί στην ακρογιαλιά της Γεννησαρέτ που ήταν κατάμεστη από κόσμο, επέλεξε ένα από τα δύο πλοιάρια των μετέπειτα μαθητών του για να διδάσκει το πλήθος. Ακριβώς, μέσα από την ταπείνωση παρατηρούμε πώς αναδύεται η θεϊκή μεγαλοπρέπεια.

Η ευλογημένη πρόσκληση

Τη διδαχή του πλήθους διαδέχεται το σκηνικό της ευλογημένης πρόσκλησης που απευθύνει ο Κύριος προς τους μαθητές του. Οι συνθήκες μπορεί να μην ήταν και τόσο ευνοϊκές, αφού εκτός από το ακατάλληλο της ώρας η κοπιώδης εργασία που προηγήθηκε από τους μαθητές ολόκληρη τη νύχτα συνοδευόταν και από την απογοήτευση της δυστοκίας που χαρακτήριζε την προσπάθεια τους. Ωστόσο, η μεγάλη πρόσκληση μπορεί να καρποφορήσει και κάτω από τις πιο αντίξοες συνθήκες, κάτι που επιβεβαιώνουν τα ίδια τα γεγονότα. Παρακαλεί το Σίμωνα ο Κύριος: «επανάγαγε εις το βάθος και χαλάσατε τα δίκτυα υμών προς άγραν». Ο άνθρωπος μπορεί να ερμηνεύει επιφανειακά και με το δικό του τρόπο πράγματα και γεγονότα, να απογοητεύεται και να απελπίζεται. Ωστόσο η αγάπη του Θεού αποφέρει την πιο ευλογημένη καρποφορία ακόμα και κάτω από τις πιο δύσκολες περιστάσεις. Αρκεί ο άνθρωπος να αφήσει την καρδιά του να γίνει δεκτική της θεϊκής αγάπης και παρουσίας, να δεχθεί το θείο φωτισμό.

Η ανταπόκριση ακριβώς του Πέτρου, παρά την όποια απογοήτευσή του που εκφράζεται με το «δι’ όλης της νυκτός κοπιάσαντες ουδέν ελάβομεν», δείχνει το δρόμο της πορείας του κάθε ανθρώπου που ενδείκνυται ν’ ακολουθεί προκειμένου ν’ ανήκει στους μαθητές του Χριστού. Θυσίασε τους όποιους εγωισμούς και παρέκαμψε πρόσκαιρες βολικότητες, προφάσεις και φτηνές δικαιολογίες. Η αγάπη του Χριστού ήταν ότι πιο πολύτιμο, χάρη της οποίας άξιζε να θυσιάσει τα πάντα. Η υπακοή στο θέλημα του Χριστού συνιστά την πιο ασφαλή πορεία στη ζωή: «επί δε τω ρήματί σου χαλάσω το δίκτυον».

Αγαπητοί αδελφοί, ο Πέτρος εισερχόμενος πλέον στο χώρο της θαυματουργίας του Κυρίου βιώνει το μεγαλείο της ολοκληρωμένης αγάπης. Ο άνθρωπος που δέχεται στην καρδιά του την αγάπη του Χριστού ανυψώνεται στο «αρχαίο κάλλος της εικόνος του Θεού». Σ’ αυτήν ακριβώς τη μεταμορφωτική και ανυψωτική δυναμική, όπως ο Πέτρος μεταποιείται από απλό ψαρά σε «αλιέα ανθρώπινων ψυχών», έτσι και ο κάθε ένας από εμάς μπορεί να ακολουθήσει το δικό του παράδειγμα. Η ακολουθία όμως του Χριστού προϋποθέτει την απάρνηση όλων εκείνων των ψεύτικων στηριγμάτων, τα οποία αφήνουν τον άνθρωπο να κλυδωνίζεται στα κύματα κρίσεων και τη μίμηση του παραδείγματος των αποστόλων, οι οποίοι  «αφέντες άπαντα ηκολούθησαν αυτώ».

Ἡ Ἁγία Ἀκυλίνα

Καταγόταν ἀπὸ τὸ χωριὸ Ζαγκλιβέρι τῆς Θεσσαλονίκης καὶ ἀνατράφηκε ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς. Ὁ πατέρας της ὅμως, σκότωσε ἕναν Τοῦρκο, μετὰ ἀπὸ φιλονικία μαζί του. Γιὰ ν’ ἀποφύγει τὴν τιμωρία τοῦ θανάτου, δέχτηκε τὸν μουσουλμανισμό. Ἀλλὰ ἡ μητέρα της ἔμεινε σταθερὴ στὸν Χριστὸ καὶ κάθε μέρα δίδασκε στὴν Ἀκυλίνα τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν πίστη.
Παρὰ τὶς ἐπίμονες προσπάθειες τοῦ πατέρα της καὶ τὶς ἀπειλὲς τῶν Τούρκων, ἡ Ἀκυλίνα δὲν ἀρνήθηκε τὸν Χριστό. Ὅταν τὴν ὁδηγοῦσαν στὸ μαρτύριο τὴν ἀκολουθοῦσε καὶ ἡ μητέρα της, ποὺ τὴν παρότρυνε σ’ αὐτό.
Ἡ Ἀκυλίνα ἤλεγχε μὲ θάρρος τοὺς Τούρκους καὶ τὴν θρησκεία τους, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ πεθάνει μαρτυρικά, μετὰ ἀπὸ πολυήμερο ραβδισμό, στὶς 27 Σεπτεμβρίου 1764

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ἀκυλίναν τὴν θείαν ἀνευφημήσωμεν, οἷα θεόφρονα κόρην καὶ Ἀθληφόρον Χριστοῦ· τῇ ἀγάπῃ γὰρ αὐτοῦ πίστει ἠνδρίσατο, καὶ καθεῖλε τὸν ἐχθρόν, δι’ ἀγώνων ἱερῶν, καὶ δόξης τυχοῦσα θείας, Χριστῷ τῷ Λόγῳ πρεσβεύει, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἀπαλῷ ἐν σώματι, τὸν πολυμήχανον ὄφιν, τῇ λαμπρᾷ ἀθλήσει σου, καταβαλοῦσα παρθένε, ἔδραμες, λαμπαδηφόρος τῷ σῷ Νυμφίῳ· ἔστεψαι, τῆς ἀφθαρσίας τῇ εὐπρεπείᾳ, καὶ πρεσβεύεις Ἀκυλίνα, ὑπὲρ τῶν πίστει ἀνευφημούντων σε.

Μεγαλυνάριον.
Πατρὸς παριδοῦσα τὸ ἀσεβές, τῆς μητρὸς τοὺς λόγους, ἐγεώργησας μυστικῶς· σὺ γὰρ Ἀκυλίνα, ἀθλήσασα νομίμως, τῶν ἀνομούντων ᾔσχυνας τὰ βουλεύματα.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Ὁ Ἅγιος Καλλίστρατος ὁ Μάρτυρας καὶ οἱ σὺν αὐτῷ 49 Μαρτυρήσαντες

Καταγόταν ἀπὸ τὴν Καρχηδόνα. Οἱ γονεῖς του, καθὼς καὶ οἱ πρόγονοί του, ἦταν εὐσεβέστατοι χριστιανοί.
Ὅταν μεγάλωσε ὁ Καλλίστρατος, κατατάχθηκε στὸ στρατὸ σὰν νεοσύλλεκτος. Ἡ «ὁμίχλη» τῆς σαρκολατρείας ποὺ ἐπικρατοῦσε στὸ στράτευμα δὲν ἐπηρέασε καθόλου τὸν Καλλίστρατο. Ἀντίθετα μάλιστα, καλλιέργησε ἀκόμα περισσότερο τὶς εὐσεβεῖς συνήθειές του. Μιὰ ἀπ’ αὐτὲς ἦταν νὰ προσεύχεται κατὰ τὴ νύκτα.
Αὐτὸ ὅταν τὸ εἶδαν οἱ συνάδελφοί του, τὸν κατήγγειλαν στὸ στρατηγὸ Περσεντῖνο (287 μ.Χ.). Αὐτὸς ἀμέσως τὸν κάλεσε, καὶ ὅταν ἄκουσε καὶ ἀπὸ τὸν ἴδιο ὅτι εἶναι χριστιανός, διέταξε καὶ τὸν βασάνισαν, σκληρά. Κατόπιν, ἀφοῦ τὸν ἔδεσαν μέσα σ’ ἕναν σάκο, τὸν ἔριξαν στὴ θάλασσα. Ἀλλὰ μὲ θαῦμα ὁ σάκος σχίστηκε, καὶ δυὸ δελφίνια ἔφεραν σῶο καὶ ἄβλαβη τὸν Καλλίστρατο, στὴν στεριά. Τότε, 49 στρατιῶτες ποὺ εἶδαν τὸ γεγονὸς πίστεψαν στὸ Χριστό, καὶ ἀφοῦ ἔτρεξαν στὸν Καλλίστρατο, τοῦ εἶπαν: «Πράγματι, εἴδαμε ὅτι ὑπάρχει στ’ ἀλήθεια καὶ εἶναι μεγάλος ὁ Θεός σου, ὁ ὁποῖος καὶ ἀπὸ τὸν βυθὸ τῆς θάλασσας ὑπερφυσικὰ σὲ ἔβγαλε. Θὰ μποροῦσε, ἄραγε, νὰ δεχθεῖ καὶ ἐμᾶς τοὺς εἰδωλολάτρες;».
Ὁ Καλλίστρατος τοὺς ἀπάντησε: «Ὁ δικός μου Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, ἐκείνους ποὺ ἔρχονται κοντὰ του δὲν τοὺς διώχνει. Διότι Ἐκείνου ὁ λόγος εἶναι: «Δεῦτε πρὸς ἐμὲ πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι, καγῶ ἀναπαύσω ὑμᾶς».
Τότε ὁ Καλλίστρατος κατήχησε ὅλους αὐτοὺς τοὺς στρατιῶτες μέσα στὴν φυλακή. Ὁ δὲ Περσεντῖνος, ἐρχόμενος σὲ ἀδιέξοδο ἀπὸ τὴν πίστη τους, ὅλους τοὺς ἀποκεφάλισε.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Τῷ θείῳ Πνεύματι, περιφραξάμενος, Μάρτυς Καλλίστρατε, λαμπρῶς ἠρίστευσας, καταβολὼν τὸν δυσμενῆ, σοφίᾳ τῶν σῶν ἀγώνων· ὅθεν καὶ προσήγαγες, τῷ Χριστῷ ὡς θυμίαμα, δῆμον παναοίδιμον, Ἀθλητῶν πιστευσάντων σοι, μεθ’ ὧν ὑπὲρ ἡμῶν ἐκδυσώπει, τῶν εὐφημούντων σε ἐν ὕμνοις.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Πάντας ὑμᾶς σήμερον ἡ Ἐκκλησία, συντιμῶσα Ἅγιοι, ἀνευφημεῖ πνευματικῶς, ὡς ὑπὲρ ταύτης ἀθλήσαντας, Μάρτυρες θεῖοι, καλλίνικοι πάνσοφοι.

Μεγαλυνάριον.
Κάλλος εὐσεβείας ὑπερφερές, Καλλίστρατε Μάρτυς, ἐν ἀγῶσι καρποφόρων, πρὸς θεογνωσίας, τὴν καλλονὴν ἰθύνεις, ἀθλητικὴν χορείαν, μεθ’ ἧς τιμῶμέν σε.

Σάββατο 26 Σεπτεμβρίου 2015

Το Ευαγγέλιο της Κυριακής

(Λουκ. ε´ 1-11)

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἑστὼς ὁ ᾿Ιησοῦς παρὰ τὴν λίμνην Γεννησαρέτ, εἶδε δύο πλοῖα ἑστῶτα παρὰ τὴν λίμνην· οἱ δὲ ἁλιεῖς ἀποβάντες ἀπ᾿ αὐτῶν ἀπέπλυναν τὰ δίκτυα. ᾿Εμβὰς δὲ εἰς ἓν τῶν πλοίων, ὃ ἦν τοῦ Σίμωνος, ἠρώτησεν αὐτὸν ἀπὸ τῆς γῆς ἐπαναγαγεῖν ὀλίγον· καὶ καθίσας ἐδίδασκεν ἐκ τοῦ πλοίου τοὺς ὄχλους. ῾Ως δὲ ἐπαύσατο λαλῶν, εἶπε πρὸς τὸν Σίμωνα· ᾿Επανάγαγε εἰς τὸ βάθος καὶ χαλάσατε τὰ δίκτυα ὑμῶν εἰς ἄγραν. Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Σίμων εἶπεν αὐτῷ· ᾿Επιστάτα, δι᾿ ὅλης τῆς νυκτὸς κοπιάσαντες οὐδὲν ἐλάβομεν· ἐπὶ δὲ τῷ ῥήματί σου χαλάσω τὸ δίκτυον. Καὶ τοῦτο ποιήσαντες συνέκλεισαν πλῆθος ἰχθύων πολύ· διερρήγνυτο δὲ τὸ δίκτυον αὐτῶν. Καὶ κατένευσαν τοῖς μετόχοις τοῖς ἐν τῷ ἑτέρῳ πλοίῳ τοῦ ἐλθόντας συλλαβέσθαι αὐτοῖς· καὶ ἦλθον καὶ ἔπλησαν ἀμφότερα τὰ πλοῖα, ὥστε βυθίζεσθαι αὐτά. ᾿Ιδὼν δὲ Σίμων Πέτρος προσέπεσε τοῖς γόνασιν ᾿Ιησοῦ λέγων· ῎Εξελθε ἀπ᾿ ἐμοῦ, ὅτι ἀνὴρ ἁμαρτωλός εἰμι, Κύριε· θάμβος γὰρ περιέσχεν αὐτὸν καὶ πάντας τοὺς σὺν αὐτῷ ἐπὶ τῇ ἄγρᾳ τῶν ἰχθύων ᾗ συνέλαβον, ὁμοίως δὲ καὶ ᾿Ιάκωβον καὶ ᾿Ιωάννην, υἱοὺς Ζεβεδαίου, οἳ ἦσαν κοινωνοὶ τῷ Σίμωνι. Καὶ εἶπε πρὸς τὸν Σίμωνα ὁ ᾿Ιησοῦς· Μὴ φοβοῦ· ἀπὸ τοῦ νῦν ἀνθρώπους ἔσῃ ζωγρῶν. Καὶ καταγαγόντες τὰ πλοῖα ἐπὶ τὴν γῆν, ἀφέντες ἅπαντα ἠκολούθησαν αὐτῷ.



Απόδοση σε απλή γλώσσα

Εκεῖνο τὸν καιρό, καθὼς στεκόταν ὁ ᾿Ιησοῦς στὴν ὄχθη τῆς λίμνης Γεννησαρέτ, εἶδε δύο ψαροκάικα στὴν ἄκρη τῆς λίμνης. Οἱ ψαράδες εἶχαν κατεβεῖ ἀπ’ αὐτὰ καὶ ἔπλεναν τὰ δίχτυα. ᾿Εκεῖνος ἀνέβηκε σ’ ἕνα ἀπὸ τὰ ψαροκάικα, σ’ αὐτὸ ποὺ ἦταν τοῦ Σίμωνα, καὶ τὸν παρακάλεσε νὰ τραβηχτεῖ λίγο ἀπὸ τὴν ξηρά. Κάθισε στὸ ψαροκάικο καὶ ἀπ’ αὐτὸ δίδασκε τὰ πλήθη. ῞Οταν τελείωσε τὴν ὁμιλία του, εἶπε στὸν Σίμωνα· «Πήγαινε στὰ βαθιὰ καὶ ρίξτε τὰ δίχτυα σας γιὰ ψάρεμα». ῾Ο Σίμων τοῦ ἀποκρίθηκε· «Διδάσκαλε, ὅλη τὴ νύχτα παιδευόμασταν καὶ δὲν πιάσαμε τίποτε· ἐπειδὴ ὅμως τὸ λὲς ἐσύ, θὰ ρίξω τὸ δίχτυ». Τὸ ἔριξαν κι ἔπιασαν πάρα πολλὰ ψάρια, τόσα ποὺ τὸ δίχτυ τους ἄρχισε νὰ σκίζεται. Μὲ νεύματα εἰδοποίησαν τοὺς συνεταίρους τους, ποὺ ἦταν στὸ ἄλλο πλοῖο νὰ ἔρθουν νὰ τοὺς βοηθήσουν. ᾿Εκεῖνοι ἦρθαν καὶ γέμισαν καὶ τὰ δύο ψαροκάικα σὲ σημεῖο ποὺ νὰ κινδυνεύουν νὰ βυθιστοῦν. ῞Οταν ὁ Σίμων Πέτρος εἶδε τί ἔγινε, ἔπεσε στὰ γόνατα τοῦ ᾿Ιησοῦ καὶ τοῦ εἶπε· «Βγὲς ἀπὸ τὸ καΐκι μου, Κύριε, γιατὶ εἶμαι ἄνθρωπος ἁμαρτωλός». Αὐτὰ τὰ εἶπε γιατὶ εἶχε κυριευτεῖ ἀπὸ δέος, αὐτὸς καὶ ὅλοι ὅσοι ἦταν μαζί του, γιὰ τὰ πολλὰ ψάρια ποὺ εἶχαν πιάσει. Τὸ ἴδιο συνέβη καὶ μὲ τὰ παιδιὰ τοῦ Ζεβεδαίου, τὸν ᾿Ιάκωβο καὶ τὸν ᾿Ιωάννη, ποὺ ἦταν συνεργάτες τοῦ Σίμωνα. ῾Ο ᾿Ιησοῦς τότε εἶπε στὸν Σίμωνα· «Μὴ φοβᾶσαι, ἀπὸ τώρα θὰ ψαρεύεις ἀνθρώπους». ῞Υστερα, ἀφοῦ τράβηξαν τὰ ψαροκάικα στὴ στεριά, ἄφησαν τὰ πάντα καὶ τὸν ἀκολούθησαν.

Ο Απόστολος της Κυριακής

(Β´ Κορ. στ´ 16- ζ´ 1)

Αδελφοί, ὑμεῖς ἐστε ναὸς Θεοῦ ζῶντος, καθὼς εἶπεν ὁ Θεὸς ὅτι «ἐνοικήσω ἐν αὐτοῖς καὶ ἐμπεριπατήσω, καὶ ἔσομαι αὐτῶν Θεός, καὶ αὐτοὶ ἔσονταί μοι λαός. Διὸ ἐξέλθατε ἐκ μέσου αὐτῶν καὶ ἀφορίσθητε, λέγει Κύριος, καὶ ἀκαθάρτου μὴ ἅπτεσθε, κἀγὼ εἰσδέξομαι ὑμᾶς, καὶ ἔσομαι ὑμῖν εἰς πατέρα, καὶ ὑμεῖς ἔσεσθέ μοι εἰς υἱοὺς καὶ θυγατέρας, λέγει Κύριος παντοκράτωρ». Ταύτας οὖν ἔχοντες τὰς ἐπαγγελίας, ἀγαπητοί, καθαρίσωμεν ἑαυτοὺς ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ σαρκὸς καὶ πνεύματος, ἐπιτελοῦντες ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ.



Απόδοση σε απλή γλώσσα

Αδελφοί, ἐσεῖς εἶστε ναὸς τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, ὅπως ὁ ἴδιος εἶπε· Θὰ κατοικήσω ἀνάμεσά τους καὶ θὰ πορεύομαι μαζί τους. Θὰ εἶμαι Θεός τους, κι αὐτοὶ θὰ εἶναι λαός μου. Γι’ αὐτὸ λέει ὁ Κύριος· Φύγετε μακριὰ ἀπ’ αὐτοὺς καὶ ξεχωρίστε. Μὴν ἀγγίζετε ἀκάθαρτο πράγμα, κι ἐγὼ θὰ σᾶς δεχτῶ. Θὰ εἶμαι γιὰ σᾶς ὁ Πατέρας, κι ἐσεῖς θὰ εἶστε γιοὶ καὶ θυγατέρες μου, λέει ἀκόμα ὁ παντοκράτορας Κύριος. ᾿Αφοῦ λοιπόν, ἀγαπητοί μου, ἔχουμε αὐτὲς τὶς ὑποσχέσεις, ἂς καθαρίσουμε τοὺς ἑαυτούς μας ἀπὸ καθετὶ ποὺ μολύνει τὸ σῶμα καὶ τὴν ψυχή. ῍Ας ζήσουμε μιὰ ἅγια ζωὴ μὲ φόβο Θεοῦ.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος (Μετάσταση)

Αρκετοί είχαν την άποψη ότι ο Ιωάννης δεν πέθανε, αλλά μετατέθηκε στην άλλη ζωή, όπως ο Ενώχ και ο Ηλίας. Αφορμή γι' αυτή την άποψη έδωσε το γνωστό ευαγγελικό χωρίο, Ιωάννου κα’ 22. Όμως, ο αμέσως επόμενος στίχος κα' 23 διευκρινίζει τα πράγματα.

Η παράδοση που ασπάσθηκε η Εκκλησία μας είναι η έξης: Ο Ιωάννης σε βαθειά γεράματα πέθανε στην Έφεσο και τάφηκε έξω απ' αυτή. Αλλά μετά από μερικές ήμερες, όταν οι μαθητές του επισκέφθηκαν τον τάφο, βρήκαν αυτόν κενό. Η Εκκλησία μας, λοιπόν, δέχεται ότι στον αγαπημένο μαθητή του Κυρίου συνέβη ότι και με την Παναγία μητέρα Του. Δηλαδή, ο Ιωάννης ναι μεν πέθανε και ετάφη, αλλά μετά τρεις ημέρες αναστήθηκε και μετέστη στην αιώνια ζωή, για την οποία ο ίδιος, να τί λέει σχετικά: «Ὁ ἔχων τὸν υἱὸν ἔχει τὴν ζωήν, ὁ μὴ ἔχων τὸν υἱὸν τοῦ Θεοῦ τὴν ζωὴν οὐκ ἔχει» (Α' επιστολή Ιωάννου, ε' 12). Εκείνος, δηλαδή, που είναι ενωμένος μέσω της πίστης με το Χριστό και τον έχει δικό του, έχει την αληθινή και αιώνια ζωή. Εκείνος, όμως, που δεν έχει τον Υιό του Θεού, να έχει υπ’ όψιν του πως δεν έχει και την αληθινή και αιώνια ζωή.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος β’.
Ἀπόστολε Χριστῷ τῷ Θεῷ ἠγαπηπημένε, ἐπιτάχυνον, ῥῦσαι λαὸν ἀναπολόγητον, δέχεταί σε προσπίπτοντα, ὁ ἐπιπεσόντα τῷ στήθει καταδεξάμενος· ὃν ἱκέτευε, Θεολόγε, καὶ ἐπίμονον νέφος ἐθνῶν διασκεδάσαι, αἰτούμενος ἡμῖν εἰρήνην, καὶ τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον
Ἦχος β’. Αὐτόμελον.
Τὰ μεγαλεῖά σου Παρθένε, τὶς διηγήσεται; βρύεις γὰρ θαύματα, καὶ πηγάζεις ἰάματα, καὶ πρεσβεύεις ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν, ὡς θεολόγος καὶ φίλος Χριστοῦ.

Ὁ Οἶκος
Ὕψη οὐράνια ἐκμανθάνειν, καὶ θαλάσσης τὰ βάθη ἔρευναν, τολμηρὸν ὑπάρχει καὶ ἀκατάληπτον, ὥσπερ οὖν ἄστρα ἑξαριθμῆσαι, καὶ παράλιον ψάμμον οὐκ ἔστιν ὅλως, οὕτως οὔτε τὰ τοῦ Θεολόγου εἰπεῖν ἱκανόν, τοσούτοις αὐτὸν στεφάνοις ὁ Χριστός, ὃν ἠγάπησεν ἔστεψεν! οὗ τῷ στήθει ἀνέπεσε, καὶ ἐν τῷ μυστικῷ δείπνῳ συνειστιάθη, ὡς Θεολόγος καὶ φίλος Χριστοῦ.

Παρασκευή 25 Σεπτεμβρίου 2015

Η πίστη για τον χριστιανό δεν είναι κάτι αφηρημένο

Του Σεβ. Μητροπολίτου Χονγκ-Κονγκ κ. Νεκταρίου

Την προηγούμενη Κυριακή, Κυριακή μετά την Ύψωση του Τιμίου Σταυρού, ακούσαμε τον Κύριο να λέγει: όστις θέλει οπίσω μου ελθείν...

Η πίστη για τον χριστιανό δεν είναι κάτι αφηρημένο. Δεν είναι αποδοχή κάποιας ιδεολογίας ή διδασκαλίας.

Η πίστη είναι συνάντηση, πορεία και συμμετοχή.

Συνάντηση με τον Χριστό. Πορεία με τον Χριστό. Συμμετοχή στη ζωή του Χριστού.

Όλα αυτά συντελούνται μέσα στην Εκκλησία Του. Εκεί ο χριστιανός συναντά τον Χριστό και αποκτά εμπειρία της θεϊκής αποκαλύψεως. Και μέσα στην Εκκλησία πορεύεται, προσπαθώντας μέσω των Μυστηρίων να θεραπεύσει την πεπτωκυΐα φύση του.

Είναι δύσκολο για πολλούς να κατανοήσουν ότι πίστη στο Χριστό σημαίνει απαραίτητα και συμμετοχή στην Μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας.

Γι᾽ αυτό και ο Κύριος μετά το «όστις θέλει οπίσω μου ελθείν» προσθέτει: απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι...

Αν θέλεις να είσαι χριστιανός τότε άσε στην άκρη τα δικά σου «νομίζω» και «θέλω», αναγνώρισε και ονομάτισε τις αδυναμίες και την φθορά που κουβαλάς στην ψυχή σου και ακολούθησε τον Χριστό.

Όχι μόνο πίστεψε στον Χριστό. Αλλά περπάτησε μαζί με τον Χριστό. Απλά πράγματα!

Εκκλησία και νεολαία. Μια σχέση σε κρίση

Του Πρωτοπρεσβύτερου Δημήτριου Θεοφίλου, M.D., PhD Student EΚΠΑ.

Νομίζω πως δεν θα διαφωνήσει κανείς ότι η σχέση της θρησκείας γενικότερα και της Εκκλησίας ειδικότερα με τη νεολαία κάθε εποχής βρισκόταν πάντα σε κρίση. Αυτό, φυσικά, συμβαίνει πολύ περισσότερο σήμερα, που η μετανεωτερικότητα έχει αλλάξει τελείως τους όρους του όποιου «παιχνιδιού».

Είναι γεγονός πως η νεολαία δεν «αστειεύεται», αφού δεν αποτελεί το ευκολότερα χειρίσιμο κομμάτι της κοινωνίας, οπότε, για να χτιστεί μια κάποια σχέση εμπιστοσύνης, χρειάζεται ειλικρίνεια, αλήθεια και χρόνος, δεν αρκεί απλά κάποιοι νέοι να «πηγαίνουν» κάποιους εκκλησιαστικούς εκπροσώπους σε επικοινωνιακό επίπεδο θεάματος, αλλά εδώ πρόκειται για κάτι πολύ βαθύτερο, ουσιαστικότερο και αληθινότερο.

Ένα πρώτο «crash test» ανάμεσα στη νεολαία και την Εκκλησία αποτελούν οι προγαμιαίες σχέσεις, ένα ζήτημα-«αγκάθι», αφού τις περισσότερες φορές το όλο θέμα αντιμετωπίζεται νομικίστικα και στενόχωρα. Μια ανάγνωση του βιβλίου «Άσμα Ασμάτων» της Παλαιάς Διαθήκης ίσως να έριχνε λίγο φως, στις απολιθωμένες αντιλήψεις που καθορίζονται από κάποιους κώδικες μιας ιδιότυπης ποινικής δικονομίας, που ζυγίζουν και μετράνε την ανθρώπινη ζωή και ηθική με φορμαλιστικούς όρους του χθες.

Είναι γνωστό σε όλους, όσους ακόμη αισθάνονται «ζωντανοί», πως η ανθρώπινη φύση τιμωρεί και εκδικείται όλους εκείνους που επιπόλαια και απερίσκεπτα την αψηφούν και την παραβιάζουν κατά συρροή. Αρκεί κανείς να ρίξει μια διεισδυτική ματιά γύρω του, εντός και εκτός Εκκλησίας, για να διαπιστώσει τη διαταραχή προσωπικότητας που προκαλούν τα βάσανα του ανέραστου βίου, διαταραχές που συχνά προβάλλονται και μεταβιβάζονται σε άλλους ανθρώπους, που δεν φταίνε τίποτε για τα προσωπικά αδιέξοδα ή τις λανθασμένες επιλογές κάποιων, όσο «ψηλά» ή «χαμηλά» κι αν αυτοί βρίσκονται.

Αυτό, σε κάθε περίπτωση, θα σήμαινε πως το Ευαγγέλιο καλούμαστε να το διαβάσουμε ξανά με ερμηνευτικό εργαλείο όχι κάποια πουριτανική ηθική ή ένα ποινικό δικανικό πνεύμα, αλλά με μακροθυμία, ανεκτικότητα και κυρίως κατανόηση στην όποια ανάγκη του πλησίον, κάτι που ο Χριστός το είχε ως βασικό κριτήριο, σε κάθε άνθρωπο που απευθυνόταν.

Μια άλλη δυσκολία, που στέκει σαν αμετακίνητος ογκόλιθος ανάμεσα στους νέους και την Εκκλησία είναι ο πλούτος και η περί ιδιοκτησίας αντίληψη που αυτή έχει ενστερνιστεί (με όρους τόσο κατοχής και νομής όσο και διεκδίκησης), κάτι που την καθιστά αρκετές φορές να γίνεται ένα με την ύλη. Το χρήμα, η ιδιοκτησία, ο πλουτισμός καθιστούν τη Χάρη του Θεού ανενεργή. Έτσι, έχουμε μια Εκκλησία που μετατρέπεται σε «άχαρη» και ταυτόχρονα, αντί να επιβεβαιώνει το Ευαγγέλιο με τον βίο και την πολιτεία της, απλά να το διαψεύδει ή, στην καλύτερη περίπτωση, να το διασύρει ενώπιον των ανθρώπων. Το πρόσκομμα του πλούτου κρατάει μακριά τους νέους, που νιώθουν ότι πίσω από κάθε ανιδιοτελή φιλανθρωπική κίνηση της Εκκλησίας μπορεί να κρύβεται καμουφλαρισμένη μια ιδιοτέλεια ή κάποιο συμφέρον.

Τέλος, αυτό που εξοργίζει περισσότερο τους νέους είναι η λαγνεία της εξουσίας, που έχει περάσει ως μολυσματικός ιός σε όλους τους χώρους και τα επίπεδα της εκκλησιαστικής ζωής, σε ολόκληρη την «πυραμίδα», από την κορυφή έως τη βάση. Ναι, την πυραμίδα όπως έχει καταντήσει η επίγεια Εκκλησία, από Αγία Τράπεζα μυστικού δείπνου και ευχαριστιακή σύναξη, που οντολογικά είναι.

Η Εκκλησία καλείται να απαλλαγεί από εμμονές και εγκλωβισμούς σε σχήματα του χθες και να ανοίξει διάλογο, στα ζητήματα της λατρευτικής γλώσσας, των προγαμιαίων σχέσεων, της ιερολογίας του γάμου, της ποιμαντικής της μέριμνας για την οικογένεια και της πραγματικής συμμετοχής του λαού στη λατρεία και όχι την εικονική. Για να προσεγγίσουν οι νέοι πάλι την Εκκλησία, πρέπει να αισθανθούν οικεία και ζεστά, να νιώσουν πως βρίσκονται μέσα στη μητρική της αγκαλιά και όχι μπροστά σε κάποιο ιδιότυπο ποινικό δικαστήριο, όπου κάποιος τους κουνάει το «δάκτυλο» ex cathedra.

Αν μείνουμε σε διαπιστώσεις, δεν νομίζω ότι θα είχαμε να προσφέρουμε και πολλά στη περιπέτεια αυτής της πολύπαθης σχέσης. Η νεολαία πρέπει να εμπιστευθεί ξανά της Εκκλησία της, να βρει νόημα και απαντήσεις μέσα σ’ αυτήν, να απεξαρτηθεί από ουσίες και τεχνολογικές ομηρίες, να απαιτήσει τη σκέψη και την ψυχή της πίσω, από όλους αυτούς που τις έχουν εδώ και πολλά χρόνια τώρα αιχμαλωτίσει ή συλλήσει.

Η Εκκλησία καλείται να απαλλαγεί από εμμονές και εγκλωβισμούς σε σχήματα του χθες και να ανοίξει διάλογο, στα ζητήματα της λατρευτικής γλώσσας, των προγαμιαίων σχέσεων, της ιερολογίας του γάμου, της ποιμαντικής της μέριμνας για την οικογένεια και της πραγματικής συμμετοχής του λαού στη λατρεία

Η παρουσία ή η απουσία των νέων συνιστά την αυριανή αθανασία ή τον θάνατο της επίγειας Εκκλησίας. Αν η γήινη-χοϊκή Εκκλησία συνεχίσει να βρίσκεται και να ζει σε ένα «παράλληλο σύμπαν» με την κοινωνία, όπου αυτο-απασχολούμενη ομφαλοσκοπεί μέσα σε μια ιδιότυπη «μέθη» αυταρέσκειας, εμμένοντας στην άτεγκτη ηθική της, τον ασύδοτο πλουτισμό της και τη λαγνεία της όποιας εξουσίας της, τότε θα έχει καταστήσει τον εαυτό της ένα μετα-ευαγγελικό και μετα-χριστιανικό απολίθωμα, που το μόνο που θα είναι σε θέση να κάνει θα είναι τελετές, επετείους και αναμνηστικές αναπαραστάσεις, κενές νοήματος και περιεχομένου.

Οι νέοι που θα στελεχώσουν την Εκκλησία πρέπει να πάψουν να προσέρχονται με εφήμερα χοϊκά κριτήρια πλουτισμού, καριέρας ή, στην καλύτερη περίπτωση, επαγγελματικής αποκατάστασης. Οι εξυγίανση των κριτηρίων ίσως οδηγήσει και στη απαλλαγή νοσηρών φαινομένων, που φορείς τους έχουν άρρωστους ψυχικά ανθρώπους οι οποίοι νόμισαν πως η αλλαγή ενδυμασίας με μια νοσηρή παρενδυσιακή αντίληψη του όλου εγχειρήματος θα αρκούσε για να τα αλλάξει όλα.

Είναι άμεση ανάγκη πλέον να γίνει σαφές το προφανές, που είναι πως τα «ξύλινα» λόγια και οι «πλαστικές» ευσεβείς προθέσεις εδώ και πολλά χρόνια δεν αγγίζουν και δεν αφορούν πια κανέναν.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Οσία Ευφροσύνη Θυγατέρα Παφνουτίου του Αιγυπτίου

Η Οσία Ευφροσύνη έζησε στα χρόνια του Θεοδοσίου του μικρού [περί το 410 μ.Χ.), ήταν μοναχοκόρη και πολύ πλούσια. Ο πατέρας της Παφνούτιος ήταν ο πλουσιότερος της Αλεξάνδρειας και μαζί με τη σύζυγο του διακρίνονταν για τη θερμή πίστη τους στο Θεό.

Δώδεκα χρονών η Ευφροσύνη έμεινε ορφανή από μητέρα, και ο πατέρας της αφοσιώθηκε ακόμα πιο φιλόστοργα στην επιμέλεια της κόρης του. Όταν η Ευφροσύνη έφθασε στο 18ο έτος της ηλικίας της, ο πατέρας της θέλησε να την παντρέψει με ένα νέο υψηλής κοινωνικής τάξης.

Όμως την ψυχή της Ευφροσύνης είχε καταλάβει ο θείος έρωτας. Ο γάμος και οι κοσμικότητες θα της ήταν εμπόδιο να αφιερωθεί συστηματικά στην ελεημοσύνη και στην υπηρεσία του πλησίον. Γι’ αυτό κάποια μέρα, αφού διαμοίρασε τα υπάρχοντά της στους φτωχούς, έφυγε κρυφά από το σπίτι, και μετά από πολλές περιπέτειες, κατέληξε μεταμφιεσμένη ανδρικά σε κοινόβιο ανδρικό μοναστήρι. Εκεί πήρε το όνομα Σμάραγδος και όλοι οι μοναχοί θαύμαζαν τον πνευματικό της αγώνα και τη διακονία που πρόθυμα πρόσφερε σε όλους.

Έζησε στο μοναστήρι 38 χρόνια. Στο τέλος της ζωής της συναντήθηκε και με τον πατέρα της, όταν και αυτός έγινε μοναχός στο ίδιο μοναστήρι. Έτσι, με τη ζωή της η Ευφροσύνη μας υπενθυμίζει τα λόγια της Αγίας Γραφής, που λένε: «ἀρνησάμενοι τᾶς κοσμικᾶς ἐπιθυμίας σωφρόνως καὶ δικαίως καὶ εὐσεβῶς ζήσωμεν ἐν τῷ νῦν αἰώνι» (Προς Τίτον, Β' 12). Δηλαδή, αφού αρνηθούμε τις επιθυμίες του ματαίου και αμαρτωλού αυτού κόσμου, να ζήσουμε στον παρόντα αιώνα με εγκράτεια στη ζωή μας, με δικαιοσύνη προς τους συνανθρώπους μας και με ευσέβεια προς το Θεό.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’.
Ἐν σοὶ Μῆτερ ἀκριβῶς διεσώθη τὸ κατ᾽ εἰκόνα· λαβοῦσα γὰρ τὸν σταυρόν, ἠκολούθησας τῷ Χριστῷ, καὶ πράττουσα ἐδίδασκες, ὑπερορᾷν μὲν σαρκός, παρέρχεται γάρ· ἐπιμελεῖσθαι δὲ ψυχῆς, πράγματος ἀθανάτoυ· διὸ καὶ μετὰ Ἀγγέλων συναγάλλεται, Ὁσία Εὐφροσύνη τὸ πνεῦμά σου.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ὡς παρθένος φρόνιμη καὶ ἀδιάφθορος, κοτηγγυήθης ὁσίως τῷ Ζωοδότῃ Χριστῷ, καὶ προσκαίρων τὴν χλιδὴν ἐμφρόνως ἔλιπες, ὅθεν ἐν μέσω τῶν ἀνδρῶν, ὡς ἀμόλυντος ἀμνάς, ἐξέλαμψας Εὐφροσύνη, καὶ τοῦ Βελίαρ τὰ κέντρα, τὴ πολιτεία σου ἀπήμβλυνας.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἐν τῇ ἀσκήσει τὸ θῆλυ ἐκάλυψας, ἐν τῇ κοιμήσει τοὺς πάντας ἐξέπληξας, Εὐφροσύνη ἀνύσασα ἀνδρικῶς, νεᾶνις οὖσα λαμπρά, καὶ ταῖς πρεσβείαις ταῖς σαῖς τῶν κινδύνων ἀπαλλάττεις τοὺς τιμῶντάς σε.

Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Τῆς ἄνω ζωῆς, τυχεῖν ἐπιποθήσασα, τὴν κάτω τρυφήν, σπουδαίως καταλέλοιπας, καὶ σαυτὴν ἀνέμιξας, ἀνάμεσον ἀνδρῶν παναοίδιμε· διὰ Χριστὸν γὰρ τὸν νυμφίον σου, μνηστῆρος προσκαίρου κατεφρόνησας.

Ὁ Οἶκος
Ἐν εὐφροσύνῃ καὶ θυμηδίᾳ, τάς ψυχὰς εὐφρανθέντες, ἀναστῶμεν σπουδῇ ἀκοῦσαι λόγον παράδοξον· ὑπερβαίνει γὰρ ἔννοιαν πᾶσαν τὸ διήγημα τοῦτο καὶ καταπλήττει, ὅτι γυνὴ ἐν μέσῳ ἀνδρῶν καταμένουσα, ἐνίκησε τὸν Βελίαρ, καὶ τὸ πῦρ κατεπάτησε τῶν ἡδονῶν, καὶ οὐκ ἐφλέχθη τὸ σύνολον· τὸν Χριστὸν γὰρ ποθοῦσα ἡ ἄσπιλος, μνηστῆρος προσκαίρου κατεφρόνησε.

Πέμπτη 24 Σεπτεμβρίου 2015

ΕΤΣΙ ΘΑ ΒΓΟΥΜΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ!

Ποιός σου έδωσε τα πλούτη;

Πόσην μεγάλη χάριν έπρεπε να χρωστάς εις τον ευεργέτην, πόσον να είσαι χαρούμενος και να λαμπρύνεσαι με την τιμήν, διότι ο ίδιος δεν ενοχλείς την πόρταν των άλλων, αλλά άλλοι κρούουν τας ιδικάς σου! Τώρα δε είσαι κατσούφης και αποκρουστικός, αποφεύγων τας απαντήσεις , μη τυχόν κάπου αναγκασθής να βγάλης έστω και ολίγον από τα χέρια σου. Μίαν λέξιν γνωρίζεις∙ δεν έχω∙ Ούτε θα δώσω , διότι είμαι πτωχός. Πράγματι πτωχός είσαι και στερείσαι απ’ όλα τα αγαθά. Πτωχός από φιλανθρωπίαν, πτωχός από πίστιν εις τον Θεόν, πτωχός από ελπίδα αιώνιον. Κάμε συμμέτοχους εις τα σιτηρά τους αδελφούς. Αυτό που αύριον σαπίζει, δώσε το σήμερον εις τον έχοντα ανάγκην. Η χειρότερα μορφή της πλεονεξίας είναι το να μη δίδη κανείς εις τους ενδεείς ούτε από αυτά που φθείρονται.
Ποίον, λέγει, αδικώ με το να προστατεύσω τα ιδικά μου; Ποία, πες μου, είναι ιδικά σου; Από πού τα έλαβες και τα έφερες εις την ζωήν; Όπως όταν κάποιος , αφού καταλάβη εις το θέατρον θέσιν θέας, εμποδίζη έπειτα τους εισερχόμενους με το να νομίζη ιδικόν του αυτό που είναι κοινόν κατά την χρήσιν εις όλους, τέτοιοι είναι και οι πλούσιοι. Δηλαδή, αφού εκ των προτέρων εκυρίευσαν τα κοινά αγαθά, τα ιδιοποιούνται λόγω του ότι τα επρόλαβαν. Διότι, εάν ο καθένας , κρατών αυτό που χρειάζεται δια να θεραπεύση τας ανάγκας του, άφηνε το περίσσευμα εις τον έχοντα ανάγκην, τότε κανένας δεν θα ήταν πλούσιος , κανένας δε θα ήταν φτωχός.
Δεν εξήλθες γυμνός από την κοιλίαν; Δεν θα επιστρέψης και πάλιν γυμνός εις την γην; Αυτά δε που έχεις τώρα από πού τα έχεις ; Εάν μεν λέγης ότι από την τύχην είσαι άθεος, διότι δεν γνωρίζεις τον δημιουργόν, ούτε ευχαριστείς τον δοτήρα. Εάν δε αποδέχεσαι ότι από τον Θεόν είναι, πες μου τον λόγον δια τον οποίον τα έλαβες. Μήπως ο Θεός είναι άδικος που άνισα μοιράζει εις ημάς τα αναγκαία δια την ζωήν; Διατί εσύ πλουτείς και εκείνος είναι πτωχός; Δια κανένα άλλον λόγον παρά δια να λάβης εξάπαντος και εσύ τον μισθόν της αγαθότητος και της καλής διαχειρίσεως και εκείνος δια να τιμηθή με τα μεγάλα έπαθλα της υπομονής.

ΜΕΓΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ

Συμβουλές για ενάρετη ζωή

Με σεμνές έννοιες κατορθώνεται η αγάπη προς το Θεό



Αν παρακολουθείς τον εαυτό σου και τον δοκιμάζεις, θα δεις ότι οι άρχοντες και τα αφεντικά έχουν εξουσία μόνο του σώματος, όχι και της ψυχής. Και να το θυμάσαι αυτό πάντοτε. Γι' αυτό, αν διατάζουν φόνους ή τίποτε άτοπα ή άδικα και ψυχοβλαβή, δεν πρέπει να υπακούμε σ' αυτούς και αν μας βασανίζουν ακόμα. Γιατί ο Θεός δημιούργησε την ψυχή ελεύθερη και αυτεξούσια σε όλα όσα κάνει, καλά η κακά.
Η λογική ψυχή φροντίζει με κάθε τρόπο να ξεφύγει από όσα δεν οδηγούν πουθενά, την οίηση, την υπερηφάνεια, την απάτη, το φθόνο, την αρπαγή και τα παρόμοια, όσα δηλαδή είναι έργα δαιμονικά και κακής προαιρέσεως. Όλα κατορθώνονται με επιμέλεια και επίμονη προσοχή και μελέτη από εκείνον τον άνθρωπο, του οποίου η επιθυμία δεν τρέχει στις κακές ηδονές.
Εκείνοι πού ζουν μετρημένη και περιορισμένη ζωή, και από κινδύνους γλιτώνουν, και δεν έχουν ανάγκη από φύλακες. Με το να νικούν την επιθυμία σε όλες τις περιπτώσεις, βρίσκουν το δρόμο προς το Θεό εύκολα. Οι άνθρωποι πού τούς οδηγεί το λογικό, δεν χρειάζεται να μοιράζουν την προσοχή τους σε πολλές συντροφιές, αλλά μόνο στις ωφέλιμες και μάλιστα σ' εκείνες όπου πρυτανεύει το θέλημα του Θεού. Με τον τρόπο αυτό οι άνθρωποι προχωρούν πάλι στην κατά Θεό ζωή και το αιώνιο φως. Πρέπει εκείνοι πού επιδιώκουν την ενάρετη και θεοφιλή ζωή, να είναι απαλλαγμένοι από οίηση και κάθε κούφια ματαιοδοξία και να φροντίζουν με όλη τη δύναμη τους να διορθώνουν τη ζωή τους και την εσωτερική τους διάθεση προς το καλύτερο. Επειδή νους πού αγαπά το Θεό και δεν μεταβάλλεται από την καλή κατάστασή του, είναι ανύψωση και δρόμος προς το Θεό.
Άγιος Αντώνιος

Ποιό είναι το ζητούμενο
Μην προσεύχεσαι να γίνουν τα θελήματά σου, γιατί οπωσδήποτε δεν συμφωνούν με το θέλημα του Θεού· αλλά μάλλον καθώς διδάχθηκες λέγε στην προσευχή σου: «Γενηθήτω το θέλημά Σου εν εμοί». Και σε κάθε πράγμα έτσι να ζητάς από Αυτόν, να γίνει το θέλημά Σου, γιατί ο Θεός θέλει το αγαθό και συμφέρον της ψυχής σου. Ενώ εσύ οπωσδήποτε δεν ζητείς πάντοτε το συμφέρον σου.
. Πολλές φορές ζήτησα με την προσευχή από το Θεό, να μου γίνει κάτι πού το νόμιζα καλό, και επέμενα παράλογα να το ζητώ βιάζοντας το θέλημα του Θεού, και δεν Σον άφηνα να οικονομήσει Εκείνος ότι γνωρίζει ως συμφέρον δικό μου. Και λοιπόν αφού έλαβα ότι ζήτησα, στενοχωρήθηκα ύστερα πολύ πού δεν είχα ζητήσει μάλλον να γίνει το θέλημα του Θεού. Γιατί δεν μου ήρθε το πράγμα έτσι όπως το νόμιζα.
Άγιος Νείλος ο Ασκητής

Η φροντίδα του νου
Με μεγάλο αγώνα και κόπο του νου, με σεμνές έννοιες και με συνεχή φροντίδα όλων των καλών κατορθώνεται η αγάπη προς το Θεό, όπως προείπαμε. Και αυτό γιατί ο εχθρός εμποδίζει το νου και δεν τον αφήνει να προσηλώνεται στον θειο έρωτα με τη μνήμη των καλών, αλλά του ερεθίζει την αίσθηση προς τις γήινες επιθυμίες. Γιατί ο θάνατος του εχθρού και η αγχόνη του, μπορούμε να πούμε, είναι όταν ο νους χωρίς περισπασμό ενδιατρίβει στην αγάπη και στη μνήμη του Θεού. Από αυτό μπορεί να γεννηθεί και η ειλικρινής αγάπη του πλησίον· επίσης και η αληθινή απλότητα, η πραότητα, η ταπείνωση, η ακεραιότητα, η αγαθότητα και η προσευχή, και γενικά όλο το πανέμορφο στεφάνι των αρετών, από τη μία και μόνη και πρώτη εντολή, την αγάπη προς το Θεό, αντλεί την τελειότητα. Έχουμε λοιπόν ανάγκη από μεγάλο αγώνα και πόνο κρυφό και εσωτερικό, από έρευνα των λογισμών και γύμναση των εξασθενημένων αισθητηρίων της ψυχής για να διακρίνουν το καλό και το κακό, και από ενδυνάμωση και αναζωπύρωση των καταπονημένων μελών της ψυχής με την επιμελή ύψωση του νου προς το Θεό. Γιατί όταν ο νους μας συνεχώς προσκολλάται με τέτοιο τρόπο στο Θεό, θα γίνει ένα πνεύμα με τον Κύριο, σύμφωνα με το ρητό του Παύλου.
Άγιος Μακάριο ο Αιγύπτιος

Σύναξη της Παναγιάς της Μυρτιδιώτισσας στα Κύθηρα και ανάμνηση της ιάσεως του παραλύτου

Σύμφωνα με την παράδοση η αυθεντική εικόνα της Θεοτόκου με το Χριστό βρέθηκε από ένα βοσκό σε μια κοιλάδα νοτιοδυτικά του νησιού γεμάτη από μυρτιές, που ονομάζονται «Μυρτίδια», τον 13ο αιώνα μ.Χ. Στην εικόνα αυτή αρχικά «διεκρίνοντο καθαρά τα χαρακτηριστικά μέχρι στέρνων» της Θεομήτορος και του Χριστού, «με την πάροδο του χρόνου όμως απέκτησε σταδιακά το σκούρο χρώμα».

Το πιθανότερο είναι η ιστόρηση της εικόνας αυτής να έγινε από τον Ευαγγελιστή Λουκά (1ος αιώνας μ.Χ.). Στη θέση της «εύρεσης» ο πτωχός βοσκός έκανε ένα μικρό εκκλησάκι και στην περιποίηση του αφιέρωσε τον υπόλοιπο χρόνο της ζωής του. Μετά το θάνατο του ευσεβούς βοσκού, την περιποίηση του μικρού Ναού της Μυρτιδιώτισσας ανέλαβε ο Μοναχός Λεόντιος, ο οποίος με χρηματική βοήθεια Κυθηρίων μεγάλωσε λίγο το αρχικό εκκλησάκι και έκτισε γύρω του μερικά κελιά για τη φιλοξενία των προσκυνητών.

Όμως το πλήθος των προσκυνητών που κατέφθαναν από διάφορα μέρη δημιούργησε την ανάγκη ενός μεγάλου Ναού. Το δύσκολο αυτό έργο της ανέγερσης ξεκίνησε με πολύ ζήλο, προσπάθειες και εράνους ο δραστήριος Ιερομόναχος Αγαθάγγελος Καλλίγερος το 1841 μ.Χ. και σε δεκαέξι χρόνια έγινε ένα υπέροχο συγκρότημα που αποτελείται από μεγαλοπρεπή Ναό, ένα αριστουργηματικό πανύψηλο καμπαναριό και πολλά κελιά φιλοξενίας.

Ο μικρός Ναός της «εύρεσης», το Καθολικό, όπως λέγεται, παρέμεινε κάτω από το μεγάλο Ναό, διατηρείται σε άριστη κατάσταση και εκεί φυλάσσεται κατά τους χειμέριους μήνες η εικόνα της Παναγίας που η αγάπη των Κυθηρίων τη φύλαξε μέσα σε μια ολόχρυση επένδυση, αληθινό αριστούργημα φτιαγμένο από τον Κρητικό καλλιτέχνη Νικόλαο Σπιθάκη το 1827 μ.Χ.

Στο κάτω μέρος της χρυσής επένδυσης απεικονίζονται τρία θαύματα: το θαύμα της εύρεσης της εικόνας από το βοσκό, το θαύμα της θεραπείας του παραλύτου στις 24 Σεπτεμβρίου (αρχές του 17ου αιώνα) και το θαύμα της διάσωσης του φρουρίου των Κυθήρων από τους κεραυνούς (22 Ιανουαρίου 1829) κατά τη διάρκεια της φύλαξης της εικόνας της Παναγίας εντός του φρουρίου για το φόβο των πειρατών που μάστιζαν τη Μεσόγειο.

Ο Ιερός Ναός εορτάζει στις 24 Σεπτεμβρίου, ημέρα εορτασμού του θαύματος της θεραπείας του παραλύτου. Στον Ιερό Ναό υπάρχουν δύο παρεκκλήσια, το ένα αριστερά του Τέμπλου, αφιερωμένο στην Οσιοπαρθενομάρτυρα Ελέσα  και το άλλο δεξιά στον Όσιο Θεόδωρο .

Αξίζει να επισημάνουμε ότι στο στέμμα της Πανσέπτου Εικόνας της Παναγίας της Μυρτιδιώτισσας, υπάρχει προσαρμοσμένο «Πολυτιμότατον αδαμαντοκόλλητον εν σχήματι ημισελήνου χρυσούν κόσμημα». Ας θυμηθούμε την ιστορία του:

Σύμφωνα με όσα ο αείμνηστος Σοφοκλής Καλόυτσης, ο υμνογράφος της Μυρτιδιώτισσας διέσωσε (ακολουθία Μυρτιδιωτίσσης, έκδοσις 5η, σελ. 149), βρισκόταν κάποτε στα Κύθηρα, κάποιος Τούρκος πλούσιος και επιφανής, εγκατεστημένος στην τουρκοκρατούμενη Κρήτη, ο οποίος ήταν Μωαμεθανός.

Κάποια ημέρα παρατήρησε ασυνήθη συγκέντρωση κόσμου, στην πλατεία του Μητροπολιτικού Ναού του Εστευρωμένου στη Χώρα.

Ρώτησε τι συμβαίνει και του είπαν ότι το Νησί μαστίζεται από πολύμηνη ανομβρία και για αυτό θα πραγματοποιηθεί Λιτανεία της Αγίας Εικόνας της Μυρτιδιώτισσας, η οποία είχε ήδη κατέβει από το κάστρο που φυλασσόταν τότε και βρισκότανε μέσα στον Εσταυρωμένο.

Όμως ο ουρανός ήταν καταγάλανος και δεν φαινόταν ούτε ίχνος νέφους στον ορίζοντα.

Ο Τούρκος εχλεύασε αυτή την ενέργεια γιατί η λογική έλεγε ότι δεν θα φέρει αποτελέσματα. Και ήταν τόσο σίγουρος για αυτό, που δήλωσε ότι εάν μετά την Λιτανεία επακολουθήσει βροχή, θα αφιέρωνε το χρυσό κόσμημα της ημισελήνου που είχε μαζί του, στην Ιερή Εικόνα.

Η Λιτανεία έγινε με κατάνυξη και οι Κυθήριοι γονυκλινείς παρακάλεσαν για την λύση της ανομβρίας. Και το θαύμα έγινε. Μόλις η Ιερά Πομπή επέστρεψε στον Ναό, άρχισε να πέφτει ραγδαία βροχή.

Ο αλλόθρησκος τήρησε την υπόσχεση του και αφιέρωσε το κόσμημα στην Παναγία.

Πότε έγινε αυτό δεν αναφέρεται. Ίσως έγινε πριν το 1837 μ.Χ. Τότε έγινε η χρυσή επένδυση της Εικόνας από τον Καλλίτέχνη Νικόλαο Σπιθάκη και μάλλον αυτός έκανε την προσαρμογή της ημισελήνου στο στέμα της Παναγίας «Εις αιωνίαν ανάμνησιν του τελεσθέντος θαύματος της λύσεως της ανομβρίας».

Πιθανόν λοιπόν η αφιέρωση να είχε προηγηθεί του 1837 μ.Χ.

Αυτό το θαύμα της Παναγίας μας, ενέπνευσε τον Υμνογράφο αείμνηστο Σοφοκλή Καλούτση και αφιέρωσε ολόκληρον οικον στους χαιρετισμούς της Μυρτιδιώτισσας, για να εξυμνήσει.

«Χαίρε η λήξις της ανομβρίας
Χαίρε η παύσις της λειψυδρίας
Χαίρε υετόν δαψιλή καταπέμπουσα
Χαίρε ουρανόθεν την γην η δροσίζουσα...»

Ὕμνοι Δοξολογικοί καί Παρακλητικοί εἰς τήν Μυρτιδιώτισσαν, εἰς τύπον τῶν μεγαλυναρίων,* ὧν ἡ ἀκροστιχίς˙ Μητρόθεε διάσωσον

Μητρόθεε Ἄνασσα Οὐρανοῦ,
ὄντως Πλατυτέρα, καί Ἀγγέλων
φωτοειδῶν, τῶν ἀκαταπαύστως,
ὑμνούντων τήν σήν δόξαν,
Δέσποινα καί Κυρία, Θεομακάριστε.

Ηλίου τῆς δόξης τοῦ νοητοῦ, τῆς
Δικαιοσύνης ἀπαστράψαντος τοῖς
ἐν γῇ, τοῦ πάντων Δεσπότου, Κυρίου
καί Σωτῆρος, Μήτηρ ὑπάρχεις ὄντως,
ἡ Παμμακάριστος.

Τεκοῦσα ἀφράστως τόν σόν
Υἱόν, τόν Παντευεργέτην καί Σωτῆρα
καί Λυτρωτήν τόν κόσμον λυτροῦσαι,
παθῶν καί καχεξίας, ὡς πάντων
ὑπερτέρα, Μυρτιδιώτισσα.

Ρᾶνον θείοις μύροις τόν
σόν λαόν, ἡ ἐν μυρτιδίοις ἀνατείλασα θαυμαστῶς,
ἁγίᾳ Εἰκόνι, θαυματουργῷ καί θείᾳ, καί
δίδου τήν σήν χάριν,
Μυρτιδιώτισσα.

Οἱ ἔχοντες σκέπην σήν κραταιάν,
σεμνύνονται πάντες καί καυχῶνται
κατά Θεόν, σέ ἔχοντες τεῖχος, καί
θείαν προστασίαν, σεισμῶν πυρός
καί βλάβης, διαφυλάττουσαν.

Θεράπευσον Κόρη σούς ὑμνητάς,
ψυχῶν τε τάς νόσους, καί σωμάτων
τάς χαλεπάς, καί ἴασαι Μῆτερ, κακῶν
καί ἀσθενείας, δεινῶν ἀρρωστημάτων,
Μυρτιδιώτισσα.

Εκ πάσης ἀνάγκης καί πειρασμῶν,
χαλεπῶν κινδύνων ἐπῃρείας τοῦ πονηροῦ,
ρῦσαι νεολαίαν δεινῶς κλονιζομένην,
καί δοκιμαζομένην,
Μυρτιδιώτισσα.

Εξελε τούς νέους Μῆτερ Θεοῦ,
παθῶν καί κινδύνων πολυτρόπων
παντοδαπῶν, κράτυνον τήν πίστιν
τά ἤθη καί τό σέβας, θείᾳ κληρονομίᾳ,
Μυρτιδιώτισσα.

Δεσμῶν ἁμαρτίας φθοροποιῶν,
καί πάσης κακίας καταχρήσεων
συμφορῶν, καί λευκοῦ θανάτου,
ἐκλύτρωσαι Παρθένε, φιλτάτην νεολαίαν,
Μυρτιδιώτισσα.

Ιλέῳ σου ὄμματι στοργικῷ,
καί σῇ εὐσπλαγχνίᾳ διαφύλαττε
μητρικῇ, τάς νήσους Κυθήρων
καί τῶν Ἀντικυθήρων, σεισμῶν
πυρός μαχαίρας, Μυρτιδιώτισσα.

Αγάπην ὁμόνοιαν καί στοργήν,
παράσχου συζύγοις καί γονεῦσι
Μῆτερ Θεοῦ, καί δίδου πλουσίως,
χαράν καί εὐφροσύνην, πιστότητα εἰρήνην,
Μυρτιδιώτισσα.

Σεισμοῦ διασῴζουσα φυσικοῦ,
σεισμικάς δονήσεις σύ ἀπότρεψον
ἠθικάς, καί ἐκ ναυαγίων, οἰκογενείας σῷζε, φρίκης διαζυγίων,
Μυρτιδιώτισσα.

Ω Μῆτερ τοῦ Λόγου καί Λυτρωτοῦ,
σήν χάριν αἰτοῦμεν
ἐκκαρδίας τε καί ψυχῆς, μετάνοιαν
δοῦναι, σοῖς δούλοις ἀναξίοις,
οἰνοποσίας πάθους, σύ ἀπαλλάττουσα.

Σωτῆρα ἡ τέξασα καί Θεόν,
παντοίων κινδύνων διασῴζεις
καί συμφορῶν, αἱρέσεως πλάνης,
σχίσματος τῆς μανίας,
ἐν τάχει ἀπαλλάττεις,
Μυρτιδιώτισσα.

Ο πάντων ἁγίων τάς ἀρετάς,
ἀεί ὑπερβαίνων ὡς ὁ Κύριος καί
Θεός, Μητέρα σου θείαν, σεμνήν
Ὑπεραγίαν, πρόσδεξαι δυσωποῦσαν,
Μυρτιδιώτισσαν.


Νεότητα σῴζουσα ὦ Ἁγνή,
ἀνθρώπους ὡρίμους, οἴκους
νέους θεοσεβεῖς, καί τίμιον
γῆρας, διαφυλάττειν σπεύδεις,
Κυρία τῶν Ἀγγέλων,
Μυρτιδιώτισσα.

*Οἱ ὕμνοι οὗτοι, συντεθέντες χάριτι Θείᾳ καί εὐδοκίᾳ τῆς Παναχράντου διά τήν προστασίαν τοῦ λαοῦ ἐκ τῆς φοβερᾶς τοῦ σεισμοῦ ἀπειλῆς καί λοιπῶν κινδύνων, ὑπό τοῦ Μητροπολίτου Κυθήρων Σεραφείμ (Ἰούνιος 2006), ψάλλονται μετά τά Μεγαλυνάρια τῆς Ἱερᾶς Παρακλήσεως καί κατά τάς ἱεράς λιτανεύσεις τῆς ἁγίας Εἰκόνος τῆς Μυρτιδιωτίσσης.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς κρήνη ἀκένωτος, τῶν παρὰ σοῖ ἀγαθῶν, Εἰκών σου ἡ πάνσεπτος, τοὶς Κυθηρίοις Ἁγνή, ἐδόθη κραυγάζουσι, χαῖρε ἡ προστασία, πάντων τῶν δεομένων χαῖρε ἡ σωτηρία, τῶν τιμώντων σὲ πόθω, χαῖρε ἡ τῷ παραλύτῳ, τὴν ἴασιν βραβεύουσα.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Λαοί νῦν κροτήσωμεν, δεῦτε τάς χεῖρας πιστῶς καί ἄσωμεν ἄσμασι τῇ Θεομήτορι ἐν πόθῳ κραυγάζοντες˙ Χαῖρε ἡ προστασία πάντων τῶν δεομένων Χαῖρε ἡ σωτηρία τῶν τιμώντων σε πόθῳ, Χαῖρε ἡ τῷ παραλύτῳ τήν ἴασιν βραβεύσασα.

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τῇ Θεοτόκῳ οἱ πιστοὶ νῦν προσπελάσωμεν Ὡς χορηγούσῃ δαψιλῶς πᾶσιν ἰάματα, Ἀναμέλποντες ἐφύμνια μετὰ πόθου. Ἀλλ’ ὡς ἤγειρας παράλυτον, Θεόνυμφε, Ἀπὸ πάσης ἡμᾶς ῥῦσαι περιστάσεως Τοὺς σοὶ κράζοντας· χαῖρε δόξα παγκόσμιος.

Μεγαλυνάριον
Ὤφθης τῶν Κυθήρων καταφυγή, ἐξαιρέτῳ τρόπῳ, ἀναβλύζουσα ἐν αὐτοῖς, ἐκ τῆς σῆς Εἰκόνος, προνοίας σου τὰ ῥεῖθρα, ὦ Κεχαριτωμένη· διὸ ὑμνοῦμέν σε.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Χαίροις, τῶν Κυθήρων ἡ ἀρωγός καί καύχημα μέγα καί γλυκεῖα καταφυγή. Χαίροις, Ὀρθοδόξων ταχεῖα προστασία, εὐλογημένη Κόρη Μυρτιδιώτισσα.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Πάλαι ὡς ἀνεῦρε τῆ Σῆ ὀμφῆ, ἐν κλάδοις μυρσίνης τήν Εἰκόνα Σου τήν σεπτήν ὁ ποιμήν, Παρθένε, ἐν εὐφροσύνῃ θείᾳ, αὐτήν Μυρτιδιώτισσαν ἐπωνόμασε.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Νόσους θεραπεύεις τάς χαλεπάς, κεραυνούς διώκεις, ἀνομβρίαν λύεις δεινήν, ὡς ὄντως μεγίστη ἡ δόξα καί ἡ χάρις καί ἡ σεπτή Σου κλῆσις, Μυρτιδιώτισσα.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Ὤφθη ἰατρεῖον πνευματικόν, ὁ ἐν Μυρτιδίοις θεῖος οἶκός Σου καί σεπτός, ψυχῶν γάρ ἰᾶται καί τῶν σωμάτων πάθη, τῆ Σῆ ἐπιστασίᾳ, Μυρτιδιώτισσα.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Ἅπαντας προφθάνεις ὡς συμπαθής, τούς ἐν τοῖς κινδύνοις καί τούς πέλας καί τούς μακράν καί τούτοις παρέχεις βοήθειαν ταχεῖαν, ὑμνοῦντας Σου τήν χάριν, Μυρτιδιώτισσα.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Τούς ἐξαιτουμένους ἀπό ψυχῆς, τῆς Σῆς Θεοτόκε, ἀντιλήψεως τήν ἰσχύν, σῶζε πάσης βλάβης καί πάσης δυσχερείας, ὡς Μήτηρ τοῦ ἐλέους, Μυρτιδιώτισσα.



ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ ΑΓΙΟΥ ΣΙΛΟΥΑΝΟΥ ΤΟΥ ΑΘΩΝΙΤΟΥ

Άγιος Σιλουανός ο Αγιορείτης

Ο Άγιος Σιλουανός ο Αγιορείτης έγινε γνωστός πριν ακόμα αγιοκαταχτεί από την Ορθόδοξη Εκκλησία με το βιογραφικό έργο «Ο γέροντας Σιλουανός του Άθω», που το συνέγραψε με ωραίο τρόπο ο Ηγούμενος της Μονής Τιμίου Προδρόμου στο Έσσεξ της Αγγλίας Αρχιμανδρίτης Σωφρόνιος, που έζησε κοντά στον Άγιο για πολύ καιρό στον Άθω.

Σύμφωνα λοιπόν με τον Σωφρόνιο, ο Άγιος Σιλουανός ασκήθηκε στο Άγιον Όρος για 46 ολόκληρα χρόνια και συγκεκριμένα στη Μονή του Αγίου Παντελεήμονα. Γεννήθηκε το 1866 μ.Χ. στο χωριό Σόβοκ της επαρχίας Λεμπεντιάσκ της Ρωσίας και το κοσμικό του όνομα ήταν Συμεών Ιβάνοβιτς Αντόνωφ. Στη Ρωσία έκανε το επάγγελμα του ξυλουργού. Στο Άγιο Όρος ήλθε το 1892 μ.Χ. και αφιερώθηκε ολοκληρωτικά στην άσκηση και την προσευχή. Το 1911 μ.Χ. έγινε μεγαλόσχημος και στολίστηκε με πολλές άγιες αρετές και γέμισε όλος από θείο φως. Το 1915 μ.Χ. βγήκε για λίγο από το Άγιον Όρος και επισκέφθηκε τα μοναστήρια της πατρίδας του. Απεβίωσε στις 24 Σεπτεμβρίου του 1938 μ.Χ. και η Ορθόδοξη Εκκλησία πρόσφατα τον αγιοποίησε.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Κανόνα πίστεως.
Χριστὸν διδάσκαλον ἐν ὀδῷ ταπεινώσεως προσευξάμενος ἔλαβες, μαρτυροῦντος τοῦ Πνεύματος, ἐν σῇ καρδία τὴν λύτρωσιν, διὰ τοῦτο ἀσκήσεως ἀνεδείχθης σὺ ὁδηγός, ὡς φωτὸς θείου ἔμπλεως. Ὅσιε πάτερ Σιλουανέ, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ σωθήναι τᾶς ψυχᾶς ἠμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὁσίων ἐφάμιλλος, καὶ κοινωνὸς ἀληθῶς, ἐσχάτοις ἐν ἔτεσι, δι’ ἐναρέτου ζωῆς, ἐδείχθης μακάριε. Ὅθεν Σιλουανέ σε, ἡ οὐράνιος δόξα, δέδεκται μετὰ τέλος, σὺν Ὁσίοις Πατράσι· μεθ’ ὧν καὶ καθικέτευε, ὑπὲρ τῶν τιμώντων σε.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ'. Θείας πίστεως.
Ποίημα Παύλου Ἱερομόναχου
Κήρυξ δέδοσαι, τῇ οἰκουμένῃ, σὺ γλυκύτατος, ἐν θεολόγοις, τῆς τοῦ Χριστοῦ ἀγάπης τρισόλβιε· τὸν Ταπεινὸν γὰρ καὶ Πρᾷον ἑώρακας, καὶ τὴν Ἐκείνου καρδίαν κατέμαθες. Ὅθεν ἅπαντες, Σιλουανὲ ἐλλαμπόμενοι, τοῖς θεογλώσσοις ῥήμασι, δοξάζομεν τὸ Πνεῦμα τὸ δοξάσαν σε.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α'. Τὸν Συνάναρχον Λόγον.
Κατηγλάϊσας Πάτερ Ὄρος τοῦ Ἄθωνος, ὑπὲρ φύσιν βιώσας καὶ τὴν τοῦ Πνεύματος, ἐπίδειξάμενος ἡμῖν θείαν ἐνέργειαν, ὅθεν τιμῶντές σου σεπτῶς, τὴν μνήμην ὦ Σιλουανέ, δοξάζομεν ἐκ καρδίας, τὸν παρασχόντα σε μέγαν, τῇ Ἐκκλησίᾳ χριστοκήρυκα.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τῶν Ὁσίων σύσκηνος τῶν πάλαι ὤφθης, ἐναρέτοις πράξεσι, Χριστὸν δοξάσας ἐπὶ γῆς, Σιλουανὲ παναοίδιμε, καὶ ἐκομίσω τὸν ἄφθαρτον στέφανον.

Μεγαλυνάριον
Χαίροις θεοφόρε Σιλουανέ, ὁ ἐσχάτοις χρόνοις, διαλάμψας ἀσκητικῶς· χαίροις τῶν ἐν Ἄθῳ, ὑπόδειγμα Πατέρων, καὶ πρὸς Χριστὸν μεσίτης, ἡμῶν θερμότατος.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Αγία Θέκλα η Ισαπόστολος

Η ισαπόστολος Θέκλα καταγόταν από το Ικόνιο και ήταν θυγατέρα εθνικής οικογένειας, την δε μητέρα της την έλεγαν Θεόκλεια. Μετεστράφη στην χριστιανική πίστη χάρη στα κηρύγματα του ίδιου του Αποστόλου Παύλου  που τα έκανε στην γειτονική οικία του Ονησιφόρου . Είχε ήδη μνηστευθεί κάποιον εθνικό ονόματι Θάμυρη. Όταν αυτός και η μητέρα της Θεοκλεία αντιλήφθηκαν ότι είχε μεταστραφεί στην χριστιανική πίστη, προσπάθησαν να την κάνουν να πάρει πίσω την απόφασή της. Όταν είδαν ότι αυτό ήταν ανώφελο, κατέδωσαν τον Απόστολο Παύλο στον ηγεμόνα Καστίλιο, ο οποίος τελικά αφού τον φυλάκισε, τον απέλασε. Τότε η Θέκλα εγκατέλειψε τον μνηστήρα της και ακολούθησε τον Απόστολο στην Αντιόχεια της Πισιδίας. Πολλές φορές υπέστη μαρτύρια αλλά η πίστη της την έσωσε. Από την Αντιόχεια μετέβη στα Μύρα της Λυκίας για να συναντήσει τον Απόστολο Παύλο και από εκεί στη Σελεύκεια, όπου κατέφυγε στο όρος Καλαμών, όπου και εκοιμήθη εν ειρήνη σε ηλικία ενενήντα ετών.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τοῦ Παύλου συνέκδημος, ὡς καθαρα τὴν ψυχήν, καὶ πρώταθλος πέφηνας, ἐν γυναιξὶν εὐκλεῶς, Χριστὸν ἀγαπήσασα, σὺ γὰρ τῆς εὐσέβειας, πτερωθεῖσα τῷ πόθῳ, ἤθλησας ὑπὲρ φύσιν, Ἰσαπόστελε Θέκλα διὸ σὲ ὁ Πανοικτίρμων νύμφην ἠγάγετο.

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Ὡς ἀπαρχὰς
Τῆς παρθενίας τῷ κάλλει ἐξέλαμψας, μαρτυρίου στεφάνῳ κεκόσμησαι, ἀποστολὴν πιστεύῃ Παρθένε ὡς ἔνδοξος, καὶ τοῦ πυρὸς μὲν τὴν φλόγα, εἰς δρόσον μετέβαλες, τοῦ ταύρου δὲ τὸν θυμόν, προσευχῇ σου ἡμέρωσας ὦ Πρωτόαθλε.




Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2015

Ο πιστός μέσα στην κοινωνία

Ο Χριστιανισμός δεν είναι σύστημα φιλοσοφικό



Ὁ Ἅγιος Βασίλειος σέ ἐπιστολή του πρός μία χήρα γυναίκα, ἔγραφε γιά τό πῶς θά πρέπει νά λειτουργοῦν οἱ πιστοί μέσα στήν κοινωνία: «Ὑπάρχει τό ἑξῆς θεωρητικόν τέχνασμα διά τάς περιστεράς· ὅταν οἱ ἀσχολούμενοι μέ τά τοιαῦτα συλλάβουν μίαν καί τήν ἐξημερώσουν μέχρι σημείου νά στέκεται εἰς τά χέρια των καί νά τρώγη μαζί των, τότε ἀλείφουν τάς πτέρυγάς της μέ μύρον καί τήν ἀφήνουν νά συναγελασθῆ μέ τάς περιστεράς πού εἶναι ἔξω. Αὐτή δέ ἡ εὐωδία τοῦ μύρου καθιστᾶ ὅλην ἐκείνην τήν ἀγρίαν ἀγέλην κτῆμα τοῦ κατόχου τῆς τιθασσευμένης περιστερᾶς· διότι ἀκολουθοῦν καί αἱ ἄλλαι τάς εὐωδιαζούσας πτερύγας τῆς περιστερᾶς καί εἰσέρχονται στό κλουβί» .

Ὁ Ἅγιος Χρυσόστομος ἑρμηνεύοντας τίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων, μιλώντας γιά τίς ἐπιβουλές, πού γίνονται μεταξύ τῶν ἀνθρώπων, γράφει: «Ἄς μή νομίσομε τίς ἐπιβουλές σάν κάποιο φοβερό πράγμα. Ἐφόσον δέν ἐπιβουλευόμαστε ἐμεῖς οἱ ἴδιοι τόν ἑαυτό μας, κανένας δέν θά μπορέσει νά μᾶς ἐπιβουλευθεῖ, ἤ καλύτερα θά μᾶς ἐπιβουλεύονται βέβαια, ὅμως δέν θά μᾶς βλάπτουν καθόλου, ἀλλά καί θά μᾶς ὠφελοῦν πάρα πολύ· ὥστε ἀπό μᾶς ἐξαρτᾶται καί τό νά κακοπαθήσουμε καί τό νά μή κακοπαθήσουμε. Νά τό διακηρύσσω μέ μεγάλη παρρησία ὅτι τόν Χριστιανό κανένας ἀπό τούς ἀνθρώπους πού κατοικοῦν στήν γῆ δέν θά μπορέσει νά τόν βλάψει. Καί γιατί λέγω ἀπό τούς ἀνθρώπους; Οὔτε ὁ ἴδιος ὁ δαίμονας, ὁ τύραννος, ὁ διάβολος, ἐάν δέν ἀδικήσει ὁ ἴδιος τόν ἑαυτό του· καί ἄν ἀκόμη θελήσει κάποιος νά μᾶς κάνει ὁποιοδήποτε κακό, ἄδικα θά τό ἐπιχειρήσει. Διότι, ὅπως ἀκριβῶς κανένας δέν θά μπορέσει νά βλάψει ἄγγελο πού βρίσκεται στήν γῆ σάν ἄνθρωπος, ἔτσι οὔτε ἄνθρωπος ἄνθρωπο. Ἀλλ ̓ οὔτε ὁ ἴδιος εἶναι δυνατόν νά βλάψει ἄλλον, ἐν ὅσῳ θά εἶναι ἀγαθός» .

Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος μᾶς λέγει γιά τόν χαρακτήρα καί τήν ἐπαγγελία τοῦ Χριστιανισμοῦ: «Ὁ Χριστιανισμός δέν εἶναι σύστημα φιλοσοφικό, οὔτε ἑδρεύει μόνο στό γνωστικό τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά μᾶλλον στό βουλητικό καί συναισθητικό. Γιατί ὁ Χριστιανισμός δέν ἔχει σάν ἀρχή τήν μόρφωση ἁπλῶς τοῦ πνεύματος, ἀλλά τήν διάπλαση τῆς καρδιᾶς. Γι ̓ αὐτό καί δέν ἀπαιτεῖ ἀπό τούς ὀπαδούς του τήν γνώση μόνον τῶν θεωριῶν του, ἀλλά καί τήν ἐφαρμογή τους. Ἀπαιτεῖ καί τήν συνεργασία τοῦ βουλητικοῦ, ὥστε νά δεχθεῖ τίς ἀρχές καί τίς θεωρίες του σάν θεϊκές καί σωτήριες καί νά τίς ἐφαρμόσει στήν ζωή του. Ζητεῖ ὅμως καί τήν συνδρομή τοῦ συναισθητικοῦ ὥστε νά ἀναλάβει αὐτό τό ἔργο μέ πόθο καί ἀγάπη καί νά ἀφιερωθεῖ μέ ὅλη του τήν ψυχή καί τήν καρδιά στό ἔργο τοῦ χριστιανισμοῦ. Ὁ Χριστιανισμός ἐπειδή εἶναι ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο, ζητεῖ οἱ ὀπαδοί του νά εἶναι ἅγιοι καί τέλειοι, ὥστε ὅλοι μαζί νά ἀποτελοῦν ἕνα Σῶμα, τήν Ἐκκλησία, πού ἔχει κεφαλή της τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό, τόν Θεό πού μᾶς ἀποκαλύφθηκε» .

Ὁ Ἀρχιμ. Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος, μιλώντας γιά τήν θυσιαστική ζωή σημειώνει: «Μοῦ ἔλεγε κάποιος γιατρός γιά τό Νοσοκομεῖο «Εὐαγγελισμός» τήν ἐποχή, κατά τήν ὁποία ἦταν γεμάτο ἀπό ἀφιερωμένες ἀδελφές νοσοκόμες, οἱ ὁποῖες ἔλειωναν σάν λαμπάδες στήν διακονία τῶν πονεμένων. «Ὁ Εὐαγγελισμός ἔχει πολύ ὑψηλό ἐπίπεδο νοσηλείας, διότι ἔχει πολλές ἀδελφές ἀφιερωμένες, πού δέν ἔχουν ἄλλο ἐπάγγελμα, οὔτε οἰκογένεια καί εἶναι ἀφιερωμένες ἐξ ὁλοκλήρου στόν πόνο. Καί ξαγρυπνοῦν καί κουράζονται καί ταλαιπωροῦνται, γιά νά βοηθήσουν τούς ἀσθενεῖς». Τί σημαίνει νοσηλευτικό προσωπικό; Σημαίνει νά βλέπει στό πρόσωπο τοῦ ἀρρώστου τόν Ἰησοῦ Χριστό, τόν Κύριό του, καί νά τόν διακονεῖ μέ τό αἴσθημα ὅτι διακονεῖ τόν Κύριό του» .

Ὁ ἅγιος Νικόλαος Καβάσιλας γράφοντας Περί τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, ἔλεγε: «Τέτοια εἶναι ἡ ἐν Χριστῷ ζωή. Ἔτσι ἀποκρύπτεται κι ἔτσι ἀποκαλύπτεται: μέ τό φῶς τῶν καλῶν ἔργων, πού εἶναι ἡ ἀγάπη. Γιατί στήν ἀγάπη βρίσκεται ἡ λαμπρότητα κάθε ἀρετῆς καί αὐτή συγκροτεῖ τήν ἐν Χριστῷ ζωή, ὅσο ἐξαρτᾶται ἀπό τήν ἀνθρώπινη σπουδή. Δέν θά ἔσφαλε κανείς, ἄν τήν ὀνόμαζε ζωή. Γιατί εἶναι ἕνωση μέ τόν Θεό, καί αὐτό εἶναι ζωή, ὅπως ὁ χωρισμός ἀπό τόν Θεό γνωρίζουμε ὅτι εἶναι θάνατος... Τί ἄλλο ἀπό τήν ἀγάπη θά ὀνομαζόταν δικαιότερα ζωή; Ἀλλά καί πέρα ἀπό αὐτά , ὅταν ὅλα ἀφανισθοῦν, ἐκεῖνο πού ἀπομένει καί δέν ἀφήνει τούς ζωντανούς νά πεθάνουν, εἶναι ἡ ζωή. Τέτοια ὅμως εἶναι ἡ ἀγάπη» .

Και η προσευχή αρετή λέγεται...

Ό,τι κάνουμε χωρίς προσευχή και καλή ελπίδα, ύστερα αποδεικνύεται βλαβερό και ατελές.



Αν δεν έχουμε έργα, δεν είναι ακόμη βέβαιη η γνώση μας και αν ακόμη είναι αληθινή. Γιατί σε κάθε περίπτωση την επιβεβαίωση την αποτελεί το έργο.

Πολλές φορές από την αμέλεια για την πράξη, σκοτίζεται και η γνώση. Γιατί εκείνοι οι οποίοι παραμέλησαν τελείως την πνευματική εργασία, αυτών και οι ενθυμήσεις θα σβήσουν με τον χρόνο.

Εκείνος που θέλει να κάνει κάτι που δεν μπορεί, είναι σαν να το έκανε, απέναντι στον καρδιογνώστη Θεό. Αυτό ισχύει και για τα καλά και για τα κακά.

Όσοι αξιωθήκαμε και βαπτισθήκαμε, τα καλά έργα δεν τα προσφέρομε στον Θεό για να λάβουμε ανταπόδοση γι' αυτά, αλλά για να φυλάξουμε την καθαρότητα του αγίου Βαπτίσματος.

Εκείνος που θέλει να περάσει τη νοητή θάλασσα των παθών, μακροθυμεί, ταπεινοφρονεί, αγρυπνεί, εγκρατεύεται. Αν προσπαθήσει να περάσει χωρίς αυτά τα τέσσερα, ταράζει μόνο την καρδιά, να περάσει όμως δεν μπορεί.

Και η προσευχή αρετή λέγεται, αν και είναι μητέρα των αρετών. Γιατί γεννά τις αρετές διά μέσου της ενώσεως με τον Χριστό.

Ό,τι κάνουμε χωρίς προσευχή και καλή ελπίδα, ύστερα αποδεικνύεται βλαβερό και ατελές.

Θανάσιμη αμαρτία είναι εκείνη για την οποία δεν μετανοεί ο άνθρωπος. Και άγιος αν προσευχηθεί γι' αυτήν για άλλον, δεν εισακούεται.

Δεν είναι δυνατόν εκείνος που αμάρτησε να ξεφύγει, παρά με τη μετάνοια που αρμόζει στο σφάλμα του.

Η χάρη δόθηκε μυστικά σε όσους βαπτίσθηκαν στο όνομα του Χριστού, ενεργεί όμως σ' αυτούς ανάλογα με την εργασία των εντολών. Και κρυφά η χάρη δεν παύει να μας βοηθεί, από εμάς όμως εξαρτάται να πράττουμε το αγαθό κατά δύναμη.

Άγιος Νικόλαος ο παντοπώλης ο Νεομάρτυρας από το Καρπενήσι

«....Εγώ χριστιανός είμαι και τον Χριστό μου πιστεύω για αληθινό Θεό. Οι τιμές και τα οφίκια που μου τάζεις, δεν μου χρειάζονται. Εγώ τον Χριστό μου δεν αρνούμαι, τον Χριστό πιστεύω, για το όνομα του θα πεθάνω, Τούρκος δεν γίνομαι». Αυτή ήταν η δυναμική απάντηση του νεαρού Νικολάου στον κριτή, όταν με πλεκτάνη προσπάθησαν να τον εξισλαμίσουν.

Ο Νικόλαος γεννήθηκε στο Καρπενήσι από γονείς ευσεβείς (ανήκε, κατά παράδοσιν σωζομένην προφορικώς μέχρι σήμερα, στην οικογένεια Καρανίκα), που φρόντισαν και για τη δική του ευσέβεια και μόρφωση. Σε ηλικία 15 χρονών βρίσκεται στην Κωνσταντινούπολη, υπηρετώντας στο παντοπωλείο του πατέρα του, στο Ταχτά Καλέ. Κάποιος κουρέας Τούρκος όμως, που του μάθαινε την Τούρκικη γλώσσα, του έδωσε να διαβάσει την Τούρκικη ομολογία πίστης, μπροστά σε μάρτυρες, χωρίς ο Νικόλαος να γνωρίζει τίποτα. Όταν του είπαν ότι γίνεται Τούρκος, ο Νικόλαος αμέσως ομολόγησε την πίστη του στον Χριστό. Η δυναμική απάντηση που έδωσε στον κριτή, έκανε τους Τούρκους να τον βασανίσουν μέσα στη φυλακή με τον πιο άγριο τρόπο. Παρ' όλα αυτά όμως, ο Νικόλαος έμεινε ακλόνητος στην πίστη του. Έτσι, τη Δευτέρα 23 Σεπτεμβρίου 1672 μ.Χ. τον αποκεφάλισαν. Ήταν 15 χρονών.

Το λείψανο του ενταφιάστηκε στο Μοναστήρι της Παναγίας Χάλκης. Αργότερα η κάρα του Αγίου, μεταφέρθηκε στην Ιερά Μονή Ξηροποτάμου του Άγιου Όρους.

Σπουδαίες πληροφορίες για το μαρτύριο του νεαρού Αγίου έδωσε ο τότε γραμματέας της Γαλλικής πρεσβείας στην Κωνσταντινούπολη, ο οποίος είχε εντυπωσιασθεί από το σθένος και την πίστη του Νικολάου.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Νίκας ἤνεγκας τῇ ᾿Εκκλησίᾳ, νῖκος ἔδωκας τῇ σῇ πατρίδι τῇ καλλινίκῳ ἀθλήσει, Νικόλαε. Νεομαρτύρων ἡ δόξα ἡ ἄφθιτος, ὁδὸν Κυρίου νεότητι ἔδειξας· ταῖς πρὸς Χριστὸν θερμαῖς δεήσεσιν ὅθεν ἱκέτευε ἀεὶ νίκας χαρίζεσθαι.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Καλλιδρόμης κλεινὸν ἀξιάγαστον βλάστημα καὶ Σχολῶν Εὐγενίου θεοδίδακτον καύχημα, Νικόλαον τιμήσωμεν πιστοί, νεώτατον Χριστοῦ τὸν μιμητήν, τὴν τῶν νέων ἀρετὴν ἀθλητικῶς κρατύνοντα. Δόξα τῷ δεδοκότι τὴν ἀλκήν, δόξα τῷ μεγαλύναντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι ἐν παισὶν ἀεὶ θαυμάσια.

Μεγαλυνάριον
Τὸν Καρπενησίου κλεινὸν βλαστὸν καί τῆς νεολαίας Θεοφώτιστον ὁδηγόν, τῶν Νεομαρτύρων τὸν μέγα ἀριστέα, Νικόλαον τὸν Νέον, ὕμνοις τιμήσωμεν.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Τὸν ἐν παιδομάρτυσι θαυμαστόν, ἐκ Καρπενησίου Χριστομίμητον ὁδηγόν, εὐλαβῶν νέων ὑπέρμαχον προστάτην, Νικόλαον τὸν νέον, ὕμνοις τιμήσωμεν.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός


Άγιος Ιωάννης Πρόδρομος και Βαπτιστής (Σύλληψη)

Έτσι προφήτευσε ο προφήτης Ησαΐας για τον Πρόδρομο του Κυρίου, Ιωάννη: «Φωνὴ βοῶντος ἐν τὴ ἐρήμω, ἑτοιμάσατε τὴν ὁδὸν Κυρίου, εὐθείας ποιεῖτε τᾶς τρίβους αὐτοῦ». (Ησαΐας μ', 3). Δηλαδή, φωνή ανθρώπου, που φωνάζει στην έρημο και λέει: «Ετοιμάστε το δρόμο, απ’ όπου θα έλθει ο Κύριος σε σας. Κάνετε ίσιους και ομαλούς τους δρόμους, από τους οποίους θα περάσει». Ξεριζώστε, δηλαδή, από τις ψυχές σας τα αγκάθια των αμαρτωλών παθών και ρίξτε μακριά τα λιθάρια του εγωισμού και της πώρωσης και καθαρίστε με μετάνοια το εσωτερικό σας, για να δεχθεί τον Κύριο. Η φωνή αυτή, που ήταν ο Ιωάννης, γεννήθηκε με θαυμαστό τρόπο. Ο Πατέρας του Ζαχαρίας ήταν Ιερέας. Την ώρα του θυμιάματος μέσα στο θυσιαστήριο, είδε άγγελο Κυρίου, που του ανήγγειλε, ότι θα αποκτούσε γιο και θα ονομαζόταν Ιωάννης. Ο Ζαχαρίας σκίρτησε από χαρά, αλλά δυσπίστησε. Η γυναίκα του ήταν στείρα και γριά, πώς θα γινόταν αυτό που άκουγε; Τότε ο άγγελος του είπε ότι για να τιμωρηθεί η δυσπιστία του, μέχρι να πραγματοποιηθεί η βουλή του Θεού, αυτός θα έμενε κωφάλαλος. Πράγματι, η Ελισάβετ συνέλαβε, και μετά εννιά μήνες έκανε γιο. Μετά οκτώ ήμερες, στην περιτομή του παιδιού, οι συγγενείς θέλησαν να του δώσουν το όνομα του πατέρα του, Ζαχαρία. Όμως, ο Ζαχαρίας, έγραψε επάνω σε πινακίδιο το όνομα Ιωάννης. Αμέσως δε, λύθηκε η γλώσσα του, και η χαρά για όλους ήταν μεγάλη.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ἡ πρώην οὐ τίκτουσα, στεῖρα εὐφράνθητι, ἰδοὺ γὰρ συνέλαβες, Ἡλίου λύχνον σαφῶς, φωτίζειν τὸν μέλλοντα, πᾶσαν τὴν οἰκουμένην, ἀβλεψίαν νοσοῦσαν, χόρευε Ζαχαρία, ἐκβοῶν παρῥησίᾳ· Προφήτης τοῦ Ὑψίστου ἐστίν, ὁ μέλλων τίκτεσθαι.

Κοντάκιον
Ἦχος α’. Χορὸς Ἀγγελικὸς
Εὐφραίνεται λαμπρῶς, Ζαχαρίας ὁ μέγας καὶ ἡ πανευκλεής, Ἐλισάβετ ἡ σύζυξ, ἀξίως συλλαμβάνουσα, Ἰωάννην τὸν Πρόδρομον, ὃν Ἀρχάγγελος εὐηγγελίσατο χαίρων, καὶ οἱ ἄνθρωποι, ἀξιοχρέως τιμῶμεν, ὡς μύστην τῆς χάριτος.

Κάθισμα
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ἐλισάβετ στειρώσεως ἠλευθέρωται, ἡ Παρθένος δὲ πάλιν Παρθένος ἔμεινεν, ὅτε φωνῇ τοῦ Γαβριήλ, γαστρὶ συνέλαβεν, ἀλλ' ἐν νηδύϊ προσκιρτᾷ τὸν ἐν γαστρὶ παρθενικῇ, Θεὸν προγνοὺς καὶ Δεσπότην, ὁ Πρόδρομος Ἰωάννης, εἰς σωτηρίαν ἡμῶν σαρκούμενον.

Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος δ’. Κατεπλάγη Ἰωσὴφ.
Θυμιῶντι ἐν ναῷ, τῷ Ζαχαρίᾳ Ἱερεῖ, Γαβριὴλ ἐξ οὐρανοῦ, ἐπέστη λέγων πρὸς αὐτον· Ὅτι ἐν γήρᾳ σου ἕξεις καρπὸν εὐκλεῆ. Καὶ στείρωσις ἡ πρίν, τῆς Ἐλισάβετ νυνί, λυθήσεται εὐθύς, καὶ ἀκαρπία γονῆς, καὶ συλλαβοῦσα τέξεται τὸν κήρυκα, τοῦ Ἰησοῦ τε καὶ Πρόδρομον. Αὐτῶν πρεσβείαις, Σωτὴρ τοῦ κόσμου, σῶσον τάς ψυχὰς ἡμῶν.

Ὁ Οἶκος
Τὸ ἱερὸν Εὐαγγέλιον ἀναπτύξωμεν, ὁ Λουκᾶς ἡμῖν ἔγραψεν ὁ Ἱερὸς καὶ θαυμάσιος, καὶ τὴν τοῦ Προδρόμου θεασώμεθα σύλληψιν, τὴν φαιδρὰν καὶ ἐπίσημον· φησὶ γάρ, ὡς εἰσῆλθεν ὁ πρεσβύτης καὶ δίκαιος Ζαχαρίας, εἰς τὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων τοῦ θυμιᾶσαι, τῷ τῆς ἐφημερίας καιρῷ, ἐπέστη αὐτῷ Γαβριήλ, εὐαγγελιζόμενος καὶ λέγων· Ἕξεις Ἱεράρχα υἱὸν ἐν τῷ γήρᾳ, Προφήτην τε καὶ Πρόδρομον, φωνήν τε καὶ κήρυκα, καὶ λύχνον ἀείφωτον, τὸν μύστην τῆς χάριτος.

Τρίτη 22 Σεπτεμβρίου 2015

Ο διάβολος δεν είναι κάτι το αφηρημένο, αλλά υπαρκτό πρόσωπο

«Υπάρχει ένας νοητός πόλεμος που γίνεται μέσα μας, που είναι πιο φοβερός από τον αισθητό πόλεμο» (Όσιος Φιλόθεος ο Σιναΐτης).
«Η ψυχή έχει περιτειχιστεί και περιφραχτεί και δεθεί με τις αλυσίδες του σκότους από τα πνεύματα της πονηρίας» (Όσιος Φιλόθεος ο Σιναΐτης).
«Θα πρέπει να θεωρείς πως καθετί που συναντάς στην πορεία σου, μικρό ή μεγάλο, το στέλνει ο Θεός για να σε βοηθήσει στον αγώνα σου. Μονάχα αυτός γνωρίζει ότι σου είναι ωφέλιμο και ότι χρειάζεσαι σε κάθε περίσταση: επιτυχίες, αναποδιές, πειρασμούς, πτώσεις.
Τίποτε δε συμβαίνει τυχαία και χωρίς να αποτελεί πολύτιμη ευκαιρία να διδαχτείς από αυτό. Πρέπει να το αποσαφηνίσεις καλά μέσα σου αυτό, γιατί έτσι μεγαλώνει η εμπιστοσύνη σου στον Κύ­ριο που αποφάσισες να ακολουθήσεις» (Tito Colliander).
Μέσα στην βιβλική και πατερική παράδοση, έξω από κάθε ηθική και θεωρητική θεώρηση της αμαρτίας αναφέρεται ένα πρόσωπο που παίζει σημαντικό ρόλο στον πνευματικό αγώνα τού ανθρώπου: ο διάβολος.
Τα ιερά κείμενα δεν κάνουν απλά λόγο για ηθικές αρχές, που αφορούν στο καλό και το κακό, αλλά αποκαλύ­πτουν το Θεό και αναφέρουν τον αντίπαλο τού Θεού και του ανθρώπου, τον διάβολο ο οποίος ποτέ δεν θεωρήθηκε ως ένας συμβολισμός του κακού, μιας κατά­στασης ή κάτι το αφηρημένο, αλλά υπαρκτό πρόσωπο. Η εμπειρία των χριστιανικών αγώνων εναντίον της πο­νηρίας του, αυτό αποδεικνύει.

Σύμφωνα με την ορθόδοξη θεολογία πριν τη δημι­ουργία του ανθρώπου δημιουργήθηκαν οι νοερές και πνευματικές δυνάμεις, οι άγγελοι. «Απ' αυτές τις αγγελικές δυνάμεις αρχηγός της τάξεως γύρω και πάνω στη γη, που ο Θεός του ανάθεσε τη φύλαξή της, (ήταν ο Διάβολος)· δεν ήταν πονηρός από τη φύση του, αλλά αγαθός και με προορισμό το αγαθό, χωρίς να έχει μέσα του κανένα ίχνος κακίας για το Δημιουργό. Επειδή όμως δεν δέχθηκε το φωτισμό και την τιμή που του δώρισε ο Δημιουργός, με τη δική του ελεύθερη επιλογή ξέφυγε από τη φυσική κατά­σταση στην παρά φύση. Υπερηφανεύθηκε απέναντι στο δημιουργό του Θεό και θέλησε να επαναστατήσει εναντίον του· αφού πρώτα απομακρύνθηκε από το αγαθό, κατέληξε στο κακό. Διότι το κακό δεν είναι τίποτε άλλο παρά στέρηση τού αγαθού˙ όπως και το σκοτάδι είναι έλλειψη του φωτός. Το αγαθό είναι πνευματικό φως- παρόμοια και το κακό είναι πνευ­ματικό σκοτάδι. Παρόλο, λοιπόν, που ο Δημιουργός τον έπλασε αγαθό -σύμφωνα με το: "Είδε ο Θεός τα δημιουργήματα που έπλασε και ήταν όλα πολύ καλά"- εκείνος όμως, με την ελεύθερη θέλησή του, έγινε σκοτεινός. Και άπειρο πλήθος αγγέλων, που είχε στις διαταγές του, επαναστάτησε μαζί του και τον ακολούθησε στην πτώση του. Και παρότι έχουν την ίδια φύση με τους αγγέλους, έχουν γίνει κακοί, επειδή έστρεψαν με τη θέλησή τους την προτίμηση από το αγαθό προς το κακό. Δεν έχουν βέβαια ούτε εξουσία ούτε δύναμη εναντίον κάποιου, παρά μόνον όταν τους επιτρέψει ο Θεός σύμφωνα με το σχέδιο της οικονομίας του, όπως στην περίπτωση του Ιώβ και όπως έχει γραφεί στο Ευαγγέλιο για τους χοί­ρους. Όταν όμως το επιτρέψει ο Θεός, και δύναμη έχουν και αλλάζουν και μεταμορφώνονται φανταστι­κά σε όποια μορφή θέλουν»269.
Αρχικά λοιπόν ο σατανάς και οι δαίμονές του δεν δημιουργήθηκαν κακοί αλλά καλοί καθώς όλα τα όντα, ως δημιουργήματα τού Θεού δεν μπορεί να είναι κακά. Ο Θεός «φύσει καλός» δεν είναι δυνατόν να δημιουρ­γήσει κάτι κακό. Εξαιτίας όμως της κακής χρήσης της ελευθερίας τους και εξαιτίας της τρεπτότητάς τους, δηλαδή της δυνατότητάς τους να κατευθύνονται είτε προς το καλό είτε προς το κακό, καθώς είναι κτιστά όντα, επέλεξαν να απομακρυνθούν από το Θεό. Όπως λέγει και ο Μ. Βασίλειος: «Ου γαρ αν εξέπεσεν Εω­σφόρος ο πρωί ανατέλλων, ούτε συνετρίβη επί της γης, ει φύσει υπήρχε τού χείρονος ανεπίδεκτος»210. Η ουσία της πτώσης του Εωσφόρου είναι η απώλεια της αγάπης προς το Θεό με την κακή χρήση τού αυτε­ξουσίου.
Όπως φανερώνει και το όνομα τού διαβόλου, κύριο χαρακτηριστικό του είναι ότι δια-βάλλει, χωρίζει, κομ­ματιάζει αντί να ενώσει, καταστρέφει τα πάντα, αντί να δημιουργήσει. Στα ελληνικά οι λέξεις «σύμβολο» και «διάβολος» προέρχονται από την ίδια ρίζα, αλλά εκφράζουν αντίθετες πραγματικότητες. Ο διάβολος (διά-βάλλω) είναι εκείνος που διαιρεί, που χωρίζει, κό­βει κάθε επικοινωνία και κατεβάζει το ον στην εσχάτη μοναξιά. Αντίθετα, το σύμβολον (συν-βάλλω) συνδέει, κατασκευάζει μια γέφυρα, αποκαθιστά την επικοινω­νία. Ο διάβολος χωρίστηκε από το Θεό και χωρίζει τον άνθρωπο από την πηγή της ζωής του το Θεό. Χωρίζει μέσω της αμαρτίας γιατί ο διάβολος είναι ο εφευρέτης της αμαρτίας, ο πρώτος που αμάρτησε υπερηφανευόμενος ότι θα ξεπεράσει το Θεό, εμπιστευόμενος τον εαυτό του, όπως λέγει ο προφήτης Ησαΐας: «αναβήσομαι επάνω των νεφών, έσομαι όμοιος τω Υψίστω» (Ης. 14,14). Η ανταρσία του Εωσφόρου έναντι του Θεού είναι η πρώτη φορά που η ελευθερία ενός λο­γικού δημιουργήματος έδωσε αρνητική απάντηση στη Θεία κλήση για αγιασμό και στράφηκε προς το κακό. Εφόσον ο διάβολος ή αλλιώς ο Εωσφόρος είναι κτι­στό ον, δημιούργημα τού Θεού κατά συνέπεια δεν έχει δική του πηγή ζωής, το παν το δανείζεται από το Θεό αλλά το εκφυλίζει, το παραμορφώνει.
«Απ' αρχής ο διάβολος αμαρτάνει» (Α' Ιωάν. 3,8) και παρασύρει όλη την ανθρωπότητα στην αμαρτία (Β' Κορ. 11,3). Ο διάβολος είναι ο αρχέγονος εχθρός του ανθρώπου, ο οποίος με τη δική του θέληση καταπολε­μεί τα έργα του Θεού δείχνοντας τη μισόθεη διάθεσή του. Ο σατανάς είναι ο αντίπαλος τού έργου τού Χριστού (Ρωμ. 16,20) είναι αυτός που εκμεταλλεύεται την αμαρτωλή διάθεση τού ανθρώπου και τον εξουσιάζει (Α' Κορ. 5,5) που μετασχηματίζεται σε άγγελο τού φωτός για να παραπλανήσει τους ανθρώπους (Β' Κορ. 11,14). Καταστρέφει και κενώνει τα πάντα, μπαίνει με την ύβρη, την οίηση και την πλάνη στην ιστορία, ως ανθρωποκτόνος και θεοκτόνος, ως η απάτη και το ψέμα τού μηδενός, ως το παράσιτο που παρωδεί και περιπαίζει τη δημιουργία και τον άνθρωπο271.
Το έργο τού διαβόλου είναι η δυστυχία, η κατα­στροφή, ο θάνατος του ανθρώπου, τον οποίο μισεί και φθονεί, επειδή είναι πλασμένος «κατ' εικόνα και καθ' ομοίωσιν» του Θεού. «Όπως ο Θεός σαν αγαθός που είναι, θέλει όλους να τους ευεργετήσει, έτσι και ο διά­βολος, σαν πονηρός που είναι, θέλει όλους να τους σύρει στη μοχθηρία του, αν και δεν μπορεί» (Όσιος Πέτρος ο Δαμασκηνός)272. Ο διάβολος ποτέ δεν μπορεί να αγαπήσει τον άνθρωπο, ποτέ δεν μπορεί να γίνει φίλος του ανθρώπου, γι' αυτό και ονομάζεται «μισάνθρωπος» και «ανθρωποκτόνος». Αυτός έβγαλε τους πρωτοπλάστους από τον Παράδεισο, αφού πρώτα τους χώρισε από το Θεό, σπρώχνοντάς τους στην αμαρτία, και συνεχίζει το έργο του πειράζοντας και πλανώντας τους ανθρώπους όλων των εποχών. Όπως αναφέρε­ται στη Φιλοκαλία, «το σπέρμα που έριξε ο Σατανάς στην καρδιά και το νου τού Αδάμ -το λογισμό να γίνει θεός χωρίς τον Θεό- σφηνώθηκε τόσο βαθιά στο είναι μας, ώστε να βρισκόμαστε αδιάκοπα υπό το κράτος της αμαρτίας. Ο φθονερός διάβολος που τον πλάνησε εξαρχής, δεν έπαψε κι έπειτα να τον πλανά, ώσπου τον έκανε παρόμοιο στην αλογία με τα κτήνη τα ανόητα και ζούσε πλέον σαν ζώο άλογο και ανό­ητο».
Ψεύτης και πατέρας τού ψεύδους, ο διάβολος απο­δίδει στον εαυτό του μια φοβερή αποστολή, την απο­στολή να αλλοιώνει εκ προθέσεως την αλήθεια. Η τέχνη του διαβόλου είναι η τέχνη της κατασκευής πραγμά­των χωρίς ζωή, η τέχνη της παρουσιάσεως λαμπρών επιφανειών χωρίς περιεχόμενο, χωρίς ύπαρξη. Γι' αυτό και παίρνει πολλές και ποικίλες μεταμορφώσεις, και χρησιμοποιεί αμέτρητα πονηρά τεχνάσματα, παρακι­νώντας ακόμη και στην αρετή, προκαλώντας ακόμη και δάκρυα, προκειμένου να πραγματοποιήσει τους σκοπούς του.
Ο διάβολος δεν είναι θεός, θέλει όμως οι άλλοι να τον νομίζουν και να τον λατρεύουν ως θεό. Είναι απα­τεώνας καθώς εποφθαλμιά τις θείες ιδιότητες, παρω­δεί τον Δημιουργό και οικοδομεί το δικό του βασίλειο χωρίς Θεό, που είναι μια αντίστροφη μίμηση. Προτιμά πολλές φορές οι άνθρωποι να αγνοούν και να μην πιστεύουν στην ύπαρξή του για να διευκολύνεται έτσι το έργο του το οποίο είναι η συνεχής προσπάθεια να περιπαίξει και να περιγελάσει το έργο του Θεού, όλη τη δημιουργία κάνοντας τη μετοχή στη δική του τρα­γική κατάσταση, την κατάσταση του εκμηδενισμού και της καταστροφής. Μέσα στην «καλή λίαν» δημιουργία εισάγει την παραμόρφωση, το ακάθαρτο, το παρά φύσιν με την οποία γεννιέται ο θάνατος και αυτή είναι η «βασιλεία» του, η βασιλεία του θανάτου. Το μίσος του διαβόλου για τον άνθρωπο είναι απόρροια και προέ­κταση τού μίσους κατά τού Θεού. Μισεί αφάνταστα το Θεό, μη μπορώντας όμως να του προξενήσει κακό στρέφεται εναντίον της εικόνας Του, εναντίον τού ανθρώπου και τον πειράζει.
Ο πόλεμος εναντίον τού ανθρώπου γίνεται κυρίως με τους λογισμούς οι οποίοι, προσβάλλουν τον νου και τον πιέζουν να συγκατατεθεί για να διαπραχθεί η αμαρτία.

αρχιμ.Θεόφιλος Λεμοντζής

Ο Θεός γνωρίζει αλλά δεν προορίζει (Αγίου Πορφυρίου του Καυσοκαλυβίτου)

Είναι ασύλληπτη η γνώση του Θεού απ’ το δικό μας νου. Είναι άπειρη, περιλαμβάνει όλα τα όντα, ορατά και αόρατα, έσχατα και αρχαία. Τα γνωρίζει ο Θεός όλα με ακρίβεια, σε όλο το βάθος και το πλάτος τους. Ο Κύριος γνωρίζει εμάς, πριν γνωρίσομε εμείς τον εαυτό μας.
Γνωρίζει τις διαθέσεις μας και την παραμικρή μας σκέψη, τους λογισμούς, τις αποφάσεις μας, πριν να τις πάρομε. Αλλά και προ της συλλήψεώς μας και προ καταβολής κόσμου μας γνώριζε καλά. Γι΄αυτό ο Δαβίδ θαυμάζει και φωνάζει: «Κύριε, εδοκίμασάς με και έγνως με …»

Το Πνεύμα το Άγιον εισχωρεί παντού. Γιαυτό εκείνος που εμφορείται υπό του Αγίου Πνεύματος έχει και αυτός τη γνώση του Θεού. Γνωρίζει το παρελθόν, το παρόν, το μέλλον. Του τα φανερώνει το Άγιον Πνεύμα. Τίποτα δεν είναι άγνωστο στον Θεό απ’ τις πράξεις μας, αλλά γράφονται όλα. Γράφονται κι όμως δεν γράφονται. Γεννιούνται και υπάρχουn, αλλά δεν γεννιούνται. Αυτό που ξέρετε εσείς τώρα, το ξέρει ο Θεός προ καταβολής κόσμου. Σας θυμίζω αυτό που λέει ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος στην Ευχή προ της Θείας Μεταλήψεως. Ακούστε: «Το μεν ακατέργαστόν μου έγνωσαν οι οφθαλμοί Σου· επί το βιβλίον δε Σου και τα μήπω πεπραγμένα γεγραμμένα Σοι τυγχάνει».

Αυτά τα λόγια κάποιοι τα παρεξηγούν και τα μπερδεύουν. «Αφού ο Θεός τα έχει όλα γραμμένα, έχομε μοίρα, λένε, έχομε τύχη, έχομε πεπρωμένο. Άρα ήταν γραμμένο και πεπρωμένο να κάνεις, για παράδειγμα, φόνο· σε είχε προορίσει γι’ αυτό ο Θεός». Θα μου πεις: «Αν είναι γραμμένο ότι εγώ επρόκειτο να σκοτώσω εσένα, είμαι εγώ υπεύθυνος ή ανεύθυνος; Αφού και τα «μήπω πεπραγμένα γεγραμμένα Σοι τυγχάνει», γιατί να είμαστε υπεύθυνοι οι άνθρωποι; Τώρα πες μου εσύ, που λέεις ότι ο Θεός είναι αγαθός, γιατί το έγραφε και δεν με απέτρεπε να το κάνω;».

Εδώ είναι το μυστήριο. Ο Θεός εν τη παντοδυναμία Του και παγγνωσία Του γνωρίζει τα πάντα, και τα μέλλοντα να συμβούν, αλλά δεν είναι Εκείνος υπαίτιος για το κακό. Ο Θεός προγνωρίζει αλλά δεν προορίζει. Για τον Θεό δεν υπάρχει παρελθόν, παρόν και μέλλον. Όλα είναι γυμνά και τετραχηλισμένα ενώπιόν Του. Πως το λέει ο απόστολος Παύλος; «Πάντα δε γυμνά και τετραχηλισμένα τοις οφθαλμοίς Αυτού». Ως παντογνώστης γνωρίζει και το αγαθό και το κακό. Συνεργάζεται με το αγαθό ως φύσει αγαθός και είναι ξένος του κακού. Αφού είναι ξένος του κακού, πώς είναι δυνατόν να μας προορίζει γι’ αυτό; Ο Θεός εδημιούργησε τα πάντα καλά λίαν και έδωσε σε όλα αγαθό άγιο προορισμό.

Το κακό είναι πρόβλημα, το οποίο η θρησκεία μας το εξηγεί μ’ ένα θαυμάσιο τρόπο, που καλύτερος δεν υπάρχει. Η εξήγηση που του δίνει είναι η εξής:

Το κακό υπάρχει και προέρχεται απ’ τον διάβολο. Μέσα μας έχομε και το κακό πνεύμα και το αγαθό πνεύμα και μάχονται αλλήλους. «Ή γαρ τον ένα μισήσει και τον έτερον αγαπήσει ή ενός ανθέξεται και του ετέρου καταφρονήσει· ου δύνασθε Θεώ δουλεύειν και μαμωνά».Μέσα μας δηλαδή γίνεται πάλη μεταξύ καλού και κακού. Σ’ αυτήν όμως την πάλη ο άνθρωπος είναι ελεύθερος ν’ αποφασίσει τι θα διαλέξει. Άρα δεν είναι ο Θεός που προορίζει κι αποφασίζει αλλά η ελεύθερη βούληση του ανθρώπου.

Ο Θεός εν τη παντογνωσία Του γνωρίζει μ’ όλη την ακρίβεια όχι απλώς από πριν αλλά προ καταβολής κόσμου ότι ο τάδε θα κάνει, παραδείγματος χάριν, φόνο, όταν γίνει τριάντα τριών ετών. Αλλά ο άνθρωπος εν τη ελευθερία της βουλήσεώς του – δώρο που του έδωσε ο Θεός και το διαστρέβλωσε – ενεργεί αυτοβούλως.

Δεν είναι ο Θεός ο αίτιος, ούτε μας προορίζει γι’ αυτό το σκοπό. Η παγνωσία Του δεν μας υποχρεώνει. Σέβεται την ελευθερία μας, δεν την καταργεί. Μας αγαπάει, δεν μας κάνει δούλους, μας δίνει αξία. Ο Θεός δεν επεμβαίνει στην ελευθερία μας, τη σέβεται, μας δίνει το ελεύθερο. Άρα είμαστε υπεύθυνοι, διότι κάνομε αυτό που θέλομε εμείς. Δεν μας αναγκάζει ο Θεός. Είναι προδιαγεγραμμένο και γνωστό στον Θεό ότι θα σκοτώσεις εσύ αυτόν τον άνθρωπο, αλλά δεν είναι κανονισμένο υπό του Θεού να το κάνεις.
Πώς είναι δυνατό ο Θεός, που μας εδημιούργησε από άπειρη αγάπη κι ο ίδιος είναι απόλυτη αγάπη και θέλει μόνο την αγάπη, να θελήσει να σε οδηγήσει στην κακία και στο φόνο; Σου δίνει την ελευθερία και μετά σου την παίρνει; Εσύ ενεργείς ελεύθερα, εσύ αποφασίζεις αυτό που ο Θεός γνωρίζει εκ των προτέρων, χωρίς να σε αναγκάζει, γι’ αυτό και είσαι εσύ υπεύθυνος.

Αυτά τα θέματα είναι πολύ λεπτά, θέλουν θείο φωτισμό, για να τα κατανοήσει ο άνθρωπος. Είναι μυστήρια. Το αγαθό στη φύση είναι μυστήριο. Δεν είναι ωραίο ένα λουλουδάκι με ποικίλα χρώματα, που σε τραβάει και σε κάνει να το αγαπήσεις; Το πλησιάζεις κι έχει άρωμα τόσο ευγενικό, τόσο λεπτό, που σε κάνει να το αγαπάεις πιο πολύ. Αυτό είναι το αγαθό. Έ ναι, αλλά δεν είναι όμως κι αυτό μυστήριο; Πώς έγιναν αυτά τα χρώματα, πώς έγινε αυτό το άρωμα; Το ίδιο μπορούμε να πούμε για τα πουλιά, για τα ζώα, για τα υδρόβια. Όλα εκφράζουν την αγαθότητα του Θεού.

Ο Θεός έδωσε στον άνθρωπο ό,τι πιο ωραίο και καλό. Τον προόρισε να γίνει τέλειος. Του έδωσε, όμως, και την ελευθερία κι έτσι έγκειται και σ’ εκείνον ν’ ακολουθήσει το αγαθό ή το κακό. Από το ένα μέρος η αγάπη του Θεού κι από το άλλο η ελευθερία του ανθρώπου. Αγάπη και ελευθερία μπλέκουν. Ενώνεται το πνεύμα με το Πνεύμα. Αυτή είναι η μυστική ζωή. Όταν το πνεύμα μας ενώνεται με το Πνεύμα του Θεού, τότε κάνομε το αγαθό, γινόμαστε αγαθοί.

Για τα πάθη μας ευθύνεται άλλος, η βούλησή μας. Ο Θεός δεν θέλει να περιορίσει τη βούλησή μας, δεν θέλει να μας πιέσει, δεν θέλει να επιβάλει τη βία. Από μας εξαρτάται τι θα κάνομε και πώς θα ζήσομε. Ή θα ζούμε τον Χριστό και θα έχομε τα θεία βιώματα και την ευτυχία ή θα ζούμε στη μελαγχολία και στη λύπη. Μέση κατάστασις, μέσος όρος δεν υπάρχει. Ή θα είσαι ή δεν θα είσαι. Ή το ένα ή το άλλο. Η φύση εκδικείται, μισεί το κενό. Το καθετί μπορεί να είναι έτσι, αλλά μπορεί και να μην είναι. Το φίλημα επί παραδείγματι μπορεί να είναι άγιο και μπορεί να είναι πονηρό. Αλλ’ αυτό έχει αξία, να ενεργεί ο άνθρωπος ελεύθερα. … Ο Θεός έκανε τον άνθρωπο να ζητάει μόνος του να γίνει καλός, να το επιθυμεί μόνος του και να γίνεται, τρόπον τινα, σαν δικό του το κατόρθωμα, ενώ στην πραγματικότητα προέρχεται απ’ την χάρι του Θεού. Έρχεται πρώτα στο σημείο να το θέλει, να το αγαπάει, να το επιθυμεί και κατόπιν έρχεται η θεία χάρις και το κατορθώνει.

Ο Θεός είναι αγάπη δεν είναι απλός θεατής της ζωής μας. Προνοεί και ενδιαφέρεται ως Πατέρας μας που είναι, αλλά σέβεται και την ελευθερία μας. Δεν μας πιέζει. Εμείς να έχομε την ελπίδα μας στην πρόνοια του Θεού και, εφόσον πιστεύομε ότι ο Θεός μας παρακολουθεί, να έχομε θάρρος, να ριχνόμαστε στην αγάπη Του και τότε θα Τον βλέπομε διαρκώς κοντά μας. Δεν θα φοβόμαστε μήπως παραπατήσομε.

Πόσες βελόνες έχει το κάθε πεύκο; Ο Θεός τις γνωρίζει και χωρίς τη δική Του θέληση ούτε μία δεν πέφτει κάτω. Όπως και οι τρίχες της κεφαλής μας και αυτές όλες είναι ηριθμημέναι. Εκείνος φροντίζει και για τις πιο μικρές λεπτομέρειες της ζωής μας, μας αγαπάει, μας προστατεύει.

Εμείς ζούμε σαν να μην αισθανόμαστε το μεγαλείο της θείας προνοίας. Ο Θεός είναι πολύ μυστικός. Δεν μπορούμε να καταλάβομε τις ενέργειές Του. Μη νομίζετε ότι ο Θεός το έκανε έτσι και μετά το διόρθωσε. Ο Θεός είναι αλάθητος. Δεν διορθώνει τίποτα. Ποιος είναι, όμως, στο βάθος ο Θεός, στην ουσία, εμείς δεν το γνωρίζομε. Τις βουλές του Θεού, δεν μπορούμε να τις εξιχνιάσομε.

Όταν ο Θεός μας δωρίσει το χάρισμα της ταπεινώσεως, τότε όλα τα βλέπομε, όλα τα αισθανόμαστε, τότε Τον ζούμε τον Θεό πολύ φανερά. Όταν δεν έχομε την ταπείνωση, δεν βλέπομε τίποτα. Το αντίθετο όταν αξιωθούμε της αγίας ταπεινώσεως, τα βλέπομε όλα, τα χαιρόμαστε όλα. Ζούμε τον Θεό, ζούμε τον Παράδεισο μέσα μας, που είναι ο ίδιος ο Χριστός.