Κυριακή 21 Ιουλίου 2024

Η ΜΕΓΑΛΗ ΠΙΣΤΗ

 Ὁ Κύριος στήν ἐπί γῆς παρουσία Του ἄρχισε νά φανερώνει στόν κόσμο τήν δύναμή Του, κηρύττοντας καί θαυματουργώντας, ἀλλά καί νά μορφώνει τούς μαθητές Του κατά τήν Ἑαυτοῦ εἰκόνα, μεταδίδοντάς τους θεῖο λόγο καί πνευματικά χαρίσματα.


Ὅσοι Τόν περιέβαλλαν, κατανοοῦσαν βέβαια ἐν μέρει τήν θεϊκή Του προέλευση καί γι᾿ αὐτό ἔδιναν ποικίλες ἀπαντήσεις. Ὁ Ἑκατόνταρχος στό Εὐαγγέλιο τῆς Κυριακῆς Δ΄ Ματθαίου ὁμολογεῖ τήν πίστη του στόν Χριστό, πρίν ἀκόμα ὁ Κύριος θεραπεύσει τό ἄρρωστο παιδί του. Τό γεγονός αὐτό κάνει τόν Χριστό νά θαυμάσει αὐτή τήν πίστη καί λέει: «Σᾶς βεβαιώνω πώς τόση πίστη οὔτε ἀνάμεσα στούς Ἰσραηλίτες δέν βρῆκα.


Καί σᾶς λέγω πώς θά ἔλθουν πολλοί ἀπό ἀνατολή καί δύση καί θά καθίσουν μαζί μέ τόν Ἀβραάμ καί τόν Ἰσαάκ καί τόν Ἰακώβ στό τραπέζι τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν, ἐνῶ οἱ κληρονόμοι τῆς Βασιλείας θά πεταχτοῦν ἔξω στό σκοτάδι...».


Ὁ ἰουδαϊκός πειρασμός


Εἶναι δυστυχῶς γεγονός ὅτι πολλές φορές ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι εἴτε θεωροῦμε τόν ἑαυτό μας μεγάλο, εἴτε αἰσθανόμαστε ὡς οἱ κηδεμόνες τῶν ἀδελφῶν μας. Μερικές φορές δέ, πλάι στήν χριστιανική μας ταυτότητα, ἀποδίδουμε στόν ἑαυτό μας μιά γήινη ταυτότητα πού μᾶς γεμίζει ἔπαρση, καί νομίζουμε ὅτι εἴμαστε πιό πιστοί ἀπό τούς ἄλλους ἤ τούς ἀπορρίπτουμε. Δέν ὑπάρχει τίποτα πιό μάταιο ἀπό τήν ἐπίδειξη ἱστορικῶν τίτλων δόξας γιά νά καυχιέται κανείς γι᾿ αὐτούς ἀπέναντι στούς ἀδελφούς του. Εἶναι ἀκριβῶς σημεῖο παρακμῆς μιᾶς ἀνθρώπινης ὁμάδας νά ἀναφέρεται διά μακρῶν στό παρελθόν της, σάν νά φοβᾶται μήπως δέν ἐκτιμᾶται ἀρκετά στό παρόν. Ἔτσι δέν ἀντιδροῦσαν οἱ Γραμματεῖς καί οἱ Φαρισαῖοι, ὅταν ἔβλεπαν τόν Χριστό νά θεραπεύει, νά συνομιλεῖ μέ ἁμαρτωλούς καί ἀλλοεθνεῖς; Ὁ ἰουδαϊκός λαός εἶναι ὁ πρῶτος πού δέν πίστεψε τό μυστήριο τῆς καθολικότητας τῆς σωτηρίας, τήν ὁποία ἦρθε νά μᾶς χαρίσει ὁ Θεάνθρωπος Κύριος.


Ἡ πρόσληψη τῶν Ἐθνῶν


Ἡ πίστη πού προκάλεσε τόν θαυμασμό τοῦ Χριστοῦ δέν ἦταν ἡ πίστη ἑνός μαθητῆ Του, οὔτε κάποιου συμπατριώτη Του Ἰουδαίου, ἀλλά ἡ πίστη ἑνός εἰδωλολάτρη, ἑνός Ρωμαίου ἀξιωματικοῦ. Ὁ Χριστός ἀνοίγεται στά Ἔθνη καί ἀποστέλλει πρός αὐτά τούς μαθητές Του, γιά νά κηρύξουν τό Εὐαγγέλιο τῆς Βασιλείας, νά βαπτίσουν αὐτά στό ὄνομα τῆς Τριαδικῆς Θεότητας καί νά θεραπεύουν κάθε ἀσθένεια τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ.


Γι᾿ αὐτό καί ἡ Ἐκκλησία ἐπιτελεῖ τό ἱεραποστολικό της ἔργο σέ λαούς πού βρίσκονται «ἐν γῇ ἐρήμῳ, ἐν δίψει καύματος, ἐν γῇ ἀνύδρῳ» (Δευτ. 32,10)· γιά νά εἶναι ὅλα τά ἔθνη ἐμπιστευμένα στόν Χριστό καί νά βροῦν τόν ἑαυτό τους μόνο σ᾿ Αὐτόν.


Ἡ καθολικότητα, ὡς ἀποδοχή τῶν πάντων ἐν Χριστῷ, εἶναι γιά τούς χριστιανικούς λαούς ἡ μεγαλειώδης διάσταση τῆς οἰκουμενικότητάς τους. Οἱ Χριστιανοί μέσα στήν Ἐκκλησία εἴμαστε ἐκεῖνοι πού κατέχουμε τά πάντα καί εἴμαστε σάν ἐκείνους πού δέν ἔχουν τίποτα, γιατί ἡ καθολικότητα εἶναι οὐσιαστικά μοιρασιά. Μοιρασιά τοῦ πνευματικοῦ πολιτισμοῦ πού εἶναι πάντα ταπείνωση, λεπτότητα καί τρυφερότητα καρδιᾶς.


Ἡ Ἐκκλησία πού ξέρει ὅτι δέχεται τά πάντα ἀπό τόν Κύριό της, πού πῆρε ὑπόσταση μόνο ἀπό τό βλέμμα Του, ἀναγνωρίζει τόν ἑαυτό της ὡς τόν ἀπόλυτα φτωχό, καί ὁ φτωχός δέν ἔχει οὔτε κάν τήν συνείδηση μιᾶς ὑπάρξεως πού τοῦ ἀνήκει. Οἱ Χριστιανοί αἰσθανόμαστε ὅτι λαμβάνουμε τά πάντα ἀπό τόν Κύριό μας καί ἀπό τήν παρηγοριά τῶν ἀδελφῶν μας.


Ἡ προέκταση τοῦ μυστηρίου τοῦ Χριστοῦ στήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας μέχρι τῆς συντέλειας τοῦ αἰώνα συνεπάγεται ὄχι μόνο τήν πρόσληψη τῶν ἐθνῶν στήν Ἐκκλησία μέ τήν ὅλη πολιτιστική τους ταυτότητα, ἀλλά καί τήν ὑπέρβασή τους στήν λειτουργία τοῦ ἑνιαίου ἐκκλησιαστικοῦ σώματος τῆς οἰκουμένης.


Ὀρθοδοξία καί πραγματικότητα


Ἡ ἀλήθεια αὐτή κάνει τήν Ὀρθοδοξία νά συμβάλλει οὐσιαστικά στήν πραγματικότητα τοῦ κόσμου καί στήν λειτουργική πληρότητα τοῦ εὐρωπαϊκοῦ πολιτισμοῦ, καί μέσα σέ ἐποχές δύσκολες, νά διακονεῖ μέ ἀγάπη καί θυσία τόν κάθε ἄνθρωπο, τόν ἄνθρωπο τῆς ἐποχῆς μας, τόν ὅπου γῆς, ὁ ὁποῖος καθημερινά ἀγωνίζεται καί ἀγωνιᾶ γιά τήν εἰρήνη, τήν δικαιοσύνη καί τήν ἑνότητα τοῦ σύμπαντος κόσμου.


† Ὁ Φ. Ἀ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου