Δύο θαύματα εἴδαμε καί πάλι σήμερα στό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα τῆς ἡμέρας, τή θεραπεία μιᾶς γυναίκας, πού αἱμορραγοῦσε ἐδῶ καί δώδεκα χρόνια, καί τήν ἀνάσταση τῆς θυγατέρας τοῦ ἀρχισυνάγωγου Ἰάειρου. Ὁ Χριστός χαρίζει τή ζωή καί τήν ἀποκατάσταση τῆς ὑγείας τοῦ σώματος, διότι εἶναι ἡ πηγή τῆς ζωής, ὁ παντοδύναμος Πλάστης τοῦ σύμπαντος, Ἐκεῖνος πού ἔχει τή θέληση καί τή δύναμη νά φέρνει τήν κτίση ὅπου θέλει.
Στόν πονεμένο πατέρα, στόν ἄρχοντα Ἰάειρο, ὁ ὁποῖος λυγίζει κάτω ἀπό τήν εἴδηση τοῦ θανάτου τῆς κόρης του, ὁ Κύριος λέγει: «μή φοβοῦ∙μόνο πίστευε». Γιά νά μήν κατηγορηθεῖ ὅτι ἀσχολεῖται μόνο μέ τούς πλούσιους καί τούς ἄρχοντες, στόν δρόμο πού πηγαίνει νά ἀναστήσει τή μικρή ἀρχοντοπούλα δίνει τή θεραπεία σέ μία ἀνώνυμη καί ταπεινή γυναίκα τοῦ λαοῦ, ἡ ὁποία, ὅμως, Τόν πλησιάζει μέ πίστη καί ἐλπίδα. Ἔτσι λοιπόν τό «μή φοβοῦ∙μόνο πίστευε», πού λέει στόν Ἰάειρο, δέν εἶναι κούφια λόγια, ἀλλά εἶναι μία πραγματικότητα, τήν ὁποία μόλις εἶχε ἀποδείξει ὡς ἀληθινή μέ τή θεραπεία τῆς αἱμορροούσας. Σ’ αὐτή τήν πραγματικότητα τῆς ἀπαλλαγῆς ἀπό τόν φόβο ὁ Κύριος καλεῖ ὅλους τούς ἀνθρώπους.
Ὁ φόβος εἶναι μεγάλος ἐχθρός τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Θεός ἔπλασε τόν Ἀδάμ καί τήν Εὔα, χωρίς νά φυτέψει μέσα στήν ὕπαρξή τους τή σκιά τοῦ φόβου. Μέσα στήν Ἐδέμ οἱ πρωτόπλαστοι δέν γνώρισαν τόν φόβο. Ζοῦσαν κάτω ἀπό τίς ἀκτίνες τῆς θεϊκῆς παρουσίας, λουσμένοι μέσα στό φῶς τῆς ἀγάπης καί τῆς χαρᾶς. Δέν ἤξεραν τί εἶναι ὁ φόβος. Ὅταν ἔχασαν τή μακαριότητα τοῦ Παραδείσου, τότε ἡ ψυχή τους πληγώθηκε ἀπό τό δηλητήριο τοῦ φόβου. Ὁ φόβος ἔγινε σύντροφος τοῦ μεταπτωτικοῦ ἀνθρώπου. Ὁ φόβος ἐγκαταστάθηκε μέσα στόν ἄνθρωπο, ὅταν διακόπηκε ἡ κοινωνία μέ τόν Θεό. Χωρίς Θεό ὁ ἄνθρωπος φοβᾶται τά πάντα, διότι ὅλα ἔγιναν ἐχθρικά. Ἡ φύση, τό περιβάλλον, οἱ συνάνθρωποι, ἀκόμη καί ὁ ἴδιος ὁ ἑαυτός του ἀντιστρατεύονται στόν πεσμένο καί ἐξόριστο ἄνθρωπο, τόν κτυποῦν ἀνελέητα, τοῦ ἀφαιροῦν τή χαρά, τόν ρίχνουν σέ περιπέτειες, τόν γεμίζουν μέ ἀγωνία. Ἔτσι φοβᾶται ὁ ἄνθρωπος τό ἄγνωστο. Φοβᾶται τόν θάνατο. Φοβᾶται τή φθορά καί τήν ἀρρώστια. Φοβᾶται τή ροή τοῦ χρόνου καί κυρίως τό μέλλον. Φοβᾶται τίς διαθέσεις τῶν διπλανῶν του. Φοβᾶται τόν ἑαυτό του, πού ἐνίοτε γίνεται ὁ μεγαλύτερος ἐχθρός.
Φοβᾶται τόν Θεό, διότι δέν τόν ἀγαπάει, ἀφοῦ «ἡ τελεία ἀγάπη ἔξω βάλλει τόν φόβον».
Φοβᾶται ἐπίσης τήν ἀπώλεια. Φοβᾶται μήπως χάσει τά πράγματά του, τούς ἀγαπημένους του, τό ἐπάγγελμα καί τήν καριέρα, τή βόλεψη καί τήν εὐμάρεια, μέσα στήν ὁποία ἔμαθε νά ζεῖ. Ὁ φόβος εἶναι ἀνεπιθύμητος σύντροφος ἀλλά πιστός. Μ’ ὅλες τίς μεθόδους αὐτοδιαχείρισης καί μ’ ὅλους τούς κοσμικούς τρόπους ψυχοθεραπείας δέν καταφέρνει ὁ ἄνθρωπος νά ξεπεράσει τίς φοβίες του καί νά ἀπαλλαγεῖ ἀπό τά ἄγχη καί τίς ἀγωνίες πού τόν βασανίζουν.
Ἔρχεται, ὅμως, ὁ Χριστός καί λέγει στόν καθένα: «μή φοβοῦ∙μόνο πίστευε». Ὁ φόβος εἶναι ἕνας παραλογισμός. Εἶναι ἕνα μεγάλο ἐμπόδιο πρός τήν ἐξέλιξη καί τήν πρόοδο. Εἶναι μία κατάσταση πού ἀγκυλώνει τήν ψυχή, τήν παγώνει καί τή σκοτώνει, πολύ πρίν τήν ἐπισκεφτεῖ ὁ θάνατος. Μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι ὁ φόβος εἶναι πρόγευση τοῦ θανάτου. Ὁ Χριστός λέγει τό «μή φοβοῦ∙μόνο πίστευε», διότι εἶναι ὁ Νικητής τοῦ Θανάτου. Εἶναι ὁ Παντοδύναμος Θεός, πού καμία δύναμη δέν μπορεῖ νά Τόν ὑπερβεῖ. Ἡ παντοδυναμία Του βρίσκεται στήν ἀπέραντη ἀγάπη Του, γι’ αὐτό λέγει τό «μόνο πίστευε». Ἡ πίστη, σάν σχέση ἐμπιστοσύνης μέ τόν ἀληθινό Θεό, νικάει ὅλες τίς φοβίες. Τί νά φοβηθεῖ ὁ ἄνθρωπος, ὅταν ξέρει ὅτι τόν σκεπάζει, τόν προστατεύει καί τόν φροντίζει ὁ Οὐράνιος Πατέρας του; Ὅπως τό μικρό παιδάκι δέν φοβᾶται τίποτα μέσα στήν πατρική ἀγκαλιά, ἔτσι καί ὁ πιστός δέν φοβᾶται τίποτα, ὅταν ἀφήνει τήν ὕπαρξή του στήν ἀγκαλιά τοῦ Θεοῦ.
Ὁ φόβος μπορεῖ νά νικηθεῖ μέ τρία πνευματικά ἐργαλεῖα: μέ τήν προσευχή, μέ τήν πνευματική καθοδήγηση καί μέ τή μελέτη.
Πρῶτον, ἡ προσευχή εἶναι ἕνα ὁπλοστάσιο, μέσα στό ὁποῖο ὁ ἀδύναμος ἄνθρωπος γίνεται λέοντας καί ἀπόρθητο κάστρο. Ἡ προσευχή, σάν ζωντανή συνομιλία ἀγάπης καί εἰλικρίνειας μέ τόν Θεό, ἔχει ἀκατάβλητη δύναμη. Ἡ ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ μαστίζει τούς δαίμονες, θεραπεύει τίς ἀρρώστιες, προστατεύει ἀπό κινδύνους, φωτίζει τόν νοῦ νά πάρει σωστές καί ἔξυπνες ἀποφάσεις, δίνει δύναμη καί διάθεση γιά πνευματικό ἀγώνα καί προκοπή. Ἡ προσευχή ἠρεμεῖ τήν καρδιά, τήν καθαρίζει, τή φωτίζει καί κυρίως τῆς χαρίζει τήν πολύτιμη ἰσορροπία. Ἡ προσευχή εἶναι σάν τά πολυεργαλεῖα, κάνει πολλά πράγματα ταυτόχρονα ἀλλά μέ λίγο κόπο.
Δεύτερον, ὁ φόβος διαλύεται μέ τήν πνευματική καθοδήγηση. Ὁ ἄνθρωπος πού καταφεύγει στόν πνευματικό του καί καταθέτει στό πετραχήλι τούς φόβους καί τίς ἀγωνίες του λαμβάνει μεγάλη παρηγοριά. Μόνον τό ὅτι μιλάει καί ἀνοίγεται σέ κάποιον ἄλλο τόν βοηθάει. Ὁ πνευματικός, ὡς ἰατρός τῆς ψυχῆς, κάνει προσεκτικά τή διάγνωση. Ἐξετάζει τίς ἀφετηρίες τοῦ φόβου. Ὅταν ἀνακαλύπτεται ἡ πηγή τοῦ φόβου, συνήθως ἀποκαλύπτεται καί ἡ λύση του. Ὁ πνευματικός μέ διάκριση καί ἀγάπη θά μιλήσει στόν φοβισμένο ἄνθρωπο, θά τόν παρηγορήσει, θά τόν ἐνισχύσει, θά τοῦ τονώσει τό φρόνημα, γιά νά περπατάει στή ζωή χαρούμενα καί δυναμικά.
Τρίτον, ὁ φόβος ξεπερνιέται μέσα ἀπό τή μελέτη τοῦ θείου λόγου καί τῶν ζωντανῶν παραδειγμάτων τῶν ἁγίων. Ἡ μελέτη κάνει τήν ψυχή εὔστροφη καί πλούσια σέ σκέψεις.
Ἀνοίγει ἰδέες καί λύσεις πού δέν ὑπῆρχαν πρίν στό μυαλό. Δείχνει πώς αὐτό πού εἶναι ἀδύνατον ἔχει γίνει πολλές φορές δυνατό καί γιατί νά μήν γίνει καί τώρα. Πάνω ἀπ’ ὅλα ἡ μελέτη ἐνισχύει τήν πίστη καί τήν ἐμπιστοσύνη στόν Θεό.
«Μή φοβοῦ∙ μόνο πίστευε» λέγει σήμερα ὁ Ἰησοῦς στόν Ἰάειρο καί σέ μᾶς. Ἡ πίστη εἶναι τό ἀντίδοτο στό δηλητήριο τοῦ φόβου. Ἡ πίστη ὄχι σάν ἰδεολογία, ἀλλά σάν σχέση μέ τόν Θεό, πού ἀναπτύσσεται μέσ’ ἀπό τήν προσευχή, τήν πνευματική καθοδήγηση καί τή μελέτη. Ἡ ἐποχή μας παράγει τόν φόβο, διότι ὁ φόβος εἶναι ἕνα καλό ἐργαλεῖο ἐκμετάλλευσης τῶν ἀνθρώπων. Ὅσοι προσεγγίζουμε τόν Χριστό, μποροῦμε νά πολεμοῦμε καί νά νικᾶμε τούς φόβους, νά ξεπερνᾶμε τίς ἀγωνίες καί νά θεραπεύουμε τό ἄγχος. Ἐάν κοινωνᾶμε μέ τόν Χριστό καί γευόμαστε τή χάρη Του, τότε θά ἀπολαμβάνουμε τή χαρά, τή δύναμη καί τήν ἐλπίδα πού χαρίζει Ἐκεῖνος, στόν Ὁποῖο ταιριάζει ἡ δόξα τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου